Κρυμμένος δίπλα στο αστέρι μας, ο μικρότερος πλανήτης του ηλιακού μας συστήματος αψηφά κάθε σενάριο δημιουργίας πλανητών. Στην πραγματικότητα είναι τόσο μυστήριος που δεν θα έπρεπε καν να υπάρχει
Σε απόσταση «αναπνοής» από τον Ήλιο στέκεται ο Ερμής, ο πιο μικρός πλανήτης του Ηλιακού μας Συστήματος. Ένας πλανήτης όμως που δεν θα έπρεπε να υπάρχει.
Με μια πρώτη ματιά, ο Ερμής θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο
πιο αδιάφορος πλανήτης του Ηλιακού Συστήματος. Η άγονη επιφάνειά του έχει λίγα
αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά, δεν υπάρχουν στοιχεία για ύπαρξη νερού τώρα ή στο
παρελθόν του και η λεπτή ατμόσφαιρα του πλανήτη είναι στην καλύτερη περίπτωση
εύθραυστη. Η πιθανότητα να βρεθεί ζωή ανάμεσα στους καλυμμένους κρατήρες του
είναι σχεδόν μηδαμινή. Ωστόσο, αν κάποιος κοιτάξει πιο προσεκτικά, ο Ερμής
είναι ένας συναρπαστικός, απίθανος κόσμος γεμάτος μυστήριο.
Ο Ερμής αν και έχει μάζα σχεδόν 20 φορές μικρότερη από τη Γη
και έχει διάμετρο λίγο μεγαλύτερη από αυτή της Αυστραλίας, είναι ο δεύτερος πιο
πυκνός πλανήτης μετά τη Γη, λόγω ενός τεράστιου μεταλλικού πυρήνα που
καταλαμβάνει περίπου το 85% της μάζας του.
Οι επιστήμονες παραμένουν όλα αυτά τα χρόνια προβληματισμένοι
με αυτόν τον μικροσκοπικό πλανήτη καθώς όπως λένε δεν ταιριάζει σε κανένα από
τα επικρατέστερα μοντέλα πλανητικού σχηματισμού.
Η τροχιά του Ερμή – πολύ κοντά γύρω από τον Ήλιο μας –
βρίσκεται επίσης σε μια παράξενη θέση, την οποία οι αστρονόμοι δεν μπορούν να
εξηγήσουν πλήρως. Όλα αυτά οδηγούν σε ένα κρίσιμο συμπέρασμα: δεν έχουμε ιδέα
πώς σχηματίστηκε ο Ερμής. Σύμφωνα με τους αστρονόμους με βάση όσα γνωρίζουμε, ο
πλανήτης απλώς δεν θα έπρεπε να υπάρχει.
«Είναι κάπως ντροπιαστικό», λέει ο Σον Ρέιμοντ, ειδικός στον
σχηματισμό και τη δυναμική των πλανητών στο Πανεπιστήμιο του Μπορντό στη
Γαλλία. «Υπάρχει κάποια βασική λεπτομέρεια που μας διαφεύγει».
Το μυστήριο της προέλευσης του Ερμή – πώς σχηματίστηκε και
γιατί έχει τη σημερινή του μορφή – είναι ένα από τα μεγαλύτερα αινίγματα του
Ηλιακού μας Συστήματος.
Ωστόσο, απάντηση ή έστω κάποια ένδειξη σε αυτά τα ερωτήματα θα
προσπαθήσει να δώσει μια κοινή ευρωπαϊκή και ιαπωνική αποστολή με την ονομασία BepiColombo, η οποία
εκτοξεύθηκε το 2018 και αυτή τη στιγμή κατευθύνεται προς τον Ερμή. Το
διαστημικό σκάφος θα είναι ο πρώτος γήινος επισκέπτης στον πλανήτη εδώ και πάνω
από μία δεκαετία. Όταν τεθεί σε τροχιά τον Νοέμβριο του 2026, ένας από τους
βασικούς του στόχους θα είναι να εξακριβώσει από πού ακριβώς προήλθε ο Ερμής.
Η κατανόηση του τρόπου σχηματισμού του Ερμή δεν είναι
σημαντική μόνο για να μάθουμε περισσότερα για την προέλευση του δικού μας
Ηλιακού Συστήματος, αλλά και για τη μελέτη πλανητών γύρω από άλλα άστρα – τους
λεγόμενους εξωπλανήτες.
