Νίκησε το θάνατο και κατέκτησε τον κόσμο: Η συγκλονιστική ιστορία της πρώτης γυναίκας Ολυμπιονίκη των 100 μέτρων

Ανακαλύφθηκε χάρη σε ένα τρένο, κινδύνεψε να πεθάνει, όμως επέζησε και έγραψε ιστορία  για πάντα


Εκείνο το χειμωνιάτικο μεσημέρι του 1928, ο καθηγητής Βιολογίας και πρώην δρομέας μικρών αποστάσεων, Τσαρλς Πράις, είχε επιβιβαστεί μετά το σχολείο στο τρένο που θα έφευγε από έναν σταθμό του Σικάγου για να επιστρέψει σπίτι του. Στο τρένο συνήθως ταξίδευε και η μαθήτριά του, η 16χρονη Μπέτι Ρόμπινσον ωστόσο εκείνη την ημέρα είχε αργήσει να ξεκινήσει από το σχολείο και όσο και αν έτρεχε δεν θα μπορούσε να προλάβει το τρένο πριν ξεκινήσει. Κι όμως λίγα δευτερόλεπτα αφού ο Πράις είχε μπει στο τρένο και είχε καθίσει στη θέση του είδε να ανεβαίνει τα σκαλιά η Ρόμπινσον.

Η μαθήτρια ήταν απλώς χαρούμενη που θα γυρνούσε νωρίς στο σπίτι της στο Ρίβερντεϊλ, μια μικρή πόλη κοντά στο Σικάγο, και δεν σκεφτόταν τίποτα περισσότερο πέρα από το ότι δεν θα έπρεπε να περιμένει μέσα στο κρύο για το επόμενο τρένο. Ωστόσο, χωρίς να το ξέρει αυτή ήταν η στιγμή που θα άλλαζε για πάντα τη δική της ζωή αλλά και την ιστορία του αθλητισμού.

Η ιστορία της κάνει τα πιο εντυπωσιακά σενάρια του Χόλιγουντ να μοιάζουν φτωχά καθώς τα περιέχει όλα: τύχη, αναγνώριση, ρεκόρ, τραγωδία και αναγέννηση. Ωστόσο, είναι όλη αληθινή.

Η γέννηση μιας αθλήτριας

Η Μπέτι Ρόμπινσον γεννήθηκε στις 23 Αυγούστου 1911 και ως έφηβη της άρεσε να παίζει κιθαρα, να συμμετέχει σε θεατρικές παραστάσεις στο σχολείο της και να τρέχει σε φιλανθρωπικούς αγώνες που διοργάνωνε το σχολείο της και η τοπική εκκλησία. Ήξερε ότι μπορεί να τρέξει γρήγορα και στους αγώνες ήταν πάντα ανταγωνιστική, ωστόσο δεν είχε φανταστεί ποτέ ότι θα μπορούσε να αξιοποιήσει με κάποιο τρόπο το φυσικό της αυτό ταλέντο. Όπως είχε πει μάλιστα αργότερα σε μια συνέντευξη στους Los Angeles Times το 1984 «δεν ήξερα καν ότι οι γυναίκες μπορούσαν κι αυτές να τρέχουν τότε. Ήμουν χωριατόπαιδο».

Ωστόσο, μια ημέρα μετά αφού πρόλαβε το τρένο, ο καθηγητής Πράις την έβαλε να τρέξει σε έναν διάδρομο του σχολείου χρονομετρώντας την και εντυπωσιάστηκε ακόμα περισσότερο. Την ενθάρρυνε να αρχίσει να προπονείται με την ομάδα των αγοριών καθώς δεν υπήρχε αντίστοιχη ομάδα για κορίτσια στο λύκειό της.

