Ο Ντέινις Ρέιντερ δολοφόνησε τουλάχιστον δέκα άτομα και αφηγήθηκε με απάνθρωπη ψυχρότητα κάθε έγκλημα του. Όπως θα πει, γι’ αυτόν δεν υπήρχαν πρόσωπα αλλά μόνο αντικείμενα που θα ικανοποιήσουν τις αρρωστημένες φαντασιώσεις του.
Επιχειρώντας
να εξηγήσει τη μεταμόρφωση του σε ψυχρό κατά συρροή δολοφόνο, ο Ντένις Ρέιντερ
λέει: «Είμαι ο ΒΤΚ. Οι φαντασιώσεις μου με έβαλαν σε μπελάδες. Γίνονταν όλο και
πιο ισχυρές. Η μια τροφοδοτούσε την άλλη κι αυτό συνεχιζόταν. Μπήκα τόσο βαθιά
μέσα στις φαντασιώσεις μέχρι που ο Παράγοντας Χ (Factor X), αυτό το τέρας, κυριάρχησε απόλυτα.
Κάποτε νόμιζα ότι είμαι δαιμονισμένος ή ότι έφταιγε ένα χτύπημα στο κεφάλι. Δεν
είναι τίποτα από αυτά.
Διάβαζα για
διαβόητους κατά συρροή δολοφόνους και καθόμουν το βράδυ στο κρεβάτι και
σκεφτόμουν συνέχεια πώς θα το κάνω. Ήταν σαν ένα σόου με φωτογραφίες κι αυτό
εξελίχθηκε. Ήθελα να το υλοποιήσω, να το σκηνοθετήσω και να το ζήσω, όποιο κι
αν ήταν το κόστος και οι συνέπειες. Θα το έκανα με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.
Θα το έκανα σίγουρα».
Ο οικογενειάρχης,
πρόεδρος του τοπικού εκκλησιαστικού συμβουλίου, ηγέτης προσκοπικής ομάδας, ο
οποίος διετέλεσε ακόμα και δημοτικός φύλακας, ήταν παράλληλα ένας διεστραμμένος
κατά συρροή δολοφόνος. Αυτοαποκαλούταν ΒΤΚ από τα αρχικά γράμματα της φρικτής
αλληλουχίας στην οποία επέβαλε τα θύματα του: bind, torture, kill. Ήταν αυτός που έδενε, βασάνιζε και
σκότωνε. Δολοφόνησε τουλάχιστον δέκα άτομα και είναι πιθανό να μην είχε
συλληφθεί έως σήμερα αν δεν εγκλωβιζόταν στην αρρωστημένη του εμμονή με τη
δημοσιότητα.
«Ας λυπηθεί ο Θεός την ψυχή σου»
Από τον
κόσμο των φαντασιώσεων στην πράξη πέρασε για πρώτη φορά στις 15 Ιανουαρίου
1974. Το πρωινό εκείνης της ημέρας μπήκε σε ένα σπίτι στη Γουίτσιτα και
δολοφόνησε μια τετραμελή οικογένεια. Μεταξύ τους ένα 11χρονο κορίτσι και ένα 9χρονο
αγόρι.
«Πλέον είχα
αρχίσει να βγαίνω για κυνήγι, όπως το αποκαλούσα. Είχα περάσει πολλές φορές από
τη συγκεκριμένη γειτονιά και ένιωθα άνετα. Ήξερα τους δρόμους, τα σπίτια, τα
αυτοκίνητα. Κρατούσα σημειώσεις. Είχα δει την Τζούλι Οτέρο περίπου δύο μήνες
πριν. Πήγαινε τα παιδιά στο σχολείο και την ακολούθησα. Επέλεξα την κυρία Οτέρο
και την κόρη της λόγω των φαντασιώσεων μου. Είχα σχεδιάσει στο μυαλό μου τι
ακριβώς θέλω να κάνω.
Ήταν 7-7:30 το
πρωί. Έκοψα το καλώδιο του τηλεφώνου και περίμενα. Σκεφτόμουν αν θα το κάνω
τελικά, όταν το κορίτσι άνοιξε την πίσω πόρτα για να βγάλει τον σκύλο. Μπήκα
μέσα με το όπλο στο χέρι και είδα στην αρχή τον μικρό και μετά τον πατέρα, τον
Τζόσεφ Οτέρο. Μετά εμφανίστηκε και η Τζούλι, η οποία μάλλον ήταν ακόμα στο
κρεβάτι.
Τους είπα
ότι είμαι δραπέτης από την Καλιφόρνια κι ότι χρειάζομαι φαγητό. χρήματα και το
αυτοκίνητο. Τους τόνισα ότι δεν πρόκειται να συμβεί τίποτα κακό. Το έκανα για
να τους κρατήσω ήρεμους. Στην αρχή νόμιζαν ότι είναι κάποια φάρσα. Θυμάμαι τον
Τζόζεφ Οτέρο να με ρωτάει αν με έχει βάλει ο γαμπρός του. Τους είπα ότι δεν είναι
αστείο και τους επανέλαβα ότι δεν θα πάθουν τίποτα. Συνεργάστηκαν πλήρως μαζί
μου.
