Ο φωτορεπόρτερ Σταν Χόντα τράβηξε μια από τις... διασημότερες φωτογραφίες της 11ης Σεπτεμβρίου. O Χόντα γράφει για την Dust Lady και όλα όσα ακολούθησαν
«Η φωτογραφία είναι μια τόσο εύστοχη πραγματικότητα που γίνεται πιο αληθινή από την ίδια την πραγματικότητα» έχει πει ο Αμερικάνος φωτογράφος. Άλφρεντ Στίγκλιτζ. Αν επιχειρούσαμε να διαχωρίσουμε φωτογραφικά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 τότε μπορούμε να πούμε ότι από τη μια βρίσκονται μεγαλειώδη-φρικτά τοπία της αδιανόητης καταστροφής και από την άλλη τα εξωπραγματικά πορτρέτα των ατόμων που βίωσαν κάτι εξωπραγματικό και επέζησαν. Η φωτογραφία της Dusy Lady (σκονισμένη κυρία) είναι ίσως μια από τις χαρακτηριστικότερες από εκείνη την ημέρα που άλλαξε την ιστορία του πλανήτη. Αποτυπώνει αυτό που κατέθεσαν πολλοί μάρτυρες: «Μετά την πτώση των πύργων οι γεμάτοι σκόνη και στάχτη άνθρωποι ήταν χαμένοι. Δεν μπορούσαν να σου πουν ποιοι είναι και πού βρίσκονται». Ήταν τόσο τεράστιο και φρικτό αυτό που βίωναν που αδυνατούσαν να το κατανοήσουν. Ο φωτορεπόρτερ Σταν Χόντα είναι ο άνθρωπος που τράβηξε την εικόνα της Dusty Lady. Σ' ένα συγκλονιστικό κείμενό του γράφει για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τράβηξε την εμβληματική πλέον φωτογραφία, την πρωταγωνίστρια αλλά και όλα όσα ακολούθησαν.
Το κείμενο του Χόντα:
«Στην καριέρα μου ως φωτορεπόρτερ σπάνια έβρισκα ποιοι είναι
οι άνθρωποι στις φωτογραφίες μου. Σε αποστολές ρουτίνας οι φωτορεπόρτερ
ειδήσεων μπορεί να ρωτήσουν ονόματα και άλλες πληροφορίες που είναι σημαντικές.
Η βιασύνη όμως να απαθανατίσεις ένα γεγονός και η πίεση των χρονικών περιθωρίων συχνά δεν επιτρέπει στους φωτογράφους να σταματήσουν και να μιλήσουν με τους πρωταγωνιστές. Σίγουρα δεν μπορούν να το κάνουν όταν έχουν την ευθύνη να καταγράψουν φωτογραφικά μια καταστροφή όπως η 11η Σεπτεμβρίου. Είναι αδύνατο και επικίνδυνο να το κάνεις. Όμως μια φωτογραφία από την 11η Σεπτεμβρίου που τραβήχτηκε για το γαλλικό πρακτορείο AFP ήταν διαφορετική.
Την ημέρα των επιθέσεων στο World Trade Center της Νέας Υόρκης φωτογράφισα μια γυναίκα καλυμμένη από σκόνη, μετά την πτώση ενός από τους Πύργους. Αργότερα θα γινόταν μια από τις εμβληματικές φωτογραφίες της 11η Σεπτεμβρίου. Ήταν μόνο ένα στιγμιότυπο που τράβηξα από αυτή καθώς πολλοί άνθρωποι έψαχναν καταφύγιο στο λόμπι ενός κτιρίου. Προσπαθούσαν να προστατευτούν από το γιγάντιο σύννεφο σκόνης και συντριμμιών που είχε καλύψει την περιοχή μετά την πτώση του πρώτου Πύργου. Φορούσε ένα ταγέρ εργασίας και η σκόνη είχε εξαφανίσει το χρώμα των ρούχων και των παπουτσιών. Το φως από το λόμπι αντανακλούσε πάνω στο κολιέ της. Τα χέρια της ήταν απλωμένα σαν να μου έκανε κάποια χειρονομία.
Η φωτογραφία έχει κίτρινο τόνο, αυτό δεν ήταν εσκεμμένο. Είχα σετάρει την κάμερα μου για φυσικό φως και τα φώτα στο εσωτερικό του κτιρίου έδωσαν αυτά τον κίτρινο τόνο. Αργότερα εκείνη την ημέρα, μέσα στη βιασύνη να στείλω τη φωτογραφία δεν διόρθωσα το χρώμα. Όταν την είδα τυπωμένη παρατήρησα ότι το χρώμα φαινόταν να μεταφέρει μια αίσθηση καταστροφής, μια αίσθηση τρόμου.
