«Η Έιμι έπινε γιατί δεν άντεχε να είναι σταρ»


Ο στενός φίλος και συγκάτοικος της Έιμι Γουάινχαουζ μίλησε για το τελευταίο διάστημα της ζωής της βρετανίδας τραγουδίστριας. Πώς η πίεση της διασημότητας την οδήγησε στον θάνατο.

Η Έιμι Γουάιχαουζ φλέρταρε για χρόνια με τον θάνατο. Στις 23 Ιουλίου 2011 συναντήθηκαν. «Έφτασε στο σπίτι και για τρεις μέρες έπινε αλλά όχι κάτι τρομερό για τα δικά της στάνταρ. Το βράδυ πριν πεθάνει γελούσε, άκουγε μουσική και έβλεπε τηλεόραση. Στις δέκα το πρωί την είδα να είναι ξαπλωμένη στο κρεβάτι. Προσπάθησα να την ξυπνήσω αλλά δεν σηκωνόταν. Δεν ανησύχησα. Το έκανε συχνά. Στις τρεις το απόγευμα όμως δεν είχε σηκωθεί ακόμα. Πήγα να τη δω και ήταν στην ίδια θέση που την είχα αφήσει.. Διαπίστωσα ότι δεν ανέπνεε και δεν είχε σφυγμό» θα πει ο σωματοφύλακας της, ο τελευταίος άνθρωπος που την είδε ζωντανή. Λίγες μέρες μετά το θάνατο της ο ιατροδικαστής θα αποφανθεί πως δηλητηριάστηκε από τη μεγάλη ποσότητα αλκοόλ που είχε καταναλώσει. Το ταλαιπωρημένο από τις σοβαρές διατροφικές διαταραχές σώμα της δεν άντεξε.

Περίπου δέκα χρόνια μετά τον θάνατο της Γουάινχαουζ ένας από τους ελάχιστους πραγματικούς φίλους που της είχε απομείνει, ο Τάιλερ Τζέιμς μίλησε για το τέλος της αλλά και για το γεγονός ότι ενώ όλοι έβλεπαν προς τα πού όδευε δεν την προστάτεψαν.

«Ανέβαινα τα σκαλιά του σπιτιού της στο Camden Square, στο βόρειο Λονδίνο. Έβαλα το κλειδί στην πόρτα και μπήκα μέσα. Ο Άντριου ένας από τους σωματοφυλακές της μιλούσε στο τηλέφωνο και μου έκανε νόημα να σταματήσω εκεί μου ήμουν. Είχα δύο μέρες να τη δω. Η Έιμι κι εγώ ήμασταν κολλητοί. Όταν γνωριστήκαμε εκείνη ήταν 12 και εγώ 13. Το σπίτι στο Camden Square ήταν το τελευταίο από τα αναρίθμητα που είχε αλλάξει. Με την Έιμι ζούσαμε μαζί από τα 18» λέει αρχικά.

Ο Τζέιμς τονίζει ότι πλέον η Γουάινχαουζ είχε απομείνει ουσιαστικά μόνη της. Είχε χάσει τον έλεγχο με αποτέλεσμα φίλοι και γνωστοί να απομακρυνθούν. «Όπως λέει ο James ήταν ο μόνος που της είχε απομείνει: «Ήμουν ο μόνος φίλος που της είχε απομείνει, το μόνο άτομο που δεν πληρώνονταν για να είναι κοντά της. Όλοι οι άλλοι στη ζωή της την είχαν εγκαταλείψει. Όσο κι αν την αγαπούσαν, δεν μπορούσαν να την διαχειριστούν. Μετά από τόσα χρόνια αποτυχημένων προσπαθειών να σώσω την Έιμι είχε ξεμείνει από ιδέες κι εγώ. Κάθε φορά λοιπόν που κατέρρεε και πάλι πήγαινα στη μητέρα μου στο Έσεξ για δύο, τρεις, τέσσερις ημέρες. Κάποια στιγμή η Έιμι μου τηλεφωνούσε και μου έλεγε: Είσαι καλά αγάπη;

Μια μέρα πριν με πήρε τηλέφωνο την ώρα του μεσημεριανού. Καταλάβαινα ότι είχε πιει 2-3 ποτά. Περπάτησα σε ένα χωράφι και μιλήσαμε. Μου υποσχέθηκε ότι από την επόμενη μέρα θα σταματήσει το ποτό και την πίστεψα.

