Ένα ακόμα μυστήριο του ανθρώπινου σώματος που αποκαλύπτει πολλά ακόμα και για την υγεία μας!
Σε όλους τους ανθρώπους έχει τύχει να ζαρώσει περισσότερο ή λιγότερο το δέρμα στα άκρα τους όταν περνούν έστω και λίγα λεπτά στη μπανιέρα, τη θάλασσα ή απλώς πλένοντας πιάτα! Πρόκειται για ένα πολύ γνώριμο φαινόμενο που δεν απασχολεί ιδιαίτερα όποιον του συμβαίνει καθώς άλλωστε μέσα σε λίγα λεπτά υποχωρεί.
Ωστόσο, το φαινομενικά απλοϊκό και συνηθισμένο φαινόμενο μπορεί
να κρύβει πολλά περισσότερα: ίσως είναι ένα παράθυρο που αποκαλύπτει στοιχεία
για την εξελικτική μας προσαρμογή, αλλά και ένα πιθανό διαγνωστικό εργαλείο για
την υγεία μας.
Για το λόγο αυτό, το φαινόμενο αυτό απασχολεί εδώ και
δεκαετίες τους επιστήμονες. Στην τελευταία μελέτη σχετικά με το θέμα μάλιστα
αποκαλύφθηκε κάτι εντυπωσιακό: Το δέρμα στα δάχτυλα «ζαρώνει» πάντα με το ίδιο μοτίβο
σε έναν άνθρωπο, ενώ παραδόξως ακόμα και αν βυθιστούμε ολόκληροι στο νερό θα
ζαρώσει μόνο το δέρμα στα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών και όχι άλλα μέρη
του σώματος, όπως για παράδειγμα οι βραχίονες, ο κορμός, τα πόδια ή το πρόσωπό μας.
Ίσως ακόμα πιο ενδιαφέρον, ωστόσο, είναι τα όσα μπορούν να
αποκαλύψουν τα ζαρωμένα δάχτυλά μας για την υγεία μας. Οι επιστήμονες έχουν
ανακαλύψει ότι οι αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο τα δάχτυλά μας ζαρώνουν
μπορεί να υποδηλώνουν ασθένειες όπως ο διαβήτης τύπου 2, η κυστική ίνωση, οι
νευρικοί τραυματισμοί, ακόμη και τα καρδιαγγειακά προβλήματα.
Στο παρελθόν, οι περισσότεροι ερευνητές έχουν προσπαθήσει
κατά κύριο λόγο να ανακαλύψουν τι προκαλεί αυτό το ζάρωμα εξαρχής, αλλά πιο
πρόσφατα ένα ακόμα ερώτημα τους έχει προσελκύσει την προσοχή: ποιος είναι ο
σκοπός που μπορεί να εξυπηρετεί αυτή η λειτουργία;
Η λειτουργία πίσω από το ζάρωμα
Οι επιστήμονες υπολογίζουν ότι χρειάζονται περίπου 3,5 λεπτά
σε ζεστό νερό - οι 40°C θεωρούνται η βέλτιστη θερμοκρασία - για να αρχίσουν να
ζαρώνουν οι άκρες των δακτύλων μας, ενώ σε χαμηλότερες θερμοκρασίες -περίπου
20°C- μπορεί να χρειαστούν έως και 10 λεπτά. Ωστόσο, οι περισσότερες μελέτες
έχουν διαπιστώσει ότι χρειάζονται περίπου 30 λεπτά μούλιασμα για να επιτευχθεί
το μέγιστο ζάρωμα. Αξίζει να σημειωθεί ότι μια πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι το
μούλιασμα των χεριών σε ζεστό ξύδι μπορεί να κάνει το δέρμα να ρυτιδώσει πολύ
πιο γρήγορα - σε περίπου τέσσερα λεπτά.
Παλιότερα, οι επιστήμονες θεωρούσαν ότι η ρυτίδωση στις
άκρες των δακτύλων ήταν συνήθως μια παθητική αντίδραση των ανώτερων στρωμάτων
του δέρματός μας, τα οποία πρήζονταν καθώς το νερό «πλημμύριζε» τα κύτταρα μέσω
μιας διαδικασίας γνωστής ως όσμωση. Αλλά ήδη από το 1935, οι επιστήμονες
υποψιάζονταν ότι η διαδικασία αυτή ήταν κάτι περισσότερο από αυτό.
