Ο νεογέννητος Θαντέους Ντάνιελ Πιρς γεννήθηκε ως το... γηραιότερο μωρό στον κόσμο!
Η 35χρονη Λίντσεϊ και ο 34χρονος Τιμ Πιρς στις 26 Ιουλίου υποδέχθηκαν το πρώτο τους παιδί: τον Θαντέους Ντάνιελ Πιρς. Η γέννηση του μικρού Θαντέους έμοιαζε με όλες τις υπόλοιπες εκτός από μια μικρή λεπτομέρεια: το έμβρυο (σημ. το γονιμοποιημένο από το σπερματοζωάριο ωάριο) από το οποίο ξεκίνησε η δημιουργία του ήταν ηλικίας 31 ετών μιας και είχε καταψυχθεί το 1994!
Πρόκειται για ένα νέο ρεκόρ καθώς για πρώτη φορά χρησιμοποιείται
έμβρυο που έχει καταψυχθεί πριν από τόσα χρόνια, για να γονιμοποιηθεί επιτυχώς
και να καταλήξει σε εγκυμοσύνη και ολοκληρωμένη κύηση. Το προηγούμενο ρεκόρ
άνηκε σε δίδυμα, τα οποία γεννήθηκαν το 2022 από έμβρυα που είχαν καταψυχθεί το
1992.
Σύμφωνα με την έκθεση του MIT Technology Review, οι γονείς
του Θαντέους από το Λονδίνο του Οχάιο, αποφάσισαν να προχωρήσουν σε υιοθεσία
εμβρύου μέσω εξωσωματικής γονιμοποίησης. Αυτό σημαίνει ότι ζευγάρια που δεν
μπορούν να κάνουν παιδιά «υιοθετούν» έτοιμα έμβρυα, τα οποία τοποθετούνται στην
μήτρα της γυναίκας μέσω εξωσωματικής γονιμοποίησης.
«Είχαμε μια δύσκολη γέννα, αλλά τώρα είμαστε και οι δύο
καλά», είπε η 35χρονη Λίντσεϊ Πιρς. «Είναι τόσο ήρεμος. Είμαστε ενθουσιασμένοι
που έχουμε αυτό το πολύτιμο μωρό».
«Δεν το κάναμε με σκοπό να σπάσουμε το ρεκόρ», δήλωσε η
35χρονη στο MIT Technology Review, που δημοσίευσε αποκλειστικά την ιστορία.
«Απλά θέλαμε να κάνουμε ένα μωρό».
Η ίδια τόνισε πως διαπίστωσε με έκπληξη πως «το μωρό έχει μία 30χρονη
αδελφή», ενώ σημείωσε με χιούμορ ότι ο σύζυγός της ήταν νήπιο όταν
δημιουργήθηκε το έμβρυο του παιδιού τους.
Τρεις μικρές ελπίδες
Η ιστορία του Θαντέους ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του
1990. Η 30χρονη τότε Λίντα Άρτσερντ προσπαθούσε να μείνει έγκυος για έξι χρόνια
χωρίς αποτέλεσμα. Έτσι, αυτή και ο σύζυγός της αποφάσισαν να δοκιμάσουν την
εξωσωματική γονιμοποίηση, μια αρκετά νέα τεχνολογία εκείνη την εποχή. «Οι
άνθρωποι δεν ήταν εξοικειωμένοι με αυτήν», λέει η Άρτσερντ. «Πολλοί άνθρωποι μάς ρωτούσαν 'τι κάνετε;'».
Οι ίδιοι ωστόσο προχώρησαν με αυτή και τον Μάιο του 1994,
κατάφεραν να δημιουργήσουν τέσσερα έμβρυα. Ένα από αυτά μεταφέρθηκε στη μήτρα
της Λίντα και οδήγησε σε μια επιτυχημένη εγκυμοσύνη και τη γέννηση της κόρης της.
«Ήμουν τόσο ευλογημένη που απέκτησα ένα μωρό», λέει η Άρτσερντ. Τα υπόλοιπα
τρία έμβρυα κρυοσυντηρήθηκαν και φυλάχθηκαν σε δεξαμενή αποθήκευσης.
