Μάρτυρες εκτέλεσης

 


Άτομα που έχουν παρακολουθήσει εκτελέσεις με θανατηφόρα ένεση μιλούν για την εμπειρία τους και το γεγονός ότι τίποτα δεν μπορεί να σε προετοιμάσει για κάτι τέτοιο

Σε ηλικία 40 ετών ο Μπράντον Μπερνάρντ εκτελέστηκε την Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2020 με θανατηφόρα ένεση. Παρά τις προσπάθειες που έγιναν ακόμα και από διασημότητες όπως η Κιμ Καρντάσιαν η απόφαση δεν άλλαξε και στις 21:27 τοπική ώρα άφησε την τελευταία του πνοή στην φυλακή της πόλης Terre Haute στην πολιτεία της Ινδιάνα.

O Μπερνάρντ είχε καταδικαστεί για μια υπόθεση του 1998. Τότε ήταν 18 ετών και χαμηλόβαθμο μέλος μια συμμορίας.

Η υπόθεση αφορούσε την απαγωγή και την εν ψυχρώ δολοφονία τον πάστορα Τοντ Μπάγκλεϊ και της συζύγου του, Στέισι. Ο Μπερνάρντ δεν ήταν παρών όταν έγινε η απαγωγή. Κλήθηκε να εξαφανίσει τα στοιχεία όταν ο αρχηγός της ομάδας, Κρίστοφερ Βιάλβα είχε πλέον πυροβολήσει στο κεφάλι το ζευγάρι.

Ο Μπερνάρντ έβαλε φωτιά στο βαν. Η νεκροψία έδειξε ότι η Στέισι ανέπνεε ακόμα όταν μπήκε η φωτιά. Οι ένορκοι πείστηκαν από τον κατήγορο ότι ο Μπερνάρντ είναι υπεύθυνος για ανθρωποκτονία εκ προσθέσεως και του επέβαλαν την ποινή του θανάτου.

Η ποινή είχε μπει ουσιαστικά σε αναστολή αλλά αυτό άλλαξε με την κυβέρνηση Τραμπ. Το υπουργείο δικαιοσύνης ακολούθησε μια πολιτική πίεσης ώστε να εκτελούνται οι ποινές του θανάτου. Ο Μπερνάρντ είναι ένα από τα πέντε άτομα που θα εκτελεστούν στο τελευταίο διάστημα της θητείας του Ντόναλντ Τραμπ. Ήδη το Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2020 εκτελέστηκε ο δεύτερος και απομένουν πλέον άλλοι τρεις.

Αν όλα πάνε σύμφωνα με το πρόγραμμα η κυβέρνηση Τράμπ θα έχει πραγματοποιήσει μέσα στο 2020 τις περισσότερες εκτελέσεις από κάθε άλλη εδώ και έναν αιώνα.

Στις ΗΠΑ το θέμα της θανατικής ποινής διχάζει την κοινή γνώμη και η πλειονότητα παραμένει υπέρ της διατήρησης της. Μια έρευνα του 2018 κατέγραψε ότι το 54% είναι υπέρ και το 39% κατά

Με αφορμή την εκτέλεση του Μπράντον Μπερνάρντ η αγγλική εφημερίδα Guardian παρουσίασε μια σειρά μαρτυριών ατόμων που έχουν παρακολουθήσει εκτέλεση με θανατηφόρα ένεση. Κάθε εκτέλεση έχει κοινό που αποτελείται από μέλη της οικογένειας του καταδικασμένου, μέλη της οικογένειας του ή των θυμάτων, δικηγόρους και δημοσιογράφους.

Οι μαρτυρίες των ατόμων παρουσιάστηκαν από την εφημερίδα χωρίς ονόματα, χωρίς να ξεκαθαριστεί με ποια ιδιότητα παρακολούθησαν μια εκτέλεση. Γίνεται ξεκάθαρο όμως πως η εμπειρία σε σημαδεύει και τίποτα δεν μπορεί να σε προετοιμάσει για να γίνεις μάρτυρας της ψυχρής διαδικασίας που βάζει τέλος στη ζωή ενός ανθρώπου.

 

«Έβαλα το μαύρο μου σακάκι και ξεκίνησα για τη φυλακή.

Ήθελα να είμαι σίγουρος ότι τελείωσε, γι' αυτό και πήγα.

Νομίζω ότι είναι σημαντικό να έχουμε μια γραπτή μαρτυρία»

 

«Ήμουν εκεί για να το δω από κοντά.

Ήμουν πολύ τρομαγμένος

Ο χρόνος παγώνει στη φυλακή»

 

«Ο οδηγός μας είπε ξανά τους κανόνες και μας οδήγησε έξω.

Έπρεπε να περάσουμε από μια μεταλλική πόρτα που ακούστηκε πολύ βαριά όταν έκλεισε πίσω μας.

Ήμασταν πλέον σε ένα δωμάτιο χωρίς ρολόι.

