Νεκρονομικόν: Μύθοι και πραγματικότητα πίσω από το πιο «σατανικό» βιβλίο στον κόσμο


Είναι επικίνδυνο ακόμα και να το διαβάσεις, είναι η… βίβλος της μαύρης μαγείας και των σατανιστών. Το δημιούργημα του Χάουαρντ Φίλιπς Λόβκραφτ και η μυθολογία γύρω από αυτό

 

«Δεν είναι νεκρό εκείνο που αιώνια μπορεί να περιμένει,

Μα με το διάβα των παράξενων αιώνων ως κι ο θάνατος μπορεί να πεθαίνει»

Αν αποδεχθούμε τη μυθολογία δεκαετιών μόλις θέσατε τον εαυτό σας σε κίνδυνο. Διαβάσατε έναν στίχο από το διαβόητο «Νεκρονομικόν», το πιο σατανικό βιβλίο όλων των εποχών του οποίου ακόμα και η ανάγνωση μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη.

Πίσω όμως από την εντυπωσιακή και σκοτεινή ομολογουμένως μυθολογία, που περιβάλει το βιβλίο, υπάρχει και η πραγματικότητα. Το βιβλίο των σατανιστών, των αρχαίων πνευμάτων και της μαύρης μαγείας δεν υπήρξε ποτέ. Αποτελεί ένα δημιούργημα της φαντασίας του βρετανού συγγραφέα διηγημάτων τρόμου Χάουαρντ Φίλιπς Λόβκραφτ.

Η… γέννηση

Ο ίδιος ο Λόβκραφτ φρόντισε να συμβάλει στη… μυθολογία του φανταστικού του βιβλίου. Υποστήριζε ότι το όνομα «Νεκρονομικόν» το άκουσε σε ένα όνειρο του. Για εμάς η λέξη βγάζει άνετα νόημα αλλά όχι για όσους δεν γνωρίζουν ελληνικά. Ο συγγραφέας είχε εξηγήσει πως το Νεκρονομικόν είναι ένας συνδυασμός των ελληνικών λέξεων «νεκρός», «νόμος» και «εικόνα». «Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι το βιβλίο είναι μια εικόνα του νόμου των νεκρών» θα πει ο Λόβκραφτ.

Η πρώτη αναφορά σχετικά με το «Νεκρονομικόν» γίνεται στο διήγημα του 1921 «Η πόλη δίχως όνομα». Εκεί ο Λόβκραφτ αναφέρει για πρώτη φορά το όνομα του (φανταστικού συγγραφέα) του βιβλίου, «τρελού Άραβα, Αμντούλ Αλχαζρέντ». Έναν χρόνο μετά (1922) στο διήγημα «Το κυνηγόσκυλο» κάνει την πρώτη αναφορά στο «Νεκρονομικόν».

Χαρακτηριστικά ο Λόβκραφτ γράφει:

«Ήταν πράγματι ξένο για όλη την τέχνη και τη λογοτεχνία που γνωρίζουν οι λογικοί και ισορροπημένοι αναγνώστες, αλλά το αναγνωρίσαμε ως αυτό που υπονοείται στο απαγορευμένο Νεκρονομικόν του τρελού Άραβα Abdul Alhazred. Η φρικτή ψυχή-σύμβολο της πτωματοφάγου σέχτας στο απρόσιτο Λενγκ, στην Κεντρική Ασία. Πολύ καλά εντοπίσαμε τις απαίσιες γραμμώσεις που περιγράφει ο παλιός Άραβας δαιμονολόγος».

Μέσα στα επόμενα χρόνια το «Νεκρονομικόν» θα εμφανιστεί σε άλλα έργα του Λόβκραφτ και θα γίνει σημαντικό κομμάτι της «μυθολογίας Κθούλου» που δημιούργησε η φαντασία του Βρετανού.

Η… ιστορία για το Νεκρονομικόν

Το 1927 ο Λόβκραφτ έγραψε μια σύντομη ψευδο-ιστορία για το «Νεκρονομικόν» (δημοσιεύθηκε έναν χρόνο μετά τον θάνατο του συγγραφέα το 1938). Στο «History of the Necronomicon» ο Λόβκραφτ γράφει πως αρχικά το βιβλίο λεγόταν Αλ Αζίφ, μια αραβική λέξη που σημαίνει «ο νυχτερινός ήχος που κάνουν τα έντομα ο οποίος υποτίθεται ότι είναι το ουρλιαχτό των δαιμόνων».

