Στα σύνορα της... προπαγάνδας


Η απόλυτη προπαγανδιστική ταινία της Χούντας που γέμισε τις αίθουσες, σάρωσε τα βραβεία και απείλησε την κυριαρχία της Αλίκης Βουγιουκλάκη

Ο αυτοκράτορας προσέφερε στο λαό στο αμφιθέατρο panem et circenses (άρτον και θεάματα) με σκοπό να τους αποσπά από τα μεγάλα προβλήματα της κοινωνίας, γράφει ο Ρωμαίος σατυρικός ποιητής Decimus Junius Juvenalis (55-135 μ.Χ). Κάθε δικτατορία που σέβεται τον εαυτό της ακολουθεί αυτή τη συνταγή. Καμία χούντα άλλωστε δεν κατάφερε να κρατηθεί στην εξουσία χωρίς ένα μεγάλο κομμάτι του λαού να την υποστηρίζει ή έστω να την ανέχεται. Για να μακροημερεύσει πρέπει να δημιουργήσει ένα κλίμα ευημερίας και χαλαρότητας που θα αποτρέψει τον κόσμο να δει την πραγματική εικόνα. Η Χούντα των Συνταγματαρχών αγκάλιασε και επένδυσε στα θεάματα από τις πρώτες μέρες που κατέλυσε τη Δημοκρατία. Καλλιτέχνες παντός είδους μπήκαν κάτω από τα φτερά του Φοίνικα και συνέβαλαν στο να αντέξει το καθεστώς για επτά ολόκληρα χρόνια.

Πέραν όμως από πολιτικά ορθές κωμωδίες, ρομάντζα μεταξύ φτωχών και πλουσίων, δακρύβρεχτα δράματα και... ακίνδυνα τραγουδάκια η Χούντα ήθελε να στείλει και τα μηνύματα της. Κατά τη διάρκεια της επταετίας το καθεστώς επένδυσε σε μεγάλες κινηματογραφικές παραγωγές εκ των οποίων κάποιες είναι απροκάλυπτα προπαγανδιστικές. Αναμφίβολα το χουντικό κινηματογραφικό... έπος ήταν η ταινία «Στα Σύνορα της Προδοσίας».

Ο Τζέιμ Πάρις

Το φιλμ του 1968 έχει την υπογραφή του Τζέιμς Πάρις, του «πατέρα» των υπερπαραγωγών στη χώρα μας. Ο Δημήτρης Πάρης γεννήθηκε το 1921 στο χωριό Βατούσα της Μυτιλήνης το 1921. Σπούδασε στην Γεωπονική Σχολή της Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια στο γεωργικό ινστιτούτο του πανεπιστημίου της Βηρυτού (Λίβανος), όπου έκανε μετεκπαίδευση ως κτηνίατρος. Το 1945 διορίστηκε στο υπουργείο Γεωργίας και ένα χρόνο αργότερα μετανάστευσε στην Αμερική όπου σπούδασε στη  σχολή κινηματογράφου 20th Century Fox και παρακολούθησε μαθήματα οργάνωσης και διοίκησης παραγωγής. Πήρε την αμερικανική υπηκοότητα και ως Τζέιμς Πάρις πλέον έγινε διευθυντής του τμήματος διαφήμισης της «United Artists» το διάστημα 194 -52. Στη συνέχεια συνεργάστηκε επί μία τετραετία ως διευθυντής παραγωγής σε ταινίες της «20th Century Fox».

Στην Ελλάδα επέστρεψε στα τέλη της δεκαετίας του '50 και ξεκίνησε τις δραστηριότητές του ως παραγωγός δημιουργώντας μέσα σε μία περίπου δεκαετία 54 ταινίες. Η πρώτη του ταινία ήταν η «Εταιρία Θαυμάτων (1963)» του Στέφανου Στρατηγού. Κατά τη διάρκεια της Χούντας ο Πάρις εκμεταλλεύτηκε τη δίψα του καθεστώτος για θεάματα. Πήρε τεράστια ποσά, απέκτησε  πρόσβαση για γυρίσματα σε κάθε σημείο της χώρας και βοήθεια από στρατό και αστυνομία όποτε το απαιτούσε το σενάριο. Πέθανε το 1982 σε ηλικία 61 ετών. Το «Στα Σύνορα της Προδοσίας» αποτελεί τη μεγαλύτερη εμπορική του επιτυχία.

