Ο Τζόναθαν Σμιτς ήταν ξεκάθαρα ο δολοφόνος. Ποιος όμως του
όπλισε το χέρι;
Ο Σκοτ Αμαντούρ είχε ερωτευτεί τον Τζόναθαν Σμιτς από την πρώτη στιγμή που τον είχε δει κάτω από ένα αυτοκίνητο που προσπαθούσε να επιδιορθώσει. Ο έρωτάς του μεγάλωνε ώσπου αποφάσισε να του αποκαλύψει πώς νιώθει στον αέρα μιας τηλεοπτικής εκπομπής. Ο Σμιτς δέχθηκε με ένα νευρικό χαμόγελο την αποκάλυψη. Τρεις μέρες μετά μπήκε στο σπίτι του Αμαντούρ και τον δολοφόνησε με μια καραμπίνα.
Αυτή είναι μια ιστορία που σόκαρε τις ΗΠΑ και έθεσε στο
προσκήνιο ερωτήματα σχετικά με την ευθύνη των τηλεοπτικών εκπομπών, οι οποίες εκμεταλλεύονται
τους ευάλωτους ανθρώπους και τα ανθρώπινα συναισθήματα, για να πετύχουν την
μεγαλύτερη τηλεθέαση και κατ’ επέκταση τα μεγαλύτερα κέρδη.
Η αποκάλυψη on camera
Το 1995 η εκπομπή The Jenny Jones Show με παρουσιάστρια την Τζένι Τζόουνς ανακοίνωσε
μια νέα θεματολογία. Όποιος είχε έναν «κρυφό έρωτα» για κάποιο πρόσωπο του
κύκλου του, θα μπορούσε να πάει στην εκπομπή και να αποκαλύψει δημόσια πώς
αισθάνεται. Ο Σκοτ Αμαντούρ (ΦΩΤΟ) αποφάσισε να κάνει αυτό το βήμα, για να αποκαλύψει
τον έρωτά του για τον Τζόναθαν Σμιτς.
Το επεισόδιο με τίτλο «Αποκαλύπτοντας τον κρυφό ομοφυλοφιλικό έρωτα» γυρίστηκε στις 6 Μαρτίου 1995 στο Σικάγο του Ιλινόις και επρόκειτο να προβληθεί τον Μάιο της ίδιας χρονιάς. Στο ίδιο επεισόδιο γυρίστηκαν συνολικά έξι υποθέσεις «κρυφού» έρωτα και σε καμία από αυτές το άτομο που θα δεχόταν την ερωτική εξομολόγηση δεν ήξερε ότι ο κρυφός θαυμαστής του ήταν άτομο του ίδιου φύλου.
Όταν ήρθε η σειρά του 32χρονου Σκοτ Αμαντούρ (στη ΦΩΤΟ στο κέντρο), αυτός εμφανίστηκε στο πλατό μαζί με τη φίλη του Ντόνα. Ο 24χρονος Τζόναθαν Σμιτς (στη ΦΩΤΟ δεξιά) από την άλλη, που είχε πάει μαζί τους χωρίς να ξέρει τι επρόκειτο να συμβεί, βρισκόταν στα παρασκήνια χωρίς να μπορεί να ακούσει τι συμβαίνει στο πλατό.
Ο Αμαντούρ είπε στην Τζένι Τζόουνς για το πώς γνωρίστηκαν με τον Σμιτς και η παρουσιάστρια του ζήτησε να μοιραστεί κάποια φαντασίωση που είχε με αυτόν. Ο Αμαντούρ αναφέρθηκε σε μια φαντασίωσή του που περιελάμβανε σαντιγί και σαμπάνια. Όταν ο Σμιτς βγήκε τελικά στο πλατό, δήλωσε πως δεν ήξερε ποιος θα αποκαλυπτόταν ως κρυφός θαυμαστής του και ότι συμμετείχε στην εκπομπή από περιέργεια. Τελικά, ο Αμαντούρ τού αποκάλυψε ότι είναι ερωτευμένος μαζί του, ενώ η παραγωγή έπαιξε το βίντεο με όσα είχε πει νωρίτερα ο 32χρονος σχετικά με την φαντασίωσή του. Ο Σμιτς γελούσε αμήχανα και έκρυψε το πρόσωπό του με τα χέρια του, ενώ είπε ότι δεν θα μπορούσε να κάνει κάτι με τον Αμαντούρ καθώς ο ίδιος ήταν «σίγουρα ετεροφυλόφιλος». Τελικά, οι δύο άντρες αντάλλαξαν μια αμήχανη αγκαλιά και έφυγαν από το πλατό, για να συνεχιστεί η εκπομπή με τις υπόλοιπες ιστορίες.