Αφού ζήτησα
να βγάλουν τον σκύλο έξω τους πήγα στην κρεβατοκάμαρα. Εκεί τους έβαλα να ξαπλώσουν
και τους έδεσα. Άρχισαν να παραπονιούνται ότι είναι πολύ σφιχτά και χαλάρωσε
λίγο τους κόμπους. Ο Τζόσεφ Οτέρο είχε χτυπήσει πρόσφατα στα πλευρά και του
έβαλα ένα μαξιλάρι κάτω από το κεφάλι. Μου έλεγαν για το αυτοκίνητο και για τα
χρήματα ενώ εγώ σκεφτόμουν ότι δεν φοράω μάσκα και με έχουν δει. Αποφάσισα να
προχωρήσω και να τους σκοτώσω όλους.
Ξεκίνησα με
τον Τζόσεφ Οτέρο, έβαλα μια πλαστική σακούλα στο κεφάλι του και την έδεσα με κορδόνι.
Συνέχισα με την κυρία Οτέρο την οποία είχα δέσει πάνω στο κρεβάτι. Δεν είχα
στραγγαλίσει ποτέ μου ξανά και δεν ήξερα πόση πίεση έπρεπε να βάλω και για πόσο
χρόνο. Η Τζόσεφιν ήταν στο κρεβάτι δίπλα στη μητέρα της και ο Τζόι στο πάτωμα. Έβλεπαν
τα πάντα και πανικοβλήθηκαν. Άρχισαν να ουρλιάζουν. Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα
ότι ο Τζόσεφ Οτέρο κινούταν, είχε ανοίξει μια τρύπα στη σακούλα. Αποφάσισα ότι
έπρεπε να… δουλέψω πιο γρήγορα, να ανακτήσω τον έλεγχο.
Η κυρία
Οτέρο είχε χάσει τις αισθήσεις της, εγώ θεωρούσα ότι έχει πεθάνει, και την
άφησα. Στραγγάλισα την Τζόσεφιν κι έβαλα μια σακούλα στο κεφάλι του Τζόι. Γύρισα
στον πατέρα, έδεσα ένα μπλουζάκι στο κεφάλι του και του έβαλα και δεύτερη
σακούλα.
Στη συνέχεια επέστρεψα στην Τζούλι Οτέρο η οποία είχε ανακτήσει τις αισθήσεις της. Μου ζητούσε να μην σκοτώσω τον μικρό. Του έβγαλα τη σακούλα και στράφηκα πάλι στην κυρία Οτέρο. Πλέον είχε καταλάβει ακριβώς τι συνέβαινε και μου είπε: «Ας λυπηθεί ο Θεός την ψυχή σου». Εγώ προχώρησα και την σκότωσα με το κορδόνι.
Στη συνέχεια
πήρα το αγόρι στο δίπλα δωμάτιο όπου του έβαλα ύφασμα και σακούλα στο πρόσωπο
και πέθανε. Όταν γύρισα στην κρεβατοκάμαρα η Τζόσεφιν είχε ξυπνήσει. Την κατέβασα
στο υπόγειο κι εκεί την κρέμασα. Εκεί είχα κάποιες σεξουαλικές φαντασιώσεις.
Ανέβηκα στο
σπίτι, καθάρισα λίγο και πήρα το ρολόι του κυρίου Οτέρο κι ένα ραδιόφωνο. Δεν
ξέρω γιατί το έκανα αυτό. Έφυγε με το αυτοκίνητο τους το οποίο το άφησα σε ένα
πάρκινγκ. Περπάτησα ως το δικό μου αυτοκίνητο και γύρισα στο σπίτι».
Λίγους μήνες
μετά, τον Οκτώβριο του 1974, ο ΒΤΚ πήγε στην δημοσία βιβλιοθήκη της Γουίτσιτα
και έβαλε μέσα σε ένα βιβλίο μηχανικής μια επιστολή στην οποία αφηγούνταν με
λεπτομέρειες τη δολοφονία των Οτέρο.
