«Η κοινωνία που δεν την προστάτευσε τώρα ζητά την εκτέλεση της»


Η Λίζα Μοντγκόμερι έκανε ένα ειδεχθές έγκλημα και η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει ορίσει την εκτέλεση της για την 12η Ιανουαρίου. Όσοι γνωρίζουν την ιστορία της υποστηρίζουν ότι δεν πρέπει να θανατωθεί  

Η Λίζα Μοντγκόμερι ήταν μόλις τριών ετών όταν βίωσε την πρώτη σεξουαλική κακοποίηση, έστω και  έμμεσα. Μοιραζόταν ένα μικρό κρεβάτι με την 8χρονη ετεροθαλή αδελφή της. Σχεδόν την άγγιζε όταν την βίαζε ο άντρας που είχε προσλάβει η οικογένεια για να τις προσέχει. Σε ηλικία 11 ετών η Μοντγκόμερι δέχθηκε και η ίδια σεξουαλική επίθεση. Ο  Τζακ, ο διεστραμμένος μέθυσος πατριός που χτυπούσε τη μητέρα της Τζούντι, άρχισε να τη βιάζει μια με δύο φορές την εβδομάδα.

Η Λίζα έγινε το... παιχνίδι του Τζακ. Έχτισε μάλιστα ένα ξεχωριστό δωμάτιο για να μην τον ενοχλεί κανείς όταν βίαζε το παιδί. Είχε μια μόνο είσοδο και καλή ηχομόνωση ώστε κανείς να μην ακούει τις κραυγές της. Τη βίαζε και τη σοδόμιζε κρατώντας ένα μαξιλάρι στο κεφάλι της. Όταν αντιστεκόταν χτυπούσε το κεφάλι της στο τσιμεντένιο δάπεδο. Την χτυπούσε τόσο δυνατά που οι εξετάσεις έδειξαν σοβαρό εγκεφαλικό τραύμα.

Μια μέρα ο Τζακ είχε ξεχάσει να κλειδώσει την πόρτα και η Τζούντι μπήκε στο δωμάτιο ενώ βίαζε την κόρη της. Πήρε ένα όπλο αλλά αντί να απειλήσει τον σύντροφο της το έβαλε στο κεφάλι της Λίζα και ούρλιαξε: «Πώς μπόρεσες να μου το κάνεις αυτό;».

Με το καιρό η σεξουαλική κακοποίηση έγινε πολύ χειρότερη. Ο πατριός έφερνε φίλους και βίαζαν ομαδικά το κορίτσι. Το βασανιστήριο κρατούσε για ώρες και ολοκληρωνόταν με τους άντρες να ουρούν την Λίζα και να της λένε ότι είναι ένα σκουπίδι. Η μητέρα της όχι μόνο αποδέχθηκε την φρικτή κατάσταση αλλά συμμετείχε. Πουλούσε το σώμα της κόρης στον υδραυλικό ή τον ηλεκτρολόγο όποτε τους χρειαζόταν. Αυτή ήταν η παιδική και η εφηβική ζωή της Λίζα Μοντγκόμερι. Έτσι διαμόρφωσε τον χαρακτήρα της, μέσα σε μια οικογένεια που την έκανε να νιώθει σκουπίδι και τη χρησιμοποιούσε σαν αντικείμενο βιασμών και βασανιστηρίων.

«Είναι η πιο κατεστραμμένη από τους κατεστραμμένους»

Στα 52 της πλέον βρίσκεται στην πτέρυγα των θανατοποινιτών και η κυβέρνηση Τραμπ σκοπεύει να την εκτελέσει στις 12 Ιανουαρίου με τον ισχυρισμό ότι είναι μια ψυχρή δολοφόνος για την οποία η φυλάκιση δια βίου, χωρίς το δικαίωμα αναστολής, είναι μια ποινή ανεπαρκής.

