Οι γυναίκες-τέρατα του ISIS



Οι γυναίκες που ορκίστηκαν πίστη και υπηρέτησαν το Ισλαμικό Κράτος συλλαμβάνοντας και βασανίζοντας όσες γυναίκες δεν ακολουθούσαν τον νόμο μιλούν για τις φρικαλεότητες που έζησαν και έκαναν οι ίδιες


Στο άκουσμα της λέξης «τζιχαντιστής» στο μυαλό όλων έρχονται αποκτηνωμένοι άντρες  με μακριά γένια, στρατιωτικά ρούχα και όπλα στα χέρια. Οι γυναίκες του Χαλιφάτου συνήθως παρουσιάζονται ως τα θύματα των αντρών που έχουν ορίσει ότι η αξία του γυναικείου φύλου είναι μηδαμινή. Και οι περισσότερες ήταν όντως θύματα. Ωστόσο, ανάμεσά τους υπήρξαν εκατοντάδες γυναίκες που προσέφεραν σημαντικό «έργο» για να συνεχίσει να… γυρίζει η μηχανή της παράνοιας.

Ο σκηνοθέτης Τόμας Νταντοάς στο ντοκιμαντέρ του «Women of ISIL» αναζήτησε τις γυναίκες του ISIS και μίλησε μαζί τους σχετικά με την καθημερινότητα μέσα στο Ισλαμικό Κράτος. Από τη μια οι γυναίκες που υπέμειναν απίστευτες πιέσεις και βασανιστήρια και κάποιες φορές προχωρούσαν σε μικρές πράξεις αντίστασης, όπως το να διδάσκουν παιδιά κρυφά ή να παρέχουν υπηρεσίες ομορφιάς. Από την άλλη, οι γυναίκες, των οποίων το επίσημο επάγγελμα ήταν βασανιστές. Αυτές, με την ταυτότητά τους κρυμμένη κάτω από την ασφάλεια της μπούρκας, μίλησαν με την φωνή αλλοιωμένη για τα απίστευτα βασανιστήρια στα οποία υπέβαλλαν όσους δεν ακολουθούσαν τον νόμο.

Δασκάλες, νοσοκόμες, βασανίστριες της αστυνομίας εξέφρασαν από την πρώτη στιγμή την υποταγή τους στο Ισλαμικό Κράτος και ορκίστηκαν να υπηρετούν τον «νόμο του Θεού». Οι δασκάλες δίδασκαν ακόμα και σε πολύ μικρά παιδιά τον ισλαμικό νόμο. Οι νοσοκόμες εξαναγκάζονταν να δουλεύουν σε νοσοκομεία του ISIS. Όσες ήταν μέλη της θρησκευτικής αστυνομίας περιπολούσαν τους δρόμους αναζητώντας ανθρώπους που δεν ακολουθούσαν τον ενδυματολογικό νόμο ή διέπρατταν οποιοδήποτε ηθικό παράπτωμα. Η τιμωρία για όσους «παρανομούσαν» ήταν ο βασανισμός. Αν ο «εγκληματίας» ήταν γυναίκα, τον βασανισμό του αναλάμβαναν οι γυναίκες της θρησκευτικής αστυνομίας.

Δύο από αυτές τις γυναίκες που είχαν ως επάγγελμα να βασανίζουν άλλες γυναίκες μίλησαν στον Τόμας Νταντοάς και οι μαρτυρίες τους αποκαλύπτουν για ακόμα μια φορά το επίπεδο της διαστροφής στον κόσμο του Ισλαμικού Κράτους.

Ακολουθούν οι μαρτυρίες των δύο γυναικών όπως ακούγονται στο ντοκιμαντέρ, αλλά και όσα είπε ο ίδιος ο δημιουργός του για την εμπειρία του.

Η ιστορία της Αΐσα

Το όνομά μου είναι Αΐσα. Αυτό είναι το πραγματικό μου όνομα. Στο Ισλαμικό Κράτος με φώναζαν Um Qaqaa. Ζούσα στη Ράκα.

Την πρώτη φορά πήγα στις αρχές του ISIS, για να τους εξηγήσω την κατάσταση μου. Ο άντρας μου είχε πεθάνει ως μάρτυρας. Δεν είναι καθόλου χρήματα. Δεν είχα άλλη επιλογή από το να δουλέψω γι’ αυτούς.

