Ελ Παδρίνο: Ανθρωποθυσίες, μαύρη μαγεία και ναρκωτικά


O Αντόλφο Κοστάνσο βασάνισε και θυσίασε τουλάχιστον 16 νεαρούς άντρες για να παρέχει «προστασία» σε εμπόρους ναρκωτικών. Το πελατολόγιο του ήταν μεγάλο και έφτανε πολύ ψηλά. Αυτή είναι η ιστορία του Νονού της φρίκης


Ήταν Κυριακή 12 Μαρτίου 1989 όταν ο 21χρονος φοιτητής Μαρκ Κίλροϊ και τρεις φίλοι του αποφάσισαν να ταξιδέψουν στο Μπράουνσβιλ και μέσω της γέφυρας που υπάρχει εκεί να διασχίσουν τον ποταμό Ρίο Γκράντε και να περάσουν στη μεξικάνικη πόλη Ματαμόρος. Είχαν ακούσει για τη νυχτερινή ζωή στα δεκάδες μπαρ και κλαμπ της οδού «Άλβαρο Ομπρεγκόν».

Έφτασαν στο Ματαμόρος και πέρασαν το βράδυ τους στο κλαμπ «Sgt. Peppers». Μεθυσμένοι και ενθουσιασμένοι από τη διασκέδαση και το φτηνό αλκοόλ συμφώνησαν να επιστρέψουν και την επόμενη μέρα στο Ματαμόρος.

Αυτή τη φορά αποφάσισαν να παρκάρουν το αυτοκίνητο τους στην αμερικάνικη πλευρά των συνόρων και να περάσουν με τα πόδια την γέφυρα. Ήπιαν δύο ποτά στο «El Sombrero» και πέρασαν το υπόλοιπο βράδυ τους στο τοπικό «Hard Rock».

«Βγήκαμε από το κλαμπ και πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Έπρεπε να ουρήσω και πήγα πίσω από ένα δέντρο. Καθώς άφησα τον Μαρκ (Κιλρόι) παρατήρησα έναν Μεξικάνο να μας κάνει νεύμα. Σκέφτηκα ότι είναι κάποιος που τον γνώριζε. Τον άκουσα να λέει κάτι σαν «δεν σε είδα κάπου;» ή «πού σε είδα τελευταία φορά;». Όταν επέστρεψα βρήκα μόνο τους άλλους δύο φίλους. Σκεφτήκαμε ότι ο Μαρκ πήγε να μιλήσει στον φίλο του και ότι θα τον συναντήσουμε στο αυτοκίνητο. Δεν ήταν όμως εκεί αλλά και πάλι είπαμε ότι θα έρθει αργότερα στο ξενοδοχείο. Όταν ξυπνήσαμε και δεν είχε επιστρέψει τότε καταλάβαμε ότι κάτι δεν πάει καλά» θυμάται ο φίλος του Κίλροϊ, Μπιλ Χάντλστοουν. Έτσι ξεκίνησε η υπόθεση που τελικά θα έριχνε το πέπλο που έκρυβε μια ιστορία θανάτου, φρίκης και παράνοιας.

Η αναζήτηση

Οι εξαφανίσεις Αμερικάνων φοιτητών ήταν ρουτίνα για το Ματαμόρος. Νεαροί που έπιναν και εμφανίζονταν 24 ή 48 ώρες μετά. Οι αρχές όμως και στις δύο πλευρές του Ρίο Γκράντε υποπτεύονταν ότι η εξαφάνιση του Μαρκ Κίλροϊ (φωτό) δεν ήταν τόσο αθώα. Ένας από τους φίλους του, ο Μπράντλεϊ Μουρ κατέθεσε ότι τον είδε να μιλάει με έναν Μεξικάνο ο οποίος είχε ένα σημάδι στο πρόσωπο.

