Η τραγική ιστορία του μοναδικού ελίτ ποδοσφαιριστή που έχει δηλώσει δημόσια ότι είναι ομοφυλόφιλος


Ο Τζάστιν Φασάνου έγινε ο πρώτος μαύρος ποδοσφαιριστής που κόστισε 1εκατ λίρες. Όταν αποκαλύφθηκε ότι είναι γκέι τα πάντα κατέρρευσαν και η ζωή του καταστράφηκε

Ο Τζάστιν ήταν ένα ορφανό παιδί, ένας μαύρος έφηβος και ένας ομοφυλόφιλος ποδοσφαιριστής. Το άθλημα του έδωσε εργαλεία για να αποφύγει τις διακρίσεις με βάση το χρώμα με τον ίδιο τρόπο που του γύρισε την πλάτη όταν αποκάλυψε τη σεξουαλική του ταυτότητα. Δυνατός και πολύ γρήγορος επιθετικός, είχε τη δυνατότητα και το χάρισμα να γίνει το μελλοντικό αστέρι της αγγλικής ομάδας του στη δεκαετία του '80. Ενώ άγγιζε την επιτυχία, η αποκάλυψη της προσωπικής του ζωής διέλυσε τα πάντα. Οι ομάδες τον έδιωχναν, το bulling έγινε αφόρητο και δεν αγωνίστηκε ποτέ ξανά σε κορυφαίο επίπεδο. «Αυτοκτόνησα», είπε δημόσια. Ήταν η ομοφοβία μιας χώρας που άρχιζε να δέχεται μαύρους στο ποδόσφαιρο της, αλλά όχι ομοφυλόφιλους. Μετά από χρόνια εκφοβισμού και χλευασμού, ο Τζάστιν Φασάνου βρέθηκε νεκρός με ένα σημείωμα δίπλα του: «Δεν θέλω η οικογένεια και οι φίλοι μου να ντρέπονται πια».

Η εσωτερική σύγκρουση ήταν συνεχής στον μεγαλύτερο γιό των Φασάνου. Εγκαταλελειμμένος, με τον αδελφό του Τζον, σε ένα ορφανοτροφείο του Λονδίνου, ο Τζάστιν δεν ξεπέρασε ποτέ τις ανασφάλειές του. Όταν πατούσε το χορτάρι γινόταν ένας άλλος άνθρωπος, αλλά εκτός γηπέδου ήταν ειδικός στο να κρύβει τα προβλήματά του. Έδειχνε ένα χαρούμενο, εξωστρεφές αγόρι, που είχε επίγνωση των ικανοτήτων του. Η πραγματικότητα είναι ότι ούτε οι φίλοι, ούτε η οικογένειά του τον γνώριζαν καλά. Πίσω από αυτή τη μάσκα υπήρχε ένα κρυφό αίσθημα θλίψης και ενοχής. Γιατί τους είχε εγκαταλείψει ο πατέρας τους για να επιστρέψει στη Νιγηρία; Γιατί η μητέρα τους Περλ τους άφησε να μεγαλώσουν με λευκή οικογένεια;

Η Μπέτι Τζάκσον υιοθέτησε τα δύο αδέλφια Φασάνου κι έζησαν στο Νόρφλοκ. Εκεί ήταν τα μόνα μαύρα παιδιά στην περιοχή, αλλά δεν γνώριζαν τον ρατσισμό μέχρι την εφηβεία, όταν άρχισαν να αντιμετωπίζουν παιδιά από άλλα σχολεία. Ο Τζάστιν ξεχώρισε πολύ σύντομα, ήταν «το μαύρο παιδί του ποδοσφαίρου». Μεγάλωσαν στην Αγγλία της Μάργκαρετ Θάτσερ που ανησυχούσε για την «πλημμύρα» ανθρώπων από άλλη κουλτούρα. Σε σχεδόν εχθρικό έδαφος, το ποδόσφαιρο ήταν η μόνη διαφυγή για αυτούς. Ο Τζάστιν έλαμψε ως ποδοσφαιριστής ανάμεσα σε ρατσιστικές κραυγές. Του πετούσαν μπανάνες και τον απειλούσαν, αλλά ήξερε ότι η φήμη ήταν το διαβατήριο για να ξεφύγει απ’ όλα αυτά. Τα γκολ βοήθησαν να σχηματιστεί μια εικόνα ενός σχεδόν άθικτου αστεριού. Όταν τον ρωτούσαν, είχε πάντα ένα μήνυμα για όσους περνούσαν παρόμοιες δυσκολίες: «Παίζω για αυτούς που δεν είχαν καλή ζωή όπως εγώ, που έχουν ζήσει σε γκέτο, εκείνους που τους βρίζουν ασταμάτητα».

