Το «παπουτσάκι»: Ο εκτελεστής που τρόμαξε ακόμα και τη Μαφία


Εκτελέσεις, βασανιστήρια, εξαφανίσεις. Ο «Πίνο» Γκρέκο ήταν τόσο αδίστακτος και αποτελεσματικός που τρόμαξε και τον «Κάπο ντέι Κάπι» Τότο Ρίινα ο οποίος έδωσε τελικά εντολή για «lupara bianca»

Στο σχολείο τον έλεγαν «Scarpuzzedda», παπουτσάκι στη σικελική διάλεκτο. Ήταν ένα προσωνύμιο που κουβαλούσε σε όλη την υπόλοιπη ζωή του και προήλθε από το γεγονός ότι τον πατέρα του τον αποκαλούσαν «Scarpa» (παπούτσι). Ο Τζιουζέπε Γκρέκο ή Πίνο, όπως τον αποκαλούσαν οι φίλοι του, ήταν ένα χαρούμενο παιδί και πολύ καλός μαθητής. Γεννήθηκε όμως στη μικρή πόλη Τσιακούλι της Σικελίας και αυτό έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξη του. Ο Γκρέκο έγινε ένας από τους ισχυρότερους εκτελεστές. Ήταν τόσο αδίστακτος που τρόμαξε ακόμα και τον αρχηγό της οργάνωσης, Τότο Ρίινα. Όταν το «παπουτσάκι» απέκτησε δύναμη και πολλοί τον έβλεπαν σαν το επόμενο αφεντικό το «Κτήνος» έδωσε την εντολή που σφράγισε τη μοίρα του.

Η είσοδος στη Μαφία

Δεν είναι ξεκάθαρο πότε ο Γκρέκο μπήκε στο οργανωμένο έγκλημα. Μέσω φίλων ήρθε σε επαφή με την τοπική «οικογένεια» στο Τσιακούλι και το 1977, σε ηλικία 25 ετών, ήταν ήδη ένας από τους εκτελεστές της. Η αποτελεσματικότητα του και το γεγονός ότι δεν δίσταζε να εκτελέσει κάθε διαταγή εντυπωσίασε τον «capo dei capi» Τότο Ρίινα ο οποίος τον έκανε αφεντικό στην περιοχή. Το 1979 συνελήφθη για πρώτη φορά. Συμμετείχε σε μια ληστεία τράπεζας στην οποία σκοτώθηκε ο νυχτοφύλακας. Τελικά αφέθηκε ελεύθερος λόγω έλλειψης στοιχείων.

Σταδιακά ο Γκρέκο εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο ισχυρούς εκτελεστές. Κατά τη διάρκεια του «Δεύτερου Πολέμου της Μαφία» (1981-84) οργάνωσε και εκτέλεσε δεκάδες δολοφονίες. Χρησιμοποιούσε συνήθως καλάσνικοφ καθώς ήταν ένα όπλο αξιόπιστο και πανίσχυρο.

Όπως θα πει αργότερα ένας συνεργάτης του ο «Πίνο» ήθελε ένα όπλο που δεν θα τον πρόδιδε ποτέ και θα εξασφάλιζε ότι δεν θα επιζήσει ο στόχος. Σπάνια δούλευε μόνος καθώς προτιμούσε να ηγείται μιας «ομάδας θανάτου» για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα.

Μηχανή δολοφονιών

Ένα από τα διαβόητα εγκλήματα του είναι η δολοφονία του αξιωματικού Νίνι Κασαρά (1985) και η εκτέλεση των Μαφιόζων, Στέφανο Μποντάντε (1981), Πίο Λα Τόρε (1982) και Σαλβατόρε Ιντζερίλο (1982). Στην περίπτωση του τελευταίου ο 15χρονος  γιος του ορκίστηκε δημόσια εκδίκηση. Ο Γκρέκο βασάνισε, εκτέλεσε και εξαφάνισε το σώμα του νεαρού.

