Πρέπει να συγκρίνουμε τον κοροναϊό με τη γρίπη του 1918;



Η λεγόμενη Ισπανική Γρίπη σκότωσε πάνω από 100εκατ. ανθρώπους. Πρέπει να τη συγκρίνουμε με τη σημερινή κατάσταση και ποια μαθήματα μας δίνει για τη μεγάλη μάχη απέναντι στον Covid-19;



Οι λοιμοί ή για να χρησιμοποιήσουμε έναν πιο μοντέρνο όρο οι επιδημίες ή οι μεταδοτικές ασθένειες ανασύρουν τους πιο αρχέγονους φόβους μας. Έχουμε ζήσει με αυτές για τουλάχιστον 10.000 χρόνια, από τότε που οι πρόγονοι μας άρχισαν να καλλιεργούν τη γη και έχτισαν τους πρώτους ημιμόνιμους καταυλισμούς. Και πάντα οι επιδημίες είχαν το πάνω χέρι. Μας γνωρίζουν πολύ καλά και τρέφονται από τις δυνάμεις μας, την κοινωνικότητα μας, την αγάπη μας για κουτσομπολιά και τις μετατρέπουν σε αδυναμίες. Είναι πάντα ένα βήμα μπροστά και μόλις εμφανιστούν, σαν ένα τζίνι, δεν μπορούμε να τις βάλουμε πάλι μέσα. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να περιορίσουμε τη ζημιά. Πάμε λοιπόν για μια ακόμα φορά.

Επειδή οι επιδημίες είναι τρομακτικές, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι άνθρωποι τις προσεγγίζουν με τη χειρότερη δυνατή ιστορική σύγκριση. Η πανδημία της γρίπης του 1918, η οποία έχει χαραχτεί στη συνείδηση του κοινού από μια φωτογραφία Αμερικάνων στρατιωτών που βρίσκονται στα κρεβάτια τους, έχει ανασυρθεί από τη ναφθαλίνη για να παίξει το ρόλο του προτύπου για το τι πρέπει να περιμένει κανείς από τον Covid-19. Αλλά είναι αυτή η παγκόσμια ανθρώπινη καταστροφή, η οποία σκότωσε μεταξύ 50 και 100 εκατομμύρια ανθρώπων - τη συντριπτική πλειονότητα στον αναπτυσσόμενο κόσμο - και ξεχάστηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος του περασμένου αιώνα, η σωστή σύγκριση;

Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι το ξέσπασμα του Covid  19 δεν είναι ακόμα μια πανδημία, μια παγκόσμια επιδημία. Με δεδομένη την ταχύτατα διασποράς της ασθένειας κάποιοι έχουν κατηγορήσει τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ότι παίζει με τις λέξεις ώστε να αποφύγει να την ονομάσει πανδημία. Όμως αυτή τη στιγμή σε περίπου τις μισές χώρες του πλανήτη δεν έχουν καταγραφεί κρούσματα του Covid-19.

Οι διαφορές

Ο ιός που προκαλεί τη νόσο, το Sars-CoV-2, είναι ένας νέος παθογόνος παράγοντας στον άνθρωπο, που σημαίνει ότι είμαστε όλοι ανοσολογικά αδαείς σε αυτό. Είναι πολύ μεταδοτικός, αλλά δεν γνωρίζουμε ακόμη πόσο θανατηφόρος είναι. Ένας τρόπος μέτρησης αυτού είναι το ποσοστό θνησιμότητας (CFR) - το ποσοστό των ατόμων που αρρωσταίνουν και τελικά πεθαίνουν.

