Δυο υψωμένα μαύρα χέρια...


Η ιστορία πίσω από τις δυο μαύρες γροθιές που υψώθηκαν εκείνη τη μέρα του 1968 και άλλαξαν για πάντα την αμερικανική ιστορία


Το πρωί της 16ης Οκτωβρίου 1968 ξεκίνησε με ένα πυροβολισμό στον αέρα. Οι δρομείς των 200 μέτρων στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικό ξεκίνησαν τον αγώνα τους. Ο Αμερικανός Τζον Κάρλος βρέθηκε στην κορυφή της κούρσας με τον Αυστραλό Πίτερ Νόρμαν να τον ακολουθεί. Κάπου εκεί από το πουθενά εμφανίζεται ο επίσης Αμερικανός Τόμι Σμιθ και με μια απίστευτη κούρσα καταφέρνει όχι μόνο να περάσει πρώτος, αλλά και να τερματίσει σε 19.83 δευτερόλεπτα κάνοντας παγκόσμιο ρεκόρ και πανηγυρίζοντας πριν καν τερματίσει. Σε λίγη ώρα όμως τίποτα απ' όλα αυτά δεν θα είχε πια καμία σημασία...

Η ώρα του βάθρου

Ο Τόμι Σμιθ ήταν ο μεγάλος νικητής του αγώνα των 200μ. των Ολυμπιακών Αγώνων και μαζί με τον δεύτερο Πίτερ Νόρμαν από την Αυστραλία και τον τρίτο τελικά συμπατριώτη του Τζον Κάρλος κατευθύνθηκαν προς το βάθρο για την απονομή. Ο Σμιθ και ο Κάρλος ήταν ξυπόλυτοι φορώντας μόνο μαύρες κάλτσες και ο καθένας φορούσε στο ένα χέρι του από ένα μαύρο γάντι. Όταν τα βραβεία απονεμήθηκαν και ο εθνικός ύμνος της Αμερικής άρχισε να ηχεί, οι δυο Αφροαμερικάνοι ύψωσαν τη γροθιά τους με το μαύρο γάντι στον «χαιρετισμό της Μαύρης Δύναμης» (Black Power Salute) που συμβόλιζε την ισότητα των μαύρων της Αμερικής και με το κεφάλι σκυφτό την κράτησαν ψηλά ώσπου ο ύμνος τελείωσε. Ο κόσμος ξέσπασε, άλλοι σε για γιουχαΐσματα και άλλοι σε χειροκροτήματα, και μια σπουδαία -εξωαγωνιστική- σελίδα στην ιστορία των Ολυμπιακών αγώνων είχε γραφτεί.

Η ιστορία πίσω από τις δυο γροθιές

Οι δυο Αφροαμερικάνοι, ο Τόμι Σμιθ και ο Τζον Κάρλος, υψώνοντας τις γροθιές τους θέλησαν να διαμαρτυρηθούν για το απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική, την κατάσταση στη Ροδεσία (νυν Ζιμπάμπουε), αλλά και για τη συνεχή καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων των μαύρων στην Αμερική. Οι δυο τους πήγαν στο βάθρο ξυπόλυτοι με μαύρες κάλτσες για να συμβολίσουν την φτώχεια των μαύρων, ενώ ο Σμιθ φορούσε ένα μαύρο κασκόλ στο λαιμό του συμβολίζοντας την υπερηφάνεια των μαύρων. Από την άλλη ο Κάρλος είχε ανοιχτό το φερμουάρ του μπουφάν του θέλοντας να δείξει την αλληλεγγύη του στους εργάτες της Αμερικής, καθώς και ένα κολιέ με χάντρες που όπως αργότερα είπε «ήταν για όλους αυτούς που λιντσαρίστηκαν ή σκοτώθηκαν και κανείς δεν είπε μια προσευχή γι' αυτούς, γι' αυτούς που κρεμάστηκαν και ισοπεδώθηκαν. Και γι' αυτούς που πνίγηκαν στα σκάφη στο πέρασμα για την Αμερική». Ο καθένας φορούσε από ένα μόνο μαύρο γάντι, ο ένας στο αριστερό χέρι και ο άλλος στο δεξί και σήκωσαν διαφορετικά χέρια (και όχι και οι δυο το δεξί όπως ήταν ο «μαύρος χαιρετισμός») για να συμβολίσουν την ενότητα των μαύρων. Ωστόσο, ο μύθος λέει ότι ο Κάρλος είχε ξεχάσει τα δικά του γάντια στο Ολυμπιακό χωριό και ο Αυστραλός Πίτερ Νόρμαν, ο δεύτερος νικητής, τους πρότεινε να φορέσουν και οι δυο το ίδιο ζευγάρι σε διαφορετικά χέρια.

