Δύο χρόνια ολομόναχος σε ένα πλοίο - φάντασμα


Έζησε επί δύο χρόνια ολομόναχος σε ένα πλοίο «όμηρος» των ιδιοκτητών και κόντεψε να τρελάθει. Πλέον είναι ελεύθερος!


«Ανακούφιση και χαρά».

Αυτές ήταν οι δύο λέξεις που χρησιμοποίησε Σύριος ναύτης Μοχάμεντ Αΐσα, ενώ βρισκόταν στο αεροπλάνο στο αεροδρόμιο του Καΐρου που θα τον μετέφερε στο σπίτι του, ώστε να δει ξανά τους δικούς του. Είχαν περάσει τέσσερα ολόκληρα χρόνια από τα οποία τα δύο ο Αΐσα αναγκάστηκε να μείνει ολομόναχος σε ένα τεράστιο καράβι, τον «τάφο» του όπως τον χαρακτηρίζει ο ίδιος.

Ο Αΐσα από το 2017 έως σήμερα ήταν ουσιαστικά «όμηρος» ορισμένων συγκυριών, οι οποίες τον ανάγκασαν να μείνει σε ένα πλοίο στη μέση του κόλπου του Σουέζ χωρίς να έχει σχεδόν καμία επικοινωνία με άλλον άνθρωπο για το μεγαλύτερο διάστημα αυτών των τεσσάρων ετών. Μάλιστα, μέσα σε αυτό το πλοίο τις περισσότερες ώρες της ημέρας δεν είχε ηλεκτρισμό αλλά και ούτε ιατρική φροντίδα, όταν τη χρειαζόταν.

Το χρονικό

Στις 5 Μαΐου 2017 το εμπορικό πλοίο MV Aman ξεκινούσε το ταξίδι του από την Τζέντα ωστόσο τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, οι αρχές το σταμάτησαν για έλεγχο ανοιχτά του αιγυπτιακού λιμανιού της Ανταμπίγια εντός του κόλπου του Σουέζ. Τότε αποδείχτηκε ότι ένας από τους εξοπλισμούς ασφαλείας του πλοίου, αλλά και οι άδειες κυκλοφορίας του είχαν λήξει οπότε δεν μπορούσε να συνεχίσει την πλεύση του. Σε αυτές τις περιπτώσεις συνήθως τα προβλήματα διευθετούνται αρκετά εύκολα. Όχι όμως στην περίπτωση του MV Aman.

Δείτε ΕΔΩ: Κίτρινος Στόλος: Τα πλοία που αποκλείστηκαν για... οχτώ χρόνια στη Διώρυγα του Σουέζ

Η λιβανέζικη εταιρεία που ναύλωνε το πλοίο δεν μπόρεσε να πληρώσει για τα καύσιμα του πλοίου και οι ιδιοκτήτες του MV Aman στο Μπαχρέιν αντιμετώπιζαν οικονομικές δυσκολίες. Έτσι, η κατάσταση περιπλέχθηκε και το πλοίο αναγκάστηκε να μείνει αγκυροβολημένο για όσο διάστημα οι ιδιοκτήτες θα χρειάζονταν ώστε να λύσουν το θέμα.

Ο καπετάνιος του πλοίου δεν έμεινε… τελευταίος και αποβιβάστηκε στην ακτή εγκαταλείποντάς το. Έτσι, ένα τοπικό δικαστήριο αποφάσισε πως για το επόμενο διάστημα νόμιμος «κηδεμόνας» και υπεύθυνος του πλοίου θα ήταν ο υποπλοίαρχος, Μοχάμεντ Αΐσα.

Μια μοναχική φυλακή

Ο Μοχάμεντ δηλώνει πως αρχικά δεν είχε καταλάβει ούτε και ενημερώθηκε για το τι ακριβώς σήμαινε η διαταγή του δικαστηρίου. Όμως, όταν όλο το υπόλοιπο πλήρωμα άρχισε να εγκαταλείπει το πλοίο, ενώ ο ίδιος δεν μπορούσε να φύγει, άρχισε να συνειδητοποιεί τι συνέβαινε.

