74 μαστιγώματα επειδή τόλμησε να μην φορέσει χιτζάμπ

 


Μια γυναίκα στο Ιράν καταδικάστηκε σε 74 μαστιγώματα επειδή τόλμησε να περπατήσει στο δρόμο χωρίς να καλύπτει τα μαλλιά της με το χιτζάμπ

Η 33χρονη Ρόγια Χεσμάτι όπως και κάθε άλλη κοπέλα της ηλικίας της θέλησε να βγει μια βόλτα στο δρόμο. Ωστόσο, η Ρόγια δεν βρισκόταν σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου, αλλά στην Τεχεράνη του Ιράν και το έγκλημά της ήταν ότι περπάτησε και φωτογραφήθηκε χωρίς να καλύπτει το κεφάλι της με το χιτζάμπ.

Η Ρόγια όχι μόνο επέμεινε να αρνείται να φορέσει την μαντίλα αλλά δέχθηκε και αδιαμαρτύρητα τα 74 μαστιγώματα με τα οποία το δικαστήριο του θεοκρατικού κράτους του Ιράν αποφάσισε να την τιμωρήσει γι’ αυτό της το έγκλημα..

Η κουρδικής καταγωγής Χεσμάτι, γεννημένη στο Χαναντάζ και απόφοιτος του Πανεπιστημίου του Κουρδιστάν, στην κουρδική επαρχία του Ιράν, φωτογραφήθηκε τον Απρίλιο να περπατά στους δρόμους της Τεχεράνης όπου κατοικεί χωρίς χιτζάμπ και με κοντομάνικο μπλουζάκι (Κεντρική ΦΩΤΟ). Οι αρχές αμέσως ενεργοποιήθηκαν και την συνέλαβαν με την αρχική της καταδίκη να προβλέπει ότι θα έπρεπε να φυλακιστεί για 13 χρόνια και 9 μήνες, να μαστιγωθεί 148 φορές και να πληρώσει πρόστιμο 112,5 εκατ. ριάλ, δηλαδή περίπου 2.700 δολάρια. Ωστόσο, μετά την έφεση που άσκησε ο δικηγόρος της, το δικαστήριο ακύρωσε την πρώτη απόφαση περί φυλάκισης και έκρινε ότι αρκούσε να μαστιγωθεί 74 φορές και να πληρώσει πρόστιμο που ισούται περίπου με 225 δολάρια.

Η ιρανική δικαιοσύνη υποστηρίζει ότι ο λόγος που η Χεσμάτι συνελήφθη και καταδικάστηκε δεν ήταν (μόνο) το γεγονός ότι δεν φορούσε χιτζάμπ, αλλά την κατηγόρησε ότι ανέβασε τις φωτογραφίες με το κεφάλι της ακάλυπτο, επειδή πληρώθηκε από διεθνείς οργανώσεις για να το κάνει. Έτσι, την κατηγόρησαν για «προπαγάνδα κατά του συστήματος, προσβολή της δημόσιας αιδούς, παραγωγή άσεμνου περιεχομένου και προώθηση της διαφθοράς».

Η Χεσμάτι είναι πράγματι ακτιβίστρια, ωστόσο η ίδια αρνείται ότι καθοδηγήθηκε από κάποιους άλλους να συμπεριφερθεί με αυτόν τον τρόπο, ενώ το κατηγορητήριο του δικαστηρίου για πληρωμή από ξένες οργανώσεις δεν αναφέρθηκε καθόλου κατά τη διάρκεια της δίκης.

Η ποινή του μαστιγώματος ορίστηκε να εκτελεστεί στις 3 Ιανουαρίου. Η Χεσμάτι εμφανίστηκε στο δικαστήριο για να λάβει την ποινή της ξανά χωρίς την ισλαμική μαντίλα να την καλύπτει. Όταν δύο γυναίκες αξιωματούχοι επιχείρησαν να της φορέσουν αρκετές φορές τη μαντίλα, αυτή την πέταξε από το κεφάλι της. Ωστόσο τελικά της πέρασαν χειροπέδες και της την φόρεσαν δια της βίας. Όσο την μαστίγωναν, αναγκάστηκε να φορά το χιτζάμπ.


