Πεθαίνοντας στον... παράδεισο


Ο Τζιμ Τζόουνς υποσχέθηκε στους πιστούς του έναν παράδεισο. Τους οδήγησε στη μαζικότερη αυτοκτονία της σύγχρονης ιστορίας. Αυτή είναι η ιστορία της Jonestown

«Πάρε τη ζωή από εμάς. Την παραδίδουμε. Κουραστήκαμε. Δεν αυτοκτονήσαμε. Κάναμε μια πράξη επαναστατικής αυτοκτονίας διαμαρτυρόμενοι για τις συνθήκες ενός απάνθρωπου κόσμου». Με μουσική υπόκρουση και κουρασμένη φωνή ο Τζιμ Τζόουνς γράφει τον επίλογο στο σενάριο φρίκης που έστησε στη δική του πόλη με θύματα τα δικά του «παιδιά». 908 άτομα έσβηναν γύρω από τον άνθρωπο που τους υποσχέθηκε έναν παράδεισο. Συνολικά 917 πλήρωσαν την παράνοια του πάστορα που μια μέρα σαν σήμερα το 1978 γέλασε στα μούτρα των φιλοσόφων που λένε πως δεν υπάρχει κλοπή στην ελεύθερη βούληση. Αυτή είναι η ιστορία της Jonestown.

Ο μικρός Τζιμ κηδεύει ζώα

Στις 13 Μαΐου 1931, πρώτα χρόνια της μεγάλης οικονομικής ύφεσης, στην επαρχία Ράντολφ της Ιντιάνα έρχεται στη ζωή ένα αγοράκι. Με πατέρα αλκοολικό και μέλος της Κου Κλουξ Κλαν και μητέρα που πίστευε ότι γέννησε έναν Μεσσία η ζωή δεν ξεκινούσε ιδανικά για τον μικρό Τζιμ. Τα παιδικά του χρόνια ήταν δύσκολα τόσο λόγω οικονομικής κατάστασης όσο και λόγω χαρακτήρα. «Ήταν παράξενο παιδί. Είχε εμμονή με τη θρησκεία και τον θάνατο. Έκανε συχνά κηδείες σε πεθαμένα ζώα», θυμούνται παιδικοί του φίλοι. Οι γονείς του χώρισαν όταν ήταν ακόμα στο Δημοτικό και η απομάκρυνση από τον πατέρα του φάνηκε να του κάνει καλό. Τελείωσε το σχολείο με εξαιρετικούς βαθμούς και παρά το οικογενειακό του υπόβαθρο και το κλίμα της εποχής έγινε υπέρμαχος της εξάλειψης των φυλετικών διακρίσεων. Το 1949 σε ηλικία 18 ετών παντρεύεται τη νοσοκόμα Μαρσελίν Μπόλντγουιν και μετακομίζουν στο Μπλούμινγκτον της Ιντιάνα.

Peoples Temple, Rainbow Family και καλές προθέσεις

Μέλος του κομμουνιστικό κόμματος από το 1951 θέλησε να συνδυάσει την ιδεολογία του με το πάθος για τη θρησκεία. Αποφάσισε, όπως ο ίδιος είχε δηλώσει, να διαδώσει τον Μαρξισμό μέσα από την εκκλησία. Οι τελετές των Ευαγγελιστών παστόρων ήταν το όχημα που αναζητούσε για να πετύχει τους στόχους του. Το 1956 οργάνωσε τα πρώτα του κηρύγματα ως πάστορας και φάνηκε εξ αρχής το ταλέντο του στο λόγο. Μετά από διάφορα ονόματα κατέληξε πως το «Peoples Temple» ήταν το σωστό για την εκκλησία του. Αποχώρησε από το κομμουνιστικό κόμμα και αφοσιώθηκε στο νέο του έργο.