«Ο Ερμής είναι πιθανότατα ό,τι πιο κοντινό έχουμε στο πλανητικό
μας σύστημα με έναν εξωπλανήτη», λόγω του ασυνήθιστου σχηματισμού του, λέει ο
Σαβέριο Καμπιόνι, πλανητικός επιστήμονας στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της
Μασαχουσέτης (MIT) στις
ΗΠΑ. «Είναι ένας συναρπαστικός κόσμος».
Οι αστρονόμοι συνειδητοποίησαν για πρώτη φορά ότι κάτι δεν
πήγαινε καλά με τον Ερμή όταν για πρώτη φορά ένα διαστημόπλοιο, το Mariner 10 της Nasa πέταξε κοντά στον
πλανήτη τρεις φορές το 1974 και το 1975. Αυτές οι διελεύσεις παρείχαν τις
πρώτες μετρήσεις βαρύτητας του πλανήτη, προσφέροντας μια πρώτη ματιά στο
εσωτερικό του και αποκαλύπτοντας την αλλόκοτη δομή του.
Η Γη, η Αφροδίτη και ο Άρης διαθέτουν πυρήνες πλούσιους σε
σίδηρο, ο οποίος καταλαμβάνει περίπου το μισό της ακτίνας τους. Στη Γη, αυτός ο
πυρήνας χωρίζεται σε ένα στερεό εσωτερικό και ένα υγρό εξωτερικό μέρος, του
οποίου η κίνηση παράγει το προστατευτικό μαγνητικό πεδίο του πλανήτη μας. Πάνω
από αυτόν βρίσκονται ο μανδύας και στη συνέχεια ο φλοιός της γης, όπου ζούμε.
Ο Ερμής είναι εντελώς διαφορετικός. Ο πυρήνας του πλανήτη
καταλαμβάνει περίπου το 85% της ακτίνας του, ο οποίος καλύπτεται μόνο με έναν
λεπτό βραχώδη μανδύα και φλοιό. Αυτό εξηγεί την εξαιρετικά υψηλή πυκνότητά του,
αλλά το γιατί η δομή του κατέληξε έτσι δεν είναι απολύτως σαφές.
«Ο σχηματισμός του Ερμή αποτελεί μείζον πρόβλημα», λέει ο
Νίκολα Τόζι, πλανητικός επιστήμονας στο Γερμανικό Κέντρο Αεροδιαστημικής στο
Βερολίνο. «Παραμένει ασαφές γιατί ο Ερμής είναι όπως είναι».
Μια μεταγενέστερη αποστολή, το Messenger της Nasa, που βρισκόταν σε τροχιά γύρω από
τον πλανήτη από το 2011 έως το 2015, αντί για απαντήσεις δημιούργησε ακόμη
περισσότερα ερωτήματα. Σε τροχιά μόλις 36 εκατομμύρια μίλια (60 εκατομμύρια
χιλιόμετρα) από τον Ήλιο, οι θερμοκρασίες στον Ερμή κατά τη διάρκεια της ημέρας
μπορεί να φτάσουν έως τους 430°C,
ενώ τη νύχτα μπορούν να πέσουν έως τους
-180°C.
Κι όμως, παρά αυτές τις ακραίες συνθήκες, το Messenger ανακάλυψε ότι ο
Ερμής διαθέτει πτητικά στοιχεία όπως κάλιο και ραδιενεργό θόριο στην επιφάνειά
του, τα οποία θα έπρεπε εδώ και καιρό να έχουν εξατμιστεί εξαιτίας της τόσο
έντονης ηλιακής ακτινοβολίας. Ανακάλυψαν επίσης ότι στην επιφάνειά του υπάρχουν
σύνθετα μόρια όπως το χλώριο, καθώς και πάγος νερού παγιδευμένος στους πολικούς
κρατήρες, οι οποίοι βρίσκονται μόνιμα στο σκοτάδι.
«Ο Ερμής είναι σκέτος πονοκέφαλος»
Ανακαλύψεις όπως αυτές ενίσχυσαν την ιδέα ότι ο Ερμής δεν θα
έπρεπε να βρίσκεται στην θέση που δεν έχει σήμερα γύρω από τον Ήλιο. Οι
αστρονόμοι προβληματίζονται εδώ και καιρό για τη θέση του στο Ηλιακό Σύστημα,
σε μια περιοχή όπου δεν πιστεύουμε ότι θα μπορούσε εύκολα να σχηματιστεί ένας
πλανήτης σαν τον Ερμή.
