Ο δολοφόνος του Μιλκ γλίτωσε γιατί έτρωγε γλυκά


Η ιστορία του Νταν Γουάιτ, του ανθρώπου που σκότωσε τον Χάρβεϊ Μιλκ και τον δήμαρχο του Σαν Φρανσίσκο και καταδικάστηκε με την ελάχιστη ποινή λόγω...κατανάλωσης γλυκών

Ο Νταν Γουάιτ γνώριζε πολύ καλά το κτίριο του Σαν Φρανσίσκο. Εργαζόταν εκεί για περίπου έναν χρόνο. Μπήκε από ένα παράθυρο για να αποφύγει τον ανιχνευτή μετάλλων της κεντρικής εισόδου. Μάρτυρες θα δηλώσουν μετά πως αρκετές φορές έμπαινε έτσι στο δημαρχείο για να γλιτώσει χρόνο. Είχε μαζί του το 38άρι ρεβόλβερ Smith&Wesson που κρατούσε από την εποχή που ήταν αστυνομικός και τουλάχιστον δέκα σφαίρες. Μπήκε στο γραφείο του δημάρχου Τζορτζ Μοσκόουν και ακούστηκαν φωνές και πυροβολισμοί. Εκτέλεσε τον Μοσκόουν με τέσσερις σφαίρες, μια στον ώμο, μια στο στήθος και δύο στο κεφάλι. Γέμισε ξανά το περίστροφο και βγήκε στο διάδρομο. Κατευθύνθηκε στο γραφείο του Χάρβεϊ Μιλκ, που βρισκόταν στην άλλη πλευρά του κτιρίου. Τον συνάντησε στο τέλος του διαδρόμου. «Πάμε στο γραφείο σου, θέλω μιλήσουμε» του είπε. Όταν η πόρτα έκλεισε τον πυροβόλησε τρεις φορές. Ο Μιλκ έπεσε αιμόφυρτος στο πάτωμα. Ο Γουάιτ πήγε από πάνω του, κόλλησε στο πιστόλι στο κεφάλι και πυροβόλησε ακόμα δύο φορές.

Βγήκε από το δημαρχείο και κατευθύνθηκε σε ένα εστιατόριο. Πήρε τηλέφωνο τη σύζυγο του και της ζήτησε να συναντηθούν σε μια κοντινή εκκλησία. Εκεί της εξομολογήθηκε τις πράξεις του. Ήταν δίπλα του όταν παραδόθηκε στο αστυνομικό τμήμα. Ο ντετέκτιβ που ανάλαβε την ανάκριση του τον ρώτησε τι συνέβη. «Απλά τους πυροβόλησα» είπε.

Το υπόβαθρο

Την ημέρα της δολοφονίας ο Νταν Γουάιτ ήταν 31 ετών. Βετεράνος του πολέμου στο Βιετνάμ και πρώην πυροσβέστης και αστυνομικός. Είχε εκλεγεί στο δημοτικό συμβούλιο του Σαν Φρανσίσκο στα τέλη του 1977, μια εποχή που στην πόλη γινόταν ένα είδος επανάστασης για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων αλλά και άλλων καταπιεσμένων κοινωνικών ομάδων.

Παρότι ο Γουάιτ δεν συμφωνούσε με τα όσα συνέβαιναν στην πόλη δεν είχε εκφράσει ακραίες απόψεις. Μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις είχε συνεργαστεί με τον Χάρβεϊ Μιλκ. Χαρακτηριστικό είναι ότι τον είχε καλέσει στη βάπτιση ενός από τα παιδιά του.

Ήταν μάλιστα ο Γουάιτ που έπεισε την πρόεδρο του συμβουλίου, Νταϊάν Φαϊνσταϊν να τοποθετήσει τον Μιλκ στη θέση του υπευθύνου της επιτροπής για τους δρόμους και τις μεταφορές στην πόλη.

Γενικότερα ο Γουάιτ εμφανιζόταν διχασμένος πάνω στον θέμα των ομοφυλοφίλων. Αντιτάχθηκε στην πρωτοβουλία Μπριγκς για απαγόρευση πρόσληψης ομοφυλοφίλων στα σχολεία της Καλιφόρνια αλλά δεν στήριξε το ψήφισμα για την απαγόρευση των διακρίσεων κατά των ομοφυλοφίλων στη στέγαση και την εργασία.

