Όταν σκότωσαν τις... Πεταλούδες


Ο ΟΗΕ έχει ορίσει την 25η Νοεμβρίου Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Βιας κατά των Γυναικών στη μνήμη των αδελφών Μιραμπάλ που δολοφονήθηκαν από το καθεστώς Τρουχίγιο

«Αν με σκοτώσουν θα βγάλω τα χέρια μου από τον τάφο και θα είμαι ακόμα πιο δυνατή». Με αυτή τη φράση απαντούσε η Μινέρβα Μιραμπάλ σε όσους την προειδοποιούσαν για αυτό που πλέον έμοιαζε να είναι κοινό μυστικό στη Δομινικανή Δημοκρατία. Το καθεστώς του Ραφαέλ Τρουχίγιο είχε αποφασίσει να σκοτώσει τις αδελφές Μιραμπάλ.

Ήταν 25η Νοεμβρίου 1960 όταν οι εκτελεστές του δικτάτορα υλοποίησαν τη διαταγή του. Οι Mariposas (Πεταλούδες), η Μινέρβα, η Πάτρια και η Μαρία Τερέσα ήταν νεκρές.

Η Μινέρβα όμως τήρησε την υπόσχεση της. Εξήντα χρόνια μετά η θυσία τους δεν έχει ξεχαστεί και στη μνήμη της φρικτής δολοφονίας του ο ΟΗΕ έχει ορίσει την 25η Νοεμβρίου ως Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Βιας κατά των Γυναικών.

Τα πρώτα χρόνια

Συνολικά οι αδελφές Μιραμπάλ ήταν τέσσερις. Η Πάτρια ήταν η μεγαλύτερη στη συνέχεια γεννήθηκε η Αντέλα (γνωστή ως, Ντεντέ) η οποία γλίτωσε τη τραγική μοίρα των άλλων κοριτσιών. Η Μινέρβα ήταν τρίτη και η μικρότερη ήταν η Μαρία Τεσέρα. Η οικογένεια Μιραμπάλ ήταν εύπορη και τα κορίτσια μεγάλωσαν χωρίς να στερηθούν τίποτα. Αυτό άλλαξε όταν το 1930 ο Τρουχίγιο ενορχήστρωσε πραξικόπημα και στη συνέχεια κατέλαβε την εξουσία. Η οικογένεια έχασε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας της. Η Μινέρβα ήταν η πλέον πολιτικοποιημένη και έγινε μέλος του κινήματος αντίστασης «14 de Junio».

Στις 12 Οκτωβρίου 1949 ο Τρουχίγιο κάλεσε την οικογένεια Μιραμπάλ σε ένα πάρτι που διοργάνωνε στο ανάκτορο του στο Σαν Κριστομπάλ. Είχε δει τη Μινέρβα σε μια παράσταση και τον είχε εντυπωσιάσει. Προσπάθησε να την προσεγγίσει αλλά αυτή τον απέρριψε. Μια άλλη εκδοχή θέλει τη Μινέρβα να ασκεί κριτική στον Τρουχίγιο για την πολιτική του. Ίσως η αλήθεια να βρίσκεται κάπου στη μέση. Η οικογένεια Μιραμπάλ έφυγε με μια δικαιολογία από το πάρτι, ο Τρουχίγιο προσβλήθηκε και τους έβαλε στο στόχαστρο του.


Ο Τράγος

O δικτάτορας της Δομινικανής Δημοκρατίας, γνωστός και ως Τράγος, έμεινε 31 χρόνια στην ηγεσία της χώρας κυρίως χάρη σε δύο παράγοντες. Τη στήριξη από την ελίτ και το γεγονός ότι ήταν αδίστακτος. Οργάνωσε ένα δίκτυο τρόμου με συλλήψεις, βασανισμούς και εκτελέσεις. Από τη μια η συμμορία El 42 του Μιγκέλ Άνχελ Παουλίνιο ο οποίος κυκλοφορούσε το βράδυ στους δρόμους με μια κόκκινη Packard που έμεινε γνωστή ως το αυτοκίνητο του θανάτου, και από την άλλη η επίσημη SIM υπό τον σαδιστή Τζόνι Αμπές Γκαρσία που έφτασε στο σημείο να οργανώνει απόπειρες δολοφονίας ηγετών άλλων κρατών.