Ήταν φανερό ότι η Ρόμπινσον ήταν φυσικό ταλέντο, αλλά και πάλι ήταν εντυπωσιακό  ότι πάρα πολύ γρήγορα μπορούσε να συναγωνιστεί τις καλύτερες γυναίκες σπρίντερ της χώρας της. Τον Μάρτιο του 1928, λίγες μόνο εβδομάδες αφότου ο Πράις την «ανακάλυψε», η Ρόμπινσον έκανε το ντεμπούτο της σε αγώνα σε μια περιφερειακή διοργάνωση, τερματίζοντας δεύτερη μετά την 20χρονη Χέλεν Φίλκι, την κάτοχο του ρεκόρ των ΗΠΑ στα 100 μέτρα και διάσημη αθλήτρια. Στο Σικάγο είχε αρχίσει να στηρίζεται ιδιαίτερα ο γυναικείος αθλητισμός και υπήρχε έντονη συμμετοχή στα γυναικεία αθλήματα, ενώ γυναίκες αθλήτριες από το Σικάγο, όπως η Φίλκι, διέπρεπαν στους παναμερικανικούς αγώνες. Η Πράις προσκλήθηκε αμέσως να γίνει μέλος του Illinois Athletic Women's Club (IAWC) σε ηλικία μόλις 16 ετών.

Στον δεύτερο επίσημο αγώνα 100 μέτρων που έδωσε στο Σικάγο στις 2 Ιουνίου, η Ρόμπινσον νίκησε εύκολα την Φίλκι με χρόνο 12 δευτερόλεπτα καταρρίπτοντας το επίσημο παγκόσμιο ρεκόρ που είχε καταγραφεί έναν μήνα πριν στα 12,2 δευτερόλεπτα. Ο χρόνος της ωστόσο δεν επικυρώθηκε ως παγκόσμιο ρεκόρ καθώς θεωρήθηκε ότι είχε ευνοϊκό άνεμο. Ένα μήνα μετά όμως, η Ρόμπινσον ταξίδεψε ως το Νιούαρκ του Νιού Τζέρσεϊ όπου διεξάγονταν τα προκριματικά των ΗΠΑ για τους Ολυμπιακούς Αγώνες εκείνης της χρονιάς που θα γίνονταν στο Άμστερνταμ. Μάλιστα, οι αγώνες του 1928 είναι άκρως ιστορικοί καθώς είναι οι πρώτοι Ολυμπιακοί στους οποίους επετράπη η συμμετοχή των γυναικών στον στίβο (από το 1900 επιτρεπόταν η συμμετοχή τους μόνο σε αθλήματα όπως τένις, γκολφ, τοξοβολία, κολύμβηση, γυμναστική).

Η Ρόμπινσον κατάφερε να πάρει εύκολα την πρόκριση, ενώ το μεγάλο φαβορι η Φίλκεϊ εξαιτίας ενός στραβοπατήματος στον αγώνα έμεινε αρκετά πίσω στον χρόνο και έμεινε εκτός αγώνων. Πλέον, ήταν  η ώρα της Ρόμπινσον να λάμψει!

Ο μεγάλος αγώνας

Το ταξίδι από τη Νέα Υόρκη στο Άμστερνταμ με το υπερωκεάνιο SS President Roosevelt πήρε εννέα μέρες, ενώ πάνω στο πλοίο η προπόνηση συνεχιζόταν. Στην ολυμπιακή ομάδα των ΗΠΑ βρίσκονταν 280 αθλητές και μόνο 18 από αυτούς ήταν γυναίκες  αθλήτριες στίβου. Η Ρόμπινσον ήταν μέσα σε αυτούς και είχε καταφέρει το απίστευτο: μέσα σε έξι περίπου μήνες όχι μόνο είχε μπει στον χώρο του αθλητισμού αλλά ήταν και ένα από τα μεγαλύτερα αστέρια της αμερικανικής ομάδας.

