The Blair Witch Project: Πώς δημιουργήθηκε η θρυλική ταινία


Οι δημιουργοί και οι ηθοποιοί του μιλούν για το φιλμ το οποίο, το καλοκαίρι του 1999, τρόμαξε τον πλανήτη και αποτελεί έως σήμερα ορόσημο

Με μια παλιά συνταγή και με τον ενθουσιασμό και την άγνοια κινδύνου των ερασιτεχνών μια παρέα φίλων τρόμαξε τον πλανήτη το καλοκαίρι του 1999.  Μέσα σε 81 λεπτά ο Blair Witch Project κατάφερε να παίξει με το μυαλό των θεατών χωρίς ουσιαστικά να δείξει τίποτα. Πατώντας πάνω στην δοκιμασμένη τεχνική του «found footage» (Cannibal Holocaust, UFO Abduction, Man Bites Dog) το φιλμ πήγε το είδος στο επόμενο επίπεδο. Με μόλις 60.000 δολάρια οι Ντάνιελ Μάιρικ και Εντουάρντο Σάντεζ υλοποίησαν το πλάνο τους η οποία τελικά απέφερε περίπου 250εκατ.

Η ιδέα του Blair Witch Project ήρθε το 1991 όταν οι Μάιρικ και Σάντσεζ σπούδαζαν κινηματογράφο σε Πανεπιστήμιο της Φλόριντα.  Χρειάστηκαν όμως να περάσουν πέντε χρόνια για να ξεκινήσει η παραγωγή του φιλμ. Αρχικά βρήκαν το ποσό που χρειάζονταν και ξεκίνησαν το κάστινγκ το 1997. Στην αγγελία που έβαλαν ζητούσαν νεαρούς ηθοποιούς για «ένα εξαιρετικά απαιτητικό γύρισμα» σε δάσος στο Μέριλαντ. Ήθελαν οι ηθοποιοί τους να μπορούν να αυτοσχεδιάσουν καθώς στον σενάριο των 35 σελίδων δεν υπήρχε σχεδόν κάνεις διάλογος.

Η ερώτηση για την αναστολή

Ο Μάικλ Γουίλιαμς που έπαιξε τον ρόλο του Μάικ θυμάται: «Δεν είχα καμία επαγγελματική εμπειρία. Η αγγελία μιλούσε για γυρίσματα στο δάσος και αυτοσχεδιασμό και τα λατρεύω και τα δύο. Σκέφτηκα ότι είναι ενδιαφέρον. Πήγα στο κάστινγκ και υπήρχε μια πινακίδα που έλεγε: “Αν πάρεις αυτό τον ρόλο θα υποβληθείς σε δύσκολες φυσικές καταστάσεις, δεν θα κινδυνεύσεις αλλά θα είσαι στη φύση την περισσότερη ώρα. Αν δεν σου αρέσει τότε μην συμμετάσχεις στην οντισιόν”. Ο Έντ Σάντεζ καθόταν σε ένα τραπέζι με δύο ακόμα τύπους και απλά μου είπε: “Έχεις εκτίσει δέκα χρόνια από μια ποινή είκοσι ετών. Μπορείς να ζητήσεις αναστολή. Τι θα έλεγες για τον εαυτό σου;”. Δεν είδε την κασέτα μου, δεν μου είπε καν καλημέρα, με ρώτησε κατευθείαν αυτό».

Η Χέδερ Ντόναχιου (Χέδερ στο φιλμ) εντυπωσίασε περισσότερο απ’ όλους τους άλλους τους δημιουργούς του Blair Witch Project. «Βρισκόμασταν σε μια αίθουσα για πρόβες στη Νέα Υόρκη και κατάφερε να μας τρομάξει. Ήταν το μοναδικό άτομο από τα τόσα που πέρασαν το οποίο στην ερώτηση με την αναστολή με κοίταξε με παγωμένα μάτια και είπε: Δεν νομίζω ότι πρέπει να μου δοθεί αναστολή» θυμάται ο Μάιρικ.