Λίγο πριν την εκτέλεση της ποινής, ο δικαστής του Επαναστατικού Δικαστηρίου έδωσε την ευκαιρία στη Χεσμάτι να… μετανοήσει. Ο δικαστής της είπε ότι δεν ήθελε να την καταδικάσει και της ζήτησε να μην είναι «ξεροκέφαλη» και να φορέσει το χιτζάμπ. Το ίδιο τη συμβούλευσαν και ο δικηγόρος της και ο εργοδότης της. Εκείνη αρνήθηκε και ο δικαστής της απάντησε ότι «αυτός είναι ο νόμος και πρέπει να τον εφαρμόσουμε» και ζήτησε από τους αξιωματούχους που θα εκτελούσαν την ποινή να μην τη χτυπήσουν με δύναμη. Ωστόσο, τα σημάδια στο σώμα της μαρτυρούν ότι δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

Λίγο μετά, η 33χρονη Ρόγια με νωπά ακόμα τα σημάδια στο κορμί της διηγείται μέσα από τον λογαριασμό στα κοινωνικά δίκτυα το πώς οδηγήθηκε στον θάλαμο που η ίδια περιγράφει ως «μεσαιωνικό θάλαμο βασανιστηρίων», για να μαστιγωθεί ανελέητα. Η Ρόγια δημοσίευσε επίσης φωτογραφίες από τα τραύματα και τους μώλωπες που της προκάλεσαν τα 74 μαστιγώματα.

Η περιγραφή της

«Σήμερα με κάλεσαν για να εκτελεστεί η ποινή των 74 μαστιγώσεων. Πήγα στη φυλακή με τον δικηγόρο μου και έβγαλα το χιτζάμπ μου όταν μπήκαμε. Μπήκαμε στην αίθουσα. Ο ήχος από τις κραυγές μιας γυναίκας ακουγόταν από τη σκάλα καθώς την κατέβαζαν. Ίσως πήγαινε κι αυτή, για να λάβει την ποινή της

Ο δικηγόρος μου είπε, «Ρόγια, ξανασκέψου το. Τα αποτελέσματα του μαστιγώματος θα σε τραυματίσουν για πολύ καιρό».

Το προσωπικό μου είπε «φόρεσε το μαντίλι σου για να μην υπάρξει πρόβλημα». Είπα «ήρθα για να μαστιγωθώ γι' αυτό. Δεν θα το φορέσω». Φώναξαν τον εκτελεστικό υπάλληλο και ήρθε και μου είπε «φόρεσε τη μαντίλα σου και ακολούθησέ με».

Είπα «δεν θα τη φορέσω» και μου απάντησε «Θα σου δώσω ένα μαστίγωμα για να καταλάβεις που βρίσκεσαι. Θα σου ανοίξω νέα υπόθεση, ώστε να ξαναέρθεις για άλλες 74 μαστιγώσεις». Εξακολουθούσα να μην φοράω τη μαντίλα.

Κατεβήκαμε κάτω και ήρθαν δύο γυναίκες με τσαντόρ (σακούλες σκουπιδιών όπως τις λέμε εδώ) και μου έβαλαν τη μαντίλα στο κεφάλι. Την έβγαλα ξανά. Αυτό επαναλαμβανόταν και μου φόρεσαν χειροπέδες και μου φόρεσαν τη μαντίλα στο κεφάλι. Στον χαμηλότερο όροφο, υπήρχε ένα δωμάτιο δίπλα στο πάρκινγκ του δικαστή.

Άνοιξαν μια μεταλλική πόρτα, ήταν ένα τσιμεντένιο δωμάτιο. Υπήρχε ένα κρεβάτι στο τέλος του δωματίου πάνω στο οποίο ήταν ενσωματωμένες χειροπέδες για τα χέρια και τα πόδια. Ήταν ένα μεσαιωνικό δωμάτιο βασανιστηρίων.

