Τον Μάιο του 1987, εν μέσω Ψυχρού Πολέμου, ο Ματίας Ρουστ πέτυχε το αδιανόητο. Με ένα μικρό Cessna πέρασε την αεράμυνα της πανίσχυρης Σοβιετικής Ένωσης και προσγειώθηκε στην καρδιά της Μόσχας
«Ήταν ένα όμορφο ανοιξιάτικο απόγευμα.
Ήμουν στο γραφείο μου και εργαζόμουν. Κοίταξα από το παράθυρο. Μου πήρε λίγο χρόνο
να συνειδητοποιήσω τι έβλεπα ακριβώς. Ήταν ένα μικρό αεροπλάνο που έκανε κύκλους
πάνω από την Κόκκινη Πλατεία. Πολύ περίεργο θέαμα για τη Μόσχα όπου δεν υπήρχαν
ιδιωτικές πτήσεις» θυμάται ο Τζον Πάικ, στρατιωτικός αναλυτής στην πρεσβεία των
ΗΠΑ στην ΕΣΣΔ.
Το μικρό μονοκινητήριο Cessna 172 πιλοτάριζε ο μόλις 18 ετών Δυτικογερμανός, Ματίας Ρουστ. Είχε καταφέρει να περάσει απαρατήρητος από την
αεράμυνα της Σοβιετικής Ένωσης και να φτάσει στην καρδιά της Μόσχας, θεωρητικά
μια από τις πιο καλά φυλασσόμενες πόλεις στον πλανήτη.
«Το θυμάμαι σαν να ήταν χθες. Είναι
ζωντανό μέσα μου» λέει ο Ρουστ και τονίζει πως ήταν το πάθος του να συμβάλει
στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου που τον οδήγησε να τολμήσει αυτή την αδιανόητη
πτήση. «Εκείνη την εποχή υπήρχε ένα πραγματικό αίσθημα φόβου. Γνωρίζαμε ότι αν
αυτή η σύγκρουση ξεσπούσε, η Γερμανία θα ήταν στο επίκεντρο. Ο Γκορμπατσόφ και η
πολιτική του μας είχε δώσει ελπίδα. Όταν η σύνοδος του Ρέκιαβικ, τον Οκτώβριο
του 1986, ολοκληρώθηκε χωρίς συμφωνία για μείωση τον εξοπλισμών ήμουν απελπισμένος
και οργισμένος. Είχα εκνευριστεί ιδιαίτερα με τον Ρίγκαν που δεν έβλεπε την ιστορική
ευκαιρία που έχει παρουσιαστεί. Αποφάσισα λοιπόν να κάνω κάτι μεγάλο. Αποφάσισα
να δημιουργήσω αυτή τη νοητή γέφυρα πετώντας ως τη Μόσχα. Αν έφτανα ως εκεί, αν
περνούσα το Σιδηρούν Παραπέτασμα χωρίς να με αναχαιτίσουν θα έδειχνα ότι ο
Γκορμπατσόφ μιλούσε σοβαρά για την αλλαγή που ήθελε στις σχέσεις με τη Δύση.
Πώς θα μπορούσε ο Ρίγκαν να συνεχίσει να μιλάει για Αυτοκρατορία του Κακού αν ένα
μικρό αεροπλάνο έφτασε ως εκεί χωρίς να πάθει κακό; Πήρα λοιπόν την απόφαση και
ετοίμασα μάλιστα και ένα 20σελιδο μανιφέστο για την παγκόσμια ειρήνη το οποίο
σκόπευα να παραδώσω στον Γκορμπατσόφ».
«Ήταν το σωστό
και έπρεπε να το τολμήσω»
Πριν πάρει τη μεγάλη του απόφαση ο
Ρουστ είχε κάνει μαθήματα πτήσης για περίπου δύο χρόνια. Την άνοιξη του 1987 όμως
είχε μόλις 50 ώρες πτήσης ως πιστοποιημένος πιλότος και είχε ολοκληρώσει
ελάχιστα μεγάλα ταξίδια. Ήταν απολύτως άπειρος και ανέτοιμος για την αποστολή
που ετοίμαζε.
