Ο γιατρός που σκότωσε 63 άτομα στην υπό γερμανική κατοχή Γαλλία για να βγάλει χρήματα


Ο Μαρσέλ Πετιό υποδυόταν τον σωτήρα και προσέφερε μια ασφαλή διαφυγή στο θύματα του. Τελικά τα σκότωνε με κυάνιο και έπαιρνε τα χρήματα και τα υπάρχοντα τους  

Από τον Ιούλιο του 1940 η Γαλλία πέρασε σε γερμανική κατοχή υπό τη διοίκηση της κυβέρνησης του Βισί. Χιλιάδες άνθρωποι, κυρίως εβραϊκής καταγωγής, αναζήτησαν διέξοδο από τη χώρα. Ο «γιατρός Ουζέν» ήταν ένας από εκείνους που προσέφεραν έναν τρόπο διαφυγής. Υποστήριζε ότι μπορούσε να φυγαδεύσει όποιον το επιθυμούσε και πολλοί ήταν εκείνοι που αποτάθηκαν σε αυτόν. Πίσω όμως από τον «μανδύα» του σωτήρα κρυβόταν ένα ψυχοπαθής δολοφόνος. Αυτή είναι η ιστορία του Μαρσέλ Πετίο, του δρ.Σατανά της κατοχικής Γαλλίας.

Ψυχασθενής και κλεπτομανής

Γεννημένος στις 17 Ιανουαρίου του 1897 στην Οσέρ, ο Πετιό έδειξε από μικρή ηλικία ότι αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα. Ήταν κλεπτομανής και διαγνώσθηκε με ψυχιατρικές διαταραχές. Ολοκλήρωσε το σχολείο σε ειδική ακαδημία στο Παρίσι και κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου μπήκε εθελοντικά στον γαλλικό στρατό. Εκεί τραυματίστηκε και επέζησε μετά από επίθεση με χημικά. Αυτό οδήγησε στην ψυχολογική του κατάρρευση. Φιλοξενήθηκε σε στρατιωτικά ιδρύματα όπου η κλεπτομανία του εντάθηκε. Μάλιστα πέρασε ένα διάστημα φυλακισμένος σε ψυχιατρική φυλακή. Παρ’ όλα αυτά το 1918 το επανέφεραν στο μέτωπο. Είκοσι μέρες μετά αυτοπυροβολήθηκε στο πόδι και τελικά αποτάχθηκε.

Γιατρός, δήμαρχος, δολοφόνος

Εκμεταλλευόμενος ένα μορφωτικό πρόγραμμα για βετεράνους πολέμου ο Πετιό πήρε, το 1921, πτυχίο ιατρικής. Γρήγορα απέκτησε τη φήμη του γιατρού που χρησιμοποιεί αμφιλεγόμενες θεραπείες, που κάνει παράνομες εκτρώσεις και συνταγογραφεί ναρκωτικές ουσίες.

Οι αρχές εικάζουν ότι ο Πετιό έκανε τον πρώτο του φόνο το 1926. Είχε σχέση με την κόρη μιας ασθενούς του, τη νεαρή Λουίς Ντελαβό. Όταν η Ντελαβό εξαφανίστηκε η αστυνομία τον έβαλε στο στόχαστρο αλλά δεν βρήκε στοιχεία για να τον οδηγήσει σε δίκη.

Λίγους μήνες μετά την εξαφάνιση της Ντελαβό ο Πετιό θα διεκδικούσε τη δημαρχία της μικρής κωμόπολης Βιλνέβ σιρ Ιόν και θα εκλεγόταν. Το 1924 παντρεύτηκε την 23χρονη Ζορζέτ Λαμπλέ με την οποία απέκτησαν έναν γιό.

Ο Πετιό κατηγορήθηκε για υπεξαίρεση χρημάτων και καθαιρέθηκε από τη θέση του Δημάρχου όμως δεν έχασε την υποστήριξη μεγάλου μέρους των ψηφοφόρων του. Εξελέγη δημοτικός σύμβουλος μέχρι τη στιγμή που αποδείχθηκε ότι έκλεβε και πάλι. Ο Πετιό αναγκάστηκε να μετακομίσει στο Παρίσι. Εκεί έχτισε τη φήμη του ως γιατρός που εκδίδει ψεύτικα πιστοποιητικά, κάνει εκτρώσεις και γράφει ό,τι φάρμακο του ζητήσεις.

Ο «Δρ. Ουζέν»

Μετά την ήττα από τη Γερμανία το 1940 ο Πετιό ξεκίνησε να εκδίδει ψεύτικά πιστοποιητικά σε ανθρώπους που είχαν επιλεγεί για αναγκαστική εργασία. Ο ίδιος θα πει ότι παράλληλα είχε αναπτύξει και αντιστασιακή δράση. Υπάρχουν κάποιες αναφορές ότι είχε επαφές με αντιστασιακούς αλλά όχι στον βαθμό που ο ίδιος παρουσίαζε τη δράση του.