Όταν ξεκίνησαν οι αγώνες από τις τέσσερις Αμερικανίδες δρομείς των 100 μέτρων μόνο μια κατάφερε να προκριθεί στον τελικό: η Ρόμπινσον. Στάθηκε στην γραμμή εκκίνησης δίπλα από τρεις Καναδέζες και δύο Γερμανίδες. Αυτή που η Ρόμπινσον φοβόταν περισσότερο ήταν η 24χρονη Φάνι Ρόουζενφελντ από τον Καναδά, η οποία είχε κάνει πολλά ρεκόρ στα δοκιμαστικά των Ολυμπιακών, ενώ είχε φτάσει την Ρόμπινσον σε έναν από τους προκριματικούς αγώνες (στα ημιτελικά είχαν κάνει και οι δύο χρόνο 12.4). Η μέρα του τελικού δεν είχε ξεκινήσει καλά καθώς η Ρόμπινσον φτάνοντας στο γήπεδο διαπίστωσε ότι είχε πάρει μαζί της δύο αριστερά παπούτσια. Χρειάστηκε να στείλει κάποιον πίσω στο δωμάτιό της, για να της φέρει το δεξί παπούτσι και πρόλαβε τελευταία στιγμή την έναρξη του αγώνα. Όπως είπε αργότερα, είχε σκεφτεί ακόμα και να τρέξει ξυπόλυτη, για να μην χάσει τον αγώνα.

Κάθε γυναίκα σε αυτόν τον αγώνα ήξερε ότι έγραφε ιστορία καθώς ήταν ο πρώτος τελικός 100 μέτρων των γυναικών που είχε γίνει ποτέ σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Όταν όλα ήταν έτοιμα, οι γυναίκες έκατσαν σκυφτές με λυγισμένα τα πόδια (οι βατήρες εκκίνησης δεν υπήρχαν ως το 1948) και ο αφέτης έδωσε το σύνθημα της εκκίνησης. Υπήρξαν δύο άκυρες εκκινήσεις και η Καναδέζα Μίρτλ Κουκ και η Γερμανίδα Λένι Σμιντ ακυρώθηκαν. Όταν ο αγώνας τελικά ξεκίνησε, η Ρόμπινσον στεκόταν δίπλα στην Ρόουζενφελτ, όπως ακριβώς ήθελε. Μετά από 12,2 δευτερόλεπτα η Μπέτι Ρόμπινσον ήταν η πρώτη γυναίκα στην ιστορία που έκοβε το νήμα του τερματισμού των Ολυμπιακών Αγώνων στα 100 μέτρα και κέρδιζε το χρυσό μετάλλιο. Ήταν μόλις 23 μέρες πριν τα 17 γενέθλιά της.


Οι Καναδοί υπέβαλαν καταγγελία καθώς πίστευαν ότι η Ρόουζενφελτ είχε κερδίσει τον αγώνα, αλλά η αρχική απόφαση των κριτών επικυρώθηκε. Έτσι, η Μπέτι Ρόμπινσον ήταν και επίσημα Ολυμπιονίκης  και εξαιρετικά δημοφιλής. Ο ρεπόρτερ του Chicago Tribune, Γουίλιαμ Σίρερ, έγραψε ότι «μια άγνωστη, όμορφη, γαλανομάτη ξανθιά νεαρή γυναίκα από το Σικάγο έγινε η αγαπημένη των θεατών όταν ‘πέταξε’ στη δύσκολη κούρσα, με τις χρυσές της μπούκλες να ανεμίζουν και κέρδισε».

Έξι δεκαετίες αργότερα, η Ρόμπινσον έδωσε συνέντευξη για ένα βιβλίο που συγκέντρωνε μαρτυρίες από χρυσούς Ολυμπιονίκες των ΗΠΑ  (Tales of Glory: An Oral History of the Summer Olympic Games Told By America’s Gold Medal Winners των Lewis H Carlson και John J Fogarty). Τότε είχε αφηγηθεί:

«Μπορώ να θυμηθώ ότι έκοψα την ταινία, αλλά δεν ήμουν σίγουρη ότι κέρδισα. Ήταν τόσο κοντά. Αλλά οι φίλοι μου στις εξέδρες πήδηξαν πάνω από το κιγκλίδωμα, κατέβηκαν και με αγκάλιασαν και τότε ήξερα ότι είχα κερδίσει. Στη συνέχεια, όταν σήκωσαν τη σημαία, έκλαψα».

