Η Σιωπή των Αμνών, τριάντα χρόνια μετά


Η εμβληματική ταινία τρόμου παραλίγο να... πεθάνει εν τη γενέσει της. Τα παρασκήνια και οι αναμνήσεις των πρωταγωνιστών

 «Λοιπόν Κλαρίς, σταμάτησαν οι αμνοί να ουρλιάζουν;» ρωτά ο δρ. Χάνιμπαλ Λέκτερ την άπειρη πράκτορα του FBI, Κλαρίς Στέρλινγκ. Τριάντα χρόνια μετά δεν έχουν σταματήσει. Στις 30 Ιανουαρίου 1991 στη Νέα Υόρκη και στις 14 Φεβρουαρίου της ίδιας χρόνιας στην υπόλοιπη Αμερική έκανε πρεμιέρα «Η Σιωπή των Αμνών», μια ταινία που θα αποτελεί για πάντα σημείο αναφοράς. Το φιλμ του Τζόναθαν Ντέμι απέδειξε πως τα φιλμ τρόμου μπορούν να είναι πολύ περισσότερο από καλτ δημιουργίες με πρωταγωνιστές χωρίς καμιά ουσία. Πίσω όμως από τα 118 λεπτά της ταινίας υπάρχει μια ολόκληρη ιστορία και μια σειρά γεγονότων που διαμόρφωσαν το τελικό αποτέλεσμα.

Ο δρ. Λέκτερ μας είχε συστηθεί

Ως γνωστόν «Η Σιωπή των Αμνών» είναι βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Τόμας Χάρις το οποίο εκδόθηκε το 1988. Δεν ήταν η πρώτη φορά που το έργο του Χάρις πέρασε στο πανί. Η πρώτη προσπάθεια είχε γίνει το 1986 με το Manhunter του Μάικλ Μαν το οποίο είχε βασιστεί στον «Κόκκινο Δράκο» του Χάρις. Σε εκείνο το φιλμ μας συστήθηκε ο δρ. Χάνιμπαλ Λέκτερ (Λέκτορ τον ονόμαζαν στην συγκεκριμένη ταινία). Τον ενσάρκωσε ο ηθοποιός Μπραϊαν Κοξ. Το φλιμ έλαβε μέτριες κριτικές και δεν πήγε καθόλου καλά σε εισιτήρια. Ο παραγωγός του Manhunter, Ντίνο Ντε Λαουρέντις είχε αγοράσει τα δικαιώματα για τον χαρακτήρα του Λέκτερ. Λόγω της οικονομικής αποτυχίας του φιλμ θεώρησε πως ο χαρακτήρας δεν είχε κινηματογραφικό μέλλον. Όταν λοιπόν η εταιρία παραγωγής Orion του ζήτησε τα δικαιώματα τα παραχώρησε δωρεάν. 

Κακό ξεκίνημα

Η Orion είχε απευθυνθεί στον Τζιν Χάκμαν για να αναλάβει τη δημιουργία της ταινίας. Θα τη σκηνοθετούσε και θα έπαιζε το ρόλο του πράκτορα Τζακ Κρόφορντ. Ο Χάκμαν όμως αποφάσισε να αποσυρθεί με τις φήμες να μιλούν για οικονομικά θέματα με την εταιρία. Η «Σιωπή των Αμνών»... πέθαινε εν τη γενέσει της.