Μάλιστα, όταν τον Αύγουστο του 2018 ο Μοχάμεντ πληροφορήθηκε τον θάνατο της μητέρας του άρχισε για πρώτη φορά πραγματικά να «σπάει» ψυχολογικά, όπως λέει σήμερα στο BBC. «Σκέφτηκα σοβαρά να αυτοκτονήσω», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα τον Σεπτέμβριο του 2019, όταν έφυγε από το πλοίο και το τελευταίο μέλος του υπόλοιπου πληρώματος. Από τότε ο Μοχάμεντ ήταν παντελώς μόνος σε ένα άδειο πλοίο. «Είναι μια μοναχική φυλακή», έλεγε πριν από λίγο καιρό ο ίδιος στον Guardian. Ο μόνος άνθρωπος με τον οποίο είχε επαφή ήταν ο φύλακας που τον επισκεπτόταν περιστασιακά, για να τον βοηθήσει και να του μεταφέρει τρόφιμα.

Το πλοίο από την αρχή δεν είχε καύσιμα και δεν μπορούσε να μετακινηθεί καθόλου, ενώ δεν είχε πια και ηλεκτρισμό. Όπως λέει ο Μοχάμεντ ειδικά τη νύχτα χωρίς φως και στη μέση του πουθενά το πλοίο ήταν σαν «τάφος».

«Δεν μπορούσες να δεις ή να ακούσεις τίποτα», σχολιάζει. «Ήταν σαν να βρίσκεσαι σε φέρετρο».

Καθώς ο καιρός περνούσε η ψυχολογική του κατάσταση μόνο χειροτέρευε.

«Στο πλοίο δεν υπάρχει ούτε καν η ρουτίνα. Μερικές φορές απλώς περπατάω γύρω γύρω στο κατάστρωμα. Κάνω οτιδήποτε μπορώ για να αποσπώ τις σκέψεις μου από αυτόν τον εφιάλτη», έλεγε ο ίδιος πριν από λιγο καιρό στον Guardian.

Απλές βασικές ανάγκες, όπως το πλύσιμο των ρούχων ή η χρήση της τουαλέτας, μπορεί να χρειαζόταν ως και μισή μέρα για να τις φέρει εις πέρας εξαιτίας της έλλειψης ηλεκτρισμού και φρέσκου, καθαρού νερού. Έπρεπε να μαζέψει κουβάδες με θαλασσινό νερό για να κάνει τα πιο βασικά πράγματα.

Κύρια… ασχολία του Μοχάμεντ ήταν να παρατηρεί τα υπόλοιπα πλοία, καθώς αυτά περνούσαν από το λιμάνι Ανταμπίγια, για να διασχίσουν τη γειτονική διώρυγα του Σουέζ. Όλο αυτό το διάστημα πολύ κοντά από το πλοίο του πέρασε μάλιστα δύο φορές και ο αδερφός του, επίσης ναυτικός. Τα δυο αδέρφια είχαν μιλήσει στο τηλέφωνο, ωστόσο ήταν πολύ μακριά ο ένας από τον άλλο ακόμα και για να χαιρετηθούν.

Πρόσφατα, ο Μοχάμεντ έγινε μάρτυρας του περιστατικού με το εμπορικό πλοίο Ever Given, το οποίο έκοψε για έξι περίπου μέρες την κυκλοφορία στη διώρυγα όταν κόλλησε στην άμμο προκαλώντας τεράστια κυκλοφοριακή συμφόρηση.

Τυχερός μέσα στην ατυχία του

Τα πράγματα καλυτέρευσαν λίγο για τον Μοχάμεντ τον Μάρτιο του 2020 χάρη σε ένα τυχαίο γεγονός. Μια καταιγίδα παρέσυρε το πλοίο και ο Μοχάμεντ αρχικά τρόμαξε όταν το πλοίο άρχισε να κουνιέται καθώς ο ίδιος δεν μπορούσε να το «κουμαντάρει» μόνος του και χωρίς ηλεκτρικό. Το πλοίο άρχισε να πλέει για οχτώ χιλιόμετρα και τελικά για καλή του τύχη σταμάτησε μερικές εκατοντάδες μέτρα από την ακτή της Ανταμπίγια. Ο Μοχάμεντ εξέλαβε τα όσα έγιναν ως «θέλημα Θεού».