Αυτό συνέβη πριν από 31 χρόνια. Το υγιές κοριτσάκι της Άρτσερντ είναι τώρα μια 30χρονη γυναίκα που έχει τη δική της 10χρονη κόρη. Αλλά τα άλλα τρία έμβρυα παρέμειναν κατεψυγμένα από τότε.
Η Άρτσερντ αρχικά σχεδίαζε να χρησιμοποιήσει τα έμβρυα η
ίδια. «Πάντα ήθελα απεγνωσμένα ένα ακόμα μωρό», λέει. «Αποκαλούσα τα έμβρυα οι τρεις
μικρές μου ελπίδες». Ο τότε σύζυγός της όμως δεν μοιραζόταν μαζί της την ίδια
επιθυμία. Τελικά χώρισαν με την Άρτσερντ, αλλά εκείνη κέρδισε την επιμέλεια των εμβρύων
και τα κράτησε αποθηκευμένα, ελπίζοντας ακόμα ότι θα μπορούσε να τα
χρησιμοποιήσει κάποια μέρα, ίσως με έναν άλλο σύντροφο.
Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να πληρώνει ετήσια τέλη αποθήκευσης,
τα οποία αυξάνονταν με την πάροδο του χρόνου και κατέληξαν να κοστίζουν στην
Άρτσερντ περίπου χίλια δολάρια ετησίως, λέει. Για εκείνη, άξιζε τον κόπο.
«Πάντα πίστευα ότι ήταν το σωστό», λέει.
Τα πράγματα άλλαξαν όταν άρχισε να περνάει στην εμμηνόπαυση,
λέει. Σκέφτηκε τις επιλογές της. Δεν ήθελε να πετάξει τα έμβρυα ή να τα δωρίσει
για έρευνα. Και δεν ήθελε να τα δωρίσει σε άλλη οικογένεια ανώνυμα. Ήθελε να
γνωρίσει τους γονείς και τα μωρά που μπορεί να γεννιούνταν από αυτά. «Είναι το
DNA μου. Προήλθε από εμένα... και είναι αδέρφια της κόρης μου», λέει.
Στη συνέχεια έμαθε για την «υιοθεσία» εμβρύων. Πρόκειται για
ένα είδος δωρεάς εμβρύων στην οποία τόσο οι δότες όσο και οι λήπτες γνωρίζουν
και επιλέγουν από τη μια σε ποιον δίνουν τα έμβρυά τους και από την άλλη από
ποιον τα «υιοθετούν». Επιβλέπεται από οργανισμούς - συνήθως θρησκευτικούς - που
πιστεύουν ότι ένα έμβρυο είναι ηθικά ισοδύναμο με έναν γεννημένο άνθρωπο. Η
Άρτσερντ είναι Χριστιανή.
Υπάρχουν αρκετοί οργανισμοί που προσφέρουν αυτές τις
υπηρεσίες υιοθεσίας στις ΗΠΑ, αλλά δεν δέχονται όλοι έμβρυα που έχουν
αποθηκευτεί για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτό συμβαίνει εν μέρει επειδή
αυτά τα έμβρυα συχνά έχουν καταψυχθεί και αποθηκευτεί με άγνωστους τρόπους και
συχνά με ξεπερασμένες τεχνολογίες, και εν μέρει επειδή θεωρείται ότι τα παλιά
έμβρυα είναι λιγότερο πιθανό να επιβιώσουν από την απόψυξη και τη μεταφορά για
να εξελιχθούν με επιτυχία σε μωρό.
«Πολλά τέτοια μέρη δεν δέχονταν καν τα στοιχεία μου», λέει η
Άρτσερντ. Στη συνέχεια, ανακάλυψε το πρόγραμμα Snowflakes που διευθύνεται από
το οργανισμό Nightlight Christian Adoptions. Το πρακτορείο ήταν πρόθυμο να
δεχτεί τα έμβρυά της, αλλά χρειαζόταν τα ιατρικά αρχεία της Άρτσερντ από τη
στιγμή που δημιουργήθηκαν τα έμβρυα, καθώς και τα εργαστηριακά αρχεία των
εμβρύων.