«Πήρα μια Πέμπτη την εφημερίδα με τις αγγελίες και είδα αυτή που μιλούσε για το Black Hills Project, έτσι το αποκαλούσαν στην αρχή. Μου τράβηξε το γεγονός ότι μιλούσε για αυτοσχεδιασμό. Αυτό με ενθουσίασε. Ήταν ένα όνειρο, δημιουργική ελευθερία. Πήγα στην ακρόαση με εκατοντάδες ακόμα άτομα γιατί όπως φάνηκε ήταν πολλοί που το θεώρησαν καλή ιδέα. Την πρώτη φορά μπήκα μέσα, κάθισα και ο Μάιρικ μου έκανε την ερώτηση με την αναστολή. Σκαρφίστηκα μια ιστορία ότι είμαι δολοφόνος μωρού και ότι μου βάζουν ηρεμιστικά στο φαγητό μου για να μην είμαι επιθετική. Δεν πρέπει να μου δοθεί αναστολή τους είπα. Προφανώς τους άρεσε και μου ζήτησαν να πάω ξανά» θυμάται η ίδια η Ντόναχιου.  

Όταν πλέον έγινε η επιλογή των πρωταγωνιστών ξεκίνησε η εκπαίδευση τους. Έπρεπε να μάθουν να χειρίζονται τις κάμερες αλλά και τεχνικές επιβίωσης στο δάσος. «Ο παραγωγός μας, ο Γκρέγκ Χέιλ, ο οποίος ήταν πρώην στρατιωτικός, μας έδωσε αυτά τα gps. Είχαμε ένα εμείς και ένα οι ηθοποιοί. Τρεις εβδομάδες πριν το γύρισμα πήγαμε στο δάσος και μαρκάραμε τις περιοχές όπου να κατασκήνωναν» λέει ο Μάιρικ ενώ ο Σάντσεζ τονίζει: «Από τη στιγμή που θα έμπαιναν στο δάσος θέλαμε να είναι όσο το δυνατό πιο μόνοι τους. Προσπαθήσαμε λοιπόν να τους εκπαιδεύσουμε τόσο κινηματογράφηση όσο και στο θέμα του ήχου».

Οι Μάιρικ και Σάντσεζ εστίασαν στην Χέδερ Ντόναχιου ως το άτομο που θα γνώριζε λεπτομέρειες για τον μύθο της Blair Witch. Οι άλλοι δύο δεν γνώριζαν πολλά πράγματα και στόχος ήταν η Χέδερ να τους δίνει πληροφορίες κατά τη διάρκεια του φιλμ.

Μόνοι στο δάσος

Το γύρισμα ξεκίνησε στις 23 Οκτωβρίου 1997 στο πάρκο Σενέκα Κρικ Στέιτ που βρίσκεται στην επαρχία Μοντγκόμερι του Μέριλαντ. «Τους πήγαμε στην τοποθεσία και τους δώσαμε τα πράγματα τους. Μιλούσαμε μόνο αν κάτι πήγαινε πολύ στραβά ή υπήρχε μια σοβαρή ερώτηση που έπρεπε να απαντηθεί. Τις πρώτες μέρες προσπαθήσαμε να τους ακολουθήσουμε αλλά δεν δούλεψε. Ήταν πολύ δύσκολο να μην μπερδεύεσαι στα πόδια τους και επιπλέον δεν βοηθούσε σε κάτι. Το μόνο που μπορούσαμε να κάνουμε είναι να τους παρακολουθούμε. Έτσι τους αφήσαμε και παρακολουθούσαμε μόνο το υλικό που είχαν τραβήξει. Μας άρεσε αυτό που είδαμε και συνεχίσαμε έτσι. Δεν τους ακολουθήσαμε ξανά. Η ταινία έγινε ακολουθώντας τις οδηγίες του σεναρίου» τονίζει ο Σάντσεζ.

«Στα σημεία που έπρεπε να κατασκηνώσουν είχαμε αφήσει κουτιά από γάλα και μέσα είχαν θήκες για φιλμ. Η κάθε μια περιείχε οδηγίες για τον κάθε ηθοποιό ξεχωριστά. Τους είπαμε να διαβάσουν τις οδηγίες και να μην πουν ο ένας στον άλλο τι καλούνταν να κάνουν. Καταφέραμε να τους οδηγήσουμε μέσα στο δάσος χωρίς να χρειάζεται να τους ακολουθεί ένα ολόκληρο συνεργείο και την ίδια στιγμή να τους δώσουμε στοιχεία για το πώς πρέπει να κινηθεί ο χαρακτήρας τους» αναφέρει ο Μάιρικ.

