Τον σκότωσαν γιατί έκανε τζόκινγκ


Ο φόνος ενός 25χρονου πριν από δύο μήνες θα έμενε ατιμώρητος, αν τώρα δεν ερχόταν στη δημοσιότητα ένα βίντεο που καταγράφει την εν ψυχρώ δολοφονία του στη μέση του δρόμου ενώ έκανε τζόκινγκ



Στις 23 Φεβρουαρίου, η Λόρεν Μπένετ είδε για ακόμα μια φορά τον νεαρό άντρα να περνά από το σπίτι της κάνοντας τζόκινγκ στην μικρή παραλιακή πόλη Μπράνσγουικ της Τζόρτζια στις ΗΠΑ. Δεν τον ήξερε, αλλά εδώ και αρκετά χρόνια σχεδόν κάθε μέρα είχε συνηθίσει να βλέπει τον Αφροαμερικανό άντρα να τρέχει και η κάμερα ασφαλείας του σπιτιού της τον κατέγραφε να περνά ενώ στη διαδρομή του χαιρετούσε μερικούς γείτονες. Αυτό το απόγευμα της Κυριακής όμως θα ήταν η τελευταία φορά που ο νεαρός θα έκανε αυτή τη διαδρομή και η Λόρεν θα μάθαινε τελικά το όνομά του, όπως και όλος ο κόσμος.

Ο 25χρονος Αχμάντ Άρμπερι δολοφονήθηκε στο δρόμο από δύο λευκούς άντρες, οι οποίοι τον κυνήγησαν με το φορτηγάκι τους. Παρόλο που το περιστατικό συνέβη περισσότερο από δύο μήνες πριν, κανείς δεν είχε κατηγορηθεί για την δολοφονία του Άρμπερι. Ωστόσο, δυο μέρες πριν, ένα βίντεο 36 δευτερολέπτων ήρθε στο φως της δημοσιότητας που δεν άφηνε πολλά περιθώρια για παρερμηνείες καθώς έδειχνε την εν ψυχρώ δολοφονία του 25χρονου. Οι εικόνες δεν έμοιαζαν πρωτοφανείς στις ΗΠΑ, οι οποίες έχουν συνηθίσει να θρηνούν τις αναίτιες δολοφονίες Αφροαμερικανών αντρών και πολύ γρήγορα ξέσπασε θύελλα αντιδράσεων αναγκάζοντας την δικαιοσύνη να αναλάβει δράση έστω και με τεράστια καθυστέρηση.

Το περιστατικό

Ο Άρμπερι αυτό το απόγευμα της Κυριακής έτρεχε στην γειτονιά Σατίλα Σόουρς του Μπράνσγουικ, όταν δύο άντρες σταμάτησαν δίπλα το αυτοκίνητό τους με τον έναν από αυτούς να έρχεται στα χέρια μαζί του. Λίγο αργότερα ακούγονται πυροβολισμοί και ο Αχμάντ πέφτει νεκρός.

Ο Αχμάντ ήταν Αφροαμερικάνος και στο αυτοκίνητο επέβαιναν δύο λευκοί άντρες και ένας ακόμα στην καρότσα του μικρού φορτηγού. Οι δύο άντρες που ταυτοποιήθηκαν ήταν ο 64χρονος Γκρέγκορι Μακμίτσελ και ο 34χρονος γιος του, Τράβις.

Σύμφωνα με την αναφορά του αστυνομικού τμήματος της πολιτείας Γκλιν, ο Γκρέγκορι ΜακΜίτσελ εντόπισε αρχικά τον Άρμπερι να τρέχει στον δρόμο και αμέσως σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να είναι διαρρήκτης καθώς υπήρχαν πολλά κρούσματα διαρρήξεων στη γειτονιά το τελευταίο διάστημα. Ο 64χρονος πήρε το πιστόλι του, ένα .357 Magnum, και ο γιος του Τραβις την καραμπίνα του, ανέβηκαν στο φορτηγάκι του κι άρχισαν να κυνηγούν τον Άρμπερι. Σύμφωνα με την αστυνομία, ένας τρίτος άντρας – ένας άλλος γείτονας – ανέβηκε στην καρότσα του φορτηγού και συνέχισαν την καταδίωξη.

Ο Γκρέγκορι ΜακΜίτσελ είπε στην αστυνομία πως φώναξε στον Άρμπερι να σταματήσει. Τελικά, σταμάτησαν το αυτοκίνητό τους δίπλα του και ο γιος του κατέβηκε κάτω και ήρθε σε διένεξη με τον Άρμπερι.

«Ο ΜακΜίτσελ δήλωσε ότι ο νεαρός άρχισε να κινείται βίαια εναντίον του γιου του Τράβις και οι δύο τους άρχισαν να τσακώνονται πάνω από την καραμπίνα μέχρι που ο Τραβις πυροβόλησε και ένα δευτερόλεπτο αργότερα ακούστηκε ένας ακόμα πυροβολισμός», αναφέρεται στην αστυνομική αναφορά.