Με πήρε ξανά γύρω στις έντεκα το βράδυ, ήταν πολύ μεθυσμένη και έλεγε ανοησίες. Με πήρε ο ύπνος στον καναπέ της μητέρας μου. Περίπου στις 02:30 το πρωί με πήρε ξανά και δεν απάντησα. Δεν είχε κανένα νόημα. Δεν θα το θυμόταν καν την επόμενη μέρα. Έπεσα ξανά για ύπνο» θυμάται ο Τζέιμς.

Στη συνέχεια μιλάει για το όταν έφτασε πλέον στο σπίτι της Γουάιχαουζ:  «Δεν ανησυχούσα όταν έφτασα στο Camden Square και είδα τον Άντριου (ο σωματοφύλακας της) στην είσοδο. Δεν ανησυχούσα ούτε όταν το ασθενοφόρο έφτασε λίγο μετά από μένα. Θεώρησα ότι όλα θα είναι όπως όλες τις άλλες φορές: Θα την πηγαίναμε στο αυτοκίνητο, μετά στην κλινική, θα περνούσε μια εβδομάδα χωρίς αλκοόλ και μετά θα ήταν μια χαρά.

Πήγα μάλιστα στην κουζίνα και της έφτιαχνα ένα τσάι. Τότε έφτασε και δεύτερο ασθενοφόρο. Κάτι δεν πήγαινε καλά. Έτρεξα πάνω στις σκάλες. Ο Άντριου ήταν ήδη εκεί και μπλόκαρε την είσοδο στο υπνοδωμάτιο της Έιμι. Προσπάθησα να περάσω όταν εμφανίστηκε από μέσα ένας νοσηλευτής. "Λυπάμαι φίλε, έχει φύγει εδώ και ώρα. Δεν είναι καν ζεστή πλέον", μου είπε.

Τι; Τι; Τι;

Χάθηκα, ζαλίστηκα. Ένιωσα άρρωστος και έπεσα κάτω. Όταν σηκώθηκα κατέβηκα τις σκάλες και έτρεξα έξω και κατέρρευσα μπροστά στην πόρτα. Η Έιμι, το κορίτσι μου, είχε φύγει. Έκλαιγα. Ποτέ δεν περίμενα ότι τα πράγματα θα πήγαινα τόσο στραβά ειδικά τώρα» λέει ο Τζέιμς (αριστερά στη φωτό μαζί με την Γουάιχαουζ).

 


Υποστηρίζει ότι η Γουάινχαουζ έκανε προσπάθειες εκείνο το διάστημα να αντιμετωπίσει τους εθισμούς της. «Ξέρω ότι όλοι σκέφτηκαν ότι ήταν κάτι αναπόφευκτο. Ότι ήταν μια ακόμα αυτοκαταστροφική προβληματική. Η αλήθεια είναι όμως ότι τους τελευταίους μήνες μιλούσε για το μέλλον της και το ότι ήθελε να είναι νηφάλια. Πήγαινε καλύτερα. Περνούσε ένα διάστημα τριών εβδομάδων χωρίς αλκοόλ, έπινε για τέσσερις μέρες και ξανά τρεις εβδομάδες χωρίς. Κάθε μέρα που ήταν νηφάλια επανακτούσε τον εαυτό της. Πήγαινε στο γυμναστήριο και έγραφε μουσική. Δεν είχε πάρει σκληρά ναρκωτικά, παρά τα όσα έλεγαν οι εφημερίδες, για τρία χρόνια. Είχα ζήσει τα πάντα από πρώτο χέρι».