Έτσι, η Άρτσερντ κάλεσε τον γιατρό γονιμότητας που την είχε αναλάβει
δεκαετίες πριν. Ο γιατρός, στα 70 του πλέον, συνεργάστηκε πρόθυμα και
χρειάστηκε να ψάξει στο υπόγειο του σπιτιού του, για να βρει τα αρχεία της Άρτσεντ, πολλά
από τα οποία ήταν χειρόγραφα. Τα έμβρυά της μπήκαν στην λίστα του Nightlight το
2022.
Βρίσκοντας τον κατάλληλο υποψήφιο
Βασικό λόγο στην επιλογή του εμβρύου έχει η οικογένεια που
θα το δεχθεί. Από την πλευρά της, οι μόνοι όροι που είχε θέσει η Άρτσεντ ήταν
το ζευγάρι να είναι παντρεμένο, Καυκάσιας καταγωγής και πάνω απ’ όλα να είναι Χριστιανοί
και να ζουν στις ΗΠΑ.
Χρειάστηκε λίγος χρόνος για να βρεθεί μια αντιστοιχία. Οι
περισσότεροι από τους «θετούς γονείς» που εγγράφηκαν στο πρόγραμμα Snowflakes
ήταν ήδη εγγεγραμμένοι σε κλινικές γονιμότητας που δεν θα είχαν δεχτεί τα
έμβρυα, λέει η Μπεθ Μπάτον, εκτελεστική διευθύντρια του προγράμματος Snowflakes.
«Θα έλεγα ότι πάνω από το 90% των κλινικών στις ΗΠΑ δεν θα είχαν δεχτεί αυτά τα
έμβρυα», λέει.
Τα έμβρυα της Άρτσερντ μπήκαν στο πρόγραμμα Open Hearts
του οργανισμού για έμβρυα που είναι «δύσκολα στην τοποθέτηση», μαζί με άλλα που
έχουν αποθηκευτεί για μεγάλο χρονικό διάστημα ή θεωρούνται λιγότερο πιθανό να
οδηγήσουν σε υγιή γέννηση.
Η Λίντσεϊ και ο Τιμ Πιρς είχαν επίσης εγγραφεί στο πρόγραμμα
Open Hearts. Το ζευγάρι, ηλικίας 35 και 34 ετών αντίστοιχα, προσπαθούσε να
αποκτήσει παιδί εδώ και επτά χρόνια και είχε δει πολλούς γιατρούς.
Το ζευγάρι μετά από προσπάθειες τόσων ετών ήταν πια
απελπισμένο και όπως λένε ήταν ανοιχτοί σε όλα. «Επιλέξαμε τα πάντα», λέει ο Τιμ.
Έτσι κατέληξαν να αντιστοιχιστούν με τα έμβρυα της Άρτσερντ.
Ο γιατρός της Λίντσεϊ είναι ο Τζον Γκόρντον, ο οποίος έχει
ιδρύσει την κλινική εξωσωματικής γονιμοποίησης Rejoice Fertility στο Νόξβιλ του
Τενεσί και έχει ως στόχο να γονιμοποιήσει όσο το δυνατόν περισσότερα
κατεψυγμένα έμβρυα, τα οποία κινδυνεύουν να αχρηστευθούν πριν καταλήξουν σε
επιτυχείς κυήσεις. Έτσι, η κλινική του συνεργάζεται με πολλαπλά γραφεία
υιοθεσίας εμβρύων και δέχεται οποιοδήποτε έμβρυο, ανεξάρτητα από το πόσο καιρό
έχει αποθηκευτεί. Ο ίδιος ο Γκόρντον ήταν αυτός που είχε αναλάβει και τους γονείς
που κατείχαν ως τώρα το ρεκόρ για το έμβρυο με τη μεγαλύτερη διάρκεια
αποθήκευσης: το 2022, η Ρέιτσελ και ο Φίλιπ Ρίτζγουεϊ απέκτησαν δίδυμα από
έμβρυα που δημιουργήθηκαν περισσότερα από 30 χρόνια νωρίτερα.
