Πώς ο ακτιβισμός έσωσε την Γκρέτα Τούνμπεργκ




Η Γκρέτα Τούνμπεργκ πριν αρχίσει να μάχεται για να σώσει το περιβάλλον έπρεπε να δώσει μια μεγάλη μάχη για να σώσει τον εαυτό της. Ο ακτιβισμός ίσως ήταν η απάντηση για τη σωτηρία της




Η Γκρέτα Τούνμπεργκ είναι αδιαμφισβήτητα μια από τις πιο δυναμικές ακτιβίστριες του περιβάλλοντος. Βρίσκεται μπροστά σε κάθε μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής και δεν έχει διστάσει να τα βάλει με τους ηγέτες του κόσμου, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ, για την αδιαφορία τους σχετικά με το περιβάλλον που καταρρέει. Την ίδια στιγμή όμως είναι και ένα κορίτσι 17 ετών που έχει δώσει ήδη αρκετές μάχες σε προσωπικό επίπεδο. Γι’ αυτές μίλησε μεταξύ άλλων η μητέρα της και διάσημη τραγουδίστρια όπερας, Μαλένα Έρνμαν, στο βιβλίο που έγραψε  η οικογένεια «Our House is on Fire: Scenes of a Family and a Planet in Crisis», το οποίο θα κυκλοφορήσει τον Μάρτιο.

Σε ένα απόσπασμα του βιβλίου που δημοσιεύει ο Guardian, η Έρνμαν αφηγείται πώς η Γκρέτα μεταμορφώθηκε από ένα εντεκάχρονο κορίτσι με αυτισμό και διατροφικές διαταραχές που ήταν συχνά θύμα bullying στην μαχητική ακτιβίστρια που ξέρουμε όλοι.

Στην αφήγησή της είναι φανερό ότι η Γκρέτα στην εφηβεία της βίωσε ακραίες καταστάσεις με καθημερινές επιθέσεις bullying στο σχολείο της, το οποίο την οδήγησε σε νευρική ανορεξία και επιλεκτική αλαλία, ενώ λίγο αργότερα διαγνώστηκε με Άσπεργκερ και υψηλής λειτουργικότητας αυτισμό. Οι γονείς της προσπάθησαν να κάνουν τα πάντα για να την βγάλουν από αυτό το σκοτάδι στο οποίο συνεχώς βυθιζόταν. Όταν τελικά η Γκρέτα συνειδητοποίησε το κακό που προκαλούν οι άνθρωποι στο περιβάλλον μοιάζει τελικά να βρήκε το… φάρμακο που την έσωσε στον ακτιβισμό. Η μάχη για το περιβάλλον και το πάθος με την οποία την δίνει έδωσε νέο νόημα στη ζωή της και την έκανε για πρώτη φορά ευτυχισμένη.

Ακολουθεί το απόσπασμα, όπως δημοσιεύεται στον Guardian:

«Ο πατέρα της Γκρέτα, Σβάντε, και εγώ είμαστε αυτό που στην Σουηδία ονομάζουν «εργάτες του πολιτισμού», εκπαιδευμένοι στην όπερα, την μουσική και το θέατρο με μια μεγάλη καριέρα σε αυτούς τους τομείς ήδη πίσω μας. Όταν ήμουν έγκυος στην Γκρέτα και δούλευα στην Γερμανία, ο Σβάντε συμμετείχε ως ηθοποιός σε τρεις διαφορετικές θεατρικές παραστάσεις στην Σουηδία ταυτόχρονα. Είχα πολλά συμβόλαια για πολλά ακόμα χρόνια σε πολλές όπερες της Ευρώπης. Με χιλιάδες χιλιόμετρα ανάμεσά, συζητήσαμε από το τηλέφωνο για το πώς μπορούμε να συνδυάσουμε τη νέα μας πραγματικότητα με την δουλειά.


«Είσαι μια από τις καλύτερες στον κόσμο σε αυτό που κάνεις», μου είπε ο Σβάντε. «Εγώ είμαι περισσότερο σαν τον παίκτη του μπάσου σε ένα θέατρο της Σουηδίας που εύκολα μπορώ να αντικατασταθώ. Για να μην αναφέρω ότι βγάζεις πολύ περισσότερα από εμένα». Διαμαρτυρήθηκα λίγο, αλλά η απόφαση πάρθηκε.



Συνεχίσαμε έτσι για 12 χρόνια. Ήταν κουραστικό, αλλά και πολύ διασκεδαστικό. Μέναμε δύο μήνες σε κάθε πόλη και στη συνέχεια συνεχίζαμε. Βερολίνο, Παρίσι, Βιέννη, Άμστερνταμ, Βαρκελώνη. Περνούσε τα καλοκαίρια στο Γκλίντερμπουρν, το Σάλσμπουργκ ή το Άιξ-εν-Προβένς. Έκανα 20 ή 30 ώρες πρόβα την εβδομάδα και όλο τον υπόλοιπο καιρό ήμασταν όλοι μαζί.

Η Μπεάτα γεννήθηκε τρία χρόνια μετά την Γκρέτα και αγοράσαμε ένα Volvo V70, ώστε να έχουμε χώρο για τις κούκλες, τα αρκουδάκια και τα τρίκυκλα. Αυτά ήταν υπέροχα χρόνια. Η ζωή μας ήταν τέλεια.

Η λιμοκτονία

Ένα βράδυ το φθινόπωρο του 2014, ο Σβάντε κι εγώ καθόμασταν στο πάτωμα του μπάνιου μας στην Στοκχόλμη. Ήταν αργά και τα παιδιά κοιμούνταν. Τα πάντα είχαν αρχίσει να καταρρέουν. Η Γκρέτα ήταν  11 και μόλις είχε ξεκινήσει την Πέμπτη δημοτικού, αλλά δεν τα πήγαινε καθόλου καλά. Έκλαιγε τις νύχτες, ενώ θα έπρεπε να κοιμάται. Έκλαιγε, ενώ πήγαινε στο σχολείο. Έκλαιγε στην  τάξη της και κατά τη διάρκεια του διαλείμματος και οι δάσκαλοι μας έπαιρναν τηλέφωνο κάθε δεύτερη μέρα. Ο Σβάντε έπρεπε να τρέχει στο σχολείο και να την φέρνει πίσω στο σπίτι, για να είναι κοντά στον Μος, το γκόλντεν ριτρίβερ μας. Καθόταν μαζί του για ώρες, τον χάιδευε και χτένιζε το τρίχωμά του. Βυθιζόταν αργά σε κάποιο είδος σκοταδιού και σιγά σιγά, μέρα με τη μέρα, φαινόταν ότι σταματούσε να λειτουργεί. Σταμάτησε να παίζει στο πιάνο. Σταμάτησε να γελά. Σταμάτησε να μιλά. Και σταμάτησε να τρώει.

