«Μου έκαναν λοβοτομή και ποτέ δεν κατάλαβα γιατί»


Η βάρβαρη επέμβαση της λοβοτομής μετέτρεψε σε  φυτά χιλιάδες ανθρώπους και κατέστρεψε για πάντα τις ζωές τους. Ένας Βρετανός που υπέστη με το ζόρι την λοβοτομή και επέζησε σήμερα διηγείται την τραγική του ιστορία

Ο Ντέρεκ Χάτσινσον ήταν ένας από τους χιλιάδες ανθρώπους παγκοσμίως που υποβλήθηκαν στην βάρβαρη επέμβαση της λοβοτομής. Ευτυχώς ήταν από τους λίγους «τυχερούς» ασθενείς που δεν υπέστησαν μόνιμη σοβαρή εγκεφαλική βλάβη και δεν μετατράπηκε σε «φυτό» όπως συνέβη με πολλούς στους οποίους εφαρμόστηκε η λοβοτομή. Έτσι, σήμερα στα 74 του με ένα κείμενό του στον Guardian μπορεί πλέον να αφηγηθεί την σοκαριστική του εμπειρία και πώς επέζησε από αυτή.

Μέχρι και σήμερα λέει ότι δεν μπορεί να καταλάβει για ποιο λόγο τον υπέβαλλαν σε αυτήν την τραγική διαδικασία που θα μπορούσε να τον είχε μετατρέψει σε «φυτό». Αν και ο ίδιος επέζησε με πολύ λιγότερες επιπτώσεις όπως λέει ακόμα αντιμετωπίζει δυσκολίες στην καθημερινότητά του.

Η αφήγηση του Χάτσινσον:

Γεννήθηκα το 1946 σε ένα προάστιο του Λιντς. Η παιδική μου ηλικία ήταν δύσκολη: ο πατέρας μου ήταν ηλεκτροσυγκολλητής και μποξέρ και η μητέρα μου ήταν αλκοολική, ενώ μερικές φορές με κλείδωνε στην αποθήκη για τα κάρβουνα ολόκληρο το βράδυ. Ήμουν άτακτος και συχνά έμπλεκα σε καβγάδες με άλλα παιδιά.


Όταν ήμουν δέκα χρονών κατέληξα μαζί με ένα άλλο παιδί στο δικαστήριο επειδή μας είχαν τσακώσει στην ταράτσα ενός μουσείου. Η μητέρα μου είπε τότε πως δεν μπορούσε να με φροντίζει όλο πια και με έστειλαν εσωτερικό στο ίδρυμα Kneesworth Hall. Αυτό φιλοξενούσε αγόρια που είτε είχαν διαπράξει αδικήματα είτε οι γονείς τους δεν μπορούσαν να τα ελέγξουν, αλλά ωστόσο είχαν υψηλό επίπεδο ευφυΐας. Αργότερα με απέβαλαν λόγω κακής συμπεριφοράς, επειδή με έπιασαν να κάνω βόλτα με τρακτέρ σε μια έκταση που άνηκε στην RAF (πολεμική αεροπορία). Συνέχισα να μπλέκω σε διάφορα και κάποια στιγμή κατέληξα στις φυλακές ανηλίκων Borstal.

Γνώρισα την πρώτη μου σύζυγο, μια νοσοκόμα, έπειτα από ατύχημα που είχα με μοτοσυκλέτα.  Παντρευτήκαμε το 1967 και κάναμε τρία παιδιά. Όμως, όταν ήμουν 27 χρονών είχα μια άσχημη νύχτα με δυνατούς πονοκεφάλους και επισκέφθηκα τον γιατρό μου. Το μόνο που θυμάμαι μετά από αυτό είναι ότι με πήγαν στην ψυχιατρική κλινική της περιοχής. Με παρέδωσαν εκεί παρόλο που δεν είχα καμία ψυχιατρική πάθηση, απ’ όσο ήξερα. Εκεί με κράτησαν για ένα μήνα και μου έδιναν ψυχοτρόπες ουσίες, ενώ μου έκαναν οχτώ φορές ηλεκτροσυσπαστική θεραπεία (ηλεκτροσόκ). Ένιωθα σαν να στεκόμουν με την πλάτη μου στον τοίχο και να με χτυπούσαν με αυτές τις τεράστιες σιδερένιες μπάλες με τις οποίες κατεδαφίζουν κτίρια.