Ο συγγραφέας του «Νεκρονομικόν» είναι ο «μισότρελος» Αμπντούλ Αλχαζρέντ ο οποίος γεννήθηκε στη Σαναά της Υεμένης. Ο Άραβας έζησε τον 7ο αιώνα μ.Χ. και λάτρευε τις οντότητες Γιόγκ-Σοθόθ και Κθούλου. Επισκέφθηκε τα ερείπια της Βαβυλώνας, τα «υπόγεια μυστικά» στη Μέμφιφα και την «άδεια περιοχή της Αραβίας.

Τα τελευταία του χρόνια τα έζησε στην Δαμασκό και βρήκε φρικτό θάνατο το 738 μ.Χ. «Τον άρπαξε ένα αόρατο τέρας μέρα μεσημέρι και τον κατάπιε μπροστά σε έναν μεγάλο αριθμό παγωμένων μαρτύρων».  

Ο Λόβκραφτ γράφει ότι μέσα στο επόμενα χρόνια το Αλ Αζίφ κυκλοφόρησε ανάμεσα στους φιλοσόφους της εποχής. Το 950μ.Χ. μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον βυζαντινό λόγιο Θεόδωρο Φιλέτα ο οποίος ζούσε στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι απέκτησε το όνομα «Νεκρονομικόν». Το 1050 ο πατριάρχης Μιχαήλ το απαγόρευσε και ζήτησε να καούν όλα τα αντίγραφα.

«Από τότε για το Νεκρονομικόν άκουγες μόνο σε μυστικές συζητήσεις» αναφέρει ο Λόβκραφτ. Το 1228 ο Ολάους Βόρμιους το μετέφρασε στα λατινικά και μάλιστα στον πρόλογο του βιβλίου έγραψε: «Να κρατάτε όλα τα αντίγραφα αυτής της λατινικής μετάφρασης αλυσοδεμένα και κλειδωμένα. Κανείς απ’ όσους τη διαβάσουν να μη μιλήσει για το περιεχόμενό της και κανείς απ’ όσους τη γνωρίζουν να μην αποκαλύψει την ύπαρξή της στους αδαείς, που είναι ακατάλληλοι για να σηκώσουν ένα τόσο βαρύ φορτίο… Καλύτερα να βγoυν τα μάτια του με πυρωμένα κάρβουνα και να ραφτούν τα χείλη του με κερωμένη κλωστή παρά να προφέρει φωναχτά τα λόγια αυτού του βιβλίου, γραμμένα στην ξεχασμένη γλώσσα που δεν ήταν ποτέ προορισμένη να μιληθεί από γιους του Αδάμ, αλλά μονάχα από εκείνους που δεν έχουν στόματα και που κατοικούν στις σκιές ανάμεσα στ’ αστέρια».

Ο Πάπας Γρηγόριος Θ’ το απαγόρευσε τόσο στην ελληνική όσο και στη λατινική του μετάφραση. Παρ’ όλα αυτά το «Νεκρονομικόν» τυπώθηκε το 15ο αιώνα στην Γερμανία, τον 16ο στην Ιταλία και τον 17ο στην Ισπανία. Στα αγγλικά το μετέφρασε ο Άγγλος μάγος Τζον Ντι «αλλά αυτή η μετάφραση δεν τυπώθηκε ποτέ και σώζονται μόνο κάποια κομμάτια της».

Ο Λόβκραφτ γράφει ότι το αρχικό αραβικό κείμενο του Αλ Αζίφ είχε χαθεί έως το 1050 «παρότι υπήρξε μια αναφορά για ένα μυστικό αντίγραφο στο Σαν Φρανσίσκο τον 20στό αιώνα το οποίο αργότερα χάθηκε στη φωτιά». Η ελληνική μετάφραση χάθηκε επίσης. Η τελευταία αναφορά ήταν ότι υπήρχε στην βιβλιοθήκη ενός άντρα από το Σάλεμ και χάθηκε σε μια πυρκαγιά το 1692. Ο Λόβκραφτ προειδοποιεί ότι η μελέτη του κειμένου είναι «κληρονομικά» επικίνδυνη και αυτοί που προσπαθούν να ελέγξουν την γνώση που προσφέρει βρίσκουν τραγικό τέλος.