Σε πλάνα μετά τον αγώνα, η Ρόμπινσον χαμογελά στην κάμερα και φαίνεται σαστισμένη, ενώ το χαμόγελό της μοιάζει αρκετά αφελές – όπως ενός εφήβου που ξαφνικά όλοι τον κοιτούν- αλλά και αμήχανο. Ήταν αδιαμφισβήτητα μια σταρ.

Η Ρόμπινσον κέρδισε επίσης ένα ασημένιο μετάλλιο στη σκυταλοδρομία 4x100μ. Βοήθησε πολύ την ομάδα, αλλά δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν τις Καναδέζες στις οποίες η Μίρτλ Κουκ ήταν τόσο στενοχωρημένη από τον αποκλεισμό στα 100 μέτρα, που ήταν αποφασισμένη εκεί να κερδίσει το χρυσό.

Θρίαμβος και τραγωδία

Όταν το πλοίο της επιστροφής από τους Ολυμπιακούς έδεσε στη Νέα Υόρκη, ένα τεράστιο πλήθος υποδέχτηκε την Ρόμπινσον και την υπόλοιπη ομάδα. Έκαναν μια μεγάλη παρέλαση στους δρόμους, έδωσαν ομιλίες και συμμετείχαν σε επίσημα γεύματα, συναντήθηκαν με τον σούπερ σταρ του μπέιζμπολ Μπέιμπ Ρουθ και περιηγήθηκαν στα αξιοθέατα. Η Ρόμπινσον γιόρτασε τα 17α γενέθλιά της στη Νέα Υόρκη και επέστρεψε στο Σικάγο, όπου την περίμεναν περισσότεροι θαυμαστές, συμμετείχε σε περισσότερες παρελάσεις και έδωσε περισσότερες ομιλίες. Όταν τελικά επέστρεψε στην πόλη της, το Ρίβερντεϊλ, έγινε άλλη μια παρέλαση με περίπου 20.000 άτομα να επευφημούν την πρωταθλήτρια που επέστρεψε. Η πόλη είχε κάνει έρανο, για να της αγοράσουν ένα ρολόι με διαμάντια και της δόθηκε ένα ασημένιο κύπελλο από το γυμνάσιό της.

Αφού η «τρέλα» των πρώτων ημερών υποχώρησε, η Μπέτι επέστρεψε στο σχολείο για το τελευταίο της έτος και στη συνέχεια άρχισε να σπουδάζει φυσική αγωγή στο Πανεπιστήμιο του Νορθγουέστερν. Στόχος της ήταν φυσικά να υπερασπιστεί τον τίτλο της και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1932, οι οποίοι επρόκειτο να διεξαχθούν στο Λος Άντζελες, ενώ σχεδίαζε να προπονήσει την Ολυμπιακή ομάδα του 1936.

Συνέχισε να τρέχει στο σχολείο και στο κολέγιο, σημειώνοντας ρεκόρ το 1929 στις 50 γιάρδες (περίπου 48 μέτρα) με 5,8 δευτερόλεπτα και στις 100 γιάρδες (περιπου 91 μέτρα) με 11,4 δευτερόλεπτα στο Soldier Field του Σικάγο, μια καυτή ημέρα Ιουλίου που το θερμόμετρο έδειχνε 33 βαθμούς Κελσίου. Ο πρόεδρος της εθνικής επιτροπής για τον γυναικείο στίβο, Φρεντ Στιρς, θεώρησε ότι την εκθείαζε όταν έγραψε ότι «πιο συγκλονιστικές εμφανίσεις της συνάντησης» έγιναν από «το λεπτό, χαμογελαστό κορίτσι του Σικάγο, που τρέχει σαν... άντρας».

Συνέχισε να είναι σε εξαιρετική φόρμα με εντυπωσιακές επιδόσεις, όταν στις 28 Ιουνίου 1931 έγινε το απίστευτο.

