O Εβραίος Εφραίμ Ζούροφ έχει αφιερώσει τη μισή του ζωή στους Ναζί. Και εύχεται να είναι όλοι καλά
Ο ίδιος περιγράφει τον εαυτό του ως ο μόνος Εβραίος που προσεύχεται
για την καλή υγεία των Ναζί. Ο Εφραίμ Ζούροφ είναι ίσως ο τελευταίος κυνηγός
των Ναζί, ο οποίος σε έναν αγώνα εναντίον του χρόνου, προσπαθεί να εντοπίσει τους
τελευταίους εν ζωή Ναζί που έχουν γλιτώσει έως σήμερα την τιμωρία.
Όσοι υπηρετούσαν την ναζιστική μηχανή θανάτου του Χίτλερ που
οδήγησαν στην εξόντωση πάνω από έξι εκατομμυρίων Εβραίων είναι σήμερα πάνω από
90, εφόσον ζουν ακόμα, και είναι όλοι αδύναμοι ή άρρωστοι. Ο Εφραίμ Ζούροφ
γεννήθηκε τρία χρόνια μετά το τέλος του πολέμου. Σήμερα είναι 72 ετών αλλά τα
τελευταία 40 χρόνια έχει αφιερώσει τη ζωή του στο κυνήγι των εναπομείναντων
δολοφόνων που υπηρετούσαν τον Χίτλερ. Ωστόσο, σήμερα λέει ότι είναι πιο
αφοσιωμένος στον στόχο του από ποτέ.
Επάγγελμα: Κυνηγός
Ναζί
Αυτή τη στιγμή, ο Ζούροφ προσπαθεί να εντοπίσει μια γυναίκα
από την Λιθουανία, η οποία σήμερα είναι πιθανόν περίπου 97 ετών και σύμφωνα με τις
πληροφορίες του ζει σε μια χώρα όπου μιλούν αγγλικά. Υπάρχουν μάρτυρες, οι
οποίοι αναφέρουν ότι η γυναίκα αυτή ως έφηβη σκότωνε τα μωρά εβραϊκών οικογενειών
που ήταν γείτονες της. Πριν από τρεις μήνες, ο Ζούροφ είχε λάβει μια πολύ καλή
πληροφορία που πιθανότατα θα τον οδηγούσε στην πόρτα της ωστόσο λόγω της πανδημίας
του κοροναϊού δεν μπόρεσε να κάνει την έρευνά του.
«Μπορεί να πεθάνει από την μια στιγμή στην άλλη. Είναι ο
κίνδυνος του επαγγέλματος», αναφέρει ο Ζούροφ μιλώντας στον Observer από την Ιερουσαλήμ μέσω του Zoom.
Αυτές τις τέσσερις δεκαετίες κατά τις οποίες ο Ζούροφ προσπαθεί
να ανακαλύψει επιζώντες Ναζί έχει εντοπίσει πάνω από 3.000 υπόπτους από 20
διαφορετικές χώρες κι έχει δώσει τα ονόματά τους στις αρχές. Όπως λέει όμως, σε
αρκετές χώρες είναι πολύ αργή η απόδοση της δικαιοσύνης και έτσι σε πολλές περιπτώσεις
τους πρόλαβε ο θάνατος. Έτσι, ενώ τα γραφεία των εισαγγελέων προσπαθούσαν να
συλλέξουν τα στοιχεία, οι ύποπτοι γλίτωναν μέσω του θανάτου τους.
Όταν ο δημοσιογράφος του Observer τον ρωτά ποια θεωρεί ότι είναι η μεγαλύτερη επιτυχία του
αυτός δίνει ένα όνομα: Ντίνκο Σάκιτς (Dinko Šakić).
Ο Σάκιτς σε ηλικία 22 ετών έγινε ο διοικητής του στρατοπέδου συγκέντρωσης του Γιασένοβατς στην Κροατία και ήταν υπεύθυνος για την εξόντωση περισσοτέρων από 2.000 ανθρώπων. Αμέσως μετά την λήξη του πολέμου και την παράδοση των Γερμανών, ο Σάκιτς κατάφερε να διαφύγει στην Αργεντινή – αγαπημένη χώρα των φυγάδων Ναζί- όπου και κατάφερε να μείνει καλά κρυμμένος για περίπου 50 χρόνια πριν τον ανακαλύψει ο Ζούροφ και τον οδηγήσει στη δικαιοσύνη το 1998. Όπως λέει σήμερα, ο ίδιος ήταν εκεί για να δει τον Σάκιτς να γελά καθώς κρίθηκε ένοχος και καταδικάστηκε σε 20 χρόνια φυλακή.