Ένα μικρό χωρίς διακόσμηση δωμάτιο με ένα παράθυρο που το κάλυπτε μια κουρτίνα.

Μια μεγάλη μαύρη κουρτίνα που κάλυπτε όλο το παράθυρο.

Υπήρχαν πλαστικές καρέκλες».

 

«Δυνατός φωτισμός φθορίου περνούμε μέσα από τις οριζόντιες γρίλιες.

Περιμέναμε στο δωμάτιο για τόσο πολύ που άρχισα να μετράω τα τούβλα στον τοίχο.

Ακούω έναν μεταλλικό ήχο και υπέθεσα όταν ήταν από χειροπέδες που είτε μπήκαν, είτε βγήκαν.

Η τιρκουάζ κουρτίνα άνοιξε σαν σε θεατρική παράσταση».

 

«Το δωμάτιο ήταν πολύ φωτεινό.

Κοιτάζαμε μέσα από το γυαλί. Η διαδικασία ξεκίνησε.

To κρεβάτι πιάνει περίπου ολόκληρο το δωμάτιο.

Μπορούσες να ακούσεις κάθε ανάσα από τους διπλανούς σου.

Δεν είναι σαν να βλέπεις έναν φρικιαστικό θάνατο σε κάποια ταινία».


«Καθώς ο ιερέας απομακρύνθηκε η εκτέλεση ξεκίνησε περίπου ένα λεπτό μετά.

Ένα μικρόφωνο κρεμόταν από το ταβάνι.

Κοίταξε από το παράθυρο προς εμάς, προς το δωμάτιο των μαρτύρων. Φορούσε ένα κίτρινο πουκάμισο και λευκό βαμβακερό παντελόνι με μια μαύρη ρίγα στο πλάι.

Όλα τα μαλλιά από το κεφάλι και το πρόσωπο του είχαν ξυριστεί πρόσφατα.

Απλά κάτσαμε εκεί για πολλή ώρα όσο τον έδεναν. Ξεκίνησαν με τα χέρια του και συνέχισαν με το σώμα του. Στη συνέχεια έψαχναν να βρουν φλέβες.

Είχαν τεράστιες ασημένιες αγκράφες.

Σηκώθηκε λίγο και μας κοίταξε με ένα βλέμμα που ήταν σαν να έλεγε "γιατί;".

Ήλπιζα ότι θα πει "λυπάμαι" αλλά δεν μας κοίταξε καθόλου στη συνέχεια.

Μπορούσαμε να ακούσουμε τα πάντα»

 

«Πέφτει.

Το τρίτο χημικό είναι που σταματά την καρδιά

Μετά από την τελευταία φορά που είδα το στήθος του να ανεβαίνει έμεινε ακίνητος για αρκετά λεπτά.

Νομίζω όμως ότι ανέπνευσε περίπου πέντε φορές.

Το παράθυρο προς στο δωμάτιο θανάτου είναι σαν μια παγωμένη τηλεοπτική εικόνα.

Ήταν δύσκολο να πω αν είχε πραγματικά σταματήσει να αναπνέει.

Ένιωσα μουδιασμένος.

Μετά οι κουρτίνες έκλεισαν.

Ο δεσμοφύλακας επανέλαβε την ώρα του θανάτου και βγήκαμε έξω.

 

«Ό,τι και να σου πει κάποιος δεν υπάρχει τίποτα που μπορεί να σε προετοιμάσει

Το μυαλό μου έχει πρόβλημα να ξεχωρίσει αν αυτή η νύχτα ήταν μια ακόμα ταινία ή πραγματικότητα.

Καθόμουν στο αυτοκίνητο μου, ενώ με είχε πιάσει φανάρι, και κοίταξα τον καθρέφτη μου. Ορκίζομαι ότι είδα τον άνθρωπο που είχα παρακολουθήσει μόλις να πεθαίνει.

Δεν υπήρχε κάτι καθαρτικό στο τέλος όλου αυτού. Το ένιωσα σαν κάτι λάθος.

Στο αυτοκίνητο όμως ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι δεν είχα νιώσει άρρωστος, όπως περίμενα.

Ήταν πολύ εύκολο για όλο αυτό τον πόνο που προκάλεσε στην οικογένεια μου όλα αυτά τα χρόνια.

Είχε γίνει. Έπρεπε να γίνει»

 

«Ένιωθα ότι τα πόδια μου ήταν από λάστιχο.

Χρειάστηκε αρκετός χρόνος για να το εμπεδώσω.

Ο κόσμος δεν καταλαβαίνει ότι ποτέ δεν το ξεπερνάς.

Συχνά με ρωτούν αν βλέπω εφιάλτες.

Μακάρι να μπορούσα να πω πως ό,τι είδα τη νύχτα της εκτέλεσης άλλαξε τα πράγματα.

Ο θάνατος, πίστευα, ότι θα παγώσει τον χρόνο. Δεν το έκανε όμως

Δεν περνάει ούτε μια μέρα, ούτε μια μέρα».