«Πίστευα ότι οι πιθανότητες μου να
φτάσω τελικά στη Μόσχα ήταν 50-50. Ήμουν όμως πεπεισμένος ότι έκανα το σωστό
και έπρεπε να το τολμήσω» λέει ο Ρουστ.
Νοίκιασε για τρεις εβδομάδες το
μονοκινητήριο Cessna Skyhawk 172 από την αερολέσχη στην οποία ήταν μέλος.
Το συγκεκριμένο αεροπλάνο ήταν τροποποιημένο ώστε να μπορεί να μεταφέρει περισσότερα
καύσιμα και να διανύσει μεγαλύτερες αποστάσεις. Στις 13 Μαΐου 1987 απογειώθηκε από
ένα μικρό αεροδρόμιο κοντά στο Αμβούργο. «Πρώτος προορισμός μου ήταν το Ρέκιαβικ.
Το αντιμετώπιζα ως δοκιμαστική πτήση. Σκεφτόμουν πως αν καταφέρω να φτάσω ως
εκεί τότε θα είμαι ικανός να πετάξω ως τη Μόσχα. Πήρα μαζί μου ένα σακίδιο με
χάρτες και υλικό για την πτήση, ένα υπνόσακο, λάδι μηχανής, ένα σωσίβιο και ένα
κράνος μοτοσικλετιστή για να με προστατέψει σε περίπτωση ανώμαλης προσγείωσης»
τονίζει.
Μετά από μια πτήση πέντε ωρών πάνω από
τη Βαλτική και τη Βόρεια θάλασσα έφτασε στα νησιά Σέτλαντ. Επόμενος σταθμός του
ήταν τα νησιά Φαρόε και στις 15 Μαΐου έφτασε στο Ρέκιαβικ. Στην ισλανδική πρωτεύουσα
έμεινε για περίπου μια εβδομάδα. «Πήγε στην οικία Χόφντι όπου είχε γίνει η
συνάντηση Ριγκαν-Γκορμπατσόφ. Ήταν κλειδωμένα αλλά ένιωσα την αύρα του μέρους.
Μου έδωσε κίνητρο να συνεχίσω» αναφέρει ο Ρουστ.
Από το Ελσίνκι στη Μόσχα
Στις 22 Μαΐου 1987 απογειώθηκε με προορισμό
το Ελσίνκι. Με κάποιες στάσεις έφτασε στην πρωτεύουσα της Φινλανδίας στις 25 Μαΐου.
«Το βράδυ της 27ης Μαΐου
δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Το πρωί πήγα στο αεροδρόμιο. Γέμισα με καύσιμα το
αεροπλάνο, τσέκαρα τον καιρό και έκανα ένα εναλλακτικό σχέδιο πτήσης για Στοκχόλμη
σε περίπτωση που τελικά δείλιαζα» θυμάται.
Απογειώθηκε από το αεροδρόμιο Μάλμι στις
12:21 το μεσημέρι και αρχικά ακολούθησε πορεία προς τη Στοκχόλμη για να μην
αποκαλυφθεί το σχέδιο του. Κοντά στη φινλανδική πόλη Νούμελα έκανε την κίνηση
του. «Ξαφνικά έστριψα το αεροπλάνο αριστερά προς τη Μόσχα. Δεν ήμουν νευρικός, δεν είχα να αποφασίσω κάτι. Ήταν σαν το
αεροπλάνο να ήταν στον αυτόματο. Έστριψα και κατευθύνθηκα προς τα σύνορα»
τονίζει.
Ο πύργος ελέγχου στο Τάμπερε
(Φιλανδία) τον εντόπισε αλλά δεν κατάφερε να επικοινωνήσει μαζί του. Λανθασμένα
ένα ελικόπτερο ανέφερε ότι είδε συντρίμμια και λάδια στη θάλασσα. Οι Φιλανδοί
θεώρησαν ότι το αεροπλάνο του Ρουστ έπεσε και ξεκίνησαν επιχείρηση διάσωσης.
