Madame Claude: Η ιστορία της περιβόητης μαστροπού


Πώς μια πόρνη κατάφερε να χτίσει ένα τεράστιο δίκτυο με πελάτες διάσημους, μεγιστάνες και αρχηγούς κρατών. Τα κορίτσια της που έκαναν... καριέρα και τα σκοτεινά  μυστικά

«Ποτέ δεν ήμουν αρκετά όμορφη για να γίνω πόρνη πολυτελείας αλλά ήμουν αρκετά έξυπνη για να διαχειρίζομαι πόρνες και πελάτες» δήλωνε η Φερνάντ Γκρουντέ, κατά κόσμο Madame Claude. Η ιστορία μιας από τις διασημότερες μαστροπούς όλων των εποχών επανήλθε στο προσκήνιο μετά την ταινία που ανέβηκε στο Netflix και αποτελεί την πρώτη γαλλική παραγωγή της πλατφόρμας. Η Madame Claude κατάφερε να στήσει ένα τεράστιο δίκτυο πορνείας με αποκλειστική πελατεία επιχειρηματίες, πολιτικούς και διάσημους. Γνώριζε όλα τα σκοτεινά μυστικά της «καλής γαλλικής κοινωνίας» και απέκτησε τεράστια δύναμη.

Η Φερνάντ εφευρίσκει την Madame Claude

Γεννήθηκε στις 6 Ιουλίου 1923 στη γαλλική πόλη Ανζέ. Από εκεί και πέρα τα πάντα είναι αμφισβητούμενα για τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια. Η ίδια υποστήριζε ότι ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογένειας και έλαβε τη μόρφωση της σε σχολείο που διηύθυναν καλόγριες. Όλα συνηγορούν όμως ότι ο πατέρας της είχε ένα καροτσάκι και πωλούσε σάντουιτς σε σιδηροδρομικό σταθμό.

Ισχυριζόταν ότι κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής ήταν μέλος της γαλλικής αντίστασης. Γι' αυτό τόνιζε ότι τη συνέλαβαν και τη μετέφεραν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης και συγκεκριμένα το Ράβενσμπρικ στη Βόρεια Γερμανία. Άνθρωποι που τη γνώριζαν και ερευνητές τονίζουν ότι συνελήφθη γιατί η οικογένεια της ασπαζόταν την εβραϊκή θρησκεία. Τουλάχιστον τρία άτομα επιβεβαιώνουν ότι στο χέρι της είχε τατουάζ έναν αριθμό. Αυτό όμως τη συνδέει με το στρατόπεδο του Άουσβιτς, το μοναδικό που ακολουθούσε την τακτική του... μαρκαρίσματος με τατουάζ στο χέρι.

Υποστήριζε επίσης ότι στο στρατόπεδο συγκέντρωσης έσωσε την ανιψιά του στρατηγού Ντε Γκολ. Δεν επιβεβαιώνεται. Πληροφορίες αναφέρουν ότι στο στρατόπεδο είχε ερωτική σχέση με έναν Γερμανό γιατρό γι' αυτό κατάφερε και επέζησε.

Μετά τον πόλεμο έζησε στο Παρίσι και αρχικά πωλούσε βίβλους από σπίτι σε σπίτι. Γρήγορα όμως παράτησε τις πωλήσεις και εργάστηκε ως πόρνη. Είχε πάντα όνειρο να μπει στην «καλή κοινωνία» της Γαλλίας αλλά διαπίστωσε ότι με την εμφάνιση και το παρελθόν της δεν θα μπορούσε να τα καταφέρει. Τότε η Φερνάντ εφηύρε την Μadame Claude.

