Η σκοτεινή βιομηχανία των σαφάρι



Πλούσιοι Ευρωπαίοι και Αμερικάνοι πληρώνουν αδρά, για να σκοτώσουν την άγρια πανίδα της Αφρικής. Ο λόγος και ο αντίλογος πάνω στην «σκοτεινή» υπόθεση των σαφάρι της Αφρικής




Ένα ευτυχισμένο ζευγάρι φιλιέται με πάθος. Μπροστά του κείτεται ένα τεράστιο αρσενικό λιοντάρι που μόλις έχει πέσει νεκρό από τις σφαίρες τους. Η φωτογραφία που κυκλοφορεί τις τελευταίες μέρες στο παγκόσμιο διαδίκτυο έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις με τον κόσμο να ξεσπά εναντίον των δύο ερωτευμένων κυνηγών και να αναρωτιέται για ποιον λόγο να θέλει κάποιος να σκοτώσει ένα άγριο ζώο που βρίσκεται υπό εξαφάνιση και γιατί να χαίρεται γι’ αυτό. Η αλήθεια ωστόσο είναι πως φωτογραφίες όπως αυτή δεν είναι καθόλου σπάνιες.

Αν κάποιος αναζητήσει από πού προέρχεται αυτή η φωτογραφία, θα καταλήξει στην εταιρεία διοργάνωσης σαφάρι Legelela Safaris. Η εταιρεία διοργανώνει σαφάρι στα οποία ο ενδιαφερόμενος μπορεί να σκοτώσει το άγριο ζώο της επιλογής του. Μάλιστα, στην ιστοσελίδα της εταιρείας υπάρχει τιμοκατάλογος που ορίζει πόσο κοστίζει ο... θάνατος κάθε ζώου. Αν κάποιος ωστόσο ψάξει λίγο καλύτερα θα αντιληφθεί ότι η εταιρεία αυτή όχι μόνο δεν είναι μοναδική, αλλά ότι είναι μόνο μια στις πολλές. Στην πραγματικότητα, φωτογραφίες όπως αυτή που εξοργίζει πολλούς ανθρώπους είναι μια συνηθισμένη τουριστική εμπειρία στην "μαύρη ήπειρο".

Η βιομηχανία των «σαφάρι»

Στην υποσαχάρια Αφρική υπάρχουν εκατοντάδες-αν όχι χιλιάδες- εταιρείες που προσφέρουν σε επίδοξους κυνηγούς την εμπειρία ενός πραγματικού σαφάρι. Οι εταιρείες αυτές αναλαμβάνουν να οργανώσουν για τον κάθε ενδιαφερόμενο ένα σαφάρι σε πάρκα άγριας ζωής ή φάρμες της Νότιας Αφρικής, της Ζιμπάμπουε, της Τανζανίας και της Μποτσουάνα και άλλων χωρών. Επίσης, υπάρχουν ολόκληρες ιδιωτικές φάρμες όπου οι ιδιοκτήτες τους ουσιαστικά εκτρέφουν άγρια ζώα με μόνο σκοπό να τα σκοτώσουν οι κυνηγοί – τουρίστες, οι οποιοι συνήθως προέρχονται από την Αμερική ή την Ευρώπη.

Εκεί, με οδηγό κάποιον εκπαιδευμένο κυνηγό της εταιρείας, οι επισκέπτες νιώθουν ότι ζουν μέσα στην άγρια φύση και τελικά σκοτώνουν ένα άγριο ζώο της επιλογής τους! Το κόστος της όλης εμπειρίας εξαρτάται από το ποιο άγριο ζώο θα επιλέξει ο καθένας: όσο πιο μεγάλο και πιο σπάνιο τόσο πιο ακριβά θα πληρώσει. Λεοπαρδάλεις, ελέφαντες, ρινόκεροι, λιοντάρια, κροκόδειλοι ή ακόμα και πτηνά είναι  μερικές μόνο από τις επιλογές. Ενδεικτικά, μια λεοπάρδαλη μπορεί να κοστίσει 3.000 δολάρια, μια ύαινα 3.500 δολάρια,  ενώ μια ζέβρα ως και 2.500 δολάρια. Ωστόσο για μερικές εκατοντάδες δολάρια μπορεί να σκοτώσεις κάτι μικρότερο, όπως ένα αγριοκούνελο με 150 δολάρια, μια αγριόγατα ή ένα μικρό είδος αντιλόπης, τις κεφαλοφίνες, με 350 δολάρια. Το συνολικό κόστος μια τέτοιας εμπειρίας φτάνει  συνήθως τα 4.000 δολάρια. Ο κυνηγός παίρνει σπίτι του ως… μπόνους ένα τρόπαιο του κυνηγιού του, συνήθως το κεφάλι του ζώου που σκότωσε για να το τοποθετήσει στον τοίχο του σπιτιού του.