Σταδιακά έγινε το νεαρό παιδί από το οποίο το αγγλικό ποδόσφαιρο είχε τεράστιες προσδοκίες. Εκτός γηπέδου ζούσε ήδη σαν σταρ, και σύντομα κάλυψε τα συναισθηματικά του μειονεκτήματα με την αλαζονεία του χρήματος. Λάτρευε το διπλό παρκάρισμα, να φοράει γούνινες μπότες το καλοκαίρι, να φεύγει χωρίς να πληρώνει. Στράφηκε σε οτιδήποτε υλικό για να καλύψει το κενό του.

«Θα ήθελα να είμαι πιο πλούσιος και πιο διάσημος. Εάν θέλετε να είστε κάποιος που σέβονται οι άνθρωποι, πρέπει να έχετε καλή κοινωνική θέση. Ακούγεται σνομπ αλλά είναι αυτό που είναι. Πρέπει να αποκτήσετε υλικά πράγματα για να προχωρήσετε περισσότερο» έλεγε. Η μητριά του υποβάθμισε αυτού του τύπου τις δηλώσεις: «Είναι ένα λογικό αγόρι, ξέρει ότι μια μέρα θα είναι ξανά άγνωστος». Ο αδελφός του Τζον, επίσης ποδοσφαιριστής, απομακρύνεται από κοντά του, κουρασμένος να ζει στη σκιά του.

Το γκολ που του άλλαξε τη ζωή δεν άργησε να έρθει. Ήταν με τη φανέλα της Νόριτς απέναντι στην παντοδύναμη Λίβερπουλ, στο «Κάροου Ρόουντ». Ο Τζάστιν δέχτηκε την μπάλα με γυρισμένη την πλάτη, λίγα εκατοστά από τη μεγάλη περιοχή. Με ένα σύντομο άγγιγμα με το δεξί του πόδι άφησε πίσω τον αμυντικό και σήκωσε την μπάλα. Σουτ με το αριστερό, πριν η μπάλα χτυπήσει στο έδαφος, και ένα εκπληκτικό τέρμα. Η Νότιγχαμ Φόρεστ, δύο φορές πρωταθλήτρια Ευρώπης, τον παρακολουθούσε. Εκείνο το καλοκαίρι δεν θα ήταν πλέον ένας από τους καλύτερους μαύρους ποδοσφαιριστές, αλλά «ο πρώτος μαύρος ποδοσφαιριστής του ενός εκατομμυρίου λιρών».

Η κριτική αυξήθηκε λόγω του υψηλού κόστους της μεταγραφής και η πίεση επηρέασε την απόδοση του. Με τις δυσκολίες στο γήπεδο, οι οπαδοί άρχισαν να μιλούν για την εξωγηπεδική του ζωή. Τότε άρχισαν οι φήμες ότι σύχναζε στο μπαρ Part Two στο κέντρο της πόλης. Ξεκίνησαν και τα πρώτα ομοφοβικά συνθήματα. Ακόμα και ο προπονητής του, ο θρυλικός Μπράιν Κλάφ θα πει: «Ο γαμ@@@ Φασάνου είναι π@@στ@ς». Η εποχή δεν συγχωρούσε.

Ο Τζάστιν προσπάθησε να βγει από αυτή την κατάσταση. Παρουσίασε μια υποτιθέμενη σχέση του με τη διάσημη Αγγλίδα ηθοποιό Τζούλι Γκούντγιαρ αλλά δεν έπεισε κανέναν. Η καριέρα του ως ελίτ ποδοσφαιριστής είχε ουσιαστικά τελειώσει.

Χρόνια αργότερα, ο Κλαφ εξιστόρησε τη συνομιλία με τον παίκτη στην αυτοβιογραφία του:

—Πού πας αν θέλεις ψωμί;

—Στον φούνρνο, υποθέτω.

—Κι αν θες αρνάκι;

—Στον χασάπη.

-Τότε γιατί πηγαίνεις σε εκείνο το καταραμένο κλαμπ των πούστ@@@:

Ο Τζάστιν έβαλε τέλος στην καριέρα του και πήγε στη Νιγηρία για να ηρεμήσει και να αναζητήσει την καταγωγή του. Συνάντησε τον πατέρα του για πρώτη φορά, αλλά ποτέ δεν ήθελε να μιλήσει γι' αυτό. Επιστρέφοντας στο Λονδίνο βρήκε ένα νέο μονοπάτι τόσο σημαντικό για εκείνον όσο το ποδόσφαιρο: τη θρησκεία. Από εκεί και πέρα, όλοι οι στόχοι του θα ήταν για τον Θεό και τα χρήματα θα είχαν μικρότερη αξία.

