Robocop: Όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε για τη θρυλική ταινία


Τον Ιούλιο του 1987 ο… Μέρφι άρχισε να επιβάλει τον νόμο στους δρόμους του Ντιτρόιτ

Πέρασαν 35 ολόκληρα χρόνια από την ημέρα που το Robocop έκανε πρεμιέρα σε κινηματογραφικές αίθουσες των ΗΠΑ. Ήταν 17 Ιουλίου 1987 και έως σήμερα η ταινία του Πολ Φερχόφεν παραμένει ένα σημείο αναφοράς στο είδος της. To Robocop κατάφερε να συνδυάσει με εκπληκτικό τρόπο το χιούμορ, τη βία και τις ακραίες σκηνές και παράλληλα να θίξει κοινωνικά ζητήματα που προβληματίζουν έως σήμερα. Την ισχύ τον μεγάλων εταιριών, το κατά πόσο η αστυνομία μπορεί να είναι ιδιωτική, τον καταναλωτισμό, ακόμα και την αγωνία του ανθρώπου να νικήσει τον θάνατο. Πώς όμως δημιουργήθηκε αυτό το ξεχωριστό φιλμ, πως έγινε η επιλογή των ηθοποιών και ποια είναι τα παρασκήνια πίσω από τον το ρομπότ που παρέμεινε τελικά άνθρωπος; Έχουμε όλες τις απαντήσεις.

«Παιδί» του Blade Runner

Η ιδέα για το Robocop γεννήθηκε στο πλατό μιας άλλη ταινίας. Ο Έντουαρντ Νιουμέιερ συμμετείχε στην παραγωγή του «Blade Runner» με στόχο να μάθει τη διαδικασία δημιουργίας ενός φιλμ. Παρατηρώντας τα φουτουριστικά αυτοκίνητα σκέφτηκε πως θα μπορούσαν να είναι περιπολικά. «Είχα αυτό το όραμα σε έναν μακρινό στιλ Blade Runner κόσμο όπου υπήρχαν αυτοί οι μηχανικοί αστυνομικοί οι οποίοι όμως είχαν αληθινή ανθρώπινη λογική» θα πει ο ίδιος. Μέσα σε λίγες μέρες είχε γράψει ένα προσχέδιο 40 σελίδων.

Ο Νιουμέιερ συνάντησε τον σκηνοθέτη βίντεο-κλιπ Μάικλ Μάινερ ο οποίος είχε μια παρόμοια ιδέα. Μέσα από αυτή τη συνεργασία προέκυψε ο Robocop. Επηρεασμένος από το «Ψυχώ» ο Νιουμέιερ ήθελε ο βασικός χαρακτήρας να σκοτώνεται στην αρχή του φιλμ. Παράλληλα ήθελε να ασκήσει κριτική στην γιάπικη κουλτούρα και την αυξανόμενη επιθετικότητα των εταιριών. Θεωρούσε ότι το βιομηχανικό Ντιτρόιτ, το οποίο εκείνη την εποχή ζούσε πλέον την παρακμή του ήταν το ιδανικό σκηνικό ενώ αποκάλυψε ότι η σκηνή με το ED-209 να δυσλειτουργεί και να σκοτώνει έναν υπάλληλο ήταν κάτι που σκεφτόταν καιρό.

«Ήταν μια κωμική ανακούφιση σε μια κυνική εποχή. Βρισκόμασταν στην εποχή του Ρίγκαν και του οικονομολόγου Μίλτον Φρίντμαν. Η καρδιά του φιλμ ήταν αυτός ο αστυνομικός που εργάζεται για μια εταιρία η οποία επιμένει ότι της ανήκει. Όμως αυτός κάνει το σωστό» λέει από τη μεριά του ο Μάινερ.

Το βασικό σενάριο ήταν έτοιμο τον Δεκέμβριο του 1984 και είχε τίτλο «RoboCop: The Future of Law Enforcement». Οι Νιουμέιερ και Μάινερ το έστειλαν στις εταιρίες παραγωγής και μέσα σε έναν μήνα είχαν δύο προσφορές. Από την Atlantic Releasing και την  Orion Pictures. Ο παραγωγός Τζο Ντέιβισον έπεισε το Νιουμέιερ και Μάινερ πως η Orion είναι η ιδανική για να υλοποιήσει το όραμα τους. Αρχικά η εταιρία ήθελε το φιλμ να μην διαδραματίζεται στο Ντιτρόι αλλά ο Νιουμέιερ επέμεινε ως το τέλος. Αυτό που τελικά προσέθεσαν οι παραγωγοί ήταν η σύνδεση του προέδρου της OCP με τον «κακό» του φιλμ Κλάρενς Ρόντικερ.