Καθόμασταν εκεί στο σκληρό πάτωμα και ξέραμε ακριβώς τι πρέπει να κάνουμε. Έπρεπε να τα αλλάξουμε όλα. Να βρούμε τον τρόπο να φέρουμε πίσω την Γκρέτα, όποιο κι αν ήταν το κόστος. Η κατάσταση απαιτούσε περισσότερα από σκέτες λέξεις και συναισθήματα. Ένα κλείσιμο λογαριασμών. Ένα ξεκαθάρισμα.

«Πώς νιώθεις; Θες να συνεχίσεις;», ρώτησε ο Σβάντε.

«Όχι».

«Εντάξει. Παράτα το. Φτάνει. Θα ακυρώσουμε τα πάντα. Κάθε συμβόλαιο. Μαδρίτη, Ζυρίχη, Βιέννη, Βρυξέλλες. Τα πάντα», είπε ο Σβάντε.

Ένα Σάββατο λίγο μετά αποφασίσαμε να ψήσουμε ψωμάκια όλοι μαζί, και οι τέσσερίς μας και ήμασταν αποφασισμένοι να το κάνουμε να δουλέψει. Έπρεπε. Αν μπορέσουμε να ψήσουμε τα ψωμάκια μας, ήσυχα και ωραία η Γκρέτα μπορέσει να τα φάει όπως πάντα, όλα τα προβλήματα θα έχουν λυθεί. Θα ήταν πανεύκολο. Εξάλλου το να ψήνουμε ψωμάκια ήταν η αγαπημένη μας συνήθεια. Έτσι, φτιάχνουμε τα ψωμάκια, χορεύουμε στην κουζίνα για να φτιάξουμε την πιο θετική ατμόσφαιρα και να κάνουμε το πιο χαρούμενο πάρτι ψησίματος ψωμιού στην ιστορία.

Όμως, όταν τα ψωμάκια βγαίνουν από τον φούρνο το πάρτι σταματά. Η Γκρέτα σηκώνει ένα ψωμάκι και το μυρίζει. Κάθεται εκεί και το κρατά, προσπαθεί να ανοίξει το στόμα της, αλλά… δεν μπορεί. Βλέπουμε ότι αυτό δεν πρόκειται να δουλέψει.

«Σε παρακαλώ, φάε», λέμε εγώ και ο Σβάντε μαζί. Ήρεμα στην αρχή. Στη συνέχεια πιο αυστηρά. Μετά γεμάτοι ταραχή. Και τελικά αρχίζουμε να φωνάζουμε και να αφήνουμε να βγει όλος ο φόβος μας και η απελπισία μας. «Φάε. Πρέπει να φας, δεν καταλαβαίνεις; Πρέπει να φας τώρα, αλλιώς θα πεθάνεις!».

Τότε, η Γκρέτα έχει την πρώτη κρίση πανικού. Κάνει έναν θόρυβο που δεν έχουμε ακούσει ποτέ ξανά. Βγάζει ένα απερίγραπτο ουρλιαχτό που διαρκεί για 40 λεπτά. Δεν είχαμε ακούσει την κραυγή της από τότε που ήταν βρέφος.

Την κρατώ στα χέρια μου και ο Μος είναι δίπλα της, η υγρή μύτη του στο κεφάλι της.

«Θα γίνω ποτέ ξανά καλά;», ρωτά η Γκρέτα.

«Φυσικά θα γίνεις», απαντώ.

«Πότε θα γίνω καλά;».

«Δεν ξέρω, σύντομα».

Σε ένα λευκό χαρτί που κρεμάμε στον τοίχο σημειώνουμε κάθε τι που τρώει η Γκρέτα και πόσο χρόνο της παίρνει για να το φάει. Οι ποσότητες είναι μικρές. Και της παίρνει πολλή ώρα. Αλλά το Κέντρο για τις Διατροφικές Διαταραχές στην Στοκχόλμη λέει ότι αυτή η μέθοδος έχει πολύ καλή μακροχρόνια απόδοση. Σημειώνεις τι τρως σε κάθε γεύμα, μετά σημειώνεις αυτά που μπορείς να φας, πράγματα που θα ήθελες να φας και πιο κάτω φαγητά που θα ήθελες να μπορείς να φας.

Είναι μικρή λίστα. Ρύζι, αβοκάντο και νιόκι.

Το σχολείο ξεκινά σε πέντε λεπτά. Αλλά δεν πρόκειται να υπάρξει σήμερα σχολείο. Δεν πρόκειται να υπάρξει σχολείο ολόκληρη την εβδομάδα. Χθες, εγώ και ο Σβάντε λάβαμε ακόμα ένα email από το σχολείο σχετικά με τις ανησυχίες τους για την συνεχή απουσία της Γκρέτα παρόλο που τους είχαμε στείλει αρκετά γράμματα από γιατρούς και ψυχολόγους που εξηγούσαν την κατάστασή της.

Ενημέρωσα ξανά τον διευθυντή του σχολείου για την κατάσταση και απάντησαν με ένα email στο οποίο έλεγαν ότι ελπίζουν η Γκρέτα να επιστρέψει στο σχολείο την Δευτέρα ώστε να «αντιμετωπιστεί το πρόβλημα». Αλλά η Γκρέτα δεν θα πάει τη Δευτέρα στο σχολείο. Κι αυτό γιατί αν δεν συμβεί κάτι απρόοπτο θα μπει στο νοσοκομείο Παίδων Σάσκα.

Ο Σβάντε βράζει νιόκι. Είναι πολύ σημαντικό να είναι τέλεια, αλλιώς δεν θα τα φάει. Βάζουμε συγκεκριμένο αριθμό νιόκι στο πιάτο της. Είναι μια πολύ λεπτά ισορροπημένη άσκηση. Αν της δώσουμε πάρα πολλά δεν θα φάει κανένα. Αν της δώσουμε λίγα δεν θα φάει αρκετά. Όλα όσα τρώει είναι πολύ λίγα, αλλά κάθε μπουκιά μετράει και δεν μας παίρνει να χάσουμε ούτε μια.