Όμως ο σεναριογράφος Τεντ Τάλι, ο οποίος γνώριζε προσωπικά τον Τόμας Χάρις και ήταν «ερωτευμένος» με το βιβλίο, συνέχισε τη δουλειά του με τον συνιδρυτή της Orion, Μάικ Μένταβοϊ να τον διαβεβαιώνει πως θα καλύψει το οικονομικό κομμάτι και θα φέρει έναν νέο σκηνοθέτη. Ήταν ο Τζόναθαν Ντέμι που σίγουρα αποτέλεσε επιλογή-έκπληξη. Με κωμωδίες και «b movies» ως τότε στο παλμαρέ του ευλόγως δημιούργησε ερωτηματικά αν μπορεί να ανταπεξέλθει στο project. Όπως όμως έχει δηλώσει ο Τάλι τα πάντα έτρεξαν με τον Ντέμι ο οποίος ενθουσιάστηκε με το σενάριο. Τα γυρίσματα ξεκίνησαν στις 15 Νοεμβρίου του 1989 και ολοκληρώθηκαν την 1η Μαρτίου 1990. Η ταινία γυρίστηκε κυρίως στην πολιτεία της Πενσιλβάνια (Πίτσμπεργκ, Περιόπολις και Κάνονσμπεργκ) ενώ υπήρχαν και πλάνα από ένα μέρος στη Δυτική Βιρτζίνια. Το FBI έδωσε άδεια και έγιναν γυρίσματα στην ακαδημία του στο Κουάντικο με κάποιους μαθητευόμενους πράκτορες να συμμετέχουν μάλιστα ως κομπάρσοι.

Ούτε καν τρίτη επιλογή η Τζόντι Φόστερ

Ο Ντέμι ήθελε στο ρόλο της Κλαρίς Στέρλινγκ την Μισέλ Πφάιφερ με την οποία είχε συνεργαστεί στο Married with the Mob (1988). Της έκανε την πρόταση και της έστειλε το σενάριο. Εκείνη όταν το διάβασε όμως το βρήκε ανατριχιαστικό και δεν δέχθηκε. Η δεύτερη επιλογή ήταν η Μεγκ Ράιαν, τελικά απέρριψε την πρόταση για τους ίδιους λόγους. Ακολούθησε η Λόρα Ντερν η οποία ενδιαφερόταν. Η εταιρία παραγωγής όμως την «έκοψε» θεωρώντας ότι δεν ήταν αρκετά εμπορική. Έτσι ο κλήρος έπεσε στην Τζόντι Φόστερ. Παρότι είχε βραβευθεί με Όσκαρ το 1988 ο Ντέμι δεν θεωρούσε ότι μπορεί να ενσαρκώσει τον ρόλο όπως αυτός θα ήθελε. Όταν όμως την είδε στα δοκιμαστικά πείστηκε από το πάθος της και την αφοσίωση που έδειξε στον χαρακτήρα.

Σε πρόσφατες δηλώσεις της η Φόστερ τόνισε. «Έχω πολύ ωραίες αναμνήσεις από τα γυρίσματα και τον Τζόναθαν Ντέμι, ο οποίος έφυγε από κοντά μας. Με τον Τόνι (Άντονι Χόπκινς) δεν είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε πολύ στα γυρίσματα. Χαιρετούσαμε ο ένας τον άλλο και καθόμαστε στο τραπέζι για να διαβάσουμε τους διαλόγους. Όταν ξεκίνησε να υποδύεται τον Χάνιμπαλ Λέκτερ ένιωθα μια ανατριχίλα να πλημμυρίζει το δωμάτιο. Είχα τρομάξει πραγματικά. Από εκεί και πέρα φοβόμουν να του μιλήσω. Θυμάμαι την συγκεκριμένη φωνή την οποία είχε, τη μεταλλική χροιά της φωνής του. Ο Κρις Νιούμαν ήταν στη μίξη ήχου και βοήθησε να την ενισχύσει λίγο».

Η ηθοποιός τονίζει ότι δούλεψε πολύ με την φωνή της Κλαρίς ώστε να αποκαλύπτει την ψυχολογία της: «Όλοι εμπνευστήκαμε από το βιβλίο και προσπαθήσαμε να κάνουμε το καλύτερο δυνατό. Για εμένα η Κλαρίς είχε να κάνει και πολύ με τη φωνή της. Ήταν μια κοπέλα που την είχε σημαδέψει η σφαγή και το αίμα των αμνών. Οι κραυγές και το γεγονός ότι δεν μπορούσε να κάνει κάτι για να τα βοηθήσει. Δεν μπορούσε να μιλήσει. Ήταν κάποια που σημαδεύτηκε από αυτό και ήταν συνεσταλμένη και χαμηλόφωνη. Ήταν επίσης ένα άτομο που προσπαθούσε πάντα να είναι σωστό για να μπορέσει να ενσωματωθεί λόγω και του υπόβαθρου της. Σαν να ένιωθε μια ντροπή που δεν ήταν δυνατότερη, που δεν ήταν πιο επιβλητική. Μια ντροπή ενός ατόμου που είχε αποτύχει στο παρελθόν του. Κατάλαβα όμως ότι όλη αυτή η προσπάθεια που έκανε ήταν και η δύναμη της. Το γεγονός ότι μπορούσε να ταυτιστεί με τα θύματα τελικά την έκανε την ηρωίδα του φιλμ. Θυμάμαι όταν το είχα πει στη μητέρα μου με ρώτησε γιατί θέλω να παίξω αυτό τον ρόλο που είναι τόσο ήσυχος και τόσο ντροπαλός. Της απάντησα πως αυτή είναι ομορφιά αυτού του φιλμ, Οι λεπτομέρειες».