Η έφεση που κατέθεσαν οι δικηγόροι της απορρίφθηκε και ο δρόμος για την εκτέλεση άνοιξε. Το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ χαιρέτισε την απόφαση τονίζοντας ότι η Μοντγκόμερι είναι ένοχη για ένα «ιδιαιτέρως ειδεχθές έγκλημα». Κανείς δεν διαφωνεί με τον τελευταίο χαρακτηριστικό, ούτε ζητά το δικαίωμα να διεκδικήσει κάποια στιγμή την αποφυλάκιση της. Ωστόσο είναι πολλοί εκείνοι που υποστηρίζουν ότι πριν φτάσουμε στην εσχάτη των ποινών πρέπει να εξεταστεί το υπόβαθρό της, η βασανιστική της ζωή που βρίσκεται πίσω από το έγκλημα.

«Είναι μια υπόθεση για μια γυναίκα με πολύ σοβαρά ψυχικά προβλήματα που δημιουργήθηκαν μετά από ένα μεγάλο διάστημα με βασανιστήρια  και σεξουαλική βία. Η Λίζα δεν είναι η χειρότερη από τους χειρότερους, είναι η πιο κατεστραμμένη από τους κατεστραμμένους» λέει η Σάντρα Μπάντοκ, διευθύντρια οργάνωσης κατά της θανατικής ποινής και σύμβουλος της υπεραστικής ομάδας της Μοντγκόμερι.

Αν η εκτέλεση της πραγματοποιηθεί στις 12 Ιανουαρίου (σε φυλακή στην Ιντιάνα με θανατηφόρα ένεση) θα είναι η πρώτη από την κυβέρνηση των ΗΠΑ τα τελευταία 70 χρόνια. Θα είναι επίσης η πρώτη που εκτελείται με εντολή υπό αποχώρηση προέδρου για πάνω από μισό αιώνα. Τους τελευταίους μήνες ο Ντόναλντ Τραμπ έχει «τρέξει» τις εκτελέσεις και μέχρι την επίσημη αποχώρηση του έχουν προγραμματιστεί ακόμα τρεις.


Το έγκλημα

Στην υπόθεση της Μοντγκόμερι κανείς δεν διαφωνεί ότι το έγκλημα για το οποίο καταδικάστηκε είναι φρικτό. Είναι δύσκολο ακόμα και να καταγράψεις τις λεπτομέρειες.

Στις 16 Δεκεμβρίου 2004, η 36χρονη τότε Λίζα, ταξίδεψε από το σπίτι της στο Κάνσας στην πόλη Σκίντροου του Μιζούρι για να συναντήσει την Μπόμπι Τζο Στίνετ (φωτο). Είχαν γνωριστεί διαδικτυακά μέσα από σελίδες για άτομα που αγαπούν τα σκυλιά. Η Στίνετ ήταν εκτροφέας σκύλων και η Μοντγκόμερι της είπε ότι ήθελε να αγοράσει ένα κουτάβι.

Όταν την επισκέφθηκε η Στίνετ ήταν οκτώ μηνών έγκυος στο πρώτο της παιδί.

Με το που μπήκε στο σπίτι της, η Λίζα της επιτέθηκε και την στραγγάλισε με ένα σχοινί. Στη συνέχεια, με ένα κουζινομάχαιρο, της άνοιξε την κοιλιά και πήρε το μωρό. Για τις επόμενες ώρες προσπάθησε να παρουσιάσει το βρέφος ως δικό της. Συνελήφθη την επόμενη όταν ανακαλύφθηκε το πτώμα της Στίνετ και βρέθηκαν οι συνομιλίες τους στο κινητό. Ευτυχώς το νεογέννητο κορίτσι επέζησε και ζει σήμερα με τον πατέρα της.

Οι δύο όψεις

Το έγκλημα της έχει δύο αναγνώσεις αναφορικά πάντα με το αν πρέπει να οδηγηθεί στο κρεβάτι της εκτέλεσης ή να παραμείνει στη φυλακή για το υπόλοιπο της ζωής της. Από τη μια είναι μια φρικτή δολοφονία που θα δικαιολογούσε την εσχάτη των ποινών σε μια χώρα που ακόμα την εξασκεί. Από την άλλη είναι το αποτέλεσμα σοβαρών ψυχιατρικών προβλημάτων που δημιουργήθηκαν από τους ανθρώπους που θεωρητικά έπρεπε να προστατεύουν τη Λίζα. Οι δικηγόροι της υποστηρίζουν ότι δεν μπορεί να κρίνεις ξεχωριστά το έγκλημα και να μην εξετάσεις την πορεία που οδήγησε σε αυτό.  Να μην αναγνωρίσεις κανένα ελαφρυντικό και να οδηγήσεις έναν ψυχικά άρρωστο άνθρωπο στον θάνατο.