Δευτερόλεπτα αφού τράβηξα τη φωτογραφία, την είδα να την
βοηθούν κάποια άλλα άτομα να πάει σε μια σκάλα, πιθανότατα σε κάποιο πιο
ασφαλές μέρος. Σκέφτηκα ότι δεν θα την συναντήσω ποτέ ξανά μετά από αυτό. Όμως
τις επόμενες μέρες και εβδομάδες, μετά την 11η Σεπτεμβρίου, αναρωτιόμουν
ποια ήταν.
Φωτογραφίζοντας την
11η Σεπτεμβρίου
Ήταν μια μέρα που μπορεί μόνο να χαρακτηριστεί ως χαοτική. Ένα
φωτογράφος του AFP με πήρε τηλέφωνο για να μου πει ότι μόλις ένα
αεροπλάνο συνετρίβη πάνω στο World Trade Center.
Και οι δύο υποθέσαμε ότι ήταν ένα μικρό ιδιωτικό αεροπλάνο.
Πήρα το μετρό την ώρα της πρωινής ώρας αιχμής. Το δρομολόγιο
μου φάνηκε να κρατάει για... πάντα, πολύ περισσότερο από τη συνηθισμένη μισή
ώρα.
Υπήρχαν καθυστερήσεις στο δρομολόγιο πιθανότατα λόγω της
κατάστασης έκτακτης ανάγκης στο Μανχάταν. Έφτασαν στο σταθμό του City Hall μετά από περίπου 50
λεπτά.
Όταν ανέβηκα στο επίπεδο του δρόμου είδα εκατοντάδες
ανθρώπους απλά να στέκονται και να κοιτάζουν τους Δίδυμους Πύργους που
βρίσκονταν λίγα τετράγωνα πιο πέρα. Οι πάνω όροφοι και των δύο κτιρίων είχαν
πάρει φωτιά. Δεν είχα ακούσει για το δεύτερο αεροπλάνο που χτύπησε τον Νότιο
Πύργο και έτσι ήμουν πολύ μπερδεμένος.
Τράβηξα πολλές φωτογραφίες του πλήθους και των Πύργων και κατευθύνθηκα προς τα κτίρια για να βγάλω περισσότερες. Πήγαινα Νότια και έβλεπα ένα τεράστιο πλήθος ανθρώπων να κατευθύνεται προς την αντίθετη κατεύθυνση, μακριά από τους Πύργους. Ακούγονταν συνέχεια οι σειρήνες των οχημάτων που έρχονταν με ταχύτητα στην περιοχή.
Καθώς πλησίασα στους Πύργους και φωτογράφιζα το ένα κτίριο
άκουσα ένα τεράστιο βουητό, σαν τρένο. Ακολούθησε ένα πυκνό σύννεφο σκόνης και
καπνού. Ο πρώτος Πύργος είχε καταρρεύσει.
O
καπνός που σηκωνόταν δημιουργούσε μια ομίχλη ανάμεσα στα κτίρια δίπλα μου, ο
κόσμος προσπαθούσε να ξεφύγει από τα σύννεφα καπνού. Μετά σκοτείνιασε, σκοτάδι
σαν να είναι νύχτα. Καπνός και σκόνη γέμισαν τον αέρα και ήταν δύσκολο να δεις.
Πήγα προς ένα κοντινό κτίριο με γραφεία. Μπορούσα να
διακρίνω έναν αστυνομικό να βάζει κόσμο μέσα και έτσι τους ακολούθησα για να
γλιτώσω από τον καπνό.
Λίγα άτομα στέκονταν στο λόμπι, σοκ και σύγχυση στο πρόσωπο
τους. Ένα λεπτό μετά μια γυναίκα μπήκε μέσα, απολύτως καλυμμένη με σκόνη,
ενστικτωδώς την φωτογράφισα και βγήκα και πάλι έξω.
Ο καπνός είχε καθαρίσει κάπως και φαινόταν σαν να έχει
χιονίσει. Τα πάντα, ο δρόμος, τα κτίρια, τα αυτοκίνητα, ακόμα και οι άνθρωποι
ήταν εντελώς καλυμμένα με αυτή την ελαφριά γκρι στάχτη. Ήταν τρομακτικά ήσυχα
και οι άνθρωποι περπατούσαν ανάμεσα στα συντρίμμια.
Συνέχιζα να απαθανατίζω το σκηνικό, τραβούσα φωτογραφίες των
ανθρώπων που βοηθούσαν ο ένας τον άλλον και προσπαθούσαν να φύγουν από την
περιοχή. Ένα λεωφορείο σταμάτησε και άνοιξε τις πόρτες για να μπει ο κόσμος. Φωτογράφισα
έναν άντρα να περπατά μέσα στα χαλάσματα και να κρατά ακόμα τον χαρτοφύλακα
του. Αυτή θα γινόταν η δεύτερη πιο διάσημη φωτογραφία μου από εκείνη τη μέρα.