Την περασμένη εβδομάδα, η ΠΟΥ έδωσε ένα ποσοστό θνησιμότητας της τάξης του 3,4% το οποίο είναι ανησυχητικό αν επιβεβαιωθεί. Το ποσοστό θνησιμότητας της γρίπης του 1918 εξακολουθεί να αποτελεί θέμα διαξιφισμων κυρίως γιατί τότε δεν υπήρχε αξιόπιστο διαγνωστικο τεστ. Το νούμερο που συνήθως αναφέρεται είναι 2,5%. Όσον αφορά το Covid-19, τα δεδομένα είναι επίκαιρα και όλοι συμφωνούν ότι θα χρειαστεί χρόνος για να διαπιστώσουμε με ασφάλεια το πραγματικά ποσοστό θνησιμότητας. Υπάρχουν όμως ήδη αξιόπιστα στοιχεία που δείχνουν ότι πολλά κρούσματα δεν καταγράφονται, εν μέρει επειδή οι πάσχοντες έχουν πολύ ήπια συμπτώματα. Αυτό θα σήμαινε ότι το ποσοστό θνησιμότητας είναι χαμηλότερο από 3,4% , ίσως τόσο χαμηλό όσο αυτό της σοβαρής εποχικής γρίπης, που είναι περίπου 0,1%.

Έτσι θα μπορούσαμε να ρωτήσουμε γιατί συγκρίνουμε αυτό το ξέσπασμα με την πανδημία του 1918, η οποία ήταν τόσο διαφορετική, και όχι τις άλλες δύο πανδημίες γρίπης που έπληξαν τον 20ό αιώνα. την ασιατική γρίπη του 1957 και τη γρίπη του Χονγκ Κονγκ του 1968. Και οι δύο είχαν ποσοστό θνησιμότητας πολύ πιο κοντά στο 0,1%, και από αυτές δεν έχασαν τη ζωή τους περισσότερα από 3 εκατομμύρια άτομα. Για να φέρουμε την εικόνα ακριβώς στην εποχή μας θα μπορούσαμε να συμπεριλάβουμε την πανδημία γρίπης H1N1 του 2009, η οποία σκότωσε περίπου 600.000 άτομα. Αυτά εξακολουθούν να είναι μεγάλα νούμερα και ξεπερνούν εκείνα που αποδίδονται στο Covid-19 μέχρι σήμερα. H γρίπη του 1918 άλλωστε χτύπησε σε έναν διαφορετικό κόσμο.  

Μια άλλη σημαντική διαφορά μεταξύ της γρίπης του 1918 και του Covid-19 είναι ότι η γρίπη επηρέασε κυρίως τους ηλικίας μεταξύ 20 και 40 ετών, ενώ ο Covid-19 επηρεάζει κυρίως εκείνους άνω των 60 ετών. Ο Βρετανός λοιμωξιολόγος και ιστορικός της γρίπης John Oxford του Queen Mary University of London, αποκαλεί τον Covid-19 "μια χλωμή αντανάκλαση του 1918, όταν 200.000 Βρετανοί πέθαναν ήσυχα στο σπίτι και οι περισσότεροι από αυτούς ήταν νέοι". Πράγματι, ένας από τους λόγους για τους οποίους η γρίπη του 1918 ήταν τόσο καταστροφική ήταν επειδή εκκαθάρισε ολόκληρες κοινότητες από τους ανθρώπους που έφερναν το ψωμί στο σπίτι, σε μια εποχή που δεν υπήρχε ένα ισχυρό κοινωνικό δίχτυ που θα έπιανε και θα προστάτευε όσους έμεναν πίσω. 

Τελικά πρέπει να συγκρίνουμε τον Covid-19 με τη γρίπη; Οι ιοί που προκαλούν τις δύο ασθένειες ανήκουν σε διαφορετικές οικογένειες. Το Sars-CoV-2 ανήκει στην οικογένεια των κοροναϊών, άλλα μέλη της οποίας προκάλεσαν την εμφάνιση σοβαρών οξύτατων αναπνευστικών συνδρόμων (Sars) στην Κίνα μεταξύ 2002 και 2004 και του αναπνευστικού συνδρόμου στη Μέση Ανατολή (Mers), το οποίο ξεκίνησε στη Σαουδική Αραβία το 2012 .