Όπως έγινε αργότερα γνωστό, οι τρεις φίλοι- ο Αμαντούρ, ο Σμιτς και η κοινή τους φίλη Ντόνα- πέρασαν ήρεμα την υπόλοιπη βραδιά στο Σικάγο πίνοντας σε ένα μπαρ πριν πάρουν την πτήση της επιστροφής από το Σικάγο για το Μίσιγκαν, όπου ζούσαν. Στο πάρκινγκ του αεροδρομίου βρήκαν μια λάμπα αυτοκινήτου και αστειεύτηκαν μεταξύ τους ότι μιας και ο Σμιτς είχε ένα παλιό αυτοκίνητο και «έπιαναν» τα χέρια του με αυτή τη λάμπα θα μπορούσε να το φτιάξει. Μάλιστα, ο Αμαντούρ κράτησε τη λάμπα. Όταν έφτασαν στο Μίσιγκαν πήγαν όλοι στο σπίτι της Ντόνα, όπου συνέχισαν να πίνουν.
Τρεις μέρες μετά, στις 9 Μαρτίου, ο Αμαντούρ άφησε ένα σημείωμα με υπονοούμενα στην πόρτα του Σμιτς μαζί με τη λάμπα που είχαν βρει στο αεροδρόμιο. Σε αυτό ανέφερε ότι «έχεις το ‘ειδικό εργαλείο’ για να το φτιάξεις». Όταν λίγο μετά ο Σμιτς βρήκε το σημείωμα, πήγε στην τράπεζα, έκανε ανάληψη και με τα χρήματα αγόρασε μια καραμπίνα. Πήγε στο σπίτι του Αμαντούρ και όταν αυτός άνοιξε την πόρτα, τον ρώτησε αν ήταν αυτός που άφησε το σημείωμα. Σύμφωνα με τα όσα έγιναν αργότερα γνωστά στη δίκη, ο Αμαντούρ απάντησε με ένα χαμόγελο. Ο Σμιτς επέστρεψε στο αυτοκίνητό του, πήρε το όπλο του και επέστρεψε στο σπίτι του Αμαντούρ, ο οποίος βλέποντάς τον προσπάθησε να κλείσει γρήγορα την πόρτα, αλλά δεν πρόλαβε. Ο Σμιτς τον πυροβόλησε δύο φορές στο στήθος με αποτέλεσμα να πεθάνει ακαριαία. Ο Σμιτς έφυγε γρήγορα από το σπίτι και λίγα χιλιόμετρα παρακάτω, βρήκε ένα τηλέφωνο σε ένα κοντινό βενζινάδικο και κάλεσε την αστυνομία ομολογώντας τη δολοφονία.
Η δίκη και οι αποκαλύψεις
Ο Σμιτς συνελήφθη αμέσως και του απαγγέλθηκαν κατηγορίες για
φόνο πρώτου βαθμού εκ προθέσεως. Η εκπομπή δεν προβλήθηκε ποτέ στην τηλεόραση παρά μόνο στο πλαίσιο των δικών που ακολούθησαν.
Στη δίκη, οι συνήγοροι υπεράσπισης υποστήριξαν ότι ο Σμιτς,
ο οποίος είχε διαγνωστεί με μανιοκατάθλιψη (διπολική διαταραχή) και νόσο του Γκρέιβς,
οδηγήθηκε να διαπράξει ανθρωποκτονία λόγω της ψυχικής του ασθένειας και της ταπείνωσης που ένιωσε. Οι συνήγοροί του μάλιστα χρησιμοποίησαν την «υπεράσπιση του ομοφυλοφιλικού πανικού». Πρόκειται για δικαστική κατασκευή
στο αμερικανικό σύστημα, σύμφωνα με την οποία ένας δολοφόνος δικαιολογείται εν
μέρει για την πράξη του λόγω του πανικού που του προκάλεσε η υπόνοια ότι μπορεί
να είναι ομοφυλόφιλος. Η χρήση από την υπεράσπιση του «ομοφυλοφιλικού πανικού» προκάλεσε
έντονη κριτική από πολλούς υποστηρικτές των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων εκείνη
την εποχή, ενώ το επιχείρημα αυτό δεν έγινε δεκτό από το δικαστήριο.
Ο Σμιτς ανέφερε επίσης ότι δεν του είχαν πει ότι ο κρυφός
θαυμαστής του θα ήταν άντρας, ωστόσο η παραγωγή υποστήριξε ότι είχε υπονοήσει
ότι μπορεί να ήταν είτε άντρας είτε γυναίκα.