Εξαιρετικός ομιλητής, ακόμα καλύτερος οργανωτής και με ταλέντο στις δημόσιες σχέσεις ο Τζόουνς κατάφερε μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα να αποκτήσει ένα τεράστιο ποίμνιο. Ο «Ναός των ανθρώπων» ήταν η εκκλησία που δεν έκανε καμία φυλετική διάκριση και οι λευκοί παρακολουθούσαν την τελετή μαζί με τους έγχρωμους. Κάθε συγκέντρωση ήταν μια γιορτή. Ο κόσμος τραγουδούσε και χόρευε και όταν ο Τζόουνς εμφανιζόταν οι αίθουσες έπαιρναν φωτιά. «Όπου υπάρχει διάκριση, όπου υπάρχει αδικία εκεί θα είμαι για να την πολεμήσω», φώναζε ο Τζόουνς και το κοινό παραληρούσε. Η επιτυχία ήταν ανάλογη και στο οικονομικό κομμάτι με τις δωρεές να συρρέουν και την εκκλησία να ισχυροποιείται. Ήταν η εποχή των καλών προθέσεων όπως τη χαρακτηρίζουν μέλη του «Peoples Temple». Ο Τζόουνς βοηθούσε πολύ κόσμο, συνέβαλε για την ανέγερση σχολείων και νοσοκομείων και στήριζε οικονομικά όποιων ήταν διατεθειμένος να ανοίξει κατάστημα που δεν έκανε φυλετικές διακρίσεις. Έδινε αγώνα για την καταπολέμηση του ρατσισμού και ζούσε σύμφωνα με αυτά που δίδασκε. Με τη σύζυγο του Μαρσελίν υιοθέτησαν συνολικά εφτά παιδιά για να δημιουργήσουν την «Οικογένεια ουράνιο τόξο» όπως την αποκαλούσαν. Τρία παιδιά είχαν κορεατικές ρίζες, ένα ήταν από οικογένεια Αμερικάνων ιθαγενών και το 1961 έγιναν η πρώτη λευκή οικογένεια στην Ιντιάνα που υιοθέτησε έγχρωμο παιδί. Το μοναδικό τους βιολογικό παιδί ήταν ο Στέφαν που γεννήθηκε το 1959.

Αποστολικός σοσιαλισμός, πατέρας, σωτήρας και θεός

Με τα χρόνια ο Τζόουνς ουσιαστικά αποκήρυξε τη θρησκεία και δημιούργησε τη δική του κοσμοθεωρία την οποία ονόμασε «αποστολικό σοσιαλισμό». Ήταν αυτός που «θα έβγαζε τον κόσμο από το σκοτάδι του όπιου των θρησκειών και θα τον οδηγούσε στο φως του σοσιαλισμού». Στο κήρυγμα του επιτιθόταν στην Αμερική και τον Χριστιανισμό, και χτυπούσε τη βίβλο πάνω στο τραπέζι φωνάζοντας ότι πρέπει να καταστρέψει αυτό το χάρτινο είδωλο. «Πρέπει να βοηθήσετε τους εαυτούς σας αλλιώς δεν θα λάβετε καμία βοήθεια. Η μοναδική ελπίδα για σωτηρία είναι μέσα σας. Κανείς δεν θα έρθει από τον ουρανό. Δεν υπάρχει παράδεισος εκεί πάνω. Πρέπει να φτιάξουμε έναν εδώ», κήρυττε και ήταν ένα μήνυμα που άγγιζε πολύ κόσμο που περνούσε δύσκολα και αναζητούσε μια καλύτερη, επί Γης, ζωή. Στο μυαλό του όμως ο Τζόουνς είχε δώσει στον εαυτό του έναν ρόλο πολύ διαφορετικό από αυτό του πάστορα και άρχισε να μοιράζεται αυτό του το όραμα με τους πιστούς του: «Πρέπει να πιστέψετε αυτό που βλέπετε. Αν με βλέπετε σαν φίλο, θα είμαι ο φίλος σας. Αν με βλέπετε σαν πατέρα, θα είμαι ο πατέρας σας. Αν με βλέπετε σαν σωτήρα θα είμαι ο σωτήρας σας. Αν με βλέπετε σαν τον θεό σας, θα είμαι ο θεός σας».