Η δίκη του Άιχμαν
Ακριβώς πριν από 60 χρόνια, στις 11 Απριλίου 1961, ξεκίνησε
στο Ισραήλ η δίκη του Άντολφ Άιχμαν, του επικεφαλής του Γραφείου Εβραϊκών
Υποθέσεων της Γκεστάπο, ο οποίος και θεωρείται ο αρχιτέκτονας του Ολοκαυτώματος.
Ο Άιχμαν κατάφερε να παραμείνει κρυμμένος ως το 1960 στην Αργεντινή. Όταν συνελήφθη
ωστόσο από την ισραηλινή Μοσάντ, οδηγήθηκε σε δίκη, η οποία μεταδόθηκε μέσω της
τηλεόρασης σε όλον τον κόσμο. Στη δίκη μάλιστα κατέθεσαν και δεκάδες επιζώντες
του Ολοκαυτώματος δίνοντας τις σοκαριστικές τους μαρτυρίες.
«Υπό μια έννοια, αυτή η δίκη δεν ήταν μόνο του Άιχμαν αλλά
και ολόκληρου του Ολοκαυτώματος. Για πρώτη φορά, δόθηκε το βήμα στους επιζώντες»,
λέει ο Ζούροφ. Ο ίδιος τότε ήταν 12 ετών και παρακολούθησε όλη τη δίκη από το Μπρούκλιν
της Νέας Υόρκης στις ΗΠΑ, όπου ζούσε τότε με την οικογένειά του. «Το θυμάμαι πολύ καλά. Το παρακολούθησα στην τηλεόραση».
Παρόλο που ο θείος του είχε δολοφονηθεί στην Λιθουανία κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο Ζούροφ αναφέρει ότι ουσιαστικά η δίκη του Άιχμαν ήταν η πρώτη του σοβαρή επαφή με το Ολοκαύτωμα. Λίγο αργότερα, μετακόμισε στο Ισραήλ και σπούδασε ιστορία, ενώ το 1986 έγινε διευθυντής του γραφείου στα Ιεροσόλυμα του μη κερδοσκοπικού Κέντρου Σίμον Βίζενταλ, το οποίο έχει πάρει το όνομά του από τον διάσημο κυνηγό Ναζί που πέθανε το 2005.
«Όταν φτάνεις σε κάποιο αποτέλεσμα, είναι το πιο όμορφο
συναίσθημα στον κόσμο», λέει. Έχει μάλιστα δημιουργήσει μια κλίμακα 6 περιπτώσεων,
ανάλογα με το τι πετυχαίνει κάθε φορά
που εντοπίζει έναν Ναζί. Το νούμερο ένα της κλίμακας είναι η δημόσια αποκάλυψη
και το νούμερο έξι είναι η ποινή φυλάκισης. Όπως λέει ο Ζούροφ «δεν είναι πολλές
οι περιπτώσεις στις οποίες καταφέρνεις το έξι». Ωστόσο, σύμφωνα με τον ίδιο, η
πιο επίπονη περίπτωση συχνά είναι το νούμερο ένα, όταν οι οικογένειες των Ναζί
δεν έχουν καμία ιδέα για το ποιος ήταν ο άνθρωπός τους.
Η δουλειά του χωρίζεται σε τρία βήματα. Αρχικά, εντοπίζει τους
πρώην Ναζί, στη συνέχεια συγκεντρώσει στοιχεία ώστε να στηρίξει μια υπόθεση και
τέλος προσπαθεί να ασκήσει πολιτική πίεση ώστε να δημιουργήσει την θέληση για
να αποδοθεί δικαιοσύνη. Τα τελευταία χρόνια τα social media τον έχουν βοηθήσει πολύ
ώστε να βρίσκει μάρτυρες. Πριν από δέκα χρόνια, ο Ζούροφ μάλιστα επαναπροώθησε
την λεγόμενη «Επιχείρηση Τελευταίας Ευκαιρίας». Στο πλαίσιο αυτής δίνεται
αμοιβή 25.000 δολάρια σε όποιον παρέχει πληροφορίες που θα οδηγήσουν στην
σύλληψη και την καταδίκη πρώην Ναζί και συνεργατών τους. Αυτή τη στιγμή εστιάζει
σε συνεργάτες των Ναζί από τις χώρες της Βαλτικής.
