«Προσεύχεσαι για τον θάνατο. Κλαις μέχρι που δεν μπορείς άλλο»


Χιλιάδες κορίτσια από τη Νιγηρία φεύγουν για μια καλύτερη ζωή και καταλήγουν σε κυκλώματα πορνείας. Όταν καταφέρνουν να γυρίσουν, η σωτηρία τους δεν διαφέρει πολύ από την προηγούμενη κατάστασή τους


Στα 18 της τής υποσχέθηκαν μια νέα ζωή στη Λιβύη με έναν εντυπωσιακό μισθό. Εκεί, κατέληξε «σκλάβα του σεξ» μέχρι που σώθηκε από την κυβέρνησή της, για να αντιμετωπίσει μια νέα φυλακή εκεί που κανονικά θα ήταν το καταφύγιό της.

Αυτή είναι η ιστορία της Ανταούρα από την Νιγηρία, μια ιστορία που μοιάζει με χιλιάδων κοριτσιών από τη συγκεκριμένη χώρα της Αφρικής. Όπως και σε πολλές ακόμα νεαρές κοπέλες από την Νιγηρία της υποσχέθηκαν μια καλύτερη ζωή στη Λιβύη. Όπως της είπαν θα εργαζόταν ως οικιακή βοηθός και θα έπαιρνε 400 δολάρια το μήνα, ένα ποσό που έμοιαζε με περιουσία για την 18χρονη Ανταούρα που ζούσε μέσα στην φτώχεια.

Με την βοήθεια ενός μεσολαβητή, το 2013 ξεκίνησε το ταξίδι της, για να διασχίσει την έρημο της Σαχάρας και να φτάσει στη Λιβύη. Όταν έφτασε εκεί βρέθηκε εγκλωβισμένη σε ένα κύκλωμα πορνείας, φυλακισμένη, χωρίς να μπορεί να ξεφύγει.

Η Ανταούρα, η οποία πλέον είναι 24 ετών, υποστηρίζει ότι εξαναγκάστηκε να εργάζεται ως πόρνη στην Λιβύη, ενώ ο προαγωγός της την ενημέρωσε ότι του χρωστά 4.000 δολάρια για το ταξίδι της από τη Νιγηρία κι έπρεπε να τον ξεχρεώσει για να την αφήσει να φύγει. Όπως λέει, μια γυναίκα που ήταν επίσης μέλος του κυκλώματος, την ανάγκαζε να κάνει σεξ με άντρες χωρίς προφυλακτικό και κάθε φορά που έμενε έγκυος την πήγαινε να κάνει έκτρωση.

Η Ανταούρα ήταν μόνο μια από τους δεκάδες χιλιάδες πολίτες της Νιγηρίας που καταφεύγουν στην Λιβύη, μια χώρα που είναι εξίσου επικίνδυνη αλλά αποτελεί ένα βήμα πιο κοντά στο όνειρο της Ευρώπης. Πολλοί από αυτούς είναι νεαρά κορίτσια που συνήθως πέφτουν θύματα εγκληματιών που προσπαθούν να θησαυρίζουν εκμεταλλευόμενοι την κατάστασή τους.

Την ίδια στιγμή οργανώσεις και η κυβέρνηση της Νιγηρίας προσπαθούν να εντοπίσουν και να επαναπατρίσουν όσους πέφτουν θύματα εγκληματικών κυκλωμάτων. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, μόνο μεταξύ Απριλίου 2017 και Οκτωβρίου 2018, πάνω από 10.000 Νιγηριανοί που είχαν εγκλωβιστεί στην Λιβύη και σε άλλες χώρες κατάφεραν να γυρίσουν στη χώρα τους.

Από τη μια φυλακή στην άλλη

Ωστόσο, η κατάσταση για όσους γυρίζουν πίσω δεν μοιάζει να είναι πολύ καλύτερη. Σύμφωνα με μια αναφορά του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που ονομάζεται «Προσευχόμενες για τον θάνατο: Το εμπόριο νέων γυναικών και κοριτσιών στη Νιγηρία», πολλά θύματα που διασώζονται από χώρες, όπως η Λιβύη, επιστρέφουν στη χώρα τους και ζουν σε παρόμοιες ή και ακόμα πιο αποκρουστικές συνθήκες.