Λίγο μετά η Γκρέτα κάθεται μπροστά στα νιόκι. Γυρίζει το κάθε νιόκι, το πιέζει και στη συνέχεια κάνει το ίδιο. Ξανά και ξανά. Ύστερα από 20 λεπτά αρχίζει να τρώει. Γλείφει, δαγκώνει, μασάει: μικρές, μικρές μπουκιές. Μοιάζει ατελείωτο.

«Χόρτασα», λέει ξαφνικά. «Δεν μπορώ να φάω άλλο».

Ο Σβάντε κι εγώ αποφεύγουμε να κοιταχτούμε. Πρέπει να συγκρατήσουμε την απελπισία μας, γιατί έχουμε αρχίσει να συνειδητοποιούμε ότι είναι το μόνο πράγμα που λειτουργεί. Έχουμε ήδη δοκιμάσει όλες τις τακτικές. Κάθε τρόπο που μπορούσαμε να φανταστούμε. Την «διατάξαμε», της φωνάξαμε, γελάσαμε, την απειλήσαμε, την παρακαλέσαμε, κλάψαμε, της προσφέραμε κάθε δωροδοκία. Αλλά φαίνεται ότι αυτό λειτουργεί καλύτερα.

Ο Σβάντε πάει στο χαρτί και γράφει:

Μεσημεριανό: 5 νιόκι. Χρόνος: 2 ωρες και 10 λεπτά.

Το να μην τρως μπορεί να σημαίνει πολλά πράγματα. Η ερώτηση είναι τι. Η ερώτηση είναι γιατί. Ο Σβάντε κι εγώ ψάχνουμε για απαντήσεις. Περνάω τα βράδια διαβάζοντας ό,τι μπορώ να βρω στο ίντερνετ για τις διατροφικές διαταραχές. Είμαι σίγουρη ότι δεν είναι ανορεξία. Αλλά συνεχίζουμε να ακούμε ότι η ανορεξία είναι μια πολύ πονηρή διαταραχή και μπορεί να κάνει τα πάντα για να μην αποκαλυφθεί. Έτσι, αφήνουμε όλες τις πιθανότητες ανοιχτές.

Μιλώ ασταμάτητα στην ψυχιατρική υπηρεσία παίδων (BUP), στην υπηρεσία ιατρικών πληροφοριών, σε γιατρούς, ψυχολόγους και σε οποιονδήποτε συναντήσω που μπορεί να προσφέρει οποιαδήποτε πληροφορία ή βοήθεια.

Στο σχολείο της Γκρέτα υπάρχει μια ψυχολόγος, η οποία έχει εμπειρία με τον αυτισμό. Μιλά με τους δυο μας στο τηλέφωνο και λέει ότι πρέπει ακόμα να διεξαχθεί μια πολύ προσεκτική έρευνα, αλλά σύμφωνα με τα όσα έχει δει η ίδια και σύμφωνα με τα στοιχεία, η Γκρέτα έχει ξεκάθαρα σημάδια από το φάσμα του αυτισμού. «Υψηλής λειτουργικότητας Άσπεργκερ», λέει.

Ακολουθούν πολλές συναντήσεις στις οποίες επαναλαμβάνουμε την ιστορία μας και εξερευνούμε τις εναλλακτικές μας. Μιλάμε, ενώ η Γκρέτα κάθεται σιωπηλή. Έχει σταματήσει να μιλά σε όλους, εκτός από μένα, τον Σβάντε και την Μπεάτα. Όλοι θέλουν να της προσφέρουν όλη την βοήθεια που μπορούν, αλλά είναι σαν να μην υπάρχει βοήθεια. Όχι ακόμα, τουλάχιστον. Ψάχνουμε στο σκοτάδι.

Έχουν περάσει δύο μήνες από τότε που η Γκρέτα δεν τρώει και έχει χάσει σχεδόν 10 κιλά, τα οποία είναι πάρα πολλά όταν είσαι ήδη πολύ μικροκαμωμένος. Η θερμοκρασία του σώματός της είναι χαμηλή και ο σφυγμός της και η πίεσή της δείχνουν ξεκάθαρα σημάδια λιμοκτονίας. Δεν έχει πια την δύναμη να ανέβει την σκάλα και οι βαθμοί που παίρνει στα τεστ για την κατάθλιψη είναι στα ύψη. Αρχίζουμε να εξηγούμε στην κόρη μας ότι θα πρέπει να αρχίσουμε να προετοιμαζόμαστε για την πιθανότητα να μπει στο νοσοκομείο, όπου θα μπορεί να λαμβάνει θρεπτικά συστατικά και φαγητό χωρίς να τρώει με ορούς και σωλήνες.

Στα μέσα Νοεμβρίου έχουμε μια σημαντική συνάντηση στο BUP. Η Γκρέτα κάθεται σιωπηλή. Ως συνήθως. Εγώ κλαίω. Ως συνήθως. «Αν δεν υπάρξει κάποια εξέλιξη μέχρι το Σαββατοκύριακο θα πρέπει να μπεις στο νοσοκομείο», λέει ο γιατρός.

Στα σκαλιά φεύγοντας, η Γκρέτα γυρίζει και μας λέει: «Θέλω να ξεκινήσω να τρώω ξανά». Και οι τρεις μας ξεσπάμε σε κλάματα. Πάμε σπίτι και τρώει ένα ολόκληρο πράσινο μήλο. Αλλά δεν μπορεί να φάει τίποτα άλλο. Όπως αποδεικνύεται είναι λίγο πιο δύσκολο από το να σκεφτείς απλώς ότι θες να ξεκινήσεις να τρως ξανά. Κάνουμε μερικά προσεκτικά δοκιμαστικά βήματα και λειτουργεί. Προχωράμε μερικά χιλιοστά. Τρώει μικρές ποσότητες ρυζιού, αβοκάντο και μπανάνες. Παίρνουμε το χρόνο μας. Και ξεκινά να παίρνει Σερτραλίνη, ένα αντικαταθλιπτικό.

Το bullying

«Πάντα σε κοιτούν έτσι;»

«Δεν ξέρω. Ετσι νομίζω».