«Αν είχα το kill-kit μου δεν θα είχε ζήσει»
Στις 4 Απριλίου
1974 ο ΒΤΚ χτύπησε ξανά. Σκότωσε την 21χρονη Κάθριν Ντορίν Μπράιτ και
αποπειράθηκε να δολοφονήσει τον 19χρονο αδελφό της Κέβιν. «Είχα πολλά
διαφορετικά projects, ανθρώπους στην πόλη που παρακολουθούσα. Είχα δει την Κάθριν
Μπράιτ να μπαίνει στο σπίτι της και είχα σκεφτεί πως είναι μια πιθανότητα. Ήταν
μια διαδικασία επιλογής που έκανα. Αν δεν δούλευε προχωρούσα σε κάτι άλλο. Με
την Καθρίν ήμουν στη διαδικασία της παρακολούθησης όταν συνέβη. Εκείνη την
ημέρα μπήκα στο σπίτι από την πίσω πλευρά και περίμενα. Ήρθε με τον Κέβιν, δεν
περίμενα να είναι μαζί της. Κρατούσα το όπλο και τους είπα την ίδια ιστορία,
ότι είμαι δραπέτης από την Καλιφόρνια. Ήθελα να είναι ήρεμοι. Έδεσα πρώτα τον Κέβιν
και μετά την Κάθριν. Σε αντίθεση με τους Οτέρο αυτή τη φορά δεν είχα φέρει μαζί
τα πράγματα μου, το kill-kit μου.
Αν το είχα κάνει η υπόθεση θα είχε πάρει άλλη τροπή. Δεν το λέω για να υπερηφανευτώ
αλλά ο Κέβιν δεν θα είχε ζήσει.
Τον έδεσα
στο πόδι του κρεβατιού και έδεσα την Κάθριν σε άλλο δωμάτιο. Επέστρεψα στον
Κέβιν κι επιχείρησα να τον στραγγαλίσω. Έσπασε όμως τα δεσμά του και πετάχτηκε
πάνω. Τότε τον πυροβόλησα στο κεφάλι. Έπεσε και είδα το αίμα. Σκέφτηκα ότι
πέθανε και πήγε στην Κάθριν. Ξεκίνησα να την πνίγω αλλά αντιστάθηκε, γιατί το
δέσιμο δεν ήταν καλό. Παλέψαμε και όταν τελείωσα νόμιζα ότι είχε τελειώσει.
Επέστρεψα στον Κέβιν και πετάχτηκε πάνω. Παλέψαμε και προσπάθησε να πιάσει το magnum που είχα σε θήκη ώμου πάνω μου. Όμως
εγώ είχα ακόμα το 22άρι μου και τον πυροβόλησα ξανά. Σκέφτηκα ότι αυτή τη φορά
είναι σίγουρα νεκρός. Πήγα πάλι στην Κάθριν. Αντιστάθηκε και ουσιαστικά έχασα
τον έλεγχο. Δεν μπορούσα να την στραγγαλίσω και χρησιμοποίησα το μαχαίρι μου
πάνω της. Την μαχαίρωσα τρεις φορές στο σώμα. Ήταν ένα απόλυτο χάος στο οποίο
δεν είχα τον έλεγχο.
Ενώ η Κάθριν
είχε πέσει κάτω, άκουσα τον Κέβιν να δραπετεύει. Άκουσα την πόρτα να ανοίγει και
σκέφτηκα ότι ήρθε η αστυνομία και όλα τελείωσαν. Πήγα στην πόρτα και είδα τον
Κέβιν να τρέχει στο δρόμο. Καθάρισα στα γρήγορα και πήγα τρέχοντας στο
αυτοκίνητο μου λίγα τετράγωνα μακριά».
Παρά τα
σοβαρά του τραύματα ο Κέβιν Μπράιτς επέζησε. Λόγω του χτυπήματος στο κεφάλι δεν
κατάφερε να περιγράψει τον ΒΤΚ. Ο δολοφόνος δεν φορούσε μάσκα.
«Σκέφτηκα ότι πρέπει να σκοτώσω και τα παιδιά αλλά..»
Πέρασαν τρία
χρόνια για να σκοτώσει ξανά. Ήταν 17 Μαρτίου 1977 όταν δολοφόνησε την 25χρονη Σίρλεϊ
Ρουθ Ρέλφορντ Βιάν. «Αυτό ήταν εντελώς τυχαίο. Υπήρχε ένα άλλος πιθανός στόχος, ένα
άλλο project. Πάρκαρα, περπάτησα στο συγκεκριμένο σπίτι και χτύπησα την
πόρτα. Κανείς όμως δεν απάντησε. Άρχισα να γυρίζω στη γειτονιά, την οποία
γνώριζα σχετικά καλά. Χτύπησα κι άλλη πόρτα αλλά και πάλι δεν άνοιξαν. Σε
κάποια στιγμή είδα ένα μικρό αγόρι, του μίλησα και το ακολούθησα. Χτύπησα την πόρτα στο σπίτι που είχε μπει το
αγόρι. Μου άνοιξε μια κοπέλα και της είπα ότι είμαι ιδιωτικός ερευνητής και της
έδειξα μια φωτογραφία. Ενώ την κοιτούσε έβγαλα το magnum, την απείλησα και μπήκα στο σπίτι. Εκεί
υπήρχαν τρία ανήλικα παιδιά. Είπα στην κοπέλα ότι αντιμετωπίζω κάποιο πρόβλημα
με σεξουαλικές φαντασιώσεις. Της εξήγησα ότι θα την δέσω και θα δέσω και τα
παιδιά, αν συνεργαστεί μαζί μου δεν θα πάθουν κακό. Ήταν πολύ νευρική και
κάπνιζε. Πήγαμε στο πίσω μέρος του σπιτιού και της είπα ότι το έχω κάνει ξανά
αυτό. Στην κρεβατοκάμαρα της έδεσα τα παιδιά τα οποία φώναζαν. Είπα στην κοπέλα
ότι έτσι δεν πρόκειται να δουλέψει. Με βοήθησε να τα πάμε στο μπάνιο. Τα
αφήσαμε εκεί με παιχνίδια και κουβέρτες. Έδεσα την πόρτα για να μην βγουν και
έκλεισα την δεύτερη μετακινώντας ένα κρεβάτι.