Το σημείο.. θραύσης

Το 1978 ο Νταν Γουάιτ (δεξιά στη φωτό) αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα και ένιωθε μεγάλη ψυχολογική πίεση. Είχε τρία παιδιά και εκμυστηρευόταν σε φίλους του ότι δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα μόνο με το μισθό του συμβούλου. Ένα μικρό εστιατόριο που είχε ανοίξει απέτυχε.

Στις αρχές του Νοεμβρίου αντέδρασε έντονα στην πρόταση για δημιουργία κέντρου αποτοξίνωσης σε μια περιοχή της πόλης. Είχε έντονες λογομαχίες με τον Μιλκ αλλά και άλλα μέλη του συμβουλίου. Στις 10 Νοεμβρίου 1978 υπέβαλλε την παραίτηση του. Εξηγώντας τους λόγους μίλησε για διαφθορά στους κόλπους της δημοτικής αρχής της πόλης αλλά και αδυναμία να ανταπεξέλθει οικονομικά με τον μισθό που έπαιρνε.

Μόλις τέσσερις μέρες μετά απέσυρε την παραίτηση του και ζήτησε από τον δήμαρχο Μοσκόουν να τον επαναφέρει στο συμβούλιο.

Αρχικά ο Μοσκόουν δέχθηκε το αίτημα όμως μετά από πιέσεις που δέχθηκε από αρκετούς συμβούλους (μεταξύ των οποίων και ο Μιλκ) αποφάσισε να τον αντικαταστήσει. Θα ανακοίνωνε την απόφαση του στις 27 Νοεμβρίου 1978. Ο Γουάιτ είχε ενημερωθεί για την απόφαση από φίλους του στο συμβούλιο.

Twinkie defense

Μετά την παράδοση και την ομολογία του ο Γουάιτ βρισκόταν αντιμέτωπος με την ποινή του θανάτου. Είχε εκτελέσει μελετημένα και εν ψυχρώ δύο ανθρώπους. Η δίκη όμως εξελίχθηκε πολύ διαφορετικά απ' ό,τι αναμενόταν.

Οι δικηγόροι του ακολούθησαν μια τακτική η οποία έμεινε γνωστή στα δικαστικά χρονικά των ΗΠΑ ως «Twinkie defense». Υποστήριξαν ότι ο Γουάιτ αντιμετώπιζε ψυχολογικά προβλήματα και λόγω της κατάθλιψης του δεν θα μπορούσε να έχει προμελετήσει τους φόνους. Ως απόδειξη των ισχυρισμών παρουσίασαν την αλλαγή στη διατροφή του. Τόνισαν ότι το τελευταίο διάστημα ο πελάτης τους είχε στραφεί στο λεγόμενο «junk food», καταναλώνοντας μεγάλες ποσότητες αναψυκτικών και γλυκών, μεταξύ των οποίων ντόνατς και Twinkies (γλυκά σνακ).

Ο ψυχίατρος Μάρτιν Μπλίντερ, ο οποίος κατέθεσε στη δίκη, υποστήριξε πως ο δράστης βρίσκονταν εκείνη την εποχή σε κατάθλιψη συμπεριφερόμενος αλλόκοτα (είχε παραιτηθεί από τη δουλειά του στον δήμο, είχε απομακρυνθεί από τη γυναίκα του, κυκλοφορούσε ατημέλητος) και οι τροφές που κατανάλωνε είχαν επιδράσει στη ψυχολογία του προκαλώντας έντονα σκαμπανεβάσματα. Ο ψυχίατρος Τζορτζ Σόλομον τόνισε πως ο Γουάιτ υπέστη μια έκρηξη και κατά τον χρόνο του φόνου τον έλεγχο του εαυτού του είχε αναλάβει ένας "αυτόματος πιλότος" και ο ίδιος αδυνατούσε να αντιδράσει διαφορετικά. Στηριζόμενος σε αυτά o συνήγορος υπεράσπισης Ντάγκλας Σμιντ ισχυρίσθηκε πως ο δράστης ήταν άτομο μειωμένου καταλογισμού. Οι ένορκοι φάνηκαν να έχουν πειστεί. Μάλιστα κάποιοι από αυτούς δάκρυσαν όταν άκουσαν την ηχογράφηση της ομολογίας του Γουάιτ.

