«Δεν ανησυχούμε για τα εμβόλια γιατί δεν τα έχουμε»

 


Την ώρα που Μεγάλη Βρετανία, Ε.Ε.και ΗΠΑ «κονταρομαχούν» για το ποιος θα πάρει τα περισσότερα εμβόλια, στη Μολδαβία δεν έχει γίνει ούτε ένα. Για πολλοστή φορά αποδεικνύεται ότι και στα θέματα υγείας οι πλουσιότεροι είναι πιο... ίσοι από τους άλλους

 «Είμαι χαρούμενος που εργάζομαι στην πρώτη γραμμή και βλέπω τη λειτουργία του καναδικού συστήματος υγείας», έγραψε ο Αλέκου Ματραγκούνα σε μια ανάρτηση στο Facebook «αλλά λυπάμαι που εμβολιάστηκα πριν από τη μητέρα μου, η οποία εργάζεται στο σύστημα υγείας της Μολδαβίας».

Ο Ματραγκούνα είναι ένας Μολδαβός υγειονομικός υπάλληλος που ζει στο Μόντρεαλ του Καναδά. Η μητέρα του είναι 61 ετών και παιδίατρος με προϋπηρεσία άνω των 30 ετών. Ωστόσο, όπως του είπε, δεν έχει ιδέα πότε θα είναι διαθέσιμο το εμβόλιο κατά του κοροναϊού για αυτήν και για περισσότερους από 53.300 άλλους υπαλλήλους υγειονομικής περίθαλψης στην πιο φτωχή χώρα της Ευρώπης.

Οι περισσότερες κυβερνήσεις της Δυτικής Ευρώπης έχουν ήδη εμβολιάσει τους εργαζόμενους στην πρώτη γραμμή της μάχης και προχωρούν στη δεύτερη φάση των εμβολιασμών, ακόμη και αν τα προβλήματα παραγωγής υπονομεύουν τώρα τον εφοδιασμό. Η Μολδαβία, η φτωχότερη χώρα της Ευρώπης, δεν μπορεί να κάνει ούτε ένα εμβόλιο, επειδή δεν μπορεί να τα αγοράσει.

Η κυβέρνηση της Μολδαβίας δεν αναμένεται να λάβει την πρώτη παρτίδα εμβολίων πριν από τα τέλη Φεβρουαρίου και ακόμη και αυτό το χρονοδιάγραμμα είναι αβέβαιο και γεμάτο γραφειοκρατικές καθυστερήσεις. Η Ουκρανία , η Γεωργία και η Αρμενία βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση. Αυτή είναι μια «καταστροφική ηθική αποτυχία» όσον αφορά τη διανομή εμβολίων στην Ευρώπη, σύμφωνα με τα λόγια του επικεφαλής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, Τέντρος Αντχανόμ Γκεμπρεγεσούς.

 

Οι οικονομικά ασθενέστερες χώρες της Γηραιάς Ηπείρου βασίζονται στο Covax , μια πρωτοβουλία για χώρες χαμηλού εισοδήματος της οποίας ηγείται ο ΠΟΥ για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Ο οργανισμός θα εξασφαλίσει δωρεάν εμβόλια για το 20% του πληθυσμού των χωρών αυτών. Οσον αφορά τις υπόλοιπες δόσεις που χρειάζονται, αυτές οι χώρες αναζητούν βοήθεια από τους πλουσιότερους γείτονές τους. Αυτός, όμως, δεν είναι ο τρόπος για να λυθεί μια παγκόσμια πανδημία. Σε έναν  διασυνδεδεμένο κόσμο, ωστόσο, καμία χώρα δεν θα είναι ασφαλής αν δεν είναι όλες. 

Το ποσοστό θανάτων στη Μολδαβία αυξήθηκε κατά 21% μεταξύ Μαΐου και Δεκεμβρίου 2020, σε σύγκριση με την ίδια περίοδο το 2019. Το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης καταρρέει. Ένας άντρας στα 60 του, άρρωστος από τον ιό, έπρεπε να περιμένει για ελεύθερο κρεβάτι τρεις ώρες στην αυλή ενός νοσοκομείου, μέσα στο κρύο. Την περασμένη άνοιξη, βίντεο από μικρότερα επαρχιακά νοσοκομεία κατέγραψαν συγκλονιστικές καταστάσεις, με τους ασθενείς να νοσηλεύονται χωρίς θέρμανση ή καθαρό νερό.

Σε άλλο νοσοκομείο, ένας άντρας πέθανε στην τουαλέτα και το προσωπικό, που δεν είχε προστατευτικό εξοπλισμό, φοβόταν να τον πλησιάσει για ώρες. Τελικά ζήτησαν από άλλους ασθενείς με Covid-19 να βγάλουν το άψυχο σώμα του και να το καλύψουν με μια κουβέρτα.

Με πληθυσμό 2,6 εκατομμυρίων, η Μολδαβία είχε καταγράψει σχεδόν 157.000 επίσημα κρούσματα κοροναϊού και περισσότερους από 3.300 θανάτους. Όμως οι πραγματικοί αριθμοί είναι πιθανό να είναι πολύ υψηλότεροι, καθώς η κυβέρνηση κάνει τεστ μόνο σε 1.000 έως 3.000 άτομα καθημερινά, φτάνοντας σε ένα τρομακτικό ποσοστό 58% θετικών τεστ τον Δεκέμβριο.