Ο Φερχόφεν το θεώρησε απαίσιο

Ο Τζόναθαν Κέιπλαν ήταν ο πρώτος σκηνοθέτης που είχε αναλάβει το «Robocop». Αποχώρησε όμως και χρειάστηκαν έξι μήνες για να βρεθεί ο αντικαταστάτης του. Οι Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ και Άλεξ Κοξ απέρριψαν την προσφορά που τους έγινε ενώ η Orion δεν αποδέχθηκε το αίτημα του Μάινερ να αναλάβει αυτός τη σκηνοθεσία.

Το στέλεχος της Orion, Μπάρμπαρα Μπόιλ πρότεινε τον Πολ Φερχόφεν και του έστειλαν το σενάριο. Διαβάζοντας μόνο την πρώτη σελίδα το απέρριψε χαρακτηρίζοντας το απαίσιο. Η Μπόιλ επέμεινε ζητώντας από το Φερχόφεν να δώσει σημασία στα μηνύματα που στέλνει το φιλμ. Ο Φερχόφεν και πάλι δεν πείστηκε.

Τα πάντα άλλαξαν όταν διάβασε το σενάριο η σύζυγος του σκηνοθέτη, Μαρτίν Τουρς. Ενθουσιάστηκε και μίλησε στον σύζυγο της. «Του είπε ότι είχε χάσει την ψυχή της ιστορίας. Το γεγονός ότι κάποιος χάνει την ταυτότητα του. Τον ενθάρρυνα να δώσει μια ευκαιρία σε αυτό το σενάριο. Τα αγγλικά του δεν ήταν πολύ καλά τότε και δεν μπορούσε να καταλάβει τη σάτιρα. Τον άγγιξε όμως ιδιαίτερα η σκηνή που ο Robocοp επιστρέφει στο άδειο πλέον σπίτι του και του επανέρχονται αναμνήσεις από την προηγούμενη ζωή του» αναφέρει η σύζυγος του Φερχόφεν. Ο σκηνοθέτης συναντήθηκε με τους Ντέιβισον και Νιουμέιερ και παρά τις αρχικές του αντιρρήσεις πείστηκε ότι το «Robocop» έπρεπε να γυριστεί σε στιλ κόμικ.

Σβαρτζενέγκερ, Γουέλερ και η μεταμόρφωση της Νάνσι Άλεν

Αφού είχε βρεθεί ο σκηνοθέτης άρχισε το «κυνήγι» για τους ηθοποιούς. Για τον ρόλο του Robocop η πρώτη επιλογή της Orion ήταν ο Άρνολντ Σβαρτζενέγκερ ο οποίος προερχόταν από την τεράστιο επιτυχία του Terminator (1984). Τελικά η περίπτωση του «Άρνι» απορρίφθηκε γιατί με το τεράστιο σώμα του θα έμοιαζε αστείος μέσα στη στολή. Πολλοί ηθοποιοί αρνήθηκαν τον ρόλο γιατί το μεγαλύτερο διάστημα της ταινίας θα φορούσαν κράνος και δεν θα φαίνονταν. Όπως αποκάλυψε ο Ντέιβισον «τελικά ο Πίτερ Γουέλερ ήταν ο μοναδικός που ήθελε πραγματικά να είναι στην ταινία».

Η εκπαίδευση του στις πολεμικές τέχνες και το γεγονός ότι έτρεχε σε Μαραθώνιους τον έκαναν ιδανικό για να μπορεί να ελέγχει την κίνηση του φορώντας στολή. Ο Φερχόφεν τον είδε και όπως έχει πει τον προσέλαβε «γιατί είχε πολύ ωραίο πηγούνι». Για μήνες ο Γουέλερ προετοιμάστηκε για το ρόλο με ειδικό εκπαιδευτή και φορώντας στολή αμερικάνικου ποδοσφαίρου.

