«Το Φάντασμα του Χαϊλμπρόν»: Το κυνηγητό για την πιο αδίστακτη δολοφόνο που δεν... υπήρξε ποτέ!

Το μεγαλύτερο φιάσκο της γερμανικής αστυνομίας. Δεκαέξι χρόνια ερευνών σε 40 εγκλήματα, μεταξύ των οποίων έξι φόνοι, για την πιο αδίστακτη εγκληματία της Γερμανίας κατέληξαν σε μια απίστευτη αποκάλυψη

Το 1993, μια 62χρονη γυναίκα βρέθηκε νεκρή μέσα στο σπίτι της στην πόλη Ίνταρ-Όμπερστεϊν της Γερμανίας. Η Λισελότ Σλένγκερ είχε στραγγαλιστεί με το σκοινί από μια ανθοδέσμη που βρέθηκε κοντά της. Η αστυνομία ξεκίνησε αμέσως έρευνα ωστόσο δεν βρήκε κανένα στοιχείο. Δεν υπήρχε κανένας μάρτυρας, κανένα σημάδι ύποπτης κίνησης. Η υπόθεση κατέληξε σε αδιέξοδο και παρόλο που βρέθηκε δείγμα DNA στον τόπο του εγκλήματος αυτό δεν μπορούσε να αξιοποιηθεί καθώς βρισκόμαστε ακόμα στο 1993, όταν δεν είχε αναπτυχθεί πλήρως η τεχνολογία ανάλυσης του γενετικού υλικού. Η υπόθεση τέθηκε στο αρχείο χωρίς να κλείσει με την ελπίδα ότι κάποια στιγμή θα βρεθεί κάποιο νέα στοιχείο.

Οχτώ χρόνια αργότερα, στις 21 Μαρτίου 2001, ένα άλλο έγκλημα σημειώθηκε. Μια 61χρονη γυναίκα βρέθηκε επίσης νεκρή στην κουζίνα του σπιτιού της στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας. Η γυναίκα είχε στραγγαλιστεί και οι αρχές μπόρεσαν να εντοπίσουν DNA σε ένα από τα ντουλάπια της κουζίνας. Ωστόσο, η τεχνολογία είχε πλέον προχωρήσει και όταν το δείγμα αναλύθηκε βρέθηκαν δύο πολύ σημαντικά στοιχεία: πρώτον διαπιστώθηκε ότι κατά πάσα πιθανότητα άνηκε σε γυναίκα και δεύτερον το DNA αυτό υπήρχε ήδη στην βάση δεδομένων τους. Ήταν το ίδιο με αυτό από την δολοφονία της Λισελότ Σλένγκερ το 1993!

Στην αστυνομία σήμανε συναγερμός. Η μέθοδος δολοφονίας ήταν παρόμοια και το γεγονός ότι βρήκαν το ίδιο DNA και στις δύο σκηνές έκανε τις αρχές να θεωρήσουν ότι είναι πολύ πιθανό να έχουν να αντιμετωπίσουν μια γυναίκα σίριαλ κίλερ. Μετά από αυτό τα πράγματα πήραν μια ακόμα πιο δραματική τροπή.

Επικίνδυνη εγκληματίας και σίριαλ κίλερ

Μετά τη δολοφονία της γυναίκας στο Φράιμπουργκ, το μυστηριώδες γυναικείο DNA άρχισε να εμφανίζεται παντού! Πέντε μήνες μετά  εντοπίστηκε σε μια πεταμένη σύριγγα ηρωίνης, όταν ένα επτάχρονο παιδί την πάτησε σε μια παιδική χαρά στην πόλη Γκερολστάιν. Λίγες εβδομάδες μετά εμφανίστηκε σε ένα μισοφαγωμένο μπισκότο που βρέθηκε μέσα σε ένα κλεμμένο τροχόσπιτο κοντά στην πόλη Μπαντ Κρόιτσναχ. Βρέθηκε επίσης σε ένα γραφείο στην πόλη Ντίτζενμπαχ, το οποίο διέρρηξαν άγνωστοι . Ακόμα σε ένα παρατημένο κλεμμένο αυτοκίνητο στη Χαϊλμπρόν και σε δύο μπουκάλια μπύρας και ένα ποτήρι κρασιού σε ένα μπαρ που διαρρήχθηκε στην Καρλσρούη.  Παράλληλα, το DNA της εντοπίστηκε σε τουλάχιστον 20 κλοπές και διαρρήξεις αυτοκινήτων και μοτοσικλετών στην Γερμανία και την Αυστρία, αλλά και σε ένα όπλο-παιχνίδι που χρησιμοποιήθηκε σε μια διάρρηξη.