Ήταν μια ζεστή μέρα και η Ρόμπινσον ήθελε να δροσιστεί. Όμως οι προπονητές τής είχαν απαγορεύσει το κολύμπι με την αιτιολογία ότι γι’ αυτή τη δραστηριότητα χρησιμοποιούσε διαφορετικούς μύες. Έτσι ζήτησε από τον ξάδερφό της, ο οποίος ήταν ιδιοκτήτης ενός μικρού αεροπλάνου, να πάνε μια βόλτα με αυτό. «Γι’ αυτό ανέβηκα στο αεροπλάνο, για να δροσιστώ», είπε αργότερα. Η απογείωση ήταν ομαλή, αλλά πριν προλάβει να φτάσει το αεροπλάνο σε ύψος 600 ποδιών, έγινε σαφές ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Ο κινητήρας φαινόταν να έχει σταματήσει και το αεροπλάνο άρχισε να πέφτει με την μύτη προς τα κάτω μέχρι που συνετρίβη σε ένα ελώδες χωράφι. Ο κόσμος που ήταν κοντά έτρεξε γρήγορα στο σημείο και αυτό που αντίκρισε ήταν φρικιαστικό. Και τα δύο σώματα είχαν πεταχτεί έξω και ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση, ενώ κανένας δεν είχε τις αισθήσεις του. Η Ρόμπινσον φαινόταν να είναι είτε νεκρή είτε ετοιμοθάνατη. Η κατάστασή της ήταν τόσο κακή που ο άνδρας που την τράβηξε από τα συντρίμμια την τοποθέτησε στην καρότσα του αυτοκινήτου του  και την πήγε σε ένα κοντινό γραφείο τελετών. Ευτυχώς εκεί κατάλαβαν ότι η Ρόμπινσον δεν ήταν νεκρή. Το πόδι της, το ισχίο της και το χέρι της ήταν σπασμένα, είχε εσωτερικά τραύματα και ήταν σε κώμα. Ήταν όμως ζωντανή. Ο πιλότος μεταφέρθηκε απευθείας στο νοσοκομείο. Επέζησε, αν και χρόνια αργότερα ακρωτηριάστηκε το κατεστραμμένο αριστερό του πόδι.

Η Ρόμπινσον έμεινε για περίπου επτά εβδομάδες σε κώμα και παρέμεινε συνολικά 11 εβδομάδες στο νοσοκομείο, όπου ανακατασκεύασαν το σπασμένο πόδι της με μεταλλικά ενθέματα και τα διάφορα τραύματά της επουλώθηκαν σιγά σιγά. Για δύο χρόνια δυσκολευόταν να περπατήσει και χρησιμοποιούσε αναπηρικό καροτσάκι. Το όνειρο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1932 είχε πλέον συντριβεί μαζί με το αεροπλάνο. Το αριστερό της πόδι τώρα ήταν πιο κοντό από το άλλο και οι γιατροί της έλεγαν ότι δεν θα αγωνιζόταν ποτέ ξανά, ενώ πιθανότατα θα περπατούσε κουτσαίνοντας για το υπόλοιπο της ζωής της. Η Ρόμπινσον όμως δεν ήθελε να ακούσει τίποτα από αυτά. «Φυσικά θα προσπαθήσω να τρέξω ξανά», τους έλεγε. Όπως θυμάται η εγγονή της Ρόμπινσον, Μπρουκ Ντόιρ, στη γιαγιά της «δεν της άρεσε να της λένε «όχι». Δεν της άρεσε η λέξη «αδύνατο» και όταν της έλεγαν ότι δεν μπορούσε να κάνει κάτι, θα έβρισκε έναν τρόπο να το πραγματοποιήσει και να εκπλήξει όσους την είχαν αμφισβητήσει. Αυτό περιελάμβανε και τους γιατρούς».