Πλέον, ήταν αρκετά κοντά στην ακτή και έτσι άρχισε να… κολυμπά μέχρι εκεί, για να μπορέσει να έχει πλέον επαφή με άλλους ανθρώπους. Λίγο αργότερα χρησιμοποίησε και μια σχεδία με την οποία πήγαινε ως την ακτή για να φορτίζει το κινητό του και να κάνει μερικά ψώνια.

Τελικά, μόλις στις 22 Απριλίου η περιπέτεια του Μοχάμεντ έλαβε τέλος. Οι υπεύθυνες εταιρείες κατάφεραν επιτέλους να διευθετήσουν το θέμα και ο ναυτικός ήταν ελεύθερος να φύγει. Ο Μοχάμεντ πήγε ως το αεροδρόμιο του Καΐρου, ώστε να πετάξει για τη Συρία.

Στην ερώτηση των δημοσιογράφων του BBC για το τι αισθάνεται, ο ναυτικός απάντησε με γραπτό μήνυμα: «Ανακούφιση. Χαρά». Μετά από λίγο, οι δημοσιογράφοι έλαβαν ένα ηχητικό μήνυμα, στο οποίο ο Μοχάμεντ εξηγούσε περαιτέρω:

«Πώς νιώθω; Σαν να βγήκα επιτέλους από τη φυλακή. Επιτέλους, θα επανενωθώ με την οικογένειά μου. Θα μπορέσω να τους δω ξανά», ανέφερε.

Όχι τόσο μοναδικός…

Δυστυχώς, όσο κι αν ακούγεται απίστευτη η υπόθεση της «ομηρίας» του Μοχάμεντ αν και από τις πιο ακραίες σε καμία περίπτωση δεν είναι μοναδική.

Σύμφωνα με την Διεθνή Οργάνωση Εργασίας, αυτή τη στιγμή υπάρχουν πάνω από 250 ενεργές υποθέσεις παγκοσμίως, στις οποίες μέλη του πληρώματος εμπορικών – κυρίως- πλοίων είναι «όμηροι» σε αυτά με τους ιδιοκτήτες τους να τα έχουν εγκαταλείψει καθώς εκκρεμούν διάφορες υποθέσεις χρεών και διαδικαστικών ζητημάτων.

Αυτή τη στιγμή, στο ιρανικό λιμάνι του Ασαλουγιέχ, 19 μέλη του πληρώματος του εμπορικού πλοίου «Ula» βρίσκονται σε απεργία πείνας, διαμαρτυρόμενοι καθώς είναι εγκαταλειμμένοι στο πλοίο από τους ιδιοκτήτες από τον Ιούλιο του 2019. Ένα από τα μέλη του πληρώματος δήλωσε πρόσφατα στο ναυτικό περιοδικό Lloyd's List ότι η κατάσταση πάνω στο πλοίο είναι κρίσιμη καθώς οι ναύτες έχουν πέσει σε κατάθλιψη, ενώ οι οικογένειές τους δεν έχουν πια άλλα χρήματα για να τους στέλνουν.

«Την πρώτη φορά που ήρθα αντιμέτωπος με αυτές τις περιπτώσεις, έπαθα μεγάλο σοκ», λέει ο Άντι Μπάουερμαν, διευθυντής της φιλανθρωπικής οργάνωσης «Αποστολή για τους Θαλασσοπόρους».

Ο ίδιος παρατηρεί όλο και περισσότερα περιστατικά αυτού του τύπου. Το 2020, καταγράφηκαν 85 νέα περιστατικά, διπλάσια σε σχέση με αυτά του προηγούμενου έτους.

«Για παράδειγμα, δουλεύουμε αυτή τη στιγμή πάνω στην υπόθεση ενός πλοίου που είναι υποθηκευμένο από την εταιρεία ιδιοκτησίας του, η οποία έχει πολλά περισσότερα συνολικά χρέη. Μερικές φορές, είναι πιο απλό να πεις στο πλήρωμα να αγκυροβολήσει το πλοίο και να φύγει», αναφέρει.