Ο Σβάντε και η Γκρέτα βρίσκονται στην σχολική γιορτή για τα Χριστούγεννα και προσπαθούν και γίνουν αόρατοι στους διαδρόμους και τις σκάλες του σχολείου. Όταν οι μαθητές σε δείχνουν ανοιχτά και γελούν με σένα, ακόμα και όταν δίπλα σου περπατά ο πατέρας σου, τότε τα πράγματα έχουν ξεφύγει. Έχουν ξεφύγει πάρα πολύ.
Στο σπίτι, ο Σβάντε μου εξηγεί ό,τι μόλις έζησαν ενώ η Γκρέτα τρώει ρύζι και αβοκάντο. Θυμώνω τόσο πολύ με όσα ακούω που θα μπορούσα να γκρεμίσω ό,τι βρω γύρω μου, αλλά η κόρη μας έχει μια διαφορετική αντίδραση. Είναι χαρούμενη που είναι  έξω.
Καθ’όλη τη διάρκεια των διακοπών των Χριστουγέννων μας αφηγείται απίστευτα φρικτά περιστατικά. Μοιάζει με σενάριο ταινίας που συγκεντρώνει κάθε περίπτωση bullying που μπορεί να φανταστεί κανείς. Ιστορίες για το πώς την έσπρωξαν κάτω στο προαύλιο, πώς την χτυπούσαν στο έδαφος ή την τραβούσαν σε περίεργα μέρη. Η απομόνωσή της στις τουαλέτες των κοριτσιών, όπου μερικές φορές κατάφερνε να κρυφτεί και να κλάψει πριν την εντοπίσουν οι επιτηρητές του διαλείμματος και την αναγκάσουν να βγει στο προαύλιο ξανά. Για έναν ολόκληρο χρόνο συνέβαιναν τέτοιες ιστορίες. Ο Σβάντε κι εγώ ενημερώσαμε το σχολείο, αλλά αυτό δεν έδειξε την αναμενόμενη κατανόηση. Καταλαβαίνουν την κατάσταση τελείως διαφορετικά. Η Γκρέτα έχει το πρόβλημα, πιστεύει το σχολείο. Πολλά παιδιά έχουν παραπονεθεί συχνά ότι η Γκρέτα συμπεριφέρεται περίεργα και μιλά πολύ σιγά και δεν λέει ποτέ «γεια». Το τελευταίο το τονίζουν σε ένα email.

Γράφουν και χειρότερα πράγματα από αυτό, το οποίο είναι πολύ καλό για εμάς γιατί όταν υποβάλλουμε αναφορά στην διεύθυνση επιθεώρησης των σχολείων της Σουηδίας, έχουμε ένα πολύ ισχυρό προβάδισμα και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επιθεώρηση θα αποφανθεί υπέρ μας.

Εξηγώ στην Γκρέτα ότι θα κάνει φίλους ξανά, αργότερα. Αλλά η απάντησή της είναι πάντα η ίδια: «Δεν θέλω να έχω κανέναν φίλο. Οι φίλοι είναι παιδιά και τα παιδιά είναι κακά».

Ο σφυγμός της Γκρέτα γίνεται πιο δυνατός και επιτέλους αρχίζει να παίρνει βάρος, αρκετό ώστε να ξεκινήσει η νευροψυχιατρική εξέταση.

Η κόρη μας έχει Άσπεργκερ, υψηλής λειτουργικότητας αυτισμό και OCD, Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή.

«Θα μπορούσαμε να την διαγνώσουμε και με Επιλεκτική αλαλία, αλλά αυτή συνήθως φεύγει μόνη της με τον καιρό», μας λέει ο γιατρός. Δεν εκπλησσόμαστε. Βασικά, αυτή ήταν το συμπέρασμα που είχαμε βγάλει κι εμείς αρκετούς μήνες πριν.

Καθώς φεύγουμε, η Μπεάτα μας τηλεφωνεί για να μας πει ότι θα φάει με έναν φίλο και νιώθω ένα τσίμπημα ενοχής. Σύντομα, θα φροντίσουμε κι εσένα αγάπη μου, της υπόσχομαι στο μυαλό μου, αλλά πρώτα πρέπει να γίνει καλά η Γκρέτα.

Το καλοκαίρι είναι κοντά κι έτσι επιστρέφουμε περπατώντας σπίτι. Σχεδόν δεν είναι ανάγκη να υπολογίζουμε πια τις θερμίδες που καταναλώνει.

Έξι μήνες αφού η Γκρέτα διαγνώστηκε, η ζωή μας έχει πλέον διαμορφωθεί σε κάτι που μοιάζει με καθημερινή ρουτίνα. Ξεκίνησε σε ένα νέο σχολείο. Αλλά όσο ασχολούμαστε με την Γκρέτα, η Μπεάτα έχει όλο και περισσότερες δυσκολίες. Στο σχολείο όλα μοιάζουν να πηγαίνουν ρολόι, αλλά στο σπίτι καταρρέει. Δεν αντέχει να βρίσκεται πια μαζί μας. Ό,τι κι αν κάνουμε εγώ και ο Σβάντε την εκνευρίζει και όταν είμαστε εκεί μπορεί να χάσει τον έλεγχο. Είναι ξεκάθαρο ότι δεν αισθάνεται καλά.

Μια μέρα καθώς τα 11α γενέθλιά της πλησιάζουν, την βρίσκω να στέκεται στο σαλόνι και πετάει DVD από την βιβλιοθήκη κάτω στη σκάλα. «Το μόνο που σε νοιάζει είναι η Γκρέτα. Ποτέ εγώ. Σε μισώ, μαμά. Είσαι η χειρότερη μητέρα σε όλον τον κόσμο, σιχαμένη σκύλα», ουρλιάζει καθώς ο «Τζάσπερ ο Πιγκουίνος» με χτυπά στο κεφάλι.

Είναι φθινόπωρο του 2015 και η Μπεάτα εξετάζεται για μια σειρά από νευρολογικές διαταραχές. Διαγιγνώσκεται με Διαταραχή ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας με στοιχεία Άσπεργκερ, OCD, Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής και Εναντιωματικής Προκλητικής Διαταραχής (ODD). Τώρα που έχει λάβει την διάγνωσή της μοιάζει να γίνεται μια καινούργια αρχή γι’ αυτήν, να υπάρχει μια εξήγηση, ένα φάρμακο. Στο σχολείο έχει εξαιρετικούς δασκάλους που κάνουν τα πάντα να δουλεύουν σωστά. Δεν χρειάζεται να διαβάζει στο σπίτι. Σταματάμε όλες τις δραστηριότητες. Αποφεύγουμε οτιδήποτε μπορεί να την αγχώσει. Και όλα αυτά λειτουργούν. Οτιδήποτε κι αν συμβεί δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε τον θυμό με θυμό, επειδή σχεδόν πάντα κάνει περισσότερο κακό από καλό. Προσαρμοζόμαστε και σχεδιάζουμε αυστηρές ρουτίνες και τυπικά. Ώρα με την ώρα. Προσπαθούμε να βρούμε συνήθειες που να λειτουργούν.