Η οικογένεια του φοιτητή πήγε στην μεξικάνικη πόλη και οργάνωσε τη δική της έρευνα. Μοίρασαν 20.000 φυλλάδια σε όλη την περιοχή και προσέφεραν 15.000 δολάρια σε όποιον προσέφερε πληροφορίες.

Τελικά όμως φως στην εξαφάνιση του νεαρού θα έριχνε μια άλλη έρευνα. Η μεξικάνικη κυβέρνηση είχε ξεκινήσει μια μαζική επιχείρηση κατά των παραγωγών και εμπόρων ναρκωτικών.

Η αποκάλυψη

Το βράδυ της 5ης Απριλίου 1989 ο Νταβίντ Σέρνα Βαλντές, γνωστός και Ελ Κοκέτο, δεν σταμάτησε σε ένα μπλόκο της αστυνομίας. Περιπολικά τον καταδίωξαν και τον συνέλαβαν τελικά σε ένα ράντσο το οποίο λεγόταν «Σάντα Ελένα». Εκεί βρήκαν μικρή ποσότητα μαριχουάνας και κοκαΐνης, πιστόλια και έντεκα καινούργια οχήματα με ασυρμάτους. Ο «Κοκέτο» φερόταν πολύ περίεργα λέγοντας ότι τα όπλα των αστυνομικών δεν μπορούν να τον βλάψουν. Στο ράντσο συνέλαβαν και τον επιστάτη και σε μια κίνηση ρουτίνας του έδειξαν την φωτογραφία του Κίλροϊ. Προς έκπληξη τους τον αναγνώρισε και τους είπε ότι του είχε φτιάξει φαγητό περίπου έναν μήνα πριν.

Μέσα σε δύο μέρες οι αρχές είχαν συλλάβει τους Σέρχιο Μαρτίνες, Σεραφίν Ερνάντες και Έλιο Ερνάντες. Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης όλοι ανέφεραν ένα όνομα: Ελ Παδρίνο (νονός). Ένας Κουβανός μάγος που έκανε ανθρωποθυσίες και τους είχε υποσχεθεί προστασία από τις αρχές και τα όπλα τους. Αποκάλυψαν επίσης ότι μαζί του ο Παδρίνο είχε την «Μπρούχα» (Μάγισσα) ή Μαδρινα, μια όμορφη, ψηλή Μεξικάνη που ήταν φανερό ότι ήταν μορφωμένη και ξεκινούσε τις τελετές.

Η φρίκη

Στις 11 Απριλίου μια ομάδα αστυνομικών πήγε στο ράντσο «Σάντα Ελένα» μαζί με τους συλληφθέντες. Όταν πλησιάζουν μια μικρή καλύβα η μυρωδιά της σάρκας σε αποσύνθεση γεμίζει τα ρουθούνια τους. Μέσα σε λίγες ώρες εντοπίζουν, γύρω από την καλύβα, τα πτώματα 12 ανδρών. Τους είχαν βασανίσει άγρια, τους είχαν δολοφονήσει με μαχαίρι ή πιστόλι και τους είχαν θάψει πρόχειρα. Ένα από τα πτώματα ανήκε στον Μαρκ Κίλροϊ.

H περιοχή αποκλείστηκε και ερευνήθηκε εξονυχιστικά. Τρία ακόμα πτώματα βρέθηκαν. Μεταξύ τους και ένας 14χρονος που ήταν εξάδελφος του «πιστού» του Παδρίνο, Έλιο Ερνάντες. Η ιατροδικαστική εξέταση έδειξε ότι από τα θύματα είχαν αφαιρεθεί οι καρδιές, τα αυτιά, τα μάτια και οι όρχεις. Ένα ήταν αποκεφαλισμένο.