«Πρέπει να κατανοήσουμε τι οδηγεί έναν άνθρωπο να φτάσει σε μια πράξη η οποία είναι αδιανόητη για οποιονδήποτε ψυχολογικά υγιή. Πρέπει να λάβουμε υπ' όψιν μας την ψυχική ασθένεια, το τεράστιο τραύμα της παιδικής ηλικίας και τα αποτελέσματά του πάνω στο άτομο» τονίζει η παιδοψυχολόγος Κάθριν Πόντερφιλντ.

Ανεπαρκέστατη υπεράσπιση

Αυτό που επίσης πρέπει να ληφθεί υπ' όψιν στην υπόθεση της Μοντγκόμερι είναι η ανεπαρκής υπεράσπιση της στη φάσης του ορισμού της ποινής. Ήταν το 2007 όταν το σώμα των ενόρκων κλήθηκε να αποφασίσει ποια θα είναι η ποινή για την Μοντγκόμερι που είχε ήδη καταδικαστεί για φόνο και απαγωγή. Το ερώτημα ήταν αν θα της επιβληθεί η θανατική ποινή ή όχι.

Την υπεράσπιση της Μοντγκόμερι είχε αναλάβει ένας παντελώς άπειρος δικηγόρος, που όρισε το δικαστήριο και ο διαβόητος στο Κάνσας, Φρεντ Ντουσάρντ.

Ως δικηγόρος υπεράσπισης ο Ντουσάρντ έχει το χειρότερο «ρεκόρ» καταδικών σε θάνατο στις ΗΠΑ. Τέσσερις από τους επτά θανατοποινίτες που περιμένουν εκτέλεση στην πολιτεία του Μιζούρι τον είχαν δικηγόρο.

Ο Ντουσάρντ ακολούθησε μια περίεργη τακτική υπεράσπισης υποστηρίζοντας ότι η Μοντγκόμερι έπασχε από μια σπάνια ψυχική ασθένεια που ονομάζεται ψευδοκύηση και την έκανε να πιστεύει ότι το μωρό στην κοιλία της Στίνετ είναι δικό της. Οι ένορκοι δεν πείστηκαν. Στη διαδικασία του ορισμού της ποινής η υπεράσπιση δεν παρουσίασε επαρκώς τα βασανιστήρια και τη σεξουαλική κακοποίηση που οδήγησαν στην ψυχική κατάρρευση της Μοντγκόμερι. Έτσι στις 26 Οκτωβρίου 2007 της επιβλήθηκε η ποινή του θανάτου.

«Σαν να μιλάς με αιχμάλωτο πολέμου»

Μόνο μετά από χρόνια η νέα ομάδα δικηγόρων που ανέλαβε την υπόθεση εμβάθυνε στην παιδική και εφηβική ηλικία της Λίζα και ζήτησε την άποψη ειδικών. Η κοινωνική λειτουργός Τζάνετ Βόγκελσανγκ κέρδισε την εμπιστοσύνη της Μοντγκόμερι και έκαναν πολύωρες συζητήσεις.

«Το να μιλάς μαζί της είναι σαν να μιλάς με έναν βετεράνο του πολέμου του Βιετνάμ ή της Κορέας. Ανθρώπους που ήταν αιχμάλωτοι σε κλουβιά από μπαμπού κάτω από τις πιο άθλιες συνθήκες» τονίζει.