Προσπαθώντας να πετύχουν μια καταδίκη για φόνο δευτέρου
βαθμού, ο οποίος γίνεται εν βρασμώ ψυχής χωρίς προσχεδιασμό, οι συνήγοροι του Σμιτς τόνισαν το
γεγονός ότι δεν είχε καθόλου μπλεξίματα με το νόμο στο παρελθόν και ότι παραδόθηκε
μόνος του. Παράλληλα, τονίστηκε η περίπλοκη σχέση του με τον πατέρα του, ο
οποίος τον είχε μεγαλώσει πολύ αυστηρά ξυλοκοπώντας τον συχνά και στον οποίο
είχε εκμυστηρευθεί ότι φοβόταν πως μετά την εκπομπή όλοι θα πίστευαν ότι και ο ίδιος
είναι γκέι.
Στη δίκη υπήρξαν αναφορές από έναν φίλο του Αμαντούρ ότι το
θύμα και ο θύτης είχαν συνευρεθεί ερωτικά κάποια στιγμή μετά την εκπομπή και
πριν τον φόνο, ωστόσο αυτό δεν μπόρεσε να επιβεβαιωθεί. Η κοινή τους φίλη Ντόνα
που ήταν μαζί τους το βράδυ μετά την εκπομπή είπε ότι δεν είδε κάτι τέτοιο και
ούτε ο Αμαντούρ της εκμυστηρεύτηκε ότι είχε συμβεί κάτι.
Ο Σμιτς τελικά κρίθηκε ένοχος για φόνο δεύτερου βαθμού το
1996 και καταδικάστηκε σε 25 έως 50 χρόνια φυλάκισης. Αρχικά εξέτισε δύο χρόνια
από την ποινή του, πριν το Εφετείο του Μίσιγκαν ανατρέψει την καταδίκη του. Στη
συνέχεια δικάστηκε εκ νέου και καταδικάστηκε ξανά για την ίδια κατηγορία το
1999, με την αρχική ποινή να επανέρχεται. Ο Αμαντούρ αποφυλακίστηκε τον Αύγουστο
του 2017 με αναστολή μετά από 22 χρόνια στη φυλακή (στη φωτογραφία λίγο πριν την αποφυλάκιση).
«Πέρασε 22 χρόνια πίσω από τα κάγκελα, οπότε αυτό ακούγεται σαν να έχει εκτίσει σχεδόν ολόκληρη την ποινή του», δήλωσε στο People ο Τζέφρι Φίγκερ, δικηγόρος που εκπροσώπησε την οικογένεια Αμαντούρ. «Ο Σμιτς δεν απαλλάσσεται από το έγκλημά του. Απλώς λέω ότι το The Jenny Jones Show και οι άνθρωποι που βρίσκονταν πίσω από το σόου ήταν εξίσου υπεύθυνοι».
Ο αδελφός του Αμαντούρ, Φρανκ, δήλωσε μετά την αποφυλάκιση: «Θα
ήθελα να βεβαιωθώ ότι η απόφαση να αφεθεί ελεύθερος δεν βασίστηκε μόνο στην
καλή του συμπεριφορά στη φυλακή. Θα ήθελα να ξέρω ότι έμαθε κάτι, ότι άλλαξε, ότι δεν είναι πλέον ομοφοβικός και έχει λάβει ψυχολογική φροντίδα».
Στα χρόνια που ακολούθησαν την αποφυλάκιση του, ο Σμιτς
παραμένει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Η δίκη της τηλεόρασης
Ενώ κανείς δεν αρνήθηκε το γεγονός ότι ο Σμιτς ήταν αυτός που
τράβηξε τη σκανδάλη, υπήρξε μια μεγάλη συζήτηση για τις ευθύνες της εκπομπής. Η
ανακοίνωση που έβγαλε η παρουσιάστρια Τζένι Τζόουνς (ΦΩΤΟ) λίγες μέρες μετά τη
δολοφονία έκανε τα πράγματα ακόμα χειρότερα. Η ίδια δήλωνε την συμπαράστασή της
στην οικογένεια του θύματος και έριχνε ξεκάθαρα και αποκλειστικά τις ευθύνες στον Σμιτς.