Παράνοια και αναγνώριση

Οι γεμάτες αίθουσες, η δύναμη και η πολιτική ισχύς οδήγησαν τον Τζόουνς στο μονοπάτι της απόλυτης μεγαλομανίας. Πίστευε ότι ήταν μετενσάρκωση του Γκάντι, του Ιησού, του Λένιν και του Βούδα ενώ "δίδασκε" πως είναι ο μοναδικός πραγματικά ετεροφυλόφιλος στον πλανήτη. Το 1960 άρχισε να εμπλέκεται και σε θέματα τοπικής αυτοδιοίκησης. Το 1961 του μπαίνει η ιδέα ενός επερχόμενου πυρηνικού ολοκαυτώματος και όταν διαβάζει ένα άρθρο που χαρακτηρίζει το Μπέλο Οριζόντε ως ιδανικό μέρος να γλιτώσεις από μια τέτοια καταστροφή βγάζει εισιτήρια για Βραζιλία. Εκεί δεν βρίσκει τα πράγματα όπως τα περίμενε και επιστρέφει για να χτίσει τον παράδεισο του επί αμερικάνικου εδάφους. Στην κοιλάδα Ρέντγουντ της Καλιφόρνια κάνει την πρώτη προσπάθεια να φτιάξει την ιδανική του κοινωνία. Το απομονωμένο μέρος όμως δεν τον καλύπτει και σύντομα μετακομίζει με την ομάδα του στο Σαν Φρανσίσκο. Εκεί ο Τζόουνς θα γνωρίσει την απόλυτη αναγνώριση. Θα παίξει τεράστιο ρόλο στην εκλογή του Τζορζ Μοσκόνε στη θέση του δημάρχου της πόλης και θα φτάσει σε σημείο να έχει συνεχείς συναντήσεις με την πρώτη κυρία των ΗΠΑ, Ρόζαλιν Κάρτερ. Ο κυβερνήτης της Καλιφόρνια έπλεξε το εγκώμιο του ενώ ο Χάρβεϊ Μιλκ τον αποθέωσε σε επιστολή του. Κάτω από το ειδυλλιακό περιτύλιγμα όμως στο «Peoples Temple» υπήρχε μια σκοτεινή αλήθεια. Ο Τζόουνς όμως είχε λάβει τα μέτρα του... Ένα «βασίλειο» για τον «Πατέρα»

Όταν το καλοκαίρι του 1977 οι αποκαλύψεις για το τι συνέβαινε στο «Ναό» άρχισαν να «σκάνε» ο Τζόουνς έριξε τον άσο του. Στις κατηγορίες για βιασμούς, παιδεραστία, σκηνοθετημένα θαύματα και εκμετάλλευση, ο «Πατέρας», όπως ήθελε να τον αποκαλούν, απάντησε πως πρόκειται για αισχρή προπαγάνδα και αποκάλυψε πως θα μετακομίσει στη Γουιάνα της Λατινικής Αμερικής. Εκεί είχε αγοράσει από το 1974 μια τεράστια έκταση ζούγκλας την οποία είχε μετατρέψει σε πόλη. Εκεί θα έχτιζε τον σοσιαλιστικό του παράδεισο τον οποίο ονόμασε Jonestown, όνομα που ξεκαθάριζε ποιος θα ήταν ο ρόλος του εκεί.

