Το πογκρόμ του Κάμπελ και η οργάνωση ΕΕΕ


Μια μαύρη σελίδα στην ελληνική ιστορία. Η καταστροφή της εβραϊκής συνοικίας στη Θεσσαλονίκη και η πορεία της φιλοναζιστικής οργάνωσης

 

Το μόνο που θυμίζει πλέον την εβραϊκή συνοικία του Κάμπελ στη Θεσσαλονίκη είναι μια στήλη στη συμβολή των οδών Εθνικής Αντιστάσεως και Αριστείδου. Η εβραϊκή κοινότητα, που κάποτε κυριαρχούσε στην πόλη, έχει ουσιαστικά εξαφανιστεί. Το Ολοκαύτωμα ξεκλήρισε τους κατοίκους εβραϊκής καταγωγής. Περίπου 55.000 άτομα μεταφέρθηκαν με τρένα στο Άουσβιτς και εξοντώθηκαν στους θαλάμους αερίων. Πριν όμως από το ναζιστικό καθεστώς οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης είχαν στοχοποιηθεί από συμπολίτες τους. Το πογκρόμ του Κάμπελ είναι μια από τις πλέον μελανές σελίδες στην ιστορία της χώρας μας. Πίσω από αυτό βρίσκεται η οργάνωση ΕΕΕ της οποίας η πορεία θυμίζει ανατριχιαστικά όσα ζήσαμε πριν από λίγα χρόνια. Μια ομάδα που παρουσιαζόταν ως πατριωτική αλλά ουσιαστικά ήταν ρατσιστική και στη συνέχεια φιλοναζιστική. Οι άνθρωποι που ενορχήστρωσαν την καταστροφή της εβραϊκής συνοικίας έγιναν όργανα των Ναζί και πολεμούσαν τους Έλληνες αντάρτες.

Εθνική Ένωσις Ελλάς, οι... Τριεψιλίτες

Η Εθνική Ένωσης Ελλάς, γνωστή και ως Τρία Έψιλον ή ΕΕΕ. συστήθηκε στη Θεσσαλονίκη μέσα στο γενικότερο κλίμα ανασφάλειας, ξενοφοβίας και αστάθειας της περιόδου του Μεσοπολέμου. Το καταστατικό της εγκρίθηκε στις 20 Ιανουαρίου του 1927 και τον Φεβρουάριο του ίδιου έτους η ομάδα αναγνωρίστηκε επίσημα.

Ιδρυτικά στελέχη της ΕΕΕ υπήρξαν ο Αλέξανδρος Ουσταπασίδης, ο οποίος είχε  αναλάβει προσωρινά την Προεδρία της οργάνωσης, ο Γεώργιος Κοσμίδης, ο Δημήτριος Χαριτόπουλος, ο Χρήστος Νικολαΐδης, ο Μιχαήλ Τσομλεκτσόπουλος, ο Ιορδάνης Κανιόγλου, ο Σταύρος Σταυριανός, ο Διογένης Σισμανόγλου, ο Ιωάννης Παπαδόπουλος, ο Αβραάμ Παπαδόπουλος, ο Γεώργιος Πατερίδης, ο Μιχαήλ Εμμανουϊλίδης, ο Ηλίας Παυλίδης, ο Κλεάνθης Νικολαΐδης και ο Αναστάσιος Πολυχρονιάδης. Μετά από εσωτερικές εκλογές ο πρόσφυγας από την Κωνσταντινούπολη, Γεώργιος Κοσμίδης (εμποροράφτης στο επάγγελμα πολύ χαμηλής μόρφωσης) έγινε ο πρώτος πρόεδρος και Γενικός Γραμματέας ανέλαβε ο Δημήτριος Χαριτόπουλος (τραπεζικός υπάλληλος).

Η ΕΕΕ, σύμφωνα με το καταστατικό ήταν «σωματείο αλληλοβοήθειας, οικονομικής ενίσχυσης κι εύρεσης εργασίας στα μέλη της» ενώ παράλληλα «διευκόλυνε τη διανομή  των προϊόντων των βιομηχανικών κι αγροτικών επιχειρήσεων, στις οποίες εργάζονταν τα μέλη». Κύριος στόχος της οργάνωσης ήταν «η διαφύλαξη των αξιών και των παραδόσεων του Έθνους, η αναζωογόνηση του εθνικού φρονήματος και η προστασία της Πατρίδας και της Οικογένειας».