Ο Sars και ο Mers ήταν πολύ πιο θανατηφόροι από το Covid-19, με ποσοστό θνησιμότητας 10% και 36% αντίστοιχα, αλλά οι ιοί που προκαλούν και τα τρία φαίνεται να εξαπλώνονται με παρόμοιο τρόπο. Σε αντίθεση με τη γρίπη, η οποία εξαπλώνεται ταχέως και σχετικά ομοιόμορφα μέσω πληθυσμού, οι κοροναϊοί τείνουν να μολύνουν σε συστάδες. Θεωρητικά, αυτό κάνει τις επιδημίες του κοροναϊού ευκολότερες στο να συγκρατηθούν. Μάλιστα και οι δύο εστίες Sars και Mers τέθηκαν υπό έλεγχο προτού γίνουν παγκόσμιες. Η Annelies Wilder-Smith, καθηγήτρια αναδυόμενων μολυσματικών νόσων στη Σχολή Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου, πιστεύει ότι οι αδικαιολόγητες συγκρίσεις με τη γρίπη ίσως εμπόδισαν πολλές δυτικές κυβερνήσεις να αναλάβουν την αυστηρή δράση που απαιτείται αυτή τη στιγμή για τον περιορισμό του Covid-19. Ακόμα και τώρα όμως είναι δυνατό να περιοριστεί. «Το βραχυπρόθεσμο κόστος του περιορισμού της ασθένειας φαίνεται υψηλό», λέει. «Αλλά είναι πολύ χαμηλότερο από το μακροπρόθεσμο κόστος μιας πιθανής αποτυχίας περιορισμού».

Η κρισιμότητα του περιορισμού

Η Wilder-Smith δεν είναι μόνη που έχει αλλάξει τη γνώμη της τις τελευταίες εβδομάδες προς την ιδέα ότι τελικά αυτό μπορεί να είναι το «μεγάλο» που οι εμπειρογνώμονες των μολυσματικών ασθενειών φοβούνταν. Όταν αυτοί οι ειδικοί λένε "μεγάλο", εννοούν μια πανδημία, αλλά δεν είναι σαφές πόσο μεγάλη εννοούν επειδή δεν θέλουν να βάλουν αριθμούς πάνω στο θέμα. Αυτό είναι κατανοητό, αν πιστεύουν ότι τα πάντα εξαρτώνται από το τι κάνουμε, ή τι δεν θα κάνουμε στη συνέχεια. Οι μαθηματικοί που η δουλειά τους είναι να βάζουν αριθμούς σε τέτοιες περιπτώσεις έχουν εκτιμήσει για τη Βρετανία ότι μέχρι και το 80% των κατοίκων της θα μπορούσε να μολυνθεί και  500.000 θα μπορούσαν να πεθάνουν πριν η εξάπλωση της ασθένειας υποχωρήσει. Αλλά αυτό είναι το χειρότερο σενάριο και προϋποθέτει ότι τα μέτρα περιορισμού δεν θα λειτουργήσουν.

Η ουσία, λοιπόν, είναι ότι το Covid-19 δεν θα αποδειχθεί, σχεδόν σίγουρα, τόσο κακό όσο η πανδημία γρίπης του 1918. Θα μπορούσε να είναι εξίσου κακό με τις πανδημίες του 1957 ή του 1968. Μέχρι ένα εμβόλιο να είναι διαθέσιμο, κάτι που δεν είναι πολύ πιθανό για τουλάχιστον 18 μήνες, ο περιορισμός είναι η μόνη ελπίδα για να επιβραδυνθεί η εξάπλωση του ιού.

Και όταν μιλάμε για περιορισμό οι ιστορικές συγκρίσεις μπορούν να βοηθήσουν καθώς οι τεχνικές δεν αλλάζουν. Καραντίνα, απομόνωση, μάσκες και πλύσιμο χεριών είναι οι διαχρονικές μέθοδοι για να κρατήσεις μακριά τους ασθενείς από τους υγιείς και να ελαχιστοποιήσεις την εξάπλωση της ασθένειας.