Το γεγονός ότι τα παιδιά μας τελικά έλαβαν βοήθεια οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Εν μέρει οφείλεται στην υπάρχουσα φροντίδα, αποδεδειγμένες μεθόδους, συμβουλές και φαρμακευτική αγωγή. Ήταν επίσης χάρη στην δική μας προσπάθεια, υπομονή, χρόνο και τύχη που η Γκρέτα και η Μπεάτα μπόρεσαν να σταθούν ξανά στα πόδια τους. Ωστόσο, αυτό που συνέβη στην Γκρέτα δεν μπορεί να εξηγηθεί απλώς σε ψυχιατρικό επίπεδο. Στο τέλος, απλώς δεν μπορούσε να συμφιλιωθεί με τις αντιφάσεις της σύγχρονης ζωής. Τα πράγματα απλώς δεν ταίριαζαν. Εμείς, που ζούμε σε μια εποχή μεγάλης αφθονίας και έχουμε πρόσβαση σε πολλές πηγές, δεν μπορούμε να βοηθήσουμε ευάλωτους ανθρώπους να ξεφύγουν από τους πολέμους και την φρίκη – άνθρωποι όπως εγώ και εσείς, αλλά που έχουν χάσει τα πάντα.

Η αρχή του ακτιβισμού

Μια μέρα στο σχολείο η τάξη της Γκρέτα παρακολουθούσε ένα φιλμ για το πόσα σκουπίδια βρίσκονται στους ωκεανούς. Ένα νησί απορριμμάτων, μεγαλύτερο από το Μεξικό, πλέει στο Νότιο Ειρηνικό. Η Γκρέτα κλαίει κατά τη διάρκεια όλου του φιλμ. Οι συμμαθητές της είναι επίσης ξεκάθαρα συγκινημένοι. Πριν το μάθημα ολοκληρωθεί, η καθηγήτρια ανακοινώνει ότι τη Δευτέρα θα διδάξει κάποιος αντικαταστάτης στη θέση της γιατί θα πήγαινε σε έναν γάμο για το Σαββατοκύριακο, λίγο έξω από τη Νέα Υόρκη, "Ωωω είστε τυχερή" λένε οι μαθητές. Στο διάδρομο το νησί των σκουπιδιών στα ανοιχτά των ακτών της Χιλής έχει ήδη ξεχαστεί.

Τα καινούργια iPhones έχουν βγει από τα γούνινα μπουφάν και όλοι όσοι έχουν βρεθεί στη Νέα Υόρκη μιλούν για το πόσο φανταστική είναι με όλα αυτά τα καταστήματα. Και η Βαρκελώνη έχει εκπληκτικά καταστήματα και στην Ταϊλάνδη όλα είναι τόσο φτηνά και κάποια θα πάει με τη μητέρα της στο Βιετνάμ για τις διακοπές του Πάσχα. Η Γκρέτα όμως δεν μπορεί να συμφιλιωθεί με τίποτα απ' όλα όσα είδε πριν λίγο.

Είδε αυτό που οι υπόλοιποι από εμάς δεν θέλουμε να δούμε. Ήταν σαν να μπορούσε να δει με γυμνό μάτι τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Την αόρατη, άχρωμη, άηχη άβυσσο που η γενιά μας έχει επιλέξει να αγνοήσει. Είδε όλα αυτά, όχι κυριολεκτικά φυσικά, αλλά είδε και τα αέρια θερμοκηπίου να βγαίνουν από τις καμινάδες μας, να μεταφέρονται ψηλά με τους ανέμους και να μετατρέπουν την ατμόσφαιρα σε μια γιγαντιαία, αόρατη χωματερή σκουπιδιών.

Ήταν το παιδί κι εμείς ο αυτοκράτορας και ήμασταν εντελώς γυμνοί.

«Εσείς οι διάσημοι βασικά είστε για το περιβάλλον ό,τι είναι οι αντιμεταναστευτικές πολιτικές σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία», είπε η Γκρέτα στο τραπέζι ενώ παίρναμε πρωινό, στις αρχές του 2016. Υποθέτω ότι αυτό είναι αλήθεια. Όχι μόνο οι διάσημοι, αλλά η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων. Όλοι θέλουν να είναι επιτυχημένοι και τίποτα δεν εκφράζει την επιτυχία καλύτερα από την ευημερία, την πολυτέλεια, την αφθονία και το να ταξιδεύεις και να ταξιδεύεις και να ταξιδεύεις.

Η Γκρετά «σκρολάρει» στο προφίλ μου στο Instagram. Είναι θυμωμένη. «Ονόμασε μου έναν διάσημο που μιλάει για την κλιματική αλλαγή. Ονόμασε μου μόνο έναν διάσημο που είναι έτοιμος να θυσιάσει την πολυτέλεια του να ταξιδεύει με αεροπλάνο παντού στον κόσμο».

Ήμουν μέρος του προβλήματος κι εγώ η ίδια. Πρόσφατα είχα ανεβάσει ηλιόλουστες selfies από την Ιαπωνία. Ένα «Καλημέρα από το Τόκιο» και δεκάδες χιλιάδες likes συνέρρευσαν στο ολοκαίνουργιο iPhone μου. Κάτι άρχισε να πονάει μέσα μου. Κάτι που πριν αποκαλούσα άγχος του ταξιδιού ή φόβο της πτήσης αλλά τώρα έπαιρνε μια άλλη, πιο καθαρή μορφή. Στις 6 Μαρτίου 2016 πέταξα από τη Βιέννη στο σπίτι μετά από ένα κονσέρτο και όχι πολύ αργότερα αποφάσισα να μείνω για πάντα στο έδαφος. 

Λίγους μήνες αργότερα περπατούσαμε προς το σπίτι από τη στάση του λεωφορείου του αεροδρόμιου όπου είχαμε συναντήσει τον Σβάντε και την Μπεάτα που είχαν έρθει από τη Ρώμη. «Μόλις απελευθερώσατε 2,7 τόνους διοξειδίου του άνθρακα» είπε η Γκρέτα στον Σβάντε «Και αυτό αντιστοιχεί στις ετήσιες εκπομπές πέντε ατόμων στη Σενεγάλη». «Καταλαβαίνω τι λες», είπε ο Σβάντε κουνώντας το κεφάλι του. «Θα προσπαθήσω να μείνω στο έδαφος από εδώ και πέρα».


