Τα... παιδιά του Τσαουσέσκου



Η συγκλονιστική ιστορία του Ιζίντορ. Τα γκουλάγκ παιδιών της Ρουμανίας και ο αγώνας της προσαρμογής σε μια κανονική οικογένεια


Για τα πρώτα τρία χρόνια της ζωής του ο Ιζίντορ ζούσε στο νοσοκομείο. Το μελαχρινό αγόρι, με τα μαύρα μάτια, γεννήθηκε στις 20 Ιουνίου 1980 και οι γονείς του τον παράτησαν όταν ήταν ακόμα λίγων εβδομάδων. Ο λόγος ήταν προφανής, για όποιον έδινε λίγη προσοχή. Το δεξί του πόδι ήταν λίγο παραμορφωμένο. Αφού ξεπέρασε μια ασθένεια τον έριξαν στη... θάλασσα των εγκαταλελειμμένων παιδιών της Ρουμανίας.

Ο Ιζίντορ χαρακτηρίστηκε "ανεπαρκής" και μεταφέρθηκε σε ένα ορφανοτροφείο για παιδιά με μη αναστρέψιμες βλάβες. Χωρίς την κατάλληλη διατροφή και χωρίς φυσιοθεραπεία το δεξί του πόδι είχε ατροφήσει τελείως.

Το νέο σπίτι του ήταν ένα τσιμεντένιο φρούριο. Παρότι φιλοξενούσε περίπου 500 παιδιά δεν ακούγονταν φωνές από παιχνίδια. Τα παράθυρα είχαν σιδερένιες μπάρες και ο φράχτης αγκαθωτό σύρμα. Ο Ιζίντορ έβλεπε από το παράθυρο του τρίτου ορόφου τον δρόμο. Παρακολουθούσε παιδιά με κανονικά ρούχα, που τα κρατούσαν οι γονείς του από το χέρι.

Η ζωή του ήταν τόσο διαφορετική. Στο δικό του... σπίτι τα παιδιά φορούσαν τα ίδια ρούχα ή κυκλοφορούσαν γυμνά. Έτρωγαν όλα μαζί σε μια τεράστια αίθουσα με τον θόρυβο από τα τσίγκινα πιάτα να είναι εκκωφαντικός. Το δωμάτιο του ήταν πάντα γεμάτο από παιδιά που είτε τσακώνονταν, είτε έκλαιγαν. Οι νοσοκόμες έδιναν ηρεμιστικά στα υπερκινητικά παιδία. Ήταν η μόνιμη λύση.

Η μοίρα του Ιζίντορ ήταν να περάσει εκεί την παιδική και εφηβική του ηλικία και να περάσει την πύλη της εξόδου όταν πλέον ήταν 18 ετών. Το μέλλον του θα το έκρινε μια επιτροπή. Αν αποφάσιζε ότι ήταν "απόλυτα ανίκανος" θα μεταφερόταν σε ένα ίδρυμα για ενήλικους. Αν η απόφαση ήταν έστω ελάχιστα "λειτουργικός" θα αφηνόταν στους κρύους δρόμους της Ρουμανίας για να παλέψει για την επιβίωση του.

Παιδιά σημαίνει εργάτες

Τα "γκουλάγκ παιδιών" ήταν μια ιδέα του καθεστώτος Τσαουσέσκου. Τα Χριστούγεννα του 1989 ο  1990 ο Νιολάερ Τσαουσέσκου και η σύζυγος του εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες. Λίγους μήνες μετά θα αποκαλυπτόταν πως αυτού του είδους τα ιδρύματα ανέθρεφαν 170.000 εγκαταλελειμμένα παιδιά. Ήταν το αποτέλεσμα της πολιτικής του Τσαουσέσκου για αύξηση του πληθυσμού. Θεωρούσε πως όσο μεγαλύτερος είναι ο πληθυσμός της χώρας τόσο καλύτερη είναι η οικονομία της καθώς έχει περισσότερα εργατικά χέρια.

Το καθεστώς έθεσε εκτός νόμου τις εκτρώσεις και δαιμονοποίησε την αντισύλληψη. Επέβαλε φόρους στις οικογένειες που δεν είχαν παιδιά και έκανε προπαγάνδα υπέρ των πολυμελών οικογενειών. Οι "μητέρες ηρωίδες" ήταν εκείνες που είχαν προσφέρει στην πατρίδα δέκα παιδιά και πάνω.

