Οι 4.000 λίρες που έδωσε ο Λόρδος Βύρων στον Αγώνα και άλλαξαν την ιστορία του


Ο Λόρδος Βύρων έδωσε τα πάντα για την αγαπημένη του Ελλάδα και έφυγε από τη ζωή στον τόπο αυτό στις 19 Απριλίου 1824


«Έδωσα στην Ελλάδα τον χρόνο μου, την υγεία μου, την περιουσία μου και τώρα της δίνω τη ζωή μου. Τι μπορούσα να κάνω περισσότερο;». Αυτά θεωρείται ότι ήταν τα τελευταία λόγια του Λόρδου Βύρωνα, ο οποίος ακόμα και μέσα στο παραλήρημα του πυρετού του βρήκε τις τελευταίες στιγμές διαύγειας, για να αναφερθεί στην Ελλάδα, τη χώρα που είχε τόσο αγαπήσει και τελικά είχε φύγει στο έδαφός της.

Ο Λόρδος Βύρωνας θεωρείται αδιαμφισβήτητα ένας από τους σημαντικότερους Φιλέλληνες καθώς έκανε γνωστό σε όλη την Ευρώπη τον αγώνα των Ελλήνων. Έμεινε στη χώρα μας περίπου οκτώμισι μήνες ωστόσο σε αυτό το διάστημα κατάφερε πάρα πολλά. Όπως ανέφερε και στο νεκροκρέβατό του στις 18 Απριλίου 1824, μια μέρα πριν φύγει από την ζωή, έδωσε τα πάντα στην Ελλάδα τόσο τη ζωή του όσο και την περιουσία του.

Τώρα, σχεδόν 200 χρόνια μετά τον θάνατό του στην πόλη του Μεσολογγίου έρχεται στο φως μια επιταγή 4.000 λιρών που είχε υπογράψει ο Λόρδος Βύρων, ώστε να διαθέσει τα χρήματά του στον αγώνα των Ελλήνων. Το ποσό θα αντιστοιχούσε σε 332.000 σημερινές λίρες και προσέφερε τα μέγιστα στον αγώνα της απελευθέρωσης.

Ο Φιλέλληνας Βύρων

Ο Λόρδος Βύρων ήταν μια διασημότητα της εποχής του. Καταξιωμένος ποιητής, λάτρης της καλής ζωής και των γυναικών  (κατά πολλούς όχι μόνο γυναικών) στις αρχές του 1800 ήταν ένας από τους πιο διάσημους Βρετανούς. Ο ανήσυχος Βύρων πολύ σύντομα εντυπωσιάστηκε από τον αγώνα των Ελλήνων για ελευθερία όταν ξέσπασε η Επανάσταση. Έτσι, το 1823 έγινε μέλος του «Φιλελληνικού Κομιτάτου», ενός συλλόγου από Άγγλους φιλελευθέρους και Φιλέλληνες, που είχαν σκοπό να ενισχύσουν τους Έλληνες επαναστάτες. «Αποφάσισα να πάω στην Ελλάδα. Είναι το μοναδικό μέρος, όπου δοκίμασα πραγματική ευχαρίστηση. Αν είμαι ποιητής το χρωστώ στον αέρα της Ελλάδας» έγραφε σε κάποιον φίλο του.

Στις 3 Αυγούστου 1823 έφθασε στο Αργοστόλι ως αντιπρόσωπος του «Φιλελληνικού Κομιτάτου». Αν και σύντομα απογοητεύτηκε από τις έριδες στις οποίες είχαν εμπλακεί οι Έλληνες μοίρασε στους επαναστάτες τα εφόδια, που του έστειλαν από το Λονδίνο.

Στις 5 Ιανουαρίου 1824 έφθασε στο Μεσολόγγι, όπου οι αγωνιζόμενοι Έλληνες τον υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό. Εκεί συνεργάσθηκε με άλλους ξένους εθελοντές και με δικά του έξοδα οργάνωσε στρατό από 40 Σουλιώτες, υπό τους Δράκο, Τζαβέλλα και Φωτομάρα και φρόντισε για την οχύρωση του Μεσολογγίου. Στις 25 Ιανουαρίου η κυβέρνηση τον αναγνώρισε ως αρχιστράτηγο.