«Ένα μαχητικό ερχόταν προς το μέρος μου»
Στη Σοβιετική Ένωση το Cessna εντοπίστηκε
πρώτα από ένα ραντάρ στην πόλη Σκρούντα (στη σημερινή Λετονία). Όταν πλησίασε
την ακτή τρεις πυραυλικές μονάδες τέθηκαν σε ετοιμότητα.
Όταν πλέον ο Ρουστ πετούσε πάνω από σοβιετικό
έδαφος δύο μαχητικά απογειώθηκαν από τη βάση Τάπα. Ένας από τους πιλότους
ενημέρωσε ότι πρόκειται για ένα μικρό αεροσκάφος που μοιάζει με το σοβιετικό Yak-12 και προσέθεσε πως θεωρεί ότι δεν αποτελεί
απειλή.
Ο Ρουστ συνέχισε την πορεία του και
πέρασε πλέον σε έναν νέο τομέα. Δύο μαχητικά απογειώθηκαν και πάλι για να ερευνήσουν.
«Ξαφνικά είδα μια μαύρη σκιά στον ουρανό και μετά εξαφανίστηκε. Δευτερόλεπτα
μετά ένα μαχητικό εμφανίστηκε και ερχόταν προς το μέρος μου με τεράστια ταχύτητα.
Πέρασε ακριβώς από πάνω μου με έναν εκκωφαντικό θόρυβο. Θυμάμαι πόσο γρήγορα
χτυπούσε η καρδιά μου. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή αναρωτιόμουν αν θα με καταρρίψουν.
Ένα ΜiG-23 με προσέγγισε από αριστερά και
πετούσε δίπλα μου. Σκέφτηκα πως αφού δεν με έχουν ρίξει ακόμα απλά θέλουν να
τσεκάρουν τι ακριβώς κάνω. Κοιτούσα το μαχητικό αλλά δεν υπήρχε κάποιο σήμα από
τον πιλότο» αναφέρει ο Ρουστ.
Οι Ρώσοι πιλότοι επιχείρησαν να
επικοινωνήσουν μαζί αλλά δεν τα κατάφεραν. Αφού έκαναν δύο γύρους γύρω από το Cessna, στη συνέχεια εξαφανίστηκαν. Είχαν πειστεί ότι ένα μικρό μονοκινητήριο δεν
αποτελούσε απειλή. Όπως αποδείχθηκε αργότερα δεν ενημερώθηκαν τα υψηλά κλιμάκια
της αεροπορίας για την παρουσία του Ρουστ.
Περίπου στις τρεις το απόγευμα ο
νεαρός μπήκε σε περιοχή όπου πραγματοποιούταν στρατιωτική άσκηση. Τα ραντάρ τον
εντόπισαν αλλά οι χειριστές θεώρησαν πως πρόκειται για κάποια εκπαιδευτική
πτήση. Ένας διοικητής έδωσε την εντολή να μπει στο στίγμα η ένδειξη «φιλικό»
και να μην παρθούν μέτρα.
Στις τέσσερις είχε πλησιάσει στα 230
μίλια από τη Μόσχα. Πάλι απογειώθηκαν δύο μαχητικά αλλά λόγω του μικρού ύψους
στο οποίο πετούσε το Cessna δεν
κατάφεραν να το προσεγγίσουν. Περνώντας από μια σειρά από ραντάρ το μονοκινητήριο
συνέχιζε να χαρακτηρίζεται «φιλικό» και δεν σήμαινε συναγερμός.
«Είχα αυτό το αίσθημα της ηρεμίας. Όλα
πήγαιναν σύμφωνα με το πλάνο. Πέρασα το Σιδερένιο Δαχτυλίδι, ένα εξεζητημένο
δίκτυο αεροπορικής άμυνας έξω από τη Μόσχα και στις έξι το απόγευμα έφτασα στα
προάστια της πόλης» τονίζει ο Ρουστ.