Σε άτομα με ελαφρά συμπτώματα συχνά δεν γίνονται εξετάσεις για εβδομάδες. Οι γιατροί πρώτης γραμμής που εργάζονται σε θαλάμους Covid είναι οι μόνοι γιατροί που κάνουν τεστ. Επιπλέον, σε ασθενείς με πολλά από τα τυπικά συμπτώματα της νόσου τα τεστ βγαίνουν αρνητικά και δεν υποβάλλονται σε επαναληπτικές εξετάσεις. Το ποσοστό μόλυνσης στο ιατρικό προσωπικό ήταν 25% τον Μάιο, το υψηλότερο στην Ευρώπη, σε σύγκριση με μόλις 12% στη γειτονική Ρουμανία.

Η πανδημία έχει ρίξει φως στη σοβαρή υποχρηματοδότηση και την κακή διαχείριση των εξαντλημένων δημόσιων υπηρεσιών υγείας της πρώην σοβιετικής δημοκρατίας. Τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα θα μπορούσαν να αποδειχθούν καταστροφικά.

Η περίπτωση του Ματραγκούνα είναι ενδεικτική μιας εκ των πιο χρόνιων ασθενειών του συστήματος υγείας του Μολδαβίας: τη διαρροή εγκεφάλων. Σχεδόν το ένα τρίτο των εργαζομένων στον τομέα της υγείας είναι σε ηλικία συνταξιοδότησης.

Ο μέσος μηνιαίος μισθός ενός γιατρού είναι τώρα περίπου 485 ευρώ, μετά από μια αύξηση της τάξης του 30% το 2020. Εκτός από τα περιορισμένα κεφάλαια, όσοι παραμένουν στη χώρα έχουν να αντιμετωπίσουν την διαφθορά και την πολιτικοποίηση της διαχείρισης των νοσοκομείων.

Πολλοί γιατροί αναζητούν καλύτερες ευκαιρίες και πιο δίκαια συστήματα στο εξωτερικό. Χωρίς τεράστιες ενέσεις χρηματοδότησης και εκσυγχρονισμό της υγειονομικής περίθαλψης, οι νεαροί γιατροί της Μολδαβίας θα συνεχίσουν να φεύγουν για πλουσιότερες χώρες, ενώ όσοι μένουν πίσω θα καταλήξουν με ακόμη πιο χαμηλής ποιότητας εργασιακές συνθήκες.

Η μαζική μετανάστευση δεν είναι απλώς πρόβλημα για το σύστημα υγείας της Μολδαβίας: είναι πιθανώς η μεγαλύτερη πρόκληση της χώρας. Λόγω της έλλειψης εργασιακών ευκαιριών ή στο πλαίσιο αναζήτησης καλύτερου βιοτικού επιπέδου στη Δύση, τη Ρωσία ή το Ισραήλ, περισσότεροι από ένα εκατομμύριο Μολδαβοί έχουν φύγει από τη χώρα.

 Κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, δεκάδες χιλιάδες που είτε έχασαν τις θέσεις εργασίας στο εξωτερικό λόγω των περιορισμών και των lockdown είτε ήταν αρκετά προνομιούχοι ώστε να να μπορούν να εργαστούν από απόσταση, επέστρεψαν στην πατρίδα τους. Ωστόσο, αυτή η αντίστροφη μετανάστευση μπορεί να είναι προσωρινή, εκτός εάν η κυβέρνηση προσφέρει τελικά κάποια οικονομική υποστήριξη στους πολίτες της.

Οι μάσκες είναι υποχρεωτικές ακόμη και στους δρόμους, υπάρχουν κανόνες κοινωνικής απόστασης και τα καταστήματα μετρούν τη θερμοκρασία όλων, αλλά δεν υπακούουν όλοι στους κυβερνητικούς κανόνες και ο σκεπτικισμός για τα εμβόλια είναι απίστευτα υψηλός, ακόμη και μεταξύ των επαγγελματιών υγείας.

Σε έρευνες, οι άνθρωποι λένε ότι ενδιαφέρονται περισσότερο για την οικονομική κρίση παρά την κρίση υγείας: η ασθένεια δεν είναι καν στις πέντε κύριες ανησυχίες που έχουν οι Μολδαβοί - την ξεπερνά το μέλλον των παιδιών τους, οι υψηλές τιμές, η φτώχεια, η ανεργία και η διαφθορά.

Καθ ’όλη τη διάρκεια του 2020, η Μολδαβία ήταν ένα από τα λίγα ευρωπαϊκά κράτη που δεν παρείχαν σχεδόν καμία οικονομική ανακούφιση στους πολίτες ή τις μικρές επιχειρήσεις. Οι συνέπειες θα μπορούσαν να αρχίσουν να φαίνονται με σκληρό τρόπο το 2021.

Η νεοεκλεγμένη πρόεδρος, Μάια Σάντου (φωτό), πρώην οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας, ορκίστηκε την Παραμονή των Χριστουγέννων και εξασφάλισε υποσχέσεις από δυτικούς εταίρους, συμπεριλαμβανομένης μιας δωρεάς 200.000 δόσεων εμβολίου από τη Ρουμανία και επιχορήγηση 15 εκατ. ευρώ από την Ε.Ε.

Ωστόσο, η εκτελεστική εξουσία της Μολδαβίας παραιτήθηκε έκτοτε, η κυβέρνηση στερείται νόμιμης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και η πολιτική τάξη μάχεται για το πώς θα διοργανώσει πρόωρες κοινοβουλευτικές εκλογές, ενώ επίσης πασχίζει να βρει τρόπο για να ξεκινήσει ένα πρόγραμμα μαζικού εμβολιασμού.

Το φως στο τέλος του τούνελ δεν είναι καν ορατό.