Ο Τράγος είχε εμμονή με τα νεαρά κορίτσια και κυρίως με τις παρθένες. Κακοποίησε σεξουαλικά εκατοντάδες κορίτσια, σε πολλές περιπτώσεις ανήλικα και δεν δίσταζε να ζητήσει ακόμα και από συνεργάτες του να στείλουν τις κόρες τους στο ανάκτορο του.

Δολοφονήθηκε στις 30 Μαΐου 1961.

Οι Πεταλούδες

Η Μινέρβα Μιραμπάλ μπήκε στην αντίσταση με το προσωνύμιο Mariposa (πεταλούδα) και την ακολούθησε η Μαρία Τερέσα. Η Πάτρια δεν είχε άμεση επαφή με τους ηγέτες της αντίστασης αλλά βοηθούσε τις αδελφές της ενώ η Ντεντέ ζούσε οικογενειακά και δεν είχε εμπλακεί καθόλου.

Η δράση των Πεταλούδων έγινε γνωστή και τον Μάιο του 1960 η Μινέρβα και η Μαρία Τερέσα συνελήφθησαν, μαζί με τους συζύγους τους και δικάστηκαν με την κατηγορία ότι «αποτελούν κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια». Καταδικάστηκαν σε τρία χρόνια κράτηση και στη φυλακή βασανίζονταν και βιάζονταν συστηματικά. Ο Τρουχίγιο τους έδωσε χάρη μετά από τρεις μήνες αλλά οι σύζυγοι τους παρέμειναν στα κελιά. Με αυτή την κίνηση ο δικτάτορας φάνηκε μεγαλόψυχος αλλά θεωρούσε ότι θα μπορέσει να ελέγχει τις αδελφές Μιραμπάλ από τη στιγμή που κρατούσε ακόμα τους άντρες τους.

Οι Πεταλούδες όμως ήρθαν και πάλι σε επαφή με την αντίσταση. Σε μια εποχή που το καθεστώς δεχόταν πιέσεις από το εξωτερικό και αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα ο Τρουχίγιο έδωσε εντολή στον στρατηγό Πούπο Ρομάν να εξαφανίσει τις αδελφές Μιραμπάλ.

Η δολοφονία

Η πρώτη κίνηση του στρατηγού ήταν να μεταφέρει τους συζύγους των αδελφών Μιραμπάλ σε άλλη φυλακή. Έτσι για να τους επισκεφθούν θα έπρεπε να κάνουν μεγάλη απόσταση και να περάσουν από μέρη ιδανικά για ενέδρα. Την οργάνωση της εκτέλεσης ανέλαβε ο Κάνδιδο Τόρες Τεχέδα, υπαρχηγός της SIM.

Ο Τεχέδα επικοινώνησε με τον υφιστάμενο του Βίκτορ Αλισίνιο Πένια Ριβέρα ο οποίος γράφει στο βιβλίο του για το σχέδιο εξόντωσης:

«Ο Τεχέδα ήρθε και μου είπε: Έρχομαι εκ μέρους του στρατηγού Ρομάν και θέλω να μεταφέρει τους συζύγους των αδελφών Μιραμπάλ με τη δικαιολογία ότι βρέθηκαν κρυμμένα όπλα και τους θέλουμε να μας βοηθήσουν να αναγνωρίσουμε κάποια άτομα. Θα τους πεις ότι όταν το κάνουν θα επιστρέψουν στο Σαλσέδο. Μόλις θα μεταφερθούν θα ετοιμάσεις μια ενέδρα για τις Μιραμπάλ. Πρέπει να πεθάνουν και να μοιάζει με αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Αυτή είναι η επιθυμία του αφεντικού».

Την επόμενη μέρα ο Πένια Ριβέρα συναντήθηκε με τον Κιριάκο ντε λα Ρόσα και μαζί συγκρότησαν την ομάδα κρούσης. Αποτελούνταν από τέσσερα άτομα, τους Αλφόνσο Κρους Βαλέριο, Εμίλιο Εστράδα Μαλέτα, Νέστορ Ανρόνιο Πέρες Τερέρο και Ραμόν Εμίλιο Ρόχας Λόρα. Η πρώτη απόπειρα έγινε στις 18 Νοεμβρίου 1960 και δεν ολοκληρώθηκε γιατί στο όχημα επέβαιναν και παιδιά. Το ίδιο συνέβη και στις 22 Νοεμβρίου.