Θυμάμαι επίσης και τις σκηνές στο κελί: «Ήταν τόσο απόκοσμο σετ. Όλα τα διαφορετικά κελιά των τροφίμων ήταν κάπως σκοτεινά και μετά φτάνουμε στον κελί του Λέκτερ: τόσο φωτεινό με λάμπες φθορίου και δυο διαστάσεων».

«Νόμιζα ότι είναι παιδική ταινία»

Όπως και η Φόστερ, έτσι και ο Άντονι Χόπκινς δεν αποτελούσε την πρώτη επιλογή. Ο Ντέμι ήθελε τον Σον Κόνερι και του έκανε πρόταση την οποία απέρριψε. Το όνομα του Χόπκινς προέκυψε από μια λίστα που περιείχε και τους Αλ Πατσίνο, Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Ντάστιν Χόφμαν, Ντέρεκ Τζάκομπι και Ντάνιελ Ντέι Λιούις. Ο Ντέμι είχε δει τον Χόπκινς στην ταινία «Ο Άνθρωπος Ελέφαντας» και τελικά του έκανε την πρόταση.

«Θυμάμαι πως βρισκόμουν στο Λονδίνο το 1989 παίζοντας στην παράσταση “M. Butterfly”, όταν ο ατζέντης μου μου έστειλε το σενάριο. Μου είπε ότι λέγεται  η Σιωπή των Αμνών και του απάντησα: Τι είναι ιστορία για παιδιά; Μου είπε "όχι, έχουν ήδη κλείσει την Τζόντι Φόστερ".

Ένα απόγευμα ήρθε το σενάριο και αφού διάβασα δέκα σελίδες το έκλεισα. Πήρα τηλέφωνο τον μάνατζερ μου και τον ρώτησα: Είναι πραγματική αυτή η πρόταση γιατί είναι ο καλύτερος ρόλος που έχω διαβάσει στη ζωή μου. Μετά από περίπου τέσσερις ώρες με πήρε ο ίδιος ο Ντέμι. Τον ρώτησα αν θα παίξει και η Τζόντι και μου το επιβεβαίωσε. Θεέ μου, είπα και διάβασα και το υπόλοιπο σενάριο. Δεν μπορούσα να πιστέψω την τύχη μου. Να ξέρετε στην αρχή φοβόμουν να μιλήσω στην Τζόντι Φόστερ είχε μόλις κερδίσει ένα Όσκαρ» τονίζει και προσθέτει: «Το σενάριο ήταν τόσο καλογραμμένο που έπαιξε τεράστιο ρόλο. Είμαι ευγνώμων επίσης τόσο στον Τζόναθαν Ντέμι όσο και στην Τζόντι που υιοθέτησαν κάποιες ιδέες μου. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη σκηνή με την πρώτη συνάντηση στο κελί. Ο Τζόναθαν με ρώτησε πώς φαντάζομαι να περιμένω την Κλαρίς. Θέλεις να διαβάζεις, να ζωγραφίζεις, με ρώτησε. Θέλω απλά να στέκομαι, του είπα.  Μα γιατί, ήταν η αντίδραση του. Θέλω να φαίνεται ότι την μύρισα από τον διάδρομο και την περιμένω, του απάντησα. Γούρλωσε τα μάτια του. Επίσης θυμάμαι όταν τελείωσε μια άλλη σκηνή στο κελί ο Τζόναθαν μου είπε: Θεέ μου είσαι απόκοσμος. Τον ευχαρίστησα».