Ξεκίνησα να
την δένω αλλά ήταν άρρωστη και έκανε εμετό. Της έφερα ένα ποτήρι νερό και την
ηρέμησα. Μετά όμως προχώρησα στο δέσιμο. Της έβαλα μια πλαστική σακούλα στο
κεφάλι και την στραγγάλισα με το υπόλοιπο του σχοινιού με το οποίο είχα δέσει
τα πόδια της στο κρεβάτι. Τα παιδιά ούρλιαζαν και χτυπούσαν την πόρτα. Σκέφτηκα
ότι θα πρέπει να τα σκοτώσω καθώς με είχαν δει. Χτύπησε όμως το τηλέφωνο και είχαν
πει ότι θα περνούσαν κάποιοι γείτονες. Μάζεψα γρήγορα τα πράγματα μου στη
βαλίτσα που είχα μαζί μου και έφυγα. Η βαλίτσα είναι αυτό που αποκαλούσα kill-kit, είχε ότι χρειαζόμουν για να υλοποιήσω
τα project
μου. Σακούλες, ταινίες,
σχοινί, μαχαίρι». Τα παιδιά είχαν δει τον ΒΤΚ αλλά δεν κατάφεραν να δώσουν μια
περιγραφή που θα βοηθούσε τις αρχές.
Το τέλειο χτύπημα…
Λίγους μήνες
μετά, στις 8 Δεκεμβρίου 1977 ο δολοφόνος σκότωσε την 25χρονη Νάνσι Τζο Φοξ. «Ήταν
ένα από τα project μου.
Την είχα δει να μπαίνει στο σπίτι της καθώς γύριζα στη γειτονιά ένα βράδυ. Την έβαλα
στη λίστα με τα πιθανά θύματα. Αν διαβάσετε για τους κατά συρροή δολοφόνους είναι
φάσεις που περνούν. Αρχικά τριγυρίζουν σε κάποιες περιοχές και μόλις κλειδώσουν
σε κάποιο άτομο το παρακολουθούν. Είναι μια διαδικασία που μπορεί να κρατήσει
μήνες ή ακόμα και χρόνια. Με την Νάνσι Φοξ έκανα προεργασία. Κοίταξα την
αλληλογραφία κι έμαθα το όνομα της. Πέρασα ακόμα και από τη δουλειά της. Όσο
περισσότερο γνώριζα ένα άτομο, τόσο πιο άνετα ένιωθα. Μετά επέλεξα μια νύχτα
και δούλεψε. Πήγα περπατώντας στο σπίτι της και χτύπησα την πόρτα. Ήθελα να σιγουρευτώ
ότι δεν είναι κανείς μέσα καθώς γνώριζα πότε επιστρέφει. Δεν έλαβα απάντηση και
πήγα στην πίσω πλευρά του σπιτιού. Έκοψα το τηλεφωνικό καλώδιο και μπήκα στο
σπίτι. Την περίμενα στην κουζίνα. Όταν ήρθε της είπα ότι έχω σεξουαλικό πρόβλημα
και πρέπει να την δέσω και να κάνω σεξ μαζί της. Αναστατώθηκε, μιλήσαμε για
λίγο, κάπνισε. Τελικά μου είπε: Ας τελειώνουμε για να καλέσω μετά την
αστυνομία.
Μου ζήτησε
να πάει στο μπάνιο και της το επέτρεψα αλλά τόνισα ότι όταν επιστρέψει πρέπει
να έχει γδυθεί. Όταν επέστρεψε της έβαλα χειροπέδες και την ξάπλωσα στο
κρεβάτι. Έδεσα τα πόδια της στο κρεβάτι και ανέβηκα από πάνω της. Ήμουν κι εγώ
σχεδόν γυμνός. Πήρα τη ζώνη μου και την στραγγάλισα. Στη συνέχεια έβγαλα τις χειροπέδες
και το σχοινί και την έδεσα με καλσόν σε λαιμό, χέρια και πόδια. Βλέποντας την έτσι
αυνανίστηκα. Ντύθηκα, πήρα μαζί μου κάποια αντικείμενα της κι έφυγα. Ξέχασα όμως
τα γυαλιά μου.