Αναγέννηση από τις στάχτες

Η ανάρρωση της Ρόμπινσον ήταν αργή, επίπονη και δαπανηρή, αλλά την βοήθησε πολύ το γεγονός ότι είχε προπονηθεί τόσο σκληρά πριν από το ατύχημα και το σώμα της ήταν δυνατό. «Ο γιατρός είπε ότι αν δεν ήμουν σε τόσο καλή κατάσταση, δεν θα είχα αναρρώσει τόσο καλά», είπε η ίδια χρόνια αργότερα. Κατά τη διάρκεια της ανάρρωσής της διαπίστωσε ότι μπορούσε πράγματι να τρέξει ακόμα, «όχι τόσο γρήγορα όσο συνήθιζα, αλλά αρκετά γρήγορα για να μπω στην ομάδα των Ολυμπιακών», είπε. Αποφάσισε να προσπαθήσει να μπει στην Ολυμπιακή ομάδα που θα ταξίδευε στο Βερολίνο για τους Αγώνες του 1936. Έτσι επέστρεψε στην IAWC, για να ξεκινήσει τις προπονήσεις. Λόγω των τραυματισμών της στο πόδι δεν μπορούσε πλέον να σκύψει ώστε να πάρει την απαιτούμενη θέση για την εκκίνηση των αγώνων, οπότε ήταν αδύνατο να αγωνιστεί στα ατομικά 100μ. Υπήρχε όμως εναλλακτική. Ως μέλος της ομάδας σκυταλοδρομίας 4x100 μέτρων, δεν θα χρειαζόταν να σκύψει αν δεν ήταν η πρώτη δρομέας. «Έδωσα έναν πραγματικό αγώνα για προετοιμαστώ για την ομάδα το 1936. Έπρεπε να δουλέψω υπερωρίες», θυμόταν. Αλλά μέσα από έναν συνδυασμό αποφασιστικότητας, δεξιοτεχνίας και εμπειρίας, κέρδισε τη θέση της στην ομάδα. Ήταν ακόμα μόλις 24 ετών, ωστόσο πλέον ήταν το γηραιότερο μέλος της ομάδας σκυταλοδρομίας.

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1936 έχουν μείνει δικαίως στην ιστορία για τα τέσσερα χρυσά μετάλλια του Τζέσε Όουενς, αλλά η Μπέτι Ρόμπινσον άφησε επίσης το στίγμα της. Η γερμανική ομάδα σκυταλοδρομίας, η οποία είχε σημειώσει παγκόσμιο ρεκόρ στους προκριματικούς της, είχε το προβάδισμα μέσα στην ναζιστική Γερμανία. Πράγματι, η γερμανική ομάδα βρισκόταν εννέα μέτρα μπροστά από τις ΗΠΑ όταν η τρίτη δρομέας έφτασε να παραδώσει την σκυτάλη στην τελευταία. Η Ρόμπινσον βρισκόταν κι αυτή στη θέση της τρίτης δρομέα της αμερικανικής ομάδας.

Ωστόσο, η τελευταία παράδοση των Γερμανίδων ήταν καταστροφική. Η δρομέας Ίλσε Ντόρφελντ έλαβε ομαλά τη σκυτάλη, αλλά στη συνέχεια της έπεσε καθώς την μετέφερε από το ένα χέρι στο άλλο: οι Γερμανοί αποκλείστηκαν αμέσως. Η Ρόμπινσον έδωσε ομαλά την σκυτάλη στην Έλεν Στέφενς –η οποία είχε ήδη κερδίσει το χρυσό στον τελικό των 100 μέτρων– και οι ΗΠΑ κέρδισαν με χρόνο 46,9 δευτερόλεπτα. Η Ρόμπινσον κέρδιζε το δεύτερο χρυσό της μετάλλιο οχτώ χρόνια μετά το πρώτο και έχοντας επιστρέψει από το θάνατο. Σχετικά με την δεύτερη αυτή νίκη η Ρόμπινσον δήλωνε σίγουρη ότι η ομάδα της θα είχε κερδίσει ακόμα κι αν οι Γερμανίδες δεν είχαν κάνει αυτό το τρομερό λάθος: «Μακάρι [οι Γερμανίδες] να μην είχαν ρίξει τη σκυτάλη... Η Έλεν ήταν η πιο γρήγορη. Θα είχαμε κερδίσει ούτως ή άλλως». Αργότερα δήλωνε ότι «είναι απερίγραπτο το πόσο τυχερή ένιωσα που ήμουν εκεί και πήρα άλλο ένα μετάλλιο», αν και πρόσθεσε, με θλίψη, ότι ήταν δύσκολο να παρακολουθήσει τον αγώνα των 100 μέτρων από μακριά.

