Η ιδέα, τα πειράματα και αποτυχία ενός προγράμματος που οραματιζόταν τον έλεγχο των καιρικών φαινομένων και πιθανότατα την εργαλειοποίηση τους
Τις
δεκαετίες του 1950 και του 1960, στις Ηνωμένες Πολιτείες επικρατούσε μια
πρωτοφανής πίστη στη δύναμη της επιστήμης. Ήταν η εποχή που οι φυσικοί είχαν
«ξεκλειδώσει» το άτομο, οι μηχανικοί είχαν θέσει σε τροχιά τον πρώτο δορυφόρο,
και οι στρατηγοί πίστευαν πως οτιδήποτε μπορούσε να μετατραπεί σε εργαλείο
πολιτικής ισχύος.
Μέσα σε
αυτό το πλαίσιο γεννήθηκε και το όραμα της τροποποίησης του καιρού. Η ιδέα ότι
ο άνθρωπος μπορούσε να σπείρει σύννεφα, να «γεννήσει» βροχή ή ακόμη και να
εξουδετερώσει έναν τυφώνα πριν φτάσει στη στεριά.
Η κυβέρνηση
των ΗΠΑ έβλεπε την έρευνα αυτή όχι μόνο ως εργαλείο πολιτικής επιρροής, αλλά
και ως μέσο εθνικής ασφάλειας. Ένας τροπικός κυκλώνας που θα έπληττε μια
ναυτική βάση ή θα καθυστερούσε στρατιωτικές επιχειρήσεις μπορούσε να έχει
στρατηγικές συνέπειες. Από την άλλη πλευρά, η ικανότητα να χειραγωγείς τον
καιρό μπορούσε να θεωρηθεί ένα ανυπέρβλητο όπλο.
Το Project
Stormfury, που επισήμως ξεκίνησε το 1962, ήταν το πιο φιλόδοξο πείραμα αυτού
του οράματος ονείρου. Πίσω του βρισκόταν η NOAA (National Oceanic and
Atmospheric Administration) και το Ναυτικό των ΗΠΑ, ενώ οι θεωρητικές βάσεις
του είχαν τεθεί ήδη από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Σκοπός ήταν
να τροποποιηθεί η δομή ενός τυφώνα, μειώνοντας την έντασή του μέσω τεχνητής
«σποράς» με ιωδιούχο άργυρο. Οι επιστήμονες πίστευαν ότι θα μπορούσαν να
προκαλέσουν τον σχηματισμό νέων νεφών έξω από τον κύριο τοίχο του ματιού της
καταιγίδας, αναγκάζοντας έτσι το σύστημα να «μοιράσει» την ενέργειά του και να
εξασθενήσει.
Η
προσπάθεια αυτή δεν ήταν μόνο επιστημονική· ήταν και πολιτισμική.
Αντικατόπτριζε μια εποχή όπου η αμερικανική τεχνολογική αισιοδοξία πίστευε πως θα
μπορούσε να τιθασεύσει ακόμα και τη φύση.
Οι απαρχές της ιδέας
Η ιστορία
του Project Stormfury δεν ξεκινά το 1962, οι ρίζες της βρίσκονται πίσω, στα
πρώτα μεταπολεμικά χρόνια. Το 1947, μια ομάδα επιστημόνων υπό τους Βίνσεντ
Σάφερ και Έρβινγκ Λάνγκμουιρ (αμφότεροι συνδεδεμένοι με τη General Electric) πραγματοποίησε
το πρώτο πείραμα «σποράς» σύννεφων με ξηρό πάγο. Η ιδέα ήταν ότι μικροσωματίδια
ψύχους ή ιωδιούχου αργύρου θα μπορούσαν να προκαλέσουν τη συμπύκνωση των
υδρατμών και να δημιουργήσουν βροχή ή χιόνι.
Η επιτυχία αυτών των δοκιμών ήταν το έναυσμα για κάτι πολύ πιο φιλόδοξο: Την παρέμβαση
σε τυφώνες.
Τον Οκτώβριο
του 1947, το Project Cirrus, μια κοινή προσπάθεια της General Electric, της
Πολεμικής Αεροπορίας, του Ναυτικού και της Υπηρεσίας Καιρού των ΗΠΑ, αποφάσισε
να δοκιμάσει τη νέα τεχνολογία πάνω σε έναν πραγματικό τυφώνα.
Ένα βομβαρδιστικό B-17 και ένα B-29 απογειώθηκαν από την Σαβάνα της Τζόρτζια
και πέταξαν μέσα στον τυφώνα που βρισκόταν ανατολικά της Φλόριντα, ρίχνοντας
περίπου 80 κιλά ξηρού πάγου στα σύννεφα κοντά στο μάτι της καταιγίδας.