Ο πληθυσμός της Jonestown έφτασε τα 1000 άτομα. Ήταν μια δύσκολη αγροτική ζωή που αρχικά όμως είχε ενθουσιάσει όσους συμμετείχαν. Παρότι τους απαγορευόταν να βγουν από τα σύνορα της πόλης οι κάτοικοι της «Jonestown» ένιωθαν ότι συμμετείχαν σε κάτι μεγάλο, κάτι όμορφο που θα άλλαζε τον κόσμο. «Κοιμόμασταν ελάχιστα, δουλεύαμε πολύ αλλά ήμασταν ευτυχισμένοι», δηλώνουν όσοι έζησαν τη γέννηση της πόλης. Η συνέχεια όμως δεν ήταν ανάλογη.

Λευκές νύχτες

Ο Τζόουνς ήταν πλέον ένας παράφρονας, εξαρτημένος από ναρκωτικά και σε πλήρη σύγχυση. Την τρέλα του έτρεφε ο μικρός κύκλος εμπίστων που φρόντιζαν να υλοποιείται κάθε επιθυμία του. Η Jonestown μετατράπηκε σε στρατόπεδο εργασίας με τα μεγάφωνα να παίζουν όλη τη μέρα λόγους του «Πατέρα». Λόγους που άρχισαν να μιλούν για την ανάγκη ίσως μια έσχατης λύσης, για τον θάνατο που δεν είναι κάτι τρομακτικό και τη ζωή που είναι καταραμένη. Οι καλλιέργειες δεν απέδιδαν και ο κόσμος πεινούσε ενώ αντιμετώπιζαν διάφορα προβλήματα υγείας. Τα παιδιά είχαν χωριστεί από τους γονείς και το κλίμα είχε βαρύνει. Ο παράδεισος όμως δεν θα ερχόταν εύκολα και αυτό το πίστευαν όλοι.

Το Σεπτέμβριου του 1977 μια μήνυση άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου. Ο πατέρας του μικρού Τζον Στεν ζήτησε να πάρει την κηδεμονία του. Ο 5χρονος ζούσε με τη μητέρα του στη Jonestown με τον Τζόουνς να υποστηρίζει πως είναι ο βιολογικός πατέρας. Η υπόθεση προκάλεσε ντόμινο αποκαλύψεων με πρώην μέλη του «Peoples Temple» να μιλούν για κακοποίηση και βία. Η κυβέρνηση της Γουιάνας απειλούσε τον Τζόουνς που πανικοβλημένος σκηνοθέτησε μια απόπειρα δολοφονίας εναντίον του. Με «όπλο» το... γεγονός ότι επιχείρησαν να τον σκοτώσουν ο Τζόουνς έθεσε την πόλη σε κατάσταση πολιορκίας. Τότε ήταν που ξεκίνησαν οι «λευκές νύχτες». Οι κάτοικοι υπό την απειλή μιας φανταστικής επίθεσης από την CIA καλούνταν να πιουν χυμό σταφυλιού με δηλητήριο σε μια πράξη «επαναστατικής αυτοκτονίας». Αφού το έκαναν όλοι ο Τζόουνς τους αποκάλυπτε ότι ήταν ένα τεστ αφοσίωσης και δεν υπήρχε δηλητήριο αλλά προειδοποιούσε πως στο μέλλον θα ήταν αναγκαίο να πεθάνουν από τα δικά τους χέρια.

Σε άσχημη κατάσταση διανοητικά και σωματικά (αντιμετώπιζε μόλυνση στους πνεύμονες) ο Τζόουνς επιχείρησε να βρει έναν τρόπο διαφυγής επικοινωνώντας με χώρες που θεωρούσε φιλικές όπως η ΕΣΣΔ, η Βόρεια Κορέα και η Αλβανία. Δεν του προσέφεραν τη διέξοδο που αναζητούσε και βλέποντας πως το «βασίλειο» του κατέρρεε προχώρησε στην τελική φάση του σχεδίου του.