Οι υποστηρικτές

Οι περισσότερες από αυτές τις εταιρείες δρουν απόλυτα νόμιμα με επίσημη άδεια από την εκάστοτε κυβέρνηση. Παρόλο που κάποια από τα ζώα που οι τουρίστες μπορούν να κυνηγήσουν είναι υπό εξαφάνιση, οι ίδιες οι εταιρείες υποστηρίζουν ότι χάρη σε αυτές τα είδη αυτά συνεχίζουν και υπάρχουν. Ακριβώς επειδή τα ζώα τους αποφέρουν κέρδος, οι εταιρείες φροντίζουν για την επιβίωσή τους.

Σύμφωνα με μια έρευνα του 2005 από τον καθηγητή Nigel Leader-Williams που δημοσιεύτηκε στο Journal of International Wildlife Law and Policy, η νομιμοποίηση του κυνηγιού του λευκού ρινόκερου στη Νότια Αφρική είχε ως αποτέλεσμα ο πληθυσμός του ζώου να αυξηθεί από μερικές εκατοντάδες σε περισσότερο από 11.000. Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, το κυνήγι στην Ζιμπάμπουε οδήγησε στην προστασία από το κράτος ακόμα περισσότερων περιοχών της άγριας φύσης, ώστε να είναι προσβάσιμες σε κυνηγούς. Έτσι, τα ζώα ζούσαν πιο προστατευμένα με αποτέλεσμα την αύξηση του πληθυσμού ζώων, όπως οι ελέφαντες.

Παράλληλα, σύμφωνα με τον Αμερικανό συγγραφέα ερευνητή, Richard Conniff, στη Ναμίμπια ο πληθυσμός της ζέβρας του βουνού αυξήθηκε από 1.000 το 1982 σε 27.000 το 2014, ενώ ο  πληθυσμός των λιονταριών, τα οποία είναι στα πρόθυρα της εξαφάνισης σε άλλες χώρες, όπως η Σενεγάλη και η Κένυα, στην Ναμίμπια παρουσιάζει αύξηση.

Παράλληλα, πολλοί είναι αυτοί που μιλούν για το όφελος του κυνηγετικού τουρισμού στην οικονομία των χωρών. Οι τουρίστες-κυνηγοί που καταφτάνουν στις χώρες της Αφρικής πληρώνουν αδρά για την εμπειρία τους. Τα χρήματα αυτά αποτελούν ένα βασικό κομμάτι για την οικονομία αυτών των φτωχών χωρών, ενώ παρέχουν στις φάρμες την οικονομική δυνατότητα να συνεχίσουν να φροντίζουν για την αναπαραγωγή άγριων ζώων.

Παράλληλα, οι ίδιοι οι κυνηγοί που καταφτάνουν στην Αφρική για να πραγματοποιήσουν το όνειρό τους, δηλώνουν ότι ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για την διατήρηση της άγριας ζωής και επιλέγουν εταιρείες που χρηματοδοτούν την αναπαραγωγή των ζώων και δεν χρησιμοποιούν παράνομες πρακτικές.

Τέλος, το κυνήγι κάθε είδους γίνεται σε συγκεκριμένη κυνηγετική περίοδο βάσει της εποχής αναπαραγωγής και με συγκεκριμένα όπλα και σφαίρες που διαφέρουν για το κάθε είδος.