Οι
ερευνητές περίμεναν να δουν την ένταση του τυφώνα να μειώνεται· αντ’ αυτού,
συνέβη κάτι απρόσμενο. Λίγες ώρες αργότερα, ο τυφώνας άλλαξε ξαφνικά πορεία, στράφηκε
προς τα δυτικά και έπληξε με σφοδρότητα
τις ακτές της Τζόρτζια και της Νότιας Καρολίνας, προκαλώντας σημαντικές
καταστροφές.
Αν και δεν
αποδείχθηκε ποτέ ότι η αλλαγή πορείας οφειλόταν στη σπορά, η δημόσια αντίδραση
ήταν άμεση και έντονη. Οι εφημερίδες μιλούσαν για «επιστήμονες που έπαιξαν τον
Θεό» και προκάλεσαν την οργή της φύσης. Η General Electric, ανήσυχη για πιθανές
μηνύσεις, αποσύρθηκε από το πρόγραμμα.
Το Project
Cirrus εγκαταλείφθηκε, αλλά ο σπόρος είχε φυτευτεί.
Οι ερευνητές της Υπηρεσίας Καιρού και του Ναυτικού συνέχισαν να
πειραματίζονται, αυτή τη φορά σε μικρότερη κλίμακα, αναζητώντας αποδείξεις ότι
η σπορά με ιωδιούχο άργυρο μπορούσε πράγματι να επηρεάσει τα τροπικά συστήματα.
Καθ’ όλη τη
δεκαετία του 1950, η ιδέα του “κατασκευασμένου καιρού” επανεμφανιζόταν σε
διάφορες μορφές:
– προγράμματα γεωργικής βροχόπτωσης στην Καλιφόρνια,
– πειράματα για διάλυση ομίχλης σε αεροδρόμια,
– και θεωρητικές μελέτες για την αποδυνάμωση καταιγίδων.
Όλα αυτά
προετοίμασαν το έδαφος για την αναγέννηση της ιδέας υπό νέο όνομα και πιο
οργανωμένη μορφή: Το Project Stormfury, που εγκαινιάστηκε το 1962, με την
ευλογία της κυβέρνησης Κένεντι.
Project Stormfury
Το Project
Stormfury εγκαινιάστηκε επίσημα το 1962, ως κοινό εγχείρημα της Υπηρεσίας
Καιρού των ΗΠΑ (US Weather Bureau), του Ναυτικού και της Εθνικής Υπηρεσίας
Ωκεανών (NOAA).
Ο στόχος ήταν φιλόδοξος και καθαρά επιστημονικός: να αποδειχθεί ότι οι τροπικοί
κυκλώνες —οι καταστροφικότερες δυνάμεις της φύσης— μπορούσαν να ελεγχθούν ή να
αποδυναμωθούν μέσω της τεχνητής σποράς με ιωδιούχο άργυρο.
Η θεωρία
πίσω από το πρόγραμμα στηριζόταν σε μια υπόθεση του μετεωρολόγου Χορχέ Κάπλαν: Aν
προκαλούσαν σχηματισμό νέων νεφών πάγου στα εξωτερικά τοιχώματα του ματιού του
τυφώνα, αυτά θα «έκλειναν» προς τα μέσα, αναγκάζοντας το μάτι να μεγαλώσει —και
επομένως, να εξασθενίσει η ένταση των ανέμων. Ήταν μια ελκυστική υπόθεση.
Η πρώτη αποστολή: Τυφώνας Esther (1961–1962)
Το πρώτο
πείραμα του Stormfury πραγματοποιήθηκε ουσιαστικά πιλοτικά, λίγο πριν από την
επίσημη έναρξη του προγράμματος.
Τον Σεπτέμβριο του 1961, ο τυφώνας Esther βρισκόταν ανοιχτά του Ατλαντικού,
μακριά από κατοικημένες περιοχές — μια ιδανική ευκαιρία για δοκιμή.
Δύο
αεροσκάφη Navy P2V Neptune πέταξαν προς το εσωτερικό του κυκλώνα,
απελευθερώνοντας περίπου 15 κιλά ιωδιούχου αργύρου στα εξωτερικά τοιχώματα του
ματιού.
Οι επιστήμονες παρατήρησαν μια μείωση της ταχύτητας των ανέμων κατά 10–20%,
αλλά η επίδραση κράτησε λίγες ώρες.
Παρά την
αβεβαιότητα των αποτελεσμάτων, η ομάδα ενθουσιάστηκε: φαινόταν ότι είχαν κάνει
το πρώτο βήμα προς τον «έλεγχο των τυφώνων».