Διαφήμισε τον εαυτό της ως γόνο αριστοκρατικής οικογένειας με γνωριμίες και διασυνδέσεις στα... υψηλά στρώματα της κοινωνίας. Προσέγγισε επιχειρηματίες, διάσημους και πολιτικούς με τη σιγουριά ότι κανείς δεν μπορεί να αντισταθεί στο σεξ. «Υπάρχουν δύο πράγματα για τα οποία ο κόσμος πάντα θα πληρώνει, το φαγητό και το σεξ. Εγώ δεν ήμουν καθόλου καλή στη μαγειρική» έλεγε.

Εγκαταστάθηκε σε μια από τις ακριβότερες γειτονιές του Παρισιού και ως το 1961 είχε καταφέρει να στήσει ένα τεράστιο δίκτυο που προσέφερε τις υπηρεσίες του μόνο σε ισχυρούς, διάσημους και πλούσιους.

«Η Κλοντ δεν έμοιαζε καθόλου στο πρότυπο της μαστροπού. Ήταν περισσότερο σαν τραπεζίτης. Μικροκαμωμένη, ξανθιά και πάντα με πολύ ακριβά ρούχα. Έτρωγε ελάχιστα, δεν έπινε και δεν κάπνιζε. Της άρεσε να μιλάει κυρίως για χρήματα και όχι για σεξ» αναφέρει ο δημοσιογράφος Γουίλιαμ Στάντιεμ που την γνώριζε και της είχε πάρει συνέντευξη.

Η στρατολόγηση των.. κύκνων

Ο διάσημος κοσμικογράφος, Τάκης Θεοδωρακόπολους, γνωστός ως Taki, τονίζει ότι η δύναμη της Madam Claude ήταν ο τρόπος που στρατολογούσε τα κορίτσια της, τους «κύκνους» της, όπως τις αποκαλούσε. «Ήμουν 23 ετών όταν πήγα στον χώρο της μαζί με τον διαβόητο playboy, Πορφίριο Ρουμπιρόσα. Ήταν στα τέλη του '50 και ήταν ήδη ένας θρύλος. Η ειδικότητα της ήταν τα αποτυχημένα μοντέλα και ηθοποιοί. Τα κορίτσια που είχαν προσπαθήσει αλλά δεν τα είχαν καταφέρει. Το γεγονός όμως ότι απέτυχαν στους συγκεκριμένους χώρους δεν σήμαινε ότι δεν ήταν πανέμορφες. Ο χώρος της ήταν θυμάμαι πάνω από μια τράπεζα του Ρότσιλντ στην οποία μάλιστα είχα λογαριασμό. Από όταν τη συνάντησα πάντα όταν πήγαινα στην τράπεζα ανέβαινα και στον πάνω όροφο».

Ο Γάλλος δημοσιογράφος Ζαν-Πιέρ ντε Λουκοβίτς θυμάται πόσο εντυπωσιακός ήταν ο χώρος της Madam Claude. «Όλοι μιλούσαν γι' αυτή εκείνη την εποχή και το διαμέρισμα της στο 18 της Rue de Marignan. Μαζί με έναν Άγγλο φίλο αποφασίσαμε να πάμε. Την πήρα τηλέφωνο και απάντησε με εκείνο το χαρακτηριστικό "Allo, oui?".

Της είπα το όνομα μου και το κανονίσαμε. Πήραμε το ασανσέρ και μας περίμενε στην πόρτα. Φορούσε ελαφρύ μέικ απ και το σπίτι έμοιαζε να ανήκει σε κάποιον σχεδιαστή υψηλής μόδας. Μας οδήγησε στο σαλόνι και μας έβαλε ποτά. Δεν είχε υπηρέτρια. Μιλήσαμε για λίγο για άσχετα θέματα και μετά μας είπε: Απ' ό,τι καταλαβαίνω ενδιαφέρεστε για κάποια νεαρά κορίτσια. Ήταν ο τρόπος της να πει κορίτσια από 18 έως 25.

Έφυγε και επέστρεψε με δύο πολύ ψηλά νεαρά κορίτσια. Η μια ήταν ξανθιά και η άλλη μελαχρινή και πολύ διαφορετική. Η Madam Claude μας είπε: Αυτή είναι η Άβα από την Αυστρία, σπουδάζει εδώ ζωγραφική και αυτή είναι η Κλόντια από τη Γερμανία, χορεύτρια.

