Φτύσιμο στην Ινδία, αυτή η μάστιγα!

 

Στην χώρα που η αγαπημένη συνήθεια των πολιτών είναι να φτύνουν δημόσια όπου κι αν βρεθούν, η μάχη κατά του φτυσίματος μοιάζει χαμένη εξ αρχής!


Νωρίτερα αυτή τη χρονιά ο Ράζα και η Πρίτι Ναρασιμάν ξεκίνησαν έναν μεγάλο ταξίδι στην Ινδία με μοναδικό σκοπό να μεταφέρουν ένα μήνυμα: Σταματήστε να φτύνετε δημόσια! Το ζευγάρι με ένα μεγάφωνο στο αυτοκίνητο τους, που ήταν καλυμμένο με συνθήματα κατά του φτυσίματος, περνούσαν στους δρόμους της χώρας μεταφέροντας το μήνυμά τους.

Η χώρα που… φτύνει

Όποιος έχει ταξιδέψει έστω και λίγο στην Ινδία μπορεί να καταλάβει εύκολα τι είναι αυτό που αντιμάχονται οι Ναρασιμάν. Όπως αναφέρει ένα άρθρο του BBC, τα σάλια γεμίζουν τους δρόμους. Μερικές φορές είναι απλά ή με φλέγματα αλλά μερικές φορές είναι κόκκινα σαν το αίμα από όσους μασούν φύλλα καπνού με καρύδι, ένα αγαπημένο μείγμα που είναι γνωστό ως πάαν. Τα σάλια γεμίζουν όχι μόνο τους δρόμους, αλλά και απλούς τοίχους ή λαμπερά κτίρια. «Απειλούν» ακόμα και την φημισμένη, ιστορική γέφυρα Χάουραχ στην Καλκούτα.

Έτσι, οι Ναρασιμάν ταξιδεύουν σε όλη τη χώρα προσπαθώντας να προστατέψουν τους δρόμους, τα κτίρια και τις γέφυρες από αυτούς που φτύνουν δημόσια. Οι ίδιοι ζουν στην πόλη Πουνέ και έχουν αυτοανακηρυχθεί μαχητές κατά του φτυσίματος από το 2010. Κάνουν σεμινάρια, online και offline καμπάνιες για το θέμα, αναλαμβάνουν εκστρατείες καθαρισμού των δημόσιων χώρων μαζί με τις δημοτικές αρχές. Τα έχουν κάνει κυριολεκτικά όλα, αλλά όπως ο κ. Ναρασιμάν θυμάται κάποτε είχαν βάψει έναν τοίχο που είχε βρωμίσει από τα φτύματα που ήταν γεμάτα πάαν μόνο για να αρχίσει να γεμίζει μέσα σε τρεις μέρες και πάλι.

Οι αντιδράσεις του κόσμου απέναντι στις επίμονες προσπάθειές τους κυμαίνονται από πλήρη αδιαφορία μέχρι οργή. Ο κ. Ναρασιμάν θυμάται όταν κάποιος του είχε φωνάξει οργισμένα: «Ποιο είναι το πρόβλημά σου; Είναι περιουσία του πατέρα σου;».

Η μάχη της Ινδίας έναντι του φτυσίματος στους δρόμους δινόταν πάντα με μισή καρδιά. Στην Βομβάη, οι αρχές προσπάθησαν να διορθώσουν την κατάσταση εθελοντικά προτρέποντας τον κόσμο να συνετίζει όσους έβλεπαν να φτύνουν, να πετούν σκουπίδια ή να ουρούν σε δημόσιο χώρο. Ωστόσο, το παράπτωμα του φτυσίματος εδώ και πολύ καιρό πλέον αγνοείται.

Ωστόσο, η ομάδα κατά του φτυσίματος από την Πουνέ (PMC) ανέλαβε δράση κατά 11 ατόμων, συμπεριλαμβανομένου τριών οδηγών, κατά τη διάρκεια μιας δράσης τον Νοέμβριο του 2018. Οι… ακριβιστές έδωσαν σφουγγαρίστρα στους παραβάτες και τους ανάγκασαν να καθαρίσουν τα σάλια τους με καπνό που βρίσκονταν στους δρόμους.