Ήταν αυτό που
αποκαλώ το τέλειο, το τέλειο χτύπημα. Συνεργάστηκε και δεν αντιστάθηκε. Είχα
τον απόλυτο έλεγχο πάνω της για αυτό ήταν μια από τις περισσότερο ικανοποιητικές
δολοφονίες μου».
Ο ΒΤΚ
αποκάλυψε ότι πριν σκοτώσει την Νάνσι Φοξ της αποκάλυψε ότι αυτός ήταν ο υπεύθυνος
για τη δολοφονία των Οτέρο. Την επόμενη μέρα πήρε από τηλεφωνικό θάλαμο την
αστυνομία και τους ενημέρωσε για τη δολοφονία της 25χρονης. «Ήταν μια παρόρμηση
και κάτι πραγματικά χαζό να κάνεις. Τους έδωσα έτσι τη φωνή μου» λέει ο ΒΤΚ.
Στις 10 Φεβρουαρίου
1978 έστειλε επιστολή στο τηλεοπτικό σταθμό ΚΑΚΕ της Γουίτσιτα. Εκεί πρότεινε
μια σειρά ονομάτων για τον εαυτό του, μεταξύ των οποίων και το ΒΤΚ. Παράλληλα
απαιτούσε προσοχή από τα ΜΜΕ. «Πόσους πρέπει να σκοτώσω πριν αποκτήσω ένα όνομα
στις εφημερίδες ή κάποια πανεθνική προσοχή;» αναρωτιόταν. Το γράμμα περιείχε
ένα ποίημα με τον τίτλο «Oh! Death to Nancy» και αναφερόταν στη δολοφονία της Νάνσι
Φοξ. Ανέφερε ότι τον οδηγεί ο Factor X, ένα παράγοντας που οδηγούσε
διάσημους κατά συρροή δολοφόνους όπως ο Τζακ ο Αντεροβγάλτης ή ο Γιος του Σαμ.
Τέλος ζήτησε από την αστυνομία να του στείλει ένα κρυφό μήνυμα. Οι αρχές το
έκαναν μέσω του σταθμού ΚΑΚΕ. Στο βραδινό δελτίο ειδήσεων φάνηκε για λίγο στην οθόνη
το μήνυμα «Now call the chief» μαζί με ένα σχέδιο των γυαλιών που είχαν βρεθεί στο σπίτι της Νάνσι Φοξ. Ο ΒΤΚ
δεν απάντησε.
«Μετέφερα το πτώμα στην εκκλησία και έβγαλα φωτογραφίες»
Ο δολοφόνος
συνέχισε να περιφέρεται και να παρακολουθεί αλλά θα περνούσαν οκτώ χρόνια για
να σκοτώσει ξανά ή τουλάχιστον αυτό είναι γνωστό ως σήμερα. Στις 27 Απριλίου 1985
δολοφόνησε την 53χρονη Μαρίν Χέντζ. «Την είχα επιλέξει και είχα ακολουθήσει όλες
τις φάσεις. Ζούσε κοντά σε εμένα και μπορούσα να τη βλέπω να έρχεται και να φεύγει.
Κάποιες φορές συναντιόμασταν και χαιρετούσαμε ο ένας τον άλλο. Τη συγκεκριμένη
μέρα πήγα με ταξί κοντά στο σπίτι της. Του είπα ότι έχω πιει μπίρα και ζήτησα
να με αφήσει να περπατήσω λίγο. Είχα μαζί το kill-kit μου. Είδα το αυτοκίνητο της παρκαρισμένο
και μπήκα με μεγάλη προσοχή στο σπίτι. Έψαξα και δεν ήταν εκεί. Άκουσα ξαφνικά
την πόρτα και κρύφτηκα σε μια από τις κρεβατοκάμαρες. Ήρθε μαζί με έναν άντρα ο
οποίος έμεινε για περίπου μια ώρα. Όταν έφυγε περίμενα για κάποιες ώρες μέχρι
να πέσει για ύπνο. Άνοιξα το φως του μπάνιου και πήγα στην κρεβατοκάμαρα της.
Όταν με αντιλήφθηκε, ούρλιαξε. Έπεσα πάνω της και την στραγγάλισα με τα χέρια
μου. Ήμουν βυθισμένος σε αυτή τη σεξουαλική φαντασίωση οπότε την έγδυσα, μάλλον
πρέπει να την έδεσα κιόλας. Την τύλιξα με μια κουβέρτα και την έβαλα στο πορτ-παγκάζ
του αυτοκινήτου της. Οδήγησα μέχρι την Εκκλησία Christ Lutheran, στην οποία
ήμουν ο πρόεδρος του συμβουλίου, κι εκεί έβγαλα με polaroid φωτογραφίες του σώματος της σε
διάφορα είδη bondage (δεσίματος). Στη συνέχεια την έβαλα πάλι στο αυτοκίνητο και την άφησα σε
κάποια ερημική τοποθεσία». Το πτώμα της Μαρίν Χέτζ βρέθηκε στις 5 Μαΐου 1985.