Τον Ιούνιο του 1981 ο Γκρέκο αποπειράθηκε να σκοτώσει τον Μαφιόζο Σαλβατόρε Κοντόρνο, για τον οποίο υπήρχαν πληροφορίες ότι συνεργαζόταν με τις αρχές. Ο Κοντόνρο κατάφερε να αποφύγει τα πυρά και πυροβόλησε τον Γκρέκο στο στήθος. Φορούσε όμως αλεξίσφαιρο γιλέκο και γλίτωσε. Στη συνέχεια ο Γκρέγκο και οι συνεργάτες του, για να εκδικηθούν τον Κοντόρνο, εκτέλεσαν φίλους και συγγενείς του και έκαψαν σπίτια και επιχειρήσεις. Ο Κοντόρνο πάντως κατάφερε να διαφύγει, κατέθεσε στις δίκες της Μαφία, και ζει ακόμα.

Ο Πίνο συμμετείχε στη λεγόμενη «σφαγή των Χριστουγέννων» στις 25 Δεκεμβρίου 1981 όπου εκτελέστηκαν τρία ισχυρά μέλη της Μαφία και σκοτώθηκε επίσης κι ένας περαστικός. Τον Ιούνιο του 1982 πήρε μέρος στην «σφαγή του Τσιρκονβαλατσιόνε» με στόχο το αφεντικό της Μαφίας στην Κατάνια, Άλφιο Φερλίτο. Συνολικά πέντε άτομα εκτελέστηκαν. Ήταν παρών και στη «σφαγή της Βία Καρίνι» όπου δολοφονήθηκε ο αξιωματικός Αλμπέρτο ντάλα Κιέζα, η σύζυγος του και ο αστυνομικός που τους συνόδευε.

Στενός συνεργάτης του Γκρέκο ήταν ο Φιλίο Μαρτσέζε ο οποίος είχε διαβόητο «δωμάτιο του θανάτου». Ένα μικρό διαμέρισμα στην πλατεία Σαν Εράσμο στο Παλέρμο στο οποίο βασάνιζαν και δολοφονούσαν τα θύματα τους. Στη συνέχεια έβαζαν τα πτώματα σε βαρέλια με οξύ και ό,τι απέμενε το έριχναν στη Μεσόγειο. Ο Γκρέκο χρησιμοποίησε πολλές φορές το «δωμάτιο». Όπως κατέθεσε ο Βιντσέντσο Σινάγκρα «ο Πίνο και ο Πίπο (ο Γκρέκο και ο Μαρτσέζε) είχαν αυτό το κόλπο. Έδεναν ένα σχοινί στο λαιμό του θύματος και τραβούσε ο καθένας τη μια άκρη με όση δύναμη είχαν. Εγώ κρατούσα τα πόδια του θύματος».

Το καλοκαίρι του 1982 ο Ρίινα έδωσε εντολή να βγει από τη μέση ο Μαρτσέζε και ο Γκρέκο δεν είχε πρόβλημα να εκτελέσει (και) τον συνεργάτη του.  

Τον Νοέμβριο του 1982 στραγγάλισε το αφεντικό του Παλέμο, Ροζάριο Ρικομπόνο την ώρα που στο ίδιο σπίτι ο Τζιοβάνι Μπρούσκα εκτελούσε ένα άλλο αφεντικό, τον Σαλβατόρε Σκαλιόνε. Μετά τις δύο αυτές δολοφονίες ο Γκρέκο συμμετείχε σε εκκαθαρίσεις των συνεργατών των δύο αφεντικών.

Το καλοκαίρι του 1982 αυτός και ο Νίνο Μαντάνια πάρκαραν αυτοκίνητο με εκρηκτικά έξω από το σπίτι του δικαστή Ρόκο Τσινίτσι. Σκότωσαν συνολικά τέσσερα άτομα (μεταξύ των οποίων και ο δικαστής).

Το τέλος του «Δεύτερου Πολέμου της Μαφία» βρήκε τον Γκρέκο να είναι σεβαστός και πανίσχυρος μέσα στην οργάνωση. Λειτουργούσε σαν το αφεντικό στην περιοχή του καθώς ο Μικέλε Γκρέκο (συνωνυμία) κρυβόταν από τις αρχές. Είχε «χτίσει» μια ομάδα πιστών συνεργατών που έκαναν τα πάντα γι’ αυτόν και στο πρόσωπο του έβλεπαν τον μελλοντικό «κάπο ντέι κάπι».