Μέσα στην καλύβα οι αστυνομικοί βρήκαν κεριά και μια μεγάλη τσίγκινη λεκάνη. Είχε μέσα ξύλινα παλούκια, ένα πέταλο αλόγου, αίμα, μια ψημένη χελώνα και έναν απανθρακωμένο ανθρώπινο εγκέφαλο. Ήταν έναν «ενγκάνγκα» θα πουν όσοι γνωρίζουν από μαύρη μαγεία. Ένα σκεύος που προστατεύει τον «μαγιομπέρο» από τα κακά πνεύματα. Σε άλλα μικρότερα σκεύη εντοπίστηκαν κομμένα κεφάλια από κόκορες, ανθρώπινα μαλλιά και αίμα.

Βρέθηκε επίσης ο σιδερένιος σκελετός ενός κρεβατιού, μονωτική ταινία, μια ματσέτα και ένα σφυρί. Η αστυνομία επίσης εντόπισε ένα μεγάλο σιδερένιο βαρέλι το οποίο χρησιμοποιούσαν για να βράζουν κομμάτια των θυμάτων. «Ήταν ένα σφαγείο ανθρώπων. Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψω αυτό που είδα εκεί» θα πει ο αστυνομικός Τζορτζ Γκαβίτο, ένας από τους πρώτους Αμερικάνους που έφτασαν στο ράντσο.

Οι συλληφθέντες αποκαλύπτουν στις αρχές ότι τα θύματα είχαν εκτελεστεί τελετουργικά καθώς οι έμποροι ναρκωτικών (και όχι μόνο) πίστευαν ότι οι ανθρωποθυσίες θα τους έκαναν ανίκητους και θα τους προστάτευαν από την αστυνομία. «Κάποιοι φοράνε κόκκαλα τον νεκρών σαν φυλαχτό» θα πει ο Έλιο Ερνάντες και όταν τον ρωτούν ποιος έκανε τις θυσίες επαναλαμβάνει: Ο Παδρίνο.

Ο Παδρίνιο

Ο 26χρονος Αδόλφο ντε Χεσούς Κοστάνσο ήταν ο «νονός» και ο ηγέτης της δολοφονικής σέχτας. Είχε ζητήσει τον εγκέφαλο ενός νεαρού «γκρίνγκο» (Αμερικάνου) και οι ακόλουθοι του απήγαγαν τον Κίλροϊ. Ο νεαρός φοιτητής επιχείρησε να δραπετεύσει αλλά τον έβαλαν δια της βίας σε ένα αυτοκίνητο και τον πήγαν στον ράντσο. Δώδεκα ώρες μετά ο Κοστάνσο τον εκτέλεσε χτυπώντας τον με μια ματσέτα στον σβέρκο. Στη συνέχεια του έκοψαν τα πόδια στο ύψος του γόνατου και του αφαίρεσαν τον εγκέφαλο και τη σπονδυλική στήλη.

Τα μέλη της σέχτας κατέθεσαν ότι ο βασανισμός ήταν πολύ σημαντικός στην τελετή. Η ψυχή του θύματος πρέπει να μάθει να φοβάται για πάντα τον εκτελεστή ώστε να του παραδοθεί αιώνια. Ο Κοστάνσο και οι συνεργάτες του βασάνιζαν άγρια και ακρωτηρίαζαν κάθε θύμα τους και στο τέλος έδιναν σε όλους τους συμμετέχοντες να πιούν αίμα του θυσιασθέντος και να φάνε κομμάτια του. Έτσι θα αποκτούσαν προστασία και «δεν θα τους πετύχαιναν ούτε οι σφαίρες» υποσχόταν ο Παδρίνο.

Πανίσχυρος μαγιομπέρο

Ο Αδόλφο Κοστάνσο είχε γεννηθεί το 1962 στο Μαϊάμι. Η μητέρα του ήταν μια νεαρή Κουβανή μετανάστρια η οποία τον μύησε στη Σαντερία και το βουντού. Ο Κοστάνσο έζησε στο Πουέρτο Ρίκο και έκανε ταξίδια στην Αϊτή πριν επιστρέψει στο Μαϊάμι. Εκεί έγινε ο βοηθός ενός μάγου και ασπάστηκε τη θρησκεία Πάλο Μαγιόμπε της οποίας οι τελετές συμπεριλαμβάνουν θυσίες ζώων. Παράλληλα πωλούσε ναρκωτικά και έκανε μικροκλοπές.