Ο δρ Τζον Τοντ, ο ψυχίατρος, μου μίλησε για μια μικρή επέμβαση που θα μπορούσε να μου κάνει για να μειώσει σε μεγάλο βαθμό την επιθετικότητά μου. Με ρώτησε «Πώς θα ένιωθες αν μια μέρα έκανες κακό στα παιδιά σου;» και στο μυαλό μου χτυπούσαν καμπανάκια. Όπως αποδείχτηκε, η επέμβαση για την οποία μιλούσε ήταν η λοβοτομή. Ένιωθα τελείως αδύναμος για να τον αποτρέψω. Ήμουν τελείως αναίσθητος στο πρώτο μέρος της επέμβασης. Κατά τη διάρκεια αυτού άνοιξαν το δέρμα του μετώπου μου και το τράβηξαν το προς τα πίσω και έκαναν δύο μικρές τρύπες στο κρανίο μου, τις οποίες γέμισαν με μπαλάκια.

Όταν η σύζυγός μου είδε τι μου είχαν κάνει δεν έδωσε άδεια για το δεύτερο στάδιο κατά το οποίο θα εισήγαγαν ηλεκτρόδια στον υποθάλαμό μου ώστε να τον νεκρώσουν. Ο νευροχειρουργός, Άρθουρ Γουόλ, επισκέφτηκε αργά το βράδυ τη μητέρα μου για να πάρει άδεια από εκείνη. Αυτό με θύμωσε πολύ καθώς όπως πάντα ήταν μεθυσμένη και δεν υπάρχει περίπτωση να ήξερε σε τι συναινούσε.

Κατά τη διάρκεια της επέμβασης που κράτησε οκτώμισι ώρες ήμουν ξύπνιος και δεμένος. Έπρεπε να έχω τα μάτια μου ανοιχτά ώστε να μπορούν να δουν αν οι κόρες μου διαστέλλονταν. Ήθελαν να παρακολουθούν τις αντιδράσεις μου καθώς περνούσαν ρεύμα στον εγκέφαλό μου μέσω των ηλεκτροδίων. Ούρλιαζα. Νόμιζα πως θα με σκότωναν.  Ο Γουόλ έσκυψε από πάνω μου και μου είπε «Και εγώ που νόμιζα πως ήσουν σκληρός τύπος».

Εννέα μέρες μετά την επέμβαση με άφησαν να γυρίσω σπίτι. Οι πλαστικές μπάλες εξείχαν ακόμα από το μέτωπό μου. Όταν επέστρεψα στην κλινική δύο χρόνια αργότερα για να μου τις αφαιρέσουν είδα ξανά τον δρ Τοντ. Τον μισούσα και κάθε φορά που τον έβλεπα ήθελα να του ρίξω γροθιά.

Δεν θα μάθω ποτέ γιατί διάλεξαν εμένα για την διαδικασία. Ο Γουόλ ήθελε να βρει θεραπεία για την βίαιη συμπεριφορά και μάλλον με διάλεξαν επειδή ήμουν μποξέρ και λόγω του ιστορικού μου. Πολλά χρόνια αργότερα αναζήτησα τα ιατρικά αρχεία μου και ανακάλυψα ένα γράμμα που είχε στείλει ο Τοντ στον Γουόλ. Έγραφε πως θα ήμουν κατάλληλος για την επέμβαση επειδή «δεν είχα κάποια σοβαρή ψυχιατρική ανωμαλία». Και οι δύο γιατροί έχουν πλέον πεθάνει.

Ήμουν εξαιρετικά άτυχος. Στην Αγγλία η συγκεκριμένη επέμβαση πραγματοποιήθηκε πολύ λίγες φορές. Έγραψα στην τοπική μου ιατρική υπηρεσία και ο βουλευτής της περιοχής μου επικοινώνησε με το Υπουργείο Υγείας εκ μέρους μου. Πότε δεν έλαβα αποζημίωση και ποτέ δεν κατάφερα να ξεπεράσω αυτό που έζησα.