Η προσγείωση
Λίγο μετά τις έξι πετούσε πάνω από τη
Μόσχα. Έβγαλε το κράνος του και άρχισε να αναζητά την Κόκκινη Πλατεία. Εντόπισε το
κτίριο του Κρεμλίνου και ετοιμάστηκε για προσγείωση. «Στην αρχή σκέφτηκα ότι
ίσως πρέπει να προσγειωθώ μέσα από το τείχος του Κρεμλίνου αλλά μετά διαπίστωσα
ότι δεν υπήρχε πολύς χώρος και σκέφτηκα την αντίδραση της KGB. Εντός των τειχών λίγοι θα με έβλεπαν. Θα
μπορούσαν λοιπόν απλά να με συλλάβουν και να διαψεύσουν ότι συνέβη κάτι. Έτσι
απέρριψα αυτή τη ιδέα. Από την άλλη στην Κόκκινη Πλατεία είχε αρκετό κόσμο.
Πετώντας είδα μια γέφυρα η οποία οδηγούσε στην πλατεία. Ήταν ένας δρόμος έξι
λωρίδων και είχε ελάχιστη κίνηση. Υπήρχαν καλώδια για τρόλεϊ αλλά εκείνη την
ημέρα τα είχαν βγάλει για συντήρηση. Πήρα θέση για προσγείωση και ξεκίνησα.
Παρατήρησα μπροστά μου ένα αυτοκίνητο και έστριψα λίγο αριστερά για να το αποφύγω.
Καθώς το περνούσαν είδα τον οδηγό, έναν ηλικιωμένο άνδρα, να κοιτάζει και να
μην μπορεί να πιστέψει τι βλέπει. Ήλπιζα να μην πανικοβληθεί, χάσει τον έλεγχο
του αυτοκινήτου και με χτυπήσει» αφηγείται ο Ρουστ.
Προσγείωσε το αεροπλάνο αλλά μια
αλυσίδα τον απέτρεψε να το παρκάρει μέσα στην Κόκκινη Πλατεία. Το άφησε 100
μέτρα από την πλατεία, κοντά στον ναό του Αγίου Βασιλείου. «Έσβησα τη μηχανή
και ανάσανα βαθιά. Θυμάμαι αυτό το αίσθημα της ανακούφισης σαν να είχε φύγει
ένα μεγάλο βάρος από πάνω μου. Κοίταξα το ρολόι στον πύργο του Κρεμλίνου, έδειχνε
18:43. Είχαν περάσει πεντέμισι ώρες από τότε που απογειώθηκα από το Ελσίνκι»
λέει.
Εορταστικό κλίμα
Ο Ρουστ περίμενε ότι θα τον
περικυκλώσουν άμεσα ορδές πρακτόρων και στρατιωτών. Περίμενε δίπλα στο αεροπλάνο.
Ο κόσμος τον κοιτούσε και δεν μπορούσε να καταλάβει τι είχε συμβεί. Όταν
κατάλαβαν ότι δεν ήταν Σοβιετικός η αντίδραση τον εξέπληξε. «Ένα μεγάλο πλήθος
συγκεντρώθηκε γύρω μου. Μου χαμογελούσαν και μου έσφιγγαν το χέρι. Ένας νεαρός
μιλούσε αγγλικά και με ρώτησε από που έρχομαι. Τους είπα ότι έρχομαι από τη Δύση
και θέλω να μιλήσω με τον Γκορμπατσόφ για να του δώσει ένα μήνυμα που θα τον βοηθήσει
να πείσει τους πάντες στη Δύση ότι η στάση του είναι ειλικρινής. Η ατμόσφαιρα
ήταν εορταστική. Μια γυναίκα μου έδωσε ένα κομμάτι ψωμί ως ένδειξη φιλίας»
θυμάται ο Ρουστ.
Μέσα σε αυτό το κλίμα ευφορείας δεν
παρατήρησε τους πράκτορες της KGB που ήδη
είχαν καταφτάσει. Περίπου μια ώρα μετά την προσγείωση δύο φορτηγά με στρατιώτες
σταμάτησαν κοντά στο αεροπλάνο. Απώθησαν τον κόσμο και απομόνωσαν το Cessna.
