Η ιστορία φρίκης του κανιβάλου του Ρουρ, Γιόαχιμ Κρολ. Ομολόγησε 14 δολοφονίες. Έμεινε για 20 χρόνια ασύλληπτος ενώ άλλοι… πλήρωσαν για τα εγκλήματα του
Η αστυνομία ερευνούσε τη γειτονιά Λάαρ στο Ντουίσμπουργκ μετά την εξαφάνιση της 4χρονης Μάριον Κέτερ, όταν ένας κάτοικος τους πλησίασε και ανέφερε ένα πολύ περίεργο περιστατικό. Στην πολυκατοικία του είχε βουλώσει η κοινόχρηστη τουαλέτα και όταν ρώτησε έναν γείτονα αν έχει ιδέα τι μπορεί να τη βούλωσε του απάντησε «εντόσθια». Οι αρχές πήγαν στο διαμέρισμα και χτύπησαν την πόρτα. Ο άντρας που τους άνοιξε την πόρτα ήταν ο 43χρονος Γιόαχιμ Κρολ. Μπήκαν στο σπίτι και πάνω στην κουζίνα είδαν να σιγοβράζει μια μικρή κατσαρόλα. Μέσα είχε λαχανικά και ένα ανθρώπινο χέρι. Ήταν 3 Ιουλίου 1976 και η φρικτή δράση του κανιβάλου του Ρουρ είχε μόλις σταματήσει.
Αδύναμος και
προβληματικός
Ο Κρολ γεννήθηκε το 1933 στην Άνω
Σιλεσία και ο πατέρας του εργαζόταν σε ορυχείο. Ήταν ο μικρότερος από οκτώ αδέλφια
και στην οικογένεια των θεωρούσαν αδύναμο και προβληματικό. Έβρεχε το κρεβάτι του
και του άρεσε να ασκεί βία σε ζώα. Κατά τον Β’ Παγκόσμιο ο πατέρας του πολέμησε
με τους Ναζί, συνελήφθη από τον Κόκκινο Στρατό και εξαφανίστηκε.
Αδυνατώντας να ανταπεξέλθει στο σχολείο
το παράτησε το 1948 και ξεκίνησε να δουλεύει σε φάρμες. Σύμφωνα με τον ίδιο εκεί διαπίστωσε για πρώτη
φορά πως ο θάνατος του προκαλεί σεξουαλική έξαψη. «Όταν ήταν να σφάξουν ένα
γουρούνι ένιωσα μια σεξουαλική ορμή» θα υποστηρίξει.
Ως έφηβος ο Κρολ είχε σχέση με μια κοπέλα.
Όπως θα πει ο ίδιος ένιωθε άβολα και ανεπαρκής ενώ οι σεξουαλικές τους επαφές
ήταν «αποτυχημένες». «Ήμουν οργισμένος και αποφάσισα ότι δεν πρέπει να έχω
σεξουαλικές σχέσεις με κάποιον που μπορεί να παραπονεθεί για τις επιδόσεις μου»
θα τονίσει.
Τα εγκλήματα
Στις αρχές του 1955 η μητέρα του
πέθανε και μόλις τρεις εβδομάδες μετά ο Κρολ έκανε τον πρώτο του φόνο. Συγκεκριμένα
στις 8 Φεβρουαρίου 1955 ταξίδεψε στο χωριό Βαλστέντε. Απήγαγε τη 10χρονη Ίρμγκαρντ
Στελ και την πήγε σε έναν αχυρώνα. Εκεί την στραγγάλισε και στη συνέχεια βίασε
το νεκρό κορμί της. Ούτε όμως αυτό ικανοποίησε την παράνοια του. Με ένα μαχαίρι
άνοιξε την κοιλιά της και έβγαλε τα εντόσθια της. Σε αυτή την κατάσταση βρέθηκε το πτώμα από τις αρχές.
Ο Κρολ θα υποστηρίξει αργότερα πως μετά τον
πρώτο φόνο έμεινε ανενεργός για περίπου τέσσερα χρόνια όμως ήταν ψέμα. Το 1956
στραγγάλισε και βίασε την 12χρονη Έρικα. Μέσα στο 1959 σκότωσε (τουλάχιστον) δύο
φορές. Την 24χρονη Κλάρα Φρίντα Τέσμερ στις 16 Ιουνίου και την 16χρονη Μανουέλα
Κνοντ στις 26 Ιουλίου.
Στις 23 Απριλίου 1962 στραγγάλισε και
βίασε την 13χρονη Πέτρα Γκάιζε και στις 4 Ιουνίου της ίδιας χρονιάς τη 12χρονη
Μόνικα Τάφελ. Στις 3 Σεπτεμβρίου 1962 απήγαγε και δολοφόνησε την 12χρονη
Μπάραμπαρα Μπρούνερ της οποίας το πτώμα δεν βρέθηκε ποτέ.