Εμφάνιση και περιεχόμενο

Ο Λοβκραφτ δεν δίνει λεπτομέρειες για το πώς είναι ακριβώς το βιβλίο. Συνήθως παρουσιάζεται ως δερματόδετο με μεταλλικό κούμπωμα και γραμμένο με μαύρη μελάνη. Κάποιες φορές το βιβλίο είναι… μεταμφιεσμένο με κάποιο άλλο εξώφυλλο για να μην καταστραφεί.

Εκτός από τον στίχο που αναφέραμε στον πρόλογο και αποδίδεται στον Αμπντούλ Αλχαζρέντ, ο Λόβκραφτ έχει γράψει ελάχιστα για το περιεχόμενο του βιβλίου. Στις νουβέλες του κάνει γενικές αναφορές στο τι πραγματικά περιέχει το «Νεκρονομικόν» όπως μια λίστα με τα ονόματα των αρχαίων πνευμάτων και ξόρκια για να τα καλέσεις. Στο «Κάλεσμα του Κθούλου» (1928) επιβεβαιώνει πως ο στίχος του Αλχαζρέντ είναι γραμμένος στο «Νεκρονομικον».

To 1929, στο διήγημα «Το τρόμος του Ντάνγουιτς» ο Λόβκραφτ παρουσιάζει ένα απόσπασμα του βιβλίου. Ο πρωταγωνιστής Γουίλμπουρ Γουέτλι  πηγαίνει στη βιβλιοθήκη ενός πανεπιστημίου και εντοπίζει μια λατινική έκδοση του «Νεκρονομικόν» . Διαβάζει ένα ξόρκι που βρίσκεται στη σελίδα 751 και το οποίο αναφέρει:

«Κι ούτε πρέπει να πιστεύετε (πως ο άνθρωπος είναι ο πρώτος ή ο τελευταίος κύριος της γης ή πως τα γνωστά ζωντανά κι υλικά πράγματα είναι τα μόνα στον κόσμο. Οι Παλιοί υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν. ‘Οχι στις διαστάσεις που γνωρίζουμε, αλλά ανάμεσά τους βαδίζουνε γαλήνιοι και πρωτογενείς, αδιάστατοι κι αόρατοι για τα μάτια μας. Ο Yog-Sothoth ξέρει τη Πύλη.

Ο Yog-Sothoth είναι η Πύλη. Ο Yog-Sothoth είναι το Κλειδί κι ο Φύλακας της Πύλης. Το παρελθόν, το παρόν, το μέλλον, όλα είναι ένα με τον Yog-Sothoth. Ξέρει από πού φύγαν οι Παλιοί τότε κι από πού θα ξαναγυρίσουν. Ξέρει πού πάτησαν Εκείνοι το έδαφος της γης και που θα το πατήσουν ξανά και γιατί κανείς δε μπορεί να Τους εμποδίσει. Μόνο από τη μυρωδιά Τους καταλαβαίνουν οι άνθρωποι μερικές φορές τη Παρουσία Τους, αλλά τη Μορφή Τους δε μπορεί να τη ξέρει κανείς, εκτός από τα χαρακτηριστικά που Αυτοί προσδώσανε στην ανθρωπότητα.

Κι αυτά είναι πολλών ειδών και ποικίλλουν από το πιστότερο ομοίωμα του ανθρώπου ως το αόρατο κι άυλο σχήμα που έχουν Αυτοί. Περπατούν αόρατοι και τρομεροί σε μοναχικά μέρη όπου έχουν προφερθεί οι Λέξεις κι έχουν απαγγελθεί δυνατά οι Τελετουργίες στις Εποχές τους. Ο άνεμος μουρμουρίζει με τις φωνές Τους κι η γη ψιθυρίζει με τη συνείδησή Τους. Τσακίζουνε το δάσος και συνθλίβουνε τη πόλη για να μη μπορεί κανέν από τα δυο να δει το χέρι που χτυπά. Η Καντάθ Τούς γνώρισε στην ερημιά των πάγων, αλλά ποιος άνθρωπος γνωρίζει τη Καντάθ;

Η παγωμένη έρημος του Νότου και τα βουλιαγμένα νησιά του Ωκεανού έχουνε πέτρες που φέρουνε τη σφραγίδα Τους, αλλά ποιός έχει δει την παγωμένη πόλη ή το σφραγισμένο πύργο που στολίζεται εδώ κι αιώνες με φύκια και πεταλίδες; Ο Μέγας Κθούλου είναι ο ξάδερφός Τους κι ωστόσο μόνο θολά μπορεί να Τους διακρίνει. Ιά! Σουμπ-Νιγκουράθ! Σα δυσωδία θα Τους γνωρίσετε. Το χέρι Τους βρίσκεται στο λαιμό σας, αλλά δεν Τους βλέπετε.