Στην πραγματικότητα όμως ήταν μία ακραία αντισημιτική, ακροδεξιά και αντικοινοβουλευτική παραστρατιωτική οργάνωση, Τα γραφεία της βρίσκονταν στο Μέγαρον Ερμείον, στην οδό Πανταζίδου 8 στο κέντρο της Θεσσαλονίκης.

Στα εγκαίνια τους, στις 4 Ιανουαρίου του 1931, παραβρέθηκαν πολλοί τοπικοί παράγοντες μεταξύ των οποίων ο Γενικός Διοικητής Μακεδονίας, Στυλιανός Γονατάς και ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Χαρίσιος Βαμβακάς. Πολλοί ήταν οι υψηλά ιστάμενοι που υποστήριζαν την ΕΕΕ και παρείχαν κάλυψη στις ακραίες δραστηριότητες της.

Οι Τριεψιλίτες, όπως αποκαλούνταν, απαρτίζονταν κυρίως από έφεδρους αξιωματικούς και άτομα με εθνικιστικά και αντισλαβικά αισθήματα. Επιπλέον, μέλη αυτής ήταν άτομα νεαρής ηλικίας από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα.

Τα μέλη της οργάνωσης φορούσαν κίτρινα πουκάμισα, μαύρες μπότες, και σιδερένια  κράνη  ενώ κρατούσαν γκλομπ. Για αυτό αποκαλούνταν επίσης Χαλυβδόκρανοι και Φαιοχίτωνες. «Κήρυτταν» την καθαρότητα και ανωτερότητα της ελληνικής φυλής και οργάνωναν δράσεις εναντίον των Εβραίων και των... αντιφρονούντων.

Το πιο σύνηθες ήταν να επιτίθενται με πέτρες σε καφενεία και σημεία συγκέντρωσης.

Η πρώτη δημόσια εμφάνιση της ΕΕΕ πραγματοποιήθηκε στις 4 Απριλίου του 1927 με την επονομαζόμενη «Έκκληση προς τον ελληνικό λαό». Καλούσαν τις Αρχές και τους πολίτες να συνταχθούν στη μάχη κατά του κομμουνισμού και των Εβραίων.

Αρχικά η ΕΕΕ είχε μικρή απήχηση αλλά σταδιακά, εκμεταλλευόμενη τις συνθήκες της εποχής, απέκτησε εκατοντάδες μέλη. Κατά κύριο λόγο χρηματοδοτούνταν από το Δήμο Θεσσαλονίκης, το Υπουργείο Πρόνοιας, τις Τράπεζες Εθνική και Εκδοτική και τον Σύνδεσμο των εν Ελλάδι Ανωνύμων Εταιρειών (τον πρόδρομο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών). Επιπλέον έπαιρνε μεγάλα ποσά από αρκετούς ιδιώτες προσφέροντας τους υποστήριξη σε διάφορα θέματα.

Στις αρχές του 1932, η ΕΕΕ άρχισε να ιδρύει τις λεγόμενες Εθνικές Ενώσεις που είχαν στόχο την πάταξη των απεργιών

Οι εργάτες που ανήκαν στις Ενώσεις της ΕΕΕ, είχαν ως υποχρέωση «την υπακοή και την πειθαρχία προς τους εργοδότες τους, εισπράττοντας την εύνοια και την εμπιστοσύνη αυτών». Παράλληλα, σε συνεργασία με την υπηρεσία ασφάλειας,  συγκρούονταν με απεργούς εργάτες.

Σταδιακά η ΕΕΕ απέκτησε μεγάλη δύναμη και βασιζόμενη στη στήριξη των τοπικών Αρχών και των δυνάμεων ασφαλείας πέταξαν τον μανδύα της πατριωτικής οργάνωσης. Τα μέλη της έγιναν εξαιρετικά βίαια ενώ αναπτύχθηκε παράλληλα έντονη αντισημιτική δράση.