Η ζωή μετά...

Η Ρόμπινσον μετά τους Αγώνες του 1936 «κρέμασε τα παπούτσια της», αν και συνέχισε να ασχολείται το άθλημα. Υπήρξε χρονομέτρης της Ερασιτεχνικής Αθλητικής Ένωσης (AAU) για πολλά χρόνια, ενώ έδινε συχνά διαλέξεις για τον Αθλητικό Σύλλογο Γυναικών και τον Αθλητικό Σύλλογο Κορασίδων προωθώντας το γυναικείο τρέξιμο.

Παντρεύτηκε, απέκτησε δύο παιδιά και μετακόμισε στο Γκλένκοου του Σικάγο, όπου εργάστηκε σε ένα κατάστημα σιδηρικών για πολλά χρόνια. Δεν της άρεσε όμως να καυχιέται για τα αθλητικά της επιτεύγματα, ενώ κρατούσε τα μετάλλιά της σε ένα συρτάρι μέσα σε ένα κουτί από γλυκά. Ωστόσο, σημειώνει η εγγονή της, «τα κρατούσε με τόση προσοχή όταν τα έδειχνε».

Το 1977 η Ρόμπινσον εισήχθη στο Hall of Fame Στίβου των ΗΠΑ και είπε: «Υποθέτω ότι οι περισσότεροι Αμερικανοί δεν με αναγνωρίζουν καν. Συνέβη πριν από τόσο πολύ καιρό. Ακόμα δεν μπορώ να πιστέψω την προσοχή που λαμβάνω για κάτι που έκανα πριν από τόσα χρόνια». Δεν έχει εισαχθεί ακόμη στο Ολυμπιακό Hall of Fame των Ηνωμένων Πολιτειών, αν και η εγγονή της λέει ότι αυτό δεν την είχε ενοχλήσει ιδιαίτερα: «Νομίζω ότι η οικογένειά της ήταν πιο απογοητευμένη από την ίδια».

Υπήρξε ακόμα μια… συνάντηση της Ρόμπινσον με τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Το 1996, όταν οι Αγώνες θα διεξάγονταν στην Ατλάντα των ΗΠΑ επιλέχθηκε να τρέξει για λίγα μέτρα με τον πυρσό της φλόγας. Αν και ήταν 84 ετών πλέον και αρκετά αδύναμη αρνήθηκε να δεχθεί βοήθεια με το κουβάλημα, ενώ δεν ήθελε ούτε κάποιον να της στηρίζει το χέρι. Έτσι, έτρεξε μόνη της και υπερήφανη με τη φλόγα.


Έφυγε από τη ζωή στις 17 Μαΐου 1999 σε ηλικία 87 ετών. Είχε διαγνωστεί με καρκίνο και πάλευε με το Αλτσχάιμερ για μερικά χρόνια. Ήταν πρωτοπόρος για το γυναικείο άθλημα, αν και ποτέ δεν είδε τον εαυτό της έτσι. Όπως είπε η εγγονή της: «Νομίζω ότι της άρεσε η περιπέτεια και ήξερε ότι έκανε κάτι διαφορετικό από τους συνομηλίκους της. Νομίζω ότι ήταν πολύ ευγνώμων και αργότερα προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τη θέση της στην ιστορία για να επηρεάσει τις γυναίκες και τους αθλητές. Της άρεσε να τρέχει και ήθελε οι άλλοι να είναι σε θέση να κάνουν αυτό που τους άρεσε ακριβώς όπως εκείνη».

Μέχρι κι σήμερα παραμένει η νεότερη αθλήτρια που έχει κερδίσει το χρυσό μετάλλιο στα 100 μέτρα των Ολυμπιακών Αγώνων.