Το τελευταίο διάστημα της ζωής της η Γουάιχαουζ προσπαθούσε να συνειδητοποιήσει τι είχε συμβεί. «Σκεφτόταν τη ζωή της και μου έλεγε ότι δεν μπορεί να πιστέψει όλα όσα έχουν γίνει. Γελούσε και μου έλεγε ότι ήταν μια χαζή. Κάποια πράγματα δεν τα θυμόταν καν. Έβλεπε φωτογραφίες της στο διαδίκτυο και μου έλεγε: Θεέ μου τι είχα πάρει και ήμουν έτσι;» θυμάται ο Τζέιμς

Ενώ είχε καταφέρει να κόψει τα σκληρά ναρκωτικά, δεν μπορούσε να σταματήσει το αλκοόλ. «Το σπίτι στην πλατεία Κάμντεν ήταν η νέα της αρχή. Η Έιμι ήταν ενθουσιασμένη που έγραφε και πάλι τραγούδια. Δεν ήταν βέβαια πάντα τέλεια. Γι' αυτό είχε και τους σωματοφύλακες της, τον Άντριου και τον Νέβιλ. Την προστάτευαν από τον εαυτό της. Την έβλεπες να πέφτει στο αλκοόλ κάθε λίγες εβδομάδες και πάντα αυτό το πυροδοτούσε ένας εξωτερικός παράγοντας. Ο πατέρας της, ο μάνατζερ της. Ήταν η πίεση.

Ο κόσμος έλεγε ότι το κρακ και η ηρωίνη είχαν διαλύσει τη φωνή της. Δεν ήταν έτσι. Η φωνή της ήταν και πάλι εντυπωσιακή, καλύτερη από ποτέ. Τραγουδούσε τζαζ κομμάτια όπως το έκανε παλιά. Ο κόσμος όμως δεν την άκουγε και είχε μείνει στην εικόνα της εθισμένης».

Ο Τζέιμς λέει πως τα προβλήματα είχαν ξεκινήσει από πολύ μικρή ηλικία για την Γουάινχαουζ. «Το διαζύγιο των γονιών της ήταν η μεγαλύτερη συναισθηματική της τρύπα.  Ο πατέρας της είχε απατήσει τη μητέρα της και είχαν χωρίσει. Στα 12 της έπινε και κάπνιζε χόρτο και στα 14 της έπαιρνε αντικαταθλιπτικά. Σε τόσο μικρή ηλικία έμαθε ότι με τη χημεία φτιάχνεις τα προβλήματα στο κεφάλι σου.

Δεν ήθελε ποτέ να γίνει διάσημη. Ήθελε να κάνει οικογένεια και να γίνει τραγουδίστρια της τζαζ. Το μόνο που αποζητούσε ήταν η κανονικότητα. Πάντα μου έλεγε: Η διασημότητα είναι καρκίνος στο τελικό στάδιο, δεν θα το ευχόμουν σε κανέναν».

Ο στενός φίλος της τραγουδίστριας τονίζει πώς όταν έπινε γινόταν ένα διαφορετικό άτομο. «Έπινε και ήταν σε άρνηση. Έπινε μπουκάλια βότκα προσπαθώντας να λιποθυμήσει. Όταν φτάνεις σε τέτοιο επίπεδο αλκοολισμού γίνεσαι κάποιος άλλος. Ήταν σαν να είναι δαιμονισμένη. Αποκαλούσα αυτό το άτομα "Η Άλλη Έιμι" και το μισούσα. Με ξυπνούσε στις τρεις το πρωί. Φώναζε το όνομα μου με τη χαρακτηριστική της φωνή: Τάαααιλα.

