«Όσο υπάρχουν γενναίοι πάντα θα βγαίνουν νέα τραγούδια»


H ζωή και η δολοφονία του Βίκτορ Χάρα, του καλλιτέχνη που τραγούδησε για τον απλό λαό της Χιλής και το πλήρωσε με τη ζωή του.


Υπάρχουν φωνές που είναι καταδικασμένες να μην ακούγονται, όχι γιατί δεν έχουν κάτι ενδιαφέρον να πουν αλλά γιατί τις καλύπτουν οι φωνές των ισχυρών και ο... αντίλαλος που δημιουργούν. Για αυτές τις "καταδικασμένες" φωνές τραγούδησε ο Χιλιανός, Βίκτορ Χάρα.

Τα τραγούδια του μίλησαν στην καρδιά όσων ονειρεύονταν μια καλύτερη ζωή. Στους στίχους τους αναγνώρισαν τη ζωή τους,  τις αγωνίες και τα όνειρα τους. "Δεν τραγουδώ απλά για να τραγουδώ ή γιατί έχω καλή φωνή, τραγουδώ γιατί η κιθάρα έχει συναισθήματα και λογική, καρδιά από χώμα και φτερά περιστεριού" λέει ο Χάρα στο εκπληκτικό του "Μανιφέστο".

"Οι αδύναμοι όμως, όταν προσπαθούν να εκφραστούν και να σταθούν στα πόδια τους, γίνονται επικίνδυνοι" τονίζει ο Ουρουγουανός συγγραφέας, Εδουάρδο Γκαλένο

Η ιστορία του Βίκτορ Χάρα έχει αγώνες, όνειρα, ρομαντισμό και ένα τραγικό τέλος. Μοιάζει με αυτή της Λατινικής Αμερικής που σχεδόν πάντα βρίσκει τρόπο να "προδίδει" τους αγώνες και τους αγωνιστές της.

Μόνος 15 ετών

Παιδί εργατών σε τσιφλίκια, είδε τον πατέρα του να καταστρέφεται από το ποτό και να αφήνει την οικογένεια. Ο Βίκτορ μεγάλωσε με τη μητέρα του. Του έμαθε κιθάρα και επέμενε να μορφωθεί για να μην έχει τη δικιά της τύχη. Πέθανε όταν ο Βίκτορ ήταν 15 ετών. Μόνος του πλέον σπούδασε, αρχικά λογιστική και στη συνέχεια στράφηκε στην Καθολική εκκλησία παρακολουθώντας σεμινάρια για να γίνει ιερέας. Τα όσα βίωσε εκεί του δημιούργησαν μια αποστροφή για τον καθολικισμό και κατατάχθηκε στο στρατό όπου έμεινε κάποια χρόνια. Τελικά αποφάσισε ότι πρέπει να επιστρέψει στον τόπο που γεννήθηκε και να ζήσει ως καλλιτέχνης μέσα από τη μουσική και το θέατρο.


Δύο γυναίκες

Η συνάντηση του, το 1957, με την τραγουδίστρια Βιολέτα Πάρα καθόρισε την καλλιτεχνική του πορεία. Η γνωριμία με τη μετέπειτα σύζυγο του Τζοάν, το 1961, την προσωπική.

Αφοσιώθηκε στο παραδοσιακό τραγούδι της Χιλής που μιλούσε για τον αγώνα των εργατών, τη δύσκολη ζωή τους και τα όνειρα για ένα καλύτερο αύριο. Οι πρώτοι του δίσκοι τον έκαναν άμεσα είδωλο της εργατικής τάξης της Χιλής που ζούσε κάτω από τραγικές συνθήκες.

Ο Χάρα δεν δίστασε να μπει στο μάτι της συντηρητικής άρχουσας τάξης με τραγούδια όπως το "Μπεάτα" που μιλούσε για μια γυναίκα ερωτευμένη με έναν ιερέα αλλά και το "Ερωτήσεις για το Πουέρτο Μοντ" που αναφερόταν σε έναν υπουργό που είχε δώσει εντολή στην αστυνομία να επιτεθεί σε εργάτες. Για το δεύτερο λίγο έλειψε να χάσει τη ζωή του. Σε μια από τις συναυλίες του, οπαδοί της Κυβέρνησης τον ξυλοκόπησαν άγρια και γλίτωσε χάρη στη βοήθεια των ντόπιων.