Θεώρησε ότι τα πράγματα θα πήγαιναν καλύτερα. Δεν είχε πλέον πρόβλημα στο γόνατο και επιχείρησε να επανέλθει δυναμικά στους αγωνιστικούς χώρους. Ζήτησε τη βοήθεια του αδελφού του Τζον, ο οποίος πλέον έκανε καριέρα στην Γουίμπλεντον. Η παλιά πίκρα όμως δεν είχε φύγει. «Δεν υπάρχει χώρος για δύο Φασάνου εδώ» του είπε.

Το 1990 Τζάστιν κατέληξε στη Λέιτον Όριεντ, ένα μικρό κλαμπ κοντά στο Λονδίνο. Κυκλοφορούσε πλέον με τον σύντροφο του και κάποιοι τον ενθάρρυναν να δηλώσει δημόσια την σεξουαλική του ταυτότητα. Θα διώξει την πίεση από τα ΜΜΕ, του είπαν.

Τρομοκρατημένος, σκέφτηκε ότι κανένας μεγάλος σύλλογος δεν θα τον προσλάμβανε αν έλεγε δημόσια ότι είχε σχέσεις με άντρες. Ωστόσο, λίγους μήνες αργότερα το είπε στη Sun με αντάλλαγμα ένα πολύ μεγάλο ποσό. Ο Τζον είχε προσπαθήσει να το αποτρέψει προσφέροντάς του περισσότερα χρήματα. «Δεν ήταν θέμα χρημάτων, ο Τζον μου έδωσε πολλά περισσότερα. Υπήρχαν πολλά υπονοούμενα και χρειαζόμουν ειλικρίνεια. Δεν νομίζω ότι ήταν σημαντικό στην καριέρα μου, γιατί δεν επηρεάζει το παιχνίδι μου. Ήθελα απλώς να εκθέσω το παρελθόν μου» θα πει.

 Ο αδελφός του ξέσπασε: «Οι ποδοσφαιριστές δεν λένε τις σεξουαλικές τους προτιμήσεις δημόσια, δεν έχουν σημασία για κανέναν. Θα υποστεί τις συνέπειες, κανείς δεν θα τον πάρει στην ομάδα του». Μία από τις συνέπειες ήταν η απόρριψη του ίδιου του αδελφού του, ο οποίος είπε ότι δεν θα ήθελε να αλλάξει ρούχα ή να κάνει ντους κοντά του. «Με πονάει, είμαι απογοητευμένος. Νόμιζα ότι είχε περισσότερο βάθος ως άνθρωπος, ότι ήταν πιο ανεκτικός. Περάσαμε πολλά ως παιδιά και νόμιζα ότι ήταν πολύ καλύτερος από αυτό» θα απαντήσει ο Τζάστιν.

Σε μια εκ βαθέων συνέντευξη έδωσε λεπτομέρειες για το πώς είχε σχέσεις με έναν βουλευτή των Συντηρητικών που είχε γνωρίσει σε μπαρ του Λονδίνου. Δεν έδωσε όνομα ή περισσότερες λεπτομέρειες, αλλά η Σου Πάρσονς , σύζυγος του συντηρητικού Ντέιβιντ Άτκινσον, όταν διάβασε τη συνέντευξη κατάλαβε ότι ήταν αυτός. Η Σου τότε κατάλαβε γιατί ο σύζυγός της, που δεν είχε ποτέ κανένα ενδιαφέρον για το ποδόσφαιρο, έκανε τόσο παρέα με έναν ποδοσφαιριστή. Ο Άτκινσον της το ομολόγησε: «Ναι, είμαι ομοφυλόφιλος».

Ο Τζάστιν είχε αρχίσει να παρουσιάζεται από τα Μέσα «ο ομοφυλόφιλος ποδοσφαιριστής». Σε μια τηλεοπτική του εμφάνιση δέχθηκε ερωτήσεις από το κοινό. «Δεν τον αντιπαθώ λόγω του χρώματός του, αλλά λόγω της διαβόητης ομοφυλοφιλικής του ζωής» του είπε κάποιος. «Πώς ξέρεις τι ζωή κάνω; Έχεις κοιμηθεί μαζί μου;» του απάντησε. Έχοντας παίξει μόλις πέντε φορές στη Λέιτον Όριεντ αποφάσισε να αποδεχθεί μια πρόταση από τον Καναδά ελπίζοντας ότι εκεί η σεξουαλικότητά του δεν θα ήταν εμπόδιο στο να παίξει ποδόσφαιρο. Είχε κάνει και πάλι λάθος καθώς η σεξουαλική του ταυτότητα έγινε ζήτημα και μετά από έναν χρόνο ο πρόεδρος των Hamilton Steelers του είπε ότι θα ήταν καλύτερα να φύγει και να ζήσει σε μια μεγάλη πόλη.  