Γνωρίζουμε ότι τα ηλιακά συστήματα σαν το δικό μας ξεκινούν
ως δίσκοι σκόνης και αερίων γύρω από άστρα. Σταδιακά, οι πλανήτες ανοίγουν κενά
μέσα σε αυτούς τους δίσκους, μεγαλώνοντας καθώς συλλέγουν υλικό. Όμως ο Ερμής
βρίσκεται υπερβολικά μακριά από την Αφροδίτη ώστε αυτό να έχει νόημα, με βάση
τα μοντέλα σχηματισμού των πλανητών. Όσο κι αν οι επιστήμονες της δυναμικής τροποποιούν
τις παραμέτρους, δεν μπορούν να αναπαράγουν έναν Ερμή όπως τον βλέπουμε σήμερα.
«Είναι σκέτος πονοκέφαλος», λέει ο Ρέιμοντ. «Δεν μπορείς να έχεις κανέναν Ερμή».
Τα σενάρια δημιουργίας
Οι αστρονόμοι έχουν περάσει χρόνια προσπαθώντας να
τελειοποιήσουν τα μοντέλα και δοκιμάζοντας ιδέες για το πώς μπορεί να
σχηματίστηκε ο Ερμής, και υπάρχουν μερικά επικρατέστερα σενάρια. Ένα από τα πιο
συζητημένα είναι ότι ο Ερμής ήταν κάποτε πολύ μεγαλύτερος – ίσως διπλάσιος σε
μάζα και σχεδόν στο μέγεθος του Άρη – και ότι βρισκόταν σε τροχιά πιο μακριά
από τον Ήλιο.
Αυτό υποστηρίζεται από τα επίπεδα καλίου και θορίου που
ανιχνεύθηκαν στον Ερμή, τα οποία μοιάζουν πολύ περισσότερο με εκείνα του Άρη,
ενός πλανήτη που σχηματίστηκε σε μεγαλύτερη απόσταση από τον Ήλιο.
Η θεωρία λέει ότι, μέσα στα πρώτα 10 εκατομμύρια χρόνια της
ύπαρξής του, αυτός ο πρωτο-Ερμής συγκρούστηκε με ένα τεράστιο σώμα, ίσως έναν
άλλον πλανήτη στο μέγεθος του Άρη. Η σύγκρουση απογύμνωσε τον πλανήτη από τα
εξωτερικά του στρώματα – τον φλοιό και τον μανδύα – αφήνοντας πίσω κυρίως τον
πυκνό, πλούσιο σε σίδηρο πυρήνα που αποτελεί σήμερα το μεγαλύτερο μέρος του
πλανήτη.
Αυτή η εξήγηση είναι ίσως η πιο ευρέως αποδεκτή σήμερα, λέει
ο Αλεσάντρο Μορμπιντέλι, ένας επιστήμονας της πλανητικής δυναμικής στο
Αστεροσκοπείο της Κυανής Ακτής στη Νίκαια της Γαλλίας. «Η γενική ιδέα είναι ότι
ο Ερμής υπέστη μια τεράστια σύγκρουση, η οποία κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος
του μανδύα του».
Θα έπρεπε να είναι μια πλάγια σύγκρουση, ώστε να μη διαλυθεί
πλήρως ο πλανήτης. Ωστόσο, αν και οι συγκρούσεις ήταν συχνές στο πρώιμο Ηλιακό
Σύστημα, η αφαίρεση τόσο μεγάλου όγκου υλικού θα απαιτούσε μια εξαιρετικά βίαιη
πρόσκρουση με ταχύτητες άνω των 100 χιλιομέτρων το δευτερόλεπτο, λέει ο
Καμπιόνι – ένα σενάριο που θεωρείται απίθανο, καθώς τα περισσότερα σώματα
κινούνταν γύρω από τον Ήλιο σε παρόμοιες κατευθύνσεις και ταχύτητες, σαν
αυτοκίνητα σε κυκλικό κόμβο.