Ένα μέλος του Κογκρέσου στην Jonestown

Παρότι ο Τζόουνς είχε υποστηρικτές στον πολιτικό κόσμο των ΗΠΑ πολλοί ήταν εκείνοι που τόνιζαν ότι η κυβέρνηση πρέπει να επισκεφθεί την Jonestown και να διαπιστώσει αν όλα όσα ακούγονταν είναι αλήθεια. Το καθήκον αυτό ανέλαβε το μέλος του Κογκρέσου, Λίο Ράιαν. Έφτασε στη Γουιάνα στις 14 Νοεμβρίου 1978 και του επετράπη η είσοδος 3 μέρες μετά. Η εικόνα της πρώτης μέρας ενθουσίασε τον Ράιαν που δήλωσε πως όλοι μοιάζουν ευτυχισμένοι. Η δεύτερη μέρα ήταν η μέρα της αλήθειας. Αφού γλίτωσε από επίθεση ενός μέλους, κάτοικοι πλησίασαν συνεργάτες του και δημοσιογράφους και τους ζήτησαν να τους βοηθήσουν να φύγουν. Ακολούθησε χάος με τον Τζόουνς να δηλώνει ότι όλα είναι ψέματα. Τελικά έντεκα κάτοικοι του «Peoples Temple» ακολούθησαν τον Ράιαν για να επιστρέψουν στις ΗΠΑ. Ήταν Σάββατο 18 Νοεμβρίου.

Όλοι μαζί έφτασαν περίπου στις 4.30 το απόγευμα στο αεροδρόμιο του Πορτ Καϊτούμα και περίμεναν τα δύο αεροπλάνα που θα τους παραλάμβαναν. Έφτασαν με μισή ώρα καθυστέρηση και όταν το πρώτο ξεκίνησε να κινείται στον διάδρομο ένα από τα μέλη που είχαν αποχωρήσει από την πόλη έβγαλε όπλο και άρχισαν να πυροβολεί τους υπόλοιπους. Τραυμάτισε δύο πριν τον αφοπλίσουν. Στο δεύτερο αεροσκάφος ο Ράιαν και μέλη της αποστολής ήταν έτοιμοι να επιβιβαστούν όταν εμφανίστηκε ένα κόκκινο τρακτέρ με τρέιλερ. Πάνω του επέβαιναν οπλισμένοι έμπιστοι του Τζόουνς. Ακολούθησε σφαγή με πέντε άτομα να πέφτουν νεκρά μεταξύ των οποίων και ο Ράιαν (παραμένει το μοναδικό εν ενεργεία μέλος του Κογκρέσου που έχει σκοτωθεί εν ώρα υπηρεσίας).


Αν δεν μπορούμε να ζήσουμε με ηρεμία, ας πεθάνουμε...

Οι εκτελεστές επέστρεψαν στην Jonestown και ενημέρωσαν πως ο Ράιαν είναι νεκρός. Ο Τζόουνς ζήτησε να συγκεντρωθούν όλοι για να τους μιλήσει, ήταν λίγο μετά τις πέντε το απόγευμα. Τους ενημέρωσε για τη δολοφονία του Ράιαν, τους ανέλυσε τα αποτελέσματα της και τους παρέθεσε τη λύση. Αναλυτές μιλούν για το απόλυτο παιχνίδι μυαλού, για μια τέλεια ομιλία χειραγώγησης. Αφού τους επανέλαβε πόσο τους έχει βοηθήσει και πόσο πρέπει να τον εμπιστεύονται, τους παρουσίασε με φρικιαστικές λεπτομέρειες τις συνέπειες που θα υποστούν αν ζήσουν. Απέκλεισε κάθε άλλη λύση και τελικά εμφάνισε ως λύτρωση μια μαζική αυτοκτονία. Μια κίνηση συμβολική για τις μετέπειτα γενιές, μια έξοδος ηρωική. Τα είχε προβλέψει όλα για αυτούς. Βαρέλια με χυμό σταφυλιού, κυάνιο και βαρβιτουρικά ήταν τοποθετημένα σε κάθε γωνιά του χώρου συγκεντρώσεως. Μετά από έναν 40λεπτό λόγο οι 900 και πλέον κάτοικοι της Jonestown στήθηκαν στην ουρά για μια δόση μωβ θανάτου. Οι γονείς έπρεπε να δώσουν το δηλητήριο πρώτα στα παιδιά τους και μετά να πιούν οι ίδιοι. Όσοι κατέρρεαν μεταφέρονταν στο εξωτερικό χώρο όμως τοποθετούνταν δίπλα δίπλα με το πρόσωπο στο έδαφος και τα χέρια στις πλάτες. Έτσι στήθηκε το απόκοσμο σκηνικό που συνάντησαν οι πρώτοι επισκέπτες της νεκρής πλέον Jonestown.