Οι οικογένειες έκαναν παιδιά τα οποία δεν μπορούσαν να τα μεγαλώσουν. Τα αποκαλούσαν "τα παιδιά του Τσαουσέσκου" και όταν τα εγκατέλειπαν έλεγαν πως αφού αυτός τα ζητάει ας τα μεγαλώσει. Για να αντιμετωπίσει τις γενιές των εγκαταλελειμμένων παιδιών ο Ρουμάνος ηγέτης διέταξε τη δημιουργία ιδρυμάτων σε όλη την χώρα. Πινακίδες έγραφαν: Το κράτος μπορεί να φροντίσει καλύτερα το παιδί σου από εσένα.


Στην ηλικία των τριών ετών τα παιδιά θα διαχωρίζονταν. Οι μελλοντικοί εργάτες θα έπαιρναν, ρούχα, παπούτσια, τρόφιμα και βασική μόρφωση. Τα λεγόμενα "ανεπαρκή" θα κλείνονταν στα ιδρύματα. Οι στρεβλώσεις του συστήματος οδηγούσαν ακόμα και παιδιά με στραβισμό, αναιμία ή λαγόχειλο στα "γκουλάγκ".

Μετά την εκτέλεση του Τσαουσέσκου εικόνες από τα ιδρύματα έκαναν τον γύρο του κόσμου. Παιδιά σκελετωμένα κοιμούνταν πάνω στα κόπρανα τους. Η παιδίατρος Τζέν Άρονσον ήταν από τις πρώτες που επισκέφθηκε τα "παιδιά γκουλάγκ" μετά την πτώση του καθεστώτος. "Μπήκαμε σε αυτό το σκοτεινό, παγωμένο κτίριο και ανακαλύψαμε ότι υπήρχαν παιδιά που περιφέρονταν. Μικροσκοπικά και βρώμικα, φώναζαν με έναν ανατριχιαστικό τρόπο. Ανοίξαμε μια πόρτα και βρεθήκαμε μπροστά σε έναν μεγάλο αριθμό παιδιών με σοβαρά προβλήματα. Δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε πόσων ετών ήταν. Σε άλλα δωμάτια βρήκαμε εφήβους με τη σωματική διάπλαση επτάχρονου. Υπήρχαν ακόμα και παιδιά σε κλουβιά" θυμάται.

Ο Τσαρλς Νέλσον είναι επίσης ένας παιδίατρος που επισκέφθηκε τη Ρουμανία μετά την πτώση του Τσαουσέσκου και δεν θα ξεχάσει ποτέ το περιστατικό με ένα παιδί. "Ένα απόγευμα πήγα σε ένα νοσοκομείο στο Βουκουρέστι και είδα ένα παιδί να στέκεται και να κλαίει. Είχε βρέξει το εσώρουχο του. Ρώτησα τι συμβαίνει με αυτό το παιδί. Ένας νοσοκόμος μου είπε ότι τον είχε παρατήσει η μητέρα του το πρωί και ήταν έτσι ολόκληρη την ημέρα. Κανείς δεν είχε ασχοληθεί μαζί του για τόσες ώρες, κανείς δεν τον είχε φροντίσει".

Αν δεν έχεις γνωρίσει την αγάπη μπορείς να μάθεις ν' αγαπάς;

Το ερώτημα που προκύπτει και απασχολεί ακόμα την επιστημονική κοινότητα, είναι αν αυτά τα παιδιά έχουν τη δυνατότητα να επανέλθουν. Μπορούν τα αποτελέσματα της έλλειψης οικογενειακής φροντίδας να μεταστραφούν; Μπορεί ένα παιδί που θα μεταφερθεί σε οικογενειακό περιβάλλον να αναρρώσει ψυχικά και νοητικά; Μπορεί ένα άτομο που δεν έχει γνωρίσει την αγάπη στην παιδική του ηλικία, να μάθει ν' αγαπά;

Στα 39 του πλέον ο Ιζίντορ ζει και εργάζεται στις ΗΠΑ. Είναι διευθυντής σε ένα κατάστημα KFC και δουλεύει 60 με 65 ώρες την εβδομάδα. Τα τελευταία 20 χρόνια της ζωής του τα έχει περάσει στην Αμερική και όταν επισκέπτεται την πατρίδα του τον ρωτούν από πού είναι καθώς πλέον μιλά ρουμανικά με προφορά.