Όσο για το πώς ένιωθε στα γυρίσματα τονίζει: «Θυμάμαι στα διαλείμματα των γυρισμάτων να πηγαίνουμε για μεσημεριανό και να μιλάμε τον Τέντ Λεβίν (ο ηθοποιός που ενσάρκωσε τον Μπάφαλο Μπιλ) και να λέμε πόσο περίεργο είναι».

Τέλος αναφέρεται και στην χαρακτηριστική φωνή του Χάνιμπαλ Λέκτερ: «Ήξερα πως θα είναι εξωτερικά ο χαρακτήρας μου και από την πρώτη ανάγνωση του σεναρίου μου ήρθε και η φωνή. Δεν ξέρω γιατί. Ήταν σαν μηχανή, σαν τον υπολογιστή ΗAL 9000 στο "2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος" που έλεγε "Καλησπέρα Ντέιβ". Ήθελα να ακούγεται σαν να έρχεται ένα σιωπηλός καρχαρίας. Επίσης με ενέπνευσε ένας δάσκαλος κινησιολογίας που είχα στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης, ο Κρίστοφερ Φέτες. Σε πολλές σκηνές τον μιμήθηκα».

Ο Σκοτ Γκλεν πήρε πολύ σοβαρά τον ρόλο του

Μετά την αποχώρηση του Τζιν Χάκμαν η παραγωγή, εκτός από σκηνοθέτη, χρειαζόταν και κάποιον για τον ρόλο του πράκτορα Τζον Κρόφορντ. Επιλέχθηκε ο ηθοποιός Τζον Γκλέν ο οποίος πήρε πολύ σοβαρά τον ρόλο. Συνεργάστηκε με τον βετεράνο πράκτορα του FBI, Τζον Ντάγκλας. Του ανέλυσε πώς δουλεύουν στις υποθέσεις κατά συρροή δολοφόνων και τον ξενάγησε στις εγκαταστάσεις στο Κουάντικο. Ο Γκλεν άκουσε το πλέον φρικτό τεκμήριο στην ιστορία της εγκληματολογίας. Την κασέτα των δολοφόνων Λόρενς Μπίτακερ και Ρόι Νόρις. Εκεί έχουν καταγράψει τον βασανισμό, τον βιασμό και τη δολοφονία μιας 16χρονης. Κατά τη διάρκεια της ακρόασης ο Γκλεν έκλαιγε με λυγμούς.

Μπάφαλο Μπιλ, αμάλγαμα ψυχοπαθών

Ο κατά συρροή δολοφόνος Μπάφαλο Μπιλ είναι ένας χαρακτήρας που έχει δημιουργηθεί με στοιχεία από διάφορους «διάσημους» ψυχοπαθείς. Η δράση του Γκάρι Χέιντνικ έδωσε την ιδέα για το πηγάδι στο υπόγειο. Ο δολοφόνος, που έδρασε στην Πενσιλβάνια, κρατούσε εκεί τα θύματα του.

Ο Έντ Γκέιν, που έφτιαχνε ρούχα και αντικείμενα από ανθρώπινο δέρμα και οστά, ήταν επίσης μια πηγή έμπνευσης. Υπάρχουν στοιχεία επίσης από τον Τεντ Μπάντι, που προσποιούνταν τον τραυματισμένο για να προσελκύσει θύματα, τον Γκάρι Ρίτζγουεϊ που άφηνε πτώματα σε ποτάμια και τον Τζέρι Μπρούντος που φορούσε γυναικεία ρούχα.

Ο Νταλί στην αφίσα

Το επίσημο πόστερ της ταινίας είναι επίσης αξέχαστο. Το πρόσωπο της Τζόντι Φόστερ σε γαλάζια απόχρωση και στο στόμα της μια πεταλούδα. Η νεκροκεφαλή στην πεταλούδα είναι ένα έργο του διάσημου ζωγράφου, Σαλβαδόρ Νταλί σε συνεργασία με τον φωτογράφο Φίλιπ Χάλσμαν. Δημιουργήθηκε το 1951 με τα γυμνά κορμιά επτά γυναικών και ονομάστηκε «In Voluptas Mors» που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει «Στην απόλαυση θάνατος». Το δημιούργημα είχε προκαλέσει τεράστιες αντιδράσεις και αρχικά ελάχιστοι το πρόσεξαν στην αφίσα.