Ένα μάθημα που οι κυβερνήσεις πήραν από το 1918 είναι ότι τα υποχρεωτικά μέτρα δημόσιας υγείας τείνουν να είναι αντιπαραγωγικά. Ο περιορισμός της ασθένειας είναι πολύ πιο αποτελεσματικός αν οι άνθρωποι επιλέξουν από μόνοι τους να συμμορφωθούν. Για να συμβεί αυτό, πρέπει να ενημερώνονται σωστά για την απειλή που αντιμετωπίζουν και να εμπιστεύονται τις αρχές που ενεργούν προς το συλλογικό τους συμφέρον. Αν λείπουν ένα από τα δύο ή και τα δύο αυτά τα πράγματα λείπουν, ο περιορισμός δεν λειτουργεί καλά. Το 1918, οι περισσότερες κυβερνήσεις πιάστηκαν σε άγνοια από την πανδημία επειδή δεν διέθεταν σύστημα επιτήρησης ασθενειών - και οι εκστρατείες ενημέρωσης του κοινού ήταν γελοίες.

Ένας από τους λόγους για τους οποίους η γρίπη του 1918  είναι γνωστή ως  «ισπανική» ήταν επειδή η Ισπανία ήταν ουδέτερη στον πόλεμο και δεν λογόκρινε τον Τύπο της. Ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Βρετανία και η Γαλλία - που όλες είχαν την γρίπη πριν από την Ισπανία - την κράτησαν μακριά από τις ειδήσεις για να μην βλάψουν το ηθικό του κόσμου. Όταν τελικά αναγνώρισαν την επιδημία, οι εφημερίδες δημιούργησαν αντικρουόμενα μηνύματα για τη δημόσια υγεία και επαναλάμβαναν αβάσιμες φήμες - συμπεριλαμβανομένης μιας ότι τα γερμανικά υποβρύχια που βρίσκονταν κοντά στις ακτές των ΗΠΑ, είχε "σπείρει" σκοπίμως τον ιό.

Ο ρόλος της θρησκείας

Η μικροβιακή θεωρία σύμφωνα με την οποία οι μολυσματικές ασθένειες προκαλούνται από μικροσκοπικούς οργανισμούς, εκείνη την εποχή ήταν σχετικά νέα. Αναπόφευκτα, οι άνθρωποι βρήκαν εύκολο να στραφούν σε πιο μυστικιστικές και πιο θανατηφόρες εξηγήσεις για το τι ακριβώς συνέβαινε. Για παράδειγμα στη βαθιά θρησκευόμενη ισπανική πόλη της Θαμόρα ο τοπικός επίσκοπος αψήφησε τις υγειονομικές αρχές οργανώνοντας νυχτερινή προσευχή για εννέα συνεχόμενες ημέρες προς τιμήν του Αγίου Ρόκο, προστάτη κατά της πανώλης και του λοιμού. Οι πιστοι που συνέρρευσαν στην εκκλησία έμπαιναν στη σειρά για να φιλήσουν τα λείψανα του Αγίου μια περίοδο που είχε κορυφωθεί το ξέσπασμα του ιού. Η Θαμόρα κατέγραψε στη συνέχεια το υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας από οποιαδήποτε πόλη στην Ισπανία και ένα από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.