Θάνατος, κασέτες και μια σφαίρα

Τα γεγονότα έγιναν γνωστά στις δύο το πρωί της Κυριακής 19 Νοεμβρίου όταν δύο από τους επιζήσαντες έφτασαν στο Πορτ Καϊτούμα. Οι πρώτοι στρατιώτες μπήκαν στην πόλη τα ξημερώματα της ίδιας μέρας. Το πρώτο αεροπλάνο που πέταξε πάνω από την Jonestown μετά την ομαδική αυτοκτονία αντίκρισε ένα σκηνικό που δεν το χωρά ο ανθρώπινος νους. «Πιστέψαμε αρχικά ότι ήταν κάποιο είδος τελετουργικού αλλά το παράθυρό ήταν ανοιχτό και η μυρωδιά του θανάτου τόσο έντονη», δηλώσε ο πιλότος. 909 πτώματα κείτονταν γύρω από το κεντρικό κτίριο. Οι εικόνες σοκάρουν όσες φορές και αν τις δεις. Αγκαλιασμένοι σε σειρές εκατοντάδες άνθρωποι να έχουν βάλει τέλος στη ζωή τους, μεταξύ τους μικροσκοπικά παιδιά.

Ο Τζιμ Τζόουνς. που δήλωνε ότι θα είναι μαζί με τα «παιδιά» του ως το τέλος δεν το έκανε. Επέλεξε να πεθάνει με μια σφαίρα στο κεφάλι σε ένα ξεχωριστό δωμάτιο. Η αστυνομία ανακάλυψε δεκάδες κασέτες. Μια από αυτές είναι ίσως το ανατριχιαστικότερο ηχητικό ντοκουμέντο στην ιστορία. Η γνωστή ως «death tape» είναι τα 44 τελευταία λεπτά της Jonestown. Ο «Πατέρας» χειραγωγεί τα παιδιά του και τα οδηγεί στο θάνατο. Μωρά που ουρλιάζουν και μητέρες που κλαίνε, άνθρωποι έτοιμοι να πεθάνουν σίγουροι πως αυτή είναι η λύση. Ο Τζόουνς ζητά ησυχία και θάνατο με αξιοπρέπεια. Ατάραχος μπροστά σε 900 μελλοθάνατους κλείνει τον λόγο του λέγοντας «Πάρε τη ζωή από εμάς. Την παραδίδουμε. Κουραστήκαμε. Δεν αυτοκτονήσαμε. Κάναμε μια πράξη επαναστατικής αυτοκτονίας διαμαρτυρόμενοι για τις συνθήκες ενός απάνθρωπου κόσμου». Βαριανασαίνει και η κασέτα τελειώνει όπως και η ζωή στη Jonestown.