"Όταν γνωρίζω ανθρώπους δεν θέλω να τους πω την ιστορία μου. Δεν θέλω να με ξέρουν ως το ορφανό" λέει.

Στα 22 του έγραψε ένα βιβλίο για τη ζωή του και το ονόμασε "Εγκαταλελειμμένος για μια ζωή". Εκεί αναφέρει πως η πρώτη ευτυχισμένη του ανάμνηση ήταν σε ηλικία 8 ετών. Μια νέα νοσοκόμα στο ίδρυμα τραγουδούσε στα παιδιά και τους μάθαινε μουσική. "Την έλεγαν Ονίσα. Μια μέρα που μια άλλη νοσοκόμα με χτυπούσε με μια σκούπα παρενέβη και τη σταμάτησε. Ο διευθυντής με καλούσε και με ρωτούσε αν μας χτυπούν και πάντα απαντούσα όχι" αναφέρει ο Ιζίντορ.

Η Ονίσα υποσχέθηκε ότι μια μέρα θα πάρει τον Ιζίντορ στο σπίτι της για να κοιμηθεί ένα βράδυ. Δεν την πίστεψε. "Λίγες εβδομάδες μετά, μια χιονισμένη μέρα, η Ονίσα μου φόρεσε ζεστά ρούχα και παπούτσια και ξεκινήσαμε για το σπίτι. Μου έπιασε το χέρι και με οδήγησε στην είσοδο του σπιτιού. Ήταν η πρώτη φορά που βγήκα σε αυτό τον κόσμο. Κοιτούσα αποσβολωμένος και προσπαθούσα να απομνημονεύσω τα πάντα για να τα πω στα παιδιά, όταν θα γύριζα" λέει.

Στο σπίτι έπαιξε με τα παιδιά της Ονίσα και έφαγαν όλοι μαζί. "Θυμάμαι την κάθε μπουκιά από εκείνο το δείπνο. Μετά κοιμήθηκα για πρώτη φορά σε μαλακό και καθαρό κρεβάτι" τονίζει.
Το πρωί η Ονίσα τον ρώτησε αν θέλει να μείνει να παίξει με τα παιδιά ή να πάει μαζί της. "Της είπα ότι ήθελα να πάω μαζί της. Φανταζόμουν ότι ήταν η μητέρα μου και δεν ήθελα να την αποχωριστώ. Ντύθηκα όσο πιο γρήγορα γινόταν και την ακολούθησα. Όταν πλησιάσαμε στο ίδρυμα συνειδητοποίησα ότι η δουλειά της είναι εκεί και άρχισα να κλαίω. Είχα περάσει μόλις 24 ώρες εκεί αλλά πλέον θεωρούσα ότι είμαι μέλος της οικογένειας. Ένιωσα τεράστιο σοκ όταν μπήκαμε στην αυλή. Προσπάθησα να γυρίσω πίσω αλλά δεν με άφησαν" θυμάται.

Ο Ιζίντορ έχει στο σπίτι του στις ΗΠΑ ένα μάλλινο χαλί. "Το αγόρασα στη Ρουμανία. Είναι παρόμοιο με αυτό που είχε στο σπίτι της η Ονίσα, γι' αυτό το πήρα. Μου θυμίζει εκείνη τη γαλήνη που ένιωσα. Για πολλά χρόνια αναρωτιόμουν γιατί δεν μπορώ να έχω κι εγώ ένα τέτοιο σπίτι".
Τώρα έχει το σπίτι που ονειρευόταν αλλά παραδέχεται ότι πάντα θα υπάρχουν κομμάτια που θα λείπουν και δεν θα αναπληρωθούν ποτέ.