Σε μια άλλη υπόθεση τον Μάιο του 2005, ένας άντρας πυροβόλησε τον αδερφό του με ένα πιστόλι 7.65 χιλιοστών. Το DNA της βρέθηκε και πάλι σε μια από τις σφαίρες!

Η μυστηριώδης εγκληματίας που έμοιαζε να είναι μπλεγμένη βαθιά στον υπόκοσμο έγινε «διάσημη» και στο ευρύ κοινό το 2007. Τότε, άγνωστοι επιτέθηκαν σε ένα αυτοκίνητο αστυνομικών ενώ βρίσκονταν σε περιπολία στην πόλη Χαϊλμπρόν. Πυροβόλησαν και σκότωσαν την αστυνομικό Μισέλ Κισεβέτερ, ενώ πυροβόλησαν στο κεφάλι τον συνάδερφό της, ο οποίος τελικά επέζησε. Στις δύο πίσω θέσεις του περιπολικού, οι αρχές εντόπισαν το ίδιο γυναικείο DNA. Επικράτησε φρενίτιδα.

Όταν ο Τύπος έμαθε σχετικά με την συχνότητα εμφάνισης του DNA που βρέθηκε και στην συγκεκριμένη επίθεση κατά των αστυνομικών ονόμασε την μυστηριώδη γυναίκα εγκληματία «Γυναίκα χωρίς πρόσωπο» ή «Φάντασμα του Χαϊλμπρόν». Όπως αποδείχθηκε το DNA είχε εμφανιστεί σε περισσότερες από 40 σκηνές εγκλημάτων από ληστείες μέχρι και φόνους στην Αυστρία, την νότια Γερμανία ακόμα και στην Γαλλία. Συνολικά από το 1993 ως και το 2009 φαινόταν ότι μεταξύ άλλων είχε διαπράξει και έξι φόνους.

Οι γερμανικές αρχές φοβούνταν ότι είχαν να αντιμετωπίσουν μια άκρως επικίνδυνη γυναίκα χωρίς κανένα δισταγμό απέναντι σε οποιοδήποτε έγκλημα. Δεκάδες ντεντέκτιβ που δημιουργούν τα πιθανά προφίλ εγκληματιών απ’ όλη την Ευρώπη αφιέρωσαν πάνω 16.000 ώρες εργασίας για να μπορέσουν να βρουν κάτι περισσότερο για την γυναίκα-φάντασμα. Αν και τα εγκλήματά της έμοιαζαν περισσότερο με εγκλήματα που διαπράττονται από άντρες, φαινόταν ότι η συγκεκριμένη γυναίκα «χωρίς πρόσωπο» ήταν εξίσου αδίστακτη και μπορούσε εύκολα να εμπλακεί σε κλοπές αλλά και δολοφονίες. Το DNA της άλλωστε βρέθηκε ακόμα στο αυτοκίνητο μιας νοσοκόμας που εντοπίστηκε νεκρή στην πόλη Βίσενμπεργκ, αλλά και σε ένα αυτοκίνητο που είχε μεταφέρει τα πτώματα τριών Γεωργιανών κοντά στην πόλη Χέπενχαϊμ.