Μαζί με τον Σμιθ και τον Κάρλος και ο Αυστραλός Νόρμαν φορούσε την κονκάρδα του Ολυμπιακού Σχεδίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (OPHR) το οποίο στήριζε τα δικαιώματα των μαύρων αλλά και κάθε καταπιεσμένου. Ήθελε κι αυτός να εκφράσει έτσι τη δυσφορία του για την - τότε- πολιτική της χώρας του με στόχο μια «λευκή» Αυστραλία κάτι που στη συνέχεια πλήρωσε πολύ ακριβά.

Ο Σμιθ ήταν ένα από τα βασικά μέλη του OPHR και μάλιστα λίγες μέρες πριν από τον αγώνα είχε δηλώσει ότι θα μποϋκοτάρει τους Ολυμπιακούς αγώνες, αν δεν ικανοποιούνταν τέσσερις όροι του OPHR: Να απαγορευθεί η συμμετοχή της Νοτίου Αφρικής και της Ροδεσίας στους Ολυμπιακούς αγώνες (καθώς εκείνη την εποχή ακόμα είχαν βάναυσα αποικιακά καθεστώτα), να δοθεί ξανά ο τίτλος του παγκόσμιου πρωταθλητή του μποξ στον Μοχάμεντ Άλι, να προσλάβουν περισσότερους μαύρους βοηθούς προπονητών και να παραιτηθεί από την προεδρία της ΔΟΕ ο Έιβερι Μπράντεζ. Ο Αμερικανός Μπράντεζ, τότε πρόεδρος της ΔΟΕ, ήταν γνωστός για τη συμπάθειά του και την ανοχή απέναντι στους ναζί, ακόμα και μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Τα αιτήματα φυσικά δεν ικανοποιήθηκαν, εκτός από την απαγόρευση συμμετοχής της Νοτίου Αφρικής και της Ροδεσίας, και ο Σμιθ μαζί με τον Κάρλος αποφάσισαν να προχωρήσουν σε αυτή την κίνηση.

Οι αντιδράσεις

Φυσικά οι αντιδράσεις μετά από αυτή τους την κίνηση ήταν άμεσες και για τους τρεις. Κατευθείαν ο Σμιθ και ο Κάρλος αποκλείστηκαν από τους αγώνες με συνοπτικές διαδικασίες από τον πρόεδρο της ΔΟΕ, ενώ τους ζητήθηκε να φύγουν αμέσως από το Ολυμπιακό χωριό. Αρχικά, η αμερικανική αποστολή αντέδρασε και δεν δέχτηκε να τους διώξει, ωστόσο μετά τις απειλές της ΔΟΕ ότι θα ακυρωνόταν όλη η αποστολή αν δεν έφευγαν οι δυο Αμερικάνοι, ο Σμιθ και ο Κάρλος αποφάσισαν να φύγουν μόνοι τους από το χωριό.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο «ευαίσθητος» πρόεδρος της ΔΟΕ, Έιβερι Μπράντεζ, το 1936 ως πρόεδρος της Ολυμπιακής επιτροπής των ΗΠΑ στους Ολυμπιακούς αγώνες του Βερολίνου δεν είχε κανένα πρόβλημα να παρακολουθεί τους ναζιστικούς χαιρετισμούς σε όλες τις εκδηλώσεις των αγώνων. Κι αυτό γιατί όπως υποστήριξε οι ναζιστικοί χαιρετισμοί ήταν στοιχείο ενός έθνους εκείνη την εποχή οπότε δε γινόταν να τους απαγορεύσει κανείς, ενώ ο «μαύρος χαιρετισμός» δεν άνηκε σε κανένα έθνος και θεωρήθηκε απαράδεκτος.