Η άνεση δεν αποτελεί προτεραιότητα μας

Η μυστικοπάθεια ήταν ένα σημαντικό στοιχείο για τους δημιουργούς του Blair Witch Project και έπαιξε ρόλο στο να βγει αληθοφανές το υλικό. «Τι νύχτα που ήταν να φύγω μου είχαν αφήσει ένα σημείωμα. Μου έλεγαν να περιμένω να κοιμηθούν όλοι και μετά να βγω από την τέντα. Το σημείωμα έλεγε: Αν κάποιος ξυπνήσει πες του ότι θες να πας να κατουρήσεις και βγες όσο πιο γρήγορα γίνεται. Μόλις έφυγα με περίμεναν και με έβαλαν σε ένα αυτοκίνητο αμέσως. Μου είπαν ότι θα με πάνε στο σπίτι μου» λέει ο Τζόσουα Λέοναρντ.

«Ήταν ένα γύρισμα οκτώ ημερών κατά το οποίο πραγματικά κατασκήνωσαν μέσα στο δάσος. Ήταν το πλάνο μας να τους πιέσουμε ώστε να πάρουμε αυθεντικές αντιδράσεις από αυτούς. Σταδιακά μειώναμε ακόμα και το φαγητό τους ώστε να πεινούν. Ήταν φανερό ότι τους ενοχλούσε και ήταν μια μέθοδος που δούλεψε» αποκαλύπτει ο Μάιρικ ενώ ο Μάικλ Γουίλιαμς θυμάται: «Ας πούμε ότι την πρώτη μέρα για μεσημεριανό είχαμε ένα σάντουιτς και ένα σακουλάκι πατατάκια. Τη δεύτερη μόνο το σάντουιτς, την τρίτη μόνο τα πατατάκια. Τις τελευταίες μέρες είχαμε τόσο όσο χρειαζόμασταν για να αντέξουμε. Δεν είναι ότι δεν τρώγαμε τίποτα αλλά μείωναν την ποσότητα. Η ιδέα είναι να νιώσουμε όσο πιο άβολα γίνεται χωρίς να κινδυνεύσουμε σε κανένα σημείο». Χαρακτηριστική είναι η ατάκα του Γκρέγκ Χέιλ προς τους ηθοποιούς: «Η ασφάλεια της αποτελεί προτεραιότητα για εμάς, η άνεση σας όχι».

Τρόμος στο δάσος

«Ήταν κάτι σαν θέατρο στο δάσος. Μετά τα μεσάνυχτα βγαίναμε στο δάσος και κάθε βράδυ είχαμε ένα πλάνο. Πηγαίναμε σε μικρές ομάδες και κάναμε θορύβους και διάφορά άλλα. Όταν είχαμε τρομάξει αρκετά τους ηθοποιούς και είχαμε το υλικό που θέλαμε τότε λέγαμε οκ είμαστε καλά και φεύγαμε» αναφέρει ο Έντ Σάντεζ.

Όσο για το αν πραγματικά φοβούνταν ο Τζόσουα Λέοναρντ λέει: «Ο κόσμος το ρωτάει συνέχεια αυτό. Αν τα όσα έκαναν οι δημιουργοί μέσα στη νύχτα μας τρόμαζαν πραγματικά. Σας απαντώ λοιπόν ότι στην πραγματικότητα δεν φοβόμασταν. Ήμασταν πεινασμένοι, εξαντλημένοι και βρεγμένοι. Στήναμε τη σκηνή και βγάζαμε τους σάκους για να κοιμηθούμε. Τότε άρχιζαν να παίζουν αυτούς τους ανατριχιαστικούς ήχους παιδιών. Τότε συνειδητοποιούσαμε ότι είναι ώρα να ξεκινήσουμε να παίζουμε και πάλι τους ρόλους μας».