Υπήρχαν εποχές που είχα φλασμπάκ από την επέμβαση μέχρι και 12 φορές μέσα σε μια μέρα. Πήρε αρκετό καιρό να διαγνωστώ με διαταραχή μετατραυματικού στρες. Αυτό που μου συνέβη επηρεάζει ακόμα τη ζωή μου. Δεν μπορώ να περπατήσω πολύ, τρομάζω εύκολα, είμαι νευρικός και δεν κοιμάμαι κανονικά.

Με την τωρινή σύζυγό μου γνωριστήκαμε σε μια παμπ και είμαστε μαζί 38 χρόνια. Δεν ξέρω τι θα έκανα χωρίς αυτήν. Ακόμα και τώρα, κάθε Σάββατο δίνουμε ραντεβού και τρώμε παρέα ένα ωραίο γεύμα στο σπίτι. Και οι δύο μαζί έχουμε συνολικά εφτά παιδιά και σε λίγο καιρό θα αποκτήσουμε δισέγγονο. Λατρεύω να περνάω χρόνο μαζί τους και έχω κρατήσει όλα τους τα παιχνίδια. Μετά απ’ όλα αυτά που πέρασα δεν έχω χάσει το χιούμορ μου. Χωρίς αυτό τι μένει;».

Η ιστορία της λοβοτομής

Ο μετωπιαίος λοβός του ανθρώπου είναι το μπροστινό τμήμα του εγκεφάλου και χωρίζεται σε δύο ημισφαίρια. Οι δύο μετωπιαίοι λοβοί ελέγχουν τη συνείδηση που έχουμε για τις πράξεις μας, την κρίση μας για ό,τι συμβαίνει στις καθημερινές μας δραστηριότητες, τις συναισθηματικές μας αντιδράσεις, τη γλώσσα που χρησιμοποιούμε, καθώς και τη γνώση του νοήματος των λέξεων που επιλέγουμε. Γι’ αυτό και σε πολλές ψυχικές παθήσεις και διανοητικές διαταραχές το πρόβλημα εντοπίζεται στην λειτουργία των μετωπιαίων λοβών.

Στα τέλη του 19ου αιώνα ο επιστήμονας Gottlieb Burckhardt από την Ελβετία προσπαθώντας να αντιμετωπίσει ασθένειες όπως η σχιζοφρένεια αποφάσισε να επέμβει στον μετωπιαίο λοβό καταστρέφοντας κάποια τμήματά του με σκοπό την απενεργοποίηση σημαντικών εγκεφαλικών λειτουργιών. Συνολικά πραγματοποίησε έξι χειρουργικές επεμβάσεις μιας διαδικασίας που ονόμασε «λευκοτομή» και ουσιαστικά έθεσε τις βάσεις της λοβοτομής. Δύο από τους ασθενείς του πέθαναν κατά τη διάρκεια της εγχείρισης, ενώ κάποιοι άλλοι μετά από λίγες βδομάδες με τον γιατρό να αναγκάζεται να σταματήσει τις έρευνές του.

Ωστόσο τα πράγματα άλλαξαν σημαντικά την δεκαετία του 1930, όταν οι Πορτογάλοι γιατροί, Αντόνιο Μονίζ (ΦΩΤΟ) και Αλμέιδα Λίμα αποφάσισαν να εξελίξουν την λευκοτομή. Οι γιατροί άνοιγαν τρύπες στο κρανίο του ασθενούς μέσω των οποίων με ειδικά εργαλεία, έφταναν στα μέρη του εγκεφάλου που ήθελαν. Οι κύριες είσοδοι ήταν από το αυτί, το βολβό του ματιού ή και απευθείας από το πάνω μέρος του κρανίου. Η διαφορά που έφεραν οι Μονίζ και Λίμα ήταν ότι για να καταστρέψουν το τμήμα του εγκεφάλου που τους ενδιέφερε  αντί για εργαλεία, διοχέτευαν οινόπνευμα σε αυτό ώστε να το «εξουδετερώσουν».