Η μάσκα και το σπίτι

Δύο από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία της ταινίας είναι η μάσκα του Λέκτερ και το σπίτι του Μπάφαλο Μπιλ. Την μάσκα δημιούργησε ο Εντ Κάμπερλι ο οποίος φτιάχνει μάσκες για επαγγελματίες τερματοφύλακες χόκεϊ. «Βασικά είναι το κάτω μέρος μιας μάσκας τερματοφύλακα χόκεϊ. Έβαλα μικρές μπάρες στο στόμα για να δείχνει πιο μοχθηρή. Είναι από φάιμπεργκλας και μετά από πρόταση μου δεν βάφτηκε αλλά έμεινε στο φυσικό καφέ χρώμα της» έχει τονίσει. Διατηρεί τα δικαιώματα του σχεδιασμού και πολύ ακριβή αντίγραφα μέσω της ιστοσελίδας του.

Το σπίτι του δολοφόνου βρίσκεται στην Περιόπολις της Πενσιλβάνια. Χτίστηκε το 1910 και δεν έχει πηγάδι στο υπόγειο. Τον Φεβρουάριο του 2021 πουλήθηκε για 300.000 δολάρια στον Κρίς Ρόουαν, έναν φανατικό με τις ταινίες τρόμου. Όπως ανακοίνωσε θα το μετατρέψει σε ένα μοτέλ-ατραξιόν για τους φίλους της Σιωπής των Αμνών. Ο επισκέπτης θα μπορεί να περιηγηθεί μέσα σε αυτό, να φάει αλλά και να διανυκτερεύσει σε κάποια από τα δωμάτια του. Ο Ρόουαν δήλωσε ότι θα διαμορφώσει το υπόγειο ακριβώς όπως ήταν στην ταινία ανοίγοντας και πηγάδι. «Θέλω να δημιουργήσω μια μοναδική εμπειρία. Εκτός από το πηγάδι οι επισκέπτες θα έχουν την ευκαιρία να δουν και το... εργαστήριο του Μπιλ» τόνισε.

Τριάντα χρόνια μετά

Σε πρόσφατη συζήτηση τους για τα 30 χρόνια της ταινίας η 58χρονη πλέον Φόστερ και ο 83χρονος Χόπκινς συμφώνησαν πως η Σιωπή των Αμνών «ήταν μια περιπέτεια που άλλαξε τη ζωή μας». Δήλωσαν ευχαριστημένοι που ο κόσμος αγάπησε το φιλμ γιατί έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους. Όσο για την καλύτερη σκηνή ο Χόπκινς τόνισε πως θεωρεί ότι είναι αυτή με την Φόστερ στο ασανσέρ μαζί με μια ομάδα ανδρών. «Όταν είδα την Τζόντι με όλους αυτούς τους μεγαλοσώμους άντρες στο ασανσέρ είπα: Αυτό είναι εκπληκτικό. Μια μικροκαμωμένη κοπέλα ανάμεσα σε αυτούς τους μάτσο άντρες και είναι αυτή η ηρωίδα» τόνισε.

Και οι δύο τους ανέφεραν ότι η σχέση που αναπτύσσουν ο Χάνιμπαλ Λέκτερ και η Κλαρίς Στέρλινγκ είναι η ραχοκοκαλιά της ταινίας και κρύβει όλο το νόημα της.

Τριάντα χρόνια μετά η Σιωπή των Αμνών» παραμένει ένα κινηματογραφικό σημείο αναφοράς και όταν η Φόστερ ρώτησε τον Χόπκινς: «Είμαι βέβαιη ότι εξακολουθούν να έρχονται άνθρωποι σε σένα και να λένε: «Θα θέλατε ένα ωραίο Chianti;» της απάντησε γελώντας: «Ω ναι. Το κάνουν. Έχει πλάκα».