Η Γερμανία, ο μεγαλύτερος οίκος ανοχής της Ευρώπης


Στην πλουσιότερη χώρα της Ευρώπης, χιλιάδες γυναίκες - θύματα παράνομων κυκλωμάτων αλλά και ενός νόμου του κράτους- ζουν έναν καθημερινό εφιάλτη και εξαναγκάζονται να εκπορνευτούν 




Σε ένα μικρό χωριό της Νιγηρίας μια νεαρή κοπέλα γονατίζει μέσα σε μια σκοτεινή σκηνή έτοιμη να πάρει μέρος σε μια τελετή βουντού και να δώσει τον όρκο πίστης «juju» στον άνθρωπο που θα την πάρει από εκεί. Όσο τρώει ωμές καρδιές κοτόπουλου και πίνει αίμα ζώου ανακατεμένο με σκουλήκια ονειρεύεται την επόμενη μέρα, όταν θα ξεκινήσει το ταξίδι της για την Ευρώπη, το οποίο θα της χαρίσει μια νέα ζωή μακριά από τις δυσκολίες της ζωής στη Νιγηρία ή τον κύριο του σπιτιού που δουλεύει και την βιάζει καθημερινά ή την απειλή του ακρωτηριασμού των γεννητικών της οργάνων. Αυτό που δεν ξέρει ακόμα είναι ότι η ζωή που ετοιμάζουν γι’ αυτήν στην Ευρώπη δεν θα διαφέρει πολύ απ’ όσα έχει ζήσει ως τώρα.

Καλωσήρθατε στο πορνείο της Ευρώπης

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΟΗΕ πάνω από 20.000 γυναίκες από τη Νιγηρία έχουν φτάσει στην Ευρώπη μέσω της Μεσογείου και της Ιταλίας μόνο τα τελευταία τρία χρόνια. Από αυτές περίπου το 80% έχει καταλήξει στην πορνεία και οι περισσότερες μάλιστα παρά τη θέλησή τους. Ορισμένες από αυτές τις γυναίκες παραμένουν στην Ιταλία, στη Βερόνα ή τη Ρώμη, ωστόσο το μεγαλύτερο ποσοστό καταλήγει στην Γερμανία, μια χώρα που πολλοί πλέον χαρακτηρίζουν ως το «πορνείο της Ευρώπης». Εκεί συνωστίζονται χιλιάδες ακόμα γυναίκες κατά κύριο λόγο από την ανατολική Ευρώπη. Όλες έφτασαν στην Γερμανία με όνειρα για μια καλύτερη ζωή, ωστόσο πολύ συχνά έπεσαν θύματα μαστροπών που τις εξαναγκάζουν να εκδίδονται καθημερινά.

Αν και οι περισσότεροι θεωρούν ότι το Άμστερνταμ είναι η πρωτεύουσα της πορνείας στην Ευρώπη, στην πραγματικότητα η Γερμανία είναι η χώρα με τις περισσότερες ιερόδουλες αναλογικά με τον πληθυσμό από κάθε άλλη της ηπείρου, ενώ ξεπερνά ακόμα και την Ταϊλάνδη. Σύμφωνα με τις τελευταίες επίσημες μετρήσεις- οι οποίες έχουν γίνει πριν από μια δεκαετία- σε όλη τη χώρα υπάρχουν 400.000 ιερόδουλες που εξυπηρετούν καθημερινά 1,2 εκατ. ανδρών. Σήμερα, τα νούμερα θεωρείται ότι βρίσκονται πολύ πιο ψηλά με τις εκτιμήσεις να μιλούν για τουλάχιστον 800.000 ιερόδουλες.

Η «εκτόξευση» στη χώρα ξεκίνησε το 2002, όταν η Γερμανία νομιμοποίησε την πορνεία και τους οίκους ανοχής. Σύμφωνα με το σκεπτικό του νόμου ο σκοπός ήταν να δοθούν στις ιερόδουλες οι ευκαιρίες για καλύτερο μισθό, ασφάλιση, εργασιακή προστασία και δυνατότητα συνταξιοδότησης. Στην πραγματικότητα όμως σχεδόν κανένας ιδιοκτήτης οίκου ανοχής δεν ασφαλίζει τις εργαζόμενές του και καμία ιερόδουλη δεν έχει προχωρήσει ποτέ σε καταγγελία στις αρχές καθώς πολύ απλά οι απειλές για την ζωή τους είναι ισχυρότερες από την νομική δικαίωση.