Μια τέτοια σύγκρουση θα έπρεπε επίσης να είχε αφαιρέσει τα
πτητικά στοιχεία του Ερμή, συμπεριλαμβανομένου του θορίου, καθιστώντας ακόμη
πιο αινιγματική την ανίχνευσή τους από το Messenger. Πώς θα μπορούσαν να είχαν επιβιώσει από μια τόσο
μεγαλειώδη σύγκρουση;
Ακόμη και χωρίς σύγκρουση, δεν είναι σαφές πώς αυτά τα
στοιχεία θα μπορούσαν να παραμείνουν στον Ερμή. «Ένα σώμα τόσο κοντά στον Ήλιο
δεν θα έπρεπε να είναι τόσο πλούσιο σε πτητικά», λέει ο Ντέιβιντ Ρόθερι,
πλανητικός γεωεπιστήμονας στο Open University
του Ηνωμένου Βασιλείου, ο οποίος συνδιευθύνει το όργανο MIXS της αποστολής BepiColombo που θα μελετήσει τα πτητικά
στοιχεία του πλανήτη. «Άρα, μήπως ο Ερμής ξεκίνησε πιο μακριά ή μήπως τα υλικά
που συγκεντρώθηκαν για να τον σχηματίσουν ξεκίνησαν από κάποια μεγαλύτερη
απόσταση;».
Ίσως ο Ερμής να μην υπέστη σύγκρουση, αλλά να προσέκρουσε ο ίδιος
σε έναν άλλο πλανήτη, όπως την Αφροδίτη, πριν καταλήξει στη σημερινή του θέση.
Είναι μια ελκυστική ιδέα, επειδή θα ήταν ευκολότερο να απομακρυνθεί ο μανδύας
του σε μια τέτοια σύγκρουση.
«Είναι πιο εύκολο να εξηγηθεί ο Ερμής αν ήταν ο προσκρούων
πλανήτης και όχι το σώμα που δέχθηκε την πρόσκρουση», λέει ο Ολιβιέ Ναμίρ,
πλανητικός γεωλόγος στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Λουβαίνης στο Βέλγιο.
Δεν θα ήταν ο μόνος «πύραυλος» σε μέγεθος πλανήτη στο πρώιμο
Ηλιακό Σύστημα. Η δική μας Σελήνη θεωρείται ότι σχηματίστηκε όταν ένας υποθετικός
πλανήτης στο μέγεθος του Άρη, ο Θεία, συγκρούστηκε με την πρώιμη Γη, αποσπώντας
της ένα τεράστιο κομμάτι της.
Σε οποιοδήποτε σενάριο σύγκρουσης για τον Ερμή, παραμένει
ασαφές γιατί τα βραχώδη συντρίμμια που εκτινάχθηκαν στο διάστημα δεν επέστρεψαν
στον πλανήτη ή δεν σχημάτισαν δορυφόρους (ο Ερμής δεν έχει φεγγάρια).
Μια πιθανή εξήγηση είναι μια διαδικασία που ονομάζεται
«συγκρουσιακή άλεση», όπου το εκτιναγμένο υλικό μετατρέπεται σε σκόνη και στη
συνέχεια παρασύρεται από τον ηλιακό άνεμο. «Η συγκρουσιακή άλεση αφορά το ίδιο
το υλικό που τρίβεται σε όλο και μικρότερα κομμάτια», λέει η Τζένιφερ Σκόρα,
ειδική στον σχηματισμό πλανητών στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο στον Καναδά.
«Καταλήγεις με έναν Ερμή μικρότερο αλλά και πιο πυκνό». Ωστόσο, ο ρυθμός άλεσης
που θα απαιτούνταν είναι πολύ υψηλός, ίσως μεγαλύτερος από αυτόν που θεωρούμε
ρεαλιστικό.
Ένα άλλο σενάριο είναι ότι δεν υπήρξε καμία γιγάντια
σύγκρουση και ότι ο Ερμής σχηματίστηκε από κάποιο υλικό πιο κοντά στον Ήλιο, το
οποίο ήταν πλουσιότερο σε σίδηρο. Σε αυτή την εκδοχή, που υποστηρίζεται από τον
Άντερς Γιόχανσεν, ειδικό στον σχηματισμό πλανητών στο Πανεπιστήμιο του Λουντ
στη Σουηδία, ο Ερμής σχηματίστηκε σε μια περιοχή του Ηλιακού Συστήματος πολύ
θερμότερη από εκείνη των άλλων πλανητών. Εκρήξεις από τον νεαρό Ήλιο εξαέρωσαν
το μεγαλύτερο μέρος της ελαφριάς σκόνης στη θέση του Ερμή, αφήνοντας μόνο τα
βαρύτερα, πλούσια σε σίδηρο υλικά να συγκολληθούν. «Έτσι θα μπορούσες να
σχηματίσεις έναν πλανήτη πλούσιο σε σίδηρο», λέει ο Γιόχανσεν.