«Όταν κερδίζω είμαι Αμερικάνος και όχι ένας μαύρος Αμερικάνος. Αν όμως κάνω κάποιο λάθος θα με πουν αμέσως νέγρο. Είμαστε μαύροι και περήφανοι για αυτό που είμαστε και οι μαύροι στην Αμερική σίγουρα κατάλαβαν τι συμβολίζει αυτό που κάναμε σήμερα», δήλωσε από την άλλη ο Σμιθ στους δημοσιογράφους αμέσως μετά την απονομή των μεταλλίων στο στάδιο.

Η κριτική που πήραν από τους περισσότερους ήταν εξαιρετικά αρνητική καθώς θεωρήθηκαν ότι ενέπλεξαν την πολιτική με τους Ολυμπιακούς αγώνες, οι οποίοι πρέπει να είναι πάνω απ' όλα αυτά.

Ένας εκπρόσωπος της ΔΟΕ είπε: «Ήταν μια ηθελημένη και βίαιη αθέτηση των βασικών αρχών του ολυμπιακού πνεύματος».

Μετά τους Ολυμπιακούς

Πίσω στην πατρίδα, ο Κάρλος και ο Σμιθ, αντιμετωπίστηκαν με εξαιρετικά αρνητικό έως και βίαιο τρόπο. Αποκλείστηκαν από όλες σχεδόν τις αθλητικές διοργανώσεις και οι ίδιοι και οι οικογένειές τους λάμβαναν απειλές για τη ζωή τους. Τελικά και οι δυο έπαιξαν στο αμερικανικό ποδόσφαιρο με τον Σμιθ στη συνέχεια να γίνεται προπονητής. Πλέον παραδίδει ομιλίες.

Ο Κάρλος τη δεκαετία του '70 πέρασε πολύ δύσκολες στιγμές όταν αυτοκτόνησε η πρώην γυναίκα του εξαιτίας όλης αυτής της κατάστασης κάτι που έριξε τον ίδιο σε κατάθλιψη. Στη συνέχεια ωστόσο εργάστηκε ως μέλος της ολυμπιακής επιτροπής για τους Ολυμπιακούς του 1984 στο Λος Άντζελες. Στη συνέχεια εργάστηκε ως προπονητής σε σχολείο, ενω έχει εκδώσει την βιογραφία του.

Η αναγνώριση για την κίνησή τους ήρθε πολύ αργότερα, μόλις πριν λίγα χρόνια, με ορισμένες διακρίσεις που έλαβαν. Ωστόσο, ακόμα πρόσφατα το 2010, όταν ο Σμιθ προσπάθησε να πουλήσει το μετάλλιο του σε δημοπρασία για να δώσει τα χρήματα σε ένα αθλητικό πρόγραμμα για τα παιδιά κανείς δεν ενδιαφέρθηκε. «Ήταν ένα σοκ για μένα που δεν ήθελε κανείς να πάρει το μετάλλιο» είπε αργότερα.

Ο σιωπηλός παραστάτης

Την πιο τραγική ωστόσο κατάληξη επιφύλασσε η ζωή για τον τρίτο της παρέας, τον Αυστραλό Πίτερ Νόρμαν. Ο Νόρμαν που επιδοκίμασε σιωπηλά την κίνηση των Σμιθ και Κάρλος και φόρεσε την κονκάρδα της OPHR, τιμωρήθηκε σκληρά γι' αυτό. Επιπλήχθηκε έντονα από την αυστραλιανή ολυμπιακή επιτροπή, ενώ τα μέσα ενημέρωσης της χώρας του τον κατακεραύνωσαν και τον κυνήγησαν. Δεν επιλέχθηκε να συμμετάσχει στους επόμενους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1972 παρόλο που είχε πιάσει 13 φορές το όριο που είχε βάλει η επιτροπή για τους συμμετέχοντες. 