Ο δρόμος προς το πογκρόμ και ο ρόλος του Τύπου

Στα τέλη Αυγούστου του 1930 η οργάνωση βρήκε την αφορμή που έψαχνε για να χτυπήσει την εβραϊκή κοινότητα. Το σωματείο Μακαμπή της Βουλγαρίας έκανε γιορτή στη Σόφια για τα 25 χρόνια από την ίδρυσή της. Στη γιορτή κλήθηκε και η Μακαμπή Θεσσαλονίκης η οποία εκπροσωπήθηκε από τον Ισαάκ Κοέν.

Την ίδια ημέρα στη Σόφια βρισκόταν σε εξέλιξη έκτακτο συνέδριο της ΕΜΕΟ, οργάνωσης Βούλγαρων ανταρτών για την προσάρτηση της Μακεδονίας στη Βουλγαρία. O Κοέν κατηγορήθηκε ότι παρακολούθησε το συνέδριο και τάχθηκε υπέρ της «απελευθέρωσης» της Μακεδονίας από την Ελλάδα.

Παρά την διάψευση από τον γενικό διοικητή Μακεδονίας Στυλιανο Γονατά (:Βεβαιώ ότι η έρευνα απέδειξεν ότι τούτο είναι απολύτως ανακριβές, τόνισε) ο Τύπος της εποχής δημιούργησε εχθρικό κλίμα κατά των Εβραίων.

Η εφημερίδα «Μακεδονία» με αρχισυντάκτη τον Νικόλαο Φαρδή, ο οποίος ήταν θερμός υποστηρικτής της ΕΕΕ, κατηγόρησε τους Εβραίους για προδοσία και συνεργασία με τον εχθρό. Το κλίμα κατά της εβραϊκής κοινότητας έγινε εκρηκτικό ενώ οι Αρχές κώφευσαν στις εκκλήσεις των Εβραίων για μέτρα προστασίας.

Το απόγευμα της 24ης Ιουνίου του 1931, η Εθνική Παμφοιτητική Ένωση, με τη στήριξη του Πρύτανη του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, Περικλή Βιζουκίδη, διένειμε προκηρύξεις κατά των Εβραίων. Η αστυνομία συνέλαβε έναν Εβραίο, που είχε καταγγείλει τους διακινητές των προκηρύξεων.

Στις 25 Ιουνίου του 1931, μια ομάδα οπλισμένων ατόμων επιτέθηκε στα γραφεία της Μακαμπή, που βρίσκονταν στη διασταύρωση Καραϊσκάκη με Πραξιτέλους. Προκλήθηκαν μεγάλες ζημιές και τραυματίστηκαν μέλη του σωματείου που βρίσκονταν μέσα στα γραφεία. Η αστυνομία έφτασε στο σημείο με χαρακτηριστική καθυστέρηση ενώ τα γεγονότα δεν καταδικάστηκαν από τις τοπικές αρχές. Η εφημερίδα «Μακεδονία» θα γράψει: «Η προκλητική στάσις των Εβραίων εξηρέθισε τους Έλληνας πολίτας και αι εθν. οργανώσεις απεφάσισαν να τιμωρήσουν τους κακοποιούς συμπολίτας - Την νύκτα εγένετο επίθεσις κατά των γραφείων των Μακαμπή»

Την επόμενη μέρα (26/6), μετά από κάλεσμα της ΕΕΕ, οι ομάδες των εθνικιστών, συνεδρίασαν και  αποφάσισαν τη διάλυση της Μακαμπή. Σημειώθηκαν επιθέσεις κατά Εβραίων και το Διοικητικό Συμβούλιο της Ισραηλιτικής Κοινότητας της Θεσσαλονίκης, με επικεφαλής τον Αρχιραβίνο, ζήτησε από τον Στυλιανό Γονατά, να απονεμηθεί δικαιοσύνη για τα γεγονότα που προηγήθηκαν και να ληφθούν μέτρα για την προστασία τους. Η «Μακεδονία» κατήγγειλε ξανά τους Εβραίους ως συκοφάντες του τόπου γιατί διαμαρτύρονται, εντός κι εκτός της χώρας, για ασήμαντα επεισόδια.