Αφού συνελήφθη και καταδικάστηκε στις ΗΠΑ,  μετακόμισε στο Μέχικο Σίτι όπου και γνώρισε τους ανθρώπους οι οποίοι θα γίνονταν οι πιστοί του ακόλουθοι. Μαζί έστησαν μια «επιχείρηση» με ξόρκια και χαρτομαντεία. Γρήγορα ο Παδρίνο απέκτησε τη φήμη του ισχυρού μάγου. Αφεντικά των καρτέλ, εκτελεστές αλλά και άτομα της υψηλής κοινωνίας ζητούσαν τις υπηρεσίες του.

Σταδιακά ο Κοστάνσο γινόταν όλο και παρανοϊκός. Ξεκίνησε να ξεθάβει ανθρώπινα κόκαλα από νεκροταφεία και στη συνέχεια προχώρησε στις ανθρωποθυσίες.

Όταν πλέον μετακόμισε στο Ματαμόρος και το ράντσο «Σάντα Ελένα», το οποίο ανήκε στην οικογένεια του Έλιο Κοστάνσο, ο Κοστάνσο ήταν ένα πρόσωπο που σέβονταν και φοβούνταν οι έμποροι ναρκωτικών. Έστησε και ο ίδιος τη δική του επιχείρηση διακίνησης και προσέφερε παράλληλα τελετές προστασίας.

Μπρούχα η Μαδρίνα

Η Μπρούχα ήταν 24χρονη Σάρα Αλντρέτε. Μια εξαιρετική σε επιδόσεις φοιτήτρια για την οποία, όσοι τη γνώριζαν, θα πουν ότι ήταν  μια γοητευτική και φιλική κοπέλα. Με τον Κοστάνσο γνωρίστηκαν τυχαία το 1986. Τα αυτοκίνητα τους συγκρούστηκαν και ο Παδρίνο της πρότεινε να πάνε για ένα καφέ και να τις διαβάσει κάρτες ταρό. Η συνάντηση τους έβγαλε στο φως τη σκοτεινή πλευρά της Αλντρέτε. Την κολάκευε που τη θεωρούσε μάγισσα και την έβαλε στο πλευρό του (όχι ερωτικά καθώς ο Κοστάνσο ήταν ομοφυλόφιλος). Την πίεσε να συνάψει σχέση με τον Έλιο Ερνάντες για να δημιουργήσει την «ιερή τριάδα». Η Αλντρέτε παρουσιαζόταν ως μεγάλη ιέρεια και συμμετείχε στις τελετές. Συμφοιτητές της θυμούνται ότι μιλούσε συνέχεια για την ταινία «The Believers» (1987) όπου μια σέχτα στη Νέα Υόρκη έκανε ανθρωποθυσίες για να αποκτήσει δύναμη και πλούτο. Δεν θα μπορούσαν να πιστέψουν ότι ζούσε το σενάριο του φιλμ.

Το τέλος

Μετά την ανακάλυψή των πτωμάτων και τις καταθέσεις, στο Μεξικό και τις ΗΠΑ ξεκίνησε ένα ανθρωποκυνηγητό για να εντοπιστεί ο Κοστάνσο και οι συνεργάτες του. Οι μεξικάνικες αρχές έκαψαν την καλύβα στο ράντσο «Σάντα Ελένα» και πάνω στις στάχτες άφησαν έναν ξύλινο σταυρό σε μια προσπάθεια να ξορκίσουν το κακό.

