To ημερολόγιο ενός δήμιου



Ο διασημότερος Γάλλος δήμιος, Ανατόλ Ντεϊμπλέρ κατέγραψε με λεπτομέρειες τις ιστορίες και τις εκτελέσεις των 395 θυμάτων. Τα 299 από αυτά άφησαν την τελευταία τους πνοή στην γκιλοτίνα




Όπως πάρα πολύ άνθρωποι έτσι και ο Ανατόλ Ντεϊμπλέρ ακολούθησε το επάγγελμα του πατέρα του. Απλά στη συγκεκριμένη περίπτωση έτυχε ο Λουίς Αντουάν Σαντισλάς Ντεϊμπλέρ να είναι δήμιος. Ο Ανατόλ αποδείχθηκε εξίσου αποτελεσματικός με τον μπαμπά του αλλά περισσότερο σχολαστικός. Στο ημερολόγιο του κατέγραφε με λεπτομέρειες μεγάλο μέρος από τις 395 εκτελέσεις τις οποίες έκανε.

Από το 1891, όταν και μπήκε στο... επάγγελμα, κρατούσε σημειωματάρια στο οποία ανέφερε τα ονόματα των καταδικασθέντων, στοιχεία για τα εγκλήματα τους και λεπτομέρειες για τις εκτελέσεις του. Κάποια ονόματα ήταν κυκλωμένα με κόκκινο χρώμα. Αυτό σήμαινε ότι είχαν... συναντήσει την γκιλοτίνα του Ντεϊμπλέρ. Χρησιμοποίησε το όργανο αποκεφαλισμού σε 299 από τις εκτελέσεις του. Εργάστηκε ως δήμιος για περίπου 40 χρόνια και έγινε διάσημος σε όλη τη Γαλλία. Οι εκτελέσεις, εκείνη την περίοδο, γίνονταν δημόσια και πάντα ιντρίγκαραν τον Τύπο. Άλλωστε και ο ιδιος ο Ντεϊμπλέρ δεν αρνούταν να ποζάρει για μια φωτογραφία πριν ή μετά το έργο του.
Ανάμεσα στους εγκληματίες που εκτέλεσε ήταν και άτομα διαβόητα μέχρι σήμερα όπως ο Ανρί Λαντού (φωτό), ο γνωστός ως Κυανοπώγωνας που φέρεται να σκότωσε, να διαμέλισε και να έκαψε στο τζάκι του τουλάχιστον 11 γυναίκες.



Ο ειδικός στην εγκληματολογική ιστορία Ερίκ Γκιγιόν μελετούσε κάποια αρχεία της γαλλικής αστυνομίας όταν έπεσε πάνω σε έναν κατάλογο με φωτογραφίες καταδικασμένων εγκληματιών. Μαζί με τις φωτογραφίες υπήρχαν και οι σημειώσεις του Ντεϊμπλέρ. Το θέμα συνάρπασε τον Γκιγιόν που μελέτησε ενδελεχώς τα ημερολόγια του δήμιου και έκανε περαιτέρω έρευνα. Τελικά τον Σεπτέμβριο του 2019 κυκλοφόρησε το βιβλιο του Guillotinés με ιστορίες και λεπτομέρειες απ' όσα είχε γράψει ο Ντεϊμπλέρ.

Πρόσφατα μίλησε στη γαλλική έκδοση του VICE για το βιβλίο, τον δήμιο και όσα έμαθε για την υπόθεση του.

Ακολουθεί η συνέντευξη του.

-Όλα ξεκίνησαν από κάποιες φωτογραφίες. Από πότε άρχισαν να φωτογραφίζουν τους εγκληματίες;
"Στα τέλη του 19ου αιώνα, λίγο πριν ξεκινήσει η καριέρα του Ανατόλ Ντεϊμπλέρ. Πριν γίνει αυτό ήταν εύκολο να ξεγλιστρήσεις από τις ρωγμές του συστήματος δικαιοσύνης με μια ψεύτικη ταυτότητα. Μέχρι τότε ο μόνος αξιόπιστος τρόπος να αναγνωρίσεις τους εγκληματίες ήταν τα σημάδια στο δέρμα".

-Τι γνωρίζουμε για τους εγκληματίες που παρουσιάζονται στο βιβλίο σας;
"Ήταν κυρίως δολοφόνοι και πολύ συχνά είχαν σκοτώσει ξανά. Καταδικασμένοι για ειδεχθή εγκλήματα όπως βασανισμούς γυναικών και παιδιών. Εκείνη την εποχή δεν μπορούσες να περπατήσεις στο Παρίσι χωρίς να αντιμετωπίσεις το ρίσκο να του επιτεθεί κάποια συμμορία. Την περίοδο που ο Ντεϊμπλερ ήταν πιο ενεργός ήταν από το 1890 έως το 1939 αλλά και μέσα στην περίοδο του Β' Παγκοσμίου. Σε πάρα πολλές υποθέσεις εμπλέκονταν νεαροί άντρες, όχι πάνω από 20 ετών. Υπήρχε μια ξεκάθαρη αύξηση στην εγκληματικότητα των νέων κατά τη διάρκεια του Πολέμου καθώς οι δομές της οικογένειας είχαν καταστραφεί".