«Είχα κλειδώσει πάνω της»
Στις 26
Σεπτεμβρίου 1986 ο ΒΤΚ δολοφονεί την 28χρονη Βίκι Λιν Γουέγκερλε. «Η Βίκι ήταν
πιθανό θύμα, είχα κλειδώσει πάνω σε αυτή. Αποφάσισα να το κάνω εκείνη την
ημέρα. Έφτασα στο σπίτι της περίπου το μεσημέρι με το δικό μου αυτοκίνητο. Πρώτα
πήγα στα δίπλα σπίτια για να δω τι γίνεται. Τελικά προσέγγισα το σπίτι της Βίκι
κι άκουσα μουσική από πιάνο. Προσποιήθηκα τον υπάλληλο τηλεφωνικής εταιρίας για
να μπω μέσα. Φορούσα αυτό που αποκαλώ hit-clothes, τα ρούχα που είχα μόνο για τις επιθέσεις.
Μετά τα ξεφορτωνόμουν.
Με άφησε να
μπω και προσποιήθηκα ότι κοιτάζω το τηλέφωνο. Όταν κοιτούσε αλλού, έβγαλα το
πιστόλι και της είπα να έρθει μαζί μου στην κρεβατοκάμαρα. Της είπα ότι πρέπει
να την δέσω. Νομίζω ότι χρησιμοποίησα κάτι που υπήρχε στο δωμάτιο γι’ αυτό
κατάφερε να λυθεί και ξεκίνησε μια πάλη. Κράτησε για αρκετή ώρα. Τελικά κατάφερα
να την υποτάξω και την έπνιξα με ένα καλσόν. Νόμιζα ότι ήταν νεκρή.
Έφτιαξα όπως
ήθελα τα ρούχα της και έβγαλα τρεις φωτογραφίες. Μετά άκουσα θόρυβο και σκυλιά
να γαβγίζουν. Έφυγα πολύ γρήγορα».
Κάποιος
γείτονας είχε καλέσει την αστυνομία. Όταν οι αρχές έφτασαν η Βικι ανέπνεε
ακόμα. Προσπάθησαν να την κρατήσουν στην ζωή αλλά δεν τα κατάφεραν. Έγινε έτσι
το 9ο θύμα του ΒΤΚ.
Το τελευταίο έγκλημα
Την 19η
Ιανουαρίου 1991 ο ΒΤΚ σκότωσε το τελευταίο, κατ’ ομολογία του, θύμα. Ήταν
η 62χρονη Ντολόρες Εϊρλίν Ντέιβις. «Άλλαξα τα ρούχα μου, πάρκαρα και πήρα το kill-kit μου. Είχε πολύ κρύο εκείνο το βράδυ
και σκεφτόμουν αν πρέπει να το κάνω. Είχα κάνει όμως προεργασία, ήξερα το σπίτι
και το θύμα ήταν μέσα στο σπίτι. Αποφάσισα να το κάνω. Έσπασα με έναν τσιμεντόλιθο
την γυάλινη πόρτα και μπήκα. Από τον θόρυβο πετάχτηκε από την κρεβατοκάμαρα. Της
είπα την ιστορία με τον δραπέτη και της έβαλα χειροπέδες. Μιλήσαμε λίγο για να
την ηρεμήσω και προσποιήθηκα ότι ψάχνω για φαγητό. Έβγαλα τις χειροπέδες, την
έδεσα με σχοινί και μετά την στραγγάλισα με καλσόν. Πήρα προσωπικά αντικείμενα της
μαζί μου. Σε όσα σπίτια δεν πήρα αντικείμενα ήταν είτε επειδή βιαζόμουν, είτε
επειδή είχα μπερδευτεί.
Τύλιξα το
σώμα της σε μια κουβέρτα και το έβαλα στο πορτ-μπαγκάζ του αυτοκινήτου της. Ξεκίνησα
αλλά στη διαδρομή κατάλαβα ότι είχα χάσει ένα από τα όπλα μου. Γύρισα στο σπίτι
και το βρήκα. Μπήκα ξανά στο αυτοκίνητο κι έριξα το πτώμα κάτω από μια γέφυρα».
Ο ΒΤΚ αποσύρεται
Το έγκλημα του 1991 ήταν το τελευταίο με το οποίο έχει συνδεθεί ο ΒΤΚ και το τελευταίο που έχει ομολογήσει. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι σταμάτησε τις επιθέσεις γιατί πλέον δεν ένιωθε ότι είναι σωματικά σε θέση να τις ολοκληρώσει. «Ο ΒΤΚ αποσύρθηκε. Θα εξαφανιζόταν από το πρόσωπο της Γης. Σωματικά πλέον δεν ένιωθα ότι μπορούσα να παλέψω με κάποιον και αυτό θα ήταν αναγκαίο. Ίσως σιγά σιγά άρχισε να ηρεμεί κάτι μέσα μου» λέει. To 1991 είναι και η χρονιά που πιάνει δουλειά ως δημοτικός φύλακας σε πάρκο. Κάνει μάλιστα και δηλώσεις σε τοπικό κανάλι (φωτό-πάνω) για τα καθήκοντα του. Γίνονται καταγγελίες εναντίον του για κακή συμπεριφορά. «Του αρέσει να κάνει bulling και να τρομοκρατεί τον κόσμο. Έχει εμμονή με τον έλεγχο» αναφέρουν κάποιοι αλλά δεν δίνεται ιδιαίτερη σημασία.