Στις 25 όμως η ομάδα πληροφορήθηκε ότι οι τρεις αδελφές (Μινέρβα, Μαρία Τερέσα και Πάτρια) θα πήγαιναν στη φυλακή μόνο με τον οδηγό τους Ρουφίνο ντε λα Κρους.

Αφού συνάντησαν τους συζύγους τους πήραν τον δρόμο της επιστροφής. Όταν το τζιπ έφτασε στη γέφυρα Μαραπίκα τον δρόμο έκλεινε ένα σκαραβαίος. Τέσσερις άνδρες εμφανίστηκαν ξαφνικά και με την απειλή όπλου έβγαλαν τις τρεις γυναίκες από το τζιπ. Τις οδήγησαν στον σκαραβαίο και τις στρίμωξαν στις πίσω θέσεις. Δύο άντρες μπήκαν στο τζιπ με τον οδηγό των Μιραμπάλ και δύο στο «VW».

Οδήγησαν μέχρι ένα σπίτι στην περιοχή Λα Κούμπρε όπου βρίσκονταν ήδη ο Πένια Ριβέρα και ο Ντε λα Ρόσα.

Τους έδωσε το σινιάλο να προχωρήσουν. Μετέφεραν τις γυναίκες και τον οδηγό σε ένα εσωτερικό δωμάτιο και τους έδεσαν τα χέρια. Τους χτύπησαν με μανία με ρόπαλα μέχρι που έπαψαν πια να κινούνται. Ο Ντε λα Ρόσα πήγε στο δωμάτιο όπου περίμενε ο Πένια και του είπε: «Κύριε η αποστολή εξετελέσθη». Ο στρατηγός σηκώθηκε και πήγε να δει με τα μάτια του πτώματα για να είναι σίγουρος.

Τα τοποθέτησαν στο τζιπ το οποίο έριξαν από μεγάλο ύψος σε μια χαράδρα για να φανεί ότι έγινε δυστύχημα.

Ο Τρουχίγο ενημερώθηκε και θεώρησε ότι το θέμα έληξε. Όταν όμως η είδηση του θανάτου των αδελφών Μιραμπάλ κυκλοφόρησε κανείς δεν πίστεψε ότι ήταν δυστύχημα. Παρά το καταπιεστικό καθεστώς οι αντιδράσεις ήταν μεγάλες και ο Τρουχίγιο έχασε τη  σιωπηλή στήριξη μεγάλου κομματιού του λαού. Η δολοφονία των Πεταλούδων θεωρείται καταλυτικός παράγοντας στο να οργανωθεί η επιχείρηση δολοφονίας του δικτάτορα.

Η δίκη

Με τον Τρουχίγιο πλέον νεκρό ξεκίνησε τον Ιούνιο του 1962 η δίκη για την υπόθεση. Κατηγορίες απαγγέλθηκαν συνολικά σε δέκα άτομα. Οι ποινές ήταν 30 χρόνια για τέσσερις από την ομάδα που δολοφόνησε τις αδελφές και 20 για τον Νε λα Ρόσα γιατί συνεργάστηκε με τις αρχές. Οι υπόλοιποι έλαβαν μικρότερες ποινές. Ουσιαστικά όμως κανείς δεν τιμωρήθηκε καθώς νοσταλγοί του καθεστώτος Τρουχίγιο τους φυγάδευσαν εκτός χώρας.

Οι Πεταλούδες  θάφτηκαν στη γενέτειρα τους, την περιοχή Όχο ντε Άγουα. Στο σημείο πλέον έχει ανεγερθεί μουσείο. Η Ντεντέ ήταν η μόνη από τις αδελφές που επέζησε. Το 2009 κυκλοφόρησε το βιβλίο της με τίτλο «Ζεις στον κήπο σου» στο οποίο μιλάει για τη ζωή με τις αδελφές της και τη δολοφονία τους. Η Ντεντέ Μιραμπάλ πέθανε τον Φεβρουάριο του 2014.

Όταν δολοφονήθηκαν η Πάτρια ήταν 36, η Μιράντα 34 και η Μαρία Τερέσα μόλις 25 ετών.