Η Γκρέτα άρχισε να προγραμματίζει την σχολική απεργία της το καλοκαίρι του 2018. Ο Σβάντε έχει υποσχεθεί να την πάει σε έναν προμηθευτή υλικών οικοδομής για να αγοράσει ένα κομμάτι ξύλου που θα μπορούσε να χρωματίσει λευκό και να γράψει αυτό που ήθελε. «Σχολική απεργία για το κλίμα», θα έλεγε. Και παρόλο που πάνω από οτιδήποτε θέλουμε να παρατήσει όλη αυτή την ιδέα της απεργίας από το σχολείο - την υποστηρίζουμε. Επειδή βλέπουμε ότι αισθάνεται καλά καθώς κάνει τα σχέδιά της - καλύτερα από ό, τι αισθάνθηκε εδώ και πολλά χρόνια. Καλύτερα από ποτέ, στην πραγματικότητα.




Το πρωινό της 20ης Αυγούστου 2018, η Γκρέτα σηκώνεται μία ώρα νωρίτερα από ό, τι σε μια κανονική σχολική μέρα. Παίρνει το πρωινό της. Γεμίζει ένα σακίδιο με σχολικά βιβλία, ένα μεσημεριανό, μαχαιροπίρουνα, ένα μπουκάλι νερό, ένα μαξιλάρι και ένα επιπλέον πουλόβερ. Έχει εκτυπώσει 100 φυλλάδια με στοιχεία και πηγές για την κλιματική κρίση και την κρίση βιωσιμότητας.

Βγάζει το λευκό της ποδήλατο από το γκαράζ και ξεκινά για τη Βουλή. Ο Σβάντε ακολουθεί λίγα μέτρα πίσω της. Η Γκρετά κρατά κάτω από το δεξί της χέρι την αυτοσχέδια πινακίδα. Ο καιρός είναι όμορφος. Ο ήλιος σηκώνεται πίσω από την παλιά πόλη και οι πιθανότητες βροχής είναι λίγες. Οι ποδηλατοδρόμοι και τα πεζοδρόμια είναι γεμάτα με κόσμο που πηγαίνει είτε στη δουλειά του, είτε στο σχολείο.

Έξω από το γραφείο του πρωθυπουργού η Γκρέτα σταματά και κατεβαίνει από το ποδήλατο της. Ο Σβάντε τη βοηθά να βγάλει μια φωτογραφία πριν κλειδώσουν τα ποδήλατα. Μετά με ένα σχεδόν αόρατο χαιρετισμό λέει αντίο στον πατέρα της. Με την πινακίδα στα χέρια της πηγαίνει αργά προς το κυβερνητικό κτίριο όπου σταματά και τοποθετεί στην πινακίδα στον γκρι-κόκκινο γρανιτένιο τοίχο. Βγάζει τα φυλλάδια της και κάθεται.

Ζητά από έναν περαστικό να τη βγάλει μια ακόμα φωτογραφία με το κινητό της και την ανεβάζει μαζί με αυτή που της είχε βγάλει και ο πατέρας της στα social media. Μετά από λίγο αρχίζουν να κυκλοφορούν στο Twitter. Ο πολιτικός επιστήμονας Στάφαν Λίνγμπεργκ κάνει retweets στο ποστάρισμα της.

Μετά ακολουθούν δύο ακόμα και μετά περισσότερα. Ο μετεωρολόγος Περ Χόλμγκρεν, ο στιχουργός Στέφαν Σούντστρεμ. Μετά από αυτό επιταχύνεται. Έχει λιγότερους από 20 ακόλουθους στο Instagram και όχι πολλούς περισσότερους στο Twitter. Αλλά αυτό ήδη αλλάζει.

Πλέον δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής.

Εμφανίζεται ένα συνεργείο που κινηματογραφούσε ένα ντοκιμαντέρ. Ο Σβάντε της τηλεφωνεί και της λέει ότι τον πήραν από την εφημερίδα Dagens ETC και στέλνουν εκεί ανθρώπους. Μετά από λίγο εμφανίζονται δημοσιογράφοι της Aftonbladet και η Γκρέτα είναι έκπληκτη από το πόσο γρήγορα εξελίσσονται τα πάντα. Χαρούμενη και έκπληκτη. Δεν το περίμενε αυτό.

Ο Ιβάν και η Φάνι από την Greenpeace εμφανίζονται και ρωτούν την Γκρέτα αν όλα είναι εντάξει. «Μπορούμε να βοηθήσουμε σε κάτι;» της λένε. «Έχεις άδεια από την αστυνομία;» ρωτά ο Ιβάν. Δεν έχει. Δεν σκέφτηκα ότι θα χρειαζόταν άδεια. Αλλά όπως αποδείχθηκε χρειαζόταν. «Μπορώ να σε βοηθήσω», λέει ο Ιβάν.

Η Greenpeace δεν είναι η μόνη που προσφέρει τη στήριξη της. Όλοι θέλουν να κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να βοηθήσουν. Όμως η Γκρέτα δεν χρειάζεται βοήθεια. Τα καταφέρνει από μόνη της. Δίνει συνεντεύξεις στη μια εφημερίδα και μετά την άλλη. Το απλό γεγονός ότι μιλά σε ξένους χωρίς να νιώθει άσχημα είναι μια αναπάντεχη χαρά για εμάς τους γονείς. Όλα τα υπόλοιπα είναι ένα μπόνους.

Οι πρώτοι «haters» αρχίζουν να επιτίθενται και η Γκρέτα λοιδορείται ανοιχτά στα social media. Την κοροϊδεύουν ανώνυμα τρολ και ακροδεξιοί ακτιβιστές. Την κοροϊδεύουν ακόμα και μέλη της Βουλής αλλά αυτό δεν αποτελεί έκπληξη.

Ο Σβάντε περνά από εκεί για να σιγουρευτεί ότι όλα είναι εντάξει. Το κάνει αυτό δύο φορές την ημέρα. Η Γκρέτα στέκεται κοντά στον τοίχο της και γύρω τις βρίσκονται δεκάδες άτομα. Φαίνεται αγχωμένη.

Ένας δημοσιογράφος από την εφημερίδα Dagens Nyheter ρωτάει αν μπορεί να κινηματογραφήσει μια ‘συνέντευξη και ο Σβάντε βλέπει με τα’,ην άκρη του ματιού του ότι κάτι δεν πάει καλά. "Περιμένετε, αφήστε με να τσεκάρω" λέει και πάει με την Γκρέτα πίσω από μια κολώνα. Όλο της το σώμα της είναι σφιγμένο. Αναπνέει βαριά και ο Σβάντε της λέει πως δεν πρέπει να ανησυχεί. «Πάμε σπίτι τώρα», της λέει «Εντάξει». Η Γκρετά κουνάει το κεφάλι της. Κλαίει.

«Δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτα απ' όλα αυτά. Ας το ξεχάσουμε και ας πάμε σπίτι μας». Όμως η Γκρέτα δεν θέλει να πάει στο σπίτι. Στέκεται ακίνητη για λίγα δευτερόλεπτα. Αναπνέει. Μετά κάνει έναν μικρό κύκλο και με κάποιο τρόπο διώχνει όλο τον πανικό και τον φόβο που κουβαλάει όσο μπορεί να θυμηθεί τον εαυτό της. Μετά από αυτό σταματά και κοιτάζει μπροστά. Η αναπνοή της είναι ακόμα δύσκολη και δάκρυα τρέχουν στα μάγουλα της. «Όχι», λέει, «Θα το κάνω».

Παρακολουθούμε το πώς νιώθει η Γκρέτα όσο πιο προσεκτικά μπορούμε. Αλλά δεν μπορούμε να εντοπίσουμε σημάδια που να δείχνουν ότι νιώθει κάτι άλλο από καλά. Βάζει το ξυπνητήρι στις 6:15 το πρωί και είναι ευτυχισμένη όταν σηκώνεται από το κρεβάτι. Είναι ευτυχισμένη όταν πάει με το ποδήλατο στη Βουλή και είναι ευτυχισμένη όταν επιστρέφει στο σπίτι το απόγευμα.

Τα απογεύματα διαβάζει για το σχολείο και τσεκάρει τα social media. Πέφτει για ύπνο στην ώρα της και κοιμάται αμέσως. Κοιμάται ήρεμα όλο το βράδυ. Το φαγητό από την άλλη όμως δεν πάει καλά.

«Είναι τόσοι πολλοί άνθρωποι και δεν έχω ώρα. Όλοι θέλουν να μιλάω όλη την ώρα».

«Πρέπει να τρως», λέει ο Σβάντε. Η Γκρετά δεν απαντά τίποτα. Το φαγητό είναι ευαίσθητο θέμα. Το πιο δύσκολο. Την τρίτη όμως μέρα κάτι διαφορετικό συμβαίνει. Ο Ιβάν από την Greenpeace την επισκέπτεται ξανά. Κρατάει μια λευκή πλαστική σακούλα. «Πεινάς Γκρέτα; Είναι νουντλς, Ταϊλανδέζικο» λέει «Βίγκαν. Θα ήθελες λίγο;».
Κρατά την σακούλα και η Γκρέτα σκύβει και πιάνει το κουτί με το φαγητό. Ανοίγει το καπάκι και το μυρίζει λίγες φορές. Μετά δοκιμάζει μια μπουκιά και μετά άλλη. Κανείς δεν αντιδρά σε αυτό που συμβαίνει. Γιατί άλλωστε; Γιατί θα ήταν ξεχωριστό για ένα παιδί να κάθεται με κόσμο και να τρώει βίγκαν παντ τάι; Η Γκρέτα συνεχίζει να τρώει. Όχι μόνο λίγες μπουκιές αλλά σχεδόν όλη τη μερίδα. Η ενέργεια της εκρήγνυται. Είναι σαν να μην υπάρχει κάποιο όριο και παρότι εμείς προσπαθούμε να τη συγκρατήσουμε αυτή συνεχίζει. Μόνη της.
Μια μέρα η Μπεάτα κάθεται με την Γκρέτα μπροστά στη Βουλή. Αυτό όμως είναι υπόθεση της Γκρέτα, όχι δική της. Της είναι δύσκολο να διαχειριστεί την ξαφνική φασαρία για τη μεγάλη της αδελφή. Η Μπεάτα βλέπει ότι η Γκρέτα έχει ξαφνικά  10.000 followers στο Instagram κάτι που όλοι θεωρούμε ότι είναι τρελό. Ακόμα και το δικό της προφίλ είναι γεμάτο με σχόλιο για την Γκρέτα, «μπορείς να της πεις αυτό και το άλλο». Όλοι ξαφνικά ενδιαφέρονται μόνο για την Γκρέτα, την Γκρέτα και την Γκρέτα. «Είναι τρελό», λέει η Μπεάτα ένα απόγευμα, μετά το σχολείο. «Είναι ακριβώς όπως η Beyoncé και ο Jay-Z», λέει με καυστική έμφαση. «Η Γκρέτα είναι η Beyoncé και εγώ είμαι ο Jay-Z».



Λάβαμε απειλές θανάτου στα social media, κόπρανα στο γραμματοκιβώτιο και αναφορές στις κοινωνικές υπηρεσίες. Παράπονα εναντίον μας ως γονείς της Γκρέτα. Από την άλλη όμως οι αρχές με επιστολή τους μας ενημέρωσε ότι «ΔΕΝ σκοπεύουν να δράσουν μετά τις αναφορές». Εκλάβαμε τα κεφαλαία γράμματα σαν μια μικρή ένδειξη αγάπης από κάποιον ανώνυμο υπεύθυνο και αυτό μας ζέστανε. 

Όλο και περισσότεροι άνθρωποι κρατούσαν συντροφιά στην Γκρέτα μπροστά στο Κοινοβούλιο. Παιδιά, ενήλικες, δάσκαλοι, συνταξιούχοι. Μια μέρα μια ολόκληρη τάξη με παιδιά δημοτικού πέρασε και ήθελε να μιλήσει μαζί της. Η Γκρέτα έπρεπε να φύγει για λίγο, ένιωσε πανικό. Πήγε σε μια άκρη και άρχισε να κλαίει. Δεν μπορούσε να σταματήσει. Όμως μετά από λίγο ηρέμησε και επέστρεψε για να χαιρετήσει τα παιδιά. Μετά εξήγησε ότι κάποιες φορές της ήταν δύσκολο να συγχρωτίζεται με παιδιά γιατί είχε τόσο άσχημες εμπειρίες. «Ποτέ δεν είχα συναντήσει μια ομάδα παιδιών που να μην ήταν κακοί απέναντι μου. Πάντα με εκφόβιζαν γιατί είμαι διαφορετική».