Για δεκαετίες ο ΒΤΚ δεν εντοπίστηκε. Όταν τον ρωτούν γιατί θεωρεί ότι έμεινε ασύλληπτος για δεκαετίες θα πει: «Νομίζω ότι ήμουν τυχερός. Ένας πολύ τυχερός τύπος. Υπήρξαν κάποιες φορές που έφτασα κοντά στη σύλληψη αλλά είχα την τύχη με το μέρος μου. Από την άλλη και η αστυνομία της περιοχής δεν ήταν τόσο οξυδερκής. Προσπαθούσαν για δεκαετίες αλλά δεν τα κατάφεραν. Πίστευα ότι ποτέ δεν θα με πιάσουν. Αυτός ο τύπος δεν θα πιανόταν ποτέ. Σίγουρα όχι. Δεν ήθελα να με πιάσουν».
Η παγίδα της δημοσιότητας
Ενώ ο Ντένις
Ρέιντερ ζούσε την οικογενειακή ζωή του ένα άρθρο το 2004 έφερε ξανά στην
επιφάνεια τον ΒΤΚ. Η εφημερίδα Wichita Eagle δημοσίευσε ένα αφιέρωμα στον δολοφόνο
που έκανε τους πρώτους του φόνους 30 χρόνια πριν. «Αυτό με ταρακούνησε. Πάντα
σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να φέρω ξανά αυτό το πράγμα στην επιφάνεια αλλά δεν
ήμουν σίγουρος. Ήμουν και σε μια φάση όπου τα παιδιά είχαν φύγει από το σπίτι
κι ένιωθα όχι ακριβώς να βαριέμαι, αλλά σαν να ξεθωριάζω. Είχα διαβάσει κι ένα
βιβλίο που είχαν γράψει για εμένα και τελικά αποφάσισα ότι πρέπει να πω την
ιστορία με τους δικούς μου όρους. Είχαν τις δολοφονίες αλλά δεν ήξεραν πως
κινούμουν, πώς δούλευα. Τα projects, πώς επέλεγα τα θύματα. Θα μπορούσα
να τους δείξω με φωτογραφίες, κρυπτόλεξα και παίζοντας παιχνίδια μαζί τους» θα
πει και θα παραδεχτεί: «Είναι η αλήθεια ότι όταν άκουγα ή διάβαζα για την
υπόθεση μου με ενθουσίαζε».
Τον Μάρτιο
του 2004 φτάνει στα γραφεία της «Wichita Eagle» μια επιστολή από τον Bill Thomas Killman (BTK). Περίεχε φωτογραφίες από τη
δολοφονία της Βίκι Γουέγκερλε και αντίγραφο του διπλώματος της, το οποίο είχε
πάρει μαζί του ο ΒΤΚ. Τον Μάιο της ίδια χρονιάς ο ΒΤΚ στέλνει επιστολή και στον
τηλεοπτικό σταθμό ΚΑΚΕ. Στις 9 Ιουνίου αφήνει πακέτο σε ένα φανάρι στη
Γουίτσιτα. Περιέχει λεπτομερή αφήγηση του φόνου των Οτέρο, ένα σκίτσο και
προτάσεις για τους τίτλους που πρέπει να έχουν τα βιβλία που θα γραφτούν γι’
αυτόν.
Οι επιστολές
και τα πακέτα συνεχίζονται. Τον Δεκέμβριο του 2004 στέλνει στην αστυνομία της Γουίτσιτα
το δίπλωμα της Νάντσι Φοξ και μια κούκλα δεμένα σε πόδια και χέρια και με μια
πλαστική σακούλα στο κεφάλι. Τον Ιανουάριο του 2005, μετά από μια αποτυχημένη
του προσπάθεια να αφήσει ένα νέο πακέτο, η αστυνομία εντοπίζει τη σιλουέτα του
και το αυτοκίνητο του. Λίγο μετά ο ΒΤΚ στέλνει μήνυμα και ζητά από την
αστυνομία να του απαντήσει ειλικρινά αν μπορούν να τον εντοπίσουν αν στείλει μήνυμα
με δισκέτα. Οι αρχές απαντούν αρνητικά μέσω δημοσίευσης σε εφημερίδα. «Πίστευα
ότι μου λένε την αλήθεια γιατί θεωρούσα ότι θα ήθελαν από εμένα να ολοκληρώσω
την ιστορία» θα πει ο ΒΤΚ.