Ο Τζάστιν επέστρεψε στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου το βρετανικό κοινοβούλιο βίωνε μια σκληρή αντιπαράθεση για το παραδοσιακό οικογενειακό μοντέλο. Τα λόγια των συντηρητικών, που καυχιόντουσαν ότι προστατεύουν αυτές τις αξίες, έδωσαν στον Τύπο αφορμή για έρευνες και αποκαλύψεις. Για εβδομάδες τα σκάνδαλα συγκλόνιζαν τους Tories: Aπιστίες, ομοφυλοφιλικές σχέσεις ακόμα και η αυτοκτονία της συζύγου του Λόρδου Κέιθνες. Με την «καταιγίδα» να μαίνεται ο βουλευτής του κόμματος, Στίβεν Μάλιγκαν βρέθηκε νεκρός στο Λονδίνο κάτω από περίεργες συνθήκες, γυμνός και φορώντας γυναικείες κάλτσες. Ο Τύπος έσπευσε να βάλει στο στόχαστρο τον Τζάστιν Φασάνου λόγω των προηγούμενων αποκαλύψεων, παρότι έπαιζε σε μια μικρή ομάδα στο Εδιμβούργο.

Η αστυνομία θεωρούσε ότι ο Τζάστιν θα μπορούσε να βοηθήσει στην έρευνα. Αυτός προσπαθούσε να πουλήσει πληροφορίες στον Τύπο για την εξωσυζυγική ζωή κάποιων βουλευτών στο Λονδίνο. Ερωτηθείς από δημοσιογράφους που ήθελαν να αγοράσουν αυτές τις πληροφορίες για περίπου τριακόσιες χιλιάδες λίρες, είχε διαβεβαιώσει ότι μπορούσε να πει τα ονόματά τους, πού ζούσαν και ποια σημάδια στο σώμα τους είχαν. Αλλά όταν δημοσιογράφοι συγκεντρώθηκαν έξω από το σπίτι του, αρνήθηκε τα πάντα: «Δεν είχα ποτέ σεξουαλική σχέση με βουλευτή ή με υπουργούς του υπουργικού συμβουλίου. Ήταν η ιστορία που ήθελε περισσότερο η Sun και την φτιάξαμε. Ήταν εύκολο χρήμα».

Πλέον ο Τζάστιν είχε γίνει παντελώς αναξιόπιστος. Ήταν αληθινές οι σχέσεις του με βουλευτές ή τα εφηύρε όλα για χρήματα; Προσπαθώντας να ξεφύγει από το σκάνδαλο το 1997 μετακόμισε στις ΗΠΑ. Εκεί ένας 17χρονος τον κατηγόρησε για βιασμό. Ο Φασάνου τρομοκρατήθηκε και επέστρεψε εσπευσμένα στο Λονδίνο.

Το πρωινό της 3ης Μαΐου 1998 βρέθηκε κρεμασμένος μέσα σε ένα εγκαταλελειμμένο γκαράζ. Στο σημείωμα που βρέθηκε δίπλα του έγραφε: «Δεν έκανα τίποτα από αυτά για τα οποία κατηγορούμαι και δεν θα με πιστέψουν ποτέ. Έχω συνειδητοποιήσει ότι έχω ήδη κριθεί ένοχος. Δεν θέλω η οικογένεια και οι φίλοι μου να ντρέπονται πια. Ελπίζω ο Θεός να με δεχτεί και να βρω τη γαλήνη που δεν είχα ποτέ».

Μετά την αυτοκτονία του Τζάστιν, ο αδελφός του Τζον δήλωσε μετανιωμένος για τα όσα είχε πει. Ακόμα όμως και μετά από αυτό τον τραγικό επίλογο επιχείρησε να αφαιρέσει από την οικογένεια το στίγμα. «Ο αδελφός μου δεν ήταν γκέι, απλά αναζητούσε προσοχή και δημοσιότητα», θα υποστηρίξει αν και γνώριζε πολύ καλά ότι αυτό δεν ήταν αλήθεια.