Τρεις άντρες κατέβηκαν από ένα μαύρο
σεντάν και συστήθηκαν στον Ρουστ. Ο νεαρότερος ήταν διερμηνέας και του ζήτησε
ευγενικά το διαβατήριο ενώ τον ρώτησε αν έχει μαζί του όπλα. Αφού επιθεώρησαν
το αεροπλάνο πήραν τον Ρουστ μαζί τους. Το Cessna μεταφέρθηκε
σε ένα κοντινό αεροδρόμιο και ο νεαρός Γερμανός στη φυλακή Λεφόρτοβο.
«Δεν μπορούσαν να το πιστέψουν»
Οι Σοβιετικοί αδυνατούσαν να πιστέψουν
ότι ένας ιδεαλιστής Δυτικογερμανός κατάφερε, χωρίς βοήθεια, να φτάσει με ένα Cessna ως
το κέντρο της Μόσχας. «Με ρωτούσαν ποιοι κατέστρωσαν το πλάνο. Αν ήξερα ότι η
28η Μαΐου είναι γιορτή στην ΕΣΣΔ. Οι ανακριτές μού έλεγαν ότι η CIA μου
είχε δώσει τους χάρτες. Τελικά κατάλαβαν ότι τίποτα δεν ισχύει. Όταν
διαπίστωσαν ότι κατάφερα να προσγειωθώ γιατί τυχαία εκείνη την ημέρα είχαν
βγάλει για συντήρηση τα καλώδια του τρόλεϊ μου είπαν αυτή την ρωσική παροιμία:
Πρέπει να γεννήθηκες με πουκάμισο».
Στις 23 Ιουνίου 1987 ολοκληρώθηκε η
έρευνα για την υπόθεση. Ο Ρουστ κατηγορήθηκε για παράνομη είσοδο στη χώρα,
παραβιασμό των κανονισμών πτήσεων και χουλιγκανισμό. Καταδικάστηκε σε τέσσερα
χρόνια φυλάκιση στη Λεφόρτοβο.
«Ο χρόνος πέρασε ήσυχα. Μου επέτρεπαν
να δουλεύω στον κήπο και να με επισκέπτονται οι γονείς μου κάθε δύο μήνες. Στις
3 Αυγούστου 1988 με απόφαση του Γκαρμπατσόφ απελευθερώθηκα» αναφέρει ο Ρουστ.
Το ταξίδι του 19χρονου Γερμανού έως
την καρδιά της Σοβιετικής πρωτεύουσας προκάλεσε εκκαθαρίσεις στην αεροπορία της
Ένωσης αλλά έπαιξε και σημαντικό ρόλο σε ψυχολογικό επίπεδο. Από τη μια
αποτέλεσε μεγάλο πλήγμα στη στρατιωτική εικόνα της χώρας και από την άλλη
τραυμάτισε το αφήγημα ότι η Δύση παραμονεύει μόνιμα να διαλύσει την ΕΣΣΔ και
μόνο η άγρυπνη περιφρούρηση το αποτρέπει. Ο Ρουστ έδειξε ότι το σύστημα δεν ήταν σε
καμία περίπτωση άτρωτο και η Δύση θα μπορούσε να διαπεράσει αν το ήθελε.
Δεν πιλοτάρισε ποτέ ξανά
Το Cessna του
Ρουστ πουλήθηκε στην Ιαπωνία και για χρόνια ήταν έκθεμα σε πάρκο αναψυχής. Το
2008 επέστρεψε στη Γερμανία και εκτίθεται σε μουσείο στο Βερολίνο. Ο Ρουστ δεν πιλοτάρισε
ποτέ ξανά αεροπλάνο. Για πολλά χρόνια δεν είχε καταφέρει να βρει ισορροπία στην
ζωή του και μάλιστα είχε μπλεξίματα και με τον νόμο. Ξεπέρασε αυτή τη φάση και εργάζεται ως τραπεζικός σύμβουλος. Όταν τον ρωτούν για το ταξίδι του ως την
Κόκκινη Πλατεία λέει: «Ήταν μια ωραία τρέλα. Χαίρομαι που είχα μια μικρή αλλά
σημαντική συμβολή στο να εξομαλυνθούν οι σχέσεις των δύο υπερδυνάμεων. Για αυτό
που λυπάμαι είναι ότι τελικά δεν κατάφερα ποτέ να συναντήσω τον Γκορμπατσόφ».