Το Μεσολόγγι βρισκόταν υπό επιδημία μαλάριας και ο ίδιος  - ασθενική φύση έχοντας επιζήσει δύο φορές από ελονοσία – έπεσε στο κρεβάτι με δυνατό πυρετό στις 9 Απριλίου. Η ιστορία λέει ότι παραμιλούσε διαρκώς, αλλά και τότε ακόμα παρακινούσε τους Έλληνες να συμφιλιωθούν, για να μπορέσουν να απελευθερωθούν. Τελικά, τα χαράματα της 19ης Απριλίου 1824, Δευτέρα του Πάσχα, άφησε την τελευταία του πνοή στο Μεσολόγγι, σε ηλικία 37 χρονών. Ο θάνατός του προκάλεσε θλίψη σε όλη την Ελλάδα και ειδικά στο Μεσολόγγι, όπου ο ίδιος είχε προσφέρει τα πάντα. Μάλιστα, στην πόλη αμέσως μετά την ανατολή του ηλίου λέγεται ότι ρίχτηκαν 37 κανονιοβολισμοί , ένας κάθε λεπτό για τα 37 χρόνια του ποιητή.

Η επιταγή των 4.000 λιρών

Η εφημερίδα Observer φέρνει στο φως ένα σπάνιο κειμήλιο 197 χρόνια μετά τον θάνατο του ποιητή. Όπως αναφέρεται στην εφημερίδα, στα Γενικά Αρχεία του ελληνικού κράτους ανακαλύφθηκε η αυθεντική επιταγή των 4.000 λιρών που είχε κόψει ο Λόρδος Βύρων από την προσωπική του περιουσία ώστε να χρηματοδοτήσει τον αγώνα.



Το 1823 και ενώ ο Λόρδος Βύρων βρίσκεται ήδη στην Κεφαλονιά, ο Σπετσιώτης Ιωάννης Ορλάνδος και μέλος της επαναστατικής κυβέρνησης προσέγγισε τον Βρετανό ποιητή ζητώντας του χρήματα για τον αγώνα. Τελικά, ο Λόρδος Βύρων συμφώνησε να δοθεί δάνειο στην Κεφαλονιά  το ποσό των 4.000 λιρών, ένα ποσό που θα αντιστοιχούσε σήμερα σε 332.000 λίρες. Ο Ορλάνδος μετέβη στην Μάλτα και εξαργύρωσε την επιταγή σε μορφή ασημένιων ισπανικών δολαρίων, τα οποία μεταφέρθηκαν τελικά σε μπαούλα στο Μεσολόγγι από τον ποιητή.

Όπως γράφει ο Observer, τα χρήματα προορίζονταν για έκτακτες ανάγκες και κυρίως για τη χρηματοδότηση της διαμόρφωσης εμπορικών πλοίων σε πολεμικά για τη δημιουργία του στόλου που χρησιμοποιήθηκε για την υπεράσπιση του Μεσολογγίου. Οι δύο πλευρές συμφώνησαν ότι οι 4.000 θα αποπληρώνονταν με ένα πολύ μεγαλύτερο δάνειο από το Λονδίνο, το οποίο σύναψε στη συνέχεια η ελληνική επαναστατική κυβέρνηση με τους εκπροσώπους της Ιωάννη Ορλάνδο, Ανδρέα Ζαΐμη και Ανδρέα Λουριώτη (είναι απίθανο να έλαβε ποτέ τα χρήματα ο Βύρωνας πίσω).

«Εξαιτίας της φήμης του, πολύ συχνά πλαστογραφούνταν έγγραφα που υποτίθεται ότι ήταν υπογεγραμμένα από τον Βύρωνα», αναφέρει η δρ. Κριστίν Κένιον Τζόουνς, η οποία μελέτησε πολλά από τα χειρόγραφα του ποιητή κατά τη συν-συγγραφή μιας νέας μελέτης για τα πορτρέτα του Βύρωνα, Dangerous to Show.

«Αλλά σε αυτήν την επιστολή φαίνεται να έχουμε μια πρωτότυπη υπογραφή του Βύρωνα, την οποία φαίνεται να έχει διορθώσει ανυπόμονα. Η γραφή του Λόρδου Βύρωνα όπως και η προσωπικότητά του, ήταν γρήγορη , οπότε υπάρχει μια αντίθεση μεταξύ του προσεκτικού χεριού του υπαλλήλου και της δικής του υπογραφής με το τολμηρό, ανοιχτό «B» και το χαρακτηριστικό του «n».