Το 1965 σκότωσε το μοναδικό άντρα.
Ψάχνοντας για θύμα είδα ένα ζευγάρι να κάνει έρωτα μέσα στο αυτοκίνητο τους.
Αποφάσισε να δολοφονήσει τον άντρα και στη συνέχεια να ασχοληθεί με την κοπέλα.
Προσποιήθηκε ότι χρειάζεται βοήθεια. Ο Χέρμαν Σμιτς βγήκε από το αυτοκίνητο και
τον πλησίασε. Ο Κρολ τον μαχαίρωσε επανειλημμένα. Στο αυτοκίνητο είχε μείνει η
Μάριον Βέεν η οποία είδε την επίθεση και πρόλαβε να περάσει στη θέση του οδηγού.
Προσπάθησε να χτυπήσει με το αυτοκίνητο τον Κρολ αλλά δεν τα κατάφερε.
Τουλάχιστον διέφυγε. Παρότι έδωσε ακριβή περιγραφή ο Κρολ δεν εντοπίστηκε.
Το 1966 σκότωσε δύο φορές. Στις 13 Σεπτεμβρίου την 20χρονη Ούρτσουλα Ρόλινγκ και στις 22 Δεκεμβρίου την μόλις 5 ετών Ιλόνα Χάρκε. Ακολούθησε η δολοφονία της 61χρονης Μαρία Χέτγκεν στις 12 Ιουλίου του 1969 και της 13χρονης Τζούτα Ραν στις 21 Μαΐου 1970. Το 1976 ήταν η τελευταία χρονιά δράσης του. Στις 8 Μαΐου δολοφόνησε τη 10χρονη Καρίν Τέπφερ και στις 3 Ιουλίου απήγαγε και δολοφόνησε την Μάριον Κέτερ. Την πήγε στο σπίτι του όπου τη στραγγάλισε και στη συνέχεια τη διαμέλισε. Το χέρι στην κατσαρόλα ήταν δικό της.
Η μέθοδος και ο
κανιβαλισμός
Ο Κρολ ακολουθούσε μια συγκεκριμένη
μεθοδολογία στους φόνους του. Επιτιθόταν στα θύματα του σε ερημικές τοποθεσίες
και τα στραγγάλιζε. Στη συνέχεια τα βίαζε και στο τέλος αυνανιζόταν πάνω τους.
Τα περισσότερα από τα πτώματα βρέθηκαν είτε με ανοιγμένη την κοιλία είτε
διαμελισμένα. Από κάποια από τα θύματα του έκοψε κομμάτια, κυρίως από τους γλουτούς, και τα πήρε μαζί του. Ο ίδιος αποκάλυψε ότι τα έφαγε. Όταν τον ρώτησαν γιατί το
έκανε αυτό απάντησε: «Για να κάνω οικονομία. Το κρέας ήταν πολύ ακριβό». Μετά
από κάθε έγκλημα συνήθιζε επίσης να πηγαίνει στο σπίτι του και να κάνει σεξ με μια
κούκλα που είχε αγοράσει γι’ αυτό τον λόγο. Κατάφερε να μείνει ασύλληπτος για
20 χρόνια γιατί έκανε τους φόνους σε διαφορετικές περιοχές και εκείνο το
διάστημα δρούσαν παράλληλα κι άλλοι δολοφόνοι. Τα ίχνη τους λοιπόν μπλέκονταν
και οι αρχές δεν είχαν καταφέρει να συνδυάσουν τα εγκλήματα του Κρολ με έναν
θύτη.
Τα… έμμεσα θύματα του
Παράλληλα με τη φρίκη των δολοφονιών
στην υπόθεση του Κρολ εξελίχθηκε και μια άλλη τραγωδία. Πολλά ήταν τα άτομα που
κατηγορήθηκαν από τις αρχές για τα εγκλήματα και κάποια από αυτά δεν άντεξαν το
στίγμα. Για τη δολοφονία της Κλάρα Φρίντα Τέζμερ, συνελήφθη ο Γκίντερ Κ. μετά
από μαρτυρία ότι την είχαν δει μαζί του λίγο πριν πεθάνει. Έμεινε στη φυλακή για
περίπου 10 μήνες πριν αποδειχθεί η αθωότητα του.