Η Κατοικία Τους είναι μέσα στα διπλοκλειδωμένα σπιτικά σας. Ο Yog-Sothoth είναι το Κλειδί της Πύλης, όπου συναντιούνται πολλές σφαίρες. Ο άνθρωπος κυβερνά τώρα κει που Αυτοί κυβερνούσανε κάποτε. Σύντομα θα κυβερνούν Αυτοί κει που τώρα κυβερνά ο άνθρωπος. Μετά το καλοκαίρι έρχεται ο χειμώνας, μετά το χειμώνα το καλοκαίρι. Περιμένουν υπομονετικοί και σίγουροι, γιατί ξέρουν ότι θα ξανάρθει η Βασιλεία Τους».

Πλην του στίχου αυτό είναι το μοναδικό κείμενο από το «Νεκρονομικόν» που παρουσιάζει ο Λόβκραφτ στο έργο του.

Βιομηχανία πάνω σε ένα βιβλίο που δεν υπάρχει

Παρότι ο συγγραφέας δεν υποστήριξε ποτέ ότι το «Νεκρονομικόν» είναι πραγματικό βιβλίο η μυθολογία τον νίκησε. Ακόμα και σήμερα πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν το «Νεκρονομικόν» όχι μόνο πραγματικό αλλά τη… βίβλο των σατανιστών και της μαύρης μαγείας. Εκατοντάδες κείμενα υπάρχουν στο διαδίκτυο που το παρουσιάζουν όχι μόνο ως ένα υπαρκτό έργο αλλά και ως επικίνδυνο. Επιστολές έχουν φτάσει τόσο στην Ελληνική Εκκλησία όσο και στο Βατικανό που ζητούν να λάβει μέτρα για το «Νεκρονομικόν» ώστε να μην κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία και μολύνει τις ψυχές των ανθρώπων.

Πάνω στον μύθο του βιβλίου στήθηκε μια ολόκληρη επικερδέστατη «βιομηχανία». Έχουν καταγραφεί δεκάδες εκδόσεις που είτε παρουσιάστηκαν ως το ίδιο το «Νεκρονομικόν», είτε ως αποσπάσματα και αναλύσεις του. Μάλιστα κάποιες από αυτές είχε ιδιαίτερη εμπορική επιτυχία και έως σήμερα θεωρούνται πολύτιμες από οπαδούς της σκοτεινής λογοτεχνίας και μαθητευόμενους… μάγους. Στο διαδίκτυο μάλιστα κάποιες από τις παλιές εκδόσεις βιβλίων που αφορούν το «Νεκρονομικόν» πωλούνται σε πολύ υψηλές τιμές. Είναι αρκετοί εκείνοι που είτε δεν πιστεύουν, είτε δεν ενδιαφέρονται για το γεγονός ότι το πιο σατανικό βιβλίο δεν υπήρξε ποτέ.

«Εγώ τα δημιούργησα»

Ως επίλογο κρατάμε τις δηλώσεις του ίδιου του Λόβκραφτ για το «Νεκρονομικόν». «Αναφορικά με αυτά τα τρομερά και απαγορευμένα βιβλία πρέπει να πω ότι τα περισσότερα από αυτά ήταν απολύτως φανταστικά. Δεν υπήρξε ποτέ κανείς Αμπντούλ Αλχαζρέντ ή Νεκρονομικόν. Εγώ δημιούργησα τα ονόματα αυτά. Τα σοβαρά γραμμένα βιβλία για το σκοτεινό, το κακό και το μεταφυσικό στην πραγματικότητα δεν βρίσκουν ανταπόκριση. Είναι πιο διασκεδαστικό να επινοείς μυθικά έργα όπως το Νεκρονομικόν».