Η ιστορία της φωτογραφίας με τη σοβιετική σημαία στο Ράιχσταγκ


Πώς βγήκε η φωτογραφία-σύμβολο για το τέλος του Παγκοσμίου. Οι συνθήκες, οι πρωταγωνιστές και το... φώτοσοπ

Αν θέλαμε να... συμπυκνώσουμε το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου σε μια φωτογραφία τότε δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από αυτή των στρατιωτών που κρατούν την σοβιετική σημαία στην οροφή του Ράιχασταγκ, της γερμανικής βουλής. Ο σοβιετικός στρατός είχε φτάσει στη... φωλιά του ναζιστικού τέρατος και η συγκεκριμένη εικόνα ήταν και μια δήλωση για το τέλος του τρίτου Ράιχ και παράλληλα της πιο φρικτής περιόδου που βίωσε ο πλανήτης. Πώς όμως τραβήχτηκε η συγκεκριμένη φωτογραφία, ποιοι ήταν οι πρωταγωνιστές και ποιος ο φωτογράφος;

Το ιστορικό πλαίσιο

Την άνοιξη του 1945 ο Κόκκινος Στρατός προχωρούσε με ταχύτατους ρυθμούς προς την γερμανική πρωτεύουσα. Καθημερινώς κέρδιζε 30 με 40 χιλιόμετρα. Τα σοβιετικά στρατεύματα έφτασαν στις παρυφές του Βερολίνου στα μέσα Απριλίου. Στις 16 του μήνα ξεκίνησε η μάχη στα Υψώματα Ζέελοβ, όπου και πραγματοποιήθηκαν οι τελευταίες μαζικές μάχες με τον ναζιστικό στρατό. Στις 19 Απριλίου το γερμανικό αμυντικό μέτωπο έσπασε και ξεκίνησαν οι βολές του πυροβολικού προς την πόλη μέχρι και την τελική παράδοση της στις 2 Μαΐου 1945.

Το κτίριο του Ράιχσταγκ είχε ιδιαίτερη συμβολική σημασία για τις συμμαχικές δυνάμεις. Το ναζιστικό καθεστώς βέβαια το θεωρούσε ένα σύμβολο της «δημοκρατικής αδυναμίας» και ουσιαστικά δεν το χρησιμοποιούσε. Οι συνεδριάσεις της ναζιστικής κυβέρνησης γίνονταν στην όπερα Κρολ που βρισκόταν δίπλα στο Ράιχσταγκ. Παρ' όλα αυτά η κατάληψη της γερμανικής βουλής είχε μεγάλη σημασία και από τις 30 Απριλίου ο Στάλιν πίεζε τους στρατηγούς του. Ήθελε να μπουν στο Ράιχσταγκ την Πρωτομαγιά του 1945.

Στις 30 Απριλίου δύο αεροπλάνα πέταξαν πάνω από το κτίριο και πέταξαν μεγάλες σοβιετικές σημαίες. Μέσα στην ημέρα υπήρξαν αναφορές ότι οι σοβιετικοί κατέλαβαν το κτίριο. Πολεμικοί ανταποκριτές το πλησίασαν για να επιβεβαιώσουν την είδηση και δέχθηκαν πυρά από τους Γερμανούς στρατιώτες που ακόμα το υπερασπίζονταν. Μέχρι το βράδυ της 30στής Απριλίου γινόταν ανταλλαγή πυρών. Στις 22:40 ο 23χρονος σοβιετικός στρατιώτης Ρχιμζάν Κοσκαρμπάεφ ανέβηκε στο άγαλμα της Γκερμάνια, που βρισκόταν στο προαύλιο του κτιρίου, και έβαλε μια σοβιετική σημαία. Καθώς ήταν νύχτα το γεγονός δεν απαθανατίστηκε φωτογραφικά Το επόμενο πρωί οι Γερμανοί είχαν κατεβάσει τη σημαία. Τελικά ο Κόκκινος Στρατός κατέλαβε πλήρως το κτίριο τις πρώτες πρωινές ώρες της 2ας Μαΐου 1945.

Πρωινό 2ας Μαΐου 1945

Ο σοβιετικός υπολοχαγός Γεβγένι Χαλντέι πλησίασε το Ράιχσταγκ το πρωινό της 2ας Μαΐου 1945. Είχε μαζί την φωτογραφική του μηχανή Leica ΙΙΙ και μια μεγάλη σοβιετική σημαία. Την είχε φτιάξει από κόκκινα τραπεζομάντιλα ο θείος του και του την είχε δώσει. Ήταν η ώρα να τη χρησιμοποιήσει.

Ο 28χρονος έφτασε έξω από το κτίριο και συνάντησε έναν νεαρό συνάδελφο του. Του είπε τι ακριβώς ήθελε να κάνει και αυτός συμφώνησε να τον βοηθήσει. Μάλιστα φώναξε ακόμα δύο στρατιώτες που βρίσκονταν στο σημείο.

Όλοι μαζί ανέβηκαν στην οροφή του Ράιχσταγκ και ο Χαλντέι έστησε το σκηνικό. Χρησιμοποίησε έναν ολόκληρο φιλμ βγάζοντας συνολικά 36 φωτογραφίες. Μια από αυτές θα γινόταν το σύμβολο του τέλους του Μεγάλου Πολέμου.