Ξεκίνησα δουλεύοντας ως γραμματέας, αλλά είπαν ότι πρώτα έπρεπε να εκπαιδευτώ στον νόμο της Σαρίας. Κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης μάς έμαθαν να απαγγέλουμε το Κοράνι. Ήμασταν περίπου 30 με 40 γυναίκες. Το τέμενος ήταν γεμάτο με εκπαιδευόμενες και έπρεπε να απαγγέλεις το Κοράνι ξανά και ξανά μέχρι να περάσεις τις εξετάσεις. Μου πήρε τρεις μήνες για να τα καταφέρω. Κάποιες από τις γυναίκες όμως ήταν αναλφάβητες. Δεν ήξεραν να γράφουν ή να διαβάζουν. Τις μαστίγωναν για να τις κάνουν να μάθουν. Κάποιες από αυτές δεν τα κατάφεραν ποτέ κι έτσι κατέληξαν στη φυλακή.
Μια μέρα, δύο άντρες του ISIS ήρθαν το σπίτι μου και μου είπαν: «Αύριο ξεκινάς δουλειά».

Όταν ενταχθήκαμε στο σώμα, μας έδωσαν όπλα. Η μονάδα μου αποτελούνταν από δέκα γυναίκες. Τρεις ήταν στις περιπολίες και οι άλλες επτά ήμασταν στο τμήμα στο δωμάτιο βασανιστηρίων. Επέλεγαν ψηλές, σωματώδεις και επιβλητικές γυναίκες για να τρομάζουν τον κόσμο. Επέλεγαν τις πιο σκληρές γυναίκες που δεν θα έδειχναν έλεος για κανέναν.

Αν μια γυναίκα περπατούσε στο δρόμο μόνη της, την συλλαμβάναμε. Έπρεπε πάντα να συνοδεύεται από τον άντρα της ή τον αδερφό της. Αν μια γυναίκα περπατούσε μόνη της  ή έπαιρνε ταξί μόνη της έπρεπε να συλληφθεί.

Η δουλειά μας ήταν να περιπολούμε τις γειτονιές και τις αγορές, για να βρούμε γυναίκες που δεν ήταν ντυμένες σύμφωνα με τον νόμο του ISIS. Ουσιαστικά, αυτό συνέβαινε για να μπορέσει το ISIS να πουλήσει τα ρούχα που το ίδιο κατασκεύαζε. Όταν συνελάμβαναν μια γυναίκα την ανάγκαζαν να αγοράσει ένα σετ ρούχων (μακρύ, φαρδύ μαύρο φόρεμα και μπούρκα) που κόστιζε 6.000 με 7.000 συριακές λίρες (περίπου 12-14 δολάρια). Αν το αγόραζε, την άφηναν ελεύθερη. Ακόμα και τα μικρά κορίτσια έπρεπε να ντύνονται σύμφωνα με το νόμο της σαρίας.

Μετά τις περιπολίες έπρεπε να επιστρέψουμε στο τμήμα με ένα λεωφορείο γεμάτο γυναίκες. Μερικές φορές συλλαμβάναμε 10 ή 20 γυναίκες και άλλες φορές 30 ή 40. Εξαρτιόταν από τον αριθμό των παραβάσεων. Όμως το λεωφορείο δεν επέστρεφε ποτέ άδειο.

Μόλις φτάναμε στο τμήμα, οι γυναίκες μαστιγώνονταν. Τις κρατούσαμε στα κρατητήρια για μερικές μέρες. Μετά τις ανάγκαζαν να αγοράσουν τα ρούχα του ISIS και μόνο τότε τις άφηναν να φύγουν.

Μια μέρα συλλάβαμε μια γυναίκα που είχε βάψει τα νύχια της. Με μια πένσα της βγάλαμε τα νύχια.

Η χειρότερη ανάμνησή μου είναι από τη σύλληψη μια γυναίκας που δεν φορούσε νικάμπ (μαντίλα που αφήνει ελεύθερα μόνο τα μάτια). Αποδείχθηκε ότι ήταν κωφάλαλη. Δεν μπορούσε να μιλήσει. Ένιωσα πολύ άσχημα γι’ αυτή. Ανακάλυψαν ότι ήταν κωφάλαλη κατά τη διάρκεια του βασανισμού της.