Στη συνέχεια οι δυο τους «εξέλιξαν» την μέθοδό τους μπαίνοντας με βελόνες σε πολλά σημεία του μετωπιαίου λοβού «ρουφώντας» κυριολεκτικά μέρη του εγκεφάλου ακρωτηριάζοντας νευρικές συνδέσεις του. Φυσικά, όλες αυτές οι εγχειρίσεις γίνονταν στα «τυφλά» καθώς σπανίως ανοιγόταν όλο το κρανίο ώστε να δουν ποια ακριβώς σημεία κόβουν. Οι δυο τους απλώς άνοιγαν τρύπες στα κρανία κατά προσέγγιση και υπολόγιζαν πού έπρεπε περίπου να κόψουν ή να ανοίξουν τρύπες.

Δημοσίευσαν άρθρα για την δουλειά τους σε διάσημα έγκριτα επιστημονικά περιοδικά, αναφέροντας ότι ασθενείς που ήταν πολύ μεγάλο βάρος για τις οικογένειές τους, βίαιοι ή αυτοκτονικοί, είχαν πλέον ηρεμήσει σε μεγάλο βαθμό. Σε μια παρουσίαση το 1942 στην Ιατρική Ακαδημία της Νέας Υόρκης είχαν παραδεχτεί ωστόσο ότι οι ασθενείς μερικές φορές γίνονταν νωθροί, κατατονικοί και σταματούσαν να μιλούν.

Η πρακτική αυτή προτάθηκε τότε ως η μόνη εναλλακτική  για ορισμένους ιδιαίτερα διαταραγμένους ασθενείς, οι οποίοι εκούσια αυτοτραυματίζονταν ή ήταν ιδιαίτερα επιθετικοί. Μάλιστα, το 1937 οι New York Times και ο δημοσιογράφος Γουίλιαμ Λόρενς την είχε χαρακτηρίσει «χειρουργική γιατρειά της ψυχής». Στην πραγματικότητα οι περισσότεροι ασθενείς μετατρέπονταν σε «φυτά» καθώς προκαλούνταν μια ανεπανόρθωτη βλάβη στο τμήμα του εγκεφάλου που ελέγχει όλη την συνείδηση του ατόμου. Ωστόσο, ορισμένοι έμοιαζαν να αντιδρούν καλύτερα και να μοιάζουν «θεραπευμένοι» έτσι η πρακτική αυτή εφαρμόστηκε κατά κόρον σε ψυχιατρικά ιδρύματα τις δεκαετίες του ’40 και του ’50, ειδικά στις ΗΠΑ. Μάλιστα το 1949 στον Μονίζ, ο οποίος είναι και κοινά αποδεκτός ως πατέρας της ψυχοχειρουργικής, απονεμήθηκε το Νόμπελ Ιατρικής για την δουλειά του με τη λοβοτομή, μια επιλογή της Ακαδημίας που έχει κριθεί έντονα έκτοτε.

Τα πράγματα έγιναν πολύ χειρότερα όταν ένας από τους βασικούς συνεργάτες του Μονίζ, ο Αμερικανός νευροψυχίατρος Γουόλτερ Φρίμαν αποφάσισε να διαφοροποιήσει και να απλοποιήσει την μέθοδο του Μονίζ . Συγκεκριμένα, μέσω της οφθαλμικής κόγχης εισήγαγε ένα μυτερό εργαλείο που ο ίδιος είχε ονομάσει «παγοκόφτη» στον εγκέφαλο του ασθενή και το στριφογύριζε ώστε να διακόψει την επαφή των δύο μετωπιαίων λοβών. Η «εγχείριση» διαρκούσε λιγότερο από δέκα λεπτά, ενώ δεν παρεχόταν καμία αναισθησία στον ασθενή (μερικές φορές μόνο τους γινόταν πριν ηλεκτροσόκ) ούτε τηρούνταν βασικές αρχές απολύμανσης.