Το 2004, δύο χρόνια μετά τη νομιμοποίηση της πορνείας, υπολογιζόταν ότι τα έσοδα στην οικονομία σε αυτόν τον τομέα ήταν περίπου έξι δισεκατομμύρια ευρώ, σχεδόν όσα κέρδιζε η Porsche και η Adidas. Σήμερα, υπολογίζεται ότι η βιομηχανία της πορνείας αποφέρει πάνω από 15 δισεκατομμύρια. Φυσικά, από τα χρήματα αυτά ελάχιστα καταλήγουν στις πραγματικά εργαζόμενες.

«Η Γερμανία έχει τη φήμη στον κόσμο που είχε παλαιότερα η Ταϊλάνδη. Εδώ μπορείς να οδηγείς με 260 χιλιόμετρα την ώρα στον αυτοκινητόδρομο και παράλληλα να αγοράσεις πολύ φθηνά τις υπηρεσίες μιας γυναίκας. Η Γερμανία είναι το πορνείο της Ευρώπης. Με το που βγάλεις 20 ευρώ από την τσέπη σου μπορείς να ασκήσεις όση βία θέλεις πάνω σε μια γυναίκα» τονίζει η πολιτικός των Σοσιαλδημοκρατών Λένι Μπραϊμάγερ.

Η Λένι Μπραϊμάγερ θεωρεί τον νόμο περί πορνείας του 2002 υπεύθυνο για αυτή την κατάσταση. Στόχος του νόμου ήταν η καλύτερη προστασία των γυναικών, ωστόσο στην πράξη απέτυχε. «Ούτε εκατό γυναίκες δεν είναι ασφαλισμένες» τονίζει η Γερμανίδα πολιτικός στην Deutsche Welle. Αλλά και ο νόμος του 2017 που ακολούθησε με σκοπό να βελτιώσει τον προηγούμενο και πάλι δεν κατάφερε να βελτιώσει την κατάσταση. Ο νόμος προέβλεπε την υποχρεωτική χρήση προφυλακτικών και τη δήλωση των εργαζόμενων στις αρχές. Παρ’ όλα αυτά οι περισσότερες γυναίκες δεν δηλώνονται διότι οι ίδιες φοβούνται ότι θα στιγματιστούν κοινωνικά, ενώ οι ιδιοκτήτες των οίκων ανοχής θέλουν να αποφύγουν τα ασφαλιστικά τέλη. Στο Βερολίνο, για παράδειγμα, μόνο 2.132 γυναίκες από τις 8.000 που εργάζονται έχουν δηλωθεί.

Εκτός αυτού οι περισσότερες γυναίκες που εργάζονται σε αυτόν τον χώρο προέρχονται από την Αφρική, και κυρίως τη Νιγηρία, ή από την Ανατολική Ευρώπη και έχουν φτάσει στη Γερμανία με πλαστά έγγραφα και συνήθως είναι θύματα trafficking ζώντας υπό την συνεχή απειλή των ανθρώπων που τις εκπορνεύουν. Κάποιες από τις γυναίκες έχουν πέσει θύματα απαγωγής, ενώ σε άλλες έχουν υποσχεθεί ότι θα δουλέψουν ως σερβιτόρες ή νταντάδες κάτι που δεν συνέβη ποτέ. Άλλες γυναίκες έχουν συμφωνήσει να εργαστούν ως ιερόδουλες, ωστόσο οι συνθήκες εργασίας και τρομοκρατίας που συναντούν είναι αδιανόητες. Συχνά μάλιστα οι προαγωγοί των γυναικών προέρχονται από τις ίδιες πόλεις με αυτές ή είναι μέλη της οικογένειάς τους. Έτσι, η απειλή ότι θα αποκαλύψουν τα πάντα γι’ αυτές στους δικούς τους είναι μόνιμη.

Η συντονίστρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το εμπόριο ανθρώπων, Μύρια Βασιλειάδου, αφηγείται στην Telegraph την ιστορία μιας γυναίκας από την Νιγηρία, η οποία εξαναγκαζόταν να εκδίδεται σε πάνω από 20 άντρες την ημέρα. «Έλεγε σε κάθε πελάτη της ότι δεν ήθελε να βρίσκεται εκεί και ότι θα την σκότωναν αν δεν έκανε ό,τι της έλεγαν οι προαγωγοί της. Όλοι της απαντούσαν ότι δεν τους ένοιαζε, καθώς αυτοί είχαν πληρώσει για τις υπηρεσίες της».

