Μια εντυπωσιακή ανακάλυψη που κρυβόταν 700 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας αποκαλύπτει πολλά μυστικά για το πώς ξεκίνησε η ζωή στον πλανήτη μας
Για αιώνες οι κυνηγοί του μυστηρίου αναζητούν την Χαμένη Ατλαντίδα στα βάθη ωκεανών. Σε μια πιο ρεαλιστική αναζήτηση όμως οι επιστήμονες ανακάλυψαν μια άλλη… χαμένη πόλη στα βάθη του Ατλαντικού. Πρόκειται για την αρχαιότερη υδροθερμική περιοχή στον ωκεανό, μια απόκοσμη τοποθεσία η οποία μας αποκαλύπτει το πως ξεκίνησε η ζωή στη Γη.
Το Lost City Hydrothermal Field,
γνωστό απλώς και ως Lost City
(Χαμένη Πόλη), στην πραγματικότητα δεν αποτελεί μια βυθισμένη πόλη αλλά είναι
ένα απέραντο πεδίο ορυκτών πύργων, το αρχαιότερο γνωστό υδροθερμικό σύστημα
στον ωκεανό.
Ο «στοιχειωμένος» υποθαλάσσιος κόσμος του Lost City βρίσκεται
σε βάθος άνω των 700 μέτρων στις πλαγιές ενός υποθαλάσσιου όρους, δυτικά του
άξονα του Μεσοατλαντικού Ρήγματος, νότια των Αζορών και ανακαλύφθηκε το 2000. Οι
επιστήμονες υπολογίζουν ότι υπάρχει εδώ και 120.000 χρόνια, καθιστώντας το μακροβιότερο
πεδίο υδροθερμικών εκπομπών που έχει ανακαλυφθεί, μεταφέροντας στους ωκεανούς
αέρια όπως υδρογόνο, μεθάνιο και άλλα διαλυμένα αέρια.
Οι επιστήμονες πιστεύουν πως οι ακραίες συνθήκες του
μοιάζουν με εκείνες της πρώιμης Γης και προσφέρουν στοιχεία για το πώς
εμφανίστηκαν και πώς έμοιαζαν οι πρώτες μορφές ζωής στον πλανήτη μας.
Αν και τα περισσότερα υδροθερμικά πεδία τροφοδοτούνται από
την ηφαιστειακή θερμότητα, το Lost City
από την πλευρά του τροφοδοτείται από τη χημική ενέργεια του μανδύα της Γης. Οι
τεράστιοι ασβεστολιθικοί πύργοι – κάποιοι φτάνουν τα 60 μέτρα ύψος –
σχηματίζονται μέσω της σερπεντινοποίησης, δηλαδή της αντίδρασης θαλασσινού
νερού με τα καυτά πετρώματα του κέντρου της γης που βρίσκονται κάτω από τον
βυθό της θάλασσας.
Τα άλλα υποθαλάσσια ηφαιστειακά πεδίο θεωρούνται ο πιθανός
πρώτος βιότοπος του πλανήτη μας και παράγουν κυρίως ορυκτά πλούσια σε σίδηρο
και θείο. Οι «καμινάδες» του Lost City από την άλλη παράγουν έως και 100 φορές περισσότερο υδρογόνο
και μεθάνιο.
Από τους αεραγωγούς εκπέμπονται θερμά, αλκαλικά υγρά με
θερμοκρασίες έως 90°C,
τα οποία υποστηρίζουν μικροβιακή ζωή που δεν χρειάζεται ήλιο ή οξυγόνο. Τα
μικρόβια χρησιμοποιούν μεθάνιο και υδρογόνο ως μοναδική πηγή ενέργειας. Στις
εξωτερικές επιφάνειες των «καμινάδων» εντοπίζονται λίγα ακόμα είδη, όπως
γαρίδες, σαλιγκάρια, αχινοί και χέλια. Παρά την ακραία φύση του περιβάλλοντος,
φαίνεται να σφύζει από ζωή και οι ερευνητές πιστεύουν ότι αξίζει την προσοχή
και την προστασία μας.
Φυσικά εργαστήρια της αρχέγονης ζωής
Οι επιστήμονες κατάφεραν πρόσφατα να συλλέξουν δείγμα
μανδυακού πετρώματος από έναν πυρήνα στο σημείο μήκους 1.268 μέτρων που
βρίσκεται στο σημείο. Οι χημικές αντιδράσεις που παράγουν οι υδρογονάνθρακες
χωρίς την επίδραση του ηλιακού φωτός ίσως καθρεφτίζουν τον τρόπο που
δημιουργήθηκε η ζωή πριν δισεκατομμύρια χρόνια.
Ενώ άλλα υδροθερμικά πεδία όπως αυτό πιθανότατα υπάρχουν και
αλλού στους ωκεανούς του κόσμου, αυτό είναι το μόνο που έχουν καταφέρει να
βρουν και να δουν μέχρι στιγμής οι επιστήμονες με τα τηλεχειριζόμενα οχήματά
τους.
Οι υδρογονάνθρακες που παράγονται από τις ρωγμές του Lost City δεν σχηματίστηκαν από το
ατμοσφαιρικό διοξείδιο του άνθρακα ή το ηλιακό φως, αλλά από χημικές
αντιδράσεις στον βαθύ πυθμένα της θάλασσας. Επειδή οι υδρογονάνθρακες είναι τα
δομικά στοιχεία της ζωής, αυτό αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο η ζωή να προήλθε
από ένα βιότοπο όπως αυτό. Και όχι μόνο στον δικό μας πλανήτη.
Ο μικροβιολόγος Γουίλιαμ Μπράζελτον ανέφερε στο Smithsonian: «Αυτό το
οικοσύστημα θα μπορούσε να υπάρχει αυτή τη στιγμή στον Εγκέλαδο ή την Ευρώπη -
δορυφόροι του Κρόνου και του Δία, με υπόγειους ωκεανούς. Και ίσως στον Άρη στο
παρελθόν».
Δυσοίωνο μέλλον
Παρόλο που το ίδιο το Lost City δεν περιέχει εκμεταλλεύσιμα μέταλλα, το 2017 η Διεθνής Αρχή
Θαλάσσιου Πυθμένα (ISA)
έδωσε στην Πολωνία άδεια 15ετούς εξερεύνησης γύρω από την περιοχή καθώς κοντινά
πεδία μπορεί να περιέχουν πολυμεταλλικά θειούχα κοιτάσματα, τα οποία είναι
πιθανό να προσελκύουν την εξορυκτική
βιομηχανία. Ωστόσο, υπάρχουν φόβοι ότι η εξόρυξη κοντά σε υδροθερμικά πεδία
μπορεί να προκαλέσει ρύπανση, διαταράσσοντας ανεπανόρθωτα το οικοσύστημα ακόμα
κι αν το ίδιο το Lost City
δεν αγγιχτεί.
Η Σύμβαση για τη Βιολογική Ποικιλότητα έχει χαρακτηρίσει το Lost City ως Οικολογικά ή
Βιολογικά Σημαντική Θαλάσσια Περιοχή (EBSA). Ο χαρακτηρισμός αυτός παρότι δεν προσφέρει νομική
προστασία, ενισχύει τη διεκδίκηση μέτρων προστασίας. Η UNESCO εξετάζει το ενδεχόμενο ένταξης
του στον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Οι επιστήμονες
προειδοποιούν: Αν διαταραχθεί, ίσως δεν ανακάμψει ποτέ – και θα χαθεί ένα
ζωντανό παράδειγμα για το πώς ξεκίνησε η ζωή στη Γη.