Οι γιατροί που μελετούσαν ασθενείς που είχαν κόψει το μέσο
νεύρο τους - ένα από τα κύρια νεύρα που κατεβαίνουν από το χέρι ως την παλάμη -
διαπίστωσαν ότι τα δάχτυλα των ασθενών αυτών δεν ζάρωναν πια. Μεταξύ των πολλών
ρόλων του, το μέσο νεύρο βοηθά στον έλεγχο των λεγόμενων συμπαθητικών
δραστηριοτήτων, όπως η εφίδρωση και η συστολή των αιμοφόρων αγγείων. Αυτή η
ανακάλυψη των επιστημόνων ουσιαστικά υποδηλώνει ότι η ρυτίδωση των άκρων των
δακτύλων που προκαλείται από το νερό στην πραγματικότητα ελέγχεται από το
νευρικό σύστημα. Μεταγενέστερες μελέτες από γιατρούς τη δεκαετία του 1970
παρείχαν περαιτέρω αποδείξεις γι' αυτό. Έτσι, πρότειναν ότι η βύθιση των χεριών
στο νερό είναι η πιο απλή εξέταση για την αξιολόγηση της νευρικής βλάβης που θα
μπορούσε να επηρεάσει τη ρύθμιση ασυνείδητων διεργασιών όπως η ροή του αίματος.
Στη συνέχεια, το 2003, οι νευρολόγοι Έιναρ Γουάιλντερ-Σμιθ
και Αντελίν Τσόου, οι οποίοι εργάζονταν στο Εθνικό Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο
στη Σιγκαπούρη εκείνη την εποχή, έκαναν μετρήσεις στην κυκλοφορία του αίματος
στα χέρια εθελοντών καθώς αυτοί τα μούλιαζαν στο νερό. Διαπίστωσαν ότι καθώς το
δέρμα στις άκρες των δακτύλων των εθελοντών άρχισε να ζαρώνει, υπήρξε σημαντική
μείωση της ροής του αίματος στα άκρα.
Όταν εφάρμοσαν μια τοπική αναισθητική κρέμα που προκάλεσε
προσωρινή συστολή των αιμοφόρων αγγείων στα δάχτυλα υγιών εθελοντών,
διαπίστωσαν ότι αυτό προκαλούσε παρόμοια επίπεδα ρυτίδων με όταν βύθιζαν τα
χέρια στο νερό.
«Αυτό βγάζει νόημα όταν βλέπεις τα δάχτυλά σου να ζαρώνουν», λέει ο Νικ Ντέιβις, νευροεπιστήμονας και ψυχολόγος στο Μητροπολιτικό
Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, ο οποίος έχει μελετήσει το ζάρωμα στις άκρες των
δακτύλων. «Τα μαξιλαράκια των δακτύλων ‘χλωμαίνουν’ και αυτό συμβαίνει επειδή η
παροχή αίματος συστέλλεται μακριά από την επιφάνεια».
Ο Γουάιλντερ-Σμιθ και οι συνάδελφοί του πρότειναν ότι όταν
τα χέρια μας βυθίζονται στο νερό, οι ιδρωτοποιοί πόροι στα δάχτυλά μας ανοίγουν
για να επιτρέψουν την είσοδο νερού, γεγονός που οδηγεί σε ανισορροπία στα άλατα
στο δέρμα μας. Αυτή η αλλαγή στην ισορροπία των αλάτων πυροδοτεί την ενεργοποίηση
των νευρικών ινών στα δάχτυλα, με αποτέλεσμα τη συστολή των αιμοφόρων αγγείων
γύρω από τους ιδρωτοποιούς πόρους. Αυτό με τη σειρά του προκαλεί απώλεια όγκου
στην σαρκώδη περιοχή της άκρης του δακτύλου, η οποία τραβάει το υπερκείμενο
δέρμα προς τα κάτω, με αποτέλεσμα να παραμορφώνεται και να δημιουργεί ρυτίδες.
Το μοτίβο των ρυτίδων εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο το εξωτερικό στρώμα
του δέρματος - η επιδερμίδα - εφάπτεται στα στρώματα από κάτω του.
Αλλά αν οι ρυτίδες ελέγχονται από τα νεύρα μας, σημαίνει ότι
το σώμα μας αντιδρά ενεργά στο νερό. «Αυτό σημαίνει ότι συμβαίνει για κάποιο
λόγο», λέει ο Ντέιβις. «Και αυτό σημαίνει ότι θα μπορούσε να μας δίνει ένα
πλεονέκτημα».