Συντελεστές και γυρίσματα

Η ταινία γυρίστηκε μέσα σε λίγους μήνες (κάτι σύνηθες για την εποχή) και έκανε πρεμιέρα τον Σεπτέμβριο του 1968 με την Χούντα να είναι ακόμα σχετικά «φρέσκια» και να θέλει να ικανοποιήσει τον λαό και να τον πείσει ότι θα περάσει καλά χωρίς τη Δημοκρατία. Η ιδέα για την ιστορία του ήταν του Αντώνη Δαυίδ και τη μετέτρεψε σε σενάριο ο Σταμάτης Φιλιππούλης. Πέραν από δημοσιογράφος και συγγραφέας ο Φιλιππούλης έγραψε περισσότερα από 80 σενάρια εκ των οποίων κάποια έκαναν μεγάλη επιτυχία. Χαρακτηριστικά αναφέρουν τα: Η Μεσόγειος φλέγεται, Όχι, 5.000 Ψέματα, Στη μάχη της Κρήτης, Ο Παιχνιδιάρης, Ω Μαμά Ελλάς-20 Χρόνια Θεοδωράκης, Όλα τα Μασάει ο Κουταλιανός και Εδώ Ντόιτσε Βέλε. Η σκηνοθεσία είναι του Ντίμη Δαδήρα ο οποίος «υπογράφει» και δεκάδες άλλες ταινίες. Συνεργάστηκε με τον Πάρις και τον Φιλιππούλη σε πολλά φιλμ. Σκηνοθέτησε πολλές γνωστές ταινίες όπως τα: Η Μεσόγειος Φλέγεται, Όχι, Οι φανταρίνες, Γκαρσονιέρα για δέκα, Πανικός στα Σχολεία και Φυλακές ανηλίκων.

Πρωταγωνιστεί ο Κώστας Πρέκας (από τους δηλωμένους συμπαθούντες της Χούντας έως σήμερα) και οι Μπάρκουλης, Ίλυα Λιβυκού, Καίτη Παπανίκα, Στέφανος Στρατηγός και Βέρα Κρούσκα. Το καθεστώς παραχώρησε το κτίριο της Βουλής για τα γυρίσματα της ταινίας, κι εκεί γυρίστηκαν σκηνές όπως η δίκη και κάποιες οι οποίες υποτίθεται πως διαδραματίζονταν στο Κρεμλίνο.

Το σενάριο

Ένας μυστικός πράκτορας των Σοβιετικών, που δουλεύει στην Κα-Γκε-Μπε, ο Γιώργος Δημήτριεβιτς (Κώστας Πρέκας), φτάνει στην Ελλάδα ντυμένος γυναίκα με σκοπό να αποσπάσει στοιχεία και πληροφορίες για μια μυστική βάση πυραύλων του ΝΑΤΟ. Έχει στόχο έναν Βρετανό αξιωματικό που διαθέτει πληροφορίες για τις αντιπυραυλικές εγκαταστάσεις. Σύνδεσμός του είναι ο Στέφανος Στρατηγός, στο ρόλο του αδίστακτου κομουνιστή ινστρούχτορα. Μαζί προκαλούν αυτοκινητιστικό δυστύχημα για να παγιδεύσουν τον Βρετανό, ο οποίος με τη σειρά του χτυπά το αυτοκίνητο της Βέρας Κρούσκα η οποία υποδύεται την εργαζόμενη σε καμπαρέ. Οι κομμουνιστές την εκβιάζουν και συμμετέχει στη σκευωρία με απώτερο σκοπό όμως να μάθει την τύχη του πατέρα της που είναι φυλακισμένος σε σοβιετικό γκουλάγκ.