H φυλακή και το τέλος

Παρότι ο Γουάιτ είχε ξεκάθαρα οργανώσει τη διπλή δολοφονία η «Twinkie defense» επισκίασε τα πάντα. Οι ένορκοι παρέβλεψαν ότι μπήκε από το παράθυρο για να μην εντοπιστεί το όπλο του αλλά και το γεγονός ότι είχε μαζί του παρά πολλές σφαίρες. Δεν στάθηκαν στο γεγονός ότι μετά τους πρώτους πυροβολισμούς είχε την ψυχραιμία να πλησιάσει τα δύο θύματα και να τους ρίξει στο κεφάλι για να τα αποτελειώσει. Η ετυμηγορία τους ήταν ανθρωποκτονία και όχι δολοφονία εκ προθέσεως. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο Γουάιτ να καταδικαστεί σε μόλις επτά χρόνια φυλάκιση. Η απόφαση προκάλεσε οργή και διαδηλώσεις αλλά η ποινή δεν άλλαξε.

Μετά από μόλις πέντε χρόνια στη φυλακή ο Γουάιτ αφέθηκε ελεύθερος τον Ιανουάριο του 1984. Αρχικά μεταφέρθηκε στο Λος Άντζελες για να περάσει τον έναν χρόνο της αναστολής του και στη συνέχεια εξέφρασε την επιθυμία να επιστρέψει στο Σαν Φρανσίσκο. Η τότε δήμαρχος της πόλης Νταϊαν Φαϊνστάιν με επίσημη ανακοίνωση της του ζήτησε να μην το κάνει.

Ο Γουάιτ όμως επέστρεψε και επιχείρησε να ξαναχτίσει τη ζωή και την οικογένεια του. Πολύ σύντομα όμως η σύζυγος του τον άφησε και τα πάντα κατέρρευσαν.

Στις 21 Οκτωβρίου 1985, λιγότερο από δύο χρόνια από την αποφυλάκιση του, ο Γουάτι έβαλε τέλος στη ζωή του.

Βρέθηκε μέσα στο γκαράζ του, στη θέση του οδηγού της κίτρινης Buick η οποία ανήκε στη σύζυγο του. Κρατούσε στα χέρια του οικογενειακές φωτογραφίες. Είχε συνδέσει ένα λάστιχο ποτίσματος στην εξάτμιση του αυτοκινήτου και οι αναθυμιάσεις τον σκότωσαν.

Η ομολογία

Το 1998 ο Φρανκ Φαλζόν, ο ντετέκτιβ στον οποίο παραδόθηκε ο Γουάιτ μετά τους φόνους, έκανε μια τρομερή αποκάλυψη. Τόνισε ότι συναντήθηκαν ξανά το 1984 και ο Γουάιτ του ομολόγησε πως είχε πάει στο δημαρχείο όχι μόνο για να σκοτώσει τον Μοσκόουν και τον Μιλκ αλλά ακόμα δύο άτομα. «Ήμουν σε αποστολή. Ήθελα και τους τέσσερις. Η Κάρολ Ρουθ Σίλβερ ήταν το μεγαλύτερο φίδι και ο Γουίλι Μπράουν είχε ενορχηστρώσει όλη την κατάσταση» του είπε ο Γουάιτ.

«Ένιωσα ότι με χτύπησαν με σφυρί. Κατάλαβα ότι ήταν προμελετημένος φόνος» τόνισε ο Φαλζόν.

Οι μαρτυρίες, η έρευνα και τα στοιχεία δείχνουν ότι ο Γουάιτ πήγε στο δημαρχείο του Σαν Φρανσίσκο για να σκοτώσει. Όχι γιατί ήταν ομοφοβικός ή είχε προσωπικά θέματα με τον Χάρβεϊ Μιλκ αλλά γιατί ήθελε να εκδικηθεί νιώθοντας προδομένος που δεν θα έπαιρνε τη θέση του πίσω.