Και σε αυτό το σενάριο όμως υπάρχουν προβλήματα. Αν αυτό
ίσχυε, γιατί ο Ερμής σταμάτησε να μεγαλώνει αντί να συνεχίσει να συσσωρεύει
υλικό πλούσιο σε σίδηρο; «Θα υπήρχε άφθονο υλικό γύρω», λέει ο Γιόχανσεν, οπότε
παραμένει ασαφές γιατί καταλήξαμε με αυτόν τον μικρό πλανήτη που βλέπουμε
σήμερα.
Γύρω από άλλα άστρα παρατηρούμε ενδείξεις για μεγαλύτερες
εκδοχές του Ερμή, γνωστές ως «Υπερ-Ερμής»: πυκνούς, πλούσιους σε σίδηρο
πλανήτες, πιο μαζικούς και μεγαλύτερους από τη Γη, αλλά με εξίσου μεγάλο πυρήνα
σιδήρου. Ο λόγος που δεν έχουμε ακόμη ανακαλύψει πλανήτες στο ακριβές μέγεθος
του Ερμή είναι ότι είναι απλώς πολύ μικροί για να εντοπιστούν μέσα στη λάμψη
και τη βαρυτική επιρροή του άστρου τους.
Παρατηρήσεις άλλων άστρων δείχνουν ότι πλανήτες «Υπερ-Ερμής»
μπορεί να είναι αρκετά συνηθισμένοι στον Γαλαξία μας, λέει ο Καμπιόνι,
αποτελώντας ίσως το 10% έως 20% όλων των πλανητών. Αυτό είναι προβληματικό,
διότι – όπως και με τον Ερμή – δεν γνωρίζουμε πώς σχηματίζονται. Είναι
υπερβολικά μεγάλοι για να δημιουργηθούν μέσω συγκρούσεων, για παράδειγμα.
«Είναι ανησυχητικά συχνοί», λέει ο Καμπιόνι.
Υπάρχει και μια ακόμη θεωρία για την προέλευση του Ερμή: ότι
οι εσωτερικοί πλανήτες δεν σχηματίστηκαν εκεί όπου βρίσκονται σήμερα, αλλά
μετακινήθηκαν. Σε ένα μοντέλο, οι εσωτερικοί πλανήτες – Ερμής, Αφροδίτη, Γη και
Άρης – μπορεί να σχηματίστηκαν σε δύο διακριτούς δακτυλίους υλικού γύρω από τον
Ήλιο. Η Γη και η Αφροδίτη σχηματίστηκαν μαζί με τον Ερμή στον εσωτερικό
δακτύλιο, πριν «μεταναστεύσουν και αφήσουν τον Ερμή πίσω», λέει ο Ρέιμοντ, λόγω
της μικρότερης μάζας του.
Μοντελοποιήσεις του Ματ Κλέμεντ, πλανητικού δυναμικού στο
Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, υποδεικνύουν ότι οι βραχώδεις πλανήτες θα μπορούσαν
να έχουν σχηματιστεί πολύ πιο κοντά στον Ήλιο, ακόμη και εντός της σημερινής
τροχιάς του Ερμή, πριν μετακινηθούν προς τα έξω. «Ο Ερμής απομακρύνεται από τη
δράση και ξεμένει από υλικό», λέει. Η ιδέα δεν εξηγεί πλήρως γιατί ο Ερμής έχει
τόσο μεγάλο πυρήνα, εκτός αν μετακινήθηκε σε μια περιοχή πλουσιότερη σε σίδηρο,
αλλά εξηγεί γιατί έχει το σημερινό του μέγεθος και την απόστασή του από την
Αφροδίτη. «Πιστεύω ότι χρειάζεται να σκεφτούμε το σενάριο της μετανάστευσης»,
λέει ο Κλέμεντ.
