Ισόβια χωρίς αναστολή



Η υπόθεση της Σιντόγια Μπράουν, μιας ανηλικης θύματος σωματεμπορίας που καταδικάστηκε σε ισόβια χωρίς αναστολή για την δολοφονία ενός πελάτη της. Η καμπάνια διασήμων για την απελευθέρωση της και η αλλαγή στο σύστημα


Η Σιντόγια Μπράουν ήταν μόλις 18 ετών όταν ένα δικαστήριο του Τενεσί την καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη χωρίς το δικαίωμα έφεσης και χωρίς κανένα ελαφρυντικό. Δύο χρόνια πριν είχε πυροβολήσει και σκοτώσει έναν άντρα που την πήρε με το αυτοκίνητό του από ένα πάρκινγκ για να κάνουν σεξ.


Το δικαστήριο έμοιαζε να μην έχει ακούσει ποτέ το παρελθόν της νεαρής έφηβης με την αλκοολική και ναρκομανή μητέρα και τον φίλο που δρούσε ως ο προαγωγός της και την βίαζε σχεδόν καθημερινά. Κι όλα αυτά με την Σιντόγια να είναι μόλις 16 ετών. Το δικαστήριο δεν της αναγνώρισε κανένα ελαφρυντικό, ενώ την δίκασε ως ενήλικη χαρακτηρίζοντάς την «έφηβη πόρνη».

Χρειάστηκαν 15 χρόνια και μια μεγάλη καμπάνια για την απελευθέρωσή της στην οποία συμμετείχαν και πολλοί διάσημοι, για να κατανοήσει το σύστημα την προβληματική του οπτική πάνω στην υπόθεση και να έρθει τελικά η απαλλακτική απόφαση του κυβερνήτη του Τενεσί.

Σήμερα, η Σιντόγια είναι πλέον ελεύθερη και λέει τη δική της ιστορία μέσα από το βιβλίο της. Στο βιβλίο με τίτλο «Free Cyntoia: My Search for Redemption in the American Prison System» θέλει όπως λέει να καταδείξει τα προβλήματα της αμερικανικής δικαιοσύνης που απέτυχε να την προστατέψει και να την κρίνει δίκαια.

«Θέλω να δώσω ένα πρόσωπο στο σύστημα της δικαιοσύνης. Ελπίζω ότι  θα κάνω τους ανθρώπους να δουν τα πράγματα από την πλευρά μου και θα τους βοηθήσω να δουν καθαρά τι συμβαίνει πραγματικά πίσω από τα όσα ακούγονται στις ειδήσεις και στις δικαστικές αίθουσες. Πολλοί άνθρωποι χάνονται στο σύστημα πίσω από νούμερα στατιστικών και κάποιοι λαμβάνουν ποινές που είναι τελείως εξωφρενικές», αναφέρει σήμερα η Σιντόγια στον The Guardian.

Η Σιντόγια μέχρι τα 16 της

Η Σιντόγια γεννήθηκε στο Τενεσί στις 29 Ιανουαρίου 1988 χωρίς να μάθει ποτέ ποιος είναι ο πατέρας της. Η μητέρα της έπινε αλκοόλ κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της, γεγονός που προκάλεσε διαταραχή στο έμβρυο. Στη συνέχεια, η μητέρα της ξεκίνησε τη χρήση κοκαΐνης και σιγά σιγά δεν μπορούσε να φροντίσει την μικρή Σιντόγια. Έτσι, την έδωσε για υιοθεσία στην Ελενέτ Μπράουν.
Στην οικογένεια της Ελενέτ έλαβε φροντίδα, ωστόσο μεταξύ του 2001 και 2003 κατηγορήθηκε αρκετές φορές για παραβατική συμπεριφορά και χρειάστηκε να μείνει σε αναμορφωτήρια. Τελικά, το 2004 και σε ηλικία 16 ετών το έσκασε και κατέληξε στους δρόμους του Νάσβιλ.

Εκεί, συνάντησε τον Γκάριον ΜακΓκόθεν, γνωστός και ως Kut-Throat. Όσο ήταν μαζί ο ΜακΓκλόθεν την εξανάγκαζε καθημερινά να εκπορνεύεται, ενώ αν δεν κατάφερε να γυρίσει σπίτι με τα χρήματα που χρειαζόταν για να πάρει τα ναρκωτικά του την χτυπούσε και την βίαζε.
«Μου εξηγούσε ότι κάποιοι άνθρωποι γεννιούνται πόρνες και αυτό ήμουν εγώ. Μου έλεγε ακόμα ότι κανείς άλλος δεν θα με ήθελε εκτός από αυτόν και ότι το καλύτερο που θα μπορούσα να κάνω ήταν να μάθω πώς να είμαι καλή πόρνη», ανέφερε αργότερα η Σιντόγια στην επιτροπή εφέσεων.