Οι επιθέσεις

Το μεσημέρι της 29ης Ιουνίου του 1931 ομάδα εθνικιστών εισέβαλε στην εβραϊκή συνοικία «έξι» στο Χαριλάου. Έκαναν καταστροφές αλλά απωθήθηκαν από ομάδα Εβραίων. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας η αστυνομία σταμάτησε έναν όχλο διακοσίων ατόμων που κατευθυνόταν στον εβραϊκό συνοικισμό της Τούμπας με σκοπό να τον πυρπολήσουν. Λίγο αργότερα συνενώθηκαν με άλλες ομάδες και δημιουργήθηκε ένα πλήθος περίπου 2.000 ατόμων στην πλειονότητα τους οπλισμένοι. Υπό την καθοδήγηση της ΕΕΕ στράφηκαν εναντίον του εβραϊκού συνοικισμού Κάμπελ. Είναι η περιοχή που βρίσκεται στη σημερινή περιοχή του Βότση στην Καλαμαριά. Αγοράστηκε από τον κτηματία Κάμπελ που το πούλησε στην ισραηλιτική κοινότητα Θεσσαλονίκης, για να στεγαστούν εκεί άποροι πυροπαθείς Εβραίοι της πυρκαγιάς του 1917. Στη συνέχεια έμεναν εκεί οικογένειες Εβραίων που μετακινήθηκαν μετά τη διάνοιξη της σημερινής οδού Σβώλου στο κέντρο. Την εποχή της επίθεσης στον συνοικισμό διέμεναν περίπου διακόσιες είκοσι οικογένειες.

Πολλά άτομα από την ομάδα των εθνικιστών είχαν μαζί τους δοχεία με βενζίνη και άρχισαν να πυρπολούν μαγαζιά και σπίτια. Μεταξύ άλλων έκαψαν το σχολείο, το φαρμακείο, τη συναγωγή του συνοικισμού και το σπίτι του ραβίνου.

Παράλληλα οι εθνικιστές έστησαν οδοφράγματα για να εμποδίσουν τη διέλευση των πυροσβεστικών αντλιών. Δεκάδες άτομα ξυλοκοπήθηκαν και το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού του συνοικισμού έφυγε από τα σπίτια του αναζητώντας ασφάλεια σε κάποια άλλη γειτονιά. Με σφαίρα στο στήθος μεταφέρθηκε ο Λεωνίδας Παππάς, χριστιανός φούρναρης του συνοικισμού, και εξέπνευσε λίγες ώρες αργότερα.

Επιθέσεις έγιναν ίδιο βράδυ και στον εβραϊκό συνοικισμό 151. Μετά τις επιθέσεις ο συνοικισμός Κάμπελ είχε ουσιαστικά καταστραφεί και εκατοντάδες οικογένειες είχαν χάσει τα σπίτια και τις περιουσίες τους.

Μετά το πογκρόμ

Το Προεδρείο της Μακαμπή κατήγγειλε μέλη της ΕΕΕ και άλλων εθνικιστικών οργανώσεων. Κυρίως ο αθηναϊκός Τύπος κατηγόρησε τον Γονατά και το διευθυντή της αστυνομίας Γ. Καλοχριστιανάκη για απραγία, ενώ παράλληλα κατήγγειλαν τον Τύπο, τον κλήρο και τους πολιτευτές της Θεσσαλονίκης για τη στάση που κράτησαν απέναντι στα γεγονότα. Στις 30 Ιουνίου του 1931, πραγματοποιήθηκε διαδήλωση εναντίον της ΕΕΕ και της κυβέρνησης ενώ υπήρξαν αναφορές ότι η ΕΕΕ είχε από πριν σχεδιάσει τον εμπρησμό, με την ανοχή των Αρχών

Η κυβέρνηση απομάκρυνε τον Γονατά από τη θέση του και ως απάντηση το φιλικό προς την ΕΕΕ Δημοτικό Συμβούλιο της Θεσσαλονίκης μετονόμασε τον συνοικισμό Κάμπελ σε συνοικισμό «Στυλιανού Γονατά».