Η Νέα Υόρκη, από την άλλη πλευρά, κατέγραψε ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας. Οι κάτοικοι της πόλης γνώριζαν το 1918 τις παρεμβάσεις δημόσιας υγείας δεδομένου ότι οι τοπικές αρχές είχαν ενορχηστρώσει μια 20ετή εκστρατεία κατά της φυματίωσης. Αλλά μερικοί Νεοϋορκέζοι είχαν άλλες ιδέες: Τοπικές εφημερίδες αναφέρθηκαν σε έναν "μαύρο γάμο" στο νεκροταφείο του Mount Hebron, όπου δύο Εβραίοι παντρεύτηκαν με μια αρχαία τελετουργία για να αποφύγουν την πανούκλα. Εν τω μεταξύ, στην επιχειρηματική κοινότητα υπήρξε αντίσταση στις προσπάθειες του επιτρόπου υγείας να περιορίσει τη συμμετοχή σε χώρους ψυχαγωγίας. Όταν κυκλοφόρησε το φιλμ του Τσάρλυ Τσάπλιν, Shoulder Arms το φθινόπωρο του 1918, ο Harold Edel, διευθυντής του θεάτρου Strand - ενός κινηματογράφου στην Times Square - επαίνεσε τους πελάτες του για την εντυπωσιακή συμμετοχή τους. Πέθανε από τη γρίπη λίγες εβδομάδες αργότερα.


Ο κόσμος του 2020 είναι εντελώς διαφορετικός από αυτόν του 1918. Ο Howard Phillips, ιστορικός ειδικός στη γρίπη του 1918 στο Πανεπιστήμιο του Κέιπ Τάουν στη Νότια Αφρική, παρατηρεί «τη σχετική σιωπή της οργανωμένης θρησκείας» κατά τη διάρκεια αυτής της επιδημίας σε σύγκριση με την πανδημία του 1918. Η Laura Jambrina, δασκάλα και κάτοικος της Θαμόρα στην Ισπανία, σημειώνει ότι σήμερα οι εκκλησιαστικές αρχές είναι πιο ενεργές στην καθοδήγηση για τη δημόσια υγεία απ' ότι στο παρελθόν. Πλέον συμβουλεύουν τους πιστούς να πλένουν τα χέρια τους και όχι απλά να τους ρίχνουν αγιασμό. Η θρησκεία, ωστόσο, παίζει ρόλο στη διάδοση και αυτού του ιού. Το νοτιοκορεατικό σύμπλεγμα του Covid-19 φαίνεται να έχει εξαπλωθεί μέσω τοπικών εκκλησιών, ενώ  προσκυνητές στο Ιράν έχουν δημοσιεύσει βίντεο όπου προκλητικά γλείφουν το ιερό Fatima Masumeh στην πόλη Κομ.

Oι ψευδείς ειδήσεις

Πολλά άλλα ακόμα δεν έχουμε αλλάξει. Υπήρξαν πολλές ψευδείς ειδήσεις το 1918 και υπάρχουν πολλές και τώρα. Μάλιστα το 2020 η δύναμη και η ταχύτητα διάδοσης τους δεν έχει προηγούμενο. Ο παππούς του Ντόναλντ Τραμπ πέθανε από τη γρίπη του 1918 όμως ο Αμερικάνος πρόεδρος κατηγορείται ότι παραπλανεί μέσω του Twitter τους πολίτες για το ξέσπασμα του Covid-19. Εν τω μεταξύ στα ιταλικά Μέσα κοινωνική δικτύωσης κυκλοφορούν hashtags όπως #FlorenceDoesntStop, #CultureAgainstFear και μερικώς μπορούν να δώσουν μια εξήγηση γιατί οι αρχές στις χώρες έχουν τόσο μεγάλη δυσκολία να περιορίσουν την εξάπλωση του ιού. Ένας γνωστός Ιταλός πολιτικός, ο Νικόλα Τζινιαρέτι ανακοίνωσε το περασμένο Σαββατοκύριακο ότι μολύνθηκε από τον κοροναϊό μετά από ένα πάρτι που οργάνωσε με θέμα #MilanDoesntStop.