Τον φόνο της Μανουέλα Κνοντ ομολόγησε ο
24χρονος Χορστ Ότο. Αργότερα όμως απέσυρε την ομολογία. Τελικά έμεινε στη φυλακή για πέντε χρόνια. Για τη δολοφονία της Πέτρα Γκάιζε συνελήφθη ο Βίντσετς
Κούεν, ο οποίος είχε καταδικαστεί στο παρελθόν για σεξουαλικά εγκλήματα κατά
ανηλίκων. Κρίθηκε ένοχος για τη δολοφονία και του επιβλήθηκε 12ετής κάθειρξή
και ψυχιατρική θεραπεία. Ελευθερώθηκε μετά από έξι χρόνια.
Στην υπόθεση της Μόνικα Τάφελ
συνελήφθη ο 34χρονος Βάλντερ Κουίκερ. Τελική η αστυνομία τον άφησε ελεύθερο όμως
η τοπική κοινωνία συνέχισε να τον αντιμετωπίσει ως ένοχο. Δεχόταν επιθέσεις και τον έδιωχναν από τα μαγαζιά. Στις 5 Οκτωβρίου 1962 κρεμάστηκε από ένα
δέντρο και έβαλε τέλος στη ζωή του.
Κάτι παρόμοιο συνέβη και στην υπόθεση της
Ούρσουλα Ρόλινγκ. Η αστυνομία συνέλαβε τον σύντροφο της, Άντολφ Σίκελ αλλά δεν
βρέθηκαν στοιχεία και αφέθηκε ελεύθερος. Δεν άντεξε όμως την πίεση από την κοινωνία
που τον αντιμετώπιζε σαν ένοχο. Πνίγηκε πέφτοντας στον ποταμό Μάιν στις 4
Ιανουαρίου 1967. Για τη δολοφονία της Τζούτα Ραν συνελήφθη ο γείτονας της Πέτερ
Σάι. Έμεινε 15 μήνες στη φυλακή πριν αφεθεί ελεύθερος λόγω έλλειψης στοιχείων.
Σύλληψη, δίκη και το τέλος
Αφού η αστυνομία μπήκε στο σπίτι του
και βρήκε το χέρι της Μάριον Κέτερ να βράζει συνέλαβε τον Κρολ και ερεύνησε τους
χώρους. Εντόπισαν το διαμελισμένο σώμα του κοριτσιού. Τα εντόσθια του έλειπαν,
ο Κρολ τα είχε ρίξει στην τουαλέτα και έτσι είχαν βουλώσει οι σωληνώσεις.
Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης ομολόγησε
συνολικά 14 φόνους ενώ όπως αποδείχθηκε είχε κάνει τουλάχιστον δύο ακόμα
απόπειρες. Όπως είπε ένιωθε μια έντονη σεξουαλική ένταση κάθε φορά που σκότωνε
και τον εξίταρε το γεγονός ότι είχε τον απόλυτο έλεγχο πάνω στα σώματα των
θυμάτων του. Με έκπληξη η αστυνομία διαπίστωσε ότι ο δολοφόνος που έψαχναν ήταν
χαμηλής νοητικής ικανότητας (το IQ
του μετρήθηκε στο 78). Δεν συνελήφθη
νωρίτερα κυρίως από τύχη και όχι λόγω του καλού του σχεδιασμού. Τον γλίτωσε το
γεγονός ότι του άρεσε να ταξιδεύει και έτσι δεν έκανε τα εγκλήματα του σε μια
συγκεκριμένη περιοχή.
Χαρακτηριστικό της διανοητικής κατάστασης
του Κρολ είναι πως, μετά τη σύλληψη, πίστευε ότι θα του κάνουν μια επέμβαση η
οποία θα τον γιατρέψει από τις δολοφονικές του τάσεις και θα τον αφήσουν ελεύθερο.
Τελικά τον Απρίλιο του 1982, μετά από μια δίκη 151 ημερών, καταδικάστηκε σε
ισόβια κάθειρξη για οκτώ δολοφονίες και μια απόπειρα (δεν βρέθηκαν επαρκή
στοιχεία για τις υπόλοιπες έξι που ομολόγησε).
Για επιστημονικούς λόγους ο Κρολ
κλήθηκε να αναπαραστήσει λεπτομερώς κάθε έγκλημα του. Από αυτή την έρευνα
προέκυψε μια σειρά φωτογραφιών που παγώνουν ο αίμα. Ο Κρολ έδειξε με
ανατριχιαστική σχολαστικότητα πως ακινητοποιούσε τα θύματα του και τα σκότωνε.
Από αυτές τις αναπαραστάσεις προέρχεται και η βασική φωτογραφία του θέματος.
Ο κανίβαλος του Ρουρ πέθανε την 1η
Ιουλίου 1991 από καρδιακή προσβολή στη φυλακή Ράινμπαχ στη Βεστφαλία. Ήταν 58
ετών.