Από το ίδρυμα στις... πόλεις με τα μεγάλα σπίτια

Στις αρχές της δεκαετίας του '90 ο Ντάνι και η Μαρλίς Ράκελ είχαν ήδη τρεις κόρες όταν αποφάσισαν ότι θέλουν να υιοθετήσουν. Απευθύνθηκαν στον κινηματογραφιστή Τζον Άπτον ο οποίος κανόνιζε υιοθεσίες ορφανών παιδιών από τη Ρουμανία. Όταν του τηλεφώνησαν τους είπε: Θα είναι πολύ εύκολο. Υπάρχουν χιλιάδες ορφανά παιδιά εκεί.

Ο Άπτον έκανε συχνά ταξίδια στη Ρουμανία και επισκεπτόταν ιδρύματα για να κινηματογραφήσει την κατάσταση. Όταν συνάντησε τον Ιζίντορ ήταν 10 ετών και 23 κιλά. "Ο Άπτον ρωτούσε τις νοσοκόμες και τα παιδιά αλλά δεν ήξεραν να απαντήσουν. Ρωτούσε ένα παιδί πόσο χρονών είναι και του έλεγε ότι δεν γνωρίζει. Είναι 14, έλεγα εγώ. Ρωτούσε ένα άλλο παιδί πώς είναι το επίθετο του και εγώ απαντούσα, Ντούμκα" λέει ο Ιζίντορ.

Ο Άπτον μίλησε στους Ράκλες για τον Ιζίντορ (φωτο) και πόσο έξυπνος είναι και τους έδειξε ένα βίντεο από το ίδρυμα. "Όταν είδαμε τον Ιζίντορ τον ερωτευτήκαμε" λέει η Μαρλίς η οποία τον Μάιο του 1991 ταξίδεψε στη Ρουμανία για να τον συναντήσει.

Εκεί έμαθε ότι το παιδί είναι 11 ετών αλλά δεν έχει αναπτυχθεί λόγω κακής διατροφής. "Όταν ο Ιζίντορ μπήκε στο δωμάτιο το μόνο που έβλεπα ήταν αυτός. Σαν να είχαν θαμπώσει τα πάντα γύρω του. Ήταν όσο όμορφος όσο τον είχα φανταστεί. Ο μεταφραστής μας τον ρώτησε ποια θα ήθελε να είναι η μητέρα του έδειξε εμένα" λέει η Μαρλίς.

Ο Ιζίντορ ρώτησε τον μεταφραστή πού θα μένει και αν θα είναι σαν το Ντάλας. Έβλεπε στην τηλεόραση τη δημοφιλή σειρά και είχε μαγευτεί από την "πόλη με τα μεγάλα σπίτια". Όταν του είπαν ότι θα μένει σε άλλη πόλη πήρε σοβαρό ύφος και είπε "θα δούμε...".

Στο βιβλίο του ο Ιζίντορ γράφει για τη γνωριμία του με τη Μαρλίς: "Ρώτησα τη Ρόξανα τη μεταφράστρια ποια θα είναι η νέα μου μητέρα. Ποια θα ήθελες να είναι, απάντησε. Επέμεινα και μου λέει αυτή η ψηλή Αμερικανίδα. Τότε αυτή θέλω να έχω για μητέρα μου, είπα. Την έδειξα και άρχισε να κλαίει από χαρά".

Τον Οκτώβριο του 1991 ο Ιζίντορ ταξίδεψε στο Σαν Ντιέγκο. Η νέα οικογένεια του, τον περίμενε στο αεροδρόμιο. Κοίταξε τον τεράστιο χώρο και η πρώτη ερώτηση που έκανε ήταν: Πού είναι το δωμάτιο μου; Ο Ιζίντορ πίστευε ότι είχε ήδη φτάσει στο νέο του σπίτι. Στο αυτοκίνητο όταν ο Ντάνι Ράκελ πήγε να του βάλει τη ζώνη ασφαλείας άρχισε να φωνάζει θεωρώντας ότι θα τον δέσουν όπως έκαναν σε πολλά παιδιά στο ίδρυμα.