Εκεί ήταν και ο δικαστής. Με ρώτησε: «είσαι καλά; δεν έχεις πρόβλημα;». Δεν του απάντησα. Είπε: «Είμαι μαζί σας, κυρία!». Δεν απάντησα ξανά. Ο εκτελεστής είπε «βγάλε το παλτό σου και ξάπλωσε στο κρεβάτι». Κρέμασα το παλτό και το χιτζάμπ μου από τη βάση του κρεβατιού των βασανιστηρίων. Είπε «βάλε το χιτζάμπ σου!» Είπα ότι δεν θα το κάνω. «Βάλτε το Κοράνι σας κάτω από την μασχάλη σας και παίξτε με το μαστίγιό σας. Και ξάπλωσα στο κρεβάτι. Ήρθε η γυναίκα που ήταν στο δωμάτιο και είπε σε παρακαλώ μην είσαι πεισματάρα. Έφερε το χιτζάμπ και το τράβηξε πάνω από το κεφάλι μου.


Ο άντρας πήρε ένα μαύρο δερμάτινο μαστίγιο από μια θήκη πίσω από την πόρτα, το έστριψε δύο φορές γύρω από το χέρι του και ήρθε στο κρεβάτι.

Ο δικαστής του είπε μην χτυπήσει πολύ δυνατά. Ο άνδρας άρχισε να χτυπά τους ώμους μου, την πλάτη μου, τους γοφούς μου, το κεφάλι μου, το πόδι μου και πάλι από την αρχή. Δεν μέτρησα τον αριθμό των μαστιγωμάτων.

Ψιθύριζα «στο όνομα της ελευθερίας της γυναικείας ζωής, ελευθερωθείτε από τη σκλαβιά, η πιο σκοτεινή νύχτα μας θα γίνει πρωί, κάθε μαστίγωμα θα γίνει τσεκούρι».

Τέλειωσε και όταν βγήκαμε έξω δεν τους άφησα να καταλάβουν ότι πόνεσα. Πήγαμε επάνω, όπου βρισκόταν ο δικαστής. Έβγαλα πάλι τη μαντίλα μου. Η γυναίκα με παρακάλεσε και είπε «σας παρακαλώ βάλτε τη μαντίλα σας». Την τοποθέτησε ξανά στο κεφάλι μου. Ο δικαστής είπε «ούτε εμείς είμαστε χαρούμενοι γι' αυτό, αλλά η ποινή πρέπει να εκτελεστεί». Δεν του απάντησα και μου είπε «αν θέλετε να ζήσετε με διαφορετικό τρόπο, μπορείτε να φύγετε από τη χώρα». Είπα «αυτή η χώρα είναι για όλους». Είπε «Εντάξει, αλλά πρέπει να ακολουθήσουμε το νόμο».

Του απάντησα «Ο νόμος μπορεί να κάνει ό,τι θέλει, εμείς θα συνεχίσουμε να αντιστεκόμαστε». Βγήκαμε από την αίθουσα και έβγαλα ξανά το μαντίλι μου».

Ως απάντηση στις κλιμακούμενες αντιδράσεις για την ιστορία της, η Ρόγια Χεσμάτι μοιράστηκε μια νέα ανάρτηση στο Instagram, εκφράζοντας ευγνωμοσύνη για την αλληλεγγύη που της έδειξαν, ενώ ανέφερε ότι δεν περίμενε ότι η ιστορία της θα λάμβανε τέτοια προσοχή.

Η Χεσμάτι διευκρίνισε ότι μοιράστηκε την ιστορία ιδιωτικά στη σελίδα της, τονίζοντας ότι δεν είναι «δημόσιο πρόσωπο» και δεν θέλει να αλλάξει αυτό. Ως αποτέλεσμα, είπε ότι αποφάσισε να απενεργοποιήσει «οικειοθελώς» τους λογαριασμούς της στο Facebook και στο Instagram για να αποφύγει τη διαμάχη.

Η συζήτηση γύρω από το Ιράν

Η γνωστοποίηση της ιστορίας της Ρόγια έχει προκαλέσει νέο κύμα οργής για το Ιράν που συνεχίζει να καταπατά τα δικαιώματα των γυναικών. Άλλωστε είναι ακόμα νωπές οι μνήμες από την άγρια δολοφονία της Μαχσα Αμινί, η οποία συνελήφθη επειδή δεν φορούσε χιτζάμπ και υπέστη θύμα άγριου ξυλοδαρμού και βασανισμού στα χέρια των αστυνομικών. Η δολοφονία της προκάλεσε πολυήμερες και πολυπληθείς διαδηλώσεις στο Ιράν αλλά και σε όλο τον κόσμο.