Η αναφορά δεν έκανε λόγο σχετικά με το αν ο Άρμπερι ήταν οπλισμένος, αλλά σύμφωνα με τον δικηγόρο της οικογένειας του 25χρονου, Λι Μέριτ, δεν έφερε κάποιο όπλο.

Το βίντεο και οι αντιδράσεις

Στο βίντεο - το οποίο δεν δημοσιεύεται για ευνόητους λόγους- που τράβηξε ένας ανώνυμος περαστικός μέσα από το αυτοκίνητό του και ήρθε στο φως της δημοσιότητας μόλις την Τρίτη, ο Άρμπερι φαίνεται να κάνει τζόκινγκ ενώ δίπλα του σταματά ένα λευκό φορτηγάκι. Ο 25χρονος τρέχει γύρω από το αυτοκίνητο και ακούγεται ένας πυροβολισμός. Στη συνέχεια φαίνεται ο Άρμπερι να έρχεται στα χέρια με έναν άλλο άντρα παλεύοντας με την καραμπίνα, βγαίνουν εκτός πλάνου, ακούγονται δύο ακόμα πυροβολισμοί και λίγο μετά ο 25χρονος πέφτει στο έδαφος.

Πριν φτάσει η αστυνομία στο σημείο, ο Άρμπερι ήταν ήδη νεκρός. Ωστόσο, όταν η αστυνομία τελικά βρέθηκε εκεί δεν απηύθυνε κατηγορίες σε κανέναν ούτε προέβη σε  συλλήψεις. Φαίνεται ότι αν ο άγνωστος από το πίσω αυτοκίνητο δεν τραβούσε το βίντεο, ποτέ κανείς δεν θα περνούσε ούτε καν από δίκη για την δολοφονία του Άρμπερι.

Ωστόσο, ύστερα από την δημοσίευση του βίντεο ένα τεράστιο κύμα αντιδράσεων ξεσηκώθηκε στις ΗΠΑ. Ακόμα και ο υποψήφιος των Δημοκρατικών για την προεδρία των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, ζήτησε να αποδοθεί δικαιοσύνη για τον θάνατο του Άρμπερι το συντομότερο δυνατόν.

«Αν δύο μαύροι άντρες σκότωναν έναν λευκό, αμέσως θα συλλαμβάνονταν. Είναι ανεπίτρεπτο που ο εισαγγελέας συνεχίζει να υπεκφεύγει», δήλωσε ο δικηγόρος ανθρωπίνων δικαιωμάτων και επίσης συνήγορος της οικογένειας, Μπέντζαμιν Κραμπ.

Τελικά, ο εισαγγελέας της περιοχής Τομ Ντέρντεν δήλωσε μετά την προβολή του βίντεο ότι η υπόθεση θα οδηγηθεί ενώπιον σώματος ενόρκων. Ωστόσο, είναι άγνωστο πότε μπορεί αν συνέλθει ένα σώμα ενόρκων καθώς μέχρι και τις 12 Ιουλίου τουλάχιστον όλες οι δικαστικές λειτουργίες έχουν ανασταλεί λόγω της επιδημίας του κοροναϊού. Μέχρι τώρα, οι ΜακΜίτσελ παραμένουν ελεύθεροι και υποστηρίζουν ότι επρόκειτο για αυτοάμυνα βάσει του νόμου «stand your ground», μια γραμμή υπεράσπισης που είχε διαλέξει και ο φύλακας ασφαλείας Τζορτζ Ζίμερμαν, ο οποίος είχε σκοτώσει το 2012 τον Τρέβον Μάρτιν στη Φλόριντα, μια δολοφονία που οδήγησε στη γιγάντωση του κινήματος «Black Lives Matter».

Παράλληλα, πατέρας και γιος υποστηρίζουν ότι προσπαθούσαν να αποτρέψουν ένα έγκλημα, την διάρρηξη για την οποία υποψιάζονταν τον Άρμπερι. «Σύμφωνα με τον νόμο, θα πρέπει να είσαι αυτόπτης μάρτυρας ή γνώστης του τι τελέστηκε για να μπορέσεις να επέμβεις», λέει ο δικηγόρος της οικογένειας Άρμπερι, Λι Μέριτ. «Αυτοί το μόνο που είπαν είναι ότι είδαν τον Άχμαντ να σταματά δίπλα σε ένα σπίτι που ήταν υπό κατασκευή και να κοιτά μέσα από το παράθυρο. Δεν ξέρουμε αν αυτό συνέβη ή όχι αλλά ακόμα και αν έγινε  δεν πρόκειται για κάποιο αδίκημα που θα δικαιολογούσε την σύλληψη από έναν πολίτη», τονίζει.

