Οι άνθρωποι που έζησαν χωρίς χρόνο

 


Δεκαπέντε άνθρωποι κλείστηκαν σε μια σπηλιά για 40 μέρες χωρίς καμία επαφή με τον έξω κόσμο

Ύστερα από 40 ημέρες στα έγκατα της γης δεκαπέντε άνθρωποι είδαν ξανά το φως του ήλιου. Οι δεκαπέντε δεν είχαν εγκλωβιστεί εξαιτίας κάποιας κατολίσθησης, ούτε ήταν φυλακισμένοι. Είχαν μπει εθελοντικά σε μια σπηλιά στα νοτιοδυτικά της Γαλλίας και έμειναν εκεί για 40 ολόκληρες μέρες χωρίς καμία επαφή με τον έξω κόσμο.

Το πείραμα

Οι 15 αυτοί άνθρωποι συμμετείχαν σε ένα πείραμα ως μέρος του πρότζεκτ Deep Time. Σε αυτό οι ερευνητές θέλησαν να καταλάβουν πώς μπορεί να επηρεάσει την αίσθηση του χρόνου η απουσία των ρολογιών, του φωτός της ημέρας και των εξωτερικών επικοινωνιών.

Η ομάδα στο πλαίσιο του πρότζεκτ έζησε και εξερεύνησε τη σπηλιά για περισσότερο από έναν μήνα. Δεν υπήρχε φυσικό φως μες στη σπηλιά και η θερμοκρασία ήταν μόνιμα στους 10 oC, ενώ η υγρασία έφτανε το 100%. Δεν είχαν καμία απολύτως επικοινωνία με τον έξω κόσμο, καμία ενημέρωση για τα νεότερα της πανδημίας ούτε μίλησαν με κάποιον συγγενή ή φίλο τους.


Οι οχτώ άντρες και επτά γυναίκες ηλικίας 27 έως 50 ετών έζησαν επί 40 μέρες σε πλήρη απομόνωση από τον έξω κόσμο στο σπήλαιο Λομπρίβς στα Πυρηναία Όρη. Κοιμούνταν σε σκηνές, ενώ έπρεπε να παράγουν μόνοι τους το φως που χρειάζονταν χρησιμοποιώντας ένα ποδήλατο με πετάλ ώστε να τραβούν νερό από μια πηγή 45 μέτρα κάτω από τη Γη.

Το πρότζεκτ που κοστίζει περί τα 1,2 εκατ. ευρώ έχει οργανωθεί από τους επιστήμονες του ινστιτούτου Human Adaption. Αυτοί ελπίζουν ότι το πείραμα θα τους βοηθήσει να καταλάβουν καλύτερα πώς προσαρμόζονται οι άνθρωποι, όταν συμβαίνουν δραστικές αλλαγές στις συνθήκες και στο περιβάλλον που ζουν.

Τα πρώτα συμπεράσματα

Βγαίνοντας από τη σπηλιά μετά από 40 ημέρες το Σάββατο 24 Απριλίου με ένα μεγάλο χαμόγελο στα χείλια τους, οι δεκαπέντε φορούσαν ειδικά γυαλιά για να προστατεύσουν τα μάτια τους από το φως ύστερα από τόσο μεγάλη παραμονή στο σκοτάδι.

«Ήταν σα να πατάς παύση στη ζωή σου», λέει η Μαρίνα Λανσόν, μια από τις επτά γυναίκες που συμμετείχαν στο πείραμα. Όπως λέει δεν ένιωθε καμία πίεση να κάνει το οτιδήποτε και εύχεται να μπορούσε να μείνει στη σπηλιά λίγες μέρες ακόμα. Ωστόσο, όπως συμπληρώνει νιώθει χαρούμενη που μπορεί να αισθανθεί ξανά τον άνεμο στο πρόσωπό της και να ακούει το τραγούδι των πουλιών. Μάλιστα, είπε πως δεν σκοπεύει να ελέγξει το κινητό της για μερικές μέρες ακόμα σε μια προσπάθεια να αποφύγει την τόσο απότομη επιστροφή στην πραγματικότητα.