Το μήνυμα

Η ανέλιξη του Γκρέκο θορύβησε τον Τότο Ρίινα που του έστειλε ένα πρώτο μήνυμα. Δεν τον ενημέρωσε καν για την «σφαγή στην Πλατεία Σκάφα» όπου εκτελέστηκαν οκτώ άτομα. Οι δολοφονίες έγιναν σε έναν αχυρώνα μέσα στην περιοχή του Γκρέκο και με αυτό τον τρόπο ο Ρίινα του ξεκαθάρισε πως δεν έχει τον έλεγχο.  

Ο Γκρέκο δεν φάνηκε να παίρνει το μήνυμα και συνέχισε τη δράση του. Τον Αύγουστο του 1985 σκότωσε τον αστυνομικό ερευνητή Αντονίνο Κασαρά. Πριν τρία χρόνια ο Κασαρά είχε εκδώσει ένταλμα σύλληψης για 163 μέλη της Μαφία (μεταξύ των οποίων και ο Γκρέκο) και ο «Πίνο» δεν το είχε ξεχάσει.

Lupara bianca

Μετά και τη δολοφονία του Κασαρά ο Τότο Ρίινα (φωτό) έκρινε ότι ο Γκρέκο είχε πλέον ξεφύγει από κάθε έλεγχο και απειλούσε τον ίδιο και την οργάνωση. Έδωσε εντολή για «lupara bianca». Ο όρος ουσιαστικά μεταφράζεται ως «λευκό δίκαννο» και σημαίνει τη δολοφονία και την εξαφάνιση του πτώματος ενός συγκεκριμένου ατόμου. Η «lupara bianca» θεωρείται ιδιαίτερα ατιμωτική στον κόσμο της Μαφία καθώς η οικογένεια δεν μπορεί να θρηνήσει και να κηδεύσει όπως πρέπει τον νεκρό.

Τον Σεπτέμβριο του 1985 οι Τζιουζέπε Λουκέζε και Βιτσέντσο Πούτσιο πήγαν σε μια βίλα έξω από το Παλέρμο όπου κρυβόταν ο Γκρέκο. Ήταν και οι δύο φίλοι του και δεν υποπτεύθηκε κάτι. Ανέβηκαν στον 1ο όροφο και ήπιαν καφέ. Με μια δικαιολογία ο Λουκέζε σηκώθηκε, πήγε πίσω από τον Γκρέκο και τον πυροβόλησε στο κεφάλι.

Ο Αγκοστίνο Μαρίνο Μανόια θα καταθέσει ότι ήταν στο ισόγειο του σπιτιού όταν εκτελέστηκε ο Γκρέκο. «Άκουσα πυροβολισμούς και ανέβηκαν στον 1ο όροφο. Είδα τον Πίνο νεκρό στο πάτωμα και από πάνω του όρθιοι οι Πούτσιο και Λουκέζε. Ο δεύτερος κρατούσε ένα πιστόλι που ακόμα κάπνιζε. Μου είπαν ότι έλυσαν ένα πρόβλημα εκ μέρους του Τότο Ρίινα» θα αποκαλύψει ο Μανόια και θα πει πως όταν μοιράστηκε τα όσα έζησε με τον αδελφό του Φραντσέσκο εκείνος αποφάσισε να γίνει πληροφοριοδότης της αστυνομίας.

Μετά την εκτέλεση του Γκρέκο δύο ακόμα άτομα έφτασαν στη βίλα. Πήραν το πτώμα του και το έβαλαν σε βαρέλι με οξύ. Η «lupara bianca» εκτελέστηκε όπως είχε ζητήσει ο Ρίινα και ποτέ δεν βρέθηκαν λείψανα από το «παπουτσάκι».

Με τον Γκρέκο εξαφανισμένο ο ίδιος ο Ρίινα άρχισε να διαδίδει φήμες ότι κρύβεται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Φραντσέσκο Μανόια όμως αποκάλυψε στις αρχές την τύχη του εκτελεστή. Ένας άλλος πληροφοριοδότης, ο Σαλβατόρε Καντσέρμι θα καταθέσει στους αστυνομικούς πως λίγο μετά την εκτέλεση του Γκρέκο ο Ρίινα του είπε: «Ξέρεις ότι βρήκαμε το φάρμακο για τους τρελούς; Σκοτώσαμε το παπουτσάκι, είχε γίνει παρανοϊκός».