Στο πλευρό του Αλιέντε

Με το κίνημα του Σαλβαδόρ Αλιέντε να γιγαντώνεται ο Χάρα πίστεψε ότι η κατάσταση στη χώρα μπορούσε να αλλάξει. Υποστήριξε με πάθος τον "ντοκτόρ" και έδωσε δωρεάν συναυλίες για να βοηθήσει την προεκλογική του καμπάνια. Συνέθεσε ακόμα και το επίσημο τραγούδι του κόμματος του Αλιέντε και παρέμεινε ενεργός μετά την εκλογή του το 1970. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια που έγινε για να αναβιώσει η χιλιανή παράδοση ενώ παράλληλα εργαζόταν στο Πανεπιστήμιο του Σαντιάγο. Το 1971 κυκλοφορεί το Plegaria a un labrador (Προσευχή σε έναν αγρότη) το οποίο γίνεται ύμνος για τον λαό της Χιλής.

Το πραξικόπημα που ενορχήστρωσε η CIAκαι εκτέλεσε ο Αουγκόστο Πινοτσέτ στις 11 Σεπτεμβρίου 1973, τον βρήκε στο σπίτι του. Αποχαιρέτησε τη σύζυγο του, πήρε την κιθάρα του και έφυγε για το Πανεπιστήμιο. Από εκεί έκανε και το τελευταίο τηλεφώνημα του. "Μου μίλησε σαν να με αποχαιρετούσε. Μου είπε ότι θα μείνει κοντά στους φοιτητές του. Μου ζήτησε να προσέχω τον εαυτό μου και τα παιδιά. Ήταν η τελευταία φορά που μιλήσαμε" θυμάται η Τζοάν Χάρα.


«Παίξε μας τώρα κιθάρα με σπασμένα χέρια»

Στις 12 Σεπτεμβρίου 1973 στρατιώτες εισέβαλαν στο Πανεπιστήμιο και συνέλαβαν όσους βρίσκονταν εκεί. Τους μετέφεραν στο εθνικό στάδιο της Χιλής που είχε μετατραπεί σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως για τους οπαδούς του Αλιέντε.

Κατά την παραμονή του στο Στάδιο ένα αξιωματικός τον αναγνώρισε και τον πλησίασε. "Εσύ δεν είσαι ο Βίκτορ Χάρα; Γιατί δεν μας τραγουδάς τώρα;" τον ρώτησε γελώντας. Οι στρατιώτες άρχισαν να τον χτυπούν με τα όπλα μέχρι που έπεσε στο πάτωμα. Ο αξιωματικός πέταξε το τσιγάρο που κάπνιζε και ζήτησε από τον Χάρα να το μαζέψει. Όσο δεν το έκανε οι στρατιώτες συνέχισαν να τον χτυπούν με τον αξιωματικό να φωνάζει "μην χτυπάτε σαν γυναικούλες". Ο Χάρα άπλωσε τελικά το χέρι του και ο αξιωματικός το πάτησε. Του έσπασε τον έναν καρπό και στη συνέχεια τον άλλο. "Παίξε μας τώρα κιθάρα με σπασμένα χέρια" του φώναξε, "παίξε πουτάνας γιέ".

Σε ένα μικρό δωμάτιο του σταδίου βασανίστηκε επί ώρες. Τελικά τον εκτέλεσαν με μια σφαίρα στο κεφάλι στις 16 Σεπτεμβρίου 1973. Στη συνέχεια οι στρατιώτες γάζωσαν με 44 σφαίρες το πτώμα του Χάρα και το πέταξαν στο δρόμο. Μια νοσοκόμα το βρήκε και τον αναγνώρισε. Ειδοποίησε τη σύζυγο του που πήγε κρυφά και το παρέλαβε. "Το σώμα του ήταν γεμάτο πληγές και οι καρποί του σπασμένοι. Στο κεφάλι του είχε ένα τραύμα από σφαίρα" θυμάται. Τον έθαψε άμεσα σε έναν τάφο χωρίς όνομα στο γενικό νεκροταφείο του Σαντιάγο και έφυγε από τη χώρα.