Το... φώτοσοπ 

Λίγες μέρες μετά ο Χαλντέι επέστρεψε στη Μόσχα και παρέδωσε το φιλμ στον διευθυντή του περιοδικού Ogonyok. Οι φωτογραφίες του ενθουσίασαν αλλά ζητήθηκε από τον Χαλντέι να αλλάξει κάποια πράγματα. Ο ένας από τους στρατιώτες, αυτός που κρατούσε εκείνον που κυμάτιζε τη σημαία, φαίνονταν να φορά ένα ρολόι στο κάθε χέρι του. Οι υπεύθυνοι του περιοδικού ζήτησαν από τον Χαλντέι να εξαφανίσει το ρολόι από το δεξί χέρι ώστε να μην δοθεί η εντύπωση ότι ο σοβιετικός στρατιώτης το έχει κλέψει από κάποιον. Ο φωτογράφος έκανε το... φώτοσοπ με καρφίτσα ενώ προσέθεσε και καπνούς στο φόντο για να κάνει το σκηνικό πιο δραματικό. Πήρα τον καπνό από άλλες φωτογραφίες, θα επιβεβαιώσει ο ίδιος. Μετέπειτα έρευνες για το δεύτερο ρολόι θα υποστηρίξουν ότι ίσως να ήταν μια πυξίδα Αντριάνοφ που φορούσαν πολλοί σοβιετικοί στρατιώτες.

Η φωτογραφία της σοβιετικής σημαίας στο Ράιχσταγκ, με τις μετατροπές που έγιναν, δημοσιεύθηκε στο Ogonyok στις 13 Μαΐου 1945.

Το επίσημο αφήγημα και η αλήθεια

Το σοβιετικό καθεστώς θεώρησε πως μια τόσο σημαντική εικόνα δεν θα μπορούσε να έχει τραβηχτεί στην... τύχη. Δημιούργησε λοιπόν μια «επίσημη εκδοχή» για τη δημιουργία της φωτογραφίας. Σύμφωνα με αυτή η σημαία πάνω από το Ράιχσταγκ ανέβηκε με εντολή των διοικητών και οι στρατιώτες είχαν επίσης επιλεγεί από τη διοίκηση. Σύμφωνα πάντα με την επίσημη εκδοχή ήταν ο Μελιτόν Καντάρια και ο Μιχαήλ Γεγκόροφ.

Η ιστορική έρευνα έχει αποδείξει αλλά και ο ίδιος ο Χαλντέι έχει επιβεβαιώσει πως η φωτογραφία δεν ήταν αποτέλεσμα επίσημης εντολής και δεν οργανώθηκε από τη διοίκηση. Οι στρατιώτες που τον βοήθησαν ήταν ο 18χρονος Αλεξέι Κοβάλεφ από το Κίεβο(ο στρατιώτης που κρατά τη σημαία) και οι Αμπουντλαρχίμ Ιζμαΐλοφ από το Νταγκεστάν και Λεονίντ Γκορίτσεφ από το Μινσκ.

Ο φωτογράφος

Ο Γεβγένι Ανανίεβιτς Χαλντέι γεννήθηκε στις 23 Μαρτίου 1917 στο Ντονέτσκ της Ουρκανία (τότε η πόλη ονομαζόταν Γιουζόβκα και ήταν μέρος της ρωσικής αυτοκρατορίας). Η οικογένεια του ήταν εβραϊκής καταγωγής.

«Από μικρό παιδί είχα αυτό το πάθος με τη φωτογραφία. Η πρώτη μου... κάμερα ήταν τα γυαλιά της γιαγιάς μου» θα πει ο ίδιος. Σε ηλικία 19 ετών έπιασε την πρώτη του δουλειά ως φωτογράφος στο πρακτορείο ΤASS. Κατά τη διάρκεια του πολέμου οι Ναζί σκότωσαν τον πατέρα του και τρεις από τις τέσσερις αδελφές του. «Έχω συγχωρέσει τους Γερμανούς αλλά δεν μπορώ να ξεχάσω» έχει τονίσει σε μια συνέντευξη του.

Μετά την πτώση του Βερολίνου συνέχισε να εργάζεται για το TASS και φωτογράφισε τη Δίκη της Νυρεμβέργης αλλά και το σοβιετικό μέτωπο στην Μαντζουρία κατά των Ιαπώνων. Το 1947 επιπλήχθηκε σε μια κρατική αξιολόγηση που πραγματοποιήθηκε στο TASS και τον Οκτώβριο του 1948 έχασε τη δουλειά του. Ο ίδιος υποστήριζε ότι αυτό έγινε λόγω της εβραϊκής του καταγωγής.

Συνέχισε να εργάζεται ως φωτογράφος για εφημερίδες της Σοβιετικής Ένωσης. Το 1959 προσελήφθη στην Pravda όπου και εργάστηκε έως το 1970 όταν και αναγκάστηκε να συνταξιοδοτηθεί. Το 1984 εκδόθηκε ένα βιβλίο 93 σελίδων με το έργο του από το καιρό του Πολέμου. Τη δεκαετία του '90 επανήλθε στο προσκήνιο λόγω κάποιον εκθέσεων που έγιναν προς τιμή του σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες.

Φωτογράφιζε μέχρι το τέλος της ζωής του στις 6 Οκτωβρίου 1997 (80 ετών).

Για την φωτογραφία στο Ράιχσταγκ έχει πει: «Ήταν μια καλή φωτογραφία και ιστορικά σημαντική. Επόμενη ερώτηση παρακαλώ...».