Στις 16
Φεβρουαρίου 2005 στέλνει μια μωβ δισκέτα (φωτό πάνω) σε ραδιοφωνικό σταθμό. Οι ειδικοί φτάνουν
στον υπολογιστή που δημιουργήθηκε το αρχείο. Βρίσκεται στην εκκλησία Lutheran Church και η τελευταία τροποποίηση έχει γίνει
από τον χρήστη «Ντένις». Ήταν ο πρόεδρος του εκκλησιαστικού συμβουλίου, Ντένις Ρέιντερ.
Η αστυνομία παίρνει δείγμα DNA από την κόρη του Ρέιντερ και οι αναλύσεις δείχνουν «οικογενειακή
ταύτιση» με τον ΒΤΚ. Στις 25 Φεβρουαρίου 2005 ο δολοφόνος συλλαμβάνεται. Ένας αστυνομικός
των ρωτά: «Κύριε Ρέιντερ γνωρίζετε γιατί σας συλλαμβάνουμε;»
«Ω, έχω τις υποψίες
μου» του απαντά».
Ο Ντένις Ρέιντερ ομολόγησε με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες τα εγκλήματα του και καταδικάστηκε σε δέκα φορές ισόβια με ελάχιστη ποινή φυλάκισης 195 ετών. Πλέον είναι 79 ετών και κρατείται στη φυλακή Ελ Ντοράντο στο Κάνσας.
«Υπάρχουν πολλοί τυχεροί άνθρωποι εκεί έξω»
Ο ΒΤΚ έχει
παραδεχτεί ότι είχε στη λίστα θυμάτων του πάρα πολλά ονόματα. «Τα project ήταν αριθμημένα και πάρα πολλά.
Αναγκαζόμουν όμως να εγκαταλείψω κάποια από αυτά. Άλλα απλά δεν έφτασαν ως το
τέλος» θα πει. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα η 63χρονη Άννα Γουίλιαμς. «Το 1979
είχα εμμονή με την Άννα Γουίλιαμς. Μπήκα στο σπίτι της και την περίμενα για
ώρες. Είχε επισκεφθεί κάποιους φίλους. Δεν επέστρεψε και έφυγα. Ήμουν έξω φρενών»
θα πει. Σε επιστολή που θα στείλει στον τηλεοπτικό σταθμό ΚΑΚΕ θα εσωκλείσει κι
ένα ποίημα που ολοκληρωνόταν με τον στίχο «Oh, Anna why didn’t u appear?»(Ω Άννα γιατί δεν εμφανίστηκες;).
Μιλώντας σε
ψυχολόγο, μετά την σύλληψη του, θα παραδεχθεί ότι πολλές φορές κάποια πιθανά
θύματα του τη γλίτωσαν από καθαρή τύχη. «Υπάρχουν πολλοί τυχεροί άνθρωποι εκεί
έξω. Δεν γύρισαν σπίτι ενώ ήμουν εκεί ή για κάποιο λόγο τελικά δεν πήγα.
Υπάρχουν πάρα πολλοί τυχεροί άνθρωποι. Αν ήταν επιτυχημένα τα project μου τα θύματα θα ήταν περισσότερα» τονίζει.
Επίλογος
Μιλώντας σε ψυχολόγο
στην φυλακή ο Ρέιντερ εξήγησε τι οδηγούσε τον ΒΤΚ στο φόνο. Πώς αντιμετώπιζε τα
θύματα του και τι τον ενθουσίαζε.
«Έπρεπε να
έχω τον έλεγχο κάτι που μου προσέφερε το δέσιμο. Το θύμα μου έπρεπε να είναι
δεμένα σφιχτά. Κάπου στην πορεία για να ανακουφιστώ από τις σεξουαλικές μου φαντασιώσεις
έπρεπε να σκοτώσω. Δεν ήταν τόσο το πρόσωπο όσο το… όνειρο. Ξέρω ότι δεν είναι
όμορφο που το λέω αλλά για εμένα τα πρόσωπα ήταν αντικείμενα. Είναι απλά
αντικείμενα, έτσι πάει. Έχω μεγαλύτερη ικανοποίηση στο χτίσιμο πριν τη
δολοφονία και μετά από αυτή. Όχι τη στιγμή που την κάνω. Είναι κάτι που δεν
μπορώ να σταματήσω, με ελέγχει, με οδηγεί. Αναλαμβάνει τον έλεγχο και με
μεταμορφώνει. Δεν ξέρω τι είναι» θα πει.
Ο Ντένις
Ρέιντερ ομολόγησε ότι πριν συλληφθεί σχεδίαζε να σκοτώσει ξανά και παρακολουθούσε
ήδη για αρκετό καιρό το πιθανό θύμα του. Οι αρχές συνδέουν τον ΒΤΚ και με άλλα
εγκλήματα και θεωρούν ότι τα θύματα του δεν είναι μόνο δέκα.