Από την πλευρά του ο Μοχάμεντ, όσο ήταν ακόμα στο πλοίο δήλωνε πως ένιωθε παντελώς ξεχασμένος από τους ιδιοκτήτες αλλά και την κυβέρνηση του Μπαχρέιν υπό την σημαία της οποίας βρισκόταν το πλοίο.

«Οι ιδιοκτήτες ξέρουν τι περνάω. Δεν έχουν καμία ηθική, ούτε φέρονται σα να έχουν ηθική ευθύνη. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι ότι αυτό το πλοίο δεν τους αποφέρει πλέον κέρδος, αλλά δεν τους νοιάζουν οι άνθρωποι που είναι σε αυτό. Μπορεί οι ναύτες να υποβάλλονται σε έναν αργό, επώδυνο θάνατο, αλλά οι ιδιοκτήτες δεν ενδιαφέρονται».

Οι ιδιοκτήτριες εταιρείες του πλοίου MV Aman, Tylos Shipping και Marine Services ισχυρίζονται πως προσπάθησαν να βοηθήσουν τον ναυτικό, ωστόσο «τα χέρια τους ήταν δεμένα».

«Δεν μπορούσα να υποχρεώσω τον δικαστή να ανακαλέσει την απόφασή του», λέει ένας εκπρόσωπός τους στο ΒΒC. «Επίσης, δεν μπορούσα να βρω κανέναν άλλο για να αντικαταστήσει τον υποπλοίαρχο, αν και το προσπάθησα», συμπληρώνει. Μάλιστα, οι εταιρείες φτάνουν στο σημείο να ρίξουν την ευθύνη στον Μοχάμεντ λέγοντας ότι δεν θα έπρεπε να είχε υπογράψει τη δικαστική εντολή.

Ο εκπρόσωπος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Εργαζόμενων στις Μεταφορές, Μοχάμεντ Αραχεντί, ο οποίος είχε αναλάβει τον τελευταίο καιρό τον χειρισμό της υπόθεσης του Μοχάμεντ Αΐσα, λέει πως όλοι όσοι εμπλέκονται στην ναυσιπλοΐα θα πρέπει να σκεφτούν πολύ σοβαρά αυτές τα παραθυράκια που επιτρέπουν σε ιδιοκτήτες να εγκαταλείπουν τα πλοία και το πλήρωμά τους στην τύχη τους.

«Η υπόθεση του Μοχάμεντ πρέπει να αποτελέσει την αφορμή, ώστε να ξεκινήσει μια σοβαρή συζήτηση για την αποφυγή της κακομεταχείρισης των εργαζομένων στα πλοία. Μια συζήτηση που θα εμπλέκει τους πλοιοκτήτες, τα λιμάνια και όλες τις ναυτικές αρχές», αναφέρει ο Αραχεντί.

«Ο Μοχάμεντ Αΐσα θα μπορούσε να έχει γλιτώσει από όλη αυτή την ταλαιπωρία, αν οι εταιρείες και όλοι οι υπεύθυνοι είχαν αναλάβει τις υποχρεώσεις τους και τακτοποιήσει νωρίτερα τον επαναπατρισμό του», λέει.

Από μεριάς του, ο ναυτικός λέει πως αισθανόταν «παγιδευμένος» σε μια κατάσταση που ξέφευγε από τον έλεγχό του, στριμωγμένος από την αιγυπτιακή νομοθεσία και αγνοημένος από τους πλοιοκτήτες.

Αναφέρει πως περνούσαν μήνες ολόκληροι χωρίς την παραμικρή επικοινωνία με τους υπεύθυνους, κάνοντάς τον να αισθάνεται απομονωμένος, ξεχασμένος και πλήρως απογοητευμένος.

Πάντως, παρά τον εφιάλτη που έζησε επί τέσσερα χρόνια, ο Μοχάμεντ λέει πως έχει σκοπό να συνεχίσει να εργάζεται ως ναυτικός.

Όπως λέει ο ίδιος, είναι καλός στη δουλειά του και δεν θέλει τίποτα άλλο, πέρα από το να συνεχίσει από εκεί έμεινε.

Όλα αυτά, βέβαια, αφού πρώτα ξαναδεί την οικογένειά του.