Στο κατοχικό Παρίσι και όχι μόνο άρχισε να κυκλοφορεί το όνομα του «Δρ. Ουζέν». Οι φήμες έλεγαν ότι για 25.000 φράγκα μπορούσε να προσφέρει ασφαλή τρόπο διαφυγής προς τη Νότια Αμερική σε όποιον το επιθυμούσε. Ο «Δρ. Ουζέν» είχε τρεις συνεργάτες μέσω των οποίων μπορούσες να έρθεις σε επαφή μαζί του. Ο γιατρός-σωτήρας δεν ήταν άλλος από τον Μαρσέλ Πετιό.

Εβραίοι, αντιστασιακοί και εγκληματίες ζήτησαν τη βοήθεια του ελπίζοντας ότι θα γλιτώσουν από την Γκεστάπο. Ο Πετιό τους έκλεινε ραντεβού στο γραφείο όπου τους έλεγε ότι πρέπει να κάνουν ένα εμβόλιο για να τους δεχθούν στην χώρα προορισμού του. Το… εμβόλιο ήταν μια δόση από κυάνιο. Ο Πετιό έκλεβε όλα τα υπάρχοντα των θυμάτων του και εξαφάνιζε τα πτώματα. Αρχικά τα έριχνε σε ένα ποτάμι στην περιοχή αλλά στη συνέχεια είτε τα διαμέλιζε και τα έκαιγε, είτε τα έθαβε σε ασβέστη.

Η Γκεστάπο πήρε πληροφορίες για το δίκτυο του «Δρ. Ουζέν» και έστειλε έναν πράκτορα της να υποδυθεί τον ενδιαφερόμενο. Ήταν ο Ιβάν Ντρεϊφούς ο οποίος εξαφανίστηκε. Τελικά συνελήφθησαν οι συνεργάτες του «Δρ.Ουζέν» οι οποίο αποκάλυψαν την πραγματική του ταυτότητα.

Η σύλληψη και το τέλος στην γκιλοτίνα

Ο Μαρσέλ Πετιό διέφυγε. Τον Μάρτιο του 1944 οι γείτονες διαμαρτυρήθηκαν ότι μια έντονη δυσοσμία αναδυόταν από το σπίτι του. Οι αρχές έκαναν έρευνα και βρήκαν στο υπόγειο μια τεράστια σόμπα στην οποία μέσα υπήρχαν ανθρώπινα κόκκαλα. Εντόπισαν επίσης τον λάκκο με τον ασβέστη. Η αρχική έρευνα έκρινε ότι τα θύματα ήταν τουλάχιστον δέκα. Το θέμα πήρε μεγάλες διαστάσεις και έκανε τον γύρο της Ευρώπης.

Ο Πετιό κρυβόταν αρχικά στο σπίτι ενός φίλου του στον οποίο είχε πει ότι τα θύματα του ήταν Γερμανοί και συνεργάτες. Αφήνοντας μούσι και χρησιμοποιώντας ψεύτικά ονόματα και ταυτότητες άρχισε να κυκλοφορεί και πάλι στο Παρίσι. Μάλιστα με το όνομα Ανρί Βαλερί μπήκε στον γαλλικό στρατό και έφτασε στη θέση του υπεύθυνου αντικατασκοπίας πραγματοποιώντας μάλιστα ανακρίσεις.

Το 1942 εμφανίστηκε μια επιστολή του Πετιό προς τις αρχές στην οποία υποστήριζε ότι είναι αθώος. Η αστυνομία συμπέρανε ότι ο γιατρός ζει ακόμα στο Παρίσι και ξεκίνησε η αναζήτηση του. Σε αυτή συμμετείχε και ο… Ανρί Βαλερί.

Τελικά ο «Δρ.Σατανάς» όπως τον είχε βαφτίσει ο Τύπος αναγνωρίστηκε από πολίτη στο Μετρό του Παρισίου και συνελήφθη. Στη δική ο Πετίο υποστήριξε ότι είχε σκοτώσει μόνο εχθρούς της Γαλλίας και πως τα πτώματα στον λάκκο με τον ασβέστη είχαν εκτελεστεί από την Αντίσταση. Κανείς όμως από το δίκτυο της Αντίστασης δεν τον γνώριζε και τα στοιχεία που έδωσε δεν επαληθεύτηκαν. Τελικά ο Πετιό ομολόγησε ότι είχε σκοτώσει 63 άτομα αλλά επέμενε ότι όλοι ήταν… εχθροί. Κρίθηκε ένοχος και καταδικάστηκε σε θάνατο. Η πρώτη εκτέλεση δεν ολοκληρώθηκε καθώς ο μηχανισμός της γκιλοτίνας δεν λειτούργησε. Λίγες μέρες μετά όμως η λεπίδα έπεσε κανονικά και ο «Δρ.Σατανάς» αποκεφαλίστηκε σε ηλικία 49 ετών.