Οι αντιδράσεις

Φυσικά, υπάρχει και η άλλη «όψη». Το κυνήγι μόνο και μόνο για τη… χαρά του να σκοτώνεις μοιάζει από μόνο του παράλογο. Μάλιστα, πολλά ζώα έρχονται στη ζωή και ζουν μέσα σε ένα συγκεκριμένο ράντσο περιμένοντας τη στιγμή που κάποιος τουρίστας θα έρθει να το σκοτώσει και να πάρει το κεφάλι του στο σπίτι του ως έπαθλο. Δεκάδες περιβαλλοντικές οργανώσεις προσπαθούν να καταδείξουν αυτό το γεγονός ζητώντας την κατάργηση των σαφάρι.

Πέρα όμως από το «ηθικό κομμάτι», όσο κι αν θεωρητικά η οργάνωση του κυνηγιού με συγκεκριμένους νόμους και πρακτικές θα μπορούσε να βοηθήσει στην διατήρηση της άγριας ζωής, στην πράξη οι νόμοι καταπατούνται όχι μόνο από τις εταιρείες σαφάρι αλλά και από τις ίδιες της κυβερνήσεις.

Σύμφωνα με έρευνα που δημοσίευσε το National Geographic το 2015, η διαφθορά στις κυβερνήσεις και ειδικά στην Ζιμπάμπουε, έχει ως αποτέλεσμα οι φόροι από το κυνήγι να καταλήγουν στις… τσέπες των διαφόρων αξιωματούχων. Μια άλλη έρευνα του 2017 από τον αυστραλιανό  Economists at Large  κατέληξε ότι σε οχτώ αφρικανικές χώρες τα κέρδη από το κυνήγι αντιστοιχούν μόλις στο 1% του γενικού τουρισμού.

Το κυνήγι γίνεται με μάλλον τυχαίο τρόπο αρκεί ο τουρίστας να πληρώσει για να σκοτώσει το αγαπημένο του είδους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα όχι μόνο να κινδυνεύουν ζώα που βρίσκονται υπό εξαφάνιση, αλλά και να διαταράσσεται η ισορροπία αρσενικών-θηλυκών, η συμπεριφορά των ζώων και η κοινωνική τους δομή. Αν και συνήθως προτιμάται να σκοτώνονται τα αρσενικά κάθε είδους, ώστε να μην χαθούν τα θηλυκά που γεννούν, πολλές φορές οδηγούμαστε στον αφανισμό των αρσενικών με αποτέλεσμα και πάλι να μην μπορεί να επιτευχθεί η αναπαραγωγή. Παράλληλα, επειδή συνήθως επιλέγουν να σκοτώνουν τα μεγαλύτερα ζώα τα οποία ηγούνται της κάθε αγέλης και ομάδας, τα ζώα που μένουν πίσω επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό.

Επίσης, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Σμιθσόνιαν και το WWF, οι πληθυσμοί των άγριων ζώων κάθε είδους από το 1970 έχουν μειωθεί παγκοσμίως κατά 52% με τα αίτια να αναζητούνται τόσο στις κλιματικές αλλαγές και την μόλυνση του περιβάλλοντος, αλλά και την υπερεκμετάλλευση της άγριας φύσης και της καταστροφής του φυσικού τους περιβάλλοντος και κατοικίας.

Αμφίβολη είναι παράλληλα και η άποψη που θέλει ο τουρισμός των σαφάρι να φέρνει εκατομμύρια δολάρια στις τοπικές κοινωνίες. Σύμφωνα με τον Jeff Flocken του International Fund for Animal Welfare δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι τα χρήματα αυτά διαχέονται στις φτωχές κοινότητες των περιοχών που γίνεται το κυνήγι. Σύμφωνα ακόμα και με οργανισμούς που είναι υπέρ του κυνηγιού, όπως το Διεθνές Συμβούλιο για το Κυνήγι και τη Διατήρηση της Άγριας Ζωής μόλις το 3% των χρημάτων από τα σαφάρι αυτά καταλήγουν στις τοπικές κοινωνίες. Τα υπόλοιπα πηγαίνουν είτε στις εθνικές κυβερνήσεις είτε σε επενδυτές των εταιρειών αυτών που κατά κύριο λόγο προέρχονται από το εξωτερικό. Μάλιστα, σύμφωνα με την μελέτη τα χρήματα από τον τουρισμό για κυνήγι είναι μηδαμινά μπροστά σε αυτά που καταλήγουν στην Αφρική από αυτούς που ταξιδεύουν εκεί απλώς για να δουν τα άγρια ζώα.