Η κυβέρνηση Κένεντι ενέκρινε επίσημα το πρόγραμμα, και το Stormfury έγινε το ναυαρχίδα
των αμερικανικών μετεωρολογικών ερευνών.
Η δεκαετία των δοκιμών
Μεταξύ 1962
και 1969, πραγματοποιήθηκαν αρκετές αποστολές, αν και ο αριθμός τους ήταν
περιορισμένος — κυρίως γιατί έπρεπε να τηρούνται αυστηρές προϋποθέσεις:
ο τυφώνας έπρεπε να βρίσκεται τουλάχιστον 50 μίλια μακριά από ξηρά, να έχει καλά
σχηματισμένο μάτι, και να είναι προβλέψιμος ως προς την τροχιά του.
Η πιο
αξιοσημείωτη από αυτές τις αποστολές έγινε στις 23 Αυγούστου 1969, όταν οι
ερευνητές του Stormfury έσπειραν τον Τυφώνα Debbie.
Αυτή τη φορά, τα δεδομένα έδειξαν μείωση της ταχύτητας των ανέμων έως και 30%,
γεγονός που θεωρήθηκε τότε η πρώτη «επιτυχία» του προγράμματος.
Ο
μετεωρολόγος Ρόμπερτ Σίμπσον, μετέπειτα διευθυντής του Εθνικού Κέντρου Τυφώνων,
δήλωσε αργότερα:
«Για πρώτη
φορά, πιστέψαμε ότι ο άνθρωπος μπορούσε να αλλάξει τη φύση ενός κυκλώνα. Ήταν
μια μέρα που έμοιαζε με την αυγή μιας νέας εποχής στη μετεωρολογία».
Περιορισμοί και σκεπτικισμός
Παρά τα
ενθαρρυντικά αποτελέσματα, πολλοί επιστήμονες αμφισβήτησαν τη μεθοδολογία: H φυσική
μεταβλητότητα των τυφώνων έκανε εξαιρετικά δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς τι
προκλήθηκε από τη σπορά και τι ήταν απλώς φυσική εξέλιξη.
Επιπλέον, η
ίδια η φύση των τροπικών συστημάτων —με θερμοκρασίες πολύ υψηλές για να
σχηματιστεί πάγος— έθετε υπό αμφισβήτηση την αποτελεσματικότητα του ιωδιούχου
αργύρου.
Παρά τα
ερωτήματα, η ψυχροπολεμική ατμόσφαιρα της εποχής επέβαλε την αισιοδοξία. Aν η
Σοβιετική Ένωση εργαζόταν σε «όπλα καιρού», τότε και οι ΗΠΑ έπρεπε να προπορεύονται
σε αυτό τον αγώνα.
Η αμφισβήτηση και η πτώση του Stormfury
Το Project
Stormfury μπήκε στη δεκαετία του 1970 με υψηλές προσδοκίες αλλά και αυξανόμενο
σκεπτικισμό.
Η επιτυχία στον τυφώνα Debbie (1969) είχε προσελκύσει διεθνές
ενδιαφέρον· ωστόσο, οι μετεωρολόγοι που εξέταζαν προσεκτικά τα δεδομένα
παρατήρησαν κάτι ανησυχητικό: Οι «μεταβολές» στην ένταση των ανέμων μπορούσαν
να εξηγηθούν χωρίς την ανθρώπινη παρέμβαση.
Στην
πραγματικότητα, το φαινόμενο που οι επιστήμονες του Stormfury θεωρούσαν
«αντίδραση στη σπορά», η αντικατάσταση του ματιού του τυφώνα από έναν εξωτερικό
δακτύλιο νεφών, ήταν φυσική διαδικασία σε πολλούς ισχυρούς τροπικούς κυκλώνες.
Η επιστημονική αμφιβολία μεγαλώνει
Καθώς περνούσαν
τα χρόνια, τα δεδομένα των αποστολών άρχισαν να επανεξετάζονται από ανεξάρτητες
ομάδες. Οι μετεωρολόγοι Χιου Γουίλιουμς και Τζο Πέλτζερ, μέλη του ίδιου του
Stormfury, παραδέχθηκαν σε αναφορά του 1973 ότι «δεν υπάρχουν σαφείς αποδείξεις
πως η σπορά είχε οποιοδήποτε μετρήσιμο αποτέλεσμα στην ένταση των ανέμων».
Παράλληλα,
ο αριθμός των «κατάλληλων» τυφώνων για πειράματα ήταν πολύ μικρός.
Από το 1970 ως το 1976, μόνο ένας πληρούσε τα κριτήρια ασφάλειας (μακριά από
ξηρά και κατοικημένες περιοχές).