Αναφορικά με τον ρόλο της Αν Λιούις το στούντιο προσέλαβε άμεσα στην Στέφανι Ζίμπαλιστ η οποία όμως αποχώρησε λόγω υποχρεώσεων με τη σειρά «Remington Steele». Έτσι τον ρόλο πήρε η Νάνσι Άλεν η οποία έχει δηλώσει ότι «ο τίτλος ήταν άθλιος αλλά το σενάριο είχε δυνατότητες». Ο Φερχόφεν ζήτησε από την Άλεν να αλλάξει την εμφάνιση της και της τόνισε ότι ο χαρακτήρας της δεν θα πρέπει να έχει καμία σεξουαλικότητα. Η ηθοποιός έκοψε τα μακριά ξανθά μαλλιά της, πήρε κιλά, έκανε εκπαίδευση αστυνομικού και έφτασε στο σημείο ακόμα και να φοράει ανδρικά εσώρουχα.

Ο Κέρτγουντ Σμιθ αρχικά έκανε οντισιόν για τον ρόλο του Ντικ Τζόουνς αλλά τελικά πήρε αυτόν του Μπόντικερ. Η εμφάνιση του «κακού» του Robocop ήταν εμπνευσμένη από τον στενό συνεργάτη του Χίτλερ, Χάινριχ Χίμλερ. Ο Σμιθ δεν το γνώριζε αυτό.

Ο Ρόνι Κοξ πήρε τον ρόλο του Ντικ Τζόουνς γιατί ήθελε επιτέλους να παίξει έναν κακό χαρακτήρα και ο Μιγκέλ Φερέρ αποδέχθηκε την πρόταση γιατί εκείνη την περίοδο έψαχνε απεγνωσμένα για δουλειά. Ο χαρακτήρας του «Old Man» ήταν βασισμένος πάνω σε πραγματικό πρόσωπο ενώ ο ρόλος του παρουσιαστή Μπίξμπι Σνάιντερ ήταν εμπνευσμένος από τον Μπένι Χιλ. Η Orion είχε προτείνει στον διάσημο ραδιοφωνικό παραγωγό Χάουαρντ Στερν να ενσαρκώσει τον Σνάινερ. Θεώρησε την ιδέα χαζή αλλά όταν είδε το φιλμ παραδέχθηκε ότι ήταν εξαιρετικό.

Το κοστούμι και το ED-209

Η επιτυχία της ταινίας βασιζόταν σε μεγάλο ποσοστό στο πόσο πειστική θα είναι η στολή του Robocop. O Ρομπ Μπότιν και η ομάδα του ανέλαβε την δημιουργία της. Πειραματίστηκε με διάφορα μοντέλα και έφτιαξε 50 διαφορετικά σχέδια. Ο Φερχόφεν τον πίεζε ο Robocop να δείχνει όσο πιο μηχανικός γίνεται. Το κοστούμι που επιλέχθηκε είναι επηρεασμένο τόσο από τον Rom της Marvel όσο και από τον Δικαστή Ντρεντ.

Για να δημιουργηθεί τελικά η στολή χρειάστηκαν έξι μήνες και ξεπεράστηκαν τόσο τα χρονικά όρια που είχε τεθεί όσο και το μπάτζετ. Χρησιμοποιήθηκε αφρός λάτεξ, ημί και απολύτως άκαμπτη πολυουρεθάνη  και για το κράνος υαλοβάμβακας. Οι ενώσεις έγιναν με αλουμίνιο και βίδες.

Ιδιαίτερα απαιτητική ήταν και η δημιουργία του ρομπότ ED-209 το οποίο ανέλαβε ο Κρεγκ Ντέιβις. Το σχέδιο του ήταν εμπνευσμένο από τις όρκες και το πολεμικό αεροσκάφος LTV A-7 Corsair II. Το τελικό μοντέλο είχε ύψος 2.10 και κόστισε 25.000 δολάρια. Τελικά χρησιμοποιήθηκε μόνο για διαφημιστικούς λόγους καθώς το αποτέλεσμα της κίνησης του ήταν αστείο.

Για τα γυρίσματα ο Ντέιβις έφτιαξε δύο μινιατούρες των 30 εκατοστών. Χρησιμοποιήθηκε η τεχνική stop motion γι’ αυτό σήμερα οι σκηνές μοιάζουν τόσο περίεργες.

Ο άντρας που… λιώνει

Μια από τις πλέον χαρακτηριστικές σκηνές της ταινίας είναι αυτή που ο Εμιλ Αντονόφσκι (τον ενσαρκώνει ο Πολ ΚαμΚρέιν) πέφτει σε τοξικά απόβλητα και λιώνει. Ο ΜακΚρέιν χρειάστηκε να φορέσει πολλά προσθετικά για να επιτευχθεί το φρικιαστικό αποτέλεσμα ενώ δημιουργήθηκε και μια κούκλα για τη σκηνή που τον χτυπά αυτοκίνητο και ουσιαστικά τον διαλύει. Ο θάνατος του Εμίλ είναι εμπνευσμένος από το φιλμ του 1977 «The Incredible Melting Man». Η Κινηματογραφική Ένωση των ΗΠΑ ζήτησε από τους δημιουργούς να κόψουν την συγκεκριμένη σκηνή αλλά αυτοί επέμειναν και δικαιώθηκαν.