Υπάρχουν και πιο ασυνήθιστες ιδέες. Τι θα γινόταν αν ο Ερμής
δεν ήταν βραχώδης πλανήτης, αλλά ο γυμνός πυρήνας ενός γίγαντα αερίου, όπως ο
Δίας, του οποίου η ατμόσφαιρα αφαιρέθηκε; Αν και έχει προταθεί και αυτή η ιδέα,
ο Καμπιόνι τη θεωρεί απίθανη. «Είναι πολύ δύσκολο να αφαιρεθεί η ατμόσφαιρα
ενός πλανήτη στο μέγεθος του Δία», λέει, λόγω της τεράστιας βαρύτητάς του.
Το νέο ταξίδι στον Ερμή
Όλα αυτά δίνουν στους αστρονόμους πολλά στοιχεία αλλά καμία απάντηση
στο πώς σχηματίστηκε ο Ερμής. Η αποστολή BepiColombo ίσως δώσει κάποιες απαντήσεις.
Όταν η αποστολή – που στην πραγματικότητα αποτελείται από
δύο διαστημόπλοια, ένα της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Διαστήματος (ESA) και ένα της Ιαπωνικής Υπηρεσίας
Διαστήματος (JAXA)
ενωμένα – εισέλθει σε τροχιά γύρω από τον Ερμή, τα δύο σκάφη θα διαχωριστούν.
Στη συνέχεια, θα χρησιμοποιήσουν τα όργανά τους μεταξύ άλλων για να
χαρτογραφήσουν τη σύσταση της επιφάνειας του πλανήτη και να μελετήσουν τη
βαρύτητα και το ασθενές μαγνητικό του πεδίο.
«Το BepiColombo
θα πραγματοποιήσει επιπλέον μετρήσεις που μπορούν να μας πουν για την προέλευση
του πλανήτη», λέει ο Τόζι. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα έχει η ανακάλυψη της
σύστασης της επιφάνειας και του υπεδάφους του. «Η γνώση αυτής της σύστασης
θέτει περιορισμούς στα σενάρια σχηματισμού», λέει.
Αν ο Ερμής ήταν κάποτε πολύ μεγαλύτερος και στη συνέχεια
απογυμνώθηκε, θα έπρεπε να είχε δημιουργηθεί ένας προσωρινός λιωμένος μανδύας –
ένας τεράστιος ωκεανός μάγματος – του οποίου τα ίχνη θα μπορούσαμε να δούμε
σήμερα. «Αυτό στερεοποιείται με συγκεκριμένο τρόπο», λέει ο Τόζι, και το BepiColombo μπορεί να
αναζητήσει τέτοια ίχνη.
Οι πρώτες εικόνες που έστειλε το διαστημόπλοιο κατά τη
διάρκεια πρόσφατης μακρινής διέλευσης από τον Ερμή δεν αποκάλυψαν ενδείξεις
ενός τέτοιου αρχαίου ωκεανού μάγματος. Έδειξαν όμως μια επιφάνεια γεμάτη
κρατήρες από συγκρούσεις και ραβδώσεις από αρχαίες ροές λάβας. Φαίνονται επίσης
τα κατάλοιπα μιας τεράστιας ηφαιστειακής πλημμύρας πριν από περίπου 3,7
δισεκατομμύρια χρόνια, που σκλήρυνε δημιουργώντας εκτεταμένες «λείες»
επιφάνειες και γέμισε παλαιότερους κρατήρες. Αν και πολύ μεταγενέστερη από τον
πιθανό ωκεανό μάγματος, χαρακτηριστικές πτυχώσεις σε αυτές τις λείες επιφάνειες
δείχνουν ότι ο πλανήτης έχει συρρικνωθεί δραματικά καθώς ψυχόταν επί
δισεκατομμύρια χρόνια.
«Η γνώση της σύστασης του πυρήνα θα βοηθήσει επίσης στην
ανασύνθεση της προέλευσης του Ερμή», λέει ο Τόζι.
Το BepiColombo
αναμένεται επίσης να αποκαλύψει περισσότερα για τα πτητικά στοιχεία του Ερμή,
που παραμένουν αινιγματικά. «Ξέρουμε ότι ο Ερμής είναι πλούσιος σε πτητικά,
αλλά δεν γνωρίζουμε ποια ακριβώς είναι όλα αυτά», λέει ο Ρόθερι.
Θα μπορούσε ακόμη να βοηθήσει στην επίλυση άλλων μυστηρίων
του Ερμή – όπως το γιατί η επιφάνειά του, γεμάτη κρατήρες, είναι τόσο σκοτεινή.