Η προσαρμογή

Ο Ιζίντορ προσαρμόστηκε πολύ εύκολα στο σχολείο αλλά η προσαρμογή του στην οικογενειακή ζωή ήταν άλλη υπόθεση. "Φερόταν σαν να τον ενοχλεί κάτι μόνιμα. Ξαφνικά πεταγόταν από το δωμάτιο του και άρχισε να πετάει πράγματα και να σκίζει βιβλία. Μετά έπαιρνε τα κομμάτια και τα πετούσε από το μπαλκόνι. Έφευγα για μια ώρα και μόλις γυρνούσα μου έλεγαν τι έχει κάνει. Δεν συμπαθούσε τις αδελφές του. Δεν του άρεσε να τον αγγίζουν. Γελούσε σπάνια και ήταν πολύ ανταγωνιστικός. Στα 14 του ήταν μονίμως θυμωμένος και έλεγε ότι θα γίνει ο πρόεδρος της Αμερικής. Όταν έμαθε ότι δεν έχει το δικαίωμα γιατί δεν έχει γεννηθεί στις ΗΠΑ ξεκίνησε να έχει εμμονή με την επιστροφή του στη Ρουμανία. Θεωρούσαμε καλό να έχει έναν στόχο και τον παροτρύναμε. Του είπαμε βρες δουλειά, αποταμίευσε χρήματα και όταν γίνεις 18 θα μπορέσεις να επιστρέψεις. Ο Ιζίντορ δούλευε κάθε μέρα μετά το σχολείο. Ήταν δύσκολα χρόνια. Προσπαθούσαμε να ισορροπήσουμε ώστε να μην πυροδοτούμε την οργή του. Τα κορίτσια ήταν θυμωμένα μαζί μου που του επέτρεπα να φέρεται έτσι. Προσπαθήσαμε να τον πάμε σε ψυχολόγο αλλά αρνήθηκε. Μας έλεγε ότι είμαστε εμείς που χρειαζόμαστε θεραπεία. Όταν δεν είναι κανείς στο σπίτι είμαι μια χαρά, έλεγε" αναφέρει η Μαρλίς.

Ο καθηγητής παιδοψυχολογίας Τσαρλς Τζίνα έκανε έρευνα πάνω στα παιδιά που ζούσαν στα ιδρύματα της Ρουμανίας. Παρακολούθησε την πορεία τους και αφού υιοθετήθηκαν από διάφορες οικογένειες. "Αυτά τα παιδιά δεν είχα ιδέα ότι ένας ενήλικας μπορούσε να τους κάνει να νιώσουν καλά. Φανταστείτε πώς θα νιώθει κάποιος που είναι δυστυχισμένος και δεν γνωρίζει καν ότι ένας άλλος άνθρωπος μπορεί να τον βοηθήσει" τονίζει. Ο συνάδελφος του Τσαρλς Νέλσον που επίσης συμμετείχε στην έρευνα τονίζει ότι όσο νωρίτερα φύγουν τα παιδιά από ένα ίδρυμα τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες προσαρμογής. "Η πόρτα δεν κλείνει για τα παιδιά που μένουν πέραν των δύο ετών στα ιδρύματα. Όμως όσο περισσότερο αργεί να μπει σε μια οικογένεια τόσο δυσκολότερο είναι να έρθει σε μια ισορροπία.

Ο Ιζίντορ λέει για την περίοδο που ήθελε να επιστρέψει στη Ρουμανια: "Κάθε φορά που είχαμε έναν καυγά ήθελα ένας από τους δύο να μου πει: Ιζίντορ ευχόμαστε να μην σε είχαμε υιοθετήσει ποτέ και σε στείλουμε πίσω στο ίδρυμα. Όμως δεν το είπαν ποτέ".

Δεν μπορούσε να επεξεργαστεί την αγάπη που λάμβανε από την οικογένεια του και ένιωθε ότι όλα είναι περίπλοκα. "Στο ίδρυμα ή θα έτρωγες ξύλο ή δεν θα έτρωγες. Στην Αμερική είχαν τόσο κανόνες και τόσες συνέπειες. Τόση πολλή συζήτηση. Μισούσα όταν μου έλεγαν να το συζητήσουμε. Ποτέ δεν είχα ακούσει ξανά φράσεις όπως "είσαι ξεχωριστός" ή "είσαι το παιδί μας". Σκεφτόμουν, ΟΚ ευχαριστώ αλλά δεν ξέρω τι να κάνω. Δεν ξέρω τι θέλετε από εμένα" λέει.