Τον Μάιο του 1989 ο Παδρίνο κρυβόταν στο Μέχικο Σίτι. Μαζί του ήταν και η Αλντρέτε η οποία, βλέποντας ότι ο κλοιός στενεύει, επικοινωνεί με την αστυνομία και ζητά βοήθεια. Υποστηρίζει ότι είναι όμηρος και ότι κινδυνεύει η ζωή της. Στις  6 Μαΐου 1989  οι αρχές σπεύδουν στην περιοχή. Ένας από τους ακολούθους του Κοστάνσο εντοπίζει έναν αστυνομικό (παρότι φορά πολιτικά) και ενημερώνει τον Παδρίνο. Αυτός δίνει εντολή στον Άλβαρο ντε Λεόν (γνωστό ως Ελ Ντούμπι) να τον πυροβολήσει. Το κάνει αλλά αστοχεί.

Ο Ελ Ντούμπι θα εξιστορήσει τι ακολούθησε: «Αφού δεν πέτυχα τον αστυνομικό ακολούθησε χάος. Ο Αδόλφο τρελάθηκε, τρελάθηκε τελείως. Μου ζήτησε να τον σκοτώσω μαζί με τον εραστή του, Μαρτίν Κιντάνα (γνωστός ως Άντρας του Κοστάνσο). Του είπα ότι δεν μπορώ να το κάνω. Τότε με χτύπησε στο πρόσωπο και με απείλησε με τα χειρότερα βασανιστήρια. Φίλησε τον Μαρτίν και κλείστηκαν μέσα σε μια ντουλάπα. Πυροβόλησαν με το πολυβόλο την πόρτα της ντουλάπας και τους σκότωσα».

Λίγο μετά η αστυνομία θα μπει στο διαμέρισμα και θα συλλάβει τον Ντε Λεόν, την Σάρα Αλντρέτε και τον Ομάρ Οτσόα (γνωστός Κυρία του Κοστάνσο).

Η «Μπρούχα» θα προσπαθήσει να πείσει τις αρχές ότι δεν συμμετείχε στις ανθρωποθυσίες και ότι ο Κσστάνσο την κρατούσε στη σέχτα με απειλές. Αρχικά καταδικάστηκε σε έξι χρόνια φυλάκιση. Στη δεύτερη δίκη όμως το δικαστήριο τις επέβαλε ποινή κάθειρξης 60 ετών. Μαζί της καταδικάστηκαν ακόμα τέσσερα μέλη της σέχτας. Η Κυρία του Κοστάνσο, Ομάρ Οτσόα, πέθανε λίγους μήνες μετά τη σύλληψη του από AIDS. Το 2020 η Αλντρέτε κατέθεσε αίτηση αποφυλάκισης η οποία δεν έγινε αποδεκτή. Πλέον έχει δικαίωμα να το επαναλάβει το 2039.

Η σκιά

Μήνες μετά τον θάνατο του Κοστάνσο το φως της δημοσιότητας είδαν πληροφορίες που τόνιζαν ότι το πελατολόγιο του δεν αποτελούταν μόνο από εμπόρους ναρκωτικών και εκτελεστές. Υψηλόβαθμοι αστυνομικοί, ηθοποιοί, παρουσιαστές και μέλη της υψηλής κοινωνίας του Μεξικού τον επισκέπτονταν και πλήρωναν για έναν τελετουργικό «καθαρισμό» ή μια πρόβλεψη. Ίσως κάποιοι από αυτούς να πλήρωσαν και για κάτι περισσότερο. Οι αρχές θεωρούν ότι ο Κοστάνσο διέπραξε συνολικά 26 δολοφονίες παρότι μέχρι σήμερα έχουν επιβεβαιωθεί 16. Κοινή πεποίθηση αποτελεί ότι η έρευνα έγινε πρόχειρα και έκλεισε πολύ γρήγορα γιατί με τον Παδρίνο είχαν επαφές πολλά σημαντικά-διάσημα στο Μεξικό πρόσωπα. Το ράντσο «Σάντα Κλάρα» ανήκει πλέον στην κυβέρνηση και δεν το πλησιάζει κανείς…