Και μετά ήρθε η πανδημία…

Όταν ήρθε η πανδημία της Covid-19 και κατέκλυσε την Ινδία κάποια πράγματα άρχισαν να αλλάζουν, λέει η κ. Ναρασιμάν. Κάποιοι μάλιστα που συνήθιζαν να φτύνουν συστηματικά τώρα άρχιζαν να απολογούνται.

«Ο φόβος της πανδημίας τους έβαλε να σκεφτούν», λέει η ίδια.

Η αερομεταφερόμενη ασθένεια έκανε τέλειο ζευγάρι με την αγαπημένη συνήθεια των ανδρών της Ινδίας να φτύνουν όπου τους αρέσει. Έτσι, οι αρχές αναγκάστηκαν να λάβουν πιο ενεργή δράση και να τιμωρούν τους παραβάτες με πιο αυστηρά πρόστιμα – ακόμα και με φυλάκιση- στο πλαίσιο του Νόμου Διαχείρισης Καταστροφών. Ακόμα και ο πρωθυπουργός της χώρας, Ναρέντα Μόντι, συμβούλευσε τους συμπατριώτες τους να σταματήσουν να φτύνουν δημόσια, κάτι που όπως είπε «πάντα ξέραμε ότι ήταν λάθος».

Η απάντηση αυτή ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τα όσα ακούστηκαν στη βουλή της χώρας το 2016, όταν ο υπουργός Υγείας απαντώντας σε μια ερώτηση σχετικά την «πληγή» του φτυσίματος ανέφερε: «Κύριε, η Ινδία είναι μια χώρα που φτύνει. Φτύνουμε όταν βαριόμαστε, φτύνουμε όταν είμαστε κουρασμένοι, φτύνουμε όταν είμαστε θυμωμένοι ή φτύνουμε όποτε θέλουμε. Φτύνουμε πάντα και παντού και φτύνουμε κάθε στιγμή ακόμα και σε περίεργες ώρες».

Και στην πραγματικότητα είχε δίκιο. Το φτύσιμο είναι δεδομένο στους δρόμους της Ινδίας. Οι άντρες που ξεκουράζονται στην άκρη του δρόμου στρίβουν λίγο το κεφάλι τους και φτύνουν. Άντρες που οδηγούν αυτοκίνητα, ποδήλατα, μηχανάκια, ρίκσο, δεν διστάζουν στα φανάρια να βγάλουν το κεφάλι τους έξω και να φτύσουν. Της πράξης συχνά προηγείται και μια σύντομη προειδοποίηση: ένας ήχος που έρχεται από τα… εσώψυχα αυτού που προσπαθεί να μαζέψει όσο σάλιο μπορεί για να το βγάλει έξω.

Η συνήθεια αυτή αφορά σε συντριπτικούς αριθμούς τους άντρες. Ο δημοσιογράφος Σαντός Ντεσάι λέει ότι «οι Ινδοί άντρες είναι άνετοι με το σώμα τους και ό,τι βγαίνει από αυτό. Υπάρχει μια ανεπιτήδευτη άνεση με όποιον… ξαλαφρώνει δημόσια. Αν νιώθω άβολα με κάτι, θα αναλάβω αμέσως δράση. Η ιδέα του να συγκρατηθείς δεν υπάρχει στην πραγματικότητα», τονίζει.

Εξάλλου, το φτύσιμο θεωρείται κάτι «κουλ» που τροφοδοτεί την τοξική αρρενωπότητα, τονίζει από την πλευρά του ο δημοσιογράφος Ουνταλάκ Μουκερτζί, βοηθός εκδότης της ινδικής έκδοσης της εφημερίδας the Telegraph.