Γιατί τα δάχτυλά μας εξελίχθηκαν ώστε να ζαρώνουν στο
νερό;
Ένα από τα παιδιά του Ντέιβις τον ρώτησε πρόσφατα κατά τη
διάρκεια ενός μπάνιου γιατί τα δάχτυλά του είχαν ζαρώσει. Αυτό οδήγησε τον
επιστήμονα να σκεφτεί και να μελετήσει τους λόγους για τους οποίους το σώμα μας
εξελίχθηκε ώστε να «ζαρώνει» στα άκρα. Με τη βοήθεια 500 εθελοντών που
επισκέφθηκαν το Μουσείο Επιστημών στο Λονδίνο το 2020, ο Ντέιβις μέτρησε πόση
δύναμη έπρεπε να χρησιμοποιήσουν για να πιάσουν ένα πλαστικό αντικείμενο. Ίσως
δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι όσοι είχαν στεγνά, μη ζαρωμένα χέρια
χρειάστηκε να χρησιμοποιήσουν λιγότερη δύναμη από τους ανθρώπους των οποίων τα
χέρια ήταν βρεγμένα - έτσι η πρόσφυσή τους στο αντικείμενο ήταν καλύτερη. Αλλά
όταν βύθισαν τα χέρια τους σε νερό για λίγα λεπτά μέχρι να ζαρώσουν, η δύναμη τους
ήταν πλέον παρόμοια με αυτή που είχαν όταν τα χέρια ήταν στεγνά.
«Τα αποτελέσματα ήταν εκπληκτικά σαφή», λέει ο Ντέιβις. «Το
ζάρωμα αύξησε τον βαθμό τριβής μεταξύ των δακτύλων και του αντικειμένου. Αυτό
που είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι ότι τα δάχτυλά μας είναι ευαίσθητα σε
αυτήν την αλλαγή και γι’ αυτό χρειάζεται να ασκήσουμε λιγότερη δύναμη για να
πιάσουμε ένα αντικείμενο με ασφάλεια».
Το αντικείμενο που κρατούσαν οι εθελοντές του Ντέιβις ζύγιζε
λιγότερο από μερικά κέρματα, επομένως η απαιτούμενη δύναμη ήταν μικρή. Αλλά
όταν εκτελούνται πιο δύσκολες εργασίες σε υγρό περιβάλλον, αυτή η διαφορά στην
τριβή θα μπορούσε να γίνει πιο σημαντική.
«Εάν δεν χρειάζεται να σφίξετε τόσο δυνατά για να πιάσετε
κάτι, οι μύες στα χέρια σας κουράζονται λιγότερο και έτσι μπορείτε να το κάνετε
για περισσότερο χρόνο», λέει.
Τα ευρήματά του συμφωνούν με αυτά άλλων ερευνητών που έχουν
διαπιστώσει ότι το ζάρωμα στις άκρες των δακτύλων μάς διευκολύνει να χειριστούμε
αντικείμενα. Το 2013, μια ομάδα νευροεπιστημόνων στο Πανεπιστήμιο του Νιούκαστλ
στο Ηνωμένο Βασίλειο ζήτησε από εθελοντές να μεταφέρουν γυάλινες μπίλιες
διαφόρων μεγεθών και βάρη ψαρέματος από ένα δοχείο σε άλλο. Στη μία περίπτωση
τα αντικείμενα ήταν στεγνά και στην άλλη βρίσκονταν στον πάτο ενός δοχείου
γεμάτου με νερό. Χρειάστηκε 17% περισσότερος χρόνος για τους συμμετέχοντες να
μεταφέρουν τα βυθισμένα αντικείμενα με βρεγμένα, μη ζαρωμένα δάχτυλα από ό,τι όταν ήταν
στεγνά. Αλλά όταν τα δάχτυλά τους ήταν ζαρωμένα, μπορούσαν να μεταφέρουν τις
βυθισμένες μπίλιες και τα βάρη 12% πιο γρήγορα από ό,τι όταν τα δάχτυλά τους
ήταν βρεγμένα και μη ζαρωμένα. Είναι ενδιαφέρον ότι δεν υπήρχε διαφορά στη
μεταφορά των στεγνών αντικειμένων με ζαρωμένα ή μη ζαρωμένα δάχτυλα.