Οι εφημερίδες άρχισαν να μιλούν για «την πιο μυστηριώδη δολοφόνο του αιώνα» και οι αρχές έφτασαν στο σημείο-μετά τον φόνο της αστυνομικού- να προσφέρουν αμοιβή 300.000 ευρώ σε όποιον θα μπορούσε να τους δώσει οποιοδήποτε στοιχείο που θα οδηγούσε στη σύλληψη της αδίστακτης κακοποιού. Τον Ιανουάριο του 2009 δημιουργήθηκε μια ειδική ομάδα της αστυνομίας με μοναδικό σκοπό να βρει την εγκληματία. Τελικά, χρειάστηκαν τρεις μήνες για να αποκαλυφθεί όχι το «Φάντασμα του Χαϊλμπρόν», αλλά η μεγαλύτερη γκάφα στην ιστορία της γερμανικής αστυνομίας.

Οι υποψίες

Η ομάδα των αστυνομικών που έθεσε ως σκοπό να βρει το «Φάντασμα του Χαϊλμπρόν», άρχισε να μελετά πιο προσεκτικά τα στοιχεία. Οι αστυνομικοί απορούσαν πώς μπορούσε μια γυναίκα να διαπράξει τόσα πολλά εγκλήματα, χρησιμοποιώντας τόσες διαφορετικές μεθόδους και να αφήνει σχεδόν πάντα πίσω της το DNA της.

Ένα από τα πιο περίεργα στοιχεία ωστόσο αφορούσε τους συνεργούς της. Σε αρκετά από αυτά τα εγκλήματα, οι αστυνομικοί μπόρεσαν να εντοπίσουν το DNA και άλλων ατόμων, οι οποίοι θεωρήθηκαν συνεργοί της. Ωστόσο ποτέ δεν εντόπισαν τον ίδιο συνεργό για δεύτερη φορά και όσοι από αυτούς συνελήφθησαν δεν μιλούσαν ποτέ για γυναίκα συνεργό. Την ίδια στιγμή η λίστα των «συνεργατών» της δεν ακολουθούσε κανένα μοτίβο. Στα εγκλήματά της συμμετείχαν άλλοτε Σλοβάκοι ή Σέρβοι, Αλβανοί ή Ρουμάνοι αλλά ποτέ ο ίδιος άνθρωπος δύο φορές. Το εύρος δράσης της ήταν επίσης πολύ μεγάλο καθώς κινούνταν από την Γερμανία ως την Αυστρία και την Γαλλία.

Παράλληλα, δεν την είχε δει ποτέ κανένας. Καμία κάμερα ασφαλείας δεν την είχε καταγράψει, ενώ και οι όποιοι αυτόπτες μάρτυρες περιέγραφαν τους δράστες των εγκλημάτων μιλούσαν κυρίως για άντρες.

Ακόμα και στην περίπτωση της δολοφονίας της αστυνομικού, όπου υπήρχαν μάρτυρες, άλλοι έκαναν λόγο για άντρες δράστες, ενώ κάποιοι άλλοι ανέφεραν και την ύπαρξη μιας γυναίκας.

Το απανθρακωμένο πτώμα

Το 2009 – κι ενώ παράλληλα έτρεχε η έρευνα για την «γυναίκα χωρίς πρόσωπο»- η αστυνομία προσπάθησε να βρει την ταυτότητα μιας σορού που είχε απανθρακωθεί σε μια φωτιά στη Γαλλία. Αυτό που ήξεραν ήταν ότι επρόκειτο για έναν άντρα και υπέθεσαν ότι ήταν ένας πρόσφυγας, ο οποίος το 2002 είχε καταθέσει αίτηση ασύλου. Στη συγκεκριμένη αίτηση είχε δώσει τα δακτυλικά του αποτυπώματα. Έτσι προσπάθησαν να δουν αν μπορούν να ταυτοποιήσουν την σορό παίρνοντας δείγμα DNA που είχε μείνει πάνω στα δακτυλικά αποτυπώματα. Αναλύοντας το δείγμα,  τα αποτελέσματα έδειξαν ότι είναι… γυναίκα! Και μάλιστα όχι οποιαδήποτε γυναίκα, αλλά το «Φάντασμα του Χαϊλμπρόν»!