Το αστυνομικό τμήμα Γκλιν

Η αστυνομία της επαρχίας Γκλιν, όπου ανήκει το Μπράνσγουικ, έχει γίνει συχνά στο παρελθόν πεδίο αντιπαραθέσεων. Πριν έναν χρόνο ένας αστυνομικός της αποπέμφθηκε για ανάρμοστη συμπεριφορά. Περαιτέρω έρευνα έδειξε ότι ο πατέρας ΜακΜίτσελ είναι πρώην ντεντέκτιβ της αστυνομίας και πρώην ερευνητής της εισαγγελίας του Γκλιν για την πόλη Μπράνσγουικ. Ίσως δεν άσχετο το γεγονός ότι οι εισαγγελείς επέλεξαν να μην του ασκήσουν καμία δίωξη τόσο του ίδιου όσο και του γιου του.  Εξάλλου, πριν αναλάβει την υπόθεση ο εισαγγελέας Τομ Ντέρντεν δύο άλλοι εισαγγελείς είχαν απαλλαχθεί από αυτήν για «σύγκρουση συμφερόντων». Ένας από αυτούς, πριν απαλλαγεί, είχε γράψει στην αναφορά του ότι ο Τράβις ΜακΜίτσελ έδρασε υπό το καθεστώς της αυτοάμυνας και ότι οι ενέργειές του δεν παραβαίνουν τους νόμους της Τζόρτζια. Ο δικηγόρος της οικογένειας του Άρμπερι, Λι Μέριτ, λέει πως δεν έχει καμία εμπιστοσύνη ούτε και ότι ο Ντέρντεν θα φερθεί αντικειμενικά και ζητά να οριστεί ένας ανεξάρτητος εισαγγελέας για την υπόθεση, αφού οριστεί το κατηγορητήριο.

Αφού ήρθε στη δημοσιότητα το βίντεο, το Γραφείο Ερευνών της Τζόρτζια (το τοπικο FBI) έκανε γνωστό με ανακοίνωσή του ότι η αστυνομία του Γκλιν δεν του ζήτησε ποτέ να ερευνήσει την υπόθεση της δολοφονίας, παρόλο που είχαν περάσει δύο μήνες από αυτήν. Το μόνο που τους είχε ζητηθεί ήταν να ελέγξουν ορισμένες απειλές που δέχθηκαν άτομα που εργάζονταν στην έρευνα της υπόθεσης.

«Αναμένω να αποδοθεί δικαιοσύνη όσο πιο γρήγορα γίνεται», ανέφερε ο Γενικός Εισαγγελέας της Τζόρτζια, Κρις Καρ, σε δική του δήλωση ύστερα από την προβολή του βίντεο. Λίγο μετά εκατοντάδες άνθρωποι βρέθηκαν έξω από το σπίτι των ΜακΜίτσελ διαδηλώνοντας, ενώ την Τετάρτη διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν στο καπιτώλιο της Τζόρτζια, στην Ατλάντα ζητώντας δικαιοσύνη.

Την ίδια στιγμή, η μητέρα του Άρμπερι, Γουάντα Κούπερ, αρνείται να δει το βίντεο στο οποίο ο γιος της πέφτει νεκρός. Όταν την πληροφόρησαν για τον θάνατο του γιου της, ένας ντεντέκτιβ της αστυνομίας του Γκλιν την ενημέρωσε ότι ο γιος της είχε εμπλακεί σε διάρρηξη και έγινε αντιληπτός από τον ιδιοκτήτη του σπιτιού, ο οποίος και τον πυροβόλησε. Χρειάστηκε να περάσουν πολλές μέρες για να μάθει ότι τελικά ο γιος της είχε πυροβοληθεί στο δρόμο ενώ έκανε τζόκινγκ.

Ο Άρμπερι ασχολούνταν έντονα με τον αθλητισμό και την Παρασκευή 8 Μαΐου θα γινόταν 26 ετών. «Είχε καλή ψυχή. Δεν του άξιζε να φύγει έτσι», λέει η μητέρα του. «Ήταν ένας πολύ έξυπνος άνθρωπος. Με πληγώνει πάρα πολύ που η ζωή του κόπηκε τόσο γρήγορα. Είχε τόσα πολλά να ζήσει ακόμα», δηλώνει ο πατέρας του Μάρκους Άρμπερι.

*Ενημέρωση: Λίγες ώρες αφού γράφτηκε αυτό το άρθρο, το  Γραφείο Έρευνας της Τζόρτζιας ανακοίνωσε  στις 8 Μαΐου ότι συνέλαβε τον Γκρέγκορι ΜακΜίτσελ και τον Τράβις ΜακΜίτσελ προφυλακίζοντάς τους για τον φόνο του Άρμπερι.