Παρόλο που η Νιγηρία έχει κάνει αρκετά βήματα, ώστε να αντιμετωπίσει το εμπόριο σαρκός ακολουθώντας τους διεθνείς νόμους και δημιουργώντας καταφύγια, οι αρχές φαίνεται ότι απέτυχαν να παρέχουν στους διασωθέντες όσα χρειάζονται για μια αξιοπρεπή ζωή.

Η Ανταούρα είναι μια από τους διασωθέντες. Στάλθηκε πίσω στη Νιγηρία και τώρα ζει σε ένα καταφύγιο της κυβέρνησης, αλλά όπως καταγγέλλει στο Παρατηρητήριο, εκεί δεν της δίνουν αρκετό φαγητό, ενώ της παρέχονται μόνο 100 νάιρα την ημέρα (περίπου 25 λεπτά του ευρώ), για να μπορέσει να μετακινηθεί. Δεν έχει σταματήσει να σκέφτεται να βάλει τέλος στη ζωή της.

Μια άλλη γυναίκα, πρώην θύμα κυκλώματος πορνείας, αναφέρει στο Παρατηρητήριο ότι κρατείται παρά τη θέλησή της στο καταφύγιο του Εθνικού Κέντρου Προστασίας Εμπορίας Ανθρώπων (NAPTIP) εδώ και έξι μήνες.

«Μένω εδώ για περίπου έξι μήνες. Τρώω, κοιμάμαι και φωνάζω. Δεν ανοίγουν ποτέ την πόρτα. Τους είπα ότι δεν θέλω να μείνω εδώ, θέλω να πάω σπίτι. Μου λένε συνέχεια ότι κάποια στιγμή θα με αφήσουν. Δεν μου αρέσει που βρίσκομαι εδώ. Δεν μπορώ να κάθομαι και να μην κάνω τίποτα», αναφέρει.

Κι άλλες γυναίκες αναφέρουν ότι κρατούνται σε κυβερνητικά καταφύγια χωρίς να τους δίνεται επαρκής τροφή, είδη υγιεινής και ιατρική φροντίδα. Άλλες λένε ότι είναι φυλακισμένες και δεν τους επιτρέπεται να δουν τις οικογένειές τους. Όπως αναφέρουν, οι υπεύθυνοι δεν τους ενημερώνουν για τη διαδικασία επανένταξής τους, ούτε πότε θα δουν ξανά τους δικούς τους.

«Βρήκαμε σοκαρισμένοι ανθρώπους που επιβίωσαν από τα κυκλώματα πορνείας να είναι κλειδωμένοι πίσω από πόρτες κυβερνητικών εγκαταστάσεων, χωρίς να μπορούν να επικοινωνήσουν με τις οικογένειές τους για μήνες», αναφέρει η επικεφαλής ερευνήτρια του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Άγκνες Οντιάμπο.

Για την έρευνα, το Παρατηρητήριο μίλησε μεταξύ του 2017 και του 2018 με 76 θύματα κυκλωμάτων πορνείας, ειδικούς, μέλη ΜΚΟ και αξιωματούχους που φροντίζουν τα θύματα αυτά. Η Οντιάμπο μιλώντας στο CNN ανέφερε ότι πολλά από τα καταφύγια που επισκέφτηκαν ήταν ετοιμόρροπα, ενώ πολλές γυναίκες παραπονούνταν ότι τους είχαν πάρει ακόμα και τα κινητά.

«Οι γυναίκες και τα κορίτσια έμοιαζαν τόσο δυστυχισμένες εκεί. Παραπονούνταν ότι συνεχώς τις ελέγχουν. Βασικά ήταν σαν να μεταφέρθηκαν οι συνθήκες αιχμαλωσίας τους από το ένα μέρος στο άλλο», λέει η Οντιάμπο.