«Τις δύο πρώτες νύχτες ουσιαστικά δεν συνέβη τίποτα. Μετά ξεκίνησε. Τους άκουγες να περπατούν, να σπάνε πράγματα και να πετούν πέτρες. Ήταν πολύ καλό γιατί ποτέ δεν τους είδαμε. Ξέραμε ότι είναι αυτοί αλλά η δουλειά μας ως ηθοποιοί ήταν να το βγάλουμε από το μυαλό μας και να επικεντρωθούμε στους ήχους. Ήταν τέτοιες οι συνθήκες που ήταν εύκολο για μας εμάς να πιστέψουμε ότι είναι ανατριχιαστικό. Μετά από την τέταρτη-πέμπτη νύχτα ήμασταν πραγματικά εξαντλημένοι. Θυμάμαι να ακούμε τους ήχους και να λέμε: Πάλι πρέπει να σηκωθούμε και να κάνουμε τα ίδια» λέει από τη μεριά του ο Μάικλ Γουίλιαμς.

Μια από τις πλέον χαρακτηριστικές στιγμές της ταινίας είναι ο μονόλογος της Χέδερ. «Χρειαζόμασταν ένα σημείο όπου τελικά, αφού ο Τζος εξαφανίζεται, συνειδητοποιεί ότι τα έκανε σκατά. Ήταν στο σενάριο πως έρχεται η στιγμή που παραδίνεσαι και λες αντίο. Αποχαιρετάς την οικογένεια σου και απολογείσαι. Σαν να είσαι σε ένα πλοίο στον Ειρηνικό και επιμένεις να πάτε προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση όταν όλοι υπόλοιποι λένε όχι. Τελικά σε ακολουθούν και το πλοίο βυθίζεται, τι θα πεις; Είπαμε στην Χέδερ λοιπόν να πάρει την κάμερα, να σιγουρευτεί ότι φαίνεται το πρόσωπο της και να κάνει αυτό τον μονόλογο».

Το φινάλε

Η τελευταία σκηνή ήταν μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για τους δημιουργούς του φιλμ. Γυρίστηκε σε ένα ιστορικό σπίτι του 19ου αιώνα.

«Είχαμε μια κασέτα όπου είχαμε ηχογραφήσει τον Τζος να φωνάζει τις συγκεκριμένες ατάκες. Ήμουν στο δάσος κοντά στην τέντα και όταν σιγουρεύτηκα ότι κοιμήθηκαν πάτησα το play» λέει ο Μάιρικ και ο Σάντσεζ συμπληρώνει: «Ήξεραν πως θα τελειώσει. Η σκηνή στο σπίτι ήταν ίσως η πιο παραδοσιακά γυρισμένη σε όλο το φιλμ. Οι πρώτες σκηνές όταν πλησίαζαν το σπίτι ήταν απολύτως γνήσιες. Δεν το είχαν δει ποτέ ξανά».

Ο Μάικλ Γουίλιαμς τονίζει: «Οι οδηγίες μου για την τελευταία σκηνή ήταν: “Ο Μάικ θα ακούσει κάτι απόψε και όταν το ακούσει θα το ακολουθήσει προς τα πάνω μέχρι να τον φτάσει η Χέδερ. Όταν σε φτάσει θα τρέξεις προς τα κάτω”. Φυσικά δεν γνώριζα ότι πρόκειται για σπίτι και τι σημαίνει πάνω και κάτω. Δεν ήξερα τι πρόκειται να ακούσω. Μίλησαν στο walkie-talkie και ο Εντ μου είπε: “Άκου σου υπόσχομαι ότι θα το καταλάβεις όταν συμβεί”. Του είπα ΟΚ και έπεσα για ύπνο. Με ξύπνησε η φωνή του Τζος και έπρεπε να την ακολουθήσω. Βλέπω το σπίτι και κατάλαβα αμέσως τι εννοούσαν».