Το έγκλημα

Στις 6 Αυγούστου 2004 συνάντησε σε ένα πάρκο τον 43χρονο μεσίτη Τζον Άλεν. Αυτός της ζήτησε να πάει μαζί του στο σπίτι για να κάνουν σεξ με αντάλλαγμα 150 δολάρια. Σύμφωνα με την Μπράουν, όταν την πήγε στο σπίτι του ο Άλεν της έδειξε τη συλλογή του με όπλα και στη συνέχεια της επιτέθηκε σεξουαλικά. Εκείνη φοβήθηκε ότι θα την σκοτώσει και τον πυροβόλησε στο κεφάλι με ένα όπλο που της είχε δώσει ο Kut-Throat για προστασία.

Συνελήφθη λίγο αργότερα και δεν αρνήθηκε ποτέ ότι είχε σκοτώσει τον Άλεν, ωστόσο πάντοτε ανέφερε ότι το έκανε καθώς βρισκόταν σε αυτοάμυνα και φοβόταν για τη ζωή της. Αν και ήταν μόλις 16 ετών όταν διέπραξε το έγκλημα, η δικαστής του δικαστηρίου ανηλίκων έκρινε ότι θα έπρεπε να δικαστεί ως ενήλικας καθώς ήταν επικίνδυνο για την κοινωνία να την αφήσουν να κυκλοφορεί ελεύθερη.

Η Σιντόγια την εποχή της καταδίκης της

Η απόφαση ήταν ισόβια χωρίς την δυνατότητα έφεσης πριν φτάσει στην ηλικία των 67 ετών. Το δικαστήριο έκρινε ότι ο φόνος ήταν προμελετημένος με σκοπό η Σιντόγια να ληστέψει τον Άλεν.

Η φυλακή και η απελευθέρωση

Η Σιντόγια οδηγήθηκε στις γυναικείες φυλακές υψίστης ασφαλείας στο Νάσβιλ του Τενεσί. Εκεί, άρχισε να φροντίζει για πρώτη φορά τον εαυτό της. Κατάφερε μέσα στην φυλακή να αποκτήσει δύο πανεπιστημιακά πτυχία, ενώ όπως λέει «βρήκε το Θεό». Ακόμα, παντρεύτηκε τον τραγουδιστή της χριστιανικής χιπ-χοπ σκηνής Τζέιμι Λονγκ μέσω… τηλεφώνου καθώς βρισκόταν ακόμα στην φυλακή.

Τον Νοέμβριο του 2017, η υπόθεσή της ήρθε ξανά στο φως όταν μια σειρά από διασημότητες όπως η Rihanna, ο Λε Μπρον Τζέιμς και η Κιμ Καρντάσιαν άρχισαν να ζητούν την επανεξέταση της ποινής της.

«Σκεφτείτε να σας αναγκάζουν να εκπορνευτείτε στην ηλικία των 16 ετών. Αλλάξαμε με κάποιο τρόπο την έννοια της δικαιοσύνης; Διότι κάτι πάει πολύ στραβά όταν το σύστημα αφήνει ελεύθερους τους βιαστές, αλλά ρίχνει το θύμα ισόβια στη φυλακή», έγραφε τότε η Rihanna.
Η περίπτωση της Σιντόγια οδήγησε σε μια μεγάλη συζήτηση γύρω από την σωματεμπορία ανηλίκων και την αδυναμία του αμερικανικού συστήματος δικαιοσύνης να προσφέρει βοήθεια στα παιδιά που κινδυνεύουν. Ώθησε ακόμα την πολιτεία του Τενεσί να επανεξετάσει τους δικούς του ακραίους νόμους γύρω από τις ποινές ανηλίκων.

Τελικά, στις 7 Ιανουαρίου 2019 ο κυβερνήτης του Τενεσί, Μπιλ Ασλάμ, έδωσε χάρη στη Σιντόγια Μπράουν, η οποία ήταν πλέον 30 ετών, και διέταξε την υπό όρους αποφυλάκισή της.
«Η απόφαση αυτή έρχεται μετά από προσεκτική εξέταση αυτής της τραγικής και πολύπλοκης υπόθεσης. Η Σιντόγια Μπράουν διέπραξε, με δική της ομολογία, ένα φρικτό έγκλημα στην ηλικία των 16 ετών. Ωστόσο, η επιβολή της ποινής ισόβιας κάθειρξης σε μια ανήλικη που θα απαιτούσε να παραμείνει στη φυλακή τουλάχιστον 51 χρόνια χωρίς δυνατότητα έφεσης ήταν πολύ σκληρή, ειδικά μετά από τα τεράστια βήματα που έκανε η κυρία Μπράουν για να ξαναφτιάξει τη ζωή της. Η αποκατάσταση ενός κρατούμενου θα πρέπει να συνοδεύεται από ελπίδα, επομένως παραχωρώ χάρη στην κυρία Μπράουν υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Ελπίζω ότι θα συνεχιστούν σοβαρά οι πρόσθετες μεταρρυθμίσεις, ιδίως όσον αφορά την καταδίκη των ανηλίκων», είχε αναφέρει τότε ο Ασλάμ.