Τα κορίτσια αποσύρθηκαν και η Madam Claude επέστρεψε μόνη της. "Λοιπόν;" μας ρώτησε. Ο φίλος μου, ως καλεσμένος, επέλεξε πρώτος. Η ξανθιά ήταν η επιλογή του και εγώ πήρα τη μελαχρινή. Η κάθε κρεβατοκάμαρα είχε το δικό της μπάνιο. Οι υπηρεσίες ήταν λίγο επίσημες αλλά υψηλής ποιότητας. Πλήρωσε ο Άγγλος φίλος, 200 φράγκα που τα έδωσε στην μαντάμ. Τότε ακόμα δεν ήταν απλησίαστη για τους κοινούς θνητούς» θυμάται ο δημοσιογράφος.

Η εκτόξευση

Όσο περνούσε ο καιρός η πελατεία γινόταν πιο... εκλεκτή και οι τιμές εκτοξεύονταν. Ένας Βρετανός τραπεζίτης που θέλησε να κρατήσει την ανωνυμία του αποκάλυψε πως οι επαφές γίνονταν και μέσω ενός κλειστού κλαμπ αριστοκρατών. «Κανείς δεν μπορούσε να συγκριθεί με την Madam Claude. Είχε πολλά μοντέλα που δούλευαν για τον Christian Dior και άλλους διάσημους οίκους. Νομίζω ότι η μαντάμ προτιμούσε τις Σκανδιναβές. Αυτό ήταν το πρότυπο τότε. Ψηλές, ψυχρές και τέλειες. Η τιμή ήταν χαμηλή για την ποιότητα που προσέφερε» τονίζει.

Η φήμη της Madam Claude πέρασε τα σύνορα της Γαλλίας και στα τέλη της δεκαετίας του '60 την επισκέπτονταν πλούσιοι άντρες από κάθε μεριά του πλανήτη. «Κάθε μέρα τα κορίτσια ήταν διαφορετικά. Κορίτσια από όλο τον κόσμο. Και κάθε μέρα υπήρχε και ένα κορίτσι-έκπληξη, η ωραία της ημέρας ας πούμε. Μετά από κάποια στιγμή όμως δεν μπορούσαμε να πάμε γιατί οι τιμές ήταν τεράστιες» λέει ο Ντε Λουκοβίτς.

Εκτός από χρήματα η Madam Claude είχε πλέον αποκτήσει και τεράστια φήμη. Η υψηλή κοινωνία την είχε κατά κάποιοι τρόπο αποδεχθεί. Έδινε το παρών σε εκδηλώσεις και έκανε παρέα με επιχειρηματίες και διανοούμενους. «Θυμάμαι σε ένα πάρτι ήταν εκεί η Μπριζίτ Μπαρντό. Όταν όμως έφτασε η Madam Claude όλοι ασχολούνταν μαζί της. Έγινε το επίκεντρο και δεν ασχολούνταν με την Μπαρντό» αναφέρει ο Ντε Λουκοβίτς. 

Στον κύκλο της υπήρχαν και αυτοί που η ίδια αποκαλούσε «δοκιμαστές». Άντρες των οποίων το γούστο εμπιστευόταν και τους έδινε να... δοκιμάσουν πρώτοι τα κορίτσια και να τα βαθμολογήσουν.

Μυστικά και ψέματα

Το 1994 κυκλοφόρησε την αυτοβιογραφία της. Εκεί παρουσίασε όλο τον μύθο που είχε χτίσει πάνω στην περσόνα της. Όλοι ήξεραν ότι ήταν ψέματα αλλά το βιβλίο έγινε ανάρπαστο καθώς η μαντάμ αποκάλυπτε ιστορίες για διάσημους πελάτες της.