Δεν μπορείς να πεις σε έναν εθισμένο τι να κάνει αλλά τελικά και ο ίδιος δεν μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό του. Η Έιμι δεν ήθελε να πάει στην αποτοξίνωση γιατί ουσιαστικά δεν πίστευε ότι είναι αλκοολική. Όσες φορές πήγε στην κλινική τελικά διαμόρφωνε την κατάσταση όπως ήθελε. Θυμάμαι να πηγαίνουμε σε παμπ και να πίνουμε και μετά να επιστρέφει στην κλινική».

Ο Τζέιμς αποκαλύπτει και για την ηχογράφηση που έκανε με τον θρύλο της τζαζ Τόνι Μπένετ: «Ήταν τρομερά νευρική που οι οργανωτές είχαν τρομάξει. Οταν μπήκε στο στούντιο και άρχισε να τραγουδά δεν ήταν καλή. Το ήξερε και άρχισε να χτυπά το κεφάλι της με δύναμη. Έριχνε γροθιές στο κεφάλι της κανονικά και έβριζε τον εαυτό της. Απολογήθηκε στον Μπένετ και τελικά μας είπε ότι πρέπει να πιεί. Μετά από ένα ποτήρι κρασί η φωνή της ήταν και πάλι όμορφη. Όλοι στο στούντιο χαμογελούσαν αλλά εγώ ήμουν λυπημένος. Ήξερα ότι αυτή η ερμηνεία δεν θα γινόταν χωρίς το κρασί. Όταν φύγαμε επέμενε να πάμε στην αγαπημένη της παμπ. Πέρασε όλο το βράδυ δίπλα στο τζουκ-μποξ με ένα ποτό στο χέρι. Μέχρι να γυρίσουμε σπίτι ήταν λιώμα και φώναζε να της δώσω κρασί. Η Άλλη Έιμι είχε επιστρέψει».

Πλέον η Γουάνχαουζ δεν μπορούσε να λειτουργήσει χωρίς αλκοόλ. «Πίστευε απόλυτα ότι δεν θα ήταν καλή αν δεν είχε πιει. Από την άλλη όμως είχε φτάσει σε ένα επίπεδο που δεν έπρεπε να πιει ξανά αν ήθελε να μείνει ζωντανή. Το ήξερε και η ίδια.

Μετά την ηχογράφηση με τον Μπένετ την πιέσαμε να πάει σε μια πραγματική κλινική αποτοξίνωσης. Όλοι της έλεγαν πόσο την αγαπούν. Ο αδελφός της έκλαιγε, ο πατέρας της ήταν δακρυσμένος. Δεν την συγκίνησε καθόλου. Τα έβλεπε όλα σαν φάρσα.

Της είπα ότι οι γιατροί ξεκαθάρισαν ότι θα πεθάνει και δεν μπορεί να συνεχίσει έτσι. Μου είπε να της δώσω το μπουκάλι με τη βότκα. Το πήρα και το πέταξα στον τοίχο. Γυαλιά και βότκα παντού.

Τελικά μας είπε ότι θα πάει στην αποτοξίνωση. Δεν μπορείς όμως να λύσεις τα πάντα σε μια εβδομάδα. Όταν βγήκε φαινόταν σαν να της είχαν ρουφήξει τη ζωή, σαν να μην ένιωθε τίποτα. Ήταν η πρώτη φορά που είχε πάει σε πραγματική κλινική αποτοξίνωσης. Για εβδομάδες έμεινε νηφάλια και υγιής».


Ο Τζέιμς λέει πως το οριστικό χτύπημα ήρθε με την ευρωπαϊκή περιοδεία της. Η Γουάινχαουζ δεν ήθελε αλλά και δεν μπορούσε να κάνει τις 12 συναυλίες.

«Χρειαζόταν τα λεφτά, αυτό της έλεγαν. Σίγουρα όμως δεν ήθελε να το κάνει. Μου έλεγε ότι δεν μπορεί να τραγουδάει τα παλιά της κομμάτια. "Γιατί δεν περιμένουν να γράψω νέο άλμπουμ και να έχω κάτι να πω; Ο κόσμος πρέπει να έχει βαρεθεί το Rehab. Εγώ σίγουρα το έχω βαρεθεί" μου έλεγε.