Η έρευνα της Βόγκεσλαγκ καταγράφηκε σε 184 σελίδες και παρουσιάζει στοιχεία που έπρεπε να γνωρίζουν οι ένορκοι. Η Λιζα βίωσε σωματική και σεξουαλική βία. Ομαδικούς βιασμούς, εκπόρνευση και μόνιμη ταπείνωση. Από την ηλικία των τεσσάρων η μητέρα της τής έβαζε ταινία στο στόμα για να μην μιλάει και την ενοχλεί. Την ανάγκαζαν να στέκεται γυμνή μπροστά σε ξένους απειλώντας ότι θα την διώξουν από το σπίτι. Από πολύ ηλικία έβλεπε τους γονείς της να χτυπούν την αδελφή της με μια σανίδα σε σημείο που αιμορραγούσε.

«Ο πατριός της δεν την κακοποιούσε μόνο σεξουαλικά αλλά είχε καταστρέψει τον ψυχισμό της. Είχε φτιάξει μια τρύπα από την οποία μπορούσε να την παρακολουθεί όταν πήγαινε στο δωμάτιο της. Η Λίζα είχε βρει ένα μέρος όπου δεν υπήρχε ορατότητα από τη συγκεκριμένη τρύπα. Στεκόταν εκεί για ώρες απλά για να μην μπορεί να τη δει. Τα βασανιστήρια που βίωσε προσομοιάζουν με αυτά που έχουν υποστεί τα παιδιά-στρατιώτες και οι αιχμάλωτοι πολέμου. Την είχαν απομονώσει, την ταπείνωναν, δεν της επέτρεπαν να μιλά και την χτυπούσαν σε μόνιμη βάση» τονίζει η Βόγκεσλαγκ. «Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η κ. Μοντγκόμερι είναι σοβαρότατα ψυχικά ασθενής. Έχει πολλαπλές βλάβες» προσθέτει η Κάθριν Πόντερφιλντ.

Δεν την προστάτευσαν...

Τους μήνες πριν το έγκλημα η κατάσταση της Λίζα είχε επιδεινωθεί. Είχαν καταγραφεί πολλά επεισόδια ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι υποστήριζε στο περιβάλλον της ότι είναι έγκυος. Όλοι όμως γνώριζαν ότι είχε υποστεί στείρωση μετά την γέννηση του τέταρτου παιδιού της. Παρότι ήταν φανερό πως χρειαζόταν βοήθεια δεν την είχε. Όπως και η οικογένεια της έτσι και η κοινωνία δεν την προστάτευσε.

Σε όλη τη βασανιστική παιδική της ηλικία μόνο μια φορά κοινωνική λειτουργός επισκέφθηκε την οικογένεια και μάλιστα έχοντας ενημερώσει από πριν. Οι γονείς της την είχαν απειλήσει ότι θα την σκοτώσουν αν μιλήσει.

Ένα γιατρός που την είχε εξετάσει κατάλαβε ότι το κορίτσι βιαζόταν αλλά δεν μίλησε ενώ όταν το θέμα έφτασε στο δικαστήριο λόγω του διαζυγίου της μητέρα της με τον πατριό της ο δικαστής αρκέστηκε να πει ότι ο βιασμός έπρεπε να έχει καταγγελθεί στην αστυνομία.

Όπως τονίζουν όσοι ζητούν την αναστολή της εκτέλεσης της Λίζα η κοινωνία και η κυβέρνηση που δεν την προστάτευσε τόσες φορές ζητά τώρα το θάνατο της.

«Δεν έχω δει υπόθεση σαν αυτή. Δεν γνωρίζω στις ΗΠΑ ή σε άλλη χώρα άλλο άτομο που να υποβλήθηκε σε τέτοια σεξουαλική βία, σε τέτοια βασανιστήρια και να εκτελέστηκε. Θεωρώ πως αν γνώριζαν τα γεγονότα και το πώς έφτασε στο έγκλημα η πλειονότητα θα ήθελε να μην γίνει η εκτέλεση. Αν τελικά προχωρήσει τότε όλοι μας πρέπει να νιώθουμε ντροπή» υποστηρίζει η Σάντρα Μπάντοκ.

*Παρά τις προσπάθειες τις νομικής της ομάδας η Λίζα Μοντγκόμερι εκτελέστηκε τελικά με θανατηφόρα ένεση στις 13 Ιανουαρίου 2021.