Το αφήγημα της πραγματικής ιστορίας

Πριν το φιλμ κάνει την παρθενική του εμφάνιση στις 23 Ιανουαρίου 1999 στο φεστιβάλ Sundance οι δημιουργοί του έφτιαξαν μια ιστοσελίδα με στόχο να παρουσιάσουν ως πραγματική την εξαφάνιση των τριών νεαρών. Ήταν μια μεγαλοφυής εμπορική κίνηση. Όταν η Artisan Entertainment αποφάσισε να αναλάβει την προώθηση του Blair Witch Project όχι μόνο κράτησε την ιστοσελίδα αλλά την εμπλούτισε και έστησε και άλλα εμπορικά τρικ ώστε να ενισχύσει το αφήγημα της πραγματικής ιστορίας και του αληθινού υλικού.

«Το σάιτ ανέβηκε τον Ιούνιο του 1998, πριν το Sundance. Παρουσιάζαμε τον χρονικό των γεγονότων και ένα μικρό βιογραφικό της Χέδερ, του Μάικ και του Τζος. Γράφαμε ότι είμαστε μια ομάδα που μας έχει προσλάβει η μητέρα της Χέδερ για να τη βρούμε. Παρουσιάζαμε μάλιστα και ένα απόσπασμα από το ημερολόγιο της Χέδερ. Δεν το είχαμε προωθήσει καθόλου αλλά όταν πήγαμε στο Sundance 10.000 είχαν μπει ήδη, αριθμός πολύ μεγάλος για το 1999» τονίζει ο Σάντεζ.

Από τη μεριά του ο Μάιρικ αναφέρει: «Η Artisan πήρε το αφήγημα μας ότι ήταν ένα πραγματικό περιστατικό που έγινε στο Μέριλαντ και προχώρησε με αυτό. Όταν πήγαμε στις Κάννες υπήρχαν αυτά τα φυλλάδια με τα πρόσωπα των ηθοποιών και τη λέξη αγνοούνται. Για περίπου δύο εβδομάδες από όταν ανέβηκε στις αίθουσες η ταινία ο κόσμος πίστευε ότι πράγματι οι τρεις έχουν εξαφανιστεί. Το αφήγημα κατέρρευσε μόνο όταν άρχισαν να εμφανίζονται σε talk show».

«Όλοι γνωρίζαμε ότι είναι πολύ σημαντικό για την ταινία αυτή η λεπτή γραμμή που είχε δημιουργήσει μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας. Όλοι θέλαμε να το διατηρήσουμε αυτό γιατί όλοι θέλαμε η ταινία να πάει καλά. Είχε περάσει αρκετός καιρός και ακόμα άνθρωποι μας έλεγαν “ω Θεέ μου είστε ζωντανοί”. Αυτό προσέθεσε ένα πολύ ωραίο στοιχείο στο φιλμ» τονίζει ο Ντόναχιου.   

Ο Τζόσουα Λέοναρντ θυμάται για εκείνη την εποχή: «Ήταν χαζό αλλά δούλεψε. Νιώθαμε περίεργα γιατί στην ταινία είχαμε χρησιμοποιήσει τα πραγματικά μας ονόματα. Έπαιρναν τηλέφωνο τους γονείς μας και έλεγαν συλλυπητήρια. Ακόμα και όταν εμφανιστήκαμε στον Τύπο κάποιοι συνέχισαν να πιστεύουν ότι είναι πραγματική ιστορία. Θεωρούσαν ότι είμαστε ηθοποιοί που έπαιζαν τη Χέδερ, τον Τζος και τον Μάικ για να μην φανεί η ταινία σαν φιλμ snuff. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν θεωρίες συνωμοσίας για το Blair Witch Project».

Η ταινία έκανε πρεμιέρα στις κινηματογραφικές αίθουσες των ΗΠΑ στις 14 Ιουλίου 1999. Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα προκάλεσε παγκόσμια αίσθηση. Μέχρι σήμερα θεωρείται ένα από τα κορυφαία φιλμ τρόμου. Το Blair Witch Project πήρε ένα ξεχασμένο είδος και όχι μόνο το… ανακάλυψε εκ νέου αλλά το εκτόξευσε. Αποτέλεσε έμπνευση για πολλές ταινίες που ακολούθησαν αλλά ο γνήσιος τρόμος που ένιωσαν όσοι το είδαν στα τέλη της δεκαετίας του ’90 είναι δύσκολο να αντιγραφεί.