Οι μέρες που ακολούθησαν
Λίγους μήνες μετά, στις αρχές Μαρτίου 2002, ένας συντάκτης
του AFP στην
Ουάσινγκτον με πήρε τηλέφωνο και μου είπε ότι είχε εντοπίσει τη γυναίκα στη
φωτογραφία.
Το όνομα της ήταν Μάρσι Μπόρντερς. Η οικογένεια της είχε δει
τη φωτογραφία που είχε δημοσιευθεί σε πολλές εφημερίδες, περιοδικά και
ιστοσελίδα σε ολόκληρο τον κόσμο. Βρήκαν το τηλέφωνο του γραφείο του AFP στην Ουάσινγκτον και
επιβεβαίωσαν στον συντάκτη την ταυτότητα της γυναίκας.
Εργαζόμουν στο γραφείο της Νέας Υόρκης και ήμουν έκπληκτος
από το γεγονός ότι πλέον γνωρίζαμε ποια ήταν η γυναίκα στη φωτογραφία. Ήθελα να
την γνωρίσω.
Κανονίσαμε να συναντήσω την κ.Μπόρντερς στο διαμέρισμα της
στο Νιού Τζέρσεϊ στις 8 Μαρτίου 2002.
Ενώ σκεφτόμουν ότι ήταν απίστευτο ότι θα συναντήσω το άτομο
που φωτογράφισα αυτή την ιστορική ημέρα ήμουν και ανακουφισμένος που μάθαινα
ότι είναι καλά. Υπήρξε τόση καταστροφή και θάνατος εκείνη την ημέρα που το να
ακούω την ιστορία μιας επιζήσασας ήταν λυτρωτικό.
Η κ.Μπόρντερς είχε μια δύσκολη ζωή πίσω της όταν βρήκε το
2001 τη δουλειά στην Τράπεζα της Αμερικής. Τα γραφεία τους ήταν σε έναν από
τους Δίδυμους Πύργους. Η ζωή της Μάρσι φαινόταν να πηγαίνει πλέον στη σωστή
κατεύθυνση.
Όμως όλα άλλαξαν την 11η Σεπτεμβρίου όταν το αεροπλάνο έπεσε
πάνω στον Βόρειο Πύργο. Εργαζόταν στον 81ο όροφο και κατάφερε να γλιτώσει πριν
το κτίριο καταρρεύσει.
Την ακούγαμε προσεκτικά προσπαθώντας να τα... απορροφήσουμε όλα. Έβγαλα μερικές φωτογραφίες από το διαμέρισμα της, είχε μια μικρή αμερικάνικη σημαία στην εξώπορτα της.
Φαινόταν πολύ επηρεασμένη απ' όλη αυτή την εμπειρία. Τρόμαζε
μόνο στο άκουσμα του ήχου των αεροπλάνων και φοβόταν πλέον τα ψηλά κτίρια. Ορκίστηκε
στον εαυτό της να επιστρέψει στην συγκεκριμένη περιοχή του Μανχάταν.
Ήταν θλιβερό να την βλέπεις τρομαγμένη. Ήταν τόσο άδικό που
κινδύνευε να χάσει τη δουλειά της καθώς έδινε αγώνα να ξεπεράσει τον φόβο της
να μπει ξανά σε ένα ψηλό κτίριο.
Την συνάντησα μια ακόμα φορά κατά τη διάρκεια μιας κοινής
τηλεοπτικής συνέντευξης που δώσαμε αλλά δεν κρατήσαμε επαφή. Μέσα στα επόμενα
χρόνια έβλεπα τις συνεντεύξεις της στις επετείους της 11ης Σεπτεμβρίου.
Έβγαλα εκατοντάδες φωτογραφίες εκείνη την ημέρα όμως αυτή με τη κ.Μπόρντερς είναι αυτή που κυριάρχησε σε διάφορες εκδόσεις κάθε χρόνο την 11η Σεπτεμβρίου. Η φωτογραφία μου θυμίζει πόσο χαοτική ήταν εκείνη η ημέρα. Ακόμα είμαι έκπληκτος που κατάφερα να περάσω εκείνη την ημέρα χωρίς να τραυματιστώ.
Η ιστορία της Μάρσι είναι μια από των χιλιάδων ατόμων που επέζησαν από την 11η Σεπτεμβρίου. Ίσως οι άνθρωποι μπορούν να ταυτιστούν με τη φωτογραφία καθώς δείχνει ένα άτομο που προσπαθεί να αντιμετωπίσει μια χαοτική κατάσταση στην οποία βρέθηκε ξαφνικά. Για πολλούς ανθρώπους νομίζω ότι αυτή η φωτογραφία εξανθρωπίζει όλη την εμπειρία της 11ης Σεπτεμβρίου.
Λυπήθηκα πάρα πολύ όταν έμαθα ότι η Μάρσι πέθανε τον
Αύγουστο του 2015 από καρκίνο στο στομάχι».