«Ο Τζον Κένεντι μου ζήτησε μια κοπέλα που να μοιάζει στην Τζάκι αλλά να είναι πιο σέξι. Ο Ωνάσης και η Κάλλας μου ζητούσαν πράγματα που έκαναν ακόμα και εμένα να κοκκινίζω. Οργάνωναν μεγάλα όργια για τον Τζιάνι Ανιέλι και ο Σάχης της Περσίας ήταν μόνιμος πελάτης μου» είναι μερικά απ' όσα αναφέρει. Υποστηρίζει επίσης ότι διάσημες προσωπικότητες της εποχές όπως ο Μασέ Νταγιάν, ο Μουαμάρ Καντάφι και ο Μάρλον Μπράντο ζητούσαν συχνά τις υπηρεσίες της αλλά και ότι υπήρξε για λίγο συνεργάτρια της C.I.A. Πιθανότατα κάποια από αυτά ισχύουν, τονίζουν όσοι τη γνώριζαν.

Το 2010 πάντως ένα γαλλικό ντοκιμαντέρ που έκανε έρευνα για τη ζωή της απέδειξε πως όλα όσα έλεγε για την παιδική της ηλικία δεν ήταν αλήθεια.

Η Σιλβέτ Μπαλάντ υπήρξε φίλη της Madam Claude και μιλώντας για τη ζωή της μαστροπού τονίζει: «Μου είχε δείξει φωτογραφίες απ' όταν ήταν νεαρή. Δεν ήταν όμορφη, είχε μεγάλη μύτη και σάπια δόντια. Αυτό που βλέπατε μετά ήταν πλαστικές. Έλεγε ότι τις έκανε ο διάσημος Βραζιλιάνος χειρούργος Πιτανγκούι. Μάλλον δεν ήταν αλήθεια αλλά ήθελε το κάθε τι γύρω από αυτή να είναι το καλύτερο» αποκαλύπτει και υποστηρίζει ότι στην πραγματικότητα στην Madam Claude δεν άρεσε το σεξ: «Θυμάμαι που μου είχε πει ότι σε ηλικία 40 ετών κοίταζε το εαυτό της στον καθρέφτη και έλεγε: Αηδιαστικό, οι άνθρωποι μετά τα 40 δεν πρέπει να κάνουν σεξ. Αλλά ήταν ξεκάθαρη ότι ακόμα και όταν ήταν νέα δεν της άρεσε. Όταν δούλευε στον δρόμο έβλεπε όλα εκείνα τα ψηλά όμορφα κορίτσια και σκεφτόταν ότι δεν έχει καμία ελπίδα να τα ανταγωνιστεί. Μπορούσε όμως να τους παίρνει τα λεφτά ως μαστροπός τους».

Μπορεί η Madame Claude να έφτιαχνε ιστορίες για τον εαυτό της και πιθανότατα τους πελάτες της, όμως ήταν πολύ εχέμυθη αναφορικά με τους «κύκνους» της. Τα ήλεγξε απόλυτα και δεν της προστάτευε από τα ακραία γούστα των πελατών, όμως μέχρι το τέλος της ζωής της, δεν αποκάλυψε τα ονόματα των κοριτσιών που δούλεψαν γι' αυτή και στη συνέχεια έκαναν καριέρα ή παντρεύτηκαν κάποιον πλούσιο ή διάσημο. Διάφορα ονόματα ηθοποιών και μοντέλων κυκλοφόρησαν αλλά η μαντάμ δεν τα επιβεβαίωσε ποτέ.

Η πτώση

Η πτώση ξεκίνησε το 1974 όταν ανέβηκε στην εξουσία ο Βαλερί Ζισκάρ ντ' Εστέν. Η κυβέρνηση του κυνήγησε τους μεγάλους φοροφυγάδες και η Madame Claude ήταν στις κορυφαίες θέσεις της λίστας. Η φήμη της αποδείχθηκε καταστροφική σε αυτή την περίπτωση. Της ασκήθηκαν κατηγορίες που θα την οδηγούσαν για χρόνια στη φυλακή.