Ξεκίνησε να πίνει για πέντε μέρες. Οι μάνατζερ μου έλεγαν να την σταματήσω. Την ημέρα της πρώτης συναυλίας ήρθαν και την πήραν από τον καναπέ και την έβαλαν στο αυτοκίνητο. Ήταν σχεδόν αναίσθητη. Την κρατούσαν για να την βάλουν στο αεροπλάνο. Φτάσαμε στο ξενοδοχείο στο Βελιγράδι και δεν ήξερε που βρισκόταν. Ήταν την περισσότερη ώρα ημι-αναίσθητη. Ήταν το αποτέλεσμα των πέντε ημερών αλκοόλ. Οι μάνατζερ ρωτούσαν συνέχεια αν θα είναι καλά για τη συναυλία.

Η στιλίστρια της και μια νέα βοηθός ήρθαν και την έντυσαν. Την είδα να πίνει κρασί και ήξερα ότι δεν έπρεπε να πίνει αλκόολ με τα φάρμακα που έπαιρνε. Την βοήθησαν να ανέβει ακόμα και τα σκαλιά για να ανέβει στη σκηνή. Την έβλεπα και έκλαιγα. Δεν μπορούσε να τραγουδήσει, τρέκλιζε. Έπεσε πάνω στους τραγουδιστές της και το πλήθος άρχισε να τη γιουχάρει. Ένα άρρωστο κορίτσι που το έριξαν στα βαθιά και όλοι την βλέπουν να πνίγεται. Έξι μέρες πριν ήταν απολύτως νορμάλ.

Στη συνέχεια πήγαμε στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν σε σύγχυση. Νόμιζε ότι βρισκόμασταν στην Πολωνία. Με ρώτησε αν ήταν καλή στη συναυλία. Όταν ξύπνησε το επόμενο πρωί το μυαλό της είχε καθαρίσει. "Θέλω να πάω σπίτι. Θέλω να καθαρίσω, θέλω να γίνω καλά. Θέλω να πάρω κιλά, να πάει να γαμ... η περιοδεία" είπε.

Οι συναυλίες ακυρώθηκαν και μέσα σε λίγες μέρες ήταν και πάλι καλά. Μέσα στο επόμενο διάστημα έκανε βήματα ώστε να γίνει και πάλι ανεξάρτητη. Ώστε να μην χρειάζεται να ζει με δύο σωματοφύλακες και να γίνει το άτομο που ήταν πριν.

Ήθελε να γράψει μουσική σαν θεραπεία. Αν την άφηναν να το κάνει πιστεύω σε έναν χρόνο θα έβγαζε νέο άλμπουμ. Ήθελε να φτιάξει μια εταιρία για τραγουδοποιούς αλλά ο μάνατζερ της δεν το βρήκε καλή ιδέα. "Ξοδεύουν λεφτά σε πράγματα που δεν θέλω να κάνω και μου λένε ότι δεν έχω λεφτά να κάνω αυτά που θέλω" μου είπε.

Κάποια στιγμή την είδα πάλι με ένα ποτήρι κρασί στο χέρι. Εξοργίστηκα και έφυγα από το σπίτι για ώρες. Όταν γύρισα ήταν στο υπνοδωμάτιο της και τραγουδούσε. Πήγα της έκλεισα τη μουσική και της είπα: "Είναι καλύτερα να είσαι ζωντανή και να είσαι η Έιμι από το να προσπαθήσεις να είσαι η Έιμι Γουάινχαουζ. Γαμ... την Έιμι Γουαινχαουζ. Γαμ... αυτή την περσόνα. Αν δεν σταματήσεις να πίνεις θα φύγω".

"Τότε άντε και γαμ...." μου είπε.

Έφυγα και νόμισα ότι θα την δω σε λίγες μέρες. Όταν πήγα όμως ξανά στο σπίτι ήταν η τελευταία μέρα στη ζωή της».