Μερικοί επιστήμονες έχουν προτείνει ότι οι ρυτίδες στις
άκρες των δακτύλων και των ποδιών μας μπορεί να λειτουργούν όπως το ραβδωτό
πέλμα στα ελαστικά αυτοκινήτων ή στις σόλες των παπουτσιών. Τα κανάλια που
παράγονται από τις ρυτίδες βοηθούν στην απομάκρυνση του νερού από το σημείο
επαφής μεταξύ των δακτύλων και ενός αντικειμένου. Αυτό υποδηλώνει ότι το
ανθρώπινο σώμα μπορεί να εξελίχθηκε κάποια στιγμή στο παρελθόν ώστε να
ρυτιδώνει, για να μας βοηθήσει να πιάνουμε βρεγμένα αντικείμενα και επιφάνειες.
«Εφόσον φαίνεται να προσφέρει καλύτερη πρόσφυση κάτω από το
νερό, θα υπέθετα ότι έχει να κάνει είτε με την κίνηση σε πολύ υγρές συνθήκες
είτε ενδεχομένως με τον χειρισμό αντικειμένων κάτω από το νερό», λέει ο Τομ
Σμάλντερς, ένας εξελικτικός νευροεπιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Νιουκαστλ, ο
οποίος ηγήθηκε της μελέτης του 2013. Θα μπορούσε να δώσει στους προγόνους μας
ένα βασικό πλεονέκτημα όταν επρόκειτο για το περπάτημα πάνω σε βρεγμένους
βράχους ή το πιάσιμο κλαδιών, για παράδειγμα. Εναλλακτικά, θα μπορούσε να μας
είχε βοηθήσει κατά την αλίευση ή την αναζήτηση τροφής στο νερό.
«Το τελευταίο θα υπονοούσε ότι είναι μοναδικό για τους
ανθρώπους, ενώ αν ισχύει το πρώτο, θα περιμέναμε να συμβεί και σε άλλα
πρωτεύοντα θηλαστικά», λέει ο Σμάλντερς. Η ρυτίδωση των δακτύλων δεν έχει ακόμη
παρατηρηθεί στους πιο στενούς συγγενείς μας στον κόσμο των πρωτευόντων, όπως οι
χιμπατζήδες, αλλά τα δάχτυλα των πιθήκων μακάκων, οι οποίοι είναι γνωστό ότι
κάνουν μπάνιο για μεγάλα χρονικά διαστήματα σε ζεστό νερό, έχει παρατηρηθεί ότι ρυτιδώνουν επίσης αφού βυθιστούν στο νερό. Αλλά η έλλειψη στοιχείων σε άλλα
πρωτεύοντα θηλαστικά δεν σημαίνει ότι δεν συμβαίνει, μπορεί απλώς να οφείλεται
στο ότι κανείς δεν τα έχει εξετάσει αρκετά προσεκτικά ακόμα, λέει ο Σμάλντερς.
«Δεν γνωρίζουμε ακόμη την απάντηση σε αυτό το ερώτημα».
Υπάρχουν μερικές άλλες ενδιαφέρουσες ενδείξεις σχετικά με το
πότε μπορεί να εμφανίστηκε αυτή η προσαρμογή για το είδος μας. Το ζάρωμα στις
άκρες των δακτύλων είναι λιγότερο έντονο στο αλμυρό νερό, αλλά διαρκεί
περισσότερο χρόνο από ό,τι στο γλυκό νερό. Αυτό πιθανώς συμβαίνει επειδή η διαφορά
στο ποσοστό των αλάτων μεταξύ του δέρματος και του θαλασσινού περιβάλλοντος είναι
χαμηλότερη στο αλμυρό νερό και έτσι η ανισορροπία αλατιού που ενεργοποιεί τις
νευρικές ίνες είναι λιγότερο δραματική. Οπότε αυτό σημαίνει ότι το ζάρωμα θα
μπορούσε να είναι μια προσαρμογή που βοήθησε τους προγόνους μας να ζουν σε
περιβάλλοντα γλυκού νερού και όχι κατά μήκος των θαλάσσιων ακτών.
Αλλά δεν υπάρχουν σαφείς απαντήσεις και ορισμένοι πιστεύουν
ότι θα μπορούσε απλώς να είναι μια συμπτωματική φυσιολογική απόκριση χωρίς
καμία προσαρμοστική λειτουργία.