Μερικές από τις γυναίκες που φέρναμε ήταν έγκυες. Ο βασανισμός τους προκαλούσε αποβολή του εμβρύου. Μια φορά, μια γυναίκα γέννησε στα γραφεία της θρησκευτικής αστυνομίας. Πήγαινε σπίτι της με την μητέρα της επειδή ένιωσε ότι θα γεννούσε. Δεν είχε καλυμμένα τα μάτια της και γι’ αυτό τη συλλάβαμε. Γέννησε στο τμήμα καθώς την βασανίζαμε. Πολλές γυναίκες απέβαλλαν εκεί. Δεν υπήρχε έλεος γιαυτές.

Αυτή ήταν η δουλειά μας, να βασανίζουμε ανθρώπους. Βασανίσαμε πάρα πολλούς. Δεν μπορώ να σας πω καν πόσους πολλούς.

Αλλά κι εμείς ήμασταν υπό παρακολούθηση. Υπήρχε ένας συνάδερφος που η δική του δουλειά ήταν να παρακολουθεί εμάς. Αν αποτύγχανα να συλλάβω κάποιον επειδή τον γνώριζα, αυτός ο συνάδερφος αμέσως θα το κατήγγειλε. Οπότε δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο.

Μια μέρα, μια γυναίκα της αστυνομίας είδε την ξαδέρφη της ή μια γειτόνισσα, κάποια που γνώριζε τελοσπάντων. Μας ζήτησε να κάνουμε τα «στραβά μάτια». Αλλά αυτός που μας παρακολουθούσε την ανέφερε. Την βασάνισαν και την απέλυσαν. Φυλακίστηκε, μαστιγώθηκε και βασανίστηκε.

Οι γυναίκες που ήταν μέλη του ISIS απαγόρευαν στους πάντες να καπνίζουν, αλλά οι ίδιες κάπνιζαν. Στην πραγματικότητα εγώ τους αγόραζα τα τσιγάρα τους. Απαγόρευαν στους πάντες να πίνουν αλκοόλ, αλλά οι ίδιες έπιναν. Ήταν αμαρτία για όλους τους άλλους, αλλά  όχι για τις ίδιες.

Η πιο συχνή μέθοδος βασανισμού ήταν το μαστίγωμα.

Ο επικεφαλής της θρησκευτικής αστυνομίας ερχόταν να δει τις γυναίκες που συλλαμβάναμε κι αν του άρεσαν τους πρότεινε να τις παντρευτεί. Αν η γυναίκα συμφωνούσε, υπέγραφε επί τόπου τα χαρτιά και την έπαιρνε σπίτι. Αν όχι, έμενε στη φυλακή και την βασανίζαμε.

Ουσιαστικά, γινόταν συνεχώς πλύση εγκεφάλου. Δεν άφηναν τους ανθρώπους να φύγουν αν πριν δεν τους είχαν πείσει. Υπήρχαν γυναίκες που στη συνέχεια εντάσσονταν κι αυτές στη «μάχη». Γίνονταν κι αυτές μαχητές, έπαιρναν όπλα και έμπαιναν στην πρώτη γραμμή του πυρός δίπλα στους άντρες. Υπέμεναν γιατί πολεμούσαν στο πλευρό των αντρών τους. Έλεγαν στον εαυτό τους: «Ο άντρας μου είναι στη μάχη κι εγώ θα σταθώ στο πλευρό του».

Υπήρχαν επίσης και οι χήρες των μαχητών που είχαν μαρτυρήσει. Έβαζαν στόχο της ζωής τους να εκδικηθούν τον θάνατό τους. Άλλες γυναίκες πείθονταν ότι θα πάνε στον παράδεισο.

Σταμάτησα να δουλεύω για το ISIS, όταν ξεκίνησε ο βομβαρδισμός της Ράκα. Οι συνάδερφοί μου συνέχισαν να δουλεύουν, αλλά εγώ πήρα τα παιδιά μου και έφυγα εξαιτίας των αεροπορικών επιδρομών.