Ένα βράδυ, όταν ήταν 16 ετών, ο Ιζίντορ είχε το χειρότερο του ξέσπασμα. Απειλούσε να σκοτώσει τους θετούς του γονείς. Κάλεσαν την αστυνομία και όταν ήρθε τους είπε ότι τον κακοποιούσαν. "Με βάζουν να δουλεύω και μου παίρνουν τα λεφτά" είπε. Ο αστυνομικός βρήκε στο δωμάτιο του το βιβλιάριο με τις οικονομίες και κατάλαβε ότι λέει ψέματα. Το επόμενο πρωί η Μαρλίς, αντί να τον πάει στο σχολείο, τον πήγε έξω από μια ψυχιατρική κλινική. Ο Ιζίντορ τρομοκρατήθηκε και για ένα μικρό διάστημα δεν είχε ξεσπάσματα.

Όταν άρχισε πάλι να χάνει τον έλεγχο βρήκε ένα βράδυ την πόρτα κλειδωμένη. Έφυγε από το σπίτι και έμεινε με φίλους του. Μεθυσμένος έπαιρνε τηλέφωνο και έβριζε τη θετή του οικογένεια. Στα 18α γενέθλια του, του έστειλαν μια τούρτα, ένα δώρο και ένα άλμπουμ με φωτογραφίες. "Μέσα στη νύχτα ακούσαμε ένα αυτοκίνητο να φρενάρει έξω από το σπίτι και έναν ήχο στην πόρτα. Την άνοιξα και είδα το άλμπουμ" λέει η Μαρλίς.

Η συνάντηση με τους βιολογικούς γονείς

Το 2001, σε ηλικία 20 ετών, ο Ιζίντορ απευθύνθηκε στην τηλεοπτική εκπομπή 20/20 για να τον βοηθήσει να επιστρέψει στη Ρουμανία. Το θέμα του ορφανού που επέστρεψε στην πατρίδα του άρεσε στους παραγωγούς που δέχθηκαν. Στη Ρουμανία επισκέφθηκε το ίδρυμα και εντόπισε τους βιολογικούς του γονείς. Ζούσαν σε μια καλύβα στην επαρχία.

Τον υποδέχθηκε ο πατέρας του και στη συνέχεια γνώρισε τις δύο αδελφές του. Η μητέρα του, όταν τον είδε, άρχισε να φωνάζει "γιέ μου, γιέ μου". Ο Ιζίντορ όμως ήθελε να μάθει γιατί τον εγκατέλειψαν.

"Ήσουν έξι εβδομάδων όταν αρρώστησες. Σε πήγαμε στον γιατρό. Μετά από λίγο εμφανίστηκε το πρόβλημα στο δεξί σου πόδι. Ο γιατρός μας είπε ότι δεν μπορούσε να το φτιάξει. Έτσι σε πήγαμε στο νοσοκομείο και σε αφήσαμε. Ο πατέρας σου δεν είχε δουλειά. Εγώ πρόσεχα τα παιδιά. Δεν μπορούσαμε να έρθουμε να σε δούμε. Πρέπει να καταλάβεις ότι είμαστε φτωχοί. Γυρνούσαμε από το ένα μέρος στο άλλο" του είπε η μητέρα του.

Η συνάντηση κράτησε τρεις ώρες. Στο τέλος οι γονείς του Ιζίντορ άρχισαν να τον ρωτούν αν έχει χρήματα και αν μπορεί να τους βοηθήσει να χτίσουν ένα σπίτι. Ο Ιζιντορ ένιωθε να πνίγεται. Πήρε τηλέφωνο τη Μαρλίς και της είπε: "Πρέπει να γυρίσω σπίτι. Πάρτε με από εδώ".

Για εκείνη τη συνάντηση ο Ιζίντορ λέει: "Με τρόμαξε η οικογένεια μου, ειδικά η Μαρία. Ένιωθα ότι μπορούσα να παγιδευτώ εκεί.". Επέστρεψε στην Αμερική και μετακόμισε στο Κολοράντο. Μέσα στα επόμενα χρόνια έκανε ταξίδια στη Ρουμανία αλλά αυτή τη φορά είχε μαζί του και τον Ντάνι με τη Μαρλίς.