Έχουν υπάρξει τρομακτικές αναφορές για άτομα που πίνουν βιομηχανικό οινόπνευμα ή παίρνουν κοκαΐνη για να προστατευτούν από τον Covid-19. Το 1918, επίσης, οι άνθρωποι πίστευαν ότι το αλκοόλ θα τους προστατεύει και οι απατεώνες εξαργύρωσαν την απόγνωση τους παρασκευάζοντας αναποτελεσματικά και μερικές φορές ακόμη και τοξικά "ελιξίρια" τα οποία χρέωναν σε αδιανόητες τιμές.
Ορισμένες από τις πιο ζωντανές εικόνες αυτής της επιδημίας αντανακλούν κάποιες από την γρίπη έναν αιώνα πριν. Ο Βραζιλιάνος ιατρός και συγγραφέας Πέντρο Νάβα περιγράφει πώς το 1918 στο Ρίο ντε Τζανέιρο, οι ποδοσφαιριστές έπαιξαν στα κενά στάδια. Το ίδιο συμβαίνει σήμερα, μόνο τώρα οι άνθρωποι παρακολουθούν τους αγώνες στην τηλεόραση.


Ένα μάθημα που πρέπει να ξαναπάρουμε

Οι παλιές συνήθειες επίσης πεθαίνουν δύσκολα. Πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να φιλούν ο ένας τον άλλον ως χαιρετισμό. "Πρέπει να δαγκώσω τη γλώσσα μου κάθε φορά που συναντώ κάποιον στο δρόμο με το κοριτσάκι μου", λέει μια μητέρα. "Οι περισσότεροι άνθρωποι θα αγγίξουν αμέσως τα μάγουλά της ή θα τη φιλήσουν". Και φαίνεται ότι έχουμε ξεχάσει ότι το να κλείνουμε τα σύνορα για να προστατευτούμε από μολυσματικές ασθένειες δεν λειτουργεί. Πολλές χώρες το έχουν πράξει, παρά τις συμβουλές του ΠΟΥ, αλλά τώρα ανακαλύπτουν ότι ο ιός είναι ήδη στο εσωτερικό τους και πρέπει να το αντιμετωπίσουν.

Είναι ένα μάθημα που φαίνεται ότι πρέπει να το μαθαίνουμε πάλι κάθε φορά που εμφανίζεται μια νέα πανδημία. Αυτή η αντανακλαστική τάση να σηκώνουμε τις γέφυρες που έχει ρίζες στην ξενοφοβία και στο γεγονός ότι κατηγορούμε τους "άλλους". Το 1918, πριν πάρει το όνομα «ισπανική γρίπη», οι Βραζιλιάνοι την ονόμασαν γερμανική γρίπη, ενώ οι Σενεγαλέζει την έλεγαν βραζιλιάνικη.  Οι Πολωνοί την ονόμασαν ασθένεια των Μπολσεβίκων και οι Δανοί πίστευαν ότι "ήρθε από το Νότο". Τώρα κατηγορούν τους Κινέζους.

Αν υπάρχει ένα επίτευγμα για το οποίο πρέπει να χειροκροτήσουμε τους εαυτούς μας, εκτός από τις αναφορές ότι οι ουρανοί στην Κίνα είναι και πάλι γαλάζιοι καθώς σταμάτησε η κίνηση, είναι ότι αποφύγαμε να δώσουμε σε αυτό το ξέσπασμα ένα όνομα που να στιγματίζει. Οι κατευθυντήριες γραμμές που έδωσε το 2015 ο ΠΟΥ για το πώς πρέπει να ονομάζουμε μια ασθένεια πρέπει να πάρουν τα εύσημα για αυτό. Αυτός λοιπόν ο νέος λοιμός δεν είναι η Κινεζική Γρίπη ή η γρίπη αλλά μόνο ο κοινότυπος Covid-19. Μια ακόμα επιδημία στη μακρά λίστα των επιδημιών που έχουν προκαλέσει φόβο στην καρδιά τον οποίο μπορούμε να υπερνικήσουμε αν απλά ακούσουμε το μυαλό μας.

*To κείμενο είναι της δημοσιογράφου Λόρα Σπάινι και δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του Guardian.