Η ελευθερία

Ύστερα από 15 χρόνια στην φυλακή, η Σιντόγια είναι πλέον ένας άλλος άνθρωπος μακριά από τον εφιάλτη που έζησε στα πιο ευαίσθητα χρόνια της ζωής της. Λίγο μετά την αποφυλάκισή της ίδρυσε την μη κερδοσκοπική οργάνωση «Foundation for Justice, Freedom and Mercy» με σκοπό να βοηθήσει «όλες τις άλλες Σιντόγια που είναι ακόμα στη φυλακή». Ο βασικός της σκοπός είναι να βοηθήσει να επέλθει η αλλαγή στο σύστημα σχετικά με τον τρόπο που καταδικάζονται οι ανήλικοι.
«Είναι σημαντικό για μένα να μιλήσω με έναν τρόπο που θα τους δώσει πίσω τη φωνή τους. Ξαφνικά γίνονται γνωστοί για το χειρότερο πράγμα που έχουν κάνει και φαίνεται ότι μόνο αυτό προσέχουν όλοι», αναφέρει.

Στο βιβλίο που εξέδωσε, η Σιντόγια ανατρέχει και στα πρώτα χρόνια της ζωής της από την αλκοολική μητέρα της που έπινε κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, στα πρώτα χρόνια της εφηβείας που μπαινόβγαινε σε αναμορφωτήρια, και τα χρόνια που έζησε μες στα ναρκωτικά και τη σεξουαλική κακοποίηση.

Όπως λέει άκουσε για πρώτη φορά τον όρο του «sex trafficking», όταν ήταν πια στην φυλακή και μελετούσε για το πτυχίο της και ξαφνικά άρχισε να κάνει την σύνδεση με την δική της υπόθεση.
«Σκεφτόμουν πώς γίνεται να ανακαλύπτω μόλις τώρα ότι δεν υπάρχουν έφηβες πόρνες; Γιατί η κοινωνία λέει στους εφήβους που τους εκμεταλλεύονται  και τους αναγκάζουν σε εκπόρνευση ότι αυτοί είναι οι κακοί. Τότε συνειδητοποίησα ότι θα πρέπει να ενημερώνουμε τα νεαρά κορίτσια  για το τι συμβαίνει πραγματικά και να μην τους μιλάμε για το πώς θα αποκτήσουν το τέλειο σώμα ή το τέλειο μακιγιάζ ή πώς θα γίνουν επιθυμητές στους άντρες. Χρειάστηκα περίπου 10 χρόνια για να καταλάβω ότι ήμουν θύμα σωματεμπορίας», αναφέρει σήμερα.

Όπως τονίζει πλέον προσπαθεί να προσφέρει τις υπηρεσίες της στην κοινωνία και να συμβουλεύει νεαρά κορίτσια που βρίσκονται σε κίνδυνο για το πόσο σημαντικό είναι να θέτουν όρια, αλλά και για τους πραγματικούς κινδύνους των  social media.

«Τους λέω τι με οδήγησε πραγματικά στην κατάστασή μου και ότι αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με κάποιον τύπο που θα σε μαζέψει από το δρόμο και θα σε αναγκάσει να κάνεις πράγματα που δε θες βάζοντας ένα όπλο στο κεφάλι σου», τονίζει.

«Όταν είσαι νέος, ευαίσθητος και ευκολόπιστος, γίνεσαι πολύ ευάλωτος. Και τα social media είναι τόσο επικίνδυνα εξαιτίας του τρόπου που εμπορευματοποιούν τις γυναίκες, που παρουσιάζουν ως λαμπερό το να κάνεις τα πάντα για την ομορφιά και σε ωθούν να "σκοτώσεις" για τα likes και τα  follow», τονίζει.


Αμέσως μετά την αποφυλάκισή της, η Σιντόγια απολογήθηκε δημόσια στην οικογένεια του Άλεν και περιγράφει στο βιβλίο της τις ενοχές που ένιωσε καθώς δεν ζήτησε ποτέ συγγνώμη από την μητέρα του θύματός της ακολουθώντας την συμβουλή του δικηγόρου της γιατί όπως της είχε πει «αυτό θα έβλαπτε την υπόθεσή της».

«Συνειδητοποίησα τότε πόσο στρεβλό είναι το σύστημα. Δεν θέλουμε οι άνθρωποι να νιώθουν μεταμέλεια, να καταπίνουν την υπερηφάνεια τους και να μιλούν στον άνθρωπο που πλήγωσαν; Δεν υπάρχει κανένας χώρος γι’ αυτό στο σύστημα όπως είναι σήμερα δομημένο. Δεν κατάφερα ποτέ να απολογηθώ στη μητέρα του. Πέθανε πριν να έχω την ευκαιρία», αναφέρει.