Οι αποκαλύψεις και το μυστήριο

Ένα τσουνάμι αποκαλύψεων ακολούθησε τα γεγονότα της 18ης Νοεμβρίου 1978. Ο Τζόουνς κακοποιούσε γυναίκες, άνδρες και παιδιά. Είχε πολύ καιρό πριν την αυτοκτονία δείξει σημάδια παραφροσύνης και ήταν χρόνια εθισμένος στα ναρκωτικά. Αγόρασε την τεράστια ποσότητα κυανίου από το 1976 ενώ κατά τη διάρκεια της τελετής συγκέντρωσης οι έμπιστοι του με όπλα και ματσέτες στα χέρια είχαν περικυκλώσει τον κόσμο και δεν επέτρεπαν σε κανέναν να φύγει. Η δολοφονία του Ράιαν και τον υπόλοιπων μελών της αποστολής ήταν ενορχηστρωμένη από τον ίδιο τον Τζόουνς για να λειτουργήσει ως ο τελικός μοχλός πίεσης. Μάλιστα στις κασέτες δίνει λεπτομέρειες για την επίθεση που ποτέ όμως δεν υλοποιήθηκαν. Ήταν το σχέδιο του Τζόουνς που δεν ακολουθήθηκε κατά γράμμα αλλά ο πάστορας δεν το είχε μάθει. Σε κάποιους από τους νεκρούς βρέθηκαν τσιμπήματα από βελόνες και πιθανολογείται ότι κάποιοι πιέστηκαν να πάρουν το δηλητήριο.

Ελάχιστοι επέζησαν, κάποιοι από τύχη, κάποιοι λόγω σχεδίου. Ενώ η χορήγηση του δηλητηρίου βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη δόθηκε η εντολή σε τρία άτομα να μεταφέρουν χρήματα και μια επιστολή στην πρεσβεία της ΕΣΣΔ στην πρωτεύουσα της Γουιάνας. Στην επιστολή αναφερόταν ότι όλα τα χρήματα του «Peoples Temple» δωρίζονται στην κυβέρνηση της ΕΣΣΔ. Υπολογίζεται ότι ήταν ένα ποσό κοντά στα 40 εκατ. δολάρια. Η βαλίτσα που μετέφεραν ήταν τόσο βαριά που δεν απομακρύνθηκαν πολύ αλλά γλίτωσαν. Τέσσερις μήνες μετά ένα μέλος εκείνης της ομάδας έδωσε συνέντευξη Τύπου σε ένα δωμάτιο μοτέλ. Όταν ολοκλήρωσε όλα όσα ήθελε να πει πήγε στην τουαλέτα και αυτοπυροβολήθηκε βάζοντας τέλος στη ζωή του.

Απ' όσους έμειναν στην πόλη μόλις έξι γλίτωσαν. Δύο ήταν οι δικηγόροι του Τζόουνς που φυγαδεύτηκαν όταν ξεκίνησε η τελική τελετή. Ένας 79χρονος με πρόβλημα ακοής δεν αντιλήφθηκε την ανακοίνωση για συγκέντρωση και τελικά κρύφτηκε. Μια 76χρονη έμεινε κάτω από το κρεβάτι της μέχρι που ξεψύχησαν όλοι, ένας 36χρονος είπε πως θα φέρει ένα στηθοσκόπιο και κρύφτηκε κάτω από ένα κτίριο και τέλος ένας 25χρονος ξέφυγε από τους φρουρούς και μπήκε στη ζούγκλα όπου και περίμενε έως ότου δεν άκουγε πλέον φωνές. Τον θάνατο «ξεγέλασε» και η ομάδα μπάσκετ της πόλης που είχε πάει να παίξει ένα φιλικό με την εθνική της Γουιάνας. Σε αυτή συμμετείχαν δύο γιοί του Τζόουνς, ήταν τελικά οι μόνοι που επιβίωσαν από την οικογένεια.

Στην πρωτεύουσα της Τζόρτζταουν η εκπρόσωπος του «Ναού», Σάρον Άμος δέχθηκε ένα μήνυμα από τα κεντρικά. «Εκδικήσου μας και αυτοκτόνησε». Όταν άκουσε την αστυνομία να πλησιάζει σκότωσε τα τρία παιδιά της με μαχαίρι και στη συνέχεια αυτοκτόνησε. Για την Άμος δεν χρειάστηκε καν τα λόγια του Τζόουνς για να πειστεί.