Η άλλη πλευρά
Τελείως διαφορετική είναι ωστόσο η εικόνα που δίνει η πλευρά της κυβέρνησης. Ο επικεφαλής του τμήματος δημόσιας εκπαίδευσης του NAPTIP, Αρίζνε Οσάκουε, υποστηρίζει ότι η έκθεση του Παρατηρητηρίου δεν συμπεριλαμβάνει πολλές από τις πλευρές της δουλειάς που γίνεται σε αυτά τα κέντρα επανένταξης.

Αν και παραδέχτηκε ότι πολλά από τα θύματα μένουν συχνά περισσότερο από έξι εβδομάδες στα κέντρα- το ανώτατο διάστημα παραμονής που ορίζεται από την κυβέρνηση- ωστόσο τόνισε ότι αυτό συμβαίνει γιατί βρίσκονται σε εξέλιξη σχετικές έρευνες.

«Πολύ συχνά ανάμεσα στα θύματα που διασώθηκαν βρίσκονται προαγωγοί που προσποιούνται τα θύματα, για να προσεγγίσουν κι άλλες γυναίκες και να τις πάρουν ξανά σε χώρες όπως η Λιβύη, όταν φύγουν από το κέντρο. Δουλεύουμε με πολλές άλλες υπηρεσίες για να τους εντοπίσουμε και να τους ταυτοποιήσουμε βάσει αναφορών που έχουμε και από τις άλλες χώρες. Η εργασία αυτή απαιτεί χρόνο κι έτσι το να αφήσουμε κάποιον να φύγει δεν είναι τόσο εύκολη υπόθεση», ανέφερε ο Οσάκουε στο CNN.


Ωστόσο, αρνήθηκε ότι τα θύματα δεν λαμβάνουν αρκετή τροφή και τόνισε ότι η υπηρεσία προσπαθεί να τα κάνει να νιώθουν όσο πιο άνετα γίνεται. Παραδέχτηκε όμως ότι το NAPTIP προσπαθεί να παρέχει ένα «κλειστό καταφύγιο» για τα θύματα εμποδίζοντας την επαφή και την επικοινωνία με τον «έξω» κόσμο. Αυτό γίνεται γιατί οι προαγωγοί τους μπορεί ακόμα να καραδοκούν.

«Τα περισσότερα θύματα είναι μάρτυρες εγκλημάτων που έχουν διαπράξει οι προαγωγοί και έτσι τίποτα δεν θα τους εμποδίσει από το να τα βρουν και να τα κάνουν να «σωπάσουν». Και μην ξεχνάτε ότι τις περισσότερες φορές προαγωγοί αυτών των γυναικών είναι οι ίδιες οι οικογένειές του που περιμένουν να βγουν από το καταφύγιο, για να τις στείλουν ξανά για… δουλειά», τονίζει ο Οσάκουε στο CNN.

Η διαδικασία ελέγχου της οικογένειας του θύματος είναι μια επίσης χρονοβόρα διαδικασία. «Πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι η οικογένεια θα τους δεχτεί πίσω. Κάποια θύματα τα απαρνιούνται. Το ευκολότερο θύμα είναι ένας επιζώντας που επέστρεψε και δεν έχει καμία στήριξη από την κοινωνία. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που σώσαμε ένα θύμα, έφυγε από το καταφύγιο και έξι μήνες μετά έπρεπε να το σώσουμε ξανά σε μια άλλη χώρα», αναφέρει.

Δυστυχώς, η Νιγηρία παραμένει «πηγή» πολλών δικτύων διακίνησης που λειτουργούν στην Αφρική και βέβαια τα περισσότερα θύματα είναι γυναίκες. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης πάνω από 11.000 γυναίκες και 3.000 παιδιά που έφτασαν δια θαλάσσης στην Ιταλία μόνο το 2016 ήταν από την Νιγηρία. Πάνω από τους μισούς έπεσαν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης.

Μια γυναίκα που έζησε τον εφιάλτη του ταξιδιού προς την Ευρώπη είπε στο Παρατηρητήριο:

«Προσεύχεσαι για τον θάνατο. Κλαις μέχρι που δεν μπορείς άλλο. Άνθρωποι πεθαίνουν, λιποθυμούν, ξυλοκοπούνται, βιάζονται. Δεν θα συμβούλευα ούτε στον χειρότερο εχθρό μου να κάνει αυτό το ταξίδι».