Ο Ιζίντορ απέφευγε με μια δικαιολογία τις οικογενειακές συναντήσεις ενώ δεν σκεφτόταν να κάνει δική του οικογένεια. "Το ήξερα από τότε που ήμουν 15 ετών ότι δεν θα κάνω οικογένεια. Όπως βλέπω τον εαυτό μου δεν υπάρχει άνθρωπος που θα ήθελε να είναι κοντά μου. Κάποιοι θα πουν ότι είναι λάθος όμως έτσι βλέπω τον εαυτό μου. Αν κάποιος προσπαθήσει να έρθει κοντά μου, απομακρύνομαι. Έτσι έχω συνηθίσει" λέει.

Ζώντας μόνος του πλέον υποστηρίζει ότι η οικογενειακή αγάπη στην παιδική ηλικία δεν του λείπει γιατί ποτέ δεν την γνώριζε, δεν ήξερε καν ότι υπήρχε. Ξέρει όμως ότι υπάρχουν κομμάτια που λείπουν από μέσα του. "Μπορεί να είσαι το πιο έξυπνο παιδί στο ίδρυμα όμως και πάλι σου λείπουν πράγματα. Είμαι ένα άτομο με το οποίο δεν μπορείς να έρθεις κοντά. Είναι πολύ δύσκολο ειδικά για τους γονείς ενός τέτοιου ατόμου. Σου δείχνουν αγάπη και δεν μπορείς να την επιστρέψεις" λέει ο Ιζίντορ.

Κάποιες στιγμές όμως το... κέλυφος ραγίζει και συναισθήματα έρχονται στο φως. Δύο χρόνια αφότου έφυγε από το σπίτι έμαθε ότι η μητέρα του και οι αδελφές του ενεπλάκησαν σε αυτοκινητιστικό ατύχημα. Πήρε μια ντουζίνα τριαντάφυλλα και πήγε στο σπίτι. Την πόρτα άνοιξε ο Ντάνι. Ο Ιζίντορ του υποσχέθηκε ότι θέλει μόνο να τους δει και του επέτρεψε να μπει.

Όλη η οικογένεια ήταν συγκεντρωμένη στο σαλόνι. Φανερά αγχωμένος τους έδωσε τα λουλούδια και τους είπε: "Αυτά είναι για όλους σας, Σας αγαπώ".


«Αντί για σ'αγαπώ να τους λες, είσαι ασφαλής»

Ο καθηγητής Ρον Φεντερίτσι είναι από τους κορυφαίους ειδικούς στο θέμα των παιδιών που ζουν σε ιδρύματα και πώς προσαρμόζονται σε θετές οικογένειες. Τονίζει ότι οι οικογένειες που κάνουν το βήμα και υιοθετούν ένα παιδί από ίδρυμα, το οποίο έχει περάσει τη βρεφική ηλικία, πρέπει να δείξουν υπομονή και να το κάνουν να νιώσει ασφάλεια. "Οι πιο επιτυχημένοι γονείς είναι αυτοί που εστιάζουν σε βασικά πράγματα. Οι Ράκελς είναι καλό παράδειγμα. Έδειξαν υπομονή και ο Ιζίντορ πηγαίνει καλά. Άλλες οικογένειες δεν το αντέχουν. Δεν μπορούμε να περιμένουμε από αυτά τα παιδιά να είναι απολύτως ευτυχισμένα και δεμένα 100% με την οικογένεια. Το σημαντικό είναι να λειτουργούν μέσα στην κοινωνία και να βρουν τρόπους ουσιαστικά να προσαρμοστούν στις καταστάσεις, γιατί ποτέ δεν μπορούν να ξεπεράσουν αυτό που τους συνέβη. Κάποιοι πιστεύουν ότι οι καλές οικογένειες με αγάπη μπορούν να θεραπεύσουν απολύτως αυτά τα παιδιά. Τους έχω προειδοποιήσει. Αυτά τα παιδιά θα σε φτάσουν στα όρια σου. Πρέπει να δουλεύεις μαζί τους. Να έχουν το δικό τους ξεχωριστό δωμάτιο και αντί για "σ' αγαπώ" να τους λες "είσαι ασφαλής" αναφέρει.