Είναι απίστευτο πώς είχε περάσει απαρατήρητο αυτό το έγγραφο από τα Αρχεία του Κράτους για τόσα πολλά χρόνια, υπογραμμίζει η Κένιον Τζόουνς.

«Το αίτημα ήρθε από το Νομοθετικό Σώμα της ελληνικής επαναστατικής κυβέρνησης», έγραφε ο Πιέτρο Γκάμπα, ο Ιταλός κόμης που βρισκόταν μαζί με τον Λόρδο Βύρωνα στην Κεφαλονιά και ήταν μάρτυρας της συμφωνίας. «Μια ομάδα 14 πλοίων, εννέα υδραίικων και πέντε σπετσιώτικων, θα ρίχνονταν αμέσως στη θάλασσα», αναφέρει.

Ο Λόρδος Βύρων χρησιμοποίησε τη φήμη του για να κάνει γνωστό παγκοσμίως τον αγώνα των Ελλήνων για ελευθερία, εμπνέοντας μια μεγάλη ετερογενή ομάδα φιλελλήνων που είχαν μεγαλώσει με την κλασική παιδεία της αρχαίας Ελλάδας να μπουν στην μάχη για την ελευθερία της Ελλάδας, τόσο εκτός όσο και εντός των πεδίων των μαχών. Ο ρόλος του ως εκσυγχρονιστής και εμπνευσμένος από τις ιδέες του Διαφωτισμού ήταν καθοριστικής σημασίας στην πορεία του ξεσηκωμού, ο οποίος είχε αρχίσει ήδη να βάλλεται από προσωπικές διαμάχες και από τον εμφύλιο πόλεμο.

«Ο Βύρων βοήθησε την Επανάσταση να εξελιχθεί ώστε τελικά να οδηγηθούμε στην δημιουργία ενός πρωτοποριακού, σύγχρονου κράτους», αναφέρει ο Ρόντερικ Μπίτον, καθηγητής μοντέρνων ελληνικών σπουδών στο King’s College του Λονδίνου.

«Η Ελλάδα δεν ακολούθησε το παράδειγμα άλλων περιοχών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που απέκτησαν νομικά ανεξαρτησία, αλλά απέμειναν να διοικούνται από τοπικούς οπλαρχηγούς», συμπληρώνει ο Μπίτον.

Αλλά και η προθυμία του Βύρωνα να αποχωριστεί ένα τόσο μεγάλο μέρος της προσωπικής του περιουσίας εκτιμάται ότι ήταν κρίσιμη για την πορεία του πολέμου, τόσο που πιθανόν άλλαξε την πορεία των γεγονότων, σύμφωνα με τον Μπίτον.

«Κανένας ιστορικός του πολέμου δεν έδωσε πραγματική σημασία στο γεγονός αυτό, αλλά οι δυνάμεις των Αλβανών που πολιορκούσαν το Μεσολόγγι ξαφνικά εξαφανίστηκαν, μόλις μαθεύτηκε ότι ο Βύρων είχε δανείσει αυτά τα χρήματα και ο στόλος έπλεε από την Ύδρα και τις Σπέτσες», λέει ο Μπίτον.

Δυστυχώς, το δάνειο που συνάφθηκε στη συνέχεια με ιδιώτες επενδυτές από την Αγγλία δεν έκανε αυτό που ο Βύρωνας ονειρευόταν: να χρηματοδοτήσει τον αγώνα της Απελευθέρωσης. Αντίθετα, ενίσχυσε αυτό που ο Βύρωνας είχε προσπαθήσει να σταματήσει: τις διαμάχες μεταξύ των επαναστατημένων Ελλήνων.

Ο Βύρωνας έλεγε ότι αν η Ελλάδα πέσει «θα θάψω τον εαυτό μου στα χαλάσματά της». Ωστόσο, όταν πέθανε τόσο πρόωρα, η σορός του ταριχεύτηκε και οδηγήθηκε πίσω στην Βρετανία. Η μεγαλύτερη ειρωνεία ωστόσο ήταν ότι γι’ αυτήν την διαδικασία χρησιμοποιήθηκαν από ελληνικής πλευράς τα πρώτα χρήματα του δανείου που είχαν ληφθεί από την Αγγλία…