Ο πράκτορας, με ελληνικό πλέον όνομα, θα συνδεθεί με μια δασκάλα (Καίτη Παπανίκα) από ένα γειτονικό χωριό. Η δασκάλα έχει όμως έναν ξάδελφο που είναι ο ταγματάρχης της ελληνικής αντικατασκοπίας Κώστας Δήμου (Ανδρέας Μπάρκουλης), ο οποίος έχει αναλάβει την αποστολή να βρει και να συλλάβει τον επικίνδυνο κατάσκοπο. Τελικά θα καταφέρει να τον συλλάβει και στη δίκη του στρατοδικείου θα αποκαλυφθεί ότι ο Σοβιετικός πράκτορας που συνέλαβε δεν είναι άλλος από τον αδελφό του, ο οποίος την περίοδο του Εμφυλίου μεταφέρθηκε σε σοβιετικό στρατόπεδο στα πλαίσια του λεγόμενου παιδομαζώματος. Ο πράκτορας, μετά από αυτή την τροπή των πραγμάτων, θα μετανιώσει για τις πράξεις του και θα αθωωθεί καθώς θεωρήθηκε θύμα των κομμουνιστών. Η ταινία κλείνει με εικόνες από στρατιωτική παρέλαση στο Σύνταγμα και τον Ανδρέα Μπάρκουλη να περνά πάνω σε τζιπ φορώντας τη στολή της ΕΣΑ (Το δόγμα της οποίας ήταν, «Φίλος ή σακάτης βγαίνει όποιος έρχεται εδώ μέσα»). Στο τελευταίο πλάνο ένα παιδάκι εμφανίζεται μέσα από το πλήθος και κρατά την ελληνική σημαία.

Γεμάτες αίθουσες και βραβεία

Η ταινία ήταν μια από τις μεγαλύτερες εισπρακτικές επιτυχίες της χρονιάς. Οι αίθουσες γέμιζαν ασφυκτικά από κόσμο που συγκινούνταν από το κατασκοπευτικό δράμα. Έκοψε συνολικά 711.051 εισιτήρια. Εκείνη τη σεζόν το ξεπέρασε μόνο «Η Αρχόντισσα και ο Αλήτης» με 750.380 εισιτήρια. Μέχρι το 1999 το «Στα σύνορα της προδοσίας» ήταν η τέταρτη πιο εμπορική ελληνική ταινία όλων των εποχών στη χώρα μας. Πλέον είναι στη δέκατη θέση των πιο πετυχημένων εισπρακτικά ελληνικών ταινιών. Η ταινία διαγωνίστηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1968 και σάρωσε τα βραβεία. Συγκεκριμένα κέρδισε το βραβείο αρτιότερης παραγωγής, σκηνοθεσίας, α' ανδρικού ρόλου (Κώστας Πρέκας) και β' γυναικείου ρόλου (Ίλυα Λιβυκού). Η Λιβυκού κέρδισε βραβείο για το ρόλο της και στο Φεστιβάλ Cambridge Boston 1969 στις ΗΠΑ

Επίλογος

Το «Στα Σύνορα της Προδοσίας» μαζί με το πιο... ενωτικό «Δώστε τα Χέρια» (1971 -200.238 εισιτήρια) αποτελούν τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα κινηματογραφικής προπαγάνδας την περίοδο της επταετίας. Η τεράστια εμπορική επιτυχία των «Συνόρων» έχει όμως δύο αναγνώσεις Από τη μια ίσως ήταν αποτέλεσμα της συστηματικής προώθησης από το καθεστώς, από την άλλη όμως ίσως πραγματικά να «μιλούσε» σε ένα μεγάλο κομμάτι του ελληνικού λαού, το οποίο ειδικά τα πρώτα χρόνια, αντιμετώπιζε με συμπάθεια τη Δικτατορία. Μετά την πτώση της Χούντας το «Στα Σύνορα της Προδοσίας» έμεινε στα αρχεία και ως προϊόν προπαγάνδας δεν μεταδιδόταν. Τα δικαιώματα διανομής της (όπως και όλων των παραγωγών του Τζέιμς Πάρις) πήρε η εταιρία Καραγιάννης-Καρατζόπουλος.


Πριν από λίγα χρόνια όμως ο τηλεοπτικός σταθμός «Ε» επανέφερε την ταινία στο προσκήνιο προκαλώντας αντιδράσεις (όχι μόνο αρνητικές καθώς οι νοσταλγοί της Χούντας συνεχάρησαν τον σταθμό).  Αξίζει να τη δείτε ως μνημείο στρατευμένου κινηματογράφου και ως καλτ προπαγανδιστικό δημιούργημα μιας άλλης εποχής.