Ντιτρόιτ χωρίς Ντιτρόιτ

Το αρχικό μπάτζετ ήταν 11εκατ. δολάρια και τελικά έφτασε τα 13.7. Τα γυρίσματα ξεκίνησαν στις 6 Αυγούστου και το μεγαλύτερο κομμάτι τους έγινε στο Ντάλας του Τέξας. Κάποιες σκηνές γυρίστηκαν στο Λας Κολίνας ενώ για την τελευταία μάχη του Robocop με τον Ρόντιγκερ χρησιμοποιήθηκε  ένα εργοστάσιο στο Πίτσμπεργκ.

Η σκηνή με την έκρηξη στο βενζινάδικο γυρίστηκε σε γειτονιά του Ντάλας. Η έκρηξη ήταν τόσο μεγάλη που η τοπική πυροσβεστική δέχθηκε εκατοντάδες τηλεφωνήματα από ανυποψίαστους πολίτες.

Καμία σκηνή δεν έχει γυριστεί στο Ντιτρόιτ γιατί τα κτίρια της πόλης δεν άρεσαν στον Φερχόφεν αλλά, όπως αποκάλυψε και ο Νιουμέιερ, τα τοπικά σωματεία θα εκτόξευαν το κόστος. Το πραγματικό Ντιτρόιτ το βλέπουμε μόνο σε πλάνα αρχείου στην αρχή του φιλμ.

Η… κόλαση του Γουέλερ

Τα γυρίσματα ξεκίνησαν χωρίς να είναι έτοιμο του κοστούμι του Robocop. Όταν πλέον έφτασε στο σετ ο Γουέλερ απογοητεύτηκε πλήρως. Δεν μπορούσε να κινηθεί όπως σχεδίαζε, δεν μπορούσε να πιάσει πράγματα με τα γάντια και δεν έβλεπε καλά όταν φορούσε το κράνος. Ο εκνευρισμός του Γουέλερ ήταν τόσο μεγάλος που καβγάδισε άγρια με τον Φερχόφεν και απολύθηκε. Μάλιστα οι παραγωγοί προσέγγισαν τον Λανς Χένρικσεν αλλά τελικά ο Γουέλερ πείστηκε να επιστρέψει, να απολογηθεί στον σκηνοθέτη και να συνεχιστούν τα γυρίσματα.

Ο ηθοποιός έχει χαρακτηρίσει το γύρισμα με τη στολή σαν κόλαση. Στο Ντάλας η θερμοκρασία έφτασε έως και τους 46 βαθμούς και ο Γουέλερ ίδρωνε τόσο πολύ που έχανε περίπου 1,5 κιλό κάθε μέρα. Ήταν τόσο στρεσαρισμένος που χρειάστηκε να πάρει φαρμακευτική αγωγή για να κοιμάται και όπως έχει παραδεχθεί και ο ίδιος κάποιες σκηνές τις γύρισε ενώ ήταν επηρεασμένος από τα φάρμακα.

«Ήταν το πιο δύσκολο πράγμα που έχω κάνει ποτέ και αν θέλετε να ξέρετε την αλήθεια ήταν το πιο δύσκολο πράγμα που έχει κάνει ποτέ κανείς. Κάθε 20 λεπτά έπρεπε να μου ρίχνουν παγωμένο αέρα με το air condition για να αντέχω. Τη σκηνή που πιάνω τα κλειδιά τη γυρίζαμε για μια ολόκληρη μέρα γιατί δεν μπορούσα να τα πιάσω με τα γάντια» έχει πει ο Γουέλερ.  