Οι έρευνες που διεξήχθησαν σχετικά με τον εμπρησμό της συνοικίας Κάμπελ, οδήγησαν στη σύλληψη 26 ατόμων και παραπέμφθηκαν σε δίκη 128 άτομα εκ των οποίων οι περισσότεροι ήταν Πόντιοι πρόσφυγες από την Καλαμαριά και την Τούμπα.

Ακολούθησε μήνυση από την ισραηλιτική κοινότητα, κατά των Κοσμίδη, Χαριτόπουλου και Φαρδή ως ηθικούς αυτουργούς των επεισοδίων. Ο Φαρδής και οι ηγέτες της ΕΕΕ ισχυρίστηκαν ότι δεν είχαν καμία ανάμιξη με τα γεγονότα και αφέθηκαν ελεύθεροι  στις 21 Αυγούστου του 1931. Έξω από το αστυνομικό τμήμα που κρατούνταν τους περίμενε πλήθος κόσμου και τους αποθέωσε.

Αργότερα, ο Φαρδής μηνύθηκε από τη Μακαμπή για συκοφαντική δυσφήμηση αλλά δίκη δεν έγινε ποτέ. Μάλιστα ο Φαρδής, και οι συνήγοροι της ΕΕΕ κατέθεσαν μήνυση εναντίον της Μακαμπή για εσχάτη προδοσία.

Τα γεγονότα στο Κάμπελ και η καταστροφή του μεγαλύτερου μέρους του συνοικισμού ουσιαστικά ισχυροποίησαν την ΕΕΕ που ως τα τέλη του 1931 είχε πάνω από 5.000 μέλη και τεράστια έσοδα. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πολιτική ζωή της περιοχής και χρησιμοποιήθηκε για να εξυπηρετήσει διάφορα συμφέροντα. Κατά διαστήματα οι Τριεψιλίτες έκαναν επιθέσεις και κατέστρεφαν περιουσίες.

Έπρεπε να φτάσουμε τον Απρίλιο του 1932 για να ξεκινήσει η δίκη των υπευθύνων για τον εμπρησμό της συνοικίας Κάμπελ, συμπεριλαμβανομένων των Κοσμίδη, Χαριτόπουλο και Φαρδή. Η δίκη έγινε στο δικαστικό μέγαρο της Βέροιας και κατά τη διάρκεια της έγινε εμφανής η στενή συνεργασία της ΕΕΕ με την εφημερίδα «Μακεδονία».

Όμως οι ένορκοι έκριναν αθώους τόσο τους ηγέτες της ΕΕΕ όσο και τον αρχισυντάκτη της εφημερίδας. Όλοι τους απαλλάχθηκαν από τις κατηγορίες, λόγω έλλειψης στοιχείων και στις 17 Απριλίου του 1932 αφέθηκαν ελεύθεροι. Πλήθος περίμενε τους αθωωθέντες στον σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης.

Η ΕΕΕ ως κόμμα

Μετά τη δίκη η ΕΕΕ επεκτάθηκε φτάνοντας τελικά τα 32 παραρτήματα και πάνω από 7.000 μέλη, Στην Αθήνα δημιουργήθηκε παράρτημα της ΕΕΕ, στην οδό Κέκροπος με Πρόεδρο τον Ι. Λαζαρή και Γενικό Γραμματέα τον Δ. Πολυμέρη, όπως και παράρτημα γυναικών, με Πρόεδρο την Ευθυμία Αγγελομάτη. Επιπλέον, παραρτήματα της ΕΕΕ ιδρύθηκαν και σε διάφορες συνοικίες της Αθήνας, όπως στη Νέα Ιωνία με Πρόεδρο τον Ν. Συμεωνίδη, τη Νεάπολη υπό τον Μ. Σκευοφύλακα, τα Πετράλωνα υπό τον Δ. Γιαννακόπουλο, και το Βύρωνα υπό τον Α. Αραδούλη. Η οργάνωση έφτασε να έχει παραρτήματα ακόμα και στο εξωτερικό (Αίγυπτο, Ελβετία και ΗΠΑ). Η ΕΕΕ μετατράπηκε σε αυτό που σήμερα θα ονομάζαμε εγκληματική οργάνωση με επιθέσεις σε εργάτες και αντιφρονούντες. Οργάνωνε εξορμήσεις και επιθέσεις καρά διαδηλώσεων και απεργιακών συγκεντρώσεων.