45 χρόνια σιωπής

Με τον Πινοτσέτ να έχει κυριαρχήσει απόλυτα στη Χιλή επιβάλλοντας ένα κλίμα τρομοκρατίας η δολοφονία του Χάρα, όπως και χιλιάδων άλλων, έμεινε ατιμώρητη. Η υπόθεση άνοιξε 45 χρόνια μετά, την άνοιξη του 2008. Η επιμονή της συζύγου του που δεν έπαψε ποτέ να ζητά δικαιοσύνη έφερε στο φως μαρτυρίες για την δολοφονία και πέτυχε την πρώτη καταδίκη στις 16 Μαΐου 2008.

Οι δικαστικές αρχές επιχείρησαν να κλείσουν την υπόθεση έχοντας καταδικάσει μόνο τον υπεύθυνο ασφαλείας του γηπέδου όμως η οικογένεια του Χάρα επέμεινε και ο φάκελος παρέμεινε ανοιχτός.

Το 2009 μαρτυρία ήθελε τον στρατιωτικό Χοσέ Αδόλφο Παρέδες Μάρκες να εκτελεί τον Χάρα παίζοντας επί αρκετή ώρα ρώσικη ρουλέτα. Τρία χρόνια μετά όμως μάρτυρες αποκάλυψαν ότι ήταν ο αξιωματικός Πέδρο Μπαριέντος που τον είχε εκτελέσει.

Ο Μπαριέντος είχε διαφύγει στις ΗΠΑ όπου και ζούσε με την οικογένεια του. Τελικά αμερικάνικο δικαστήριο τον καταδίκασε στις 27 Ιουνίου 2016 επιδικάζοντας αποζημίωση στην οικογένεια του Χάρα. Ο Μπαριέντος όμως έχοντας πάρει την αμερικανική υπηκοότητα δεν μπήκε στη φυλακή ούτε εκδόθηκε στη Χιλή για να δικαστεί. Παραμένει ελεύθερος και υποστηρίζει ότι δεν είχε σχέση με τον εκτέλεση του Χάρα παρά τα στοιχεία και τους μάρτυρες.

Το τελευταίο κεφάλαιο στο δικαστικό κομμάτι της υπόθεσης παίχτηκε στις 3 Ιουλίου 2018 όταν δικαστήριο στη Χιλή καταδίκασε συνολικά εννέα στρατιωτικούς για τον βασανισμό, την εκτέλεση και την προσπάθεια συγκάλυψης της δολοφονίας του Χάρα. Οι καταδικασθέντες είχαν καταφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο της Χιλής μετά την αρχική τους καταδίκη το 2018. Τελικά, η ποινή των επτά επικυρώθηκε μόλις τον Αύγουστο του 2023, όταν το Ανώτατο Δικαστήριο κατέληξε ότι θα πρέπει να εκτίσουν τις ποινές από 8 έως 25 χρόνια. Ως τότε, οι υπεύθυνοι δολοφονίας του Χάρα κυκλοφορούσαν ελεύθεροι.


Επίλογος

Με τον Μπαριέντος ουσιαστικά να μην έχει τιμωρηθεί και τον Πινοτσέτ να πεθαίνει ελεύθερος στα 91 του χρόνια η δικαίωση για τον Βίκτορ Χάρα δεν ήρθε ποτέ.

Λίγες ώρες πριν τον σκοτώσουν έγραψε σε ένα χαρτί το τελευταίο του ποίημα και το έδωσε σε έναν από τους συγκρατούμενους του. Ένας από τους στίχους τους αναφέρει:

"Το αίμα είναι μετάλλιο για αυτούς,

η δολοφονία πράξη ηρωισμού.

Αυτός είναι ο κόσμος που δημιούργησες Θεέ μου;

Για αυτό οι επτά σου μέρες θαυμάτων και δημιουργίας;"

Το «έγκλημα» του Χάρα ήταν τα τραγούδια του. "Καταδικάστηκε", βασανίστηκε και εκτελέστηκε γι' αυτά  όμως, όπως έλεγε, "όσο υπάρχουν γενναίοι πάντα θα βγαίνουν νέα τραγούδια".

*To 2003 το Στάδιο του Σαντιάγο, όπου δολοφονήθηκε ο Βίκτορ Χάρα, πήρε τ' όνομα του και το 2009 έγινε η επίσημη κηδεία του την οποία παρακολούθησαν χιλιάδες άτομα.