Μυστήριο καλύπτει έως σήμερα την κασέτα την οποία το FBI έχει αρχειοθετήσει ως «Q 875». Στη νεκρή από τις 18 Νοεμβρίου πόλη βρέθηκε μια κασέτα που είχε ηχογραφηθεί την επόμενη μέρα (19/11). Ήταν τοποθετημένη μαζί με τις υπόλοιπες αλλά αντί για ομιλίες του Τζόουνς έχει ηχογραφημένες ειδήσεις που αφορούσαν τη μαζική αυτοκτονία. Ακούγονται δελτία ειδήσεων (τοπικά και των ΗΠΑ) της 19ης Νοεμβρίου που μιλούν για τη δολοφονία του Ράιαν και τα γεγονότα στην Jonestown.

Κριστίν Μίλερ, η φωνή της αντίστασης

Οι επιζώντες της 18ης Νοεμβρίου αντιμετωπίζουν πάντα το ερώτημα αν υπήρξε μαζική αντίδραση μετά την ανακοίνωση των σχεδίων για αυτοκτονία. «Σχεδόν καμία. Οι άνθρωποι έμοιαζαν να είναι σε έκσταση» απαντούν. Τους δικαιώνουν και τα αποχαιρετιστήρια σημειώματα που βρέθηκαν πάνω στους νεκρούς. Στην πλειοψηφία τους αποθεώνουν τον Τζόουνς και δικαιολογούν την απόφαση του. Στην «death tape» όμως μια γυναικεία φωνή προσπαθεί να αποδομήσει τα επιχειρήματα του Τζόουνς και να μεταστρέψει το κλίμα. Η 65χρονη Κριστίν Μίλερ σηκώνει το ανάστημα της απέναντι στον «Πατέρα» και του λέει πως ο θάνατος δεν είναι η λύση. «Όσο υπάρχει ζωή υπάρχει και ελπίδα», του λέει. Τελικά το ρόλο του συνηγόρου του Τζόουνς παίζει το πλήθος που αναγκάζει τη Μίλερ να σωπάσει. Βρέθηκε νεκρή με ίχνη από τσιμπήματα βελόνας στο χέρι της. Οι ειδικοί τη χαρακτηρίζουν «τελευταία ελπίδα», μια φωνή λογικής που προσπάθησε να βγάλει τον κόσμο από την έκσταση.

Επίλογος

Σαράντα δύο χρόνια μετά τα γεγονότα στην Jonestown προβληματίζουν και αναλύονται. Οι επιζήσαντες και όσοι έχασαν συγγενείς και φίλους ακόμα προσπαθούν να ξεπεράσουν την 18η Νοεμβρίου 1978 και μιλούν για μαζική δολοφονία. Ο βιολογικός γιος του Τζόουνς, Στέφαν σε συνέντευξη του δήλωσε πως θα έπρεπε να είχε σκοτώσει τον πατέρα του. Από την άλλη κάποια μέλη του Peoples Temple που δεν είχαν ακολουθήσει τον Τζόουνς στη Γουιάνα επιμένουν πως η μαζική αυτοκτονία ήταν η... λύση.

Το πανεπιστήμιο του Σαν Ντιέγκο έχει δημιουργήσει ιστοσελίδα για το θέμα με στοιχεία, αναλύσεις και άρθρα. Είναι μια ακόμα προσπάθεια κατανόησης του αδιανόητου. Εννιακόσια άτομα που άφησαν τα πάντα για να φτιάξουν το δικό τους επίγειο παράδεισο παραδόθηκαν άνευ όρων σε έναν παράφρονα.

Η ζούγκλα έχει πλέον καταπιεί την Jonestown. "Μακάρι να ήταν τόσο απλό και με τις πληγές μας" δηλώνει ένας από τους επιζήσαντες που έχασε τη σύζυγο και τον γιό του.


*Ακολουθεί το εκπληκτικό ντοκιμαντέρ Jonestown: The life and death of Peoples Temple