Ο πλανήτης αντανακλά μόνο περίπου τα δύο τρίτα του φωτός που αντανακλά η Σελήνη
της Γης, γεγονός που υποδηλώνει την ύπαρξη ενός στρώματος σκοτεινού υλικού, όπως
ίσως ο γραφίτης, που καλύπτει την επιφάνειά του.
Για να κατανοήσουν πραγματικά την προέλευση του Ερμή, οι
επιστήμονες ονειρεύονται μια μέρα να προσγειωθούν στον πλανήτη – κάτι που
αρχικά περιλαμβανόταν στα σχέδια του BepiColombo αλλά εγκαταλείφθηκε νωρίς λόγω κόστους και
πολυπλοκότητας – και ίσως ακόμη και να επιστρέψουν δείγματα στη Γη. «Αυτό που
πραγματικά θέλουμε είναι ένα δείγμα από τον Ερμή», λέει ο Ρόθερι, κάτι που θα
μας επέτρεπε να αναλύσουμε με ακρίβεια από τι αποτελείται ο πλανήτης.
Καμία τέτοια αποστολή δεν έχει προγραμματιστεί στο άμεσο
μέλλον, αν και έχουν υπάρξει προτάσεις. Ελλείψει προσεδάφισης, «η καλύτερη μας
ελπίδα είναι να βρούμε έναν μετεωρίτη που προέρχεται από τον Ερμή», λέει ο
Ρόθερι, κάτι που δεν είναι αδύνατο. Έχουν βρεθεί εκατοντάδες μετεωρίτες από τον
Άρη στη Γη, αλλά κανένας με βεβαιότητα από τον Ερμή (ή την Αφροδίτη).
Υπάρχει η υπόθεση ότι μια σπάνια κατηγορία μετεωριτών στη
Γη, γνωστοί ως aubrites,
είναι κομμάτια του υποτιθέμενου πρωτο-Ερμή, του μεγαλύτερου αρχικού πλανήτη που
χτυπήθηκε από άλλο σώμα. Η ιδέα παραμένει «άγρια εικασία», λέει ο Μορμπιντέλι,
αλλά παραμένει δελεαστική λόγω της παρόμοιας χημείας και ορυκτολογίας τους με
ό,τι πιστεύουμε ότι θα είχε ο πρωτο-Ερμής.
Η Καμίλ Καρτιέ, πετρολόγος στο Πανεπιστήμιο της Λωρραίνης
στη Γαλλία, ηγείται μιας μελέτης των aubrites για να διερευνήσει αυτή την πιθανότητα τα επόμενα
χρόνια. «Διαθέτουμε μια εξαιρετική συλλογή», λέει, με την ομάδα της να
συγκεντρώνει δείγματα από περίπου 20 διαφορετικούς aubrites. Θα τα μελετήσουν στο
εργαστήριο για να διαπιστώσουν αν είναι πράγματι κομμάτια του Ερμή.
Η σημασία της κατανόησης του Ερμή
Το διακύβευμα στην κατανόηση του σχηματισμού του Ερμή είναι
η ίδια η κατανόηση του σχηματισμού των πλανητών. Ήταν ο πλανήτης απλώς μια
απίθανη σύμπτωση, το αποτέλεσμα μιας τυχαίας σύγκρουσης υψηλής ταχύτητας στο
Ηλιακό μας Σύστημα, ή κάτι πιο συνηθισμένο; «Ίσως ο Ερμής να μην είναι τόσο
σπάνιος και να αποτελεί φυσικό αποτέλεσμα του σχηματισμού πλανητών», λέει ο
Τόζι.
Προς το παρόν, το αίνιγμα της προέλευσης του Ερμή παραμένει.
Γιατί έχουμε αυτόν τον παράξενα μικρό και υπερβολικά πυκνό σε μέταλλα πλανήτη
στο Ηλιακό μας Σύστημα και διαθέτουν άραγε και άλλα άστρα τους δικούς τους
Ερμήδες;
«Είναι πιθανό ο Ερμής να είναι απλώς ένας απίθανος
πλανήτης», λέει η Σκόρα – ένας πλανήτης που στα περισσότερα πιθανά σενάρια δεν
θα έπρεπε να υπάρχει. Κι όμως, στο δικό μας, υπάρχει.