Μάζεψε τα χρήματα της και δραπέτευσε στο Λος Άντζελες. Μπήκε για λίγο στη φυλακή για θέματα με την βίζα της και ακόμα και εκεί στρατολόγησε μια όμορφη Μεξικάνα. Τελικά παντρεύτηκε με λευκό γάμο έναν γκέι μπάρμαν ώστε να πάρει την «πράσινη κάρτα» και συστηνόταν σαν Κλοντ Τολματσέφ.

«Την συνάντησα για πρώτη φορά σε ένα πάρτι στο Λος Άντζελες. Ήταν μια μελαγχολική, μικροκαμωμένη γυναίκα. Όταν έμαθα όμως ποια είναι ένιωσα σαν να συνάντησα τον Αλ Καπόνε. Στο Λος Άντζελες ψώνιζε συνέχεια και παράλληλα έκανε η δουλειά της. Γνώρισα δύο κορίτσια που δούλευαν για αυτή.

Ένα άλλο βράδυ είδα την Κλοντ βαμμένη και με εντυπωσιακά ρούχα. Ήταν άλλος άνθρωπος, έμοιαζε με μοντέλο. Της άρεσε να μεταμορφώνεται έτσι. Ήταν η τέχνη της» τονίζει η Σιλβέτ Μπαλάντ.

Με τα σπαστά αγγλικά της και την τεράστια φήμη της η Madam Claude έστησε το δίκτυο της και στη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ. Δεν κατάφερε όμως ποτέ να προσαρμοστεί. Έγινε πικρόχολη και απέκτησε εμμονή με την εμφάνιση της. Έκανε πολλές πλαστικές και ξόδευε τεράστια ποσά σε κέντρα αισθητικής. «Η μοναδική κόκκινη γραμμή της ήταν η επέμβαση στο στήθος. Όλα τ' άλλα τα έκανε» θα πει φίλη της. Στις αρχές του 1980 άνοιξε μια πατισερί αλλά η επιχείρησε δεν πήγε καλά και έκλεισε. «Της άρεσε να κάθεται σε ένα καφέ απέναντι από μια ακριβή μπουτίκ και να βλέπει τις γυναίκες που έμπαιναν. Μου έλεγε ποιες θα μπορούσαν να γίνουν "κορίτσια της Κλοντ" και πόσο θα πλήρωναν οι πελάτες της για την κάθε μια» αποκαλύπτει μια φίλη της.

Επιστροφή στη Γαλλία και το τέλος

Έχοντας αποκτήσει προβλήματα με την εφορία και στις ΗΠΑ, το 1986 επέστρεψε στη Γαλλία. Μπήκε για τέσσερις μήνες στη φυλακή και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε σε ένα σπίτι στην εξοχή. Τελικά δεν άντεξε την ηρεμία και επέστρεψε στο Παρίσι. Αρχές της δεκαετίας του '90 πλέον επιχείρησε να στήσει και πάλι το δίκτυο της.

Είχε πλέον αποκτήσει εμμονή με το βάρος και την εμφάνιση των κοριτσιών. Της ζύγιζε πριν τις προσλάβει. Αυτό το πάθος για την... τελειότητα έφερε και την οριστική πτώση. Ένα μοντέλο που απέρριψε με άσχημο τρόπο για να την εκδικηθεί έγινε πληροφοριοδότης της αστυνομίας και αποκάλυψε τα πάντα. Το 1992 συνελήφθη και φυλακίστηκε για ένα διάστημα. Η Μαρτίν Μοντέιλ ήταν η επικεφαλής της έρευνας και η γυναίκα που έβαλε τέλος στη δράση της Madam Claude. «Ήξερα όλους τους διάσημους που ήταν πελάτες της και γνώριζα ότι την προστάτευαν. Είχαν προσπαθήσει να την πιάσουν για φοροδιαφυγή αλλά κανείς δεν επιχείρησε να την κατηγορήσει για άλλα πράγματα. Τελικά με δύο μήνες παρακολούθηση και τη βοήθεια από τη συνεργάτιδα μας τα καταφέραμε. Μπήκαμε στο διαμέρισμα της την ώρα που μιλούσε με μια χορεύτρια για να την στρατολογήσει. Ήταν πολύ περιφρονητική και υπεροπτική. Ένιωθε δυνατή γιατί δεν ήξερε τι θα ακολουθήσει. Την αφήσαμε να ντυθεί όπως ήθελε και να βαφτεί. Το εκτίμησε πολύ» λέει η αστυνομικός.