Όσα μας λένε οι ρυτίδες
Παραδόξως, υπάρχουν και άλλα αινιγματικά μυστήρια γύρω από το
θέμα: οι γυναίκες χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να εμφανίσουν ζάρωμα στα
άκρα από ό,τι οι άνδρες, για παράδειγμα. Ένα άλλο μυστήριο είναι γιατί το δέρμα
μας επιστρέφει στην κανονική του κατάσταση - συνήθως μετά από 10-20 λεπτά - αφού
δεν δημιουργείται πρόβλημα στο πώς κρατάμε στεγνά αντικείμενα με ζαρωμένες τις
άκρες των δακτύλων. Αν το να έχουμε ζαρωμένα δάχτυλα μπορεί να βελτιώσει το
κράτημά μας σε βρεγμένα αντικείμενα, αλλά επίσης δεν προκαλεί πρόβλημα να τα
πιάνουμε όταν τα αντικείμενα είναι στεγνά, γιατί οι άκρες των δακτύλων μας δεν είναι
μόνιμα ζαρωμένες;
Ένας λόγος για αυτό θα μπορούσε να είναι η αλλαγή στην
αίσθηση που προκαλεί το ζάρωμα. Οι άκρες των δακτύλων μας είναι γεμάτες
νεύρα και το ζάρωμα του δέρματός μας αλλάζει τον τρόπο που αισθανόμαστε τα
πράγματα που αγγίζουμε (αν και μια μελέτη έχει δείξει ότι δεν επηρεάζει την
ικανότητά μας να διακρίνουμε μεταξύ αντικειμένων με βάση την αφή).
«Μερικοί άνθρωποι έχουν μια πραγματική αποστροφή γι' αυτό
επειδή το να πιάνουμε κάτι με ζαρωμένα δάχτυλα είναι περίεργο», λέει ο Ντέιβις.
«Θα μπορούσε να οφείλεται στο γεγονός ότι η ισορροπία των υποδοχέων του
δέρματος έχει αλλάξει θέση, αλλά θα μπορούσε να υπάρχει και μια ψυχολογική
διάσταση. Θα ήταν ενδιαφέρον να διερευνήσουμε το γιατί. Θα μπορούσε να υπάρχουν
και άλλα πράγματα που μπορούμε να κάνουμε λιγότερο καλά με τα ρυτιδωμένα
δάχτυλα».
Πληροφορίες για την υγεία μας
Το ζάρωμα των δακτύλων των χεριών και των ποδιών μας στο
νερό μπορεί να αποκαλύψει βασικές πληροφορίες για την υγεία μας με εκπληκτικούς
τρόπους. Οι ρυτίδες χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να σχηματιστούν σε άτομα
με δερματικές παθήσεις όπως η ψωρίαση και η λεύκη, για παράδειγμα. Ασθενείς με
κυστική ίνωση εμφανίζουν υπερβολικό ζάρωμα στις παλάμες τους καθώς και στα
δάχτυλά τους, και αυτό έχει παρατηρηθεί ακόμη και σε άτομα που είναι γενετικοί
φορείς της νόσου. Ασθενείς που πάσχουν από διαβήτη τύπου 2 εμφανίζουν επίσης
μερικές φορές σημαντικά μειωμένα επίπεδα ρυτίδων στο δέρμα, όταν τα χέρια τους
τοποθετούνται στο νερό. Ομοίως μειωμένες ρυτίδες έχουν παρατηρηθεί σε άτομα που
έχουν καρδιακή ανεπάρκεια, ίσως λόγω κάποιας διαταραχής στον έλεγχο του
καρδιαγγειακού τους συστήματος.
Το ασύμμετρα ζάρωμα των δακτύλων - όταν το ένα χέρι ζαρώνει
λιγότερο από το άλλο παρά τον ίδιο χρόνο βύθισης - έχει προταθεί ακόμη και ως
πρώιμο σημάδι της νόσου του Πάρκινσον, καθώς υποδεικνύει ότι το συμπαθητικό
νευρικό σύστημα δεν λειτουργεί σωστά στη μία πλευρά του σώματος.
Έτσι, ενώ το ερώτημα γιατί τα δάχτυλα των χεριών και των
ποδιών μας άρχισαν να ζαρώνουν στο νερό παραμένει ανοιχτό, η λειτουργία αυτή
αποδεικνύεται χρήσιμη για τους γιατρούς και με άλλους, εκπληκτικούς τρόπους.