-Πώς γίνονταν οι εκτελέσεις;
"Οι καταδικασμένοι δεν ενημερώνονταν για την ημερομηνία της εκτέλεσης ώστε να μην γίνουν ανεξέλεγκτοι. Κάποιες φορές έπρεπε να περιμένουν τέσσερις ή πέντε μήνες. Περνούσαν κάθε βράδυ σκεπτόμενοι ότι αυτό μπορεί να είναι το τελευταίο τους. Ο νόμος επέβαλε να γίνονται όλες οι εκτελέσεις νωρίς το πρωί. Το βράδυ πριν την εκτέλεση, ο Ντεϊμπλέρ και οι βοηθοί του έστηναν την γκιλοτίνα όσο πιο ήσυχα μπορούσαν αλλά πολλές φορές τους καταλάβαιναν.

-Τι εννοείτε;
 "Εκτός από τους δικηγόρους, τους δικαστές και τους κατηγόρους κανείς δεν έπρεπε να γνωρίζει το πότε θα γίνει μια εκτέλεση. Όμως η είδηση κυκλοφορούσε ώστε να συγκεντρωθεί ο κόσμος που θα την παρακολουθήσει. Οι εκτελέσεις γίνονταν δημόσια έως το 1939. Η τοποθεσία ήταν σχεδόν πάντα η ίδια στο Παρίσι. Τοποθετούσαν τη γκιλοτίνα μπροστά στη φυλακή Ντε λα Σαντ και αργότερα στη φυλακή Ντε λα Ροκέτ.
Άνθρωποι της υψηλής κοινωνίας και καλλιτέχνες παρακολουθούσαν φανατικά τις εκτελέσεις. Όταν ο εγκληματίας ήταν διάσημος ο κόσμος πλήρωνε πολλά για να νοικιάσει μια θέση σε ένα μπαλκόνι ή ένα παράθυρο διαμερίσματος με θέα στη σκηνή της εκτέλεσης. Άλλοι σκαρφάλωναν σε δέντρα. Ο κόσμος το αντιμετώπιζε σαν διασκέδαση, όπως ένα reality στην τηλεόραση στις μέρες. Στη συνέχεια οι εφημερίδες θα αναφέρονταν στην εκτέλεση. Μετά την πρώτη εκτέλεση του Ντεϊμπλέρ μια εφημερίδα τόνιζε: Ο νεαρός κ.Ντεϊμπλέρ έδειξε ότι είχε ένα γεμάτο αυτοπεποίθηση τίναγμα στον καρπό του και την άνεση ενός έμπειρου επαγγελματία. Μετά από αυτή την εξαιρετική πρώτη δοκιμή μπορούμε να προβλέψουμε και να του ευχηθούμε μια καλή καριέρα και πολλές εκτελέσεις με σεβασμό".


-Γενικότερα ήταν συμπαθής ο Ντεϊμπλέρ (φωτό);
"Τον έβλεπαν ως ένα υπόδειγμα δήμιου. Ήταν πολύ επαγγελματίας. Δεν ήταν σαδιστής, δεν τον ευχαριστούσε να εκτελεί ανθρώπους, απλά ήθελε η μηχανή του να λειτουργήσει σωστά ώστε να μην παραταθεί το μαρτύριο".

-Πώς γινόταν κάποιος δήμιος, εκείνη την εποχή;
"Ο Ανατόλ Ντεϊμπλέρ προερχόταν από μια οικογένεια με μακρά παράδοση στους δήμιους που δούλευαν αρχικά στη Γερμανια και στη συνέχεια στη Γαλλία. Οι δήμιοι ήταν κατά κάποιο τρόπο μια κάστα. Να σκεφτείτε ότι ο Ντεϊμπλερ είχε παντρευτεί κόρη εκτελεστή. Εκείνη την εποχή η οικογενειακή παράδοση δεν ήταν κάτι που ξεφορτωνόσουν εύκολα.

-Ήθελε ο ίδιος να γίνει δήμιος;
"Όχι, εργαζόταν ως πωλητής ρούχων σε ένα μεγάλο κατάστημα στο Παρίσι. Όμως η οικογένεια του τον πίεσε να ακολουθήσει την οικογενειακή παράδοση. Ο πατέρας του ήταν μάλιστα ο μοναδικός δήμιος που παραιτήθηκε. Έτρεμε κάθε φορά που αποκεφάλιζε κάποιον. Έτσι αποχώρησε για να αναλάβει ο γιός του. Όπως και να έχει ο Ντεϊμπλέρ έγραψε ιστορία. Εγκληματίες συνήθιζαν να κάνουν τατουάζ στον λαιμό τους την φράση "το κεφάλι μου στον Ντεϊμπλέρ" ή μια γραμμή με διακεκομμένες γραμμές και τις λέξεις "κόψτε πάνω στη γραμμή".

Ποιά ήταν γενικότερα η άποψη για το επάγγελμα του;
"Ήταν μια μάλλον περιζήτητη θέση λόγω του κοινωνικού στάτους που έδινε αλλά και λόγω του καλού μισθού για τόσο λίγη δουλειά. Στο Μεσαίωνα οι δήμιοι είχαν διάφορα προνόμια όπως το ότι μπορούσαν να επιλέξουν ό,τι τρόφιμα ήθελαν από την αγορά. Όταν ο Ντεϊμπλέρ πέθανε τον Φεβρουάριο του 1939 υπήρξαν 200 αιτήσεις για να πάρουν τη θέση του".