Η έλλειψη
στόχων οδήγησε το πρόγραμμα σε παρατεταμένη αδράνεια. Ορισμένοι αξιωματούχοι
άρχισαν να διερωτώνται αν δικαιολογούνταν πλέον τα έξοδα για ένα σχέδιο που δεν
παρήγαγε απτά αποτελέσματα.
Το πλήγμα του 1971
Το 1971, ο
τυφώνας Ginger αποτέλεσε την τελευταία μεγάλη επιχειρησιακή δοκιμή του
Stormfury.
Τα αεροσκάφη της NOAA και του Ναυτικού έριξαν πάνω από 30 κιλά ιωδιούχου
αργύρου σε διάφορα ύψη του κυκλώνα.
Οι μετρήσεις έδειξαν καμία ουσιαστική αλλαγή στην ταχύτητα ή τη δομή των
ανέμων.
Οι
επιστήμονες που βρίσκονταν στο πεδίο άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι η ίδια η
φυσική του τυφώνα δεν υποστηρίζει τη θεωρία της σποράς:
οι θερμές, υγρές ζώνες του ματιού δεν επέτρεπαν σχηματισμό πάγου — άρα το ιώδιο
δεν είχε το θεωρητικό «πεδίο δράσης» που χρειάζονταν οι ερευνητές.
Αλλαγή εποχής και κλίματος
Την ίδια
περίοδο, η πολιτική σκηνή των ΗΠΑ μεταβαλλόταν.
Η δεκαετία του ’70 σημαδεύτηκε από τη μετα-Βιετναμική καχυποψία, τις αποκαλύψεις
για προγράμματα καιρού στη Νοτιοανατολική Ασία (Operation Popeye), και τη
σταδιακή περιβαλλοντική συνειδητοποίηση του κοινού.
Το
Stormfury, που κάποτε παρουσιαζόταν ως δείγμα τεχνολογικής προόδου, τώρα
αντιμετωπιζόταν με ανησυχία. Πολλοί φοβούνταν πως η «παρέμβαση στη φύση» θα
μπορούσε να προκαλέσει απρόβλεπτες καταστροφές.
Το 1976, ο
τότε διευθυντής της NOAA, Ρόμπερτ Μπ. Σίμπσον, ανακοίνωσε ότι το πρόγραμμα θα
«παγώσει» προσωρινά.
Στην πράξη, δεν ξανάρχισε ποτέ πλήρως.
Το τέλος του Stormfury
Το 1983, το
Project Stormfury τερματίστηκε επίσημα.
Η τελική αναφορά της NOAA ανέφερε με σαφήνεια: «Οι διαθέσιμες αποδείξεις δεν
υποστηρίζουν ότι η τεχνητή σπορά επηρεάζει σημαντικά την ένταση ή τη δομή των
τροπικών κυκλώνων.»
Ωστόσο, το
πρόγραμμα δεν θεωρήθηκε αποτυχία στο σύνολό του.
Τα δεδομένα που συγκεντρώθηκαν από τις δεκάδες πτήσεις μέσα σε τυφώνες υπήρξαν πολύτιμα
για την κατανόηση της εσωτερικής τους δυναμικής. ειδικά στη χαρτογράφηση της
κυκλοφορίας των ανέμων και της θερμικής ενέργειας.
Το
Stormfury άφησε πίσω του μια παρακαταθήκη γνώσης, ακόμα κι αν δεν πέτυχε τον
πρωταρχικό του στόχο.
Επίλογος
Το Project
Stormfury υπήρξε προϊόν μιας εποχής όπου η επιστήμη ένιωθε παντοδύναμη. Η ίδια
δεκαετία που έστειλε ανθρώπους στο φεγγάρι, πίστεψε ότι θα μπορούσε και να
«τιθασεύσει» τους ανέμους του Ατλαντικού. Ήταν μια εποχή αισιοδοξίας, αλλά και
επικίνδυνης αυτοπεποίθησης.
Το όνειρο
του ελέγχου του καιρού δεν έχει σβήσει μέχρι σήμερα. Υπάρχουν εκείνοι που
υποστηρίζουν ότι θα μπορούσε να δώσει λύσεις απέναντι στην κλιματική αλλαγή. Σε
επίπεδο θεωριών συνωμοσίας κάποιοι υποστηρίζουν ότι ακόμα γίνονται πειράματα ώστε
να τιθασεύει ο καιρός και να μετατραπεί σε όπλο. Δεν έχει αποδειχθεί κάτι
τέτοιο. Τα όρια της επιστήμης, ακόμα και στην εποχή μας, είναι πολύ στενά για
να επιχειρήσει να ελέγξει τον καιρό. Μια τέτοια προσπάθεια παραμένει ένα είδος
ύβρις με… φυσικό επακόλουθο την τίσι.