Και πάλι όμως: γιατί να φτύνει κάποιος δημόσια; Ο κ. Ναρασιμάν λέει ότι σύμφωνα με τα όσα έχει συμπεράνει οι λόγοι που οδηγούν κάποιον να φτύσει κυμαίνονται από τον θυμό ως την βαρεμάρα-όταν δεν έχει τίποτα καλύτερο να κάνει κάποιος- ή απλά επειδή μπορούν. «Νιώθουν ότι είναι δικαίωμά τους να φτύνουν», τονίζει.

Σύμφωνα με τον ιστορικό Μουκούλ Κεσαβάν, η συνήθεια αυτή έχει τις ρίζες του στην «εμμονή των Ινδών με την μόλυνση και πώς να την βγάλεις από μέσα σου». Κάποιοι ιστορικοί πιστεύουν ότι αυτή η εμμονή εντοπίζεται στους Ινδουιστές και στις αντιλήψεις που υπήρχαν στις ανώτερες κάστες για την διατήρηση της αγνότητας του σώματος με την απόρριψη οτιδήποτε βρώμικου εκτός σπιτιού.

«Η συμπεριφορά του φτυσίματος ξεπερνά τα ερωτήματα που δημιουργούνται για την υγιεινή. Ένας οδηγός ταξί μου είπε κάποτε ότι είχε μια κακή μέρα κι απλώς ήθελε να διώξει αυτή την κακή ενέργεια από πάνω του», αναφέρει ο Μουκερτζί.

Η μάχη κατά του φτυσίματος

Αποδεικνύεται πάντως ότι υπήρχε μια εποχή που οι άνθρωποι σε όλον τον κόσμο έφτυναν παντού! Στην Ινδία, το φτύσιμο ήταν μια ξεχωριστή τακτική ακόμα και στην βασιλική αυλή, ενώ βασικό στοιχείο κάθε σπιτιού ήταν ένα μεγάλο πτυελοδοχείο.

Στην Ευρώπη, την εποχή του Μεσαίωνα, μπορούσες να φτύσεις ακόμα και κατά τη διάρκεια ενός γεύματος αρκεί να το έκανες κάτω από το τραπέζι. Ο Έρασμος, ο διάσημος λόγιος του διαφωτισμού, είχε γράψει ότι το να ρουφάς πίσω το σάλιο σου ήταν «αγενές». Το 1903, το βρετανικό περιοδικό υγείας British Medical Journal είχε χαρακτηρίσει την Αμερική ως ένα από τα πιο «αποχρεμπτικά κέντρα του κόσμου»! Όταν το 1908, ένας επιθεωρητής υγείας από την Μασαχουσέτη ρώτησε γιατί οι ράφτες έφτυναν στο πάτωμα σε κάθε βιοτεχνία που επισκεπτόταν του απάντησαν: «Φυσικά και φτύνουμε στο πάτωμα. Πού περιμένατε να φτύνουμε; Στις τσέπες μας;».

Βέβαια, τα πράγματα δεν ήταν καλύτερα στην Βρετανία, όπου ήταν πολύ κοινό να φτύνει κάποιος στο τραμ. Ωστόσο, η ιατρική κοινότητα απαιτούσε αυτό να σταματήσει και άρχισαν να επιβάλλονται πρόστιμα για τους παραβάτες.

Τα μέτρα κατά του φτυσίματος στην Δύση άρχισαν να λαμβάνονται ενεργά μόνο μετά την εμφάνιση της φυματίωσης. Παράλληλα, η όλο και μεγαλύτερη γνώση σχετικά με τα μικρόβια , η οποία άρχισε από τα τέλη του 19ου αιώνα και επεκτάθηκε στις αρχές του 20ου έπαιξε κρίσιμο ρόλο στο να σταματήσει αυτή η συνήθεια, όπως αναφέρει η Βίντια Κρίσναν, συγγραφέας του βιβλίου « Phantom Plague: How Tuberculosis Shaped History» (Η πανδημία-φάντασμα: Πώς η φυματίωση διαμόρφωσε την ιστορία).