Το 1933 κυκλοφόρησε για πρώτη φορά και για πολύ περιορισμένο διάστημα –λίγους μήνες– η, πρωινή εφημερίδα της ΕΕΕ με την ονομασία «Δράσις». Διευθυντής της εφημερίδας ήταν ο Αρίστος Χασηρτζόγλου. Η εφημερίδα δημοσίευε κατά καιρούς κομμάτια από τα λεγόμενα «Πρωτόκολλα της Σιών» αλλά και αποσπάσματα από το , «Ο Αγών μου» του Αδάλφου Χίτλερ. Τα μέλη της ΕΕΕ διένειμαν την εφημερίδα της οργάνωσης δωρεάν σε μέρη όπου σύχναζαν νεαρά άτομα, όπως καφενεία και στέκια, ενώ αν κάποιος δε δεχόταν να λάβει το έντυπο, τότε ακολουθούσε συμπλοκή.

Το πρώτο ρήγμα την Ένωση ήρθε μετά την απόφαση για μετατροπή της σε πολιτικό κόμμα. Συγκεκριμένα τον Νοέμβριο του 1933 δημιουργήθηκε το «Εθνικοσοσιαλιστικόν Κόμμα – Εθνική Ένωσις Ελλάς». Ηγέτης του κόμματος της ΕΕΕ ήταν ο Γ. Κοσμίδης. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα ο Δ. Χαριτόπουλος αποχώρησε και επανίδρυσε την ΕΕΕ.

Στις 24 Ιουνίου του 1933, πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνάντηση, υπό το κόμμα της ΕΕΕ, για τη δημιουργία χιτλερικού παραρτήματος στη Θεσσαλονίκη. Η ομάδα του Χαριτόπουλου επέλεξε αυτόνομη πορεία.

Το «Εθνικοσοσιαλιστικόν Κόμμα – Εθνική Ένωσις Ελλάς» συμμετείχε στις δημοτικές εκλογές της Θεσσαλονίκης, που πραγματοποιήθηκαν στις 11 Φεβρουαρίου του 1934 αποσπώντας μόλις 798 ψήφους με ποσοστό 2,4% συνολικά.

Στα Ιωάννινα ο υποψήφιος του κόμματος της ΕΕΕ, Σ. Μαρτίνης, απέσπασε 913 ψήφους κι εξελέγη δημοτικός σύμβουλος. Στον Πειραιά, συγκεκριμένα στην Κοκκινιά, εξελέγησαν δύο μέλη του κόμματος της ΕΕΕ, ο Αξαρλής και ο Χρυσοχέρης. Η ΕΕΕ είχε επαφές με τη ρουμανική οργάνωση «Σιδηρά Φρουρά» του Κορνηλίου Κοντρεάνου καθώς όπως τόνιζαν σε ανακοίνωσή τους ένωνε ο αγώνας τους εναντίον των Εβραίων και των κομμουνιστών.280

Στις γενικές εκλογές της 26ης Ιανουαρίου του 1936, η Εθνική Ένωσις Ελλάς, με αρχηγό κόμματος τον Κλ. Παπανικολάου, απέσπασε συνολικά μόλις το 0,04% με 505 ψήφους, από τις οποίες οι 295 προέρχονταν από τη Θεσσαλονίκη. Η οργάνωση πέρασε στην αφάνεια και τα περισσότερα μέλη της απορροφήθηκαν από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου.

Συνεργάτες των Ναζί

Με την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα, τα πρώην μέλη της ΕΕΕ ανασυγκροτήθηκαν και μετέτρεψαν ξανά τα γραφεία της ΕΟΝ στη Θεσσαλονίκη σε γραφεία της ΕΕΕ, ώστε να συνεργαστούν με τις κατοχικές Αρχές. Η ΕΕΕ ανασυστάθηκε υπό την προστασία και τη χρηματοδότηση των SS, ενώ επιπλέον και στα μέσα του 1944, ο αρχηγός της SIPo/SD, Walter Blume, ενίσχυε οικονομικά την οργάνωση.