Το διαφορετικό τέλος

Τα γυρίσματα ολοκληρώθηκαν τον Οκτώβριο του 1986 αλλά μέσα στους επόμενους μήνες προστέθηκαν κάποιες σκηνές και κόπηκαν κάποιες άλλες. Ο Φερχόφεν ήθελε αρχικά ο Μέρφι και η Λίουις να έχουν παράνομη σχέση αλλά πείστηκε ότι δεν είναι καλή ιδέα. Για το φινάλε του φιλμ είχε γυριστεί μια σκηνή που έδειχνε τη Λιους να είναι ζωντανή στο νοσοκομείο και τον Robocop να περιπολεί. Τελικά αποφασίστηκε ότι αυτό το τέλος δεν είναι αρκετά εντυπωσιακό. Η ιδέα των διαφημιστικών που διέκοπταν την πλοκή ήταν του Φερχόφεν και αποτέλεσε ένα από τα χαρακτηριστικά του Robocop. Τα διαφημιστικά τα σκηνοθέτησε ο Πίτερ Κον και αυτό με το «TJ Lazer» ο Νιουμέιερ. Αναφορικά με τη σκηνή του θανάτου του Μέρφι, στην αρχή της ταινίας, ο Φερχόφεν αποκάλυψε ότι είχε στο μυαλό του τη σταύρωση του Ιησού.

Στο φιλμ ο σκηνοθέτης εμφανίζεται δύο φορές. Τη μια όταν ο Robocop ψάχνει στον υπολογιστή για τον Εμιλ. Ένα από τα πρόσωπα που εμφανίζονται είναι και του Φερχόφεν. Η δεύτερη είναι όταν ο Robocop συλλαμβάνει τον Λίον στη ντίσκο. Ο άντρας που εμφανίζεται να γελά και να κουνά τα χέρια του είναι ο σκηνοθέτης.

Στο Robocop υπάρχει και μια ελληνική πινελιά. Τη μουσική έχει γράψει ο ελληνικής καταγωγής μουσικός Βασίλης Πολυδούρης. Μια μορφή πολύ γνωστή στο Χόλιγουντ που επένδυσε μουσικά δεκάδες ταινίες και τηλεοπτικές σειρές. Πέθανε το 2006 σε ηλικία 61 ετών.

Το άγαλμα

Στις αρχές του 2010 υπήρξε ένα αίτημα για ανέγερση ενός αγάλματος του Robocop στο Ντιτρόιτ, ως ο «πραγματικός ήρωας της πόλης». Η καμπάνια απέδωσε και το άγαλμα είναι πλέον έτοιμο. Το δημιούργησε ο Ελληνοαμερικάνος γλύπτης, Γιώργος Γκίκας και η ομάδα. Το μπρούτζινο άγαλμα θα τοποθετηθεί μπροστά στο Michigan Science Center στο Ντιτρόιτ. Αναμένεται να πάρει την επίσημη άδεια στην οποία δόθηκε παράταση λόγω της πανδημίας.

Επίλογος

Το φιλμ κρίθηκε αρχικά ως «Κατάλληλο για άνω των 17» λόγω των σκηνών βίας. Η εταιρία αναγκάστηκε να προχωρήσει σε κάποιες αλλαγές ώστε να το Robocop να μπορούν να του δουν και άτομα κάτω των 17 με τη συνοδεία ενηλίκου. Η αλλαγή του χαρακτηριστικού έγινε στην ένατη προσπάθεια της Orion. Η αρχική μορφή της ταινίας, χωρίς τις κομμένες σκηνές, κυκλοφόρησε αργότερα σε DVD.

Το Robocop έκανε πρεμιέρα στις ΗΠΑ στις 17 Ιουλίου 1987 και από τις πρώτες μέρες της προβολής του ανέβηκε στην πρώτη θέση του box offixe. Έμενε εκεί για δύο εβδομάδες και στο τοπ-10 για έξι. Τα έσοδα των 53,4 εκατ. δολαρίων το έκαναν μια μέτρια επιτυχία για την Orion.

Με την πάροδο του χρόνου όμως το Robocop πήρε τη θέση που του άξιζε στο κινηματογραφικό στερέωμα. Πίσω από τις αστείες ατάκες και τη βία το φιλμ είχε ένα ιδεολογικό υπόβαθρο που διέθεταν ελάχιστες ταινίες του είδους. Έθιξε κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα αλλά και φιλοσοφικά θέματα όπως την επίτευξη της αθανασίας μέσω της τεχνολογίας αλλά και το να υπάρχουν όρια στην τεχνολογική εξέλιξη και το πόσο θα επηρεάζει την ανθρώπινη ζωή. Το Robocop εξελίχθηκε σε franchise με δύο ακόμα ταινίες και ένα remake το 2014. Το «βάθος» της πρώτης ταινίας δεν κατάφερε να το πλησιάσει καμία άλλη.