Όπως ήταν αναμενόμενο, όσοι έζησαν στη σπηλιά, έχασαν παντελώς την αίσθηση του χρόνου.

«Εδώ είμαστε λοιπόν! Βγήκαμε ύστερα από 40 μέρες. Για εμάς ήταν μεγάλη έκπληξη», αναφέρει ο επικεφαλής του πρότζεκτ Κριστιάν Κλοτ, ο οποίος είχε μπει κι αυτός στην σπηλιά. «Στο μυαλό μας ήταν σαν να μπήκαμε στην σπηλιά πριν από 30 μέρες». Ένα μέλος της ομάδας είχε υπολογίσει ότι βρίσκονται μέσα στη σπηλιά μόλις 23 μέρες.

Ο Γιόχαν Φρανσουά, ένας καθηγητής μαθηματικών και δάσκαλος ιστιοπλοΐας, λέει ότι έτρεχε κύκλους 10 χιλιομέτρων στη σπηλιά για να διατηρήσει καλή φυσική κατάσταση. Όπως λέει κάποιες φορές είχε μια ακατανίκητη εσωτερική επιθυμία να φύγει.

Χωρίς καθημερινές υποχρεώσεις ή παιδιά να φροντίζουν, η πρόκληση ήταν να «επωφεληθούμε από την παρούσα στιγμή χωρίς έχουμε να σκεφτούμε τι θα συμβεί σε μια ή δυο ώρες», αναφέρει ο ίδιος.

Σε συνεργασία με εργαστήρια από την Γαλλία και την Ελβετία, οι επιστήμονες παρακολούθησαν στενά το μοτίβο ύπνου των εθελοντών, τις κοινωνικές τους διαδράσεις μεταξύ τους και τις συμπεριφορικές τους αντιδράσεις μέσω συγκεκριμένων αισθητήρων. Ένας από τους αισθητήρες ήταν ένα μικροσκοπικό θερμόμετρο τοποθετημένο σε μια κάψουλα την οποία οι συμμετέχοντες κατάπιαν σαν χάπι. Αυτός μετρούσε την θερμοκρασία του σώματος και μετέδιδε στοιχεία σε έναν υπολογιστή μέχρι που αποβλήθηκε από τα σώματά τους φυσικά.

Τα μέλη της ομάδας ακολουθούσαν το βιολογικό τους ρολόι ώστε να καταλαβαίνουν πότε θέλουν να πάνε για ύπνο, πότε πρέπει να ξυπνήσουν και να φάνε. Μετρούσαν τις ημέρες τους όχι σε ώρες, αλλά σε κύκλους ύπνου.

«Είναι πραγματικά πάρα πολύ ενδιαφέρον να παρακολουθείς πώς η ομάδα συγχρόνισε τον εαυτό της», έλεγε ο Κλοτ σε μια καταγραφή βίντεο ενώ ήταν ακόμα μέσα στη σπηλιά. Το να δουλεύουν μαζί για να φέρουν εις πέρας συγκεκριμένες εργασίες και να οργανώσουν όσα έπρεπε να γίνουν χωρίς να μπορούν να καθορίσουν τον χρόνο ήταν αρκετά απαιτητικό, υποστήριξε ο Κλοτ.

Το εντυπωσιακό είναι ότι όταν το πείραμα τελείωσε ύστερα από 40 ημέρες τα δύο τρία των εθελοντών εξέφρασαν την επιθυμία να παραμείνουν στη σπηλιά για  λίγο ακόμα μέχρι να ολοκληρώσουν ορισμένες εργασίες που είχαν ξεκινήσει κατά τη διάρκεια της παραμονής τους», αναφέρει ο Μπενουά Μαβιέ, ένας χρονοβιολόγος της ομάδας των ερευνητών.

«Το μέλλον μας ως ανθρώπινα όντα σε αυτόν τον πλανήτη θα εξελιχθεί», ανέφερε ο Κλοτ αφού βγήκε από την σπηλιά. «Πρέπει να μάθουμε να κατανοούμε καλύτερα πώς λειτουργεί ο εγκέφαλός μας και την ικανότητά του να βρει νέες λύσεις σε όποια κατάσταση κι αν συναντήσει».