«Η γνώση του πώς εξαπλώνονται τα μικρόβια οδήγησε στην υιοθέτηση νέων κοινωνικών συνηθειών και εθίμων. Οι άνθρωποι έμαθαν να καλύπτονται όταν βήχουν ή φτερνίζονται, να μην δίνουν τα χέρια τους εύκολα και να μην φιλάνε ένα μωρό. Η γνώση για την οικιακή υγιεινή επεκτάθηκε και στους δημόσιους χώρους», αναφέρει.

Η Κρίσναν λέει ότι η αυξημένη γνώση οδήγηση στην αλλαγή της συμπεριφοράς κυρίως στους άντρες και αυτοί ήταν και είναι ακόμα που «επιδίδονται στο φτύσιμο στους δημόσιους χώρους σε τέτοιο βαθμό που επιτρέπουν σε μολυσματικές ασθένειες, όπως η φυματίωση, να εξαπλώνονται».

Ωστόσο, στην Ινδία υπάρχει ακόμα ένας μεγάλος αριθμός εμποδίων που θα πρέπει να ξεπεραστούν, σύμφωνα με την Κρίσναν. Οι αρχές για παράδειγμα δεν προσπάθησαν ποτέ πολύ σκληρά να σταματήσουν αυτή τη συνήθεια. Το φτύσιμο είναι απόλυτα αποδεκτό κοινωνικά. Βλέπεις αθλητές να φτύνουν μπροστά στην κάμερα ή άντρες σε ταινίες του Μπόλιγουντ να φτύνουν, ενώ παλεύουν.

Ο κ. Ναρασιμάν θεωρεί ως κάτι αρνητικό την απουσία πλέον των πτυελοδοχείων. «Ακόμα και αν εγώ θέλω να φτύσω, πού θα φτύσω;», αναρωτιέται. «Ως παιδί στην Καλκούτα, θυμάμαι ότι υπήρχαν πτυελοδοχεία που ήταν δεμένα στις κολόνες και ήταν γεμάτα με άμμο. Σήμερα αυτά έχουν εξαφανιστεί και ο κόσμος φτύνει παντού», τονίζει.

Από την άλλη, η Κρίσναν αναφέρει: «Καμία αλλαγή συμπεριφοράς που εκδηλώνεται σε μεγάλη κλίμακα και παρέμβαση υγιεινής δεν μπορούν να αποκλείσουν τους διαχωρισμούς σε κάστα, τάξη και φύλο. Στην Ινδία, η πρόσβαση στις τουαλέτες, σε τρεχούμενο νερό και υδραυλικές εγκαταστάσεις αφορούν μόνο τους πλούσιους», τονίζει.

Οι υγειονομικοί έχουν προειδοποιήσει πολλές φορές ότι όταν απλώς τιμωρείς τους ανθρώπους που φτύνουν χωρίς να προσπαθείς πρώτα να καταλάβεις γιατί το κάνουν δεν θα σε βοηθήσει να νικήσεις τη μάχη εναντίον αυτής της συνήθειας. Πράγματι, ύστερα από δύο χρόνια πανδημίας, ο ζήλος για την αντιμετώπιση αυτής της συγκεκριμένης συνήθειας έχει αρχίσει και φθίνει.

Όχι όμως από τον Ράτζα και την Πρίτι Ναρασιμάν. Αυτοί συνεχίζουν ακάθεκτοι την εκστρατεία τους στους δρόμους. Οι περισσότεροι άνθρωποι συνεχίζουν να μην ξέρουν ότι με αυτή τους τη συνήθεια συμβάλλουν στην εξάπλωση του κοροναϊού, όπως λένε οι Ναρασιμάν, κι αυτοί είναι κάτι που μπορείς να το αλλάξεις, αν όχι να το διορθώσεις τελείως.

«Δεν πειράζει αν χαραμίζουμε τον χρόνο μας. Εμείς προσπαθούμε. Αν μπορέσουμε να αλλάξουμε την συμπεριφορά έστω και στο 2% των ανθρώπων, θα έχουμε κάνει τη διαφορά», όπως λένε.