Η σύλληψη της Madam Claude προκάλεσε πανικό στους διάσημους πελάτες όμως η περιβόητη μαστροπός δεν μίλησε. Μετά την αποφυλάκιση ο μύθος της γιγαντώθηκε. Συνεντεύξεις, βιβλία και τηλεοπτικές εμφανίσεις. Ζούσε με τις γάτες της και έναν κύκλο ισχυρών φίλων που την προστάτευαν. Με την κόρη της Μιραντέ είχε ελάχιστες επαφές. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της τα πέρασε σε έναν οίκο ευγηρίας. Δημοσιογράφοι που την πλησίασαν με την ελπίδα ότι θα της εκμαιεύσουν τις τελευταίες μεγάλες αποκαλύψεις πήραν την απάντηση ότι πλέον έχει άνοια και δεν θυμάται τίποτα. Ήταν ψέματα. Πέθανε στις 19 Δεκεμβρίου 2015 σε ηλικία 92 ετών. Η κηδεία της έγινε σε στενό κύκλο.

«Οι άντρες πορτοφόλια, οι γυναίκες τρύπες»

Η Madame Claude κατάφερε να κρύψει τον σκοτεινό κόσμο που δημιούργησε πίσω από την αψεγάδιαστη εικόνα της και τις πιπεράτες ιστορίες. Η ηθοποιός Φρανσουά Φαμπιάν γνώρισε τη διάσημη μαστροπό όταν θα την υποδυόταν για ένα φιλμ του 1977. Μίλησαν για πολλές ώρες και της εκμυστηρεύτηκε πράγματα. Όταν ρωτήθηκε για την μαντάμ τόνισε: «Ήταν μια φρικτή γυναίκα. Μισούσε τόσο τους άντρες όσο και τις γυναίκες. Οι άντρες ήταν πορτοφόλια, οι γυναίκες τρύπες. Ήταν σαν αυτούς που οδηγούσαν τους σκλάβους σε μια φυτεία στην Αμερική. Μόλις προσλάμβανε ένα κορίτσι το άλλαζε και φυσικά το χρέωνε γιατί πλήρωνε αυτή τους λογαριασμούς. Τα κορίτσια έπρεπε να δουλέψουν σκληρά για να ικανοποιήσουν την μαντάμ. Κρατούσε το 30% και έλεγε ότι δεν έπαιρνε μεγαλύτερο ποσοστό γιατί ήξερε ότι τα κορίτσια θα αρχίσουν να την κλέβουν.

Η ίδια η Madame Claude όταν ρωτήθηκε για τη δουλειά της είπε: «Όλοι αυτοί οι άντρες που μπορούσαν να έχουν τα πάντα και τον καθένα δεν πλήρωναν για το σεξ. Πλήρωναν για μια εμπειρία. Είναι τόσο συναρπαστικό να ακούς έναν δισεκατομμυριούχο ή έναν αρχηγό κράτους να κάνει τη φωνή του να μοιάζει με παιδιού για να σου ζητήσει αυτό που θέλει. Δεν μου αρέσει η λέξη πορνεία, την απεχθάνομαι. Ήταν μια ανταλλαγή ποιοτικών υπηρεσιών. Είχα καταφέρει να αφαιρέσω οτιδήποτε άσχημο από αυτό το επάγγελμα».