Ως αρχηγός της νεοσύστατης ΕΕΕ εμφανίστηκε ο Γεώργιος Πούλος (γνωστός κι ως Πούλιος), συνταγματάρχης μηχανικού, ο οποίος υπήρξε δωσίλογος των Γερμανών με αξίωμα εντός της υπηρεσίας αντικατασκοπείας Sonderkommando 2000.Ο Πούλος παρουσίασε την ΕΕΕ ως παράρτημα του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος της Γερμανίας στην Ελλάδα. Λόγω αυθαίρετων πρωτοβουλιών όμως η οργάνωση έπεσε σε δυσμένεια και οι κατοχικές δυνάμεις ζήτησαν τη διάλυση της. Συνέχισε πάντως να δραστηριοποιείται παράνομα και να εντάσσει νέα μέλη με αυθαίρετες υποσχέσεις, κάτι που οι γερμανικές υπηρεσίες το αντελήφθησαν τον Σεπτέμβριο του 1941 κι απαίτησαν την οριστική διάλυσή της. Στις 6 Οκτωβρίου του 1941, το Πρωτοδικείο της Θεσσαλονίκης αποφάσισε την διάλυση της ΕΕΕ. Παρ' όλα αυτά η οργάνωση συνέχισε να δραστηριοποιείται παράνομα.

Ο Πούλος εντάχθηκε στο 2ο Σύνταγμα Bradenburg και έδρασε κυρίως στις περιοχές της Πτολεμαΐδας και τον Γιαννιτσών. Το Σεπτέμβριο του 1943, δημιούργησε το Τάγμα Πούλου, γνωστό και ως «Poulos Verband» και πολέμησε τους Έλληνες αντάρτες. Εξοπλισμό και χρηματοδότηση εξασφάλισε από τις ναζιστικές δυνάμεις.

Το καλοκαίρι του 1941, ανασυγκροτήθηκε η ΕΕΕ στην Αθήνα, με επικεφαλής τον δικηγόρο Κωνσταντίνο Γούλα από τη Θεσσαλονίκη, και με την υποστήριξη των «SS»,  έδρασε εναντίον του ΕΑΜ.

Η ΕΕΕ Αθηνών είναι υπεύθυνη για πολλές συλλήψεις και εκτελέσεις. Στέλεχος της ΕΕΕ μεταξύ άλλων ήταν ο Γ. Αρβανιτάκης, παλαιός κομμουνιστής κι έπειτα συνδικαλιστής στο Καθεστώς της 4ης Αυγούστου, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τη στρατολόγηση νέων μελών στην οργάνωση, Μαζί με τον Γούλα ανακοίνωσαν τη δημιουργία ομάδων αναχαίτισης των ανταρτών. Συγκροτήθηκαν τμήματα σε πολλά μέρη της Ελλάδας και πολέμησαν λυσσαλέα τους αντιστασιακούς.

Στη Θεσσαλονίκη η ΕΕΕ παρέδωσε στους Γερμανούς λίστες με ονόματα Εβραίων και μετά τη σύλληψη και μεταφορά τους στα στρατόπεδα του θανάτου καταχράστηκαν τις περιουσίες του. Την Προεδρία της ΕΕΕ στη Θεσσαλονίκη ανέλαβε τον Απρίλιο του 1944, ανέλαβε ο Βασίλειος Έξαρχος, καθηγητής της Θεολογικής Σχολής και συνεργάτης των Γερμανών.

Με την αποχώρηση των Γερμανών, το Φθινόπωρο του 1944 πολλά μέλη της ΕΕΕ τους ακολούθησαν. Έφυγαν με αμαξοστοιχία από την Αθήνα. Ανάμεσα τους ήταν ο αρχηγός της οργάνωσης στην Αθήνα, Κωνσταντίνος Γούλας, ο Ι. Κοσμίδης με την οικογένειά του και η οικογένεια του Πούλου. Το 1944, η ΕΕΕ έπαψε να υπάρχει οριστικά. Κάποια μέλη της εκτελέστηκαν ως αντίποινα, κάποια άλλα «ξεπλύθηκαν» από το εμφυλιακό κλίμα που επικράτησε στη χώρα μας και μάλιστα κατέλαβαν σημαντικές θέσεις καθώς παρουσιάστηκαν σαν πατριώτες...