Ο πατέρας του Σμιτς, Άλιν, κατηγόρησε την εκπομπή για τις πράξεις του γιου του. «Οι εκπομπές αυτές είναι εντελώς άθλιες. Αν δεν υπήρχε αυτή η εκπομπή, η δολοφονία δεν θα είχε συμβεί ποτέ». Ο παππούς του Σμιτς, Γουόλτερ, δήλωσε σε έναν δημοσιογράφο ότι πίστευε ότι η Τζόουνς είχε ενεργήσει ως ο «υποκινητής» της δολοφονίας του Αμαντούρ.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η οικογένεια του
Αμαντούρ. Ο αδερφός του, Φρανκ, σχολίασε: «Νομίζω ότι αυτή [η δολοφονία] δεν θα
είχε συμβεί αν η Τζένι Τζόουνς δεν είχε προβάλει την ομοφυλοφιλία έτσι, ένα
ευαίσθητο ζήτημα στην κοινωνία μας».
Κατά τη διάρκεια της δίκης του Σμιτς, η Τζόουνς ισχυρίστηκε
ότι ουσιαστικά δεν είχε καμία εμπλοκή στη συγγραφή ή τον σχεδιασμό του
επεισοδίου, αν και πίστευε ότι το θέμα του επεισοδίου ήταν «ανάλαφρο». Ωστόσο
κατηγορήθηκε από πολλούς για τις ερωτήσεις που έκανε στον Αμαντούρ και στον Σμιτς
με τις οποίες πίεζε για όλο πιο πολλές και προσωπικές αποκαλύψεις, όπως το θέμα
της φαντασίωσης.
Τον Αύγουστο του 1995, η οικογένεια Αμαντούρ υπέβαλε μήνυση
κατά της εκπομπής και των συνεργατών της, συμπεριλαμβανομένης της εταιρίας
παραγωγής Warner Bros, με την αιτιολογία ότι η εκπομπή θα έπρεπε να έχει
διερευνήσει το ψυχιατρικό υπόβαθρο του Σμιτς.
Η Τζόουνς και οι παραγωγοί της εκπομπής υπερασπίστηκαν το
επεισόδιο, ισχυριζόμενοι ότι το θέμα των ερωτικών συντρόφων μεταξύ ατόμων του
ίδιου φύλου ήταν αρκετά ανάλαφρο και ότι δεν θα μπορούσαν να έχουν προβλέψει
τις ενέργειες του Σμιτς. Άλλωστε, το The Jenny Jones Show είχε προβάλει στο
παρελθόν αρκετά επεισόδια που κάλυπταν το θέμα του ομοφυλοφιλικού έρωτα,
συμπεριλαμβανομένου ενός επεισοδίου του Οκτωβρίου 1994 με τίτλο «Secret Gay
Crushes».
Τον Μάιο του 1999, το δικαστήριο δικαίωσε την οικογένεια και
επιδίκασε αποζημίωση 25 εκατομμυρίων δολαρίων. Ωστόσο, η ετυμηγορία και η
αποζημίωση ανατράπηκαν κατόπιν έφεσης. Η οικογένεια Αμαντούρ υπέβαλε έφεση ξανά,
αλλά το Ανώτατο Δικαστήριο του Μίσιγκαν και το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων
Πολιτειών αρνήθηκαν να εκδικάσουν την υπόθεση.
Το δικαστήριο έκρινε ότι το The Jenny Jones Show δεν ήταν
υπεύθυνο για τις επακόλουθες ενέργειες του Σμιτς, τις οποίες θεώρησε
«απρόβλεπτες».
Η δολοφονία του Αμαντούρ προκάλεσε ισχυρό πλήγμα στις εκπομπές
όπως το «Jenny Jones Show», αυτές του Τζέρι Σπρίνγκερ και του Γκεράλντο Ριβέρα. Μετά
την δολοφονία, η τηλεθέαση για το Jenny Jones Show και για παρόμοια talk show
μειώθηκε, αν και η συγκεκριμένη εκπομπή κατάφερε να «αντέξει» ως το 2003, όταν τελικά
κόπηκε.
Ο γνωστός δικηγόρος Άλαν Ντέρσοβιτς (ένας εκ των δικηγόρων
του Ο.Τζ. Σίμπσον) σε ένα άρθρο του στο «The Buffalo News» είχε γράψει
χαρακτηριστικά ότι η Τζόουνς και οι παραγωγοί της ήταν κάτι περισσότερο από
απλώς αμελείς στη συμπεριφορά τους.
«Η Τζένι Τζόουνς δεν πρέπει να παρηγορείται από το νομικό
συμπέρασμα ότι η συμπεριφορά της εκπομπής της δεν δικαιολογεί τη συμπεριφορά
του Σμιτς», έγραψε. «Η Πρώτη Τροπολογία προστατεύει την εκπομπή από
οποιεσδήποτε νομικές συνέπειες, αλλά δεν την απαλλάσσει από την κριτική, την
οποία δικαίως αξίζει, για τις ανεύθυνες πράξεις της».