Η τελετή τζούτζου και η αιώνια υποταγή

Οι αρχές της Γερμανίας υπόσχονται συνεχώς να κάνουν περισσότερα για να αντιμετωπίσουν το εμπόριο ανθρώπων, ωστόσο πολύ λίγα φαίνεται να γίνονται. Στο πλαίσιο αυτό ωστόσο, οι γερμανικές αρχές συνέλαβαν τον περασμένο χρόνο μια προαγωγό και την καταδίκασαν σε πέντε χρόνια φυλακή. Τα όσα ακούστηκαν στη δίκη αποκάλυψαν ένα κύκλωμα που ξεκινά από την Νιγηρία και φτάνει ως την Γερμανία με σκοπό την εκμετάλλευση και το εμπόριο γυναικών.

Η προαγωγός γεννήθηκε και η ίδια στην Νιγηρία όπου για πολλά χρόνια δούλευε ως ιερόδουλη. Όταν κατάφερε να έρθει στην Γερμανία συνέχισε να εργάζεται στους δρόμους ώσπου τελικά παντρεύτηκε έναν Γερμανό πολίτη με τον οποίο έκανε δύο παιδιά. Κάποια στιγμή αποφάσισε ότι ήρθε η ώρα να… αναβαθμιστεί και σε συνεργασία με το κύκλωμα της νιγηριανής μαφίας ανέλαβε το ρόλο της προαγωγού.

Η μαφία αναλάμβανε να εντοπίσει κορίτσια πίσω στη Νιγηρία που ζούσαν δύσκολα και να τους υποσχεθεί μια καλύτερη ζωή στην Ευρώπη. Ένα από αυτά τα κορίτσια ήταν η «Άννα» (ψεύτικο όνομα). Η Άννα ζούσε στο σπίτι της γιαγιάς της στη Νιγηρία μαζί με την μητέρα της και τα αδέρφια της. Όταν μπήκε στην εφηβεία άρχισαν τα προβλήματά της.

«Όταν έγινα 16 ετών, η οικογένειά μου αποφάσισε ότι θα έπρεπε να μου ακρωτηριάσουν τα γεννητικά όργανα. Δεν το ήθελα αυτό, φοβόμουν πάρα πολύ και έτσι αρνήθηκα. Η μητέρα μου με χτύπησε επειδή δεν συμμορφωνόμουν με την παράδοση. Δεν μπορούσα να σκεφτώ άλλη λύση παρά να δραπετεύσω. Δεν είχα πλέον σπίτι, έτσι γυρνούσα στους δρόμους και προσπαθούσα να βρω βοήθεια», αναφέρει η ίδια.

Η ιστορία της «Ίνα» δεν είναι πολύ διαφορετική. Ζούσε με την γιαγιά της ωστόσο όταν αυτή πέθανε αναγκάστηκε να δουλέψει ως υπηρέτρια σε ένα σπίτι στο Μπενίν. Εκεί, ο ιδιοκτήτης του σπιτιού την βίαζε σχεδόν καθημερινά και όταν η σύζυγός του το ανακάλυψε απέλυσε την Ίνα. Μέσω ενός φίλου ήρθε σε επαφή με έναν άντρα που της υποσχέθηκε ότι μπορεί να την βοηθήσει και να την στείλει στην Ευρώπη.

Η «βοήθεια» αυτή έρχεται συνήθως από μέλη ενός εγκληματικού δικτύου με «κεφαλή» την Νιγηριανή προαγωγό στην Γερμανία. Όσοι προσεγγίζουν τα κορίτσια τους ζητούν 55.000 ευρώ για την μεταφορά τους στην Ευρώπη ωστόσο τους υπόσχονται ότι όταν φτάσουν εκεί θα βρουν γρήγορα μια καλή δουλειά και θα μπορέσουν να ξεπληρώσουν εύκολα το χρέος.

Πριν φύγουν όμως από την Νιγηρία πρέπει να δώσουν τον όρκο πίστης «τζούτζου» (juju). Το «τζούτζου» είναι ευρέως διαδεδομένο στις χώρες της Δυτικής Αφρικής και είναι μέρος των τελετών βουντού. Οι γυναίκες έπρεπε να ορκιστούν μπροστά στον ιερέα βουντού ότι θα ξεπληρώσουν μέχρι τέλους το χρέος τους στους διακινητές και θα ακολουθούν πιστά κάθε οδηγία τους. Αν παρέβαιναν τον όρκο θα τρελαίνονταν και θα μολύνονταν με κάθε αρρώστια που υπάρχει ή μπορεί ακόμα και να πέθαιναν σύμφωνα με τα όσα τους έλεγε ο ιερέας εκμεταλλευόμενος την αμάθεια και το σύστημα προκαταλήψεων μέσα στο οποίο είχαν μεγαλώσει τα κορίτσια.