Το 1985 έσκισε τον αχίλλειο τένοντα του ποδιού του παθαίνοντας γάγγραινα και σώζοντας το πόδι του την τελευταία στιγμή από τον ακρωτηριασμό.  Στη συνέχεια χώρισε από τη σύζυγό του, έπαθε κατάθλιψη και έγινε αλκοολικός. Στους Ολυμπιακούς του Σίδνεϊ του 2000 η χώρα του δεν του πρότεινε να έχει καμία ανάμιξη στη διοργάνωση. Τελικά πήρε μέρος στη διοργάνωση όχι με την Αυστραλία, αλλά με την Αμερική που θέλησε με αυτό τον τρόπο να τον τιμήσει. Το 2012 στη Βουλή της Αυστραλίας ζητήθηκε συγγνώμη για τη στάση της χώρας στον Νόρμαν. Ωστόσο ήταν πια αργά καθώς ο Νόρμαν είχε πεθάνει μετά τις καταχρήσεις από καρδιακή προσβολή στις 3 Οκτωβρίου 2006 σε ηλικία 64 ετών.

Το φέρετρό του κουβάλησαν ο Σμιθ και ο Κάρλος και τους απηύθυναν επικήδειο χαιρετισμό.

«Στα μάτια του δεν είδαμε φόβο, αλλά αγάπη όταν του ζητήσαμε να μας στηρίξει» τόνισε αργότερα ο Κάρλος σε συνέντευξή του. «Δεν υπάρχει κανείς στην Αυστραλία που θα έπρεπε να τιμηθεί και να αναγνωριστεί περισσότερο από τον Πίτερ Νόρμαν για τις ανθρωπιστικές του ανησυχίες, τον χαρακτήρα του, τη δύναμή του και τη θέλησή του να γίνει ακόμα και αποδιοπομπαίος τράγος για χάρη της δικαιοσύνης», συνέχισε.

Η αναγνώριση

Τελικά, χρειάστηκαν περίπου 30 χρόνια για να αποδοθούν οι πρέπουσες τιμές στον Σμιθ και Κάρλος για την πράξη τους. Το πανεπιστήμιο των δύο αθλητών τους τίμησε το 2005 με ένα άγαλμα που φτιάχτηκε προς τιμήν τους. Τραγική ειρωνεία: το βάθρο στο οποίο βρισκόταν ο Πίτερ Νόρμαν είναι κενό, για να ανεβαίνει ο κόσμος και να φωτογραφίζεται...



Το 2008 ο Σμιθ και ο Κάρλος έλαβαν το βραβείο Arthur Ashe Award for Courage για την πράξη τους. Υπάρχουν δυο ντοκιμαντέρ σχετικά με την ιστορία («Fists of Freedom: The Story of the '68 Summer Games» από το ΗΒΟ και το  «Salute» από τον Μάτ Νόρμαν, ανιψιό του Πίτερ Νόρμαν).

Στην Αυστραλία δημιουργήθηκε με γκράφιτι η ιστορική πια φωτογραφία που απεικονίζει και τους τρεις αθλητές στο βάθρο με τίτλο: «Τρεις περήφανοι άνθρωποι - Μεξικό 1968». Ο Νόρμαν επισκέφτηκε το σημείο, και όπως είπε ο ιδιοκτήτης του σπιτιού που είναι ζωγραφισμένο το γκράφιτι, χάρηκε με αυτό και φωτογραφήθηκε δίπλα στο γκράφιτι.

Το 2008 ο Τόμι Σμιθ έδωσε ως δώρο γενεθλίων στον Γιουσέιν Μπολτ τα παπούτσια του από τον συγκεκριμένο αγώνα.


O Τόμι Σμιθ σήμερα


O Tζον Κάρλος σήμερα

Επίλογος

Μερικές φορές για να δοθεί η σπίθα της αλλαγής σε έναν παρωχημένο κόσμο χρειάζεται μόνο μια απλή κίνηση από αυτούς που δεν φοβούνται να θυσιαστούν, ώστε να ξεσηκώσουν όλους τους ανθρώπους. Η αλλαγή θα γίνει αργά αλλά κάποτε θα έρθει και τότε όλοι θα θυμούνται τους δυο άντρες με τα υψωμένα χέρια και τον τρίτο  δίπλα συμπαραστάτη τους.