«Η Λιθουανία έχει το υψηλότερο ποσοστό των θυμάτων του
Ολοκαυτώματος. Περίπου 220.000 Εβραίοι ζούσαν στην Λιθουανία και από αυτούς οι
212.000 εξοντώθηκαν. Στην επαρχία, το ποσοστό θανάτου ήταν σχεδόν 98-99%. Πολλές
από τις δολοφονίες έγιναν από ντόπιους, οι γείτονες δολοφονούσαν τους γείτονες.
Οπότε αυτοί που επέζησαν ήξεραν ποιοι ήταν οι δολοφόνοι», τονίζει.
Γιατί δεν θα
σταματήσει ποτέ
Όσον αφορά την πιθανότητα να σταματήσει το κυνηγητό του
δεδομένης της ηλικίας και της αδυναμίας των «θηραμάτων» του απορρίπτεται με
συνοπτικές διαδικασίες για πολλούς λόγους: «Πρώτον, το πέρασμα του χρόνου δεν μειώνει την ενοχή των δολοφόνων. Δεύτερον, η μεγάλη ηλικία δεν θα έπρεπε
να προσφέρει προστασία σε όσους ανθρώπους έχουν διαπράξει φρικτά εγκλήματα. Τρίτον, έχουμε χρέος απέναντι στα
θύματα και τις οικογένειές τους να πληρώσουν αυτοί οι άνθρωποι. Τέταρτον, στέλνει ένα ισχυρό μήνυμα ότι αν διαπράξεις
τέτοια εγκλήματα μπορεί να κριθείς ένοχος ακόμα και πολλά χρόνια μετά. Πέμπτον, οι δίκες και οι μαρτυρίες
τελούν ένα σημαντικό έργο στη μάχη κατά της άρνησης και της διαστρέβλωσης του
Ολοκαυτώματος. Έκτον, αυτοί οι
άνθρωποι δεν ήταν αδύναμοι όταν διέπρατταν αυτά τα εγκλήματα. Είχαν τις δυνάμεις
και τις χρησιμοποίησαν όλες για να σκοτώσουν άντρες, γυναίκες και παιδιά. Και έβδομον, σε όλες τις υποθέσεις με τις οποίες
ασχολήθηκα δεν συνάντησα ποτέ κανέναν Ναζί που να εξέφρασε κάποια συγγνώμη ή
τύψεις».
Ο Ζούροφ παράλληλα υποστηρίζει ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ της
άρνησης του Ολοκαυτώματος και της διαστρέβλωσής του. «Η άρνηση αφορά αυτούς που
λένε ότι δεν συνέβη ποτέ. Η διαστρέβλωση αφορά εκείνους που παραδέχονται ότι το
Ολοκαύτωμα συνέβη, αλλά προσπαθούν να αλλάξουν την ιστορία καθώς δεν θέλουν να
παραδεχτούν τον ρόλο που έπαιξαν οι δικοί τους άνθρωποι στις δολοφονίες μαζί με
τους Γερμανούς και σε μερικές περιπτώσεις παρά τους Γερμανούς». Όπως λέει η
Πολωνία, η Λιθουανία και η Λετονία ανήκουν στην δεύτερη περίπτωση.
Από την αρχή αυτής της χρονιάς έχουν απαγγελθεί κατηγορίες
κατά δύο ατόμων στην Γερμανία. Η μια είναι η 95χρονη Ίρμγκαρντ Φούρχνερ, η
οποία κατηγορείται για συνέργεια στη δολοφονία 11.430 ανθρώπων. Ο άλλος είναι ο
ΝΝ (γνωστός μόνο με τα αρχικά του), ο οποίος είναι 100 ετών και κατηγορείται
για συνέργεια στον φόνο 3.518 ανθρώπων.
«Προκαλεί πραγματικά ντροπή το γεγονός ότι έξι δεκαετίες
μετά τη δίκη του Άιχμαν, οι περισσότεροι θύτες κατάφεραν να γεράσουν ελεύθεροι
χωρίς να διωχθούν ποτέ. Την ίδια στιγμή στα θύματά τους, μεταξύ των οποίων και
ενάμισι εκατομμύριο παιδιά, δεν αποδίδεται δικαιοσύνη. Σήμερα, πρέπει όλοι να γίνουμε
μέρος της κληρονομιάς αυτών των δικών, πρέπει να γνωρίζουμε και να
υπερασπιζόμαστε την αλήθεια του Ολοκαυτώματος», τονίζει από την πλευρά της η
Κάρεν Πόλοκ, διευθύντρια του βρετανικού ιδρύματος, Holocaust Educational Trust.