«Έχουμε ορισμένες κατευθυντήριες αρχές και προέρχονται από
την πίστη μας», λέει ο Γκόρντον, αν και προσθέτει ότι βλέπει και ασθενείς που
δεν έχουν απαραίτητα τα ίδια πιστεύω. Μία από αυτές τις αρχές είναι ότι «κάθε
έμβρυο αξίζει μια ευκαιρία στη ζωή και ότι το μόνο έμβρυο που δεν μπορεί να
οδηγήσει σε ένα υγιές μωρό είναι το έμβρυο στο οποίο δεν δίνεται η ευκαιρία να
μεταφερθεί σε μια γυναίκα».
Μια δύσκολη διαδικασία
Η γονιμοποίηση ενός επί μακρών κατεψυγμένου εμβρύου είναι ιδιαίτερα
δύσκολη. Τα πρώτα χρόνια της εξωσωματικής γονιμοποίησης, τα έμβρυα που
προορίζονταν για αποθήκευση καταψύχονταν αργά με σταδιακή μείωση της
θερμοκρασίας των εμβρύων. Ωστόσο, επειδή με αυτόν τον τρόπο μπορει να σχηματιστούν
επιβλαβείς κρύσταλλοι πάγου στα έμβρυα, οι κλινικές άλλαξαν τη διαδικασία τη
δεκαετία του 2000 με μια τεχνική που ονομάζεται υαλοποίηση. Πλέον, τα έμβρυα
τοποθετούνται σε λεπτούς πλαστικούς σωλήνες που ονομάζονται καλαμάκια και
βυθίζονται σε δεξαμενές υγρού αζώτου. Αυτό καταψύχει γρήγορα τα έμβρυα και τα
μετατρέπει σε μια κατάσταση που μοιάζει με γυαλί.
Τα έμβρυα μπορούν αργότερα να αποψυχθούν αφαιρώντας τα από
τις δεξαμενές και βυθίζοντάς τα γρήγορα - μέσα σε δύο δευτερόλεπτα - σε ζεστό
«μέσο απόψυξης». Η απόψυξη εμβρύων βραδείας κατάψυξης είναι πιο περίπλοκη και
συχνά μπορεί να καταλήξει στον «θάνατο» των εμβρύων, αν η διαδικασία δεν
γίνεται σωστά από κάποιον έμπειρο.
Τα τρία έμβρυα της Άρτσεντ είχαν καταψυχθεί αργά και
αποθηκευτεί σε πλαστικό φιαλίδιο. Η απόψυξή τους ήταν μια επίπονη διαδικασία, αλλά
και τα τρία έμβρυα επέζησαν.
Οι Πιρς έπρεπε να ταξιδέψουν από το σπίτι τους στο Οχάιο
στην κλινική στο Τενεσί -μια διαδρομή περίπου πέντε ωρών- πέντε φορές σε
διάστημα δύο εβδομάδων. Ένα από τα τρία έμβρυα σταμάτησε να αναπτύσσεται. Τα
άλλα δύο μεταφέρθηκαν στη μήτρα της Λίντσεϊ στις 14 Νοεμβρίου και τελικά το ένα
εξελίχθηκε σε έμβρυο.
Τώρα που το μωρό γεννήθηκε, η Άρτσεντ ανυπομονεί να τον
γνωρίσει. «Το πρώτο πράγμα που παρατήρησα όταν η Λίντσεϊ μού έστειλε τις
φωτογραφίες του είναι το πόσο πολύ μοιάζει με την κόρη μου όταν ήταν μωρό»,
λέει. «Έβγαλα το άλμπουμ με τις φωτογραφίες της από τότε που ήταν μωρό και τα
συνέκρινα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι αδέρφια».
Όπως λέει η Άρτσεντ, δεν σκοπεύει ακόμη να γνωρίσει το μωρό,
αλλά κάτι τέτοιο θα ήταν «ένα όνειρο που θα γινόταν πραγματικότητα. Μακάρι να
μην ζούσαν τόσο μακριά μου... Είναι τέλειος!».