Ωστόσο, ο θάνατος της Αμινί και οι αντιδράσεις που ακολούθησαν δεν φαίνεται να έχουν αλλάξει πολλά στο θεοκρατικό κράτος της Τεχεράνης. Παρόλο που όλο και περισσότερες γυναίκες τολμούν να εμφανίζονται δημόσια χωρίς χιτζάμπ, τα μέτρα γίνονται πιο αυστηρά εναντίον τους. Οι αξιωματούχοι έχουν εγκαταστήσει κάμερες παρακολούθησης σε δημόσιους χώρους για να παρακολουθούν τις παραβιάσεις και έχουν κλείσει επιχειρήσεις που παραβιάζουν τους κανόνες. Το κοινοβούλιο του Ιράν έχει επίσης συζητήσει ένα νομοσχέδιο για αυστηρότερες κυρώσεις για όσους παραβιάζουν τον κώδικα ενδυμασίας. Παράλληλα, σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργού Πολιτισμού και Ισλαμικού Προσανατολισμού Μοχάμεντ Μεχντι Εσμαϊλί, οι γυναίκες που κατηγορούνται για παραβίαση του νόμου περί χιτζάμπ αποκλείονται από την εργασία.

Τον Οκτώβριο του 2023, λίγο μετά την πρώτη επέτειο του θανάτου της Αμίνι, η Ιρανή έφηβη Αρμίτα Γκεραβάντ τραυματίστηκε σε ένα μυστηριώδες περιστατικό στο μετρό της Τεχεράνης ενώ δεν φορούσε μαντίλα και πέθανε αρκετές εβδομάδες αργότερα. Οι γονείς του κοριτσιού μιλώντας στα κρατικά τηλεοπτικά μέσα υποστήριξαν ότι ένα πρόβλημα αρτηριακής πίεσης, μια πτώση ή ίσως και τα δύο συνέβαλαν στον τραυματισμό της κόρης τους. Ωστόσο, ακτιβιστές ισχυρίστηκαν ότι η Γκεραβάντ μπορεί να έχει δεχθεί επίθεση, επειδή δεν φορούσε χιτζάμπ.

Τον περασμένο Σεπτέμβριο, μια άλλη γυναίκα, η μηχανικός Ζεϊνάμπ Καζέμι, έβγαλε το χιτζάμπ σε δημόσιο χώρο με αποτέλεσμα να συλληφθεί, να μαστιγωθεί και να καταδικαστεί σε πέντε χρόνια φυλάκιση με αναστολή.

Η αλλαγή μοιάζει να μην έρχεται καθώς εκτός των άλλων υπάρχει ακόμα και μια μεγάλη μερίδα γυναικών στο Ιράν που στηρίζει αυτές τις διακρίσεις. Ενδεικτικά, η συγγραφέας Σεπιντέ Ρασνού φυλακίστηκε τον Ιούλιο του 2022, μετά από καβγά σε δημόσιο λεωφορείο με μια άλλη γυναίκα η οποία την έβριζε γιατί δεν φορούσε «σωστά» τη χιτζάμπ. Μάλιστα, υπήρχε και σχετικό βίντεο που είχε καταγράψει το περιστατικό και το οποίο έγινε viral στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η Ρασνού κατέληξε σε νοσοκομείο της Τεχεράνης, λόγω εσωτερικής αιμορραγίας, πιθανώς λόγω βασανιστηρίων. Αποφυλακίστηκε στις 30 Αυγούστου 2022 πληρώνοντας 8 δισεκατ. ρεάλ -περίπου 29.000 δολάρια- ως εγγύηση.

Στην ισλαμική θρησκεία το κάλυμμα του κεφαλιού είναι ένδειξη ευσέβειας ενώπιον του Θεού και σεμνότητας μπροστά σε άνδρες που δεν ανήκουν στις οικογένειες των γυναικών. Στο Ιράν, το χιτζάμπ ωστόσο είναι επίσης και πολιτικό σύμβολο, ιδιαίτερα αφού έγινε υποχρεωτικό τα χρόνια μετά την Ισλαμική Επανάσταση του 1979. Το Ιράν και το γειτονικό Αφγανιστάν που κυβερνούν οι Ταλιμπάν είναι οι μόνες χώρες όπου το χιτζάμπ παραμένει υποχρεωτικό για τις γυναίκες.