Πριν αρχίσουν τις όποιες υποθέσεις, οι ερευνητές αποφάσισαν να κάνουν ένα νέο τεστ DNA λαμβάνοντας δείγμα με μια διαφορετική μπατονέτα. Τα στοιχεία έδειξαν αυτό που ήδη ήξεραν: ότι τα δακτυλικά αποτυπώματα άνηκαν όντως σε άντρα και κάπως έτσι η ιστορία της πλέον περιβόητης εγκληματία της Γερμανίας άρχισε να καταρρέει.

Μολυσμένες μπατονέτες

Όπως αποδείχθηκε το «Φάντασμα του Χαϊλμπρόν» δεν υπήρξε ποτέ! Η αστυνομία αναγκάστηκε να παραδεχθεί ότι επί 16 χρόνια αναζητούσε κυριολεκτικά… ένα φάντασμα. Στην πραγματικότητα το DNA της «αδίστακτης εγκληματία» άνηκε σε μια αθώα εργαζόμενη ενός εργοστασίου στην Αυστρία που κατασκεύαζε τις συγκεκριμένες μπατονέτες με τις οποίες η αστυνομία συλλέγει τα δείγματα DNA.

Αν και οι μπατονέτες αυτές αποστειρώνονται πριν χρησιμοποιηθούν, η αποστείρωση αυτή δεν εξαφανίζει πιθανά ίχνη DNA που μπορεί να υπάρχουν ήδη πάνω τους. Γι’ αυτό τα εργοστάσια παραγωγής είναι υπεύθυνα να ελέγχουν ότι δεν υπάρχει επιμόλυνση από ξένο DNA κατά τη διάρκεια της παραγωγής και της συσκευασίας τους. Ωστόσο, αυτό δεν φαίνεται να συνέβη στην συγκεκριμένη περίπτωση.

Οι μπατονέτες με το DNA της εργαζόμενης προέρχονταν από το εργοστάσιο Greiner Bio-One International AG που βρίσκεται στην Αυστρία. Μάλιστα, λίγους μήνες πριν την ανακάλυψη ότι το «Φάντασμα του Χαϊλμπρόν» δεν υπήρξε ποτέ, οι αρχές της Αυστρίας είχαν ξεκινήσει να αποσύρουν από τα αστυνομικά τους τμήματα όλες τις μπατονέτες που είχαν παραχθεί από το εν λόγω εργοστάσιο καθώς μελετώντας μια άλλη περίπτωση είχαν ανακαλύψει ότι είναι επιμολυσμένες με άλλο DNA. Αρκετά κρατίδια της Γερμανίας παραδέχθηκαν στην συνέχεια ότι είχαν προμηθεύσει τα αστυνομικά τους κέντρα με μπατονέτες από το συγκεκριμένο εργοστάσιο.

Η αποκάλυψη αυτή προκάλεσε τεράστια αμηχανία στις γερμανικές αρχές, οι οποίες έπρεπε να παραδεχτούν ότι αφιέρωσαν χιλιάδες ώρες εργασίας και χρήματα αναζητώντας μια γυναίκα που δεν υπήρξε ποτέ, τουλάχιστον όχι στους τόπους των εγκλημάτων. Παράλληλα, ο Τύπος έκανε λόγο για ένα από τα μεγαλύτερα φιάσκο στην ιστορία της αστυνομίας. Ωστόσο, το χειρότερο σημείο της υπόθεσης ήταν ότι περίπου 40 υποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων των έξι φόνων, κατέληξαν και πάλι στην αρχή. Η υπόθεση της δολοφονίας της αστυνομικού λύθηκε τελικά το 2011 με έναν απροσδόκητο τρόπο. Δύο μέλη νεοναζιστικής οργάνωσης αυτοκτόνησαν μέσα σε ένα σπίτι στο Άιζεναχ. Χρησιμοποίησαν τα όπλα της αστυνομικού και του συνεργάτη της. Από την περαιτέρω έρευνα ταυτοποιήθηκε ότι οι δύο νεοναζί είχαν σκοτώσει την αστυνομικό, ενώ εμπλέκονταν και στη δολοφονία εννέα ακόμα ατόμων, κυρίως μεταναστών από την Τουρκία.