Πάντως, ο υπουργός Περιβάλλοντος της Νότιας Αφρικής, Έντνα Μολέβα, απαντώντας στις μελέτες αυτές υποστήριξε ότι μόνο στην κυνηγετική περίοδο του 2010, περίπου 1,1 δισεκατομμύρια ραντ (περίπου 70 εκατ. δολάρια) απορροφήθηκαν από τις τοπικές κοινότητες και τις εταιρείες διοργάνωσης των σαφάρι κατά κύριο λόγο μέσω του κόστους διαμονής και των φόρων.

Οι απαγορεύσεις

Πολλές χώρες της Αφρικής έχουν προσπαθήσει κατά καιρούς να σταματήσουν ή να μειώσουν το κυνήγι. Φαίνεται όμως πως αυτό δεν είναι από μόνο του αρκετό για να αποφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα καθώς μαζί με την απαγόρευση δεν υπήρξε ποτέ ουσιαστική πρόβλεψη για την προστασία της άγριας ζωής.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Μποτσουάνας. Η κυβέρνηση την δεκαετία του ’90 είχε ορίσει ότι κάθε χρόνο οι κυνηγοί μπορούν να σκοτώνουν έως 50 λιοντάρια. Χωρίς όμως καμία επιπλέον πρόβλεψη για την ηλικία και το φύλο του ζώου αυτό είχε ως αποτέλεσμα να κινδυνεύσουν να εξαφανιστούν τα μεγάλα αρσενικά, υγιή λιοντάρια, καθώς οι κυνηγοί στόχευαν ακριβώς αυτά. Έτσι, το 2001 η κυβέρνηση όρισε πλήρη απαγόρευση του κυνηγιού των λιονταριών για έναν χρόνο. Τελικά, μετά από πιέσεις του Safari Club International, του οποίου μέλος ήταν και ο Τζορτζ Μπους ο γηραιότερος, η απαγόρευση ήρθη.

Η Μποτσουάνα απαγόρευσε ξανά το κυνήγι πλήρως το 2014. Τώρα, οι χωρικοί παραπονιούνται ότι δεν έχουν κανένα έσοδο από τους κυνηγούς-τουρίστες, ενώ τα άγρια ζώα καταστρέφουν τις σοδειές τους και τρώνε τα κοπάδια που εκτρέφουν.

Από την άλλη, η Κένυα έχει απαγορεύσει πλήρως το κυνήγι από το 1977. Ωστόσο, καμία κυβέρνηση από τότε δεν φρόντισε πραγματικά για την προστασία της άγριας ζωής από την καταστροφή του περιβάλλοντος και τους λαθροθήρες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, σύμφωνα με τον ερευνητή καθηγητή Ζωολογίας του πανεπιστημίου του Μπέρκλεϊ, Λόρενς Φρανκ, τα άγρια ζώα που ζούσαν στη χώρα να έχουν μειωθεί κατά 70%.

Η απαγόρευση των σαφάρι και του κυνηγιού χωρίς καμία περαιτέρω πρόβλεψη μοιάζει πιο καταστροφική από το ίδιο το κυνήγι. Οι μέχρι τώρα κυβερνήσεις ωστόσο φαίνεται ότι κοιτούν μόνο αυτό που θα γεμίσει τις τσέπες τους με τα άγρια ζώα να μένουν έρμαια των παράνομων κυνηγών ή της βιομηχανίας που θέλει τον θάνατό τους.

Το κυνήγι υπήρξε ένα από τα πρωταρχικά μέσα επιβίωσης του ανθρώπου σχεδόν από την πρώτη στιγμή της εμφάνισής του στη γη. Σήμερα, ένα πολύ μικρό ποσοστό ανθρώπων κυνηγά την τροφή του. Ωστόσο, η έξαψη του κυνηγιού φαίνεται ότι δελεάζει πολύ περισσότερους και χιλιάδες ζώα σε όλο τον κόσμο πεθαίνουν απλώς για να χαρούν οι θύτες τους και να βγουν μια χαμογελαστή selfie με το νεκρό τους σώμα. Μέχρι να μην υπάρχουν πια άλλα ζώα για να θανατωθούν...