Κατά τη διάρκεια της τελετής, τα κορίτσια έπρεπε να δώσουν μαλλιά από το κεφάλι τους και τα φρύδια τους στον ιερέα και ένα εσώρουχό τους, ενώ πολλές φορές έπρεπε να φάνε ωμή καρδιά κοτόπουλου και να πιουν αίμα χελώνας ή να κάνουν μπάνιο με βρώμικο νερό.

Αμέσως μετά είναι έτοιμες να ξεκινήσουν το ταξίδι τους. Με πλαστά έγγραφα  καταθέτουν αίτηση για νιγηριανό διαβατήριο και στη συνέχεια αίτηση για Visa συνήθως στις πρεσβείες της Ελλάδας ή της Γαλλίας. Οι διακινητές τους δίνουν μια κάρτα κινητού και οδηγίες, ενώ πληρώνουν γι’ αυτές τα έξοδα για τα αεροπορικά εισιτήρια και τα ξενοδοχεία. Φυσικά, οι κοπέλες θα δουλέψουν στη συνέχεια πολύ σκληρά για να αποπληρώσουν αυτή τη «χάρη». Τελικά, φτάνουν κάποια στιγμή στη Γερμανία μέσω Γαλλίας, Ελλάδας, Βελγίου, Τουρκίας ή Αιγύπτου, όπου τις περιμένουν τα εκεί μέλη του κυκλώματος, συνήθως κάποιες άλλες γυναίκες από την Νιγηρία.

Τελικά, συναντούν την προαγωγό, η οποία τους παίρνει τα διαβατήρια, τα κινητά και τα πράγματά τους και τους λέει ότι μόλις ξεπληρώσουν το χρέος τους θα είναι ελεύθερες.  Αυτό που δεν ξεχνά είναι να τους υπενθυμίσει τον όρκο τζούτζου που έχουν δώσει. Έτσι, οι κοπέλες υπό τον φόβο του όρκου αλλά και της κοινωνικής κατακραυγής από τις οικογένειές τους πίσω στη Νιγηρία αναγκάζονται να εργαστούν στο πορνείο της προαγωγού. Η προαγωγός παίρνει κάθε εβδομάδα τα κέρδη από τα κορίτσια και τα μοιράζεται με το κύκλωμα. Σε έφοδο της αστυνομίας στο σπίτι της συγκεκριμένης προαγωγού στο Ντούισμπουργκ βρέθηκαν 100.000 ευρώ κρυμμένα σε θήκες DVD.

Η Ίνα λέει πως έπρεπε να δίνει στην προαγωγό 130 ευρώ κάθε μέρα και υπολογίζει ότι της έχει δώσει συνολικά 42.000 ευρώ. Μάλιστα, όταν κάποια στιγμή κατάλαβε ότι είχε μείνει έγκυος, η προαγωγός της έδωσε χάπια που υποτίθεται ότι προκαλούν άμβλωση ωστόσο έχουν σοβαρές παρενέργειες. Η Ίνα έπαθε έντονη αιμορραγία, ωστόσο η προαγωγός την επόμενη μέρα την ανάγκασε να εργαστεί ξανά. Αν δεν υπάκουε, θα πρέπει να υποστεί τις συνέπειες.

Τι συμβαίνει στην Ευρώπη

Υπολογίζεται ότι τουλάχιστον το 70% των γυναικών που εργάζονται ως ιερόδουλες στην Ευρώπη εξαναγκάζονται σε αυτό και είναι θύματα εκμετάλλευσης. Η συζήτηση και οι πιέσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση για να επανεξεταστούν οι νόμοι περί πορνείας είναι έντονες και πολλοί υποστηρίζουν ότι ο μόνος τρόπος για να μειωθεί το trafficking είναι να μειωθεί και η ζήτηση για τον αγοραίο έρωτα. Σύμφωνα με αυτούς η μέθοδος για να το πετύχεις αυτό είναι η ποινικοποίηση του «πελάτη».

Την τακτική αυτή έχει ακολουθήσει ήδη η Σουηδία, όπου η πορνεία αποτελεί ποινικό αδίκημα για όποιον αγοράζει. Αντίστοιχα και στην Νορβηγία δεν διώκονται οι ιερόδουλες, αλλά ο πελάτης τιμωρείται με πρόστιμο ή ακόμα και με φυλάκιση. Το ίδιο μοντέλο στην Ευρώπη έχουν ακολουθήσει η Ισλανδία, η Γαλλία και η Ιρλανδία.