Σύντομα ο Φρίμαν (ΦΩΤΟ) άρχισε να κάνει… περιοδείες σε όλες τις ΗΠΑ με ένα πράσινο χαρακτηριστικό φορτηγάκι και το βαλιτσάκι του εκτελώντας «εγχειρίσεις» ακόμα και στους δρόμους με πλήθος περίεργων γύρω του χωρίς ο ίδιος να φορά μάσκα ή γάντια. Τα ψυχιατρικά άσυλα κι άλλοι θεσμοί απ’ όλη τη χώρα καλούσαν τον Φρίμαν και αυτός εκτελούσε «αλυσιδωτές» λοβοτομές. Εκτιμάται ότι μόνο ο Φρίμαν είχε πραγματοποιήσει περίπου 4.000 λοβοτομές, ενώ οι περισσότεροι γιατροί που τις εκτελούσαν στις ΗΠΑ είχαν εκπαιδευτεί από τον ίδιο. Ο Φρίμαν «συνταγογραφούσε» λοβοτομές ακόμα και για τους πονοκεφάλους, ενώ είχε κάνει την επέμβαση ακόμη και σε ένα 12χρονο αγόρι διότι η μητέρα του παραπονιόταν πως ήταν άτακτο και αρνούνταν να πάει το βράδυ νωρίς για ύπνο. Ο νεότερος ασθενής του ήταν μόλις τεσσάρων ετών!

Μετά την επέμβαση, πολλοί από τους ασθενείς του έπρεπε να μάθουν ξανά από την αρχή απλές πράξεις όπως πώς να τρώνε μόνοι τους, ενώ ένα 15% αυτών πέθαινε κατά τη διάρκεια της επέμβασης. Ωστόσο, ορισμένοι «υποτροπίαζαν» και έπρεπε να τους κάνουν ξανά λοβοτομή. Ένας από τους πιο γνωστούς ασθενείς του Φρίμαν ήταν η αδερφή του Τζ.Φ.Κένεντι, Ρόσμαρι (ΦΩΤΟ μαζί με την αδερφή της Γιούνες), η οποία μετά την λοβοτομή δεν μπορούσε πλέον να κινηθεί ούτε να μιλήσει και είχε χάσει την επαφή με την πραγματικότητα. Για την υπόλοιπη ζωή της έζησε σε ίδρυμα. Ο πατέρας της είχε αποφασίσει την λοβοτομή επειδή ήταν πολύ υπερκινητική και το έσκαγε από το μοναστήρι όπου την είχαν βάλει εσωτερική «για να συναντήσει άντρες», όπως έλεγαν οι καλόγριες.


Φυσικά, ήδη από την εποχή του Φρίμαν υπήρχαν πολλές φωνές που αντιτίθονταν στην πρακτική της λοβοτομής καθώς υποστήριζαν το προφανές. Συχνά οι  σοβαρές νευρολογικές παθήσεις, όπως η σχιζοφρένεια, εξαφανίζονταν ωστόσο αυτό συνέβαινε διότι ο ασθενής μετατρεπόταν ουσιαστικά σε «φυτό». Έχανε κάθε επαφή με την πραγματικότητα, δεν μπορούσε να αυτοεξυπηρετηθεί και δεν είχε καθόλου αισθήματα.

Στις ΗΠΑ περίπου 40.000 άνθρωποι είχαν λοβοτομηθεί, ενώ στην Βρετανία 17.000. Η Δανία, η Νορβηγία και η Σουηδία μαζί είχαν εκτελέσει 9.300 λοβοτομές. Στη Σουηδία μόνο μεταξύ των ετών 1944 και 1966 είχαν λοβοτομηθεί περίπου 4.500 άνθρωποι, κυρίως γυναίκες, όπως και στην Δανία. Στην Ιαπωνία η πρακτική εφαρμόστηκε κυρίως σε παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς.

Το 1950 πρώτη η Σοβιετική Ένωση απαγόρευσε την λοβοτομή καθώς οι γιατροί έκριναν ότι η διαδικασία ήταν αντίθετη με τις αρχές του ανθρωπισμού. Μέχρι την δεκαετία του ’70 οι περισσότερες χώρες είχαν προχωρήσει στην απαγόρευσή της, ενώ στις ΗΠΑ απαγορεύτηκε το 1977. Στη Γαλλία συνεχίστηκε μέχρι τη δεκαετία του ’80. Παρά τις συνεχείς εκκλήσεις προς την Ακαδημία των Νόμπελ, αυτή μέχρι και σήμερα έχει αρνηθεί να ανακαλέσει το βραβείο που είχε δοθεί στον Μονίζ για την δουλειά του στην λοβοτομή.