Πολλές φορές μέσα στην ημέρα άνθρωποι έρχονται και έλεγαν ότι σταμάτησαν να ταξιδεύουν με αεροπλάνο, παρκάρισαν μόνιμα το αυτοκίνητο του και έγιναν βίγκαν λόγω της Γκρέτα. Το να μπορεί να επηρεάσει τόσο πολύ κόσμο μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα είναι ακατανόητο αλλά με ωραίο τρόπο. Το φαινόμενο συνέχισε να μεγαλώνει. Γρηγορότερα και γρηγορότερα ώρα με την ώρα. Στο τελευταίο διάστημα της απεργίας την Γκρέτα ακολουθούσαν τηλεοπτικά συνεργία από το BBC, το γερμανικό ARD και το δανικό TV2.

Συνολικά 1000 παιδιά και ενήλικες κάθισαν με την Γκρέτα την τελευταία μέρα της σχολικής της απεργίας. Μέσα από πολλές χώρες έκαναν ζωντανές συνδέσεις με την πλατεία Mynttorget. Είχε πετύχει. Κάποιοι έλεγαν ότι από μόνη της έκανε περισσότερα για το κλίμα από ότι είχαν κάνει οι πολιτικοί και τα Μέσα για χρόνια. Όμως η Γκρέτα δεν συμφωνεί. «Τίποτα δεν άλλαξε», λέει.»Οι εκπομπές αερίων συνεχίζουν να αυξάνονται και δεν φαίνεται κάποια αλλαγή στο άμεσο μέλλον».

Στις τρεις το απόγευμα ο Σβάντε πηγαίνει και την παίρνει. Περπατούν μαζί μέχρι τα ποδήλατα. «Είσαι ικανοποιημένη;» τη ρωτάει. «Όχι», απαντά με το βλέμμα κολλημένο στη γέφυρα προς την παλιά πόλη. «Θα συνεχίσω».

Η επόμενη μέρα είναι Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου. Είναι η μέρα πριν τις σουηδικές βουλευτικές εκλογές και η Γκρέτα θα μιλήσει στη Λαϊκή Κλιματική Πορεία στη Στοκχόλμη. Της έχει δοθεί λίγος χρόνος πριν από ένα μικρό δρώμενο. Πριν από αυτό δεν είχε ποτέ μιλήσει σε κοινό μεγαλύτερο από τους μαθητές μια τάξης και όταν το έκανε δεν ένιωθε και ακριβώς χαλαρή.

Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στο πάγκο για την πορεία και τη διαδήλωση. Περίπου 2.000 έχουν συγκεντρωθεί μπροστά στη σκηνή και περισσότεροι έρχονται. Με κάποιο τρόπο υπάρχει ένα διαφορετικό αίσθημα για αυτή τη διαμαρτυρία. Δεν είναι το ίδιο με συνήθως. Νιώθεις ότι κάτι θα συμβεί. Σύντομα.

Δεν είναι πλέον μόνο τα γνωστά πρόσωπα. Οι μόνιμοι, οι ακτιβιστές. Οι εθελοντές της Greenpeace με τα κοστούμια πολικής αρκούδας. Ξαφνικά δίνουν το παρών κάθε είδους άνθρωποι και χαρακτήρες. Άνθρωποι που έχουν κάθε είδους δουλειές. «Είναι η πρώτη μου διαδήλωση», λέει ένα καλοντυμένος 40χρονος. «Και εμένα», απαντά με χαμόγελο για γυναίκα που στέκεται δίπλα του.

Ο οικοδεσπότης συστήνει την Γκρέτα και αυτή περπατά αργά αλλά σταθερά προς το κέντρο της σκηνής. Το κοινό ζητωκραυγάζει. Ο Σβάντε από την άλλη είναι τρομοκρατημένος. Τι θα συμβεί τώρα; Θα αρχίσει να κλαίει; Θα γυρίσει και θα φύγει; Νιώθει ότι είναι φρικτός πατέρας που δεν πάτησε πόδι και δεν είπε «όχι» από την αρχή. Νιώθει ότι όλα αυτά είναι πολύ μεγάλα και εξωπραγματικά.

Όμως η Γκρέτα είναι όσο ήρεμη γίνεται. Βγάζει τον λόγο από την τσέπη της και κοιτάζει τη θάλασσα του κόσμου. Μετά πιάνει το μικρόφωνο και αρχίζει να μιλάει. «Γεια σας το όνομα μου είναι Γκρέτα», λέει στα σουηδικά. «Θα μιλήσω στα αγγλικά τώρα και θέλω να βγάλετε τα τηλέφωνα σας και να καταγράψετε αυτά που θα πω. Μετά μπορείτε να τα ανεβάσετε στα δικά σας social media».

«Το όνομα μου είναι Γκρέτα Τούνμπεργκ και είμαι 15 ετών. Έκανε απεργία από το σχολείο για το κλίμα τις τελευταίες τρεις εβδομάδες. Χθες ήταν η τελευταία μέρα. Αλλά...» κάνει παύση. «Θα συνεχίσουμε με τη σχολική απεργία. Κάθε Παρασκευή από τώρα και μόνιμα θα καθόμαστε έξω από τη σουηδική βουλή μέχρι η Σουηδία να εναρμονιστεί με το συμφωνία του Παρισίου». Το κοινό ζητωκραυγάζει.

Η Γκρέτα συνεχίζει: «Σας παροτρύνω να κάνετε το ίδιο. Να καθίσετε έξω από τη Βουλή ή τις τοπικές σας κυβερνήσεις, όπου κι αν βρίσκεστε, μέχρι η χώρα σας να βρεθεί σε ένα ασφαλές μονοπάτι. Ο χρόνος είναι πολύ λιγότερος απ' όσο πιστεύουμε. Η αποτυχία σημαίνει καταστροφή».

Η φωνή της είναι σταθερή και δεν υπάρχουν σημάδια νευρικότητας. Φαίνεται ότι είναι ήρεμη εκεί. Κάποιες φορές χαμογελάει.

«Οι αλλαγές που απαιτούνται είναι τεράστιες και πρέπει όλοι να συνεισφέρουμε σε κάθε κομμάτι της καθημερινότητας μας. Ειδικά εμείς οι πλούσιες χώρες όπου καμία από αυτές δεν κάνει ούτε καν αρκετά».
Το κοινό σηκώνεται όρθιο. Φωνάζει και χειροκροτεί. Η αποθέωση δεν σταματά. Και η Γκρέτα χαμογελά με το πιο όμορφο χαμόγελο που είχα δει ποτέ από αυτή. Παρακολουθώ τα πάντα από ένα live stream στο κινητό μου στο χολ έξω από τα καμαρίνια της όπερας Oscarsteatern. Τα δάκρυα δεν σταματούν.