Θα έλεγα στους ανθρώπους να μην κάνουν τα ίδια λάθη που έκανα εγώ. Βασάνισα ανθρώπους. Μην κάνετε το ίδιο λάθος».

Η ιστορία της Ουμ Φαρούκ

«Είμαι η Ουμ Φαρούκ, ζω στο Ντέιρ Αζ Ζορ, την «Επαρχεία της Αφθονίας». Είμαι 45 ετών. Όταν ήρθε το ISIS, ορκίστηκα υποταγή και δούλεψα μαζί τους στην θρησκευτική αστυνομία.

Ήμασταν χαρούμενοι, όταν ήρθαν. Ελπίζαμε ότι η θρησκεία θα βελτίωνε τη χώρα. Ότι όλα θα γίνονταν ξανά, όπως ήταν παλιά. Συμπεριφέρονταν στον κόσμο καλά. Έτσι, μείναμε και δούλεψα μαζί τους για λίγο.

Η Μπάγια (Bay'a) είναι ο όρκος που παίρνεις για δηλώσεις την υποταγή σου. Έτσι γίνεσαι ένας από αυτούς. Οι απλοί υποστηρικτές δεν θεωρούνταν μέρος της οργάνωσης. Φοβούνταν ότι θα τους προδώσουν. Έτσι, όσοι ορκίζονταν υποταγή γίνονταν απόλυτα μέλη της.

Με κάλεσαν και έπρεπε να πάω στο δικαστήριο. Ο Αμπού Ομάρ ήταν ο υπεύθυνος για τους όρκους. Του είπα: «Είμαι μαζί σας αδερφέ. Θα κάνω ό,τι χρειάζεται». Έτσι, ορκίστηκα την πίστη μου. Τόσο απλά.

Έπρεπε να φοράμε μια φαρδιά αμπάγια (το μαύρο φόρεμα των γυναικών μουσουλμάνων) με κάλυμμα στο κεφάλι. Αρχικά, μας επέτρεπαν να αφήνουμε ακάλυπτα τα μάτια μας, αλλά μετά άλλαξαν γνώμη. Έπρεπε να είσαι καλυμμένη πλήρως και να φοράς ακόμα και γάντια. Αυτοί ήταν οι κανόνες. Όποιος δεν συμμορφωνόταν ή φορούσε αμπάγια που ήταν λίγο πιο στενή ή είχε κάτι φανταχτερό πάνω της καταπατούσε το νόμο.

Μια μέρα, ένα κοριτσάκι περίπου δέκα ετών φορούσε ένα παντελόνι πιτζάμας και από πάνω τα ρούχα της προσευχής. Πήγε σε ένα κατάστημα να αγοράσει κάτι και μόλις είδαν το κοριτσάκι το αυτοκίνητο της θρησκευτικής αστυνομίας σταμάτησε. Είδαν ότι φορούσε πιτζάμα και πουλόβερ και από πάνω τα ρούχα της προσευχής. Ένας άντρας βγήκε από το αυτοκίνητο. Ήταν από το Κουβέιτ ή τη Σαουδική Αραβία, αναγνώρισα την προφορά του. Είπε: «Γιατί φοράς αυτά τα ρούχα, πουτάνα;». Το κοριτσάκι ήταν τόσο τρομαγμένο που κατουρήθηκε πάνω του.

Γι’ αυτούς που είχαν διαπράξει σχετικά μικρές ηθικές παραβάσεις, υπήρχε αυτή που ονομάζαμε «δαγκώτρια». Η δουλειά της ήταν να δαγκώνει άλλες γυναίκες που είχαν παρανομήσει. Μια φορά δάγκωσε το στήθος μιας γυναίκας και δεν την άφηνε. Δεν σταματούσε να την βασανίζει ώσπου η γυναίκα πέθανε.