Στη χώρα μας η πορνεία είναι νόμιμη μόνο σε αδειοδοτούμενους από το κράτος οίκους ανοχής, ενώ απαγορεύεται στους δρόμους ή σε χώρους που δεν έχουν την ανάλογη άδεια. Στην πραγματικότητα τα ποσοστά της παράνομης πορνείας είναι τεράστια. Εκτιμάται ότι λιγότερες από 1.000 γυναίκες απασχολούνται νόμιμα ως πόρνες και περίπου 20.000 γυναίκες, οι περισσότερες αλλοδαπές, προβαίνουν σε παράνομη πορνεία.

Τι συμβαίνει στην Γερμανία

Η Γερμανία είναι η πρώτη επιλογή στην Ευρώπη όσων κάνουν trafficking. Οι σωματέμποροι επιλέγουν την χώρα καθώς η νομιμοποίηση της πορνείας σημαίνει λιγότερους ελέγχους.

«Ακόμα και η Europol διαπιστώνει πως η Γερμανία εξαιτίας του χαλαρού νομικού πλαισίου είναι χώρα εκμετάλλευσης ανθρώπων. Η Κομισιόν μας ζητά επίμονα να υιοθετήσουμε κανόνες όπως αυτούς στη Σουηδία» δηλώνει η Λένι Μπραϊμάγερ και συμπληρώνει πως από τότε που έγινε νόμιμη η πορνεία είναι πολύ δύσκολο στην πράξη να αποδείξεις το εμπόριο ανθρώπων.

Οι επιλογές για όποιον ψάχνει αγοραίο έρωτα είναι ατελείωτες στη Γερμανία. Υπάρχουν οργανωμένα πορνεία όπου κάποιος πληρώνει ένα ποσό για την είσοδό του- στο οποίο περιλαμβάνεται φαγητό και τζακούζι- ενώ πληρώνει έξτρα για λίγες ώρες με μια γυναίκα. Μπορεί κάποιος ωστόσο να βρει αυτό που ψάχνει σε πάρκα με τροχόσπιτα, όπου τους περιμένουν εκδιδόμενες γυναίκες ή ακόμα και στους δρόμους. Εκεί, μπορεί να περάσεις λίγη ώρα με μια γυναίκα ακόμα και για 10 ευρώ ή μερικές φορές και για λίγο φαγητό κάτι που έγινε πιο έντονο μετά την είσοδο στην Ευρωπαϊκή Ένωση χωρών όπως η Ρουμανία και η Βουλγαρία. Οι γυναίκες από αυτές τις χώρες μπορούν πλέον να ταξιδεύουν πιο εύκολα στη Γερμανία και οι οικονομικές απαιτήσεις τους είναι πολύ χαμηλότερες.  Νόμιμο είναι και το «flat rate», με το οποίο ο πελάτης πληρώνει ένα στάνταρ ποσό για… ατελείωτες υπηρεσίες χωρίς περιορισμούς. Μάλιστα, ένας άντρας από τις ΗΠΑ λέει ότι πλέον ταξιδεύει τρεις φορές το χρόνο στην Γερμανία γι’ αυτόν τον λόγο καθώς τον συμφέρει οικονομικά λόγω των χαμηλών τιμών!

Έτσι, παρόλο που τα κυκλώματα διακινητών «χρεώνονται» με 55.000 ευρώ για κάθε γυναίκα που φέρνουν από την Νιγηρία κι άλλες χώρες στη Γερμανία η… άνθιση της δουλειά τους αποφέρει διπλάσια κέρδη.

Φυσικά, αν κάποιος πιστεύει αφοριστικά ότι το πρόβλημα αφορά μόνο την Γερμανία απλώς απατάται. To trafficking είναι τεράστιο θέμα που απλώς καταλήγει συχνότερα στην ισχυρότερη χώρα της Ευρώπης λόγω του νομικού πλαισίου αλλά και της ανθηρής οικονομίας της που δίνει την δυνατότητα στους πολιτες της να πληρώνουν αδρά για τον αγοραίο έρωτα χωρίς να κάνουν πολλές ερωτήσεις.

«Τελικά, όλα έχουν να κάνουν με τα χρήματα και το trafficking των γυναικών από την Νιγηρία θα συνεχίσει όσο η Ευρώπη απαιτεί όλο και πιο νέα κορίτσια. Η Ευρώπη είναι πεινασμένη. Πεινασμένη για ναρκωτικά, για ανήλικα κορίτσια και οτιδήποτε είναι απαγορευμένο», λέει ο Τζον Ομορουάν, ένα πρώην μέλος της νιγηριανής μαφίας.