Υπήρχε ακόμα μια γυναίκα που μόλις είχε γεννήσει. Ο γιος της είχε πυρετό. Πανικόβλητη βγήκε στους δρόμους για να πάρει φάρμακα από το φαρμακείο. Το αυτοκίνητο της θρησκευτικής αστυνομίας περνούσε και την συνέλαβαν. Της είπαν «Γιατί βγήκες έξω πόρνη;» και χρησιμοποίησαν αυτές ακριβώς τις λέξεις. «Γιατί βγήκες έξω με αυτά τα ρούχα;». Φορούσε μια αμπάγια από γυαλιστερό ύφασμα λίκρα, το οποίο απαγορευόταν. Δεν της έδειξαν κανένα έλεος. Τους είπε ότι μόλις είχε γεννήσει κι έτσι η «δαγκώτρια» χρησιμοποίησε μόνο τα δόντια της. Η «δαγκώτρια» άλλες φορές χρησιμοποιούσε μόνο τα δόντια της και άλλες φορές τανάλιες με ηλεκτροσόκ.

Έβλεπαν τις γυναίκες με περιφρόνηση. Ήταν σαν φυλακή. Είτε ήσουν απλή πολίτης, είτε μέλος του ISIS, οι γυναίκες ζούσαμε σαν σε φυλακή, ασφυκτικά. Είτε ήσουν σπίτι σου ή έξω, ήταν μια φυλακή. Οι γυναίκες ήμασταν καταπιεσμένες. Ήταν αδύνατο να ανασάνεις ελεύθερα. Ακόμα και στο σπίτι έπρεπε να πρόσεχες τι θα πεις. Το ίδιο και στην θρησκευτική αστυνομία. Δεν ξέραμε τίποτα ο ένας για τον άλλο. Δεν επιτρεπόταν να ξέρω τίποτα για τους συναδέρφους μου και αυτοί να ξέρουν για μένα. Όλοι εργάζονταν με μυστικοπάθεια.

Είδα πολύ περίεργα πράγματα όταν δούλευα μαζί τους. Μια φορά τους είπα ότι θα ερχόταν μια μαία. Πήγα μαζί τους, για να την πάρουμε. Υποτίθεται ότι θα βοηθούσε γυναίκες να γεννήσουν. Βοήθησε όντως μερικές φορές, αλλά μετά ανακάλυψα ότι δεν είχε έρθει για να ξεγεννά τα μωρά, αλλά για τις γυναίκες που ήταν αιχμάλωτες πολέμου. Μπορεί να ήταν οι γυναίκες κάποιου στρατιώτη του Ελεύθερου Συριακού Στρατού ή κόρη ή σύζυγος κάποιου «απίστου». Οι άντρες τις βίαζαν, αυτές έμεναν έγκυες και η μαία έπρεπε να κανονίσει τις εκτρώσεις.

Όταν το ανακάλυψα, ορκίζομαι ότι τρελάθηκα. Δεν ήξερα τίποτα γι’ αυτό. Αυτοί οι άνθρωποι δεν είχαν καμία ανθρωπιά ή πίστη.

Δεν είμαι απλώς ψυχικά κουρασμένη. Μας ξερίζωσαν την καρδιά. Μας εξανάγκασαν. Μόνο ο Θεός μπορεί να τους κρίνει.

Τους είπα ότι ο άντρας μου είχε πρόβλημα στην καρδιά και ότι έπρεπε να πάμε στο Ιράκ για να εγχειριστεί. Έτσι, καταφέραμε να ξεφύγουμε από αυτούς.

Παρακαλώ όλες τις ελεύθερες γυναίκες που σέβονται το Θεό: Μην ενταχθείτε σε αυτή την οργάνωση. Είναι άδικοι και βίαιοι. Δεν σέβονται τον Θεό. Δεν έχουν καμία σχέση με το Ισλάμ. Είναι απλοί εγκληματίες».

Ο σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ

Ο σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ «Women of ISIL», Τόμας Νταντοάς, μιλησε για την εμπειρία του στις συζητήσεις με τις γυναίκες του Ισλαμικού κράτους. Έχοντας ήδη δημιουργήσει ένα ντοκιμαντέρ για τους άντρες μαχητές του ISIS, το «ISIL Deserters Speak Out», και ακόμα ένα για τα παιδιά που εκπαιδεύονταν από το Ισλαμικό Κράτος στο «Ashbal, the Lion Cubs of the Caliphate», με αυτό το ολοκληρώνει μια δραματική τριλογία για τον κόσμο του ISIS.
Ο ίδιος λέει σχετικά με το Women of ISIL:

«Οι γυναίκες που ζούσαν και δούλευαν στο Ισλαμικό Κράτος είχαν πολλά να πουν επειδή ήταν ταυτόχρονα βασανιστές και θύματα του συστήματος. Μας πήρε δύο χρόνια να ολοκληρώσουμε το ντοκιμαντέρ και να βρούμε γυναίκες πρόθυμες να μας μιλήσουν.

Ήρθαμε σε επαφή με περισσότερες από 100 γυναίκες – νοικοκυρές, νοσοκόμες, δασκάλες, μέλη της ισλαμικής αστυνομίας – αλλά οι περισσότερες άλλαξαν το τηλέφωνό τους μετά την πρώτη μας επαφή. Μετά εξαφανίζονταν. Μόνο λίγες συμφώνησαν τελικά να μιλήσουν μπροστά στην κάμερα για το ISIS και τα σοκαριστικά πράγματα που είδαν ή έκαναν.

Οι περισσότερες συνεντεύξεις έγιναν στην Ράκα της Συρίας και τη Μοσούλη του Ιράκ, τις πάλαι ποτέ δύο πρωτεύουσες του «χαλιφάτου». Αυτό που έχει μείνει από αυτές είναι μόνο χαλάσματα.

Αρνήθηκα να πάρω συνέντευξη από γυναίκες στη φυλακή, γιατί ήθελα α αισθάνονται ελεύθερες να πουν αυτό που θέλουν. Τους πρόσφερα τη δυνατότητα να μιλήσουν ανώνυμα, επειδή οι περισσότερες φοβούνταν. Μερικές από αυτές ήταν πολύ ντροπιασμένες για όσα έκαναν σε άλλες γυναίκες, όπως το να τις συλλαμβάνουν ή να τις βασανίζουν.

Το ISIS δεν χρειαζόταν μόνο άντρες μαχητές, αλλά και γυναίκες για σημαντικές θέσεις. Για παράδειγμα, μόνο γυναίκες μπορούσαν να ψάχνουν άλλες γυναίκες ή να τοποθετούν εκρηκτικά σε γυναίκες που επρόκειτο να γίνουν μάρτυρες.

Δεν ήταν όλες θύματα. Μερικές μας είπαν ότι ορκίστηκαν πίστη με την θέλησή τους. Μια από αυτές κατέρρευσε όταν μας περιέγραψε τις φρικαλεότητες που έπρεπε να κάνει κατά τη διάρκεια των βασανιστηρίων.

Όλες προσπαθούσαν να συμβιβαστούν με τις εμπειρίες τους καθώς ανακαλούσαν όσα είχαν δει και όσα είχαν κάνει όταν δούλευαν και ζούσαν στο Ισλαμικό Κράτος.

Ο σκοπός αυτής της τριλογίας ήταν να καταγράψω πώς ακριβώς δούλευε η «μηχανή του ISIS», να δώσω μια εικόνα από μέσα για την καθημερινή ζωή μέσα από μαρτυρίες των θυτών και των θυμάτων.

Μοιάζει πολύ πιο σημαντικό τώρα, καθώς η ιστορία δεν έχει ακόμα τελειώσει. Στη Μοσούλη συνάντησα γυναίκες που συνεχίζουν να στηρίζουν το ISIS, αλλά δεν μπορούσα να τις μαγνητοσκοπήσω για λόγους ασφαλείας. Μας είπαν: «Δεν έχει τελειώσει τίποτα. Θα επιστρέψουμε, θα ζωντανέψουμε ξανά το Χαλιφάτο και θα αποκτήσουμε και πάλι δύναμη».

Όλοι γνωρίζουν ότι στη Συρία και το Ιράκ υπάρχουν «κοιμισμένοι πυρήνες». Το ISIS βρίσκεται ακόμα στο Αφγανιστάν, στις Φιλιππίνες, την Ινδονησία. Το τέρας είναι νεκρό, αλλά αναγεννιέται από τις στάχτες του σε άλλα μέρη. Δεν θέλω να ακουστώ ότι κινδυνολογώ, αλλά όσοι πιστεύουν ότι το ISIS ανήκει στο παρελθόν κάνουν